Σάββατο 31 Ιούλη 2021 - Κυριακή 1 Αυγούστου 2021
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΠΑΙΔΕΙΑ
Η «ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ» ΣΤΟΝ ΝΟΜΟ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΠΑΙΔΕΙΑΣ
Η αλήθεια πίσω από τις όμορφες και μεγάλες λέξεις

Είναι προσφιλής η τακτική κάθε κυβέρνησης όταν φέρνει ένα αντιλαϊκό νομοθέτημα να το συνοδεύει με εύηχες λέξεις και φράσεις, να προσπαθεί να το ντύσει με ένα φανταχτερό περιτύλιγμα ώστε να κρύψει το αποκρουστικό του περιεχόμενο. Το ίδιο ισχύει και στην περίπτωση του υπουργείου Παιδείας, με τον νόμο - εφιάλτη για μαθητές, εκπαιδευτικούς και γονείς ο οποίος ψηφίστηκε την περασμένη Τετάρτη.

Στον ψευδεπίγραφο τίτλο «Για την αναβάθμιση του σχολείου και την ενδυνάμωση των εκπαιδευτικών» βρίσκονται συμπυκνωμένοι όλοι οι διακηρυγμένοι στόχοι του μεγάλου κεφαλαίου για την Εκπαίδευση, όλες οι αντιεκπαιδευτικές προσπάθειες που έκαναν και οι προηγούμενες κυβερνήσεις να αλλάξουν το περιεχόμενο, τη δομή του σχολείου ώστε να αποτελέσουν οι μαθητές το αυριανό φτηνό - «ευέλικτο» εργατικό δυναμικό για τις επιχειρήσεις. Καμία σχέση δηλαδή με αυτό το οποίο είναι πραγματικά ώριμο και σύγχρονο για όλα τα παιδιά: Υψηλού επιπέδου μόρφωση ώστε να διαπλάθονται ολοκληρωμένες προσωπικότητες, ικανές να κατανοούν και να ερμηνεύουν τον κόσμο.

Γι' αυτό, απαραίτητο συμπλήρωμα για να υλοποιηθούν οι πολύ σοβαρές τομές που επιδιώκει η κυβέρνηση της ΝΔ αποτελεί η λεγόμενη «αξιολόγηση» του εκπαιδευτικού, στην προσπάθεια να ελέγχεται ασφυκτικά αν υλοποιεί τις κατευθύνσεις της εκάστοτε κυβέρνησης και του υπουργείου Παιδείας.

Είναι τουλάχιστον φαιδρό η κυβέρνηση που τα 2 τελευταία χρόνια έχει αφήσει μαθητές και εκπαιδευτικούς στο έλεος της πανδημίας, με τα συνεχόμενα «άνοιξε - κλείσε» και την τηλεκπαίδευση για «πάσα νόσο», να ισχυρίζεται ότι στόχος είναι η αναβάθμιση, η βοήθεια στους εκπαιδευτικούς κ.λπ. Γι' αυτό και προσπαθεί να πείσει για τις προθέσεις της, αλλά η ίδια η πραγματικότητα τη διαψεύδει. Βάζοντας μπροστά ως κριτήριο τα σύγχρονα μορφωτικά δικαιώματα που έχουν τα παιδιά, αλλά και το ότι σήμερα υπάρχουν όλες οι προϋποθέσεις για την υλοποίησή τους, τα επιχειρήματα της κυβέρνησης και του υπουργείου Παιδείας καταρρέουν!

***

Επιχείρημα 1ο: «Κανένα εκπαιδευτικό σύστημα δεν μπορεί να βελτιωθεί αν δεν αξιολογηθεί»

