Κυριακή 30 Νοέμβρη 2014
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Βαρυχειμωνιά ενόψει

Δύο στοιχεία συγκροτούν την επικαιρότητα της βδομάδας που πέρασε: Η πανεργατική πανελλαδική απεργία και οι διαπραγματεύσεις με την τρόικα. Το πρώτο σηματοδοτεί ελπίδα, το δεύτερο μια βαρυχειμωνιά διαρκείας. Τη βαρυχειμωνιά τη βεβαιώνουν εκείνοι που «απειλούν» αξιώνοντας να ολοκληρωθεί το αντεργατικό πακέτο, αυτοί που πριν ακόμα διατυπωθούν οι απειλές έχουν ήδη προωθήσει τα αντεργατικά μέτρα, αλλά κι οι άλλοι που βεβαιώνουν τους καπιταλιστές ότι δεν κινδυνεύουν οι επενδύσεις τους.

Η απεργία

Σ' αυτό το πλαίσιο, η πανεργατική πανελλαδική απεργία έβαλε τη σφραγίδα της, παρότι ορισμένοι με ξένα κόλλυβα πήγαν να τη φέρουν στα μέτρα τους (αφού έκαναν ό,τι περνούσε από το χέρι τους για να την υπονομεύσουν, εκ των υστέρων ήρθαν να διαπιστώσουν ότι η απεργία ήταν ένα ακόμα βήμα για ...να γίνει κυβέρνηση ο ΣΥΡΙΖΑ, κούνια που τους κούναγε...). Η απεργία πραγματοποιήθηκε την ίδια στιγμή που εξελίσσονταν τα παζάρια για τους ρυθμούς στην υλοποίηση της αντιλαϊκής πολιτικής και ενώ γινόταν καθαρό πως είτε με κρίση είτε με ανάκαμψη, η στρατηγική της κερδοφορίας του κεφαλαίου προϋποθέτει τσακισμένα εργατικά - λαϊκά δικαιώματα.

Μπροστά σε μια τέτοια αναμέτρηση, οι εργαζόμενοι, ο λαός καλούνταν από την αστική προπαγάνδα να παραμείνουν θεατές και να παρακολουθούν τόσο τους καβγάδες συγκυβέρνησης - ΣΥΡΙΖΑ, για το ποιος είναι καλύτερος διαχειριστής, όσο και τις ζυμώσεις για συναίνεση που στόχο έχουν να μείνει στο απυρόβλητο ο «αθέατος αντίπαλος» του λαού, οι επιχειρηματικοί όμιλοι, τα μονοπώλια, η εργοδοσία. Η απεργία, παράλληλα, έδινε τη δυνατότητα στο λαό να παρέμβει στις εξελίξεις, βάζοντας στο στόχαστρο τον πραγματικό αντίπαλο, κάνοντας βήματα στην οργάνωση, στην ενίσχυση του κινήματος, απομονώνοντας παλιές και νέες εργοδοτικές και κυβερνητικές συνδικαλιστικές ηγεσίες.

Η μαζική συμμετοχή στις απεργιακές συγκεντρώσεις έδειξε ότι συσπειρώθηκαν δυνάμεις που έδωσαν τη μάχη το τελευταίο δίμηνο, που συμμετείχαν και συνδιοργάνωσαν το πανελλαδικό συλλαλητήριο της 1ης Νοέμβρη. Οι ταξικές δυνάμεις αναμετρήθηκαν με πολλά εμπόδια και πριν απ' όλα με το γεγονός ότι σε μεγάλο τμήμα των εργαζομένων δεν έχει συνειδητοποιηθεί ότι τον πραγματικό τους αντίπαλο τον συναντούν καθημερινά στους χώρους δουλειάς τους, είναι η εργοδοσία, οι μεγάλοι επιχειρηματικοί όμιλοι, το κεφάλαιο. Οτι αυτούς υπερασπίζονται τα μνημόνια διαρκείας, οι δανειακές συμβάσεις κ.λπ.

Ο αντίπαλος

Για την επόμενη περίοδο ο λαός είναι ήδη αντιμέτωπος με ένα νέο κύμα αποπροσανατολισμού: «Αδιέξοδο στο Παρίσι», διατυμπάνιζαν τις προάλλες τα αστικά ΜΜΕ. Η φιλοκυβερνητική πλευρά πρόβαλλε κινδύνους πολιτικής αποσταθεροποίησης, ο ΣΥΡΙΖΑ μιλούσε για ανικανότητα διαπραγμάτευσης, ενώ αστικά επιτελεία πιέζουν για συνεννόηση ανάμεσα στις βασικές δυνάμεις της αστικής διαχείρισης, ώστε να δοθεί μήνυμα πολιτικής σταθερότητας στους δανειστές.

Αυτό που πρέπει να 'ναι καθαρό στους εργάτες είναι ότι τα παζάρια της κυβέρνησης γίνονται για λογαριασμό του εγχώριου κεφαλαίου, για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας και της κερδοφορίας του, για την εμπέδωση των συνθηκών καπιταλιστικής ανάκαμψης. Αυτά έχουν ένα σταθερό προαπαιτούμενο: Τη διατήρηση του πυρήνα των αντιλαϊκών μέτρων της προηγούμενης φάσης και την ενίσχυσή τους με νέες αντεργατικές αναδιαρθρώσεις, ως απαραίτητη προϋπόθεση για τη στήριξη της καπιταλιστικής ανάκαμψης.

