ΕΚΤ - ΔΝΤ: Ανταγωνισμοί για τους μηχανισμούς κρατικών διασώσεων, με φόντο τον επόμενο κύκλο καπιταλιστικής κρίσης
«ΕΝΑΛΛΑΚΤΙΚΑ» ΚΑΥΣΙΜΑ ΣΤΗ ΝΑΥΤΙΛΙΑ: «Ευκαιρίες» ενταγμένες στον ευρύτερο σχεδιασμό μετατροπής της Ελλάδας σε ενεργειακό κόμβο
ΗΠΑ - ΚΙΝΑ: Σε «πορεία σύγκρουσης» για την πρωτοκαθεδρία στις νέες τεχνολογίες και την καινοτομία
ΑΦΡΙΚΑΝΙΚΗ ΕΝΩΣΗ: Διαβουλεύσεις για συμφωνία «Ζώνης Ελεύθερου Εμπορίου» προς όφελος μονοπωλιακών ομίλων
Την ίδια ώρα, εκθέσεις και «απόψεις» των ιμπεριαλιστικών οργανισμών εστιάζουν στο ζήτημα της διαμόρφωσης νέων μηχανισμών και χρηματοδοτικών εργαλείων, «για τους δύσκολους καιρούς» στην Ευρωζώνη, όπως ζητά η πλευρά του ΔΝΤ. Μάλιστα, σε γενικές γραμμές, η έκθεση του ΔΝΤ εστιάζει στην «προικοδότηση» του ταμείου διασώσεων της Ευρωζώνης με τη συμβολή των κρατών - μελών, ανάλογα και με το ύψος του ΑΕΠ που εμφανίζει το καθένα από αυτά. Η πρόταση του ΔΝΤ, εφόσον «περπατούσε» στην πράξη, θα αποτελούσε πεδίο ανταγωνισμών και στο εσωτερικό της Ευρωζώνης, ενώ βέβαια τα αστικά επιτελεία στη Γερμανία ήδη έσπευσαν να την απορρίψουν.
Καθόλου τυχαία, η πλευρά της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, μια μέρα μετά το ΔΝΤ, έσπευσε να «βγάλει από το συρτάρι» και να δημοσιοποιήσει έκθεση μελετητών της υπό το χαρακτηριστικό τίτλο «Κεντρικό σταθεροποιητικό ταμείο με ελάχιστο ηθικό κίνδυνο για την Οικονομική και Νομισματική Ενωση που βασίζεται στο παγκόσμιο εμπόριο», ως απάντηση, προφανώς, στην πρόταση του ΔΝΤ αναφορικά με το «σταθεροποιητικό ταμείο της Ευρωζώνης για τους δύσκολους καιρούς».
Σε κάθε περίπτωση, τόσο οι «θεσμοί» της Ευρωζώνης όσο και το ΔΝΤ σταθερά δουλεύουν πάνω στη διαμόρφωση μηχανισμών οικονομικών διασώσεων με φόντο τους «κινδύνους» για την εκδήλωση νέου κύκλου καπιταλιστικής κρίσης. Και στο πεδίο αυτό βέβαια εκδηλώνονται οι ενδοκαπιταλιστικοί ανταγωνισμοί αναφορικά με τον μεταξύ τους επιμερισμό της χασούρας, της καταστροφής κεφαλαίων που αδυνατούν να βρουν κερδοφόρες διεξόδους σε κλάδους της οικονομίας και της παραγωγής.
Σε ό,τι αφορά το ΔΝΤ, με αφορμή τη συζήτηση και τις διεργασίες γύρω από την «εμβάθυνση της Οικονομικής και Νομισματικής Ενωσης», προχώρησε αυτήν τη βδομάδα σε προτάσεις αναφορικά με το νευραλγικό ζήτημα του τρόπου χρηματοδότησης για το υπό διαμόρφωση ταμείο κρατικών και τραπεζικών διασώσεων στην ΕΕ. Ουσιαστικά πρόκειται για το λεγόμενο Ευρωπαϊκό Νομισματικό Ταμείο (αλλά με διαφορετικό τρόπο χρηματοδότησης), που θα προέλθει από την αναβάθμιση του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ESM), που με τη σειρά του θα αναλάβει ειδικό ρόλο στην επόπτευση της αντιλαϊκής πολιτικής.
Σε αυτό το πλαίσιο, η επικεφαλής του ΔΝΤ, Κρ. Λαγκάρντ, πρότεινε τη χρηματοδότηση του ταμείου με καταβολή ετήσιων συνδρομών από τα κράτη της Ευρωζώνης, «ώστε να δημιουργηθούν αποθέματα σε καλούς καιρούς και να μπορεί να δοθεί στήριξη σε συγκεκριμένες χώρες σε δύσκολους καιρούς». Σε «ακραίες περιπτώσεις», τα κράτη - μέλη θα μπορούσαν να δανειστούν από το ταμείο και να αποπληρώσουν τα δάνεια με μελλοντικές συνεισφορές, ενώ και οι αποδιδόμενες ενισχύσεις θα συνδέονται με την τήρηση των δημοσιονομικών κανόνων της ΕΕ.
Το «ζουμί» της πρότασης του ΔΝΤ βρίσκεται στο ύψος των ετήσιων συνδρομών από τα κράτη - μέλη, που θα προσδιορίζονται και με βάση κριτήρια κινδύνου για μελλοντικές κρίσεις, όπως από το ύψος του κρατικού χρέους, την εξέλιξη του ΑΕΠ, τα ποσοστά της επίσημης ανεργίας κ.ά. Σε περίπτωση χρηματοδότησής τους από τον μηχανισμό, τα κράτη - μέλη θα τον εξοφλούν μόλις ανακάμψουν, καταβάλλοντας αυξημένες εισφορές.