Τι δεν λένε; Οτι οι υπαρκτές αδυναμίες του εκπαιδευτικού συστήματος είναι γνωστές χρόνια τώρα και σε όλες τις κυβερνήσεις. Είναι η συνεχής μείωση της χρηματοδότησης και ο οικονομικός στραγγαλισμός των σχολικών επιτροπών, που θα ενταθεί με τη λεγόμενη «αυτονομία». Είναι οι δεκάδες χιλιάδες συμβασιούχοι που δουλεύουν κάθε χρόνο αναπληρώνοντας τους εαυτούς τους, αντί να έχουν μόνιμη και σταθερή δουλειά, ώστε να μπορούν από την αρχή της χρονιάς να οργανώνουν, να προγραμματίζουν την εκπαιδευτική τους δραστηριότητα στην τάξη, να συζητάνε συλλογικά για τους τρόπους και τις μορφές παρέμβασης στους μαθητές. Είναι τα αναλυτικά προγράμματα και τα βιβλία, τα οποία είναι κακογραμμένα και αντιεπιστημονικά, διδάσκουν τη μητρική γλώσσα μέσα από συνταγές μαγειρικής και οδηγίες χρήσης ηλεκτρικών συσκευών και τα Μαθηματικά μέσα από το κομπιουτεράκι, εξοβελίζουν ή υποβαθμίζουν μαθήματα γενικής γνώσης (Γεωγραφία, Καλλιτεχνική Παιδεία κ.λπ.). Αλήθεια, η «αξιολόγηση» έλειπε από το υπουργείο Παιδείας όταν εν μέσω πανδημίας ψήφισε αύξηση του αριθμού μαθητών ανά τάξη; Την «αξιολόγηση» περίμεναν για να δουν αν τα κτίρια όπου στεγάζονται τα σχολεία είναι ασφαλή (πάνω από το 40% των σχολείων είναι με παλιό ή καθόλου αντισεισμικό σχεδιασμό), αν υπάρχουν υποδομές σύγχρονες, που να καλύπτουν τις μορφωτικές και ψυχοκοινωνικές ανάγκες των μαθητών (εργαστήρια, βιβλιοθήκες, γυμναστήρια κ.λπ.);

Ολες αυτές τις αδυναμίες φυσικά και τις γνωρίζουν και είναι συνειδητή επιλογή να μην ικανοποιούν τις σύγχρονες ανάγκες. Ακόμα και όταν ο κόμπος φτάνει στο χτένι, δεν βγάζουν ευρώ από τον κρατικό προϋπολογισμό αλλά στρέφονται στις επιχειρήσεις (π.χ. το σχολείο που κατέρρευσε στην Ελασσόνα τον Μάρτη).

***

Επιχείρημα 2ο: «Στο εξωτερικό υπάρχει αξιολόγηση στο 90% των χωρών»

Τι δεν λένε; Οτι οι μαθησιακές ανισότητες σε όλες τις χώρες όχι μόνο ζουν και βασιλεύουν, αλλά διευρύνονται, αφού η κατηγοριοποίηση των σχολείων που γίνεται μέσω της «αξιολόγησης» κάνει την Παιδεία πανάκριβο εμπόρευμα για τις τσέπες κυρίως των λαϊκών οικογενειών. Η Γαλλία είναι ένα παράδειγμα χώρας όπου η επίδοση των μαθητών βρίσκεται σε στενή εξάρτηση με το κοινωνικό επίπεδο της οικογένειας (Pisa 2012). Στην Αγγλία η «αξιολόγηση» οδηγεί στη διαφοροποίηση των διδακτικών εγχειριδίων (ανάλογη με το «πολλαπλό βιβλίο»). Οι μαθητές που προέρχονται από πιο φτωχά σχολεία «διαλέγουν» πιο φτηνά συγγράμματα, με αποτέλεσμα να είναι εξαιρετικά δύσκολο να αποκτήσουν πρόσβαση σε πολυτεχνικές ή ιατρικές σχολές. Στη Φινλανδία (το πάλαι ποτέ βαρύ πυροβολικό των αναδιαρθρώσεων) η «αξιολόγηση» έχει οδηγήσει σε πολύ υψηλά επίπεδα τη μαθητική διαρροή, καθώς μετά τα 8 χρόνια υποχρεωτικής εκπαίδευσης μόνο το 50% συνεχίζει στο αντίστοιχο Λύκειο.

Το κύριο λοιπόν δεν είναι αν εφαρμόζεται αλλού ή όχι, αλλά τι αποτελέσματα έχει στην ολόπλευρη μόρφωση για όλα τα παιδιά. Η «αξιολόγηση» όπου εφαρμόζεται οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια στην κατηγοριοποίηση, στην υποβάθμιση και εντέλει στην ένταση των ταξικών φραγμών. Η προσπάθεια που κάνει κυρίως η λαϊκή οικογένεια να μορφώσει τα παιδιά της θα φαντάζει ακόμα μεγαλύτερος άθλος, αν όχι απατηλό όνειρο.