Για την επίτευξη αυτού του στόχου «μαλώνουν» κυβέρνηση και αξιωματική αντιπολίτευση, δίνοντας εξετάσεις στους καπιταλιστές. Ολοι μαζί κρύβουν ότι τα μνημόνια και τα αντιλαϊκά μέτρα διαρκείας ταυτίζονται με την ΕΕ, την αναγνώριση του χρέους, τον καπιταλιστικό δρόμο ανάπτυξης, στα οποία ορκίζονται και οι μεν και οι δε.

Η προοπτική

Για το λαό η μόνη ελπιδοφόρα προοπτική είναι η ανασύνταξη του εργατικού κινήματος, μέσα στους τόπους δουλειάς, να οργανωθεί, να παλέψει σε αντιπαράθεση με τη στρατηγική του κεφαλαίου και της ΕΕ, με τους στόχους της ανταγωνιστικότητας και της ανάκαμψης των κερδών του, να μην αναθέτει την ελπίδα του σε κάποιους... σωτήρες, νεοφώτιστους, παλιούς, άλλους που έχει γνωρίσει κι άλλους που θέλει δήθεν να δοκιμάσει.

Η κατάσταση που βιώνει η εργατική τάξη απαιτεί, εδώ και τώρα, άμεσα μέτρα ανακούφισης, αυτά, δηλαδή, που πρόβαλαν τα ταξικά συνδικάτα με την απεργία, που αφορούν καθημερινά προβλήματα, όπως η προστασία των ανέργων, οι μισθοί, η απώλεια εισοδήματος και βεβαίως διεκδικήσεις όπως επαναφορά του 13ου και 14ου μισθού, της 13ης και 14ης σύνταξης, ελάφρυνση από φορολογικές επιβαρύνσεις και μια σειρά άλλα αιτήματα που αφορούν την ίδια την ανάγκη να μπορεί να ζήσει στοιχειωδώς η λαϊκή οικογένεια (θέματα υγείας, περίθαλψης, παιδείας των παιδιών μας).

Σ' αυτή την κατεύθυνση, κόντρα στα σχέδια της αστικής τάξης για μια ζωή με τσακισμένα δικαιώματα και υποβαθμισμένες λαϊκές ανάγκες, οι εργαζόμενοι έχουν κάθε λόγο να αρνηθούν να κάνουν τα αδιέξοδα του συστήματος δικά τους αδιέξοδα. Εχουν κάθε λόγο και δυνατότητα να βγουν από τους φαύλους κύκλους του καπιταλιστικού δρόμου ανάπτυξης, να απεγκλωβιστούν από τα διάφορα αντιλαϊκά σενάρια της υποταγής και της αναμονής. Να κάνουν δρόμο τους τον μόνο δρόμο που υπάρχει: Να γίνουν οι ίδιοι πραγματική αντιπολίτευση στα μονοπώλια, στα κόμματά τους, στην εξουσία τους, στην ΕΕ, και να ανοίξουν το δρόμο για τη δική τους, την εργατική - λαϊκή εξουσία.

Γερή και μαζική ΚΝΕ στις Τεχνικοεπαγγελματικές Σχολές

Στις επαγγελματικές σχολές, στις σχολές κατάρτισης οι σπουδαστές είναι παιδιά εργατών, ανέργων, φτωχών εργατικών - λαϊκών οικογενειών, που μαζί με τα οξυμένα προβλήματα που βιώνουν στο σπίτι, την εκμετάλλευση στο χώρο δουλειάς, δίνουν καθημερινά τη μάχη για να σπουδάσουν μια ειδικότητα μέσα σε συνθήκες εγκατάλειψης και υποβάθμισης των σχολών. Σε αυτές τις σχολές συγκεντρώνεται σήμερα η νέα βάρδια της εργατικής τάξης, που τροφοδοτεί και θα τροφοδοτήσει και τα επόμενα χρόνια εργοστάσια, μεγάλους μονοπωλιακούς ομίλους, χώρους και κλάδους στρατηγικής σημασίας που παίζουν ρόλο καθοριστικό στην πορεία εξέλιξης της ταξικής πάλης.

Οι επιχειρηματικοί όμιλοι και τα στηρίγματά τους μέσα και έξω από τις σχολές αξιοποιούν την αγωνία των σπουδαστών για να κάνουν «εμπόριο ελπίδας»

Εδώ και αρκετά χρόνια αποτελεί στόχο της ΕΕ και των μονοπωλιακών ομίλων η στροφή περισσότερων νέων στην Ελλάδα προς την τεχνικοεπαγγελματική εκπαίδευση. Γι' αυτό και προωθούνται μια σειρά από αλλαγές στη διαμόρφωση της τεχνικοεπαγγελματικής εκπαίδευσης. Η τάση είναι να αυξηθεί ο αριθμός των νέων που θα περάσουν από αντίστοιχες δομές. Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι φέτος διπλασιάστηκαν οι εισακτέοι στα Δημόσια ΙΕΚ.


