Παρασκευή 4 Μάη 2018
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ

Στο σημερινό 4σέλιδο «Διεθνή και Οικονομία» μπορείτε να διαβάσετε:

«ΕΘΝΙΚΗ ΑΝΑΠΤΥΞΙΑΚΗ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ»: Αναιμική ανάκαμψη με «ελατήριο» την αντιλαϊκή πολιτική

ΧΗΜΙΚΗ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ: Αξιώσεις για περαιτέρω ενίσχυση στο διεθνή ανταγωνισμό

ΗΠΑ - ΓΑΛΛΙΑ: Επιλεγμένη ενίσχυση συνεργασίας ενάντια σε «κοινές ανησυχίες»

ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ ΣΤΟ ΑΝΟΒΕΡΟ: Σκληρή μάχη για την πρωτοκαθεδρία στις νέες τεχνολογίες στην παραγωγή

«ΕΘΝΙΚΗ ΑΝΑΠΤΥΞΙΑΚΗ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ»
Αναιμική ανάκαμψη με «ελατήριο» την αντιλαϊκή πολιτική

Αναπόσπαστα δεμένη με την πορεία και τους ρυθμούς κλιμάκωσης της αντιλαϊκής πολιτικής και των αναδιαρθρώσεων είναι η προοπτική ανάκαμψης του παραγόμενου ΑΕΠ και της οικονομίας, όπου βέβαια το «πάνω χέρι» έχουν οι ισχυροί επιχειρηματικοί όμιλοι. Σε αυτήν την προοπτική δείχνουν ξεκάθαρα πλέον οι εκθέσεις των ιμπεριαλιστικών «θεσμών» καθώς και των αστικών επιτελείων στο εσωτερικό της χώρας. Την ίδια ώρα, το υπό διαμόρφωση σχέδιο της λεγόμενης «αναπτυξιακής στρατηγικής», που προετοιμάζει η κυβέρνηση για την περίοδο μετά τον Αύγουστο του 2018 και την προγραμματιζόμενη τυπική λήξη του τρέχοντος μνημονίου, θα έχει στην καρδιά του προηγούμενες και επόμενες αντεργατικές ανατροπές, ενώ αποτελεί μόνο το πρόπλασμα των αντιλαϊκών σχεδιασμών για την «επόμενη μέρα», εν αναμονή και του νέου «εποπτικού πλαισίου» και των όποιων παρεμβάσεων αναφορικά με τη διαχείριση - «ελάφρυνση» του κρατικού χρέους, προκειμένου να βρεθούν παραπέρα περιθώρια για τη στήριξη της καπιταλιστικής κερδοφορίας.

Προϋπόθεση η «εντατική εφαρμογή» των αντιλαϊκών μέτρων

Σε αυτό το πλαίσιο, ενδεικτική είναι η έκθεση που δημοσιοποίησε ο ΟΟΣΑ αυτήν τη βδομάδα, όπου όπως χαρακτηριστικά τονίζει, το κρατικό χρέος μέσω της ανάκαμψης του ΑΕΠ θα καταστεί «βιώσιμο» μόνο με το σενάριο της εντατικής εφαρμογής των μεταρρυθμίσεων, δηλαδή μέσω της περαιτέρω κλιμάκωσής τους. Σε αυτήν την περίπτωση, η ανάκαμψη του ΑΕΠ θα διαμορφωθεί σε ελαφρά υψηλότερα επίπεδα τα επόμενα χρόνια, συγκεκριμένα στο 2,3% το 2030, στο 1,8% το 2040, στο 1,3% το 2050 και στο 1,2% το 2060.

Στο σενάριο εφαρμογής μόνο των αντιλαϊκών μέτρων που ήδη έχουν συμφωνηθεί με τους «θεσμούς», ο ρυθμός ανάκαμψης, σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ, θα επιβραδυνθεί στο 1,8% το 2030 και σε επίπεδα κάτω του 1% στη συνέχεια, στην περίπτωση που δεν επεκταθεί το πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων...

Στο ίδιο μήκος κύματος, το ΙΟΒΕ (Ιδρυμα Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών), στην πρόσφατη «τριμηνιαία έκθεσή» του, υπογραμμίζει: «Αν η ελληνική οικονομία δεν προσχωρήσει προς το δρόμο των δομικών μεταρρυθμίσεων, με έμφαση στο άνοιγμα των αγορών και τη βελτίωση της αποτελεσματικότητας της δημόσιας διοίκησης, ο ρυθμός πραγματικής μεγέθυνσης της οικονομίας κατά την επόμενη δεκαετία δύσκολα θα υπερβεί το 1% ετησίως», ενώ η αναμενόμενη για το 2018 ανάκαμψη στην περιοχή του 2% έχει ως «καθοριστικό παράγοντα» την ταχύτητα ολοκλήρωσης της τέταρτης «αξιολόγησης» με τα νέα αντιλαϊκά προαπαιτούμενα και των διαπραγματεύσεων για τα μέτρα ελάφρυνσης του κρατικού χρέους.

Οπως λένε, «κεντρικής σημασίας τόσο για τις άμεσες εξελίξεις όσο και μεσοπρόθεσμα θα είναι η συγκρότηση και εκπόνηση ενός αξιόπιστου αναπτυξιακού σχεδίου. Οχι τόσο ως τυπική υποχρέωση προς τους εταίρους, αλλά ως ανάληψη ευθύνης για τον σχεδιασμό της επόμενης μέρας της οικονομίας».

Ο ΣΕΒ, από τη μεριά του, στην ίδια γραμμή με τους προηγούμενους, επισημαίνει: «Η χώρα μπορεί να ανακάμψει δυναμικά με την προϋπόθεση να προωθηθούν οι ουσιαστικές μεταρρυθμίσεις που δεν περιλήφθηκαν ποτέ στα προγράμματα προσαρμογής»...

Αναπτυξιακά «πακέτα» για το κεφάλαιο

Σε ό,τι αφορά τη λεγόμενη «αναπτυξιακή στρατηγική» για λογαριασμό του κεφαλαίου, η συμφωνία στο Γιούρογκρουπ ήδη από τον Ιούνη του 2017 προδιαγράφει και νέα μέτρα τόνωσης του εγχώριου κεφαλαίου, ενώ συνδέει το άνοιγμα των κρουνών χρηματοδότησης από τα επενδυτικά ταμεία της ΕΕ, καθώς και από άλλους διεθνείς χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς, με έμφαση στη χρηματοδότηση νευραλγικών επενδύσεων και ισχυρών επιχειρηματικών ομίλων, με την προώθηση των αναδιαρθρώσεων.

Σύμφωνα με την απόφαση:

-- Υποστηρίζονται «οι προσπάθειες των ελληνικών αρχών να συνεργαστούν με τα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα για τη δημιουργία Εθνικής Τράπεζας Ανάπτυξης», που θα συντονίζει την υλοποίηση αναπτυξιακών δραστηριοτήτων. Ουσιαστικά, πρόκειται για μηχανισμό προσέλκυσης επενδύσεων και κεφαλαίων για τη χρηματοδότησή τους.

-- Καλούνται οι ελληνικές αρχές «από κοινού με τα θεσμικά όργανα» και «τρίτα μέρη» να διαμορφώσουν συνολική στρατηγική για την ενίσχυση της ανάπτυξης και για τη βελτίωση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος.

-- Επισημαίνεται η ανάγκη για τη διερεύνηση και άλλων, πρόσθετων κονδυλίων χρηματοδότησης από εθνικές αναπτυξιακές τράπεζες, καθώς και από άλλους διεθνείς χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς, κατoνομάζοντας την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων (επενδυτικό βραχίονα της ΕΕ) καθώς και την EBRD (Ευρωπαϊκή Τράπεζα για την Ανασυγκρότηση και την Ανάπτυξη).