***

Επιχείρημα 3ο: «Η αξιολόγηση έχει καθαρά βελτιωτικό, μη τιμωρητικό χαρακτήρα, με έμφαση στην επιμόρφωση»

Τι δεν λένε; Οτι αν στόχος ήταν η επιμόρφωση, θα είχαν ανοίξει τα «διδασκαλεία», που είναι κλειστά από το 2010 (κυβέρνηση ΠΑΣΟΚ) και τα κράτησαν κλειστά και όλες οι επόμενες κυβερνήσεις. Θα είχαν θεσμοθετήσει επιμορφώσεις (πάγιο αίτημα των εκπαιδευτικών), με απαλλαγή από τα διδακτικά καθήκοντα για όσο χρόνο διαρκεί και με ευθύνη των Πανεπιστημιακών Τμημάτων, και όχι επιμόρφωση - ατομική υπόθεση, παρακολούθηση στο διαδίκτυο βίντεο και σημειώσεων, ίσα ίσα για να βγει η υποχρέωση («επιμόρφωση» για τα εργαστήρια δεξιοτήτων).

Οσο για τον μη τιμωρητικό χαρακτήρα, οι τελικές διατάξεις του νόμου τα λένε όλα. Με το άρθρο 56, η μη συμμετοχή στις διαδικασίες της «αξιολόγησης» χαρακτηρίζεται πειθαρχικό παράπτωμα, το οποίο θα τιμωρείται με πειθαρχικές ποινές (στέρηση μισθού, αναστολή της μισθολογικής εξέλιξης). Ακόμα και ένας εκπαιδευτικός που θα κριθεί «μη ικανοποιητικός» δεν θα μπορεί να διεκδικήσει θέση στελέχους Εκπαίδευσης, ή ένας διευθυντής δεν θα μπορεί να είναι διευθυντής για τα επόμενα 4 χρόνια. Και, φυσικά, «μη ικανοποιητικός» θα είναι ο διευθυντής που θα ανακοινώνει π.χ. τα κενά με βάση τις ανάγκες των μαθητών στο σήμερα, «εξαιρετικός» θα είναι ο διευθυντής που θα διαχειρίζεται «ορθά» κατά την κρίση του ΥΠΑΙΘ το προσωπικό, και τις 6 ώρες π.χ. Εικαστικά που θα έχει έλλειμμα θα τις μεταφέρει στους ΠΕ70! Πόσο αθώα μπορεί να είναι η «αξιολόγηση» όταν ο εκπαιδευτικός καλείται να αποτιμά τη δουλειά του με βάση τα «μαθησιακά αποτελέσματα», και μάλιστα να αναρτώνται αυτά τα πορίσματα στο διαδίκτυο; Είναι κομμάτι της βελτίωσης και της επιμόρφωσης;

Ο στόχος της «αξιολόγησης»

Τελικά, αυτό που θέλουν να υλοποιήσουν είναι ο ασφυκτικός έλεγχος των εκπαιδευτικών, να μην κουνάνε ρούπι από τις οδηγίες και τις κατευθύνσεις της κυβέρνησης, να υπηρετούν ένα σχολείο «αποκεντρωμένο» και «αυτόνομο», που θα βρίσκεται σε διαρκή επαιτεία για την επιβίωσή του, την ίδια στιγμή που τα παιδιά δεν θα μαθαίνουν τα ίδια γράμματα.

Είναι λοιπόν εκ διαμέτρου αντίθετα τα συμφέροντα των εκπαιδευτικών, των μαθητών και των γονιών από τις επιδιώξεις του ΥΠΑΙΘ. Αλλωστε, οι χιλιάδες εκπαιδευτικοί ήταν αυτοί που χωρίς καμία κρατική στήριξη, χωρίς μέσα και προετοιμασία, ανταποκρίθηκαν σε έναν τεράστιο παιδαγωγικό άθλο, κρατώντας ανοιχτή την εκπαιδευτική διαδικασία τούς μήνες της πανδημίας. Οι χιλιάδες αναπληρωτές εκπαιδευτικοί όλα αυτά τα χρόνια είναι με μια βαλίτσα στο χέρι και σε όλη την Ελλάδα στελεχώνουν τα σχολεία, και μετά απολύονται. Οι χιλιάδες εκπαιδευτικοί μέχρι και τα 67 τους χρόνια στέκονται όρθιοι μέσα στις τάξεις και δίνουν τη μάχη της μόρφωσης των παιδιών.

Αυτοί οι εκπαιδευτικοί, τον χειμώνα που μας πέρασε, αρνήθηκαν να συμβάλουν στη χειροτέρευση του σχολείου με την εξωτερική και εσωτερική «αυτοαξιολόγηση». Το ποσοστό 97% στην απεργία - αποχή έδειξε ότι οργανωμένα, συλλογικά οι εργαζόμενοι έχουν τη δύναμη να αποκρούουν αντιδραστικούς σχεδιασμούς των κυβερνήσεων, ακόμα και σε δύσκολες συνθήκες, όπως αυτές της πανδημίας.

Δεν ξεκινάμε από το μηδέν, λοιπόν. Με οδηγό την πλούσια πείρα του τελευταίου διαστήματος και με το βλέμμα στραμμένο αταλάντευτα στη νέα γενιά, μπορούμε να αφήσουμε στα χαρτιά τον νόμο - εφιάλτη.


Αχιλλέας ΖΟΡΜΠΑΣ
Δάσκαλος, μέλος του ΔΣ της ΔΟΕ εκλεγμένος με την «Αγωνιστική Συσπείρωση Εκπαιδευτικών»

Στρατηγική σύμπλευση στον στόχο για σχολείο στα μέτρα της αγοράς

Με κορόνες και χαρακτηρισμούς, με διαγκωνισμούς για το ποιος είναι ο πιο καλός μαθητής της ΕΕ και των κατευθύνσεών της, με το βλέμμα στραμμένο στις κάλπες και με το δίπολο «δικαιοσύνη - αδικία» να περιβάλλει τον δικομματικό καβγά ανάμεσα σε ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ, επιχειρήθηκε και στη συζήτηση στη Βουλή για το αντιεκπαιδευτικό έκτρωμα της κυβέρνησης να συγκαλυφθεί η στρατηγική τους σύμπλευση.

Γιατί το δήθεν «αναβαθμισμένο» σχολείο που φέρνει η κυβέρνηση με τον νόμο που ψήφισε, έχει χτιστεί στη βάση του «αυτόνομου» σχολείου, που αποτελεί ραχοκοκαλιά των κατευθύνσεων του ΟΟΣΑ, της ΕΕ και του ΣΕΒ, των απαιτήσεων του κεφαλαίου για σχολείο υποταγμένο στους όρους της αγοράς, ταξικά διαφοροποιημένο και κατηγοριοποιημένο, σχολείο που παρέχει στον αυριανό εργαζόμενο εφήμερες δεξιότητες.

Ακριβώς επειδή αποτελεί κεντρικό, στρατηγικού χαρακτήρα στόχο του κεφαλαίου, στο αυτόνομο σχολείο ομνύουν όλα τα αστικά κόμματα. Ψάχνουν, αναζητούν να βρουν λεξούλες και επιθετικούς προσδιορισμούς, να ξεθάψουν «μοντέλα» που έχουν εφαρμοστεί σε άλλες χώρες (π.χ. φινλανδικό) για να διαφοροποιηθούν.

* * *

«

Υπέρ της αποκέντρωσης του σχολείου, αλλά ...με δημοκρατικό τρόπο». Υπέρ της «αξιολόγησης», αλλά όχι τιμωρητικά. Αναφανδόν υπέρ των δεξιοτήτων. Η κριτική του ΣΥΡΙΖΑ έγινε από κοινές θέσεις και κυρίως από το κοινό γήπεδο της υπεράσπισης των θέσεων και των κατευθύνσεων της ΕΕ και του ΟΟΣΑ.

Γιατί όταν αφετηρία και στόχος της πολιτικής είναι η ικανοποίηση των απαιτήσεων του κεφαλαίου, των κατευθύνσεων του ΟΟΣΑ, της ΕΕ κ.λπ. δεν μπορεί ο «δρόμος» (όπως κι αν βαφτιστεί) να οδηγήσει σε κάτι άλλο εκτός από ένα σχολείο ακόμα πιο βαθιά δεμένο με την αγορά και τις επιδιώξεις της, με ένταση των ταξικών φραγμών, στροφή στις εφήμερες δεξιότητες και όχι στη μόρφωση, στη γνώση, στην καλλιέργεια κριτικής σκέψης, κατηγοριοποιημένο και υποβαθμισμένο για τα παιδιά της εργατικής και λαϊκής οικογένειας.

