Πέμπτη 31 Δεκέμβρη 2015
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Η ΑΠΟΨΗ ΜΑΣ
Ο ΣΕΒ απαιτεί...

Στην περίπτωση του ΣΕΒ δεν ισχύει το «δώσε θάρρος...». H ηγεσία του ΣΕΒ δεν περίμενε καμία ενθάρρυνση από την κυβέρνηση. Πριν ακόμα ο ΣΥΡΙΖΑ αναλάβει τη διακυβέρνηση είχε διαβεβαιώσει με κάθε τρόπο ότι θα στηρίξει τους στόχους του ελληνικού κεφαλαίου για την καπιταλιστική ανάκαμψη.

Ετσι και τώρα: Μόλις προχτές με επιστολή του ο ΣΕΒ ζήτησε νέες ενισχύσεις για τους επενδυτές και πριν νυχτώσει η κυβέρνηση είχε ανακοινώσει την απόφαση για τη «διακοψιμότητα», μια ειδική ρύθμιση για τις ενεργοβόρες βιομηχανίες. Συνιστά πρόκληση - μια διαρκή πρόκληση - το γεγονός ότι η εξυπηρέτηση των συμφερόντων του κεφαλαίου από την εκάστοτε κυβέρνηση παρουσιάζεται ως ταξικά αδιάφορη αν όχι και συμφέρουσα για το λαό. Μόλις χτες, η «Αυγή» έσπευσε να χαρακτηρίσει τη νέα αξίωση του ΣΕΒ για την «ενθάρρυνση των επενδύσεων» ως «δημοσιονομικά ουδέτερη», δηλαδή να μην ανησυχεί ο λαός, ενώ κάθε αξίωση του κεφαλαίου σημαίνει με μαθηματική ακρίβεια και νέα δεινά σε βάρος του.

«Επανεξέταση των ειδικών φόρων κατανάλωσης επί των ενεργειακών προϊόντων βιομηχανικής χρήσης και κατάργηση του ειδικού φόρου στο φυσικό αέριο ηλεκτροπαραγωγής», ζήτησε ανάμεσα σε άλλα προχτές ο ΣΕΒ για να εξειδικεύσει τις απαιτήσεις που εν είδει γενικής διακήρυξης είχε ανακοινώσει μόλις δύο μήνες πριν, όταν ο πρόεδρός του δήλωνε τη διάθεση του Συνδέσμου να «συνδράμει» το έργο της κυβέρνησης, αξιοποιώντας την τεχνογνωσία και μακρά εμπειρία του ΣΕΒ, με στόχο την ταχύτερη και αποτελεσματικότερη υλοποίηση του προγράμματος της κυβέρνησης (17 Οκτώβρη 2015). Από τότε απαιτούσε αυτό που ήδη η κυβέρνηση υλοποιεί: «Λήψη μέτρων εξορθολογισμού των λειτουργικών δαπανών και σε βάθος μεταρρύθμιση του ασφαλιστικού συστήματος» και «μια νέα πολιτική ενίσχυσης των επενδύσεων, που θα κάνει χρήση σύγχρονων εργαλείων (φορολογικά κίνητρα, αποσβέσεις, κ.λπ.)». Επί της ουσίας ο ΣΕΒ έχει καταθέσει και η κυβέρνηση ήδη υλοποιεί το μόνο πραγματικό «παράλληλο - με το 3ο μνημόνιο - πρόγραμμα». Οπως ο ίδιος ο πρόεδρός του είχε δηλώσει, το τρίτο μνημόνιο απαιτεί εξειδίκευση και λεπτομερή σχεδιασμό, ώστε να μετατραπεί από ένα κείμενο δημοσιονομικών στόχων και δεσμεύσεων σε ένα ολοκληρωμένο και υλοποιήσιμο μεταρρυθμιστικό σχέδιο.

Σ' αυτήν τη ρότα μία προς μία οι προτάσεις του ΣΕΒ είναι ήδη κυβερνητική πολιτική. Αφορά αυτό και στο Ασφαλιστικό, όπου ο ΣΕΒ ζήτησε «διατήρηση της μακροβιότητας του ασφαλιστικού συστήματος μέσω της άμεσης εφαρμογής κατάλληλων μεταρρυθμίσεων» και η κυβέρνηση νομοθετεί τώρα. Και στο θέμα των αγορών «ενέργειας, εργασίας, υπηρεσιών, μεταφορών, εφοδιαστικής κ.τ.λ., που σχετίζονται με την παραγωγή, είναι ανοικτές και ανταγωνιστικές, ώστε να επιτρέπουν στη βιομηχανία και τη μεταποίηση να είναι ανταγωνιστικές στο διεθνές περιβάλλον», που επίσης η κυβέρνηση νομοθετεί. Και στο Φορολογικό, όπου ο ΣΕΒ ζήτησε «παροχή φορολογικών κινήτρων για τις ασφαλιστικές εισφορές, τόσο για τα επαγγελματικά Ταμεία όσο και για τις ασφαλιστικές εταιρείες» (αντικείμενο κι αυτό της νέας επιδρομής στο Ασφαλιστικό). Η λίστα με τις υποδείξεις των βιομηχάνων μακραίνει τόσο που να μη μένει όρθιο τίποτα απ' όσα οι εργαζόμενοι έως πρόσφατα θεωρούσαν «ένα το κρατούμενο». Κι αυτή η λίστα κάθε άλλο παρά «δημοσιονομικά ουδέτερη» είναι, όπως διατείνεται η κυβερνητική προπαγάνδα.

Πολιτική «ουδέτερη», που να υλοποιεί τις απαιτήσεις των βιομηχάνων, του κεφαλαίου γενικότερα δεν υπάρχει. Ο λαός την πληρώνει. Γι' αυτό και ο λαός, οι εργαζόμενοι δεν πρέπει να σταθούν «ουδέτεροι» απέναντι σε αυτές τις απαιτήσεις και την υλοποίησή τους. Πρέπει οργανωμένα να τις αντιπαλέψουν.

Περί... οράματος για την Παιδεία

«

Οι εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις υπήρξαν στην ιστορία των κοινωνιών από τις σημαντικότερες στιγμές τους. Πρώτο, γιατί συμπύκνωναν τις προσδοκίες των κοινωνιών αυτών για το μέλλον τους. Το ερώτημα σε κάθε εκπαιδευτική μεταρρύθμιση είναι τι πολίτες θέλουμε, πώς να αναπαράγεται και να αναγεννιέται η κοινωνία στο μέλλον, εντέλει τι είδους κοινωνία οραματιζόμαστε»... Με αυτά τα λόγια ξεκίνησε την ομιλία του ο Αντώνης Λιάκος, πρόεδρος της «Επιτροπής Εθνικού και Κοινωνικού Διαλόγου για την Παιδεία», στην πρώτη συνεδρίαση αυτής της επιτροπής, την περασμένη Δευτέρα.

Λίγο - πολύ, ο Αντ. Λιάκος επαναφέρει το γνωστό ιδεολόγημα ότι «όλα ξεκινάνε από την Παιδεία» κι ότι τάχα αυτή είναι η βάση της κοινωνίας και όλα τα υπόλοιπα καθορίζονται από αυτήν. Ομως, ο ίδιος και μέσα από την επιστημονική του ιδιότητα γνωρίζει πολύ καλά ότι η Παιδεία βρίσκεται στο εποικοδόμημα του κοινωνικοοικονομικού σχηματισμού - στην προκειμένη περίπτωση του καπιταλισμού - και αναπαράγει την κυρίαρχη ιδεολογία, όπως και συνολικά τους στόχους και τις ανάγκες του κεφαλαίου. Ξεκινώντας από μια προσέγγιση που μιλάει για την κοινωνία μάλλον ως «άθροισμα ατόμων», ανεξάρτητα από το πλαίσιο στο οποίο ζουν, δηλαδή ανεξάρτητα από τις κοινωνικές - οικονομικές σχέσεις τους, υπόσχεται ότι με μια καλύτερη Παιδεία θα μπορούσαμε γενικά κι αόριστα όλοι να γίνουμε λίγο καλύτεροι κι ίσως και το βάρβαρο εκμεταλλευτικό σύστημα που ζούμε γίνει λίγο πιο... ανθρώπινο. Τα έχουμε ξανακούσει αυτά...

Μάλιστα, αμέσως μετά, ο Αντ. Λιάκος έκανε στην ομιλία του τη διαπίστωση ότι «τα τελευταία χρόνια έγιναν αλλεπάλληλες απόπειρες μεταρρυθμίσεων, οι οποίες αποδείχτηκαν ατελέσφορες και μερικές από αυτές επιβλαβείς. Το γεγονός αυτό θέτει τα ζήτημα μήπως η ελληνική κοινωνία δεν έχει ένα όραμα για το μέλλον της, μήπως το φαντασιακό για την Παιδεία αποτυπώνει ένα κατακερματισμένο κοινωνικό σώμα, χωρίς κοινές επιδιώξεις, το οποίο αντιμετωπίζει ευκαιριακά το παρόν του και χωρίς προοπτική; Ενδεχομένως ναι. Είναι σύμπτωμα ότι κάτι δε λειτουργεί στην κοινωνία, στον τρόπο που αναπτύσσεται». Οι αντιθέσεις που υπάρχουν μέσα στην κοινωνία, εκφράζουν τα διαφορετικά ταξικά συμφέροντα, που αντικειμενικά είναι ασυμφιλίωτα και δεν μπορούν να οδηγήσουν σε κοινές επιδιώξεις και «κοινό όραμα». Κι αυτές τις βαθιές ταξικές αντιθέσεις ο Αντ. Λιάκος τις γνωρίζει πολύ καλά, όσο κι αν θέλει να τις συγκαλύψει με το μανδύα της τάχα αναγκαίας συναίνεσης, συστρατεύοντας δηλαδή το λαό στους στόχους του κεφαλαίου, όπως επιτάσσει και ο ρόλος του ως προέδρου της «επιτροπής διαλόγου». Τις γνωρίζει, γιατί λίγο παρακάτω στην ομιλία του εντοπίζει ότι «η Εκπαίδευση έπαψε πλέον να λειτουργεί ως κοινωνικός ανελκυστήρας για τις λαϊκότερες τάξεις και την άνοδό τους στα μεσοστρώματα». Πρόκειται για μια διαπίστωση που επαναλαμβάνει διαρκώς και ο υπουργός Παιδείας, Ν. Φίλης.

Βέβαια, λένε τη μισή αλήθεια. Γιατί η αλήθεια είναι ότι αυτό που λένε «ταξική κινητικότητα» αποτελούσε τις προηγούμενες δεκαετίες ένα από τα μέσα για τη χειραγώγηση της εργατικής τάξης και των παιδιών της, αφού ο καπιταλισμός - και μέσω της Εκπαίδευσης - καλλιεργούσε το επίπλαστο «να ξεφύγουμε από την τάξη μας». Οι αιτίες που αυτό δε συμβαίνει όσο χτες, έχουν να κάνουν ακριβώς με τα σχετικά με χτες πιο στενά περιθώρια που υπάρχουν πια στον καπιταλισμό για να συντηρεί το κεφάλαιο τις κοινωνικές συμμαχίες του, εξαγοράζοντας με τον ίδιο τρόπο και ευκολία τα λεγόμενα «μεσαία» στρώματα. Εχουν να κάνουν με τη σημερινή φάση του καπιταλισμού. Γι' αυτό και σπέρνουν αυταπάτες ότι τάχα, αν μεταρρυθμίσουμε την Παιδεία, αυτή θα ξαναγίνει όχημα «ταξικής κινητικότητας» και «ανέλιξης». Ελα, όμως, που την ίδια στιγμή οι ίδιοι παραδέχονται ότι έχουμε πληθώρα νέων αξιόλογων επιστημόνων που μένουν άνεργοι, αναξιοποίητοι ή αναγκάζονται να μεταναστεύσουν... Είναι φανερό, λοιπόν, ότι αυτά που υπόσχονται για την Παιδεία, κλείνοντας πονηρά το μάτι σε ανθρώπους που είχαν ζήσει προ-προηγούμενες «χρυσές» δεκαετίες, είναι απατηλά και δεν ανταποκρίνονται στο «σήμερα». Οι νέοι πρέπει να απορρίψουν τα ιδεολογήματά τους...


Γ. Σ.



Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