Παρασκευή 4 Μάη 2018
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Καθρεφτάκια για «ιθαγενείς»...

Με πομπώδη τρόπο, η κυβέρνηση προβάλλει τις εξαγγελίες για το «Νέο Πρόγραμμα Απόκτησης Ακαδημαϊκής και Διδακτικής Εμπειρίας», με «σημαντική αύξηση του προϋπολογισμού και των μαθημάτων που θα καλυφθούν». Ο υπουργός Παιδείας, μάλιστα, κάνει λόγο για τριπλασιασμό των αμοιβών σε σχέση με το περσινό πρόγραμμα! Βέβαια, τα πράγματα δεν είναι ακριβώς έτσι. Ο υπουργός βάφτισε «αυξήσεις» την πιθανή επέκταση ...των κενών στο εκπαιδευτικό προσωπικό των πανεπιστημιακών ιδρυμάτων, ενώ διευκρίνισε ότι ο τριπλασιασμός των αμοιβών θα προκύψει από τη δυνατότητα που θα δοθεί στους 1.500 επιστήμονες να αναλαμβάνουν έως τρία μαθήματα σε κάθε ακαδημαϊκό έτος, αντί ενός το εξάμηνο, όπως προέβλεπε το αντίστοιχο περσινό πρόγραμμα. Οπως εύκολα καταλαβαίνει κανείς, ουσιαστικά, δεν πρόκειται για τριπλασιασμό αμοιβής, αλλά για (έως και) τριπλάσια μαθήματα, για τα οποία θα αμείβεται ο νέος επιστήμονας! Ποτέ μην αφήνεις την πραγματικότητα να σου χαλάει μια ωραία προπαγάνδα, όμως... Ας δούμε, καταρχάς, τι ίσχυε πέρυσι.

Με βάση τις περσινές προκηρύξεις για το «Πρόγραμμα Απόκτησης Ακαδημαϊκής και Διδακτικής Εμπειρίας», που αφορούσαν συνολικά 1.861 νέους επιστήμονες, το αντικείμενο της σύμβασης μεταξύ του ιδρύματος και του διδάκτορα αφορά αποκλειστικά στην αυτοδύναμη διδασκαλία ενός μαθήματος ανά εξάμηνο (έως δύο μαθήματα για όλο το ακαδημαϊκό έτος 2017-2018), με τον περιορισμό ότι ο συμβαλλόμενος δεν θα μπορούσε να κατέχει θέση σε άλλο ίδρυμα για την ίδια περίοδο. Αρα, ένας διδάκτορας θα μπορούσε να πάρει, στο πλαίσιο του προγράμματος, δυο μαθήματα το έτος. Ουσιαστικά, δηλαδή, με τις νέες εξαγγελίες απλώς προστίθεται ένα. Αν σκεφτεί κανείς, μάλιστα, ότι δεν πήραν όλοι δυο μαθήματα (ένα/εξάμηνο), τότε με τις αναθέσεις τριών μαθημάτων «πακέτο», ο συνολικός αριθμός των δικαιούχων που θα προκύψουν από το πρόγραμμα ίσως τελικά να μειωθεί κι άλλο (αφού από 1.861 που αφορούσε η περσινή πρόσκληση, οι φετινές εξαγγελίες είναι για 1.500)! Η προκήρυξη αφορούσε συμβάσεις έργου πανεπιστημιακού υποτρόφου με συνολικό κόστος (όπως χαρακτηριστικά αναφερόταν) του «ωφελούμενου» ανά ακαδημαϊκό εξάμηνο 4.200,00 ευρώ (συμπεριλαμβανομένων των ασφαλιστικών εισφορών εργαζόμενου, εργοδότη ή τυχόν αναλογούντος ΦΠΑ). Με απλές μαθηματικές πράξεις, προκύπτει ότι αν όντως φέτος τριπλασιαζόταν η αμοιβή, τότε στους δικαιούχους θα αναλογούσε μηνιάτικο μεγαλύτερο από τους καθηγητές πρώτης βαθμίδας, κάτι που προφανώς δεν ισχύει! Επίσης, πέρυσι προβλεπόταν η κάλυψη δαπανών κίνησης - διανυκτέρευσης (έως 400 ευρώ/ακαδημαϊκό εξάμηνο) στην περίπτωση που ο τόπος μόνιμης κατοικίας του δικαιούχου βρίσκεται σε διαφορετικό νομό από το νομό του ιδρύματος. Πρόκειται για αστεία έξοδα κίνησης, αφού, με δεδομένο ότι το διδακτικό εξάμηνο περιλαμβάνει 13 βδομάδες, αναλογούν 30,77 ευρώ ανά βδομάδα, που τις περισσότερες φορές, προφανώς, δεν φτάνουν καν για εισιτήρια - βενζίνες - διόδια. Οπως είναι προφανές, με έως και τριπλάσια μαθήματα, οι ανάγκες μετακίνησης αυξάνονται κατακόρυφα.