Με τις αλλαγές που προωθούν στην τεχνικοεπαγγελματική εκπαίδευση, επιδιώκουν να προσαρμόσουν τη λειτουργία των σχολών στις ανάγκες της κερδοφορίας των μεγαλοεπιχειρηματιών. Συγκεκριμένα, οι αλλαγές αυτές έχουν τους εξής στόχους:

  • Από τη μια να εκπαιδεύσουν τη νέα βάρδια της εργατικής τάξης, «βγάζοντας» μέσα από αυτές τις σχολές ειδικευμένους εργαζόμενους για να εξυπηρετήσουν το σχεδιασμό που έχουν για επενδύσεις σε μια σειρά από κλάδους και τομείς. Γι' αυτό και μειώθηκαν φέτος στις ΕΠΑΣ ΟΑΕΔ και στα δημόσια ΙΕΚ οι ειδικότητες που σχετίζονται με τον κλάδο των κατασκευών, ενώ από την άλλη αυξήθηκαν οι ειδικότητες και τα τμήματα που σχετίζονται με τους κλάδους του επισιτισμού - τουρισμού, της Ενέργειας και της Υγείας.
  • Και από την άλλη μέσα από τη γενίκευση του θεσμού της μαθητείας επιδιώκουν να τροφοδοτήσουν τις επιχειρήσεις τους με νέους εργαζόμενους, φθηνούς, χωρίς δικαιώματα και με το κεφάλι σκυμμένο.

Κυβέρνηση, ΕΕ και μεγαλοεπιχειρηματίες προκειμένου να πετύχουν τη στροφή περισσότερων νέων προς τις τεχνικοεπαγγελματικές σχολές, και από την άλλη για να συναινέσουν οι σπουδαστές με αυτές τις αλλαγές, τις «ντύνουν» με μια σειρά από ιδεολογήματα, προσπαθώντας να παρουσιάσουν ότι η τεχνικοεπαγγελματική εκπαίδευση αναβαθμίζεται.

Λένε λοιπόν ότι είναι ανάγκη να συνδεθεί καλύτερα η τεχνικοεπαγγελματική εκπαίδευση με την αγορά εργασίας, ότι έτσι αναβαθμίζονται οι σχολές. Η αλήθεια είναι ότι η ειδίκευση στο επάγγελμα δε γίνεται με βάση τις σύγχρονες εξελίξεις στην παραγωγή, στην τεχνολογία και με στόχο την κάλυψη των λαϊκών αναγκών αλλά με βάση τα συμφέροντα για την κερδοφορία των επιχειρήσεων. Γι' αυτό θέλουν οι νέοι στην κατάρτιση να έχουν δεξιότητες με ημερομηνία λήξης. Και μετά τη σχολή στέλνουν τους σπουδαστές να πιστοποιήσουν το πτυχίο τους για να 'χουν επαγγελματικά δικαιώματα. Για τέτοια «αναβάθμιση» μιλάνε. Ενώ τα εργαστήρια είναι πίσω από τις εξελίξεις της τεχνολογίας και της επιστήμης, υπάρχουν ελλείψεις σε καθηγητές και αναλώσιμα.

Λένε ότι με τη μαθητεία θα αντιμετωπιστεί το πρόβλημα της ανεργίας. Λες και λείπει η ειδικότητα στο 1,5 εκατομμύριο ανέργους και γι' αυτό δεν βρίσκουν δουλειά. Αλήθεια, πού θα βρουν δουλειά οι απόφοιτοι μιας σειράς ειδικοτήτων στον κλάδο των κατασκευών όταν η κατασκευή έχει φτάσει στα επίπεδα της δεκαετίας του '30; Αλλά και κει που μπορεί ένας σπουδαστής να βρει δουλειά, θα είναι με μισθό - χαρτζιλίκι, εξαντλητικά ωράρια και με όρους σύγχρονης δουλείας. Για παράδειγμα, οι πρακτικάριοι από τη ΣΤΕ Μακεδονίας δουλεύουν σε ξενοδοχεία της Χαλκιδικής 13 - 14 ώρες τη μέρα, χωρίς ρεπό και με μισθό 300 - 400 ευρώ.

Λένε ότι με το θεσμό της μαθητείας τουλάχιστον έχεις ένα μεροκάματο, ένα χαρτζιλίκι, ότι από το τίποτα κάτι είναι και αυτό. Οτι είσαι μαθητευόμενος και όχι εργαζόμενος, γι' αυτό και δεν μπορείς να έχεις δικαιώματα. Οτι σου μαθαίνουν τη δουλειά και πρέπει να τους ευχαριστείς γι' αυτό. Οτι η καλή διαγωγή στον εργοδότη μετράει για να σε κρατήσει. Η αλήθεια είναι ότι με το θεσμό της μαθητείας, οι επιχειρηματικοί όμιλοι εξασφαλίζουν τζάμπα εργαζόμενους και αρπάζουν παχυλές επιδοτήσεις από το κράτος, ενώ οι σπουδαστές προσπαθούν να πάρουν μια «ανάσα» με το μεροκάματο μαθητείας που δεν είναι ούτε χαρτζιλίκι. Σε μια σειρά από ειδικότητες οι σπουδαστές κάνουν δουλειές του ποδαριού, άσχετες με την ειδικότητα. Μένουν απλήρωτοι για μήνες, χωρίς μέτρα υγιεινής και ασφάλειας.