-- Παράλληλα, το Γιούρογκρουπ κάλεσε τις ελληνικές αρχές σε στενή συνεργασία με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, να διασφαλίσουν την πλήρη απορρόφηση επιπλέον κονδυλίων της ΕΕ, ύψους 970 εκατ. ευρώ.

Αναδιαρθρώσεις με «μπόνους» στους ομίλους

Σύμφωνα με πληροφορίες, το «πάνω χέρι» στην «Αναπτυξιακή Τράπεζα» θα έχει η πλευρά της Κομισιόν, που με τη σειρά της, στη δέσμη προτάσεων αναφορικά με την «εμβάθυνση της ΟΝΕ» προβλέπει την «παροχή στήριξης στα κράτη - μέλη για την εφαρμογή διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων μέσω ενός εργαλείου για την υλοποίηση μεταρρυθμίσεων και τεχνικής στήριξης κατόπιν αιτήματος των κρατών - μελών».

Σε αυτό το πλαίσιο, η χρηματοδότηση των επενδύσεων θα αξιοποιηθεί στη «μεταμνημονιακή» εποχή ως ένας επιπλέον μηχανισμός παρακολούθησης και επιτάχυνσης των αντιλαϊκών μεταρρυθμίσεων, που βρίσκονται στον πυρήνα των κατευθύνσεων της ΕΕ.

Ενδεικτικά αναφέρονται οι μεταρρυθμίσεις στις «αγορές εργασίας και προϊόντων», η «βελτίωση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος», οι «μεταρρυθμίσεις» στη δημόσια διοίκηση, ζητήματα δηλαδή που έχουν τεθεί με τη μορφή των προαπαιτούμενων και στο πλαίσιο των «αξιολογήσεων» των μνημονίων στην Ελλάδα, ενώ επεκτείνονται και στην «επόμενη μέρα» όπως αποτυπώνουν οι πρόσφατες εκθέσεις ΟΟΣΑ και Κομισιόν.

«Συνδιαμορφώνουν» τις αντιλαϊκές προτεραιότητες

Σε αυτό το φόντο, το σχέδιο της λεγόμενης «αναπτυξιακής στρατηγικής», που ετοιμάζει η κυβέρνηση, γράφεται από κοινού με ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς και τμήματα του εγχώριου κεφαλαίου, αν και σύμφωνα με πληροφορίες, οι «θεσμοί» σε αυτήν τη φάση προτάσσουν τα προαπαιτούμενα της 4ης «αξιολόγησης», φέρνοντας σε δεύτερο πλάνο τη σχετική συζήτηση, η οποία θα συνεχιστεί και θα εμπλουτιστεί με βάση τα κεντρικά ζητούμενα για τη θωράκιση της καπιταλιστικής κερδοφορίας και ανταγωνιστικότητας.

Για την ώρα, σύμφωνα με πληροφορίες, το «πρόπλασμα» του κυβερνητικού σχεδίου που παρουσιάστηκε στο τελευταίο Γιούρογκρουπ, εστιάζει σε 5 άξονες και συγκεκριμένα: Στα δημοσιονομικά μέτρα μέχρι το 2022, στις αναπτυξιακές προοπτικές, στις ιδιωτικοποιήσεις, σε μεταρρυθμίσεις στην Εκπαίδευση και τη διασύνδεσή της με τις ανάγκες των επιχειρήσεων, καθώς και στους τρόπους και τα εργαλεία χρηματοδότησης των επιχειρήσεων.

Από την πλευρά του, ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Γ. Δραγασάκης, σε ομιλία του αυτήν τη βδομάδα στην 1η Γενική Συνέλευση της «Ελληνικής Παραγωγής - Συμβούλιο Βιομηχανιών για την Ανάπτυξη», σημείωσε ότι «το αναπτυξιακό μέλλον μετά τα μνημόνια θα εξαρτηθεί από τη δυνατότητά μας να αξιοποιήσουμε τις συνθήκες πολιτικής σταθερότητας και οικονομικής μεγέθυνσης, για να προχωρήσουμε στην εμπέδωση ενός νέου τρόπου ανάπτυξης, απαλλαγμένου από τις παθογένειες του παρελθόντος», προσθέτοντας ότι «μετά από μια δεκαετία κρίσης, μπορούμε να μεταβούμε σε μια δεκαετία ανάπτυξης, μ' ένα σχέδιο για την Ελλάδα του 2030, που πρέπει να συγκροτήσουμε μαζί, κυβέρνηση, φορείς, κοινωνία». Τα παραπάνω έρχονται να «κουμπώσουν» με το συμπληρωματικό μνημόνιο αναφορικά με την ίδρυση «Επιστημονικού Συμβουλίου Ανάπτυξης», με τη συμμετοχή επιχειρηματικών οργανώσεων (π.χ. ΣΕΒ), «συμβουλευτικής επιτροπής» ξένων επενδυτών, καθώς και των «κοινωνικών εταίρων»...


Α. Σ.

ΧΗΜΙΚΗ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ
Αξιώσεις για περαιτέρω ενίσχυση στον διεθνή ανταγωνισμό

Με ένα συνολικό... «πακέτο» αξιώσεων εμφανίστηκαν πριν από λίγες μέρες οι εκπρόσωποι της εγχώριας χημικής βιομηχανίας, κατά τη διάρκεια παρουσίασης της κλαδικής μελέτης που συνέταξε το Ινστιτούτο Οικονομικών και Βιομηχανικών Μελετών.

Οι αξιώσεις του Συνδέσμου Χημικών Βιομηχανιών εντάσσονται στις γενικότερες πάγιες απαιτήσεις του ΣΕΒ, όπως η μείωση φορολογικών συντελεστών και ασφαλιστικών εισφορών για τις επιχειρήσεις, μείωση του ενεργειακού κόστους, ενίσχυση των εγχώριων υποδομών μεταφορών (λιμάνια, οδικές και σιδηροδρομικές μεταφορές), αλλά και ειδικότερες, όπως η αλλαγή κριτηρίων αδειοδότησης για τις χημικές βιομηχανίες και η «σύνδεση» με την Τριτοβάθμια Εκπαίδευση.

Ειδικότερα για τα επενδυτικά «κίνητρα», ο ΣΕΧΒ θέτει ως «πρότυπο» την Τουρκία, η οποία σύμφωνα και με όσα καταγράφονται στη μελέτη του ΙΟΒΕ, τα τελευταία χρόνια παρουσιάζει σημαντικούς ρυθμούς ανάπτυξης του συγκεκριμένου βιομηχανικού κλάδου, εφαρμόζοντας μέτρα όπως μειώσεις φορολογικών συντελεστών, απαλλαγές από ΦΠΑ και δασμούς, την επιδότηση των εισφορών Κοινωνικής Ασφάλισης, την επιδότηση επιτοκίου, την εξαίρεση από την παρακράτηση του φόρου εισοδήματος, τη διανομή κρατικής γης, τη συμμετοχή του κράτους στο μετοχικό κεφάλαιο επενδυτικών έργων, την επιδότηση του ενεργειακού κόστους κ.ά.

Ακόμη, ο ΣΕΧΒ ζητά «άρση εμποδίων και βελτίωση κριτηρίων αδειοδότησης» βιομηχανικών εγκαταστάσεων, αφού η ισχύουσα νομοθεσία θέτει κάποια ελάχιστα εμπόδια στην εγκατάσταση νέων μονάδων εντός Αττικής και, σε αυτό το πλαίσιο, ζητά επίσης ενσωμάτωση των «ειδικών αναγκών» της χημικής βιομηχανίας στον εθνικό χωροταξικό σχεδιασμό.