Εξάλλου, ο καβγάς στη Βουλή σε μεγάλο βαθμό βασίστηκε σε έναν χαρτοπόλεμο ερμηνειών για τα στοιχεία της ΕΕ, με τον ΣΥΡΙΖΑ και τη ΝΔ να «τσακώνονται» για το ποιος από τους δύο τα ερμηνεύει σωστά και ποιος από τους δύο προωθεί καλύτερα την Εκπαίδευση που συγκλίνει με τα ευρωπαϊκά πρότυπα.

Ο ένας κόβει και ο άλλος ράβει το αντιδραστικό κουστούμι. Ο νόμος της κυβέρνησης απειλεί με στέρηση μισθού και αποκλεισμό για 8 χρόνια από επιλογή σε στελεχική θέση όσους εκπαιδευτικούς δεν συμμετάσχουν στην «αξιολόγηση». Δεν έρχεται στο κενό. Πατάει στην τροπολογία Γεροβασίλη, της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ το 2017, που ποινικοποιούσε την απεργία - αποχή των εργαζομένων στο Δημόσιο ενάντια στην αντιδραστική αξιολόγησή τους. Ακόμα και για τα κολέγια, ο μεν ΣΥΡΙΖΑ κατηγορούσε την κυβέρνηση ότι τους στέλνει πελατεία, η δε κυβέρνηση του θύμιζε ότι με ρύθμισή του αναγνωρίστηκαν τα πτυχία των κολεγίων. Και οι δύο μαζί, υπέρ της ύπαρξης ιδιωτικής Εκπαίδευσης...

Δεν προξενεί έκπληξη, λοιπόν, ότι οι βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ αφιέρωσαν - σχεδόν εξάντλησαν - τις ομιλίες τους στο θέμα της Ελάχιστης Βάσης Εισαγωγής, που στέρησε από αποφοίτους, ακόμα και με υψηλές βαθμολογίες, τη δυνατότητα να καταθέσουν μηχανογραφικό για τις σχολές που επιθυμούν. Ενας τριήμερος καβγάς, ανάμεσα σε ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ, για το ποιος θα εγκλωβίσει τη νεολαία, ποιος θα κλέψει τα όνειρα και τις ελπίδες της για ένα καλύτερο αύριο και θα τα μετατρέψει σε ψήφους...

* * *

Ακόμα και σε αυτό το θέμα, όμως, που ο ΣΥΡΙΖΑ έκανε «σημαία», παραμένει στο απυρόβλητο το γεγονός ότι και οι δύο, ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ, έχουν μετατρέψει το Λύκειο σε εξεταστική αρένα, αποστεώνοντάς το από όποια γνωστική, μορφωτική λειτουργία, καθιστώντας το αποκρουστικό για τους ίδιους τους μαθητές. Η συμβολή του ΣΥΡΙΖΑ σε αυτό ήταν καθοριστική, με το Λύκειο Γαβρόγλου, έναν προθάλαμο των πανελλαδικών, και την Τράπεζα Θεμάτων, την οποία εξακολουθεί να υπερασπίζεται. Αφήνει στο απυρόβλητο το γεγονός ότι καμία κυβέρνηση μέχρι σήμερα δεν φρόντισε να δημιουργήσει ένα σύστημα μεταλυκειακής Επαγγελματικής Εκπαίδευσης, δημόσιας, δωρεάν και υψηλού επιπέδου, ώστε να υπάρχει διέξοδος για όσους αποφοίτους δεν καταφέρνουν ή δεν επιθυμούν την εισαγωγή τους σε πανεπιστήμια. Επιχειρεί να βγάλει εκτός κάδρου το γεγονός ότι η φοιτητική μέριμνα (στέγαση, σίτιση κ.λπ.) παραμένει ανύπαρκτη, δυσκολεύοντας τη φοίτηση μακριά από τον τόπο κατοικίας για ένα παιδί από εργατική - λαϊκή οικογένεια.


Χ.

ΑΝΤΙΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΣ ΝΟΜΟΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ
Οξυνση των ταξικών φραγμών και υποβάθμιση της μόρφωσης

Νόμος του κράτους αλλά κάθε άλλο παρά νομιμοποιημένο στις συνειδήσεις είναι από την Τετάρτη το νομοσχέδιο του υπουργείου Παιδείας που φέρνει ένταση της κατηγοριοποίησης στην Εκπαίδευση, οξύνει τους ταξικούς φραγμούς και υψώνει και νέους, ανοίγει τα σχολεία στην επιχειρηματική λειτουργία, εισάγει μηχανισμούς για να πιέσει τους εκπαιδευτικούς να ξεχάσουν τον παιδαγωγικό τους ρόλο και να υποταχθούν σε αυτό το μοντέλο Εκπαίδευσης.

Το νομοσχέδιο ψηφίστηκε εν μέσω αντιδράσεων, παρά την προσπάθεια της κυβέρνησης να τις αποφύγει φέρνοντας τη συζήτηση και ψήφισή του στη Βουλή στην καρδιά του καλοκαιριού. Από την πρώτη στιγμή της παρουσίασής του από τον πρωθυπουργό και την υπουργό Παιδείας, σε μία εκδήλωση - φιέστα, οι διακηρύξεις περί αναβάθμισης δεν μπόρεσαν να καλύψουν τις φωνές των εκπαιδευτικών και γονιών που δήλωναν πως αυτό το σχολείο είναι κόντρα στις σύγχρονες ανάγκες, που βρέθηκαν στους δρόμους μέσα στο καλοκαίρι δηλώνοντας σε όλους τους τόνους ότι απορρίπτουν τις αλλαγές.

Η συζήτηση στη Βουλή χαρακτηρίστηκε από την προσπάθεια της κυβέρνησης να παρουσιάσει σαν «σύγχρονη» την αντιδραστική τομή που αποτελεί το νομοσχέδιο, με επίκληση της διεθνούς εμπειρίας, με ανάπτυξη του ψευδεπίγραφου τίτλου του νομοσχεδίου «Αναβάθμιση του σχολείου, ενδυνάμωση των εκπαιδευτικών και άλλες διατάξεις». Κλίνοντας τη λέξη «αναβάθμιση» σε όλες τις πτώσεις, επιχειρώντας προκλητικά να εμφανίσει ευρεία συναίνεση της κοινωνίας στις αλλαγές που προωθούνται.

Η πρόκληση για τον λαό και τα παιδιά του είναι πολλαπλάσια, με δεδομένο πως η συζήτηση εξελίχτηκε με το τέταρτο κύμα της πανδημίας να βρίσκεται ήδη εδώ, με το άνοιγμα των σχολείων να απέχει μερικές βδομάδες και με την κυβέρνηση να τρέχει να νομοθετήσει τις αξιώσεις του μεγάλου κεφαλαίου αντί να ριχτεί σε μία προσπάθεια να ανοίξουν τα σχολεία με ασφάλεια, να καλυφθούν τα μορφωτικά κενά που συσσώρευσε μέχρι τώρα η εγκληματική διαχείριση της πανδημίας. Η κυβέρνηση έδειξε μάλιστα τις προθέσεις της και με την τροπολογία που κατέθεσε την ίδια στιγμή σε άσχετο νομοσχέδιο, με την οποία επιχειρεί ούτε λίγο ούτε πολύ να μεταφέρει την ευθύνη στους εκπαιδευτικούς, απειλώντας με περικοπές μισθού και μη πρόσληψη αναπληρωτών.

Κατηγοριοποίηση, υποβάθμιση, εμπορευματοποίηση

Σε αυτές τις συνθήκες και με την αγωνία για το αν και πώς θα ανοίξουν τα σχολεία να χτυπά «κόκκινο», στην κορυφή των κυβερνητικών προτεραιοτήτων για την Παιδεία βρέθηκαν η υποβάθμιση και εμπορευματοποίηση της Παιδείας, η ένταση της ταξικής κατηγοριοποίησης.

Επιχειρήθηκε να εμφανιστεί σαν «αυτονομία» και ελευθερία το να νοικιάζονται τα σχολεία για να ξεφύγουν από τη μιζέρια της υποχρηματοδότησης, αντί να στηριχτούν από το κράτος, τους δήμους, να γίνουν πραγματικές κυψέλες δημιουργίας, μόρφωσης, άθλησης, υγιούς κοινωνικοποίησης.

