Από την πλευρά τους, διάφορα αστικά επιτελεία και ο αστικός Τύπος βρίσκουν ευκαιρία, αξιοποιώντας το γεγονός της επίθεσης, να μιλήσουν για «καθεστώς ανομίας» και «βίας», που φύεται στο έδαφος της λαϊκής δυσαρέσκειας, μπλέκοντας σε ένα κουβάρι τα πάντα: Από την κατάληψη κρατικών κτιρίων, ως μορφή διαμαρτυρίας για την αντιλαϊκή πολιτική, μέχρι τη δράση κουκουλοφόρων και την αποστολή παγιδευμένων με εκρηκτικά φακέλων σε βάρος πολιτικών.
Εφτασαν στο σημείο κάποιοι να παραλληλίζουν αυτά που γίνονται στην Ελλάδα με τις επιθέσεις των οπαδών του «Ισλαμικού Κράτους» σε άλλα κράτη της Ευρώπης, με κοινό παρονομαστή την προσπάθεια «αποσταθεροποίησης», απέναντι στην οποία απαιτείται συναίνεση και συνεννόηση όλων. Γι' αυτό καλούνται όλα τα κόμματα να διαμορφώσουν ενιαία στάση απέναντι σε ό,τι υπονομεύει τη «σταθερότητα» και την ανάκαμψη της οικονομίας.
Ετσι, σκόπιμα και συνειδητά μπερδεύεται η μαζική εργατική - λαϊκή πάλη, που αμφισβητεί τους στόχους και τα προτάγματα του κεφαλαίου, με τις προβοκάτσιες ομάδων και προσώπων, η δράση των οποίων αξιοποιείται από το κράτος για να πάρει μέτρα καταστολής και προληπτικής παρεμπόδισης του κινήματος, αλλά και που υπηρετούν σχεδιασμούς ενταγμένους σε ενδοαστικές αντιθέσεις και ανταγωνισμούς.
Ανάλογες υπηρεσίες προσφέρουν και οι δηλώσεις που συνειδητά ή ασυνείδητα, στο όνομα του δήθεν «αντισυστημισμού», καταλήγουν σε ανοιχτή στήριξη της προβοκάτσιας, η οποία ξετυλίγεται από την πρώτη ώρα της επίθεσης, την περασμένη Πέμπτη. Ο λαός δεν πρέπει να ανεχτεί κανενός είδους προβοκάτσια, απ' όπου κι αν προέρχεται, σε βάρος της δικαιολογημένης αγανάκτησης για την πολιτική που τον τσακίζει, τους μαζικούς και οργανωμένους αγώνες για την ανατροπή της.