Επίσης, ζητά κατάργηση φόρων στις πρώτες ύλες και ειδικότερα στο φυσικό αέριο που χρησιμοποιείται για μη ενεργειακή χρήση, αφού, όπως λέει, οι τιμές φυσικού αερίου για τις επιχειρήσεις στην Ελλάδα παραμένουν υψηλότερες κατά 12% από τον μέσο όρο της ΕΕ, δημιουργώντας έτσι «έντονο ανταγωνιστικό μειονέκτημα για τις επιχειρήσεις στην Ελλάδα, το οποίο γίνεται περισσότερο εμφανές αν γίνει σύγκριση με γειτονικές χώρες, όπως η Βουλγαρία, όπου οι τιμές φυσικού αερίου είναι κατά 36% χαμηλότερες».

Προς παραπέρα συγκέντρωση με το βλέμμα στις διεθνείς αγορές

Οι αξιώσεις αυτές έρχονται να «κουμπώσουν» με τα βασικά χαρακτηριστικά και τις τάσεις του κλάδου, έτσι όπως αυτά καταγράφονται και στην κλαδική μελέτη του ΙΟΒΕ.

Σύμφωνα με τη μελέτη του ΙΟΒΕ, η χημική βιομηχανία παρουσιάζει μεγάλη διασπορά δραστηριοτήτων και παραγόμενων προϊόντων και υψηλό βαθμό διεθνοποίησης. Με βάση τα πιο πρόσφατα διαθέσιμα στοιχεία του 2015, στη χημική βιομηχανία στην Ελλάδα δραστηριοποιούνται 1.034 επιχειρήσεις, με την πλειονότητα αυτών να έχει αντικείμενο δραστηριότητας που σχετίζεται με την παραγωγή καταναλωτικών χημικών (42%, προϊόντα που πωλούνται απευθείας σε τελικούς καταναλωτές) και ειδικών χημικών προϊόντων (38%, χρησιμοποιούνται κυρίως ως ενδιάμεσα προϊόντα), ενώ αρκετά λιγότερες είναι οι επιχειρήσεις που ασχολούνται με την παραγωγή βασικών χημικών ουσιών (20%, χρησιμοποιούνται στη μεταποίηση για την παραγωγή άλλων προϊόντων).

Η πλειοψηφία των επιχειρήσεων του χώρου σε ποσοστό περίπου 84% κατατάσσεται στην κατηγορία των «πολύ μικρών επιχειρήσεων». Απασχολούν δηλαδή λιγότερους από 10 εργαζόμενους και μόλις το 16% των επιχειρήσεων (162 επιχειρήσεις) έχουν περισσότερα από 10 άτομα. Από αυτές το 6,6% απασχολεί έως 19, το 4,7% έως 49, το 4,8% έως 249 και το 0,4% πάνω από 250 εργαζόμενους. Ωστόσο, στο σύνολο της εγχώριας μεταποίησης, η χημική βιομηχανία στην Ελλάδα έχει αναλογικά λιγότερες πολύ μικρές επιχειρήσεις και περισσότερες μικρές, μεσαίες και μεγάλες. Πάντως, παρά τον μεγάλο αριθμό τους, οι πολύ μικρές επιχειρήσεις της εγχώριας χημικής βιομηχανίας συγκεντρώνουν μόλις το 7,7% των συνολικών πωλήσεων και περίπου το 70% των πωλήσεων πραγματοποιείται από τις επιχειρήσεις που απασχολούν περισσότερα από 50 άτομα, δηλαδή μόνο το 5,2% του συνολικού αριθμού επιχειρήσεων του κλάδου, ποσοστό που αντιστοιχεί σε 51 επιχειρήσεις.

Ως προς τη γεωγραφική τους κατανομή, σχεδόν 2 στις 3 επιχειρήσεις του κλάδου είναι εγκατεστημένες στην Αττική με ποσοστό 45% και την Κεντρική Μακεδονία με ποσοστό 20%.

Εξειδικευμένο εργατικό δυναμικό... χρυσωρυχείο κερδοφορίας

Αξίζει να σημειωθεί ότι σχετικά με το τελευταίο στοιχείο, της γεωγραφικής κατανομής, η μελέτη σημειώνει ότι δείχνει τη σημαντική βιομηχανική συγκέντρωση σε περιοχές που βρίσκονται κοντά στα κέντρα κατανάλωσης και σε κρίσιμες υποδομές μεταφορών για την προμήθεια πρώτων υλών, ενώ παράλληλα διευκολύνουν την πρόσβαση των επιχειρήσεων του κλάδου σε εξειδικευμένο εργατικό δυναμικό, στοιχείο που αποτελεί ένα από τα βασικά χαρακτηριστικά των εργαζομένων στον κλάδο.

Ως προς αυτό, ο ΙΟΒΕ καταγράφει ότι το 2015 ο αριθμός εργαζομένων στη χημική βιομηχανία έφτασε τις 12.900 θέσεις εργασίας, αριθμός που αντιστοιχεί στο 3,6% της συνολικής απασχόλησης στη Μεταποίηση, με το 80% σχεδόν των εργαζομένων στον κλάδο να απασχολούνται στους τομείς ειδικών και καταναλωτικών χημικών, όταν το αντίστοιχο ποσοστό στην ΕΕ-28 είναι 30,5%. Τα τελευταία χρόνια καταγράφεται μια σχετική ανάκαμψη της απασχόλησης στον κλάδο, ωστόσο ακόμη βρίσκεται κατά 10% χαμηλότερα σε σχέση με το επίπεδο του 2008, όταν ο αριθμός εργαζομένων στον κλάδο έφτασε τους 14.300 εργαζόμενους. Χειρότερη χρονιά για τους εργαζόμενους στον κλάδο καταγράφεται το 2011, όταν οι θέσεις εργασίας μειώθηκαν στις 11.000.

Το 2016, οι περισσότεροι απασχολούμενοι στη χημική βιομηχανία, με ποσοστό 71%, εργάζονταν σε θέσεις υψηλής εξειδίκευσης (χειρωνακτικές ή μη), ενώ το υπόλοιπο 29% των απασχολούμενων εργαζόταν σε θέσεις χαμηλής εξειδίκευσης ή ήταν ανειδίκευτοι. Η αντίστοιχη κατανομή της απασχόλησης για το σύνολο της ελληνικής οικονομίας ήταν 48% και 40%, ενώ το επάγγελμα του υπόλοιπου 12% των εργαζομένων σχετίζεται με τον πρωτογενή τομέα. Σύμφωνα με αυτά τα στοιχεία, προκύπτει ότι συγκριτικά με τα στοιχεία απασχόλησης στην ελληνική οικονομία, στη χημική βιομηχανία υπάρχουν περισσότερες εξειδικευμένες θέσεις εργασίας. Ενα ακόμη ενδιαφέρον στοιχείο που καταγράφεται στη μελέτη, δείχνει αύξηση της συμμετοχής της μη χειρωνακτικής εργασίας στις βιομηχανίες του κλάδου (με ή χωρίς υψηλή εξειδίκευση) στο 58% το 2016 από 41% το 2008 και σημαντική μείωση της χειρωνακτικής εργασίας με εξειδίκευση (30% από 47%). Η μη χειρωνακτική υψηλής εξειδίκευσης το 2016 αντιστοιχεί στο 41% από 29% το 2008 και η μη χειρωνακτική χαμηλής εξειδίκευσης στο 17% από 12%.

Στήριξη για αντιμετώπιση της «επενδυτικής υστέρησης»

Το σύνολο, βέβαια, των αξιώσεων των βιομηχάνων του κλάδου έχει ως βασικό γνώμονα την προσέλκυση νέων κεφαλαίων στον κλάδο, ώστε να καλυφτεί η λεγόμενη «επενδυτική υστέρηση», η απαξίωση κεφαλαίου κατά τη διάρκεια της καπιταλιστικής κρίσης.