Για το ελληνικό κράτος, η ετήσια συνδρομή εκτιμάται στο 1% του ΑΕΠ, κατά πολύ μεγαλύτερο από άλλα κράτη - μέλη (ως ποσοστό), αλλά με δυνατότητες μεγάλων ενισχύσεων σε περιόδους ξεσπάσματος καπιταλιστικών κρίσεων.
Σε κάθε περίπτωση, η νέα πρόταση του ΔΝΤ φαίνεται να συνδέεται και με τους ενδοϊμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς που εκδηλώνονται με την Ευρωζώνη.
Σε αυτό το φόντο, με βάση τις ποσοστώσεις που προτείνονται από το ΔΝΤ, οι ετήσιες «συνδρομές» του γερμανικού κράτους διαμορφώνονται σε περισσότερα από 11 δισ. ευρώ και, όπως τόνισε ο επικεφαλής του ινστιτούτου οικονομικών ερευνών (DIW) της Γερμανίας, «δεν πρόκειται κάποια συγκεκριμένα κράτη μονίμως να πληρώνουν και να χρηματοδοτούν άλλα»...
Την ίδια ώρα, η μελέτη που δημοσιοποίησε η ΕΚΤ, προτείνει ένα νέο «ταμείο σταθεροποίησης βασιζόμενο στις εξαγωγές» για την Ευρωζώνη που θα προβλέπει διακρατικές μεταβιβάσεις κεφαλαίων. Σε αυτό το πλαίσιο, σε περίπτωση που το παγκόσμιο εμπόριο για έναν συγκεκριμένο κλάδο μειωθεί, όπως θα καταγραφεί στις συνολικές εξαγωγές της Ευρωζώνης στο συγκεκριμένο κλάδο, τότε τα κράτη - μέλη που έχουν μεγαλύτερη ένταση στον τομέα αυτό, θα έχουν χρηματοδοτική στήριξη από κράτη με σχετικά χαμηλότερη παρουσία στον ίδιο κλάδο.
Η μελέτη που δημοσιοποίησε η ΕΚΤ αναφέρει ότι το «σταθεροποιητικό ταμείο» μπορεί να είναι ιδιαίτερα χρήσιμο στην «περίπτωση ασύμμετρων σοκ», δηλαδή στην περίπτωση που η χασούρα θα έχει διαφορετικό αντίκτυπο στη μια ή στην άλλη καπιταλιστική οικονομία, με γνώμονα βέβαια τη στήριξη των επιχειρηματικών ομίλων εξαγωγικού προσανατολισμού, στο βαθμό που θα υποστούν απώλειες από τη μείωση του παγκόσμιου εμπορίου και των εξαγωγών τους.
Σύμφωνα με την ίδια πρόταση, οι διακρατικές μεταφορές κεφαλαίων σχετίζονται με εξωγενείς εξελίξεις στο παγκόσμιο εμπόριο, επομένως, όπως λένε, το σχέδιο είναι σχετικά απαλλαγμένο από τον «ηθικό κίνδυνο», λέγοντας ουσιαστικά ότι δεν θα είναι στο χέρι των κυβερνήσεων να αποφασίζουν για το ύψος των ενισχύσεων. Ταυτόχρονα, όπως χαρακτηριστικά τονίζεται, το εν λόγω σχέδιο δεν εξασθενίζει τα κίνητρα των κυβερνήσεων αναφορικά με την εφαρμογή «ενάρετης» δημοσιονομικής πολιτικής και προώθησης των «διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων».
Σε κάθε περίπτωση, οι ιμπεριαλιστικοί «θεσμοί», εν μέσω των ανταγωνισμών τους, προετοιμάζονται για τον επόμενο κύκλο της καπιταλιστικής κρίσης, σε μια εξέλιξη που έρχεται να επιταχύνει τα αντιλαϊκά αντανακλαστικά και τις αναδιαρθρώσεις που στοχεύουν στην τόνωση της ανταγωνιστικότητας των μονοπωλίων. Την προοπτική αυτή έρχεται να στηρίξει και το σχέδιο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την «εμβάθυνση της ΟΝΕ», που προβλέπει, μεταξύ άλλων, την «παροχή στήριξης στα κράτη - μέλη για την υλοποίηση διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων».
Σύμφωνα με τη διεθνή σύμβαση για την «πρόληψη της ρύπανσης από τα πλοία» του Διεθνή Ναυτιλιακού Οργανισμού, σταδιακά πρέπει να περιοριστούν οι εκπομπές ρύπων από τη ναυτιλία. Συγκεκριμένα, προβλέπεται ότι κανένα πλοίο δεν μπορεί να χρησιμοποιεί καύσιμα με περιεκτικότητα σε θείο άνω του 0,5%, που σημαίνει ότι θα πρέπει να υπάρξει μείωση κατά 3,5% σε σχέση με τα υφιστάμενα επιτρεπόμενα επίπεδα.
Με δεδομένο ότι ο ελληνόκτητος εμπορικός στόλος κατέχει την πρώτη θέση με περίπου 20% του συνολικού στόλου σε χωρητικότητα εκτοπίσματος (dwt) παγκοσμίως - και σχεδόν το 50% του στόλου της ΕΕ, με 5.000, που μόλις το 20% αυτών φέρουν ελληνική σημαία - οι εφοπλιστές βρίσκονται σε αναζήτηση νέων τεχνολογιών για τα πλοία τους. Θεωρητικά, οι πλοιοκτήτες έχουν ένα πλήθος επιλογών, που είναι μετατροπή των κινητήρων των πλοίων τους από την καύση μαζούτ σε ναυτιλιακό πετρέλαιο ή σε εναλλακτικά καύσιμα όπως το ΥΦΑ, χρήση άλλων υβριδικών καυσίμων με πολύ χαμηλή περιεκτικότητα σε θείο, εγκατάσταση συστημάτων που διατηρούν τα σημερινά καύσιμα, αλλά επεξεργάζονται και μειώνουν τους εκπεμπόμενους ρύπους, ή ακόμη και να επιλέξουν την ηλεκτρική ενέργεια, τις Ανανεώσιμες Πηγές.