Προετοιμάζουν τους σπουδαστές από την πρακτική για να αποδεχτούν την εργασιακή ζούγκλα στους τόπους δουλειάς. Οι απαράδεκτες συνθήκες στην πρακτική, με την απλήρωτη και ανασφάλιστη δουλειά, δεν τελειώνουν με το πτυχίο, αλλά γενικεύονται σε όλους τους εργαζόμενους. Θέλουν οι σπουδαστές να είναι απομονωμένοι, φοβισμένοι απέναντι στις επιδιώξεις των αφεντικών. Κυρίως να μην παλεύουν για το δικαίωμα στη μόνιμη και σταθερή δουλειά. Να μη διεκδικούν, αλλά να φαγώνονται με το διπλανό τους για μια θέση κακοπληρωμένης δουλειάς. Ομως, η πραγματικότητα επιβεβαιώνει πως με το συμβιβασμό δεν γλίτωσε κανείς. Αντίθετα, οι εργοδότες αποθρασύνονται και απολύουν καταπώς τους βολεύει.

Βάζουμε στο επίκεντρο την όξυνση της ιδεολογικής, πολιτικής και αγωνιστικής δραστηριότητας σε αυτές τις σχολές

Οι επιχειρηματικοί όμιλοι δεν επιδιώκουν μόνο να εκπαιδευτούν οι σπουδαστές στην αντίστοιχη ειδικότητα, αλλά και να διαπαιδαγωγηθούν σαν εργαζόμενοι που πρέπει να υποτάσσουν τις δικές τους ανάγκες στις ανάγκες των αφεντικών, να μάθουν να δουλεύουν με σκυμμένο το κεφάλι, χωρίς δικαιώματα.

Μέσα στις σχολές, στις αίθουσες διδασκαλίας, εκτός από την ειδικότητα οι σπουδαστές διδάσκονται και μια σειρά από αντιδραστικά ιδεολογήματα. Είναι πολλά τα παραδείγματα από μαθήματα που εκθειάζουν την ΕΕ και το ρόλο της, που οι σπουδαστές διδάσκονται ότι το συμφέρον το δικό τους ταυτίζεται με το δίκιο του αφεντικού και της επιχείρησης. Για παράδειγμα, στην Αμερικανική Γεωργική Σχολή οι σπουδαστές διδάσκονται σε μάθημα τα «οφέλη» της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής, ενώ στις ειδικότητες λογιστικής των ΙΕΚ διδάσκονται όλα τα ιδεολογήματα της αστικής τάξης γύρω από το χαρακτήρα της κρίσης. Παντού υπάρχουν ανά διαστήματα σεμινάρια επιχειρηματικότητας, εκπαιδευτικές εκδρομές σε μεγάλες επιχειρήσεις, στη ΔΕΘ για την Agrοtica, για τον τουρισμό κ.τ.λ.

Σε όλες τις σχολές υπάρχουν παραδείγματα από επιχειρήσεις που παρεμβαίνουν άμεσα στο τι μαθαίνουν οι σπουδαστές, που αναλαμβάνουν τη «διαπαιδαγώγηση» των σπουδαστών. Στο πρόγραμμα των μαθημάτων στη ΣΤΕ, π.χ., προβλέπονται διαλέξεις από εργοδότες, ξενοδόχους, catering κ.λπ. Αντίστοιχα, σε μια σειρά από ΙΕΚ και ΟΑΕΔ έχουμε καθηγητές - στελέχη επιχειρήσεων, π.χ. ΣΙΔΕΝΟΡ, ΤΙΤΑΝ, ΕΛΠΕ. Χαρακτηριστικό είναι επίσης το παράδειγμα από την ΕΠΑΣ ΟΑΕΔ Ωραιοκάστρου, όπου οι σπουδαστές της σχολής μαγειρικής στο τέλος του χρόνου διοργανώνουν εκδήλωση όπου μαγειρεύουν για να τιμήσουν τα αφεντικά που τους πήραν στη δουλειά!

Μπορούμε να βελτιώσουμε την ιδεολογικοπολιτική παρέμβαση της Οργάνωσης, να την εμπλουτίσουμε και στο περιεχόμενο αλλά και στις μορφές που αξιοποιούμε με στόχο να έρθουν περισσότεροι νέοι σε επαφή με την πολιτική του Κόμματος. Η αξιοποίηση των ίδιων των εξελίξεων στους διάφορους κλάδους μπορεί να φωτίσει αποφασιστικά τους δύο δρόμους ανάπτυξης μαζί με τη θέση μας για την τεχνικοεπαγγελματική εκπαίδευση. Η ανάδειξη της δυνατότητας να γνωρίσουν οι σπουδαστές τη θεωρία και τις αρχές λειτουργίας των τεχνολογικών εφαρμογών στην ειδικότητα που σπουδάζουν, σε σύνδεση με τις εξελίξεις στους κλάδους, βοηθάει στο να συνειδητοποιούν πώς αξιοποιείται στον καπιταλισμό η τεχνική και πώς μπορεί να αξιοποιηθεί, από την άλλη, στο σοσιαλισμό.

Η πείρα από μια σειρά πρωτοβουλίες και δραστηριότητες το προηγούμενο διάστημα δείχνει ότι έχουμε τη δυνατότητα να μετρήσουμε αποφασιστικά βήματα. Μια σειρά από εκδηλώσεις, όπως αυτές που έγιναν για τη θέση μας για την τεχνικοεπαγγελματική εκπαίδευση, τα εργατικά φεστιβάλ που γίνονται σε μια σειρά από πόλεις, μας άνοιξαν δρόμους.