Από την κυβέρνηση αλλά και άλλα κόμματα δεν έλειψαν οι αναφορές στη διεθνή εμπειρία, χωρίς να ξεφεύγουν από τα εγχειρίδια του ΟΟΣΑ από τα οποία βγήκε και το συγκεκριμένο νομοσχέδιο. Η κυβέρνηση, αναζητώντας συναίνεση από τους γονείς που αγωνιούν για το μέλλον των παιδιών τους, επικαλέστηκε τη διεθνή εμπειρία των σκληρών ταξικών φραγμών αλλά και την κοινωνική κινητικότητα, που στις χώρες των «καλών διεθνών πρακτικών» εκφράζεται μέσα από εκπαιδευτικές διαδρομές προδιαγεγραμμένες από το Δημοτικό, ίδια με αυτή των γονιών τους για τη μεγάλη πλειοψηφία, με την κοινωνικοοικονομική προέλευση των μαθητών να ασκεί τη μεγαλύτερη επίδραση στις σχολικές επιδόσεις.

Επιχειρήθηκε να εμφανιστεί πως οι αλλαγές φέρνουν ελευθερία, ανεξαρτησία και αποκέντρωση στο σχολείο. Δεν δόθηκαν πειστικές απαντήσεις στο πώς η «ζητιανιά» στην οποία οδηγούνται τα σχολεία, η εξάρτηση από τους χορηγούς, η θεσμοθέτηση του να βάζουν λεφτά από την τσέπη οι γονείς για τα σχολεία αποτελούν ελευθερία. Πού βρίσκεται η αναβάθμιση στο περιεχόμενο του σχολείου, όπου διατηρούνται η αντιεπιστημονικότητα, ο ανορθολογισμός στα σχολικά βιβλία και μεθόδους και επιπλέον η ύπαρξη πολλών βιβλίων για κάθε μάθημα. Προωθώντας και μέσα από αυτό το κύριο εκπαιδευτικό εργαλείο το σπάσιμο του ενιαίου χαρακτήρα της μόρφωσης, την κατηγοριοποίηση και τη δημιουργία επιπέδων στο τι θα μαθαίνουν τα παιδιά.

Τα παραπάνω ανέδειξε η Κοινοβουλευτική Ομάδα του ΚΚΕ κατά τη συζήτηση στη Βουλή, που ξεκινώντας από την αρχή ότι η Παιδεία πρέπει να παρέχεται ισότιμα σε όλους με ευθύνη του κράτους, ότι η πραγματική αναβάθμιση έρχεται μέσα από μία πορεία εντελώς διαφορετική από το σχολείο των δεξιοτήτων και των χορηγών που οικοδομείται, αντέταξε τις πραγματικά σύγχρονες ανάγκες. Τονίζοντας πως δεν είναι σύγχρονο το σχολείο των δεξιοτήτων, που θέλει να μετατρέψει τον εκπαιδευτικό σε άβουλο υπάλληλο, να ξεχάσει τον παιδαγωγικό του ρόλο και να υλοποιεί υπό ασφυκτικό έλεγχο τα παραπάνω, που θέλει τους γονείς να βάζουν το χέρι στην τσέπη, περιορίζοντας τον ουσιαστικό ρόλο της σχολικής κοινότητας.

Τονίστηκε πως τα μέτρα που θεσμοθετούνται υπονομεύουν όχι μόνο τη λειτουργία των σχολείων αλλά και το μέλλον των παιδιών, τα οποία είναι από μικρά αντιμέτωπα με σκληρούς ταξικούς φραγμούς, μεταξύ των οποίων η Ελάχιστη Βάση Εισαγωγής για την επιλογή για την Ανώτατη Εκπαίδευση.

Οπως έκανε από την πρώτη στιγμή το ΚΚΕ, και από το βήμα της Βουλής, καταψηφίζοντας το νομοσχέδιο, κάλεσε εκπαιδευτικούς, μαθητές, εργαζόμενους να το αντιπαλέψουν στην πράξη, όχι υπερασπίζοντας το σημερινό σχολείο αλλά την κάλυψη των διευρυμένων αναγκών, την αξιοποίηση των τεράστιων δυνατοτήτων.



Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