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, φαίνεται να υπάρχει σήμερα μεγάλο ενδιαφέρον για τη χρήση Υγροποιημένου Φυσικού Αερίου (LNG), τόσο στα νέα όσο και στα υφιστάμενα πλοία, εφόσον αυτό είναι τεχνολογικά εφικτό και οικονομικά αποδοτικό.
Αν και η ακριβής χρονολογία έναρξης και το εύρος ισχύος των αποφάσεων του ΔΟΝ θα κριθούν σε μεγάλο βαθμό από την εξέλιξη των συνολικότερων ανταγωνισμών ανάμεσα σε επιχειρηματικούς ομίλους και τμήματα του κεφαλαίου, η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ σπεύδει και σε αυτόν τον τομέα να «πάρει τα μέτρα της», μπαίνοντας μπροστά για να ανοίξουν τα νέα πεδία «πράσινης» κερδοφορίας.
Χαρακτηριστικά για το πώς προωθούνται οι στόχοι αυτοί είναι τα όσα είπε ο υπουργός Περιβάλλοντος, Γ. Σταθάκης, πρόσφατα, μιλώντας στο 18ο Ναυτιλιακό Συνέδριο «Mare Forum Greece 2018».
Ο υπουργός εμφανίστηκε να υποστηρίζει την επιλογή της χρήσης του Υγροποιημένου Φυσικού Αερίου ως την «πιο βιώσιμη επιλογή», καθώς συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις για τους περιορισμούς των εκπομπών ρύπων. Οπως είπε, «η Ελλάδα έχει τη δυνατότητα να μετατραπεί σε βασικό τμήμα αυτής της μετάβασης στην περιοχή της Μεσογείου, θέτοντας σε λειτουργία σταθμό ανεφοδιασμού με ΥΦΑ για παράδειγμα στη Ρεβυθούσα ή με τη χρήση πλοίων ανεφοδιασμού καυσίμων». Παράλληλα, αναφέρθηκε και στην επιλογή χρήσης του ηλεκτρισμού ως εναλλακτικού καυσίμου για τη ναυτιλία, αφού, όπως είπε, και «αυτή η επιλογή δημιουργεί σημαντικές προοπτικές για τα ελληνικά λιμάνια», ενώ το σχέδιο για εξηλεκτρισμό του λιμανιού της Κυλλήνης «αποτελεί το πρώτο βήμα προς αυτήν την κατεύθυνση».
Οπως πρόσθεσε ο υπουργός, με δεδομένο ότι η Ευρώπη είναι εισαγωγέας αερίου, είτε μέσω αγωγών είτε με τη μορφή του ΥΦΑ, «η Ελλάδα φιλοδοξεί να διαδραματίσει κεντρικό ρόλο, ως κέντρο διαμετακόμισης στην ευρωπαϊκή "αρένα" φυσικού αερίου». Δεν παρέλειψε βεβαίως να αναφερθεί στους Ελληνες πλοιοκτήτες που επενδύουν τεράστια χρηματικά ποσά τα τελευταία χρόνια για τη ναυπήγηση νέων πλοίων μεταφοράς ΥΦΑ, ελέγχοντας μέχρι στιγμής το 15% της συνολικής παγκόσμιας χωρητικότητας τέτοιων πλοίων, με φιλοδοξίες να αυξήσουν το μερίδιό τους. Σε αυτό το πλαίσιο εντάσσεται και η στρατηγική στην οποία αναφέρθηκε ο Γ. Σταθάκης για τη δημιουργία δύο πυλών εισόδου αερίου στην Ελλάδα, στη Ρεβυθούσα και τον σχεδιαζόμενο πλωτό σταθμό ΥΦΑ της Αλεξανδρούπολης και τον ελληνοβουλγαρικό διασυνδετήριο αγωγό φυσικού αερίου.
Την ίδια στιγμή, η κυβέρνηση έχει προετοιμάσει το θεσμικό πλαίσιο για την προώθηση χρήσης του ΥΦΑ ως ναυτιλιακού καυσίμου μέσω του επονομαζόμενου «Εθνικού Πλαισίου Πολιτικής (ΕΠΠ) για την ανάπτυξη της αγοράς Υποδομών Εναλλακτικών Καυσίμων» (ΦΕΚ 3824/Β/31-10-2017). Η Ελλάδα μέσω της ΔΕΠΑ συμμετέχει στο πρόγραμμα «Poseidon Med II», το οποίο, όπως αναφέρεται στον παραπάνω νόμο, «αποτελεί τον οδικό χάρτη για την ευρεία υιοθέτηση του LNG ως ασφαλούς, περιβαλλοντικά φιλικού και βιώσιμου εναλλακτικού καυσίμου στη ναυτιλία, ωθώντας τις θαλάσσιες μεταφορές στην Ανατολική Μεσόγειο προς ένα πιο πράσινο μέλλον». Το πρόγραμμα, το οποίο συγχρηματοδοτείται από την Ευρωπαϊκή Ενωση, υλοποιείται στην Ελλάδα, την Ιταλία και την Κύπρο, ενώ συμμετέχουν έξι λιμάνια (Πειραιάς, Πάτρα, Ηράκλειο, Ηγουμενίτσα, Λεμεσός και Βενετία) και ο τερματικός σταθμός LNG στη Ρεβυθούσα, με στόχο τον σχεδιασμό «μιας ολοκληρωμένης αποτελεσματικής εφοδιαστικής αλυσίδας ΥΦΑ». Το έργο, με αρχική χρηματοδότηση 33,4 εκατ. ευρώ σύμφωνα με το ΕΠΠ, «στοχεύει να λάβει όλα τα αναγκαία μέτρα για την υιοθέτηση του Υγροποιημένου Φυσικού Αερίου ως καυσίμου πλοίων στην Ανατολική Μεσόγειο, καθιστώντας την Ελλάδα έναν διεθνές θαλάσσιο κόμβο ανεφοδιασμού και διανομής Υγροποιημένου Φυσικού Αερίου στη Νοτιοανατολική Ευρώπη».