Να συμβάλουμε στην αγωνιστική διαπαιδαγώγηση της νέας βάρδιας της εργατικής τάξης

Σε όλες τις σχολές η κατάσταση είναι εκρηκτική. Εκτός από τα όσα είπαμε, υπάρχουν σχολές που τα μαθήματα ξεκίνησαν με μεγάλη καθυστέρηση, όπως στη ΣΤΕ, που άνοιξε πριν από τρεις μέρες. Ελλείψεις σε βιβλία και καθηγητές, πράγμα που, για παράδειγμα, στην ΑΕΝ καθυστερεί συνολικά το πρόγραμμα των μαθημάτων, τις εξετάσεις τους, σε κάποιες περιπτώσεις προκαλεί πρόβλημα ακόμα και με τα ταξίδια. Οι σπουδαστές χρυσοπληρώνουν για αναλώσιμα, εργαλεία, ποδιές, όπως στη ΣΤΕ και στην ΑΕΝ, που οι πρωτοετείς ξόδεψαν πάνω από 100 ευρώ για αγορές, π.χ. στολές κ.ά.

Μπροστά στο πανελλαδικό συλλαλητήριο την 1/11 αποκτήσαμε πολύτιμη πείρα από την παρέμβασή μας στις σχολές μαθητείας - κατάρτισης. Οι δυνάμεις μας μπήκαν μπροστά στην οργάνωση της πάλης, συζήτησαν τα πλαίσια πάλης τμήμα το τμήμα, οργάνωσαν παραστάσεις διαμαρτυρίας στις σχολές. Ξεχωρίζει η πείρα που βγαίνει από την παρέμβασή μας στα Δημόσια ΙΕΚ της Θεσσαλονίκης, όπου για πρώτη φορά οργανώθηκαν συνελεύσεις ανά τμήμα, και πάρθηκαν από 7 τμήματα αποφάσεις συμμετοχής στο πανελλαδικό συλλαλητήριο.

Καθοριστικός είναι ο ρόλος των σωματείων, που μπορούν να συμβάλουν ουσιαστικά, ανοίγοντας δρόμους επικοινωνίας και κοινής δράσης με περισσότερους σπουδαστές. Είναι χαρακτηριστική η πείρα που βγαίνει από μια σειρά περιοδείες, με εκδηλώσεις κατά κλάδο. Υπάρχουν παραδείγματα που νέοι γράφτηκαν στα σωματεία μετά από αντίστοιχες παρεμβάσεις, έφτιαξαν επιτροπή αγώνα στο χώρο πρακτικής τους, όπως, π.χ., στο Θεαγένειο Νοσοκομείο.

Η ίδια η πείρα της Οργάνωσης δείχνει ότι τα μέλη και οι φίλοι της ΚΝΕ, με επίκεντρο το τμήμα και την ειδικότητα που σπουδάζουν, μπορούν να συμβάλουν στην αγωνιστική διαπαιδαγώγηση και στο δέσιμο των σπουδαστών με το συνδικαλιστικό κίνημα. Για να αναζωογονηθούν οι σύλλογοι των Δημόσιων ΙΕΚ, τα 7μελή, τα 3μελή των ΕΠΑΣ σε αγωνιστική κατεύθυνση, να συγκροτηθούν επιτροπές αγώνα σε σχολές. Να μας απασχολήσει πώς οι σύλλογοι δημόσιων και ιδιωτικών ΙΕΚ, τα σπουδαστικά συμβούλια, θα ξεδιπλώσουν πολύμορφη δράση που θα αγκαλιάζει και θα συσπειρώνει μεγαλύτερο μέρος των σπουδαστών στην πάλη για την ικανοποίηση των σύγχρονων αναγκών τους, που θα συμβάλει στο να ανέβει η συλλογική αγωνιστική δραστηριότητα μέσα σε αυτούς τους χώρους. Μια σειρά ομάδες στο πλαίσιο των συλλόγων, π.χ. θεατρικές, κινηματογραφικές, χορευτικές κ.τ.λ., αλλά και μια πλούσια δραστηριότητα, π.χ. Φεστιβάλ, τουρνουά ενάντια στα ναρκωτικά, εκδηλώσεις κ.ά. πρέπει να αξιοποιηθούν σε αυτήν την κατεύθυνση.

Στην προσπάθεια οργάνωσης της πάλης και αγωνιστικής διαπαιδαγώγησης των σπουδαστών μπορεί να συμβάλει σε αυτήν τη φάση ο συντονισμός των σχολών - κατά κατηγορία και σε κάθε πόλη - με σημαία τις αγωνιστικές διεκδικήσεις που βάζουν στο επίκεντρο τις σύγχρονες ανάγκες των σπουδαστών.

Με αισιοδοξία, μεγαλύτερη απαιτητικότητα και ευθύνη, να μπούμε μπροστά για την υλοποίηση των αποφάσεων του 11ου Συνεδρίου, για να μετρήσουμε διακριτά βήματα στη συγκέντρωση δυνάμεων στις τεχνικοεπαγγελματικές σχολές.


Του
Γρηγόρη ΚΛΙΓΚΟΠΟΥΛΟΥ*
*Ο Γρηγόρης Κλιγκόπουλος είναι μέλος του Γραφείου του ΚΣ της ΚΝΕ

Με αφορμή τη συζήτηση για τους εισακτέους σε Πανεπιστήμια και ΤΕΙ

Τις τελευταίες μέρες, με αφορμή τα ζητήματα υποχρηματοδότησης των ΑΕΙ, τις μετεγγραφές και τις διαγραφές φοιτητών, πολύς ντόρος έχει γίνει για το ποιος τελικά θα καθορίζει τον αριθμό των εισακτέων στα Τμήματα των Πανεπιστημίων και ΤΕΙ: Το υπουργείο Παιδείας ή οι διοικήσεις των ιδρυμάτων. Με τη συζήτηση ήρθαν βέβαια στην επιφάνεια οι πραγματικές επιδιώξεις και η στρατηγική του κεφαλαίου για την ανώτατη εκπαίδευση. Σε αυτό το φαιδρό παιχνίδι της «κολοκυθιάς», που έχει στηθεί και από τα αστικά ΜΜΕ, έχει σημασία να παρατηρήσει κανείς ότι οι δύο πλευρές έχουν καταρχήν αλλάξει μεταξύ τους ρόλους: Δηλαδή, αφενός, το υπουργείο Παιδείας μέχρι σήμερα, αν και ήταν στις στοχεύσεις του, δεν αποφάσιζε -για διάφορους λόγους- να παραχωρήσει πλήρως αυτήν την απόφαση στα ιδρύματα και, αφετέρου, οι διοικήσεις των ιδρυμάτων (Σύνοδοι Πρυτάνεων και Προέδρων) μαίνονταν ότι έτσι στερούνται τα ιδρύματα του περίφημου «αυτοδιοίκητου» δικαιώματός τους. Η πλήρης συμφωνία και στοίχισή τους βρίσκεται βέβαια στην ουσία: Ο αριθμός των εισακτέων πρέπει να συναρτάται με τη σύναψη των τετραετών προγραμματισμών των ιδρυμάτων ή, αλλιώς, των business plan που θα συνάπτουν τα ιδρύματα με τις μεγάλες επιχειρήσεις, των προγραμμάτων που θα ορίζουν την ιδιωτικοοικονομική λειτουργία των ΑΕΙ.

Το νούμερο των εισακτέων ανά ίδρυμα βέβαια δεν είναι ένας απλός αριθμός. Είναι επίσης γνωστό ότι τα τελευταία χρόνια τα νούμερα αυτά έχουν πολύ μικρές διακυμάνσεις, με εξαίρεση ίσως κάποια Τμήματα με ασαφές ή ανύπαρκτο επιστημονικό αντικείμενο, που απλά ακολουθούσαν τις βραχυπρόθεσμες στοχεύσεις της αγοράς. Η συζήτηση που διεξάγεται σήμερα είναι καταρχήν δεμένη με τη συζήτηση για τις μετεγγραφές που προηγήθηκε, καθώς και με τη συζήτηση για τις διαγραφές των αποκαλούμενων «αιώνιων» φοιτητών. Σε μια δεύτερη ανάγνωση των παραπάνω, καθίσταται σαφές ότι η πραγματική ανησυχία της δικομματικής και των παλιότερων κυβερνήσεων δεν είναι το «ξεκαθάρισμα των λιμναζόντων», ούτε οι μετεγγραφές ή διαγραφές των σπουδαστών που αδυνατούν σήμερα να παρακολουθήσουν τις σπουδές από τον τόπο κατοικίας τους.

Σύνδεση με τις εξελίξεις στα ιδρύματα...

Εγνοιά τους είναι η μεγαλύτερη συμμόρφωση της ελληνικής εκπαιδευτικής πραγματικότητας με τα διεθνή πρότυπα και την πείρα της σύνδεσης ανώτατης εκπαίδευσης - καπιταλιστικής ανάπτυξης. Αυτό βέβαια γίνεται ακόμα πιο κρίσιμο για το κεφάλαιο και τις κυβερνήσεις του σε μια ασταθή και ασθμαίνουσα πορεία εξόδου από την καπιταλιστική κρίση και λειτουργεί φυσικά σε βάρος των παιδιών από τις εργατικές - λαϊκές οικογένειες, που σπουδάζουν με στερήσεις ειδικά στη φάση της κρίσης.

Δεν είναι, λοιπόν, τυχαίο που προτείνεται να έχει τη γενική εποπτεία του αριθμού των εισακτέων στα ανώτατα ιδρύματα η περίφημη ΑΔΙΠ (Αρχή Διασφάλισης της Ποιότητας). Πρόκειται για μηχανισμό που συντονίζει, μέσω των εσωτερικών και εξωτερικών αξιολογήσεων και πιστοποιήσεων, τη διαμόρφωση των προγραμμάτων σπουδών και της εικόνας των ΑΕΙ με τα κριτήρια της αγοράς. Η ΑΔΙΠ άλλωστε έχει ήδη καταθέσει προτάσεις για τη «διαχείριση του φοιτητικού πληθυσμού», όταν διεξαγόταν η συζήτηση για τις συγχωνεύσεις των ιδρυμάτων και τα σχέδια «Αθηνά». Ο «υπερπληθυσμός» των φοιτητών και η βάση εισαγωγής, κατά την ΑΔΙΠ, καθώς και ο «λιμνάζων» φοιτητικός πληθυσμός, δυσχεραίνουν τη λειτουργία των ιδρυμάτων και τη σύνδεσή τους με την αριστεία. Η λύση που προτείνεται: Η διαμόρφωση πολλών διαφορετικών «διαδρομών στη μεταλυκειακή εκπαίδευση», μεταξύ των οποίων συμπεριλαμβάνονται 1ετή, 2ετή και 3ετή προγράμματα σπουδών από τα ίδια τα πανεπιστημιακά ιδρύματα...! Με απλά λόγια, η ΑΔΙΠ έχει ήδη υποδείξει τα «βαρίδια» εκείνα που δυσκολεύουν την επίτευξη της αριστείας στα ιδρύματα, η οποία είναι απαραίτητη στον ανταγωνισμό και στην κατηγοριοποίηση των ιδρυμάτων και επιμέρους Τμημάτων.

Είναι ευνόητο ότι για κεφαλαιοκράτες και αστικές κυβερνήσεις γνώμονας δεν είναι να εξασφαλίζεται η πλήρης γνώση του επιστημονικού αντικειμένου ή η ανάπτυξη της Ερευνας προς όφελος των λαϊκών αναγκών. Αυτό δε σημαίνει ότι δεν τους αφορά η ποιότητα στην εκπαίδευση, με τους δικούς τους φυσικά όρους και περιεχόμενο. Τα «άριστα» ιδρύματα είναι αυτά που θα παράγουν απόφοιτους με χρήσιμα για την αγορά υψηλά προσόντα και θα εξασφαλίζουν υψηλό επίπεδο αποφοίτων, «κράχτες» μεγαλύτερων ιδιωτών - επενδυτών στην Ερευνα και εκπαίδευση. Τα «άριστα» ιδρύματα με αυτούς τους όρους έχουν καλύτερες προϋποθέσεις να τροφοδοτήσουν την καπιταλιστική παραγωγή με τις ερευνητικές πατέντες, με το ανθρώπινο δυναμικό που χρειάζεται για να είναι ανταγωνιστική και να παρατείνει το χρόνο ζωής της μέχρι την επόμενη κρίση. Τα υπόλοιπα Τμήματα μπορούν και πρέπει να συνδράμουν στην αγορά της εκπαίδευσης προσφέροντας δεξιότητες και καταρτίσεις κάθε είδους, αλλάζοντας και τα ίδια χαρακτήρα, τύπο πτυχίου και πρόγραμμα σπουδών.

...αλλά και με τις αναδιαρθρώσεις στο Λύκειο

Στα παραπάνω έρχονται να «κουμπώσουν» και οι πρόσφατες αλλαγές στο Λύκειο, καθώς και η συζήτηση για το σύστημα εισαγωγής στα ΑΕΙ. Οι κινητοποιήσεις άλλωστε των μαθητών αναδεικνύουν την οξύτητα της κατάστασης στα δευτεροβάθμια ιδρύματα, ενώ αντικειμενικά προκύπτει το ζήτημα ενιαιοποίησης της αντίληψης για το χαρακτήρα των μεταρρυθμίσεων σε Λύκειο και ΑΕΙ, καθώς και του συντονισμού της δράσης, της υιοθέτησης κοινών πλαισίων πάλης μαθητών και σπουδαστών. Το νέο σύστημα εισαγωγής που απεργάζονται είναι απόρροια του διαφοροποιημένου λυκείου που προχωρά πλέον με την «τράπεζα θεμάτων», τις τάξεις μαθητείας, την επιλογή τελικά από το μαθητή και την οικογένειά του σε ποιο σχολείο θα πάει. Καθώς, δε, οι διάφορες σχολές και Τμήματα των ΑΕΙ, μαζί με το υπουργείο, θα καθορίζουν τους συντελεστές βαρύτητας των εισαγωγικών μαθημάτων, είναι σαφές ότι οι μαθητές από φτωχές λαϊκές οικογένειες ένα δρόμο θα έχουν: Από τα σχολεία δεύτερης κατηγορίας στα προγράμματα κατάρτισης, ενώ τα παιδιά των αστών θα μπορούν να επιλέξουν ανάμεσα στα καλύτερα σχολεία και Πανεπιστήμια. Η αποκάλυψη δηλαδή της ταξικότητας της εκπαίδευσης σε όλο της το μεγαλείο...

Βέβαια, μπορεί κάποιος να ρωτήσει, καλοπροαίρετα: Και τι κακό υπάρχει στο να καθορίζει ένα Τμήμα το δυναμικό των σπουδαστών που μπορεί να πάρει, σήμερα μάλιστα που οι περικοπές της χρηματοδότησης δημιουργούν σοβαρά προβλήματα λειτουργίας των Τμημάτων; Ολο αυτό το διάστημα, και ενώ σε ιδρύματα και Τμήματα έχουν εκλεγεί οι νέες πλέον διοικήσεις, παρακολουθούμε μια προσπάθεια διαχείρισης της οξυμένης κατάστασης που, ...στην καλύτερη των περιπτώσεων, αναζητά λύσεις νομικίστικες ή απομονώνει τη χρηματοδότηση, αφήνοντας στο απυρόβλητο τη στρατηγική του κεφαλαίου και των ευρωενωσιακών επιτελείων.

Το βάρος πέφτει στις πλάτες των φοιτητών και σπουδαστών

Στο διαγωνισμό τους πάνω σε διαχειριστικές λύσεις, οι σπουδαστές που έχουν αιτηθεί μετεγγραφής γίνονται μπαλάκι από τις γραμματείες στο υπουργείο και αντίστροφα, ενώ είναι σοβαρός ο κίνδυνος να χάσουν το εξάμηνο και να μην πάρουν τελικά τις μετεγγραφές. Καταρχήν, οι σπουδαστές, μέσα από Επιτροπές Αγώνα, μέσα από τις συλλογικές διαδικασίες, πρέπει να απαιτήσουν από τις διοικήσεις να πάρουν θέση στην ουσία του προβλήματος. Να διεκδικήσουν χρηματοδότηση, αίθουσες και συγγράμματα, άλλες απαραίτητες υποδομές, εκπαιδευτικό και διοικητικό δυναμικό. Να απαιτήσουν να αξιοποιηθούν αίθουσες και χώροι που διαθέτουν τα ΑΕΙ, την ίδια στιγμή που οι διοικήσεις απεργάζονται σχέδια «αξιοποίησης», ξεπουλήματος δηλαδή, των υποδομών αυτών. Αυτά φυσικά το σπουδαστικό κίνημα πρέπει να τα απαιτήσει από τους προέδρους, τους κοσμήτορες κλπ., χωρίς αυταπάτες για το ρόλο που έχουν κληθεί και αποδεχτεί στην πλειοψηφία τους να παίξουν στο προχώρημα της ιδιωτικο-οικονομικής λειτουργίας των ΑΕΙ. Επιπλέον, οι σπουδαστές πρέπει να αποκαλύπτουν τι κρύβεται πίσω από αυτές τις εξελίξεις, ποιοι είναι οι πραγματικοί λόγοι που μέρος της ευθύνης για τον αριθμό των εισακτέων μεταφέρεται στα Τμήματα.

Είναι σίγουρο πως οι εξελίξεις και αυτήν τη χρονιά θα είναι προς την κατεύθυνση της μεγαλύτερης ακόμα πρόσδεσης της εκπαίδευσης στις ορέξεις των μονοπωλίων. Ηδη έχουν προετοιμάσει την υποδομή για να προχωρήσουν στην κατηγοριοποίηση που θα φέρει τον ανταγωνισμό των ανώτατων ιδρυμάτων, των Τμημάτων, των ερευνητικών εργαστηρίων και ινστιτούτων. Εχουν αναβαθμίσει το ρόλο της ΑΔΙΠ για να υποδεχτεί αυτόν τον ανταγωνισμό, βάζοντας κλίμακες και επίπεδα στα πτυχία, στους αποφοίτους, στα προγράμματα σπουδών, «πιστοποιώντας» εκ μέρους των επιχειρήσεων τα προγράμματα και τα Τμήματα εκείνα που είναι ανταποδοτικά, που αποφέρουν βραχυπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα κέρδη στους μεγαλοεπιχειρηματίες του αντίστοιχου κλάδου.

Στον αντίποδα όλων των παραπάνω, υπάρχει η πρόταση της ΚΝΕ και του Μετώπου Αγώνα Σπουδαστών μέσα στα ΑΕΙ, που παλεύει για δωρεάν σίτιση και στέγαση, δωρεάν συγγράμματα, καμιά διαγραφή και καμιά παρεμπόδιση των σπουδαστών να παρακολουθήσουν τις σπουδές τους. Να πάρουν όλοι οι μετεγγραφέντες πάσο και κάρτες σίτισης, να μη χάσουν επουδενί το εξάμηνο. Η πρόταση αυτή αντικειμενικά συναντιέται με τα ριζοσπαστικά αιτήματα στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, για κατάργηση της «τράπεζας θεμάτων», επαρκείς υποδομές, κάλυψη όλων των κενών σε δασκάλους και βιβλία. Και συναντιούνται γιατί είναι προτάσεις που στηρίζονται στην ανάγκη ανάπτυξης της οικονομίας και των κλάδων της παραγωγής με γνώμονα τα λαϊκά συμφέροντα.

Αυτού του είδους η ανάπτυξη, παράλληλα με τα δεδομένα κάθε επιστήμης, θα καθορίζει (και θα επανακαθορίζει συχνά) ποια Τμήματα, πού και με ποια εφόδια θα λειτουργούν στα πλαίσια μιας Ενιαίας Ανώτατης Εκπαίδευσης, διασφαλίζοντας στους σπουδαστές ότι με το πτυχίο τους θα βρίσκουν αμέσως δουλειά στο αντικείμενό τους. Η πρόταση αυτή του Κόμματός μας είναι εργαλείο που πρέπει να δουλεύεται καθημερινά μέσα στο σπουδαστικό κίνημα, όσο και αν για τους περισσότερους σπουδαστές φαντάζει μακρινή. Τότε πρέπει να τους δείχνουμε ότι οι αγώνες για τη δωρεάν σίτιση και στέγαση, που μια μεγάλη μάζα το καταλαβαίνει και το απαιτεί, φέρνουν πιο κοντά τους αγώνες και την πραγματικότητα μιας πραγματικά φιλολαϊκής οικονομικής ανάπτυξης και Παιδείας.


Της
Κέλλυς ΠΑΠΑΪΩΑΝΝΟΥ*
*Η Κέλλυ Παπαϊωάννου είναι μέλος του Τμήματος Παιδείας και Ερευνας της ΚΕ του ΚΚΕ



Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