Αν κάτι φάνηκε καλύτερα με αφορμή την πανδημία, είναι η σαπίλα ενός συστήματος που δεν μπορεί να ικανοποιήσει ούτε τις στοιχειώδεις λαϊκές ανάγκες, σκάβοντας ακόμα και ομαδικούς τάφους για να θάψει τα θύματα της πολιτικής που θυσιάζει την υγεία του λαού στα κέρδη των ομίλων. Αυτή η πραγματικότητα διαπερνά οριζόντια όλα τα καπιταλιστικά κράτη και τις αστικές κυβερνήσεις, όλες τις εκδοχές και αποχρώσεις της αστικής διαχείρισης.
Μέσα σε αυτό το κλίμα έρχεται λοιπόν ο ΣΥΡΙΖΑ και εκφωνεί ύμνους για τη σοσιαλδημοκρατική κυβέρνηση της Ισπανίας για την διαχείριση της πανδημίας. Σύμφωνα με την «Αυγή», η ισπανική κυβέρνηση παίρνει «μέτρα στήριξης της κοινωνίας» στην πανδημία, είναι γενναία και ενισχύεται το «κοινωνικό κράτος». Η αλήθεια είναι όμως διαφορετική. Για παράδειγμα, τα κονδύλια που ανακοινώνει η σοσιαλδημοκρατική κυβέρνηση Σάντσεθ - «Ποδέμος» ως «μέτρα στήριξης της κοινωνίας» μέσα από τον προϋπολογισμό, είναι στην πλειοψηφία τους μέτρα ενίσχυσης των μονοπωλίων, όπως και σε όλα τα άλλα κράτη της ΕΕ. Κι όχι μόνο αυτό, αλλά, όπως και στην Ελλάδα, τα στοιχεία δείχνουν ότι το διάστημα από το πρώτο κύμα της πανδημίας έως τώρα τίποτε δεν άλλαξε στα δημόσια συστήματα Υγείας, στους τόπους δουλειάς, στις λαϊκές γειτονιές, με αποτέλεσμα τα λαϊκά στρώματα να πλήττονται ακόμα περισσότερο από το δεύτερο κύμα, με αύξηση των θανάτων καθημερινά, που συνολικά ξεπερνούν τις 35.000! Καλά τα παραμύθια, επομένως, αλλά ο ...δράκος της πανδημίας το κάνει ακόμα πιο δύσκολο να γίνουν πιστευτά.
Μια ...ανασκόπηση της πολιτικής όλων διαχρονικά των κυβερνήσεων στην Υγεία έκανε ο Ανδ. Λοβέρδος του ΚΙΝΑΛ, λέγοντας μεταξύ άλλων ότι «αποδείχθηκε τώρα με τη πανδημία πως όλες οι κυβερνήσεις που πέρασαν - δεν αδικώ κανέναν - παρ' όλες τις οικονομικές δυσκολίες, το ΕΣΥ το προστάτεψαν» (!) και ότι «κύριος κορμός της πολιτικής ήταν η συγκράτηση των δαπανών». Και ποιον να «αδικήσει» ο πρώην υπουργός Υγείας; Τον εαυτό του, που επί ΠΑΣΟΚ έλεγε πως «δεν υπάρχει σάλιο στα ταμεία», για να δικαιολογήσει τις περικοπές και τα λουκέτα σε νοσοκομεία; Τον Αδ. Γεωργιάδη, που απαιτούσε να μην του κλέβει τη δόξα η τρόικα για τις απολύσεις των «αχρείαστων» υγειονομικών και συνέχισε τα λουκέτα, ενώ επέκτεινε και τη λειτουργία των «νοσοκομείων ΑΕ»; 'Η τον ΣΥΡΙΖΑ, που συνεχίζοντας στον ίδιο δρόμο μείωσε παραπέρα τους προϋπολογισμούς για την Υγεία και σμπαράλιασε το ωράριο των νοσοκομειακών γιατρών με τη νομιμοποίηση της 12ωρης εργασίας; Τα 30.000 κενά γιατρών και νοσηλευτών που εξακολουθούν να λείπουν από τα δημόσια νοσοκομεία, ακόμα και με βάση τα σημερινά ανεπαρκή οργανογράμματα, είναι έργο όλων των αστικών κυβερνήσεων. Είναι αποτέλεσμα μιας εγκληματικής για την υγεία του λαού πολιτικής, που έχει για κριτήριο το «κόστος - όφελος» για το κεφάλαιο, εκθέτοντας τα λαϊκά στρώματα σε μεγάλους κινδύνους, αρμέγοντας την τσέπη τους και ανοίγοντας νέα πεδία κερδοφορίας για τα τρωκτικά της ιδιωτικής Υγείας.
Ενα πραγματικό πογκρόμ σε βάρος της λαϊκής κατοικίας δείχνουν τα στοιχεία που δόθηκαν στη Βουλή κατά τη διάρκεια της συζήτησης για το «ξεσκαρτάρισμα» των εκκρεμών υποθέσεων του νόμου Κατσέλη. Σύμφωνα με αυτά, 37.000 (από τις συνολικά 70.000) υποθέσεις που έχουν δικάσιμο μετά τον Ιούνη του 2021, αναμένεται να «εκκαθαριστούν» με συνοπτικές διαδικασίες μέσα στην επόμενη χρονιά, με τους απαράδεκτους τρόπους που προβλέπει το νομοσχέδιο, όπως για παράδειγμα χωρίς δίκη και προφορικές διαδικασίες, παρά μόνο αν το κρίνει σκόπιμο ο δικαστής! Μιλάμε δηλαδή για «στεγνό καθάρισμα» σε βάρος δεκάδων χιλιάδων λαϊκών νοικοκυριών που αδυνατούν να αντεπεξέλθουν στους ληστρικούς όρους των τραπεζών. Το ίδιο βέβαια δείχνουν και τα στοιχεία για το λεγόμενο πρόγραμμα «Γέφυρα» - την ολιγόμηνη κρατική επιδότηση στις δόσεις των στεγαστικών με στόχο να μη χάσουν οι τράπεζες τα λεφτά τους - με τις αιτήσεις να ξεπερνάνε τις 160.000. Αν πάρει κανείς υπόψη ότι στο «τέρμα» των παραπάνω βρίσκεται το τερατούργημα του νέου Πτωχευτικού Κώδικα, που ψηφίστηκε πρόσφατα και μεταξύ άλλων κάνει το λαό - στην καλύτερη περίπτωση - νοικάρη στο σπίτι του και σκλάβο των τραπεζών, εύκολα καταλαβαίνει ότι μπροστά του βρίσκεται ένα πραγματικό πογκρόμ σε βάρος της λαϊκής κατοικίας, που πρέπει να βρει τείχος από τον οργανωμένο, μαζικό αγώνα του λαού.