Παράλληλα, το ΕΠΠ περιλαμβάνει σχεδιασμό για την από ξηράς παροχή ηλεκτρικής ενέργειας στα πλοία, στο πλαίσιο του έργου «ELEMED», και υλοποιείται με τη συμμετοχή Ελλάδας, Κύπρου και Σλοβενίας και τεσσάρων λιμανιών, του Κόπερ της Σλοβενίας, της Κυλλήνης, του Πειραιά και της Λεμεσού, το οποίο αποτελεί μέρος διεθνούς έργου για την εφαρμογή «φιλικών προς το περιβάλλον» θαλάσσιων μεταφορών στην Αδριατική Θάλασσα και το Ιόνιο Πέλαγος. Αποσκοπεί σε τεχνικές μελέτες και σχέδια γύρω από υποδομές για το λεγόμενο «cold-ironing», δηλαδή την προμήθεια ηλεκτρικής ενέργειας στο πλοίο κατά το διάστημα ελλιμενισμού του, από πηγές παροχής ηλεκτρικής ενέργειας που διαθέτει το λιμάνι ώστε να μειωθεί η εκπομπή ρύπων εντός της περιοχής των λιμένων, που συνήθως είναι κοντά σε κατοικημένες περιοχές, ενώ είναι ξεκάθαρο ότι πρόκειται για άμεση συμβολή στο κόστος κατανάλωσης καυσίμων των πλοίων.
Ηδη, στο πλαίσιο του ίδιου προγράμματος, προωθείται η πιλοτική κατασκευή εγκαταστάσεων ηλεκτροδότησης πλοίων στο λιμάνι της Κυλλήνης, το οποίο προσελκύει σήμερα κρουαζιερόπλοια. Οπως ομολογείται στο ΕΠΠ μέσω της από ξηράς παροχής ηλεκτρικής ενέργειας, «βελτιώνεται και ο κύκλος ζωής των πλοίων, ενώ μειώνεται και η χρήση πόρων», ενώ τονίζεται ότι εκπρόσωποι της Ενωσης Πλοιοκτητών έχουν εκδηλώσει ενδιαφέρον αρχικά για την εγκατάσταση συστημάτων ηλεκτροδότησης σε κεντρικά λιμάνια, όπως του Πειραιά, «ώστε κατά την παραμονή των πλοίων στο λιμένα να μη γίνεται χρήση των μονάδων παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας (γεννητριών) των πλοίων».
Σκοπός του ευρύτερου σχεδιασμού της κυβέρνησης για την παροχή «εναλλακτικών» καυσίμων στις θαλάσσιες μεταφορές είναι η δημιουργία τέτοιων υποδομών και στα πέντε εγχώρια λιμάνια που είναι ενταγμένα στο Διευρωπαϊκό Δίκτυο Μεταφορών (ΔΕΔ-Μ), Πειραιάς, Πάτρα, Ηγουμενίτσα, Ηράκλειο Κρήτης και Θεσσαλονίκη, και ήδη εκδηλώνεται μεγάλο ενδιαφέρον για εγκαταστάσεις παροχής από τους φορείς και της επιχειρήσεις που ασχολούνται με τη ναυτιλία. Η ΔΕΠΑ έχει αναλάβει τον σχεδιασμό ανάπτυξης υποδομών ΥΦΑ στα λιμάνια της Πάτρας, της Ηγουμενίτσας και του Ηρακλείου Κρήτης και σε επόμενη φάση θα εξεταστεί και η περίπτωση του λιμένα Θεσσαλονίκης, ενώ στους σχεδιασμούς βρίσκεται η εγκατάσταση τέτοιων υποδομών και στο λιμάνι της Αλεξανδρούπολης.
Εκτός των παραπάνω, αξίζει να σημειώσουμε ότι σε πιλοτική φάση αναπτύσσεται ένα ακόμη ευρωενωσιακό πρόγραμμα για την προώθηση του ΥΦΑ ως ναυτιλιακού καυσίμου και για την ακτοπλοΐα, με την επωνυμία «Archipelago - LNG». Το πρόγραμμα υποστηρίζεται από την ΔΕΠΑ, την «Ενωση Εφοπλιστών Ναυτιλίας Μικρών Αποστάσεων» και τα Ναυπηγεία Νεωρίου Σύρου και προβλέπει την εγκατάσταση υποδομών παροχών Υγροποιημένου Φυσικού Αερίου σε νησιά του Νοτίου Αιγαίου, με πρώτη στόχευση το λιμάνι της Σύρου.
Το θέμα είναι βέβαιο ότι θα απασχολήσει ιδιαίτερα το επόμενο διάστημα, καθώς πλησιάζουμε στις ημερομηνίες - ορόσημο και σίγουρα εμπεριέχει αρκετές πλευρές, μεταξύ των οποίων και η περιβαλλοντική αλλά και η διάσταση ασφάλειας των περιοχών όπου θα δημιουργηθούν τέτοιες υποδομές. Οπως φυσικά και οι μέθοδοι που τελικά θα ακολουθηθούν από την όποια κυβέρνηση, ώστε να χρηματοδοτηθεί άμεσα ή έμμεσα το κόστος μετάβασης των εφοπλιστών στις νέες τεχνολογίες καυσίμων.