Σύμφωνα με τα όσα καταγράφει η μελέτη του ΙΟΒΕ, η αξία της παραγωγής χημικών ουσιών και προϊόντων στην Ελλάδα έφτασε το 2016 τα 2,2 δισ. ευρώ, στα ίδια δηλαδή περίπου επίπεδα στα οποία έχει διαμορφωθεί μετά το 2012. Πάντως, όπως δείχνουν τα στοιχεία της μελέτης, η παραγωγή χημικών ουσιών και προϊόντων έχασε μεταξύ 2008 και 2016 περίπου το 1/4 της αξίας της, όταν από τις αρχές της δεκαετίας του 2000 μέχρι και το 2008, η αξία παραγωγής είχε σχεδόν διπλασιαστεί (από το 1,581 δισ. ευρώ στα 2,956 δισ. ευρώ). Το τελευταίο στοιχείο, σύμφωνα με τους συντάκτες της μελέτης, αποδίδεται εν μέρει και στην άνοδο των διεθνών τιμών των χημικών πρώτων υλών εκείνη την περίοδο, τάση που βέβαια ανακόπηκε από την παγκόσμια καπιταλιστική κρίση.

Οι συνολικές ετήσιες επενδύσεις της χημικής βιομηχανίας στην Ελλάδα διαμορφώθηκαν τα τελευταία χρόνια, με μικρές διακυμάνσεις, κοντά στα 60 εκατ. ευρώ, ποσό που βρίσκεται σταθερά κάτω από τον μέσο όρο της περιόδου 2000-2009, οπότε είχε διαμορφωθεί στα 130 εκατ. ευρώ. Συνολικά, το διάστημα μεταξύ 2008 και 2015 το επίπεδο των επενδύσεων είναι μικρότερο κατά 62% σε σχέση με την προηγούμενη περίοδο, αποτελώντας περίπου το 3% της συνολικής αξίας παραγωγής χημικών ουσιών και προϊόντων και το 10% της Ακαθάριστης Προστιθέμενης Αξίας (ΑΠΑ) του κλάδου.

Η «επενδυτική υστέρηση» της χημικής βιομηχανίας, όπως σημειώνεται στη μελέτη, καταγράφεται και συγκριτικά με την εγχώρια Μεταποίηση στην Ελλάδα, με δεδομένο ότι την περίοδο 2010-2015 οι επενδύσεις αποτελούσαν κατά μέσο όρο το 16,7% της ΑΠΑ της Μεταποίησης. Σύμφωνα με τη μελέτη, ένας τέτοιος επενδυτικός ρυθμός δεν μπορεί να αναπληρώσει τα πάγια περιουσιακά στοιχεία της χημικής βιομηχανίας, τα οποία, σύμφωνα με τους ισολογισμούς των επιχειρήσεων του κλάδου για το 2015, αποτιμώνται σε περίπου 1 δισ. ευρώ. Οπως τονίζεται χαρακτηριστικά, εάν συνεχιστούν οι χαμηλοί ρυθμοί επενδύσεων, θα οδηγηθεί σε συρρίκνωση η παραγωγική δυναμικότητα του κλάδου. Σύμφωνα με το ΙΟΒΕ, για να υπάρξει μία σταδιακή μεγέθυνση του κλάδου τα επόμενα χρόνια, θα πρέπει οι επενδύσεις να αυξηθούν κοντά στο 19% της ΑΠΑ, στα επίπεδα δηλαδή που ήταν μέχρι το 2008 στη χώρα και όσο είναι το μέσο ποσοστό επενδύσεων στον κλάδο χημικών στην ΕΕ.

Η αξία των εξαγωγών χημικών ουσιών και προϊόντων ακολουθεί ανοδική πορεία από τις αρχές της δεκαετίας του 2000 και είχε υπερδιπλασιαστεί μέχρι το 2008, λόγω και της αύξησης των διεθνών τιμών, φτάνοντας στα 1,25 δισ. ευρώ από 0,6 εκατ. ευρώ. Το 2009, οι εξαγωγές υποχώρησαν απότομα κατά 18%, στα 1,02 δισ. ευρώ, ωστόσο επανέκαμψαν αμέσως την επόμενη χρονιά, στα 1,22 δισ. ευρώ, φτάνοντας το 2016 στα 1,3 δισ. ευρώ. Οι χημικές ουσίες και προϊόντα βρίσκονται στην τέταρτη θέση των εξαγωγών, με 5,1% επί της συνολικής αξίας, μετά τους κλάδους πετρελαιοειδών, τροφίμων και βασικών μετάλλων. Οι εισαγωγές χημικών διαμορφώθηκαν το 2016 σε 3,6 δισ. ευρώ, οριακά μειωμένες κατά 0,9% έναντι του προηγούμενου έτους. Οι εισαγωγές χημικών αυξήθηκαν σημαντικά στη διάρκεια της προηγούμενης δεκαετίας, φτάνοντας το ανώτατο σημείο τους το 2008.

Ωστόσο, στη διάρκεια της καπιταλιστικής κρίσης μειώθηκαν κατά 20%, παραμένοντας τα επόμενα χρόνια σχετικά σταθερές σε αυτό το χαμηλότερο επίπεδο. Συνολικά, το εμπορικό ισοζύγιο χημικών ουσιών και προϊόντων στην Ελλάδα είναι ελλειμματικό, με το έλλειμμα να διαμορφώνεται στα 2,3 δισ. ευρώ το 2016, ακολουθώντας, όμως, μια πορεία σταδιακού περιορισμού μετά το 2008, όταν είχε φτάσει στο υψηλότερο σημείο των 3,25 δισ. ευρώ. Τα στοιχεία εξωτερικού εμπορίου για το δεκάμηνο του 2017 δείχνουν ανάκαμψη των εξαγωγών χημικών κατά 12% συγκριτικά με την αντίστοιχη περίοδο του προηγούμενου έτους. Αύξηση, όμως, σημειώνουν και οι εισαγωγές, κατά 6,5%, επιβαρύνοντας έτσι το εμπορικό ισοζύγιο. Το 60% της αξίας της εγχώριας παραγωγής κατευθύνθηκε το 2016 στο εξωτερικό, κυρίως σε χώρες της ΕΕ, ενώ στην εγχώρια αγορά διατέθηκε το υπόλοιπο 40% της παραγωγής, που αντιστοιχεί σε 880 εκατ. ευρώ.


Φ. Κ.

Με επίκεντρο το αλισβερίσι γύρω από τη Μέση Ανατολή

Παραπάνω από χαρακτηριστική του παζαριού που στήνεται ήταν όλη η συζήτηση για το Ιράν, που αφορά συνολικότερα το ρόλο που διεκδικούν σε όλη τη Μέση Ανατολή ισχυρά γεωπολιτικά συμφέροντα.

Σε μια μεγάλη και προσεκτικά επιλεγμένη γκάμα φράσεων, στην κεντρική συνέντευξη Τύπου που έδωσε, ο Μακρόν ξεκίνησε χαρακτηρίζοντας τη σημερινή συμφωνία για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν (από την οποία οι ΗΠΑ θέλουν να αποχωρήσουν αλλά η ΕΕ θέλει να διατηρηθεί, τουλάχιστον στον πυρήνα της) «ανεπαρκή», για να συνεχίσει με την ευχή «να μπορέσουμε να εργαστούμε σε ένα νέο κάδρο για συμφωνία» και να θέσει τελικά όρους για να ξεκινήσει μια τέτοια κοινή εργασία, με βασικότερο το «να δημιουργηθούν οι συνθήκες μιας πολιτικής σταθερότητας στην περιοχή».

Αυτή η διασφάλιση της «σταθερότητας στην περιοχή» είναι που τραβά ισχυρά ιμπεριαλιστικά συμφέροντα, με στόχο τη συνολικότερη γεωπολιτική επιρροή, εξαιτίας της γεωστρατηγικής θέσης και του μεγάλου φυσικού πλούτου όλης της Μέσης Ανατολής, της Νοτιοανατολικής Μεσογείου και της Βόρειας Αφρικής, και όχι απλά το Ιράν. Εκεί πάνω είναι που αντίπαλες δυνάμεις προετοιμάζονται για κλιμάκωση της αναμέτρησης, σε όλα τα επίπεδα, και κάθε πλευρά δοκιμάζει περιθώρια συμβιβασμών και αναπροσαρμογών και στις συμμαχίες της.