Τα παραπάνω αρκούν για να αποκαλύψουν την κοροϊδία. Ομως, δεν εξαντλούν το θέμα. Κι αυτό γιατί ο υπουργός παρέλειψε να διευκρινίσει κάτι: Για ποιο λόγο είναι αυξημένες οι διδακτικές ανάγκες των ιδρυμάτων, που χρειάζεται να καλυφθούν με αυτόν τον τρόπο; Πέρυσι δεν χρειάζονταν αυτά τα επιπλέον μαθήματα; Μήπως του χρόνου δεν θα χρειάζονται, γι' αυτό και οι προκηρύξεις γίνονται για ένα έτος; `Η μήπως τελικά πρόκειται για ακόμα μια επιβεβαίωση ότι στον ενισχυμένο αγοραίο χαρακτήρα της Ανώτατης Εκπαίδευσης που προωθεί η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, προσιδιάζει η περαιτέρω επέκταση της «συμβασιουχοποίησης» των διδασκόντων; Ενα ακόμα ερώτημα που ο υπουργός άφησε αναπάντητο είναι το εξής: Τι θα συμβεί με τις υπόλοιπες θέσεις έκτακτου διδακτικού προσωπικού, που δεν εντάσσονται στο συγκεκριμένο πρόγραμμα, αλλά είναι χιλιάδες σε όλη την Ελλάδα (άλλοι πανεπιστημιακοί υπότροφοι, έκτακτο διδακτικό προσωπικό με το ΠΔ 407/80 κ.ά.); Μήπως ο αριθμός τους συμψηφιστεί με τις προβλέψεις του προγράμματος που εξήγγειλε ο υπουργός; Ισως, μάλιστα, κάτι τέτοιο να «κρύβεται» πίσω από τη χτεσινή ενημέρωση από το υπουργείο, ότι τα κονδύλια για το «Πρόγραμμα Απόκτησης Ακαδημαϊκής και Διδακτικής Εμπειρίας» θα αυξηθούν από τα περσινά 7 σε 24 εκατ. ευρώ (αξίζει, πάντως, εδώ να σημειωθεί ότι ως ημερομηνία λήξης της προθεσμίας επιλεξιμότητας των δαπανών της περσινής πρόσκλησης αναφερόταν η 31/12/2023). Σε μια τέτοια περίπτωση, όμως, τα κενά θα είναι περισσότερα και από φέτος, αφού οι πανεπιστημιακοί υπότροφοι του συγκεκριμένου προγράμματος είναι προφανές ότι δεν θα είναι φωτεινοί παντογνώστες, που θα μπορούν να διδάσκουν τα πάντα, αλλά μόνο τα μαθήματα που είναι σχετικά με την επιστημονική τους ειδίκευση. Πολύ δε περισσότερο που του χρόνου θα προκύψουν ακόμα περισσότερες ανάγκες στα ιδρύματα, λόγω π.χ. της ίδρυσης των διετών προγραμμάτων στο νεοσυσταθέν Πανεπιστήμιο Δυτικής Αττικής. Δεδομένου ότι θα πρέπει να καλυφθούν και αυτές, οι συνολικές ανάγκες αυξάνονται, άρα λογικό είναι να υποθέσει κανείς ότι και τα συνολικά κενά θα αυξηθούν.

Κι αυτό, την ώρα που η κυβέρνηση «πανηγυρίζει» για το γεγονός ότι μετά από πέντε χρόνια μηδενικών διορισμών στα πανεπιστημιακά ιδρύματα και ενώ τα κενά, οι αποχωρήσεις, οι συνταξιοδοτήσεις διδασκόντων και οι «παγωμένες» προκηρύξεις αθροίζονταν σε χιλιάδες, έδωσε το 2016 μόλις 550 θέσεις, από τις οποίες οι 172 παραμένουν ακόμα αδιάθετες (!), ενώ για το ακαδημαϊκό έτος 2017-2018 έδωσε άλλες 500, οι οποίες, παρά το γεγονός ότι πλησιάζει το τέλος και του δεύτερου εξαμήνου, παραμένουν αδιάθετες στο σύνολό τους! Είναι φανερό, λοιπόν, ότι κανείς δεν πρέπει να ξεγελαστεί από τις πομπώδεις διακηρύξεις της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ. Ιδιαίτερα οι νέοι επιστήμονες, στους οποίους πρώτα και κύρια στοχεύουν οι υπουργικές εξαγγελίες, πρέπει να δουν την πραγματικότητα ως έχει. Πάει πολύ να περνάνε για «ιθαγενείς» που θα ξεγελαστούν με χάντρες και καθρεφτάκια τους νέους διδάκτορες, αλλά και τους φοιτητές, τους εργαζόμενους στα ιδρύματα, το διδακτικό προσωπικό, όσους έχουν για χρόνια ζήσει μέσα στα ιδρύματα την εξέλιξη της πορείας των πραγμάτων που διαμόρφωσαν τη σημερινή κατάσταση, με βασικό συντελεστή, τα τελευταία χρόνια, την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ. Η απάντηση του κινήματος για την αντιμετώπιση της κατάστασης με τα κενά, απέναντι στις απατηλές κυβερνητικές εξαγγελίες, είναι μία: Αμεσα, μαζικοί διορισμοί μόνιμου διδακτικού προσωπικού, ώστε να καλυφθούν όλες οι ανάγκες των ιδρυμάτων.


Τ. Ν.

ΑΠΟΚΑΛΥΠΤΙΚΑ...
Ταυτίζονται (και) στη διαχείριση της φτώχειας

Στον απόηχο της έρευνας του ΙΟΒΕ για τη φτώχεια και της ομιλίας του Κυρ. Μητσοτάκη στο «Ιδρυμα Καραμανλή», εξελίσσεται η κόντρα με την κυβέρνηση για το ποιος μπορεί καλύτερα να διαχειριστεί τη φτωχοποίηση του λαού, που είναι βέβαια μεγαλύτερη από ό,τι καταγράφουν τα στοιχεία των διαφόρων στατιστικών. Θυμίζουμε ότι η έρευνα του ιδρύματος των βιομηχάνων (τέτοιο είναι το ΙΟΒΕ) διαπιστώνει ότι το 70% του πληθυσμού (7 στους 10 δηλαδή) «μόλις τα βγάζει πέρα» με τις υποχρεώσεις του νοικοκυριού, ενώ περίπου 6 στους 10 αναμένουν επιδείνωση της οικονομικής τους κατάστασης τους επόμενους 12 μήνες, ως αποτέλεσμα της εφαρμογής παλιών και νέων μέτρων, όπως για παράδειγμα η παραπέρα μείωση του αφορολόγητου, η νέα μείωση στις συντάξεις και πάει λέγοντας.

***

Τι προτείνει, λοιπόν, η ΝΔ για τη διαχείριση της φτώχειας, θεωρώντας προφανώς δεδομένο ότι αυτή θα παραμείνει σε υψηλά επίπεδα τα επόμενα χρόνια; Υπόσχεται να ενισχύσει το θεσμό του «Ελάχιστου Εγγυημένου Εισοδήματος» με κονδύλια από το «κοινωνικό μέρισμα», να επιχορηγήσει με μικρά δάνεια για να «αποπληρώσουν τις δανειακές τους υποχρεώσεις» (!) ή για να ανοίξουν μικρές επιχειρήσεις, προγράμματα κατάρτισης για την ανάσχεση τάχα της ανεργίας. Προτείνει, επίσης, μερική επέκταση του επιδόματος της ανεργίας, με μικρή «ελαστικοποίηση» των κριτηρίων του ΟΑΕΔ, που σήμερα δίνει το πενιχρό επίδομα μόλις σε 1 στους 10 ανέργους. Εσπευσε, ωστόσο, αμέσως ο Κυρ. Μητσοτάκης να διευκρινίσει ότι το επίδομα θα πρέπει να διακόπτεται αν ο άνεργος αρνηθεί θέσεις εργασίας που του προτείνονται, ανεξάρτητα από τις απολαβές και τους όρους δουλειάς, όπως προβλέπει άλλωστε και ο νόμος που ισχύει σήμερα.

***

Μια προσεκτική ανάγνωση επιβεβαιώνει ότι οι προτάσεις της ΝΔ αποτελούν πιστή αντιγραφή των μέτρων που εφαρμόζει ήδη η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ και τα οποία στοχεύουν στην ανακύκλωση της φτώχειας, που αφορά ολοένα και περισσότερα νοικοκυριά. Αλλωστε, τόσο η κυβέρνηση όσο και η ΝΔ θεωρούν «περασμένα - ξεχασμένα» τα δικαιώματα που αφαιρέθηκαν από τους εργαζόμενους και τα λαϊκά στρώματα την περίοδο της κρίσης, που σημαίνει ότι το φάσμα της φτώχειας, σχετικά και απόλυτα, θα απειλεί ολοένα και περισσότερους. Εκεί οδηγούν οι μισθοί πείνας, οι αμοιβές κάτω ακόμα και από τον κατάπτυστο κατώτερο μισθό, λόγω της μεγάλης ευελιξίας στην αγορά εργασίας, το τσάκισμα ασφαλιστικών δικαιωμάτων, η φοροαφαίμαξη που μεγαλώνει, η εμπορευματοποίηση και ιδιωτικοποίηση της Υγείας - Πρόνοιας, οι περικοπές σε επιδόματα και παροχές που αφορούν ακόμα και στοιχειώδεις λαϊκές ανάγκες.

***

Κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ και ΝΔ ταυτίζονται στον πυρήνα της αντιλαϊκής πολιτικής για τη θωράκιση του κεφαλαίου και απ' αυτήν την άποψη δεν θα μπορούσαν παρά να συμφωνούν και με τα μέτρα μοιράσματος και ανακύκλωσης της φτώχειας που διευρύνεται. Τα μέτρα που εφαρμόζει η κυβέρνηση και προτείνει η ΝΔ, προβλέπουν τη συρρίκνωση ή και την περικοπή επιδομάτων και παροχών από τους φτωχούς, για να δοθούν ψίχουλα στους ακόμα φτωχότερους. Κυβέρνηση και ΝΔ καλούν το λαό να συμβιβαστεί με τη φτώχεια και την ανακύκλωσή της από το κράτος, με επιδόματα όπως το «Ελάχιστο Εγγυημένο Εισόδημα», που προβλέπει «ενίσχυση» σε τετραμελή οικογένεια με 13 ευρώ τη μέρα! Ταυτόχρονα, με τους όρους και τις προϋποθέσεις που προβλέπονται για την παροχή ακόμα κι αυτών των πενιχρών επιδομάτων, το κράτος επιβάλλει έναν ακόμα μηχανισμό «συμμόρφωσης» και πειθαναγκασμού, εκβιάζοντας τους δικαιούχους ότι μπορεί να χάσουν και τα ελάχιστα που τους δίνονται, αν παραβούν τους όρους και τα κριτήρια.

***

Την ίδια ώρα που διαγωνίζονται μπροστά στο κεφάλαιο για το ποιος μπορεί να τους εξασφαλίσει την ανάκαμψη με τους καλύτερους όρους, με προνόμια και φοροαπαλλαγές, την ώρα που η κυβέρνηση ετοιμάζει νέες αντιλαϊκές περικοπές και η ΝΔ υπόσχεται καλύτερο «επενδυτικό κλίμα», στο λαό μοιράζουν εξαγγελίες για ψίχουλα. Επομένως, ένα πράγμα είναι καθαρό: Ανάπτυξη που να υπηρετεί ταυτόχρονα τα κέρδη των επιχειρηματικών ομίλων και τις σύγχρονες ανάγκες του λαού, δεν μπορεί να υπάρξει. Γι' αυτό και η πάλη των εργαζομένων για μέτρα ανακούφισης από την ανεργία και τη φτώχεια δεν μπορεί παρά να δένεται με την πάλη για ανάκτηση απωλειών, για την ικανοποίηση των σύγχρονων λαϊκών αναγκών, για το γκρέμισμα του σάπιου συστήματος που παράγει εκμετάλλευση, φτώχεια, ανεργία, εξαθλίωση.


Γ.



Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