Ο εμπορικός πόλεμος είναι μόνο η κορυφή του παγόβουνου στον ανταγωνισμό για πολιτική, οικονομική και στρατιωτική κυριαρχία
Chinatopix |
Οι ηγέτες των καπιταλιστικών κρατών και τα επιτελεία τους γνωρίζουν ότι η τεχνολογική κυριαρχία σημαίνει δύναμη σε όλες τις σφαίρες επιρροής. Η Γερμανίδα καγκελάριος, Αγκελα Μέρκελ, συχνά υπογραμμίζει τη σημασία της ψηφιοποίησης και της καινοτομίας, καθώς «άλλες χώρες προχωράνε πολύ γρήγορα». «Ο κόσμος αλλάζει ραγδαία» στο πλαίσιο της τεχνολογικής κι επιστημονικής προόδου, τόνισε πρόσφατα μιλώντας στη γερμανική Βουλή και δεν είναι «εγγυημένο ότι σε πέντε ή δέκα χρόνια θα είμαστε τόσο καλά όσο σήμερα». Η «Google» θα ανοίξει ερευνητικό κέντρο τεχνητής νοημοσύνης στο Παρίσι μετά από επαφές που είχε με τον Γάλλο Πρόεδρο, Εμανουέλ Μακρόν. Επίσης, το θέμα της ψηφιοποίησης και της χρήσης της τεχνητής νοημοσύνης στα οπλικά συστήματα απασχόλησε και τη φετινή Συνδιάσκεψη Ασφαλείας του Μονάχου.
Την προηγούμενη βδομάδα η αμερικανική κυβέρνηση ανακοίνωσε επιπρόσθετα με τους δασμούς σε χάλυβα και αλουμίνιο, την επιβολή υψηλής φορολογίας σε εμπορεύματα που εισάγονται από την Κίνα, καθώς και περιορισμούς στις κινεζικές επενδύσεις στις ΗΠΑ. Περισσότερο πλήττονται επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στην τεχνολογία πληροφοριών και τα ηλεκτρικά είδη με υψηλά ποσοστά εξαγωγών.
Ρεπορτάζ της «Wall Street Journal» αναφέρεται σε επιστολή του υπουργού Οικονομίας, Στίβεν Μνούτσιν, και του εμπορικού αντιπροσώπου των ΗΠΑ, Ρόμπερτ Λαϊτχάιζερ, προς τον σημαντικό οικονομικό σύμβουλο του Κινέζου Προέδρου, Σι Τζινπίνγκ, και αντιπρόεδρο της κινεζικής κυβέρνησης, Λιου Χι, στην οποία καταγράφονται απαιτήσεις της αμερικανικής κυβέρνησης, όπως: Η Κίνα να αγοράζει περισσότερους ημιαγωγούς από τις ΗΠΑ, να μειώσει τη φορολόγηση στις εισαγωγές αμερικανικών αυτοκινήτων και να επιτρέπει στις αμερικανικές χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις να επενδύουν περισσότερο σε κινεζικές εταιρείες από ό,τι μέχρι τώρα.
Οι «Financial Times» αναφέρουν πως η Κίνα ήδη συζητά το θέμα των ημιαγωγών και των χρηματοπιστωτικών επιχειρήσεων, χωρίς ωστόσο αυτό να σημαίνει πως το παζάρι σταματάει εδώ ή ότι αυτά τα αιτήματα αποτελούν την ουσία της αντιπαράθεσης.
Σύμφωνα με ειδικούς, στελέχη επιχειρήσεων και οικονομολόγους, οι δύο ισχυρές δυνάμεις βρίσκονται σε «πορεία σύγκρουσης» και η κατάσταση είναι εκρηκτική. Οπως υπογραμμίζουν, η αμερικανική κυβέρνηση δεν διαμαρτύρεται μόνο για το εμπορικό έλλειμμα των ΗΠΑ με την Κίνα (375 δισ. δολάρια πέρυσι, όπως ισχυρίζεται η αμερικανική κυβέρνηση), αλλά επιπλέον την κατηγορεί για κλοπή πνευματικής ιδιοκτησίας από Αμερικανούς εφευρέτες. Δεν πρόκειται μόνο για την κυβέρνηση του Ντόναλντ Τραμπ. Αντίστοιχες κατηγορίες είχε εκτοξεύσει και ο Μπαράκ Ομπάμα, ο οποίος είχε έρθει σε άμεση αντιπαράθεση με τον Κινέζο Πρόεδρο Σι.
Αξίζει να σημειωθεί πως στα μέσα του μήνα η αμερικανική κυβέρνηση εμπόδισε την «επιθετική εξαγορά» της μεγαλύτερης παγκοσμίως αμερικανικής εταιρείας παραγωγής τσιπ (για κινητά τηλέφωνα και τάμπλετ), «Qualcomm», από την «Broadcom», επικαλούμενη λόγους «εθνικής ασφάλειας». Η «Broadcom» ανακοίνωσε ότι θα μεταφέρει την έδρα της από τη Σιγκαπούρη στις ΗΠΑ για να «διασκεδάσει τις ανησυχίες των αρχών των ΗΠΑ». Ενώ τα τσιπ αποτελούν το μεγαλύτερο μέρος των πωλήσεων της αμερικανικής εταιρείας, τα κέρδη της προέρχονται κυρίως από τις άδειες διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας (πατέντες) για διάφορες τεχνολογίες. Επιπλέον, η «Qualcomm» εργάζεται για λογαριασμό των κρατικών αρχών των ΗΠΑ.