Ο «ευέλικτος λόγος» του Μακρόν στις αναφορές του στο Ιράν είναι ενδεικτικός για το αλισβερίσι που στήνεται στις πλάτες των λαών όλης της περιοχής. Από τη μία συνέδεσε τη «σταθερότητα» με «τον καλύτερο περιορισμό της ιρανικής κυριαρχίας», λέγοντας ότι «δεν διατρέχομαι από καμία αφέλεια σχετικά με το Ιράν».

Από την άλλη, αφού σχολίασε ότι «δεν θέλουμε να επαναλάβουμε τα λάθη του παρελθόντος» και επέκρινε απόπειρες «να υποκαταστήσουμε την κυριαρχία ενός λαού με μονομερή τρόπο», ζήτησε «βιώσιμη και διαρκή σταθερότητα» και συνέδεσε τη δυνατότητα «να επιτραπεί η διάνοιξη ενός δρόμου, στον οποίο ευχόμαστε να συνδέσουμε, πέρα από το σύνολο των Ευρωπαίων εταίρων μας, τις δυνάμεις της περιοχής και προφανώς, τη Ρωσία και την Τουρκία».

Και αναδεικνύοντας ότι τα φλέγοντα μέτωπα στην περιοχή «δένουν» όλα μεταξύ τους, προχώρησε στο θέμα και της Συρίας, υπογραμμίζοντας: «Σε αυτό το πλαίσιο άλλωστε είναι που θα μπορέσουμε, με διάρκεια, μαζί, να οικοδομήσουμε και μια λύση στην κατάσταση (που υπάρχει) στη Συρία... Πρέπει να κερδίσουμε την ειρήνη σε βάθος χρόνου και να αποφύγουμε το να πέσει η Συρία σε οποιαδήποτε κατάσταση ηγεμονίας ή διάσπασης...».

Είναι λοιπόν φανερή η προθυμία του γαλλικού κεφαλαίου να συνδιαλλαγεί για την κατάσταση στη Μέση Ανατολή, εξετάζοντας όμως ένα ευρύτερο πλαίσιο περαιτέρω συνεργασιών, ανάλογα με τα προτερήματα που προσδοκά να διασφαλίσει για το βασικό του στόχο: Να μπορέσει να ανακτήσει έδαφος που έχασε με μεγάλη ταχύτητα μετά την εκδήλωση της καπιταλιστικής κρίσης, το 2008, και μέσα στην Ευρωζώνη και διεθνώς, με βασικό ανταγωνιστή του, φυσικά, το γερμανικό κεφάλαιο, το οποίο - σημειωτέον - διεκδικεί ευρύτερες ανατροπές στο διεθνή συσχετισμό δύναμης.

Μέσα σε αυτό το «κάδρο» είναι που ο Μακρόν κάλεσε τις ΗΠΑ να εκτιμήσουν προσεκτικά τις κινήσεις τους: «Θεωρώ ότι στο σημερινό διεθνές πλαίσιο, οι Ηνωμένες Πολιτείες βρίσκονται μπροστά σε μια επιλογή με σημαντικό βάθος: Να θέσουν υπό αμφισβήτηση μια πολυμερή τάξη που έχουν οικοδομήσει ή έχουν συμβάλει να οικοδομηθεί, ή να τη μετατρέψουν για να την καταστήσουν πιο σεβαστή, πιο ισχυρή, αλλά - τελικά - διατηρώντας την...».

ΓΑΛΛΙΑ - ΗΠΑ
Επιλεγμένη σύσφιξη συνεργασίας ενάντια σε «κοινές ανησυχίες»

Μακρόν και Τραμπ πριν αρχίσει η επίσημη συνάντηση στο «οβάλ γραφείο»

Copyright 2018 The Associated

Μακρόν και Τραμπ πριν αρχίσει η επίσημη συνάντηση στο «οβάλ γραφείο»
«Αυτή η επίσκεψη είναι πολύ σημαντική μέσα στο σημερινό (διεθνές) πλαίσιο, που περιέχει πολλές αβεβαιότητες, πολλές αναταραχές και ορισμένες φορές πολλές απειλές... Εχουμε, οι ΗΠΑ, όπως και η Γαλλία, μια πολύ ιδιαίτερη ευθύνη... Αποτελούμε τους εγγυητές της σύγχρονης πολυπολικότητας και θεωρώ ότι έχουμε πολλές αποφάσεις να πάρουμε και να προετοιμάσουμε μέσα από αυτές τις ανταλλαγές (επισκέψεων και απόψεων)...».

Αυτά επισήμανε ο Πρόεδρος της Γαλλίας, Εμανουέλ Μακρόν, την πρώτη στιγμή που πάτησε το πόδι του στις ΗΠΑ κατά την πρόσφατη τριήμερη επίσκεψή του στα τέλη Απρίλη, με την οποία ανταπέδωσε επίσκεψη του Ντόναλντ Τραμπ στη Γαλλία τον περασμένο Ιούλη.

Τότε, η κυβέρνηση Μακρόν, ενάμιση μήνα μετά την εκλογή της, διάλεγε τον Τραμπ ως τον πρώτο αρχηγό κράτους που προσκαλούσε επίσημα στη στρατιωτική παρέλαση για την επέτειο από την Αλωση της Βαστίλης, τη σημαντικότερη εθνική επέτειο της καπιταλιστικής Γαλλίας.

Τώρα, ήταν η σειρά του Μακρόν να πραγματοποιήσει αυτός την «πρώτη επίσημη κρατική επίσκεψη» επί προεδρίας Τραμπ, όπως διευκρίνισε ο ίδιος ο Αμερικανός Πρόεδρος στο επίσημο δείπνο που παρέθεσε προς τιμήν του Γάλλου ομολόγου του, αποκαλώντας τον «όχι απλά έναν σπουδαίο φίλο, αλλά έναν ηγέτη του παλιότερου συμμάχου της Αμερικής, της Γαλλικής Δημοκρατίας».

Η επίσκεψη Μακρόν δεν αφορούσε απλά υψηλόβαθμες συνομιλίες, αλλά περιελάμβανε από ιδιωτικό γεύμα των δύο ζευγαριών στην οικία του πρώτου Προέδρου των ΗΠΑ Τζορτζ Ουάσιγκτον στο Μάουντ Βέρμον μέχρι και ομιλία Μακρόν στο Κογκρέσο των ΗΠΑ, επίσημο δείπνο και, φυσικά, συζητήσεις για πολλά από τα πιο κρίσιμα - για τις ισορροπίες στη διεθνή σκακιέρα - θέματα, όπως το παγκόσμιο εμπόριο και η κατάσταση στη Μέση Ανατολή.

Ορισμένοι αστοί αναλυτές υποστήριξαν ότι η Γαλλία εξελίσσεται στη «φωνή των ΗΠΑ στην Ευρώπη», επισημαίνοντας μια σειρά από εξελίξεις (όπως η έναρξη διαπραγματεύσεων για την έξοδο της Βρετανίας από την ΕΕ) που επιδρούν στην «αναβάθμιση» των σχέσεων Παρισιού - Ουάσιγκτον.

Δεν περνά απαρατήρητη η συμπόρευση Γαλλίας - ΗΠΑ (μαζί με τη Βρετανία) στους τελευταίους βομβαρδισμούς στη Συρία, στους οποίους, από την άλλη μεριά, η ΕΕ ως σύνολο, και ειδικά η Γερμανία, επέλεξαν να μην εμπλακούν σε τέτοιο βαθμό. Εξίσου χαρακτηριστική ήταν ειδικά η συζήτηση Τραμπ - Μακρόν για το Ιράν (βλέπε διπλανό θέμα), αναδεικνύοντας διαθέσεις περαιτέρω «συντονισμού» ανάμεσα σε Ουάσιγκτον και Παρίσι.

Βέβαια, μια επιλεγμένη σύσφιξη της συνεργασίας ΗΠΑ - Γαλλίας δεν σημαίνει ότι οι δύο πλευρές απάλειψαν τις διαφορές τους.

Δέκα μέρες πριν, ο Μακρόν μιλούσε στο Ευρωκοινοβούλιο για τις «γεωπολιτικές απειλές» που μεγαλώνουν και την ανάγκη να δυναμώσει η «ευρωπαϊκή κυριαρχία», εκφράζοντας ανησυχία ακόμα και για «ορισμένους από τους πιο κοντινούς μας συμμάχους», προβληματισμένος που «ο Αμερικανός μας εταίρος, με τον οποίο μοιραζόμαστε τόσα, αντιμετωπίζει σήμερα μια τάση αποδέσμευσης και απόρριψης της πολυμέρειας...».

Δέκα μέρες μετά, συνεργάτες του Προέδρου Μακρόν σημείωναν σε γαλλικά ΜΜΕ ότι έφτανε στην Ουάσιγκτον όχι «για να περάσει συμφωνίες» αλλά «για να περάσει μηνύματα».

Απόλυτα συμπεράσματα δεν μπορούν να βγαίνουν, ωστόσο έχει τη δική του σημασία το γεγονός ότι αυτή η γαλλοαμερικανική συνεργασία δείχνει σημάδια σύσφιξης, ενώ βαθαίνουν τριβές και αντιθέσεις μέσα στον ευρωατλαντικό άξονα, αυξάνονται διαφωνίες και εντάσεις μεταξύ ΕΕ και ΗΠΑ. Οπως δεν είναι κρυφές και οι «κοινές ανησυχίες» που μοιράζονται Παρίσι και Ουάσιγκτον, καταρχάς για το ρόλο που η Γερμανία προσπαθεί να ενισχύσει, αυτοτελώς, αλλά και μέσα από την ΕΕ, στο εσωτερικό της οποίας επίσης φουντώνει η διαπάλη.

Ολα τα παραπάνω αποτελούν ένα μόνο μέρος των διεργασιών, που δείχνουν πόσο περιπλέκονται οι ενδοϊμπεριαλιστικές κόντρες, πόσο εύθραυστες γίνονται οι λυκοφιλίες, ανακατατάξεις μεγαλώνουν την πίεση στο σημερινό συσχετισμό δύναμης και οι δυσκολίες των εκπροσώπων των μονοπωλίων να διατηρήσουν δύναμη και ρόλο μεγαλώνουν ολόπλευρα την επιθετικότητα ενάντια στους λαούς.

«Διάλογος» και «ευελιξία»

Η επίσκεψη Μακρόν δεν «έβγαλε» ειδήσεις για υπογραφή διμερών συμφωνιών. «Σημαδεύτηκε» όμως από τις διαθέσεις των δύο πλευρών να συνδιαλλαγούν πάνω σε διάφορα θέματα.

Απευθυνόμενος στα μέλη του αμερικανικού Κογκρέσου, ο Γάλλος Πρόεδρος μνημόνευσε τη βοήθεια που πρόσφεραν Γάλλοι στρατηγοί και αστοί στον Αμερικανικό Πόλεμο της Ανεξαρτησίας, για να υπογραμμίσει ότι «η ιστορία (των σχέσεων) της Γαλλίας και των ΗΠΑ είναι μια ιστορία ατέλειωτου διαλόγου φτιαγμένου από κοινά όνειρα» και να επισημάνει πως η σύσφιξη της συνεργασίας επιβάλλεται από «την ανάδυση μιας ακόμα άγνωστης παγκόσμιας τάξης πραγμάτων»: «Οι θεμελιακές αρχές πάνω στις οποίες ασφαλίσαμε την ειρήνη των τελευταίων 70 χρόνων τίθενται πλέον υπό αμφισβήτηση από επείγοντα ζητήματα που απαιτούν την κοινή μας δράση», την «αποσταθεροποίηση της διεθνούς μας κοινότητας από νέες δυνάμεις...». Και, μεταξύ άλλων, πρόσθεσε ότι «αν δε δράσουμε επειγόντως», διεθνείς θεσμοί «όπως το ΝΑΤΟ» δεν θα μπορούν πια «να ασκήσουν την εντολή που έχουν πάρει και τη σταθεροποιητική τους επίδραση. Τότε θα υπονομεύσουμε αναπόφευκτα και σοβαρά τη φιλελεύθερη τάξη που οικοδομήσαμε μετά το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο. Αλλες δυνάμεις, με ισχυρότερη στρατηγική και φιλοδοξία θα γεμίσουν τότε το κενό που θα αφήναμε εμείς (σε μια τέτοια περίπτωση). Αλλες δυνάμεις δεν θα διστάσουν ούτε ένα δευτερόλεπτο να υποστηρίξουν το δικό τους μοντέλο, να διαμορφώσουν την παγκόσμια τάξη του 21ου αιώνα...». Και, μεταξύ άλλων, υποστήριξε ότι «μπορούμε να χτίσουμε την παγκόσμια τάξη πραγμάτων του 21ου αιώνα, βασισμένη σε μια νέα ποικιλία πολυμέρειας. Βασισμένη σε μια πιο αποτελεσματική, υπεύθυνη και προσανατολισμένη σε αποτελέσματα πολυπολικότητα. Μια ισχυρή πολυπολικότητα».

Αγορές «έξυπνα ρυθμισμένες»

Επιλεγμένες ήταν οι αναφορές του Μακρόν για την ανάπτυξη των εμπορικών σχέσεων, στο φόντο προσδοκιών για πιθανές εξαιρέσεις από τις «προστατευτικές» κυρώσεις και άλλες ρυθμίσεις των ΗΠΑ, που οξύνουν τις αναταράξεις, στο πλαίσιο και της ανησυχίας για μια νέα καπιταλιστική κρίση.

«Ο εμπορικός πόλεμος δεν είναι η κατάλληλη απάντηση» στα σύγχρονα εμπορικά δεδομένα, υποστήριξε ο Μακρόν, που διακήρυξε την πίστη του «στη δύναμη οικονομιών αγοράς έξυπνα ρυθμισμένων». «Σίγουρα χρειαζόμαστε ελεύθερο και δίκαιο εμπόριο - ανέφερε - (αλλά) ένας εμπορικός πόλεμος που φέρνει αντιμέτωπους συμμάχους δεν συνάδει με την αποστολή μας, με την ιστορία μας, με τη σημερινή δέσμευσή μας για την παγκόσμια ασφάλεια...». Αναγνωρίζοντας «νόμιμες ανησυχίες για τις εμπορικές ανισορροπίες, υπερβολές και πλεονάζουσες παραγωγικές ικανότητες» (και των ΗΠΑ προφανώς) είπε ότι «πρέπει να διαμορφώσουμε μαζί απαντήσεις και "συνεργατικές" λύσεις», καλώντας σε «αποφυγή μιας κλιμάκωσης μεταξύ συμμάχων» και «μια οριστική αμερικανική (απόφαση για) εξαίρεση απέναντι στην ΕΕ...».

Από τη δική του μεριά, ο Τραμπ παρατήρησε γενικότερα για τις διμερείς σχέσεις: «Πιστεύω ότι έχουμε πολλά κοινά (σ.σ. οι δύο χώρες). Θεωρώ ότι υπάρχουν πολλά - φυσικά, στα οποία συμφωνήσαμε - αλλά και (πολλά που) μπορούμε να αλλάξουμε και στα οποία μπορούμε να είμαστε ευέλικτοι. Και ως ηγέτες χωρών, πρέπει να είμαστε ευέλικτοι...».


Α. Μ.

ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ ΣΤΟ ΑΝΟΒΕΡΟ
Σκληρή μάχη για την πρωτοκαθεδρία στις νέες τεχνολογίες στην παραγωγή

Τεχνητή νοημοσύνη, ψηφιοποίηση, εναλλακτικές πηγές Ενέργειας βρίσκονται στο επίκεντρο της ενδοϊμπεριαλιστικής κούρσας

Η Α. Μέρκελ και ο Μεξικανός Πρόεδρος, Νιέτο Πένια ξεναγούνται στην έκθεση στο Ανόβερο
Η Α. Μέρκελ και ο Μεξικανός Πρόεδρος, Νιέτο Πένια ξεναγούνται στην έκθεση στο Ανόβερο
Η σκληρή μάχη μεταξύ των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων για την πρωτοκαθεδρία στις νέες τεχνολογίες, στην ψηφιοποίηση και την τεχνητή νοημοσύνη, για την οποία προετοιμάζεται η Γερμανία, αποτυπώθηκε και κατά τη φετινή παγκόσμια έκθεση βιομηχανίας του Ανόβερου, από 23 έως 27 Απρίλη. Πρόκειται για τη μεγαλύτερη βιομηχανική έκθεση του κόσμου, όπου πάνω από 5.000 εκθέτες από 75 χώρες παρουσίασαν πρωτοποριακά προϊόντα για την αυτοματοποίηση, την Ενέργεια και την εφοδιαστική αλυσίδα (Logistics), με έμφαση στην ψηφιοποίηση της παραγωγής και με λέξη - κλειδί «τέταρτη βιομηχανική επανάσταση» (Βιομηχανία 4.0).

Σύμφωνα με όσα εκτέθηκαν και ειπώθηκαν στο Ανόβερο, το εργοστάσιο του μέλλοντος θα είναι «έξυπνο», «ψηφιακό» και «δικτυωμένο», με ανθρώπους και ρομπότ να δουλεύουν δίπλα δίπλα. Κοινός παρονομαστής: Η καινοτομία και η τεχνητή νοημοσύνη, με την ανάπτυξη υπολογιστικών συστημάτων που μιμούνται στοιχεία της ανθρώπινης συμπεριφοράς, αλλά εξακολουθούν να κατευθύνονται από τον άνθρωπο. Βέβαια, οι τεχνολογικές εξελίξεις στον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής δεν συνοδεύονται και από αντίστοιχη βελτίωση των συνθηκών δουλειάς και ζωής. Αντίθετα, σχετικές έρευνες κάνουν λόγο για εκατομμύρια θέσεις εργασίας που θα χαθούν και οι άνθρωποι θα οδηγηθούν μαζικά στη φτώχεια, ενώ οι επιχειρηματίες απαιτούν να προετοιμαστεί το έδαφος για πιο «ευέλικτες» εργασιακές σχέσεις για την «εποχή της ψηφιοποίησης».

Η αυξημένη ζήτηση για το κατάλληλο λογισμικό προσέλκυσε στο Ανόβερο κολοσσούς στον τομέα της πληροφορικής, όπως οι «Microsoft», «Oracle», SAP, «Amazon». «Βιώνουμε την πορεία από την ιδέα στην υλοποίηση», είπε ο Κλάους Μίτελμπαχ, διευθυντής του γερμανικού συνδέσμου ηλεκτρονικών βιομηχανιών (ZVEI). «Οι μεγάλες αμερικανικές εταιρείες πληροφορικής επιστρέφουν στη Βιομηχανική Εκθεση. Δεν είμαστε εμείς που πηγαίνουμε στις εκθέσεις πληροφορικής, όπως στο παρελθόν. Η πληροφορική πηγαίνει στη βιομηχανία. Πρόκειται για μία νέα εξέλιξη».

Η τέταρτη βιομηχανική επανάσταση και η ψηφιακή μετάβαση επιφυλάσσουν εκπλήξεις και εντείνουν τον ανταγωνισμό σε παγκόσμιο επίπεδο, είπε ο Τίλο Μπρόντμαν, επικεφαλής του γερμανικού συνδέσμου βιομηχανιών μηχανολογικού εξοπλισμού (VDMA). Οπως υπογραμμίζει, το ζητούμενο δεν είναι μόνο η τεχνολογική πρωτοπορία, αλλά και ένα νέο επιχειρηματικό μοντέλο, που θα εξελίσσει την καινοτομία σε επικερδή δραστηριότητα. Υπολογίζει ότι τα επόμενα δέκα χρόνια «το 80% των επιχειρήσεων θα προχωρήσουν στην ψηφιοποίηση για να εξασφαλίσουν μία καλύτερη αφετηρία στις μελλοντικές αγορές».

Α. Μέρκελ: «Θέλουμε να είμαστε στην πρώτη γραμμή του ανταγωνισμού»

Αίσθηση προκάλεσε η εναρκτήρια ομιλία της Γερμανίδας καγκελάριου, Αγκελα Μέρκελ, που δεν δίστασε να αναφερθεί με ξεκάθαρα λόγια στον παγκόσμιο ανταγωνισμό και τις βλέψεις των γερμανικών ομίλων: «Η τεχνητή νοημοσύνη θα διαδραματίσει κεντρικό ρόλο σε αυτήν την έκθεση. Η Κίνα έχει θέσει ως στόχο να είναι ο κορυφαίος παγκόσμιος προμηθευτής τεχνητής νοημοσύνης μέχρι το 2030. Είμαστε δίκαιοι εταίροι. Ομως, λέω το εξής: Θέλουμε κι εμείς να συμμετέχουμε στον ανταγωνισμό και να είμαστε στην πρώτη γραμμή».

Τονίζοντας τη σημασία των νέων τεχνολογιών στην ενίσχυση της παραγωγικότητας, της κερδοφορίας και της ανταγωνιστικότητας των γερμανικών επιχειρηματικών ομίλων, μπροστά και στις προβλέψεις για μειωμένους ρυθμούς ανάπτυξης, είπε: «Εχουμε μια πολύ καλή οικονομική κατάσταση αυτήν τη στιγμή. Ωστόσο, γνωρίζω ότι δεν είναι αυτή η μελλοντική πρόγνωση. Γι' αυτό είναι πολύ σημαντικό να ενισχύουμε την ικανότητά μας για καινοτομία» και ο τίτλος «Made in Germany» να συνεχίσει «να αποτελεί πρότυπο πρωτοποριακών καινοτομιών στο μέλλον».

Σε αυτό το πλαίσιο, η νέα γερμανική κυβέρνηση μεγάλου συνασπισμού (CDU/CSU - SPD) θα αυξήσει τη χρηματοδότηση της έρευνας και καινοτομίας στο 3,5% του ΑΕΠ, από 3%. «Με το 3% δεν είμαστε σε κακή κατάσταση στην Ευρώπη. Ωστόσο, χώρες όπως η Νότια Κορέα και το Ισραήλ δαπανούν σημαντικά περισσότερα για την καινοτομία. Αυτό πρέπει να είναι το μέτρο σύγκρισης», τόνισε η Μέρκελ. Ακόμη ανήγγειλε φορολογική ελάφρυνση για την έρευνα των επιχειρήσεων και συγκέντρωση όλων των επιστημονικών φορέων που ασχολούνται με την έρευνα της τεχνητής νοημοσύνης.

«Ο χρόνος πιέζει», συνέχισε η καγκελάριος, για τη δημιουργία των κατάλληλων υποδομών στις οποίες θα στηριχτεί η ψηφιοποίηση, όπως η ευρυζωνική επέκταση, η διεύρυνση του δικτύου οπτικών ινών και η κατασκευή δικτύου 5G.

Στο μεταξύ, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ανακοίνωσε ότι θα ενισχύσει τις επενδύσεις στην τεχνητή νοημοσύνη κατά περίπου 70%, σε 1,5 δισ. ευρώ έως το 2020, για να «προλάβει» τον ανταγωνισμό με την Ασία και τις ΗΠΑ. Η Κομισιόν επιδιώκει οι συνολικές ιδιωτικές και δημόσιες επενδύσεις στην τεχνητή νοημοσύνη να φτάσουν τουλάχιστον στα 20 δισ. ευρώ έως τα τέλη του 2020. Ενδεικτικά, σύμφωνα με το πρακτορείο «Ρόιτερς», το 2016 οι ευρωπαϊκές ιδιωτικές επενδύσεις στην τεχνητή νοημοσύνη ανήλθαν σε 2,4 - 3,2 δισ. ευρώ, ενώ στην Ασία σε σχεδόν 10 δισ. και στις ΗΠΑ σε 18 δισ. ευρώ.

«Οπως ακριβώς η ατμομηχανή και ο ηλεκτρισμός στο παρελθόν, η τεχνητή νοημοσύνη μετασχηματίζει τον κόσμο μας», δήλωσε ο αντιπρόεδρος της Κομισιόν, Αντρους Ανσιπ.

«Κινδυνεύουμε να χάσουμε...»

Η τεχνητή νοημοσύνη (η «έξυπνη συμπεριφορά» των μηχανών) υπολογίζεται ότι θα προσφέρει στους Γερμανούς κατασκευαστές προστιθέμενη αξία 60 δισ. ευρώ, δεδομένης της ραγδαίας αύξησης της παραγωγικότητας και της έντασης της εκμετάλλευσης. «Ιδιαίτερα η γερμανική βιομηχανία κατασκευής μηχανημάτων έχει πολλά να κερδίσει από την τεχνητή νοημοσύνη», λέει ο Μάρκους Λόρεντζ, παγκόσμιος συντονιστής Μηχανικής και Αυτοματισμού στη συμβουλευτική εταιρεία «Boston Consulting Group» (BCG), «επειδή μέσω της τεχνητής νοημοσύνης μπορεί να χρησιμοποιήσει τεράστια ποσότητα δεδομένων που παράγονται από τα μηχανήματα κατά τη διάρκεια της παραγωγής. Ετσι μπορούν να δημιουργηθούν νέα επιχειρηματικά μοντέλα».

Ωστόσο, σύμφωνα με τον ίδιο, η Γερμανία κατέχει μόνο μεσαία θέση στην παγκόσμια κατάταξη, με μόλις το 23% των βιομηχανικών επιχειρήσεων να έχει επεξεργαστεί μια στρατηγική για την τεχνητή νοημοσύνη. «Αν οι Γερμανοί θέλουν να διατηρήσουν τη διεθνή ηγεσία τους, πρέπει να βασίζονται σημαντικά περισσότερο στις νέες τεχνολογίες και την έξυπνη αυτοματοποίηση», κάτι που αλλού συμβαίνει ήδη σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό, ειδικά στις ΗΠΑ, στην Κίνα και την Ινδία. «Οι εταιρείες στην Κίνα ή στην Ινδία βελτιστοποιούν ήδη τα έξυπνα εργοστάσιά τους», προσθέτει ο Λόρεντζ.

Η κινεζική ηγεσία είχε ξεκινήσει ένα εθνικό σχέδιο για να καταστήσει τη χώρα κυρίαρχη στην τεχνητή νοημοσύνη μέχρι το 2030. «Οι προσπάθειες στην Κίνα είναι τεράστιες. Εάν δεν το αντιμετωπίσουμε τώρα, κινδυνεύουμε να χάσουμε», προειδοποίησε και ο πρόεδρος των Γερμανών Βιομηχάνων (BDI), Ντίτερ Κεμπφ.

Ανησυχίες για το παγκόσμιο εμπόριο και την καπιταλιστική ανάκαμψη

Ο «φόβος για το ελεύθερο παγκόσμιο εμπόριο» εξελίχθηκε σε ένα ακόμη βασικό ζήτημα για πολλούς εκθέτες στο Ανόβερο, όπως εκφράστηκε σε σχετικά φόρουμ, συζητήσεις και συνεντεύξεις. Για πολλούς από τους 2.600 Γερμανούς εκθέτες, η Κίνα είναι πλέον - μετά την ΕΕ - η δεύτερη μεγαλύτερη εξαγωγική αγορά, και την ακολουθούν οι ΗΠΑ. Οι εμπορικοί φραγμοί, είτε πρόκειται για την απειλή δασμών από τις ΗΠΑ είτε για τις απαιτήσεις της Κίνας (να γίνεται αποθήκευση δεδομένων στη χώρα για όλες τις υπηρεσίες), δεν είναι αποδεκτοί.

Στο Οικονομικό Φόρουμ που διοργάνωσε η γερμανική βιομηχανία (BDI) την παραμονή των εγκαινίων της έκθεσης, ο πρόεδρος, Ντ. Κεμπφ, και ο διευθύνων σύμβουλος της «Siemens», Τζο Κέζερ, κάλεσαν την ΕΕ να αντιμετωπίσει τον προστατευτισμό με μια ισχυρή διαιτησία βάσει του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου.

Οι κλάδοι της μηχανολογίας, της ηλεκτρονικής και της πληροφορικής, που συμμετέχουν στην έκθεση του Ανόβερου, «πάνε πολύ καλά», αλλά ο BDI, που εκπροσωπεί συνολικά τη γερμανική βιομηχανία, δεν είναι ικανοποιημένος: «Η οικονομία έχει φτάσει στο αποκορύφωμά της και πιθανόν να μην είναι πια καλύτερα από ό,τι φέτος».

Αν και ο Ντ. Κεμπφ εξακολουθεί να αναμένει «πραγματική ανάπτυξη» κατά 2,25%, στη συνέχεια προβλέπει επιβράδυνση. Επίσης, αναμένει αύξηση του παγκόσμιου εμπορίου κατά 4% για το τρέχον έτος, όμως προβληματίζει μια έξαρση των εμπορικών συγκρούσεων, κυρίως μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας, «των οποίων οι κίνδυνοι δεν πρέπει να υποτιμηθούν στις προγνώσεις μας». Ανησυχίες προκαλούν και οι διαπραγματεύσεις για το Brexit. «Οι άμεσες επενδύσεις στο Ηνωμένο Βασίλειο μειώθηκαν σε ένα χρόνο κατά 85%», δήλωσε ο διευθύνων σύμβουλος της BDI, Γιοακίμ Λανγκ, και ο χρόνος πιέζει για μια εμπορική συμφωνία ΕΕ - Βρετανίας. «Οι Βρετανοί πρέπει τελικά να δηλώσουν εάν θέλουν να έχουν συνθήκη με την ΕΕ, όπως η Ελβετία, όπως ο Καναδάς ή η Νορβηγία», τόνισε ο Κεμπφ.

Η έλλειψη ειδικευμένων εργαζομένων στη Γερμανία αποτελεί τη μεγαλύτερη απειλή, σύμφωνα με έρευνες που παρουσιάστηκαν από επιχειρηματικές ενώσεις στο πλαίσιο της έκθεσης, οι οποίες υπογράμμιζαν: «Η έλλειψη εξειδικευμένου προσωπικού περιορίζει όλο και περισσότερο την ανάπτυξή μας».

Ως παράγοντες που φρενάρουν την καπιταλιστική ανάπτυξη στη Γερμανία ο BDI ανέφερε την έλλειψη ειδικευμένων εργαζομένων, την υποτονική ευρυζωνική επέκταση και την έλλειψη κινήτρων για ιδιωτικές επενδύσεις. Οι βιομήχανοι ζήτησαν από τη γερμανική κυβέρνηση ακόμη μεγαλύτερη στήριξη στα παραπάνω, αλλά και στη χρηματοδότηση της έρευνας και καινοτομίας.


Ε. Μ.



Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