«Βλέπω τον κίνδυνο οι ΗΠΑ και η Κίνα να μη βρουν λύση», λέει στη γερμανική «Frankfurter Allgemeine Zeitung» ο Γεργκ Βούτκε, επί πολλά χρόνια πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Εμπορικού Επιμελητηρίου στην Κίνα. Κατά τη γνώμη του, η σύγκρουση αφορά πολύ περισσότερα από την εισαγωγή και εξαγωγή αγαθών ή τις επενδυτικές ευκαιρίες. «Ο Τραμπ δεν πιέζει για να ανοίξει η κινεζική αγορά. Πολύ περισσότερο επιδιώκει η Κίνα να μην αποκτήσει πλέον υψηλή τεχνολογία. Είναι ένας αγώνας καινοτομίας», προσθέτει. Αλλοι πολιτικοί επιστήμονες και οικονομολόγοι κάνουν λόγο για έναν «τεχνολογικό Ψυχρό Πόλεμο» μεταξύ των δύο μεγαλύτερων οικονομιών του κόσμου.
Ο μακροχρόνιος προϊστάμενος της «Google» και σύμβουλος του Πεντάγωνου, Ερικ Σμιντ, προειδοποίησε (Νοέμβρης 2017): «Αν η Αμερική υστερήσει στην επιχειρηματική δραστηριότητα στον τομέα της τεχνητής νοημοσύνης, σε πέντε χρόνια δεν θα είναι πια ηγέτης και η Κίνα θα την έχει ξεπεράσει». «Οι Κινέζοι θα χρησιμοποιούν αυτήν την τεχνολογία για εμπορικούς και στρατιωτικούς σκοπούς, με ό,τι αυτό συνεπάγεται», πρόσθεσε, και αναφέρθηκε στο εθνικό σχέδιο για την τεχνητή νοημοσύνη, που παρουσίασε το περασμένο καλοκαίρι η κινεζική κυβέρνηση με στόχο η χώρα να καταστεί «τεχνολογικός ηγέτης» έως το 2030.
Για πρώτη φορά, τον τελευταίο χρόνο περισσότερες επιστημονικές δημοσιεύσεις προέρχονται από την Κίνα σε σχέση με οποιαδήποτε άλλη χώρα του κόσμου, υπολόγισε το Αμερικανικό Εθνικό Ιδρυμα Επιστημών, οι κινεζικές ευρεσιτεχνίες εμφανίζονται αυξημένες σε σχέση με τις αμερικανικές, η κρατική χρηματοδότηση της καινοτομίας έχει τετραπλασιαστεί τα τελευταία χρόνια. Επιπλέον, οι τρεις μεγάλες κινεζικές εταιρείες διαδικτύου - «Alibaba», «Baidu» και «Tencent» - έχουν την ίδια αξία στο χρηματιστήριο, όπως οι αντίστοιχες αμερικανικές «Amazon», «Google» και «Facebook».
Ταυτόχρονα, οι συνθήκες για εξέλιξη της τεχνητής νοημοσύνης είναι πολύ καλές: Η αγορά είναι τεράστια. Από τα περίπου 1,4 δισ. Κινέζων, τα 800 εκατ. χρησιμοποιούν τακτικά το διαδίκτυο. Ενδεικτικά, η αγορά ψηφιακών πληρωμών είναι πενήντα φορές μεγαλύτερη από την αμερικανική. Επίσης, η νομοθεσία είναι εξαιρετικά «χαλαρή» για την προστασία των προσωπικών δεδομένων. «Αυτό που θα κάνει την Κίνα μεγάλη στην τεχνητή νοημοσύνη και τα Big Data είναι ότι δεν υπάρχει σοβαρός νόμος για την προστασία των δεδομένων στην Κίνα», τονίζει ο διευθυντής της Credit Suisse στην Ασία, Ντονγκ Τάο, και φέρνει ως παράδειγμα τον τεχνολογικό όμιλο «Tencent» που έχει στην κατοχή του την «App WeChat»: «Επεξεργάζεται 7 δισ. φωτογραφίες την ημέρα - αυτή είναι μια τεράστια πηγή δεδομένων. Θα έχει ένα προβάδισμα στην αναγνώριση εικόνων».
Αν συνεχιστεί αυτή η τάση, είναι θέμα χρόνου η Κίνα να ξεπεράσει τις δυτικές βιομηχανικές χώρες, και αυτό δεν πρόκειται να το εμποδίσουν οποιοιδήποτε δασμοί κι αν επιβληθούν, προειδοποιούν οι οικονομολόγοι.
Αυτό που καθιστά τη σύγκρουση τόσο περίπλοκη, ωστόσο, δεν είναι μόνο τα διαφορετικά επίπεδα στα οποία εκτυλίσσεται. Οι δύο ισχυρές καπιταλιστικές οικονομίες είναι στην πραγματικότητα αλληλένδετες και αλληλεξαρτώμενες. Παρά το εμπορικό έλλειμμα, η αμερικανική πλευρά επωφελείται από τη διμερή οικονομική και εμπορική συνεργασία με την Κίνα.
Το εμπόριο υπηρεσιών δεν αντικατοπτρίζεται πλήρως στις στατιστικές των ΗΠΑ για το ύψος του ελλείμματος, λένε Αμερικανοί οικονομολόγοι και Κινέζοι αξιωματούχοι. Ο κλάδος των υπηρεσιών αντιπροσωπεύει πάνω από το 70% του ΑΕΠ στις ΗΠΑ, μια χώρα που απολαμβάνει μεγάλο πλεόνασμα από το εμπόριο υπηρεσιών, λέει ο διευθυντής του Κέντρου Διακρατικού Δικαίου και Επιχειρήσεων του Πανεπιστημίου της Νότιας Καλιφόρνιας, Μπράιαν Πεκ. Ως προς τα «ποιοτικά στοιχεία» των αμερικανικών εξαγωγών, οι ΗΠΑ έχουν ευνοϊκό εμπορικό ισοζύγιο στα αγροτικά προϊόντα, στη βιομηχανία υψηλής τεχνολογίας και τις υπηρεσίες. Ωστόσο, οι ΗΠΑ επιβάλλουν διάφορους περιορισμούς στην εξαγωγή εξοπλισμού υψηλών προδιαγραφών και προηγμένων τεχνολογιών σε άλλες χώρες, ιδίως στην Κίνα και υπό τον φόβο της «κλοπής» τεχνογνωσίας. Σύμφωνα με τον Κινέζο υπουργό Εμπορίου, Τζονγκ Σαν, «το εμπορικό έλλειμμα θα μειωθεί κατά 35%, εάν η Ουάσιγκτον χαλαρώσει τους περιορισμούς στο εμπόριο υψηλής τεχνολογίας με την Κίνα».
Εξάλλου, πολλές αμερικανικές εταιρείες παράγουν φθηνότερα στην Απω Ανατολή απ' ό,τι στις ΗΠΑ. Ταυτόχρονα, η Κίνα έχει γίνει ο μεγαλύτερος πιστωτής των ΗΠΑ μέσω εκτεταμένης αγοράς κρατικών ομολόγων.
Δεν προκαλούν, λοιπόν, εντύπωση οι προειδοποιήσεις - ακόμη και Αμερικανών - μεγαλοεπιχειρηματιών και Ευρωπαίων πολιτικών προς τις δύο πλευρές να μην κλιμακώσουν την εμπορική σύγκρουση. «Είμαστε όλοι λίγο "Κίνα", γιατί είμαστε πολύ ισχυροί πελάτες και προμηθευτές της Κίνας», σημείωσε προ ημερών ο γενικός διευθυντής του Γερμανικού Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου, Μάρτιν Βανσλέμπεν.
Ο διευθύνων σύμβουλος της «Apple», Τιμ Κουκ, μιλώντας το Σάββατο στο Αναπτυξιακό Φόρουμ στην Κίνα ζήτησε «ψυχραιμία». Πολλές εταιρείες τεχνολογίας, όπως η «Apple», συγκεντρώνουν την πλειοψηφία των προϊόντων τους στην Κίνα για εξαγωγή σε άλλες χώρες, ενώ ηλεκτρικά και τεχνολογικά προϊόντα αποτελούν το μεγαλύτερο μέρος των εισαγωγών των ΗΠΑ από την Κίνα. Στο μεταξύ, η «Apple» και άλλες ξένες επιχειρήσεις τεχνολογίας αντιμετωπίζουν μια σειρά απαιτήσεων στην Κίνα, όπως ένας «αμφιλεγόμενος» νόμος, που επιβάλλει στις επιχειρήσεις να φιλοξενούν δεδομένα χρηστών σε κέντρα δεδομένων που εποπτεύουν οι κινεζικές επιχειρήσεις, διευκολύνοντας Κινέζους αξιωματούχους να συλλέγουν και να αξιοποιούν προσωπικά δεδομένα.
«Πεποίθησή μου είναι ότι οι επιχειρήσεις θα πρέπει να συνεργάζονται με κυβερνήσεις σε χώρες όπου δραστηριοποιούνται, είτε συμφωνούν είτε διαφωνούν», είπε ο Τιμ Κουκ. Στο Φόρουμ συμμετείχαν εκπρόσωποι των 500 μεγαλύτερων ομίλων του κόσμου, μεταξύ άλλων και των IBM, «Google», «Qualcomm», ενώ όλοι οι Κινέζοι αξιωματούχοι διατράνωσαν τη θέληση της χώρας τους να διευρύνει το άνοιγμά της και τις διευκολύνσεις στο ξένο κεφάλαιο.
Shane / Afrifame Pictures |
Σε πρώτη φάση, η συμφωνία (που δεν έχει ακόμη δημοσιοποιηθεί στο σύνολό της) προβλέπει την κατάργηση δασμών στο 90% των προϊόντων και τη μελλοντική - σταδιακή εξάλειψη των δασμών και στο υπόλοιπο 10%, ώστε να δημιουργηθεί μία ενιαία αγορά 1,2 δισεκατομμυρίων ανθρώπων με συνολικό ΑΕΠ αξίας άνω των 3,4 τρισεκατομμυρίων δολαρίων. Ωστόσο, για να τεθεί σε ισχύ και να ξεκινήσει έστω και αδρά η διαδικασία, θα πρέπει το σχέδιο για τη διαφρικανική «κοινή» αγορά, AfCFTA, να επικυρωθεί από τουλάχιστον 22 μέλη μέχρι το τέλος του 2018. Στη συνέχεια θα ξεκινήσουν διαπραγματεύσεις για να καταρτιστούν οι λίστες με την άρση δασμών στο 90% των προϊόντων που παράγονται σε χώρες της ΑΕ, θα γίνει επανεξέταση των ρυθμιστικών πλαισίων που αφορούν τον τομέα παροχής υπηρεσιών, θα ακολουθήσουν σύνοδοι για την υιοθέτηση της δομής και του οργανογράμματος της Γραμματείας που θα αναλάβει την προώθηση της συμφωνίας και την κατάρτιση προϋπολογισμού, στο πλαίσιο των ευρύτερων αναπτυξιακών πολιτικών που προβλέπει η λεγόμενη αφρικανική «στρατηγική ατζέντα ανάπτυξης 2063».
Το κείμενο του πρωτοκόλλου της συμφωνίας υπογράφηκε από 44 χώρες, από τις οποίες ωστόσο απουσίαζαν οι υπογραφές της Νιγηρίας και της Νότιας Αφρικής, που είναι οι μεγαλύτερες οικονομικές δυνάμεις στην αφρικανική ήπειρο και το συνδυασμένο ΑΕΠ τους ισοδυναμεί με το 50% του ΑΕΠ σε όλη την Αφρική!
Στην περίπτωση της Νιγηρίας, ο Πρόεδρος της χώρας, Μουχαμάντου Μπουχάρι, αποφάσισε την τελευταία στιγμή να μην παραστεί καν στη Σύνοδο Κορυφής της Αφρικανικής Ενωσης στο Κιγκάλι και να την μποϊκοτάρει, παίρνοντας υπόψη τις επιφυλάξεις επιχειρήσεων που προβλέπουν πως θα υποστούν σημαντικά πλήγματα από τον ανταγωνισμό μονοπωλίων από άλλες, αφρικανικές και μη, χώρες (π.χ. Κίνα) που θα σπεύσουν να εκμεταλλευτούν τη νέα κατάσταση. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο Σύνδεσμος Νιγηριανών Βιομηχάνων (MAN), που εκπροσωπεί πάνω από 2.000 βιομηχανίες του ιδιωτικού και δημόσιου τομέα, αντέδρασε έντονα στην υπογραφή της συμφωνίας, ζητώντας την αναβολή κρίσιμων αποφάσεων τουλάχιστον μέχρις ότου «αντιμετωπιστούν προβλήματα πρόσβασης στις αγορές, επιβολής και τήρησης κανονισμών ασφαλείας και προέλευσης προϊόντων».
Στην περίπτωση της Νότιας Αφρικής, ο νέος Πρόεδρος της χώρας, Σίριλ Ραμαφόσα, μετέβη στο Κιγκάλι, ωστόσο απέφυγε να υπογράψει τη συμφωνία, λέγοντας πως θα το κάνει στο μέλλον, αφού προηγηθούν στο εσωτερικό της χώρας του διαβουλεύσεις μεταξύ του θεσμού διαλόγου κυβέρνησης - συνδικάτων - επιχειρήσεων - κοινωνικών οργανώσεων, που είναι γνωστός ως NEDLAC. Αντί της συμφωνίας για τη δημιουργία της ΑfCTFA, ο Ραμαφόσα προτίμησε να υπογράψει το Πρωτόκολλο του Κιγκάλι, που αναφέρεται στη μελλοντική ελεύθερη κίνηση προσώπων, εμπορευμάτων, υπηρεσιών και κεφαλαίων μεταξύ των 55 χωρών - μελών της Αφρικανικής Ενωσης (ΑΕ).
Ο εκπρόσωπος του Κογκρέσου Νοτιοαφρικανικών Συνδικάτων (COSATU), Μάθιου Παρκς, διέκρινε σοβαρούς κινδύνους για τους εργαζόμενους και τις μικρές επιχειρήσεις, φέρνοντας ως παράδειγμα τις επιτυχείς προσπάθειες κινεζικών επιχειρήσεων να προωθήσουν τα φθηνά εμπορεύματά τους σε βάρος αφρικανικών στις αγορές χωρών στα νότια της ηπείρου μέσω της Νοτιοαφρικανικής Τελωνειακής Ενωσης (SACU), που αποτελείται από την Μποτσουάνα, το Λεσότο, τη Ναμίμπια, τη Νότια Αφρική και τη Σουαζιλάνδη. Ο Παρκς θύμισε ότι κάποιες κινεζικές εταιρείες είχαν φτιάξει αποθήκες «μαϊμού» στο Λεσότο για να «βαφτίσουν» αφρικανικά τα προϊόντα τους και να τα προωθήσουν στις αγορές της Νότιας Αφρικής. Την ίδια ώρα, αποδίδει στην AfCTFA και τη ζώνη ελεύθερου εμπορίου την ενδεχόμενη «αποβιομηχάνιση της χώρας».
Ωστόσο, η καταστροφή τομέων της οικονομίας που πλήττονται από τον ανταγωνισμό και την παραγωγή με χαμηλότερο εργατικό κόστος σε πολλές χώρες δεν οφείλεται μόνο στις εισαγωγές, αλλά στην ίδια τη λειτουργία του εκμεταλλευτικού συστήματος σε κάθε χώρα, όπου οι κεφαλαιοκράτες επενδύουν εκεί που τους συμφέρει, δηλαδή όπου μπορούν να εξασφαλίσουν το μέγιστο ποσοστό κέρδους εκμεταλλευόμενοι τους εργάτες. Οι εργάτες και τα λαϊκά στρώματα από τις καπιταλιστικές ενώσεις που δημιουργούνται στην Αφρική και άλλες ηπείρους μπορούν να βγάζουν συμπεράσματα, αλλά στην κατεύθυνση ισχυροποίησης της πάλης για την ανατροπή της αστικής εξουσίας σε κάθε χώρα. Για να γίνουν οι ίδιοι αφέντες του πλούτου που παράγουν, με τη δική τους εργατική - λαϊκή εξουσία, που μόνο σε αυτήν τη βάση μπορεί να υπάρξει και αμοιβαία επωφελής συνεργασία ανάμεσα στις χώρες.
Τα σχέδια δημιουργίας αφρικανικής κοινής αγοράς δεν είναι τωρινά. Το πρώτο βήμα έγινε το 1980, με την έγκριση του 20ετούς «Σχεδίου Δράσης του Λάγος» σε σύνοδο του τότε «Οργανισμού Αφρικανικής Ενότητας» (που μετεξελίχθηκε το Μάη του 2001 στην Αφρικανική Ενωση) στο Λάγος της Νιγηρίας. Από τότε μέχρι σήμερα, έγιναν προσπάθειες για τη δημιουργία υποδομών περιφερειακών αφρικανικών οικονομικών ενώσεων, με στόχο τη διευκόλυνση αφρικανικών μονοπωλίων έναντι ανταγωνιστικών από ευρωπαϊκές πρώην αποικιοκρατικές δυνάμεις (π.χ. Βρετανία, Γαλλία, Γερμανία κ.ά.).
Σήμερα η Αφρικανική Ενωση έχει οκτώ περιφερειακές οικονομικές κοινότητες, μέσω των οποίων προωθείται η περιφερειακή καπιταλιστική ολοκλήρωση: