Κυριακή 3 Φλεβάρη 2013
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΠΑΙΔΕΙΑ
Τριάντα (σαράντα) χρόνια ΤΕΙ: Συνεχίζεται ή τερματίζει ο δρόμος τους;

Το 2013 συναντάει τα ΤΕΙ σε μια συγκυριακή επέτειο, αυτήν της συμπλήρωσης 30 χρόνων από την ίδρυσή τους ή 40 χρόνων από τη γέννηση του προπάτορά τους, δηλαδή των ΚΑΤΕ. Την τρέχουσα περίοδο, η ανώτατη εκπαίδευση (Πανεπιστήμια και ΤΕΙ) για μια ακόμη φορά έρχεται αντιμέτωπη με αντιδραστικά σχέδια, όπως το πρόγραμμα ΑΘΗΝΑ που αποσκοπεί στη συρρίκνωση της ανώτατης εκπαίδευσης και το οποίο από ορισμένους αντιμετωπίζεται ως «το τέλος των ΤΕΙ».

Οι αλλαγές που δρομολογήθηκαν ήδη από τις νομοθετικές παρεμβάσεις τουλάχιστον της τελευταίας δεκαετίας, όχι μόνο δεν αναβάθμισαν την παρεχόμενη μόρφωση, αλλά αντιθέτως τείνουν να εξαλείψουν από την ανώτατη εκπαίδευση τα όποια χαρακτηριστικά δημόσιου και δωρεάν αγαθού διέθετε και να τη μετατρέψουν πλήρως σε εμπόρευμα. Στο σύνολό τους επιτείνουν την εμπορευματοποίηση του εκπαιδευτικού συστήματος, με τους φοιτητές στη θέση των πελατών, την εκπαίδευση στη θέση του εμπορεύματος και τα ΑΕΙ στη θέση επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται στη σχετική αγορά.

Παρά τις όποιες καθυστερήσεις, η οικονομική κρίση προσέφερε μια πρώτης τάξεως ευκαιρία να ενταθούν οι προσπάθειες, ώστε να απαλλαχθεί το αστικό κράτος από το κόστος της ανώτατης εκπαίδευσης, εξασφαλίζοντας ταυτόχρονα έναν πολλά υποσχόμενο κλάδο μελλοντικών επιχειρηματικών κερδών.

Σύντομη αναδρομή μιας μακράς πορείας

Τα Τεχνολογικά Εκπαιδευτικά Ιδρύματα τοποθετήθηκαν στη λεγόμενη τριτοβάθμια εκπαίδευση με την ίδρυσή τους το 1983, ενώ εντάχθηκαν στην ανώτατη εκπαίδευση το 2001. Αποτελούν μετεξέλιξη των Κέντρων Ανωτέρας Τεχνικής Εκπαίδευσης (ΚΑΤΕ), που είχαν ιδρυθεί με τον ΑΝ 652/1970 και λειτούργησαν με καθυστέρηση για πρώτη φορά το 1973. Δημιουργήθηκαν μέσα στη δικτατορία με μια λεόντειο σύμβαση δανεισμού μεταξύ του Ελληνικού Δημοσίου και της Διεθνούς Τράπεζας, η οποία προέβλεπε τα πέντε πρώτα ΚΑΤΕ (Αθήνας, Θεσσαλονίκης, Πάτρας, Λάρισας και Ηρακλείου) με περίπου δυόμισι χιλιάδες σπουδαστές (σήμερα στα ΤΕΙ εισάγονται περισσότερο από σαράντα χιλιάδες το χρόνο, όσοι περίπου και στα Πανεπιστήμια).

Στα πλαίσια της εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης που ακολούθησε το 1976 - 77, τα ΚΑΤΕ μετονομάσθηκαν σε Κέντρα Ανώτερης Τεχνικής Επαγγελματικής Εκπαίδευσης (ΚΑΤΕΕ), με στόχο ένα εκσυγχρονισμένο θεσμικό πλαίσιο για την ανώτερη, τεχνική επαγγελματική εκπαίδευση.

Οι αιτίες για τη δημιουργία αυτού του τύπου των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων βρίσκονται φυσικά μέσα στις οικονομικές και πολιτικές εξελίξεις της χώρας για εκείνη την ιστορική περίοδο. Κατά τη δεκαετία του '60, η ελληνική οικονομία άρχισε να εμφανίζει σημαντικούς σχετικά ρυθμούς μεγέθυνσης, με χαρακτηριστικό την εισαγωγή νέων επιστημονικών και τεχνολογικών επιτευγμάτων στην παραγωγική διαδικασία. Σε μερίδα της αστικής τάξης της χώρας, αλλά και σε τμήμα των μικρομεσαίων στρωμάτων επικρατούσε κλίμα ευφορίας αναφορικά με την εκβιομηχάνιση της χώρας, την προοπτική της αύξησης της απασχόλησης ιδιαίτερα του εξειδικευμένου δυναμικού, που θα στελέχωνε τις νεοδημιουργούμενες θέσεις εργασίας. Οι θέσεις αυτές απαιτούσαν σχετικά ανώτερες θεωρητικές γνώσεις, ταυτόχρονα με υψηλού επιπέδου γνώσεις εφαρμογών και δεξιότητες. Ετσι θεωρήθηκε ότι απαιτείται η δημιουργία μιας μεταδευτεροβάθμιας, μη πανεπιστημιακής, τεχνικής επαγγελματικής εκπαίδευσης που εντάχθηκε στην ανώτερη και όχι στην ανώτατη - κατά το Σύνταγμα - βαθμίδα. Αργότερα με την ίδρυση των ΤΕΙ, ο όρος «ανωτέρα εκπαίδευση» αντικαταστάθηκε από τον όρο «τριτοβάθμια (μη ανώτατη) εκπαίδευση» και ο όρος «τεχνική εκπαίδευση» με τον όρο «τεχνολογική εκπαίδευση». Πολύ αργότερα, με κατεύθυνση της ΕΕ, τα ΤΕΙ εντάχθηκαν στην ανώτατη εκπαίδευση, η οποία περιλαμβάνει δύο τύπους ΑΕΙ (τα Πανεπιστήμια και τα ΤΕΙ).

Οι νόμοι αλλάζουν τα προβλήματα παραμένουν

Τα ΤΕΙ προχώρησαν με τεράστιες δυσκολίες πάσχοντας πάντοτε από όλα τα προβλήματα των Πανεπιστημίων, αλλά και από ιδιαίτερες αδυναμίες, όπως οι μεγάλες ελλείψεις σε μόνιμο εκπαιδευτικό προσωπικό, σε υποδομές, εξοπλισμούς, συγγράμματα, υπηρεσίες φοιτητικής μέριμνας. Τα προβλήματα αυτά εντάθηκαν ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια, λόγω των απανωτών περικοπών των προϋπολογισμών, της μονής εισαγωγής των φοιτητών, των μαζικών συνταξιοδοτήσεων του μόνιμου προσωπικού που έχει απομείνει ελάχιστο, ενώ το έκτακτο προσωπικό σε μεγάλο βαθμό οδηγείται στην ανεργία.

Βασικό πρόβλημα για τη λειτουργία των ΤΕΙ ήταν πάντοτε αυτό της υποχρηματοδότησης από τον κρατικό προϋπολογισμό. Τα επιπλέον κονδύλια από τα λεγόμενα ευρωπαϊκά προγράμματα δεν προορίζονταν βέβαια για την αναβάθμιση των σπουδών, τη δημιουργία υποδομών ή την ερευνητική δραστηριοποίηση. Εκτός από τη συμβολή των προγραμμάτων αυτών στην προώθηση της στρατηγικής του κεφαλαίου στην Ανώτατη Εκπαίδευση, στις περισσότερες περιπτώσεις δημιούργησαν επιπλέον στρεβλώσεις, όπως για παράδειγμα με την ίδρυση τμημάτων του προγράμματος διεύρυνσης του ΕΠΕΑΕΚ.

Για τις επικείμενες συγχωνεύσεις

Αφού διογκώθηκε υπερβολικά η ανώτατη εκπαίδευση στην Ελλάδα (και με βάση τις κατευθύνσεις της ΕΕ) τώρα θα πρέπει να συμμαζευτεί, υποστηρίζουν κυβέρνηση και συνοδοιπόροι σαν να είναι άμοιροι ευθυνών. Στα ΤΕΙ, τα διάφορα νέα τμήματα δημιουργήθηκαν πολύ πρόχειρα, αφενός για να εμφανισθούν δείκτες απορροφητικότητας κάποιων ευρωπαϊκών κονδυλίων, αφετέρου για να ικανοποιηθούν τοπικές πελατειακές πιέσεις. Πολλά από αυτά τα τμήματα, όπως και τα αντίστοιχα των Πανεπιστημίων βεβαίως, δεν αφορούν ένα διακριτό επιστημονικό αντικείμενο, ενώ κάποια άλλα έμειναν χρόνια χωρίς εισακτέους λόγω της βάσης του 10. Ακόμη όμως και μετά την άρση της σχετικής ρύθμισης, μένουν χωρίς καθόλου φοιτητές λόγω του δυσβάσταχτου κόστους των σπουδών για την οικογένεια.

Σήμερα, οργιάζουν οι φήμες για κατάργηση των Παραρτημάτων των κεντρικών ΤΕΙ, για κλείσιμο κάποιων περιφερειακών ιδρυμάτων, σχολών ή τμημάτων και για αναγκαστικές συνενώσεις κάποιων άλλων. Αποκαλύπτεται έτσι η ματαιότητα διαφόρων συντεχνιακού τύπου στόχων των συνδικαλιστικών ηγεσιών καθηγητών και φοιτητών των ΤΕΙ, που δήθεν θα κατοχύρωναν τα ΤΕΙ. Ούτε ο στόχος των αυτοδύναμων μεταπτυχιακών, της εκπόνησης διδακτορικών διατριβών, της «πανεπιστημιοποίησης» των ΤΕΙ ή ακόμη και της έκδοσης ΠΔ επαγγελματικών δικαιωμάτων δε φαίνεται να μπορεί να προστατεύσει ΤΕΙ και Πανεπιστήμια. Η εκπαιδευτική πολιτική της ΕΕ επιβάλλει να παρέχεται η «μεταλυκειακή» εκπαίδευση από λιγότερα μεν, περισσοτέρων τύπων δε, εκπαιδευτικά ιδρύματα που μπορεί να είναι Πανεπιστήμια, ΤΕΙ, ΚΕΣ, ΠΣΕ, ΙΕΚ κ.ά., δημόσια ή ιδιωτικά, με άμεσο πλέον στόχο την καθιέρωση διδάκτρων και στα προπτυχιακά, ενώ προπομπός έχει ήδη υπάρξει η βιομηχανία των μεταπτυχιακών.

Μπροστά σε αυτήν την πραγματικότητα, ο στόχος δεν μπορεί να είναι άλλος παρά η προάσπιση των εργαζομένων, των φοιτητών και των αποφοίτων, όχι μόνον των τμημάτων που θα παραμείνουν αλλά και των τμημάτων που θα κλείσουν.

Στόχος πάντα η εργασία

Ούτως ή άλλως, διαχρονικά η ένταξη των αποφοίτων ΤΕΙ στην παραγωγή δεν υπήρξε ρόδινη. Για κάποιες ειδικότητες φαινόταν να υπάρχουν επικαλύψεις με αποφοίτους Πανεπιστημίων, με συνεπακόλουθη τη δημιουργία συντεχνιακών αντιθέσεων. Αλλες ειδικότητες δε βρήκαν ποτέ επαγγελματικό αντίκρισμα, καθώς το αντικείμενό τους ήταν ανύπαρκτο και δεν αντιστοιχιζόταν στην παραγωγή. Για κάποιες περιόδους, οι απόφοιτοι των ΤΕΙ ορισμένων ειδικοτήτων έβρισκαν σχετικά μαζικότερη διέξοδο από τους αποφοίτους των Πανεπιστημίων, λόγω των σχετικά χαμηλότερων αμοιβών για το ίδιο περίπου έργο.

Τις συντεχνιακές αντιθέσεις και τις διάφορες εκκρεμότητες ήρθε να «λύσει» το νέο καθεστώς απονομής των επαγγελματικών «δικαιωμάτων», τα οποία θα παρέχονται από τους αρμόδιους επιμελητηριακούς φορείς σύμφωνα με το Ευρωπαϊκό Πλαίσιο Προσόντων που προβλέπει 8 επίπεδα επαγγελματικών προσόντων. Το νέο καθεστώς στην πραγματικότητα επιφέρει και θεσμικά την κατάργηση της επαγγελματικής κατοχύρωσης. Τα περισσότερα τμήματα θα «παράγουν» κατ' όνομα πτυχιούχους, ασαφούς επιστημονικού αντικειμένου, οι οποίοι θα πρέπει δια βίου να επανα-καταρτίζονται και να αλλάζουν πόστα εργασίας με ενδιάμεσα διαστήματα ανεργίας.

Με την προοπτική αυτή να διαφαίνεται σήμερα ακόμη πιο άμεσα από άλλοτε, κυρίως λόγω των θεόρατων ποσοστών ανεργίας στους νέους πτυχιούχους, αποκαλύπτεται καθαρότερα ο αποπροσανατολισμός που επέφεραν οι συντεχνιακές αντιθέσεις, η διαμάχη των ακαδημαϊκών κοινοτήτων και των επαγγελματικών ενώσεων. Οι σχετικές αντιλήψεις, μεταξύ άλλων, αποκρύπτουν το γεγονός ότι οι όποιες αναδιαρθρώσεις σε επίπεδο εκπαιδευτικού συστήματος και δικαιωμάτων των αποφοίτων του, συνδέονται άρρηκτα με ένα μόνιμο στόχο: «όσο το δυνατό μεγαλύτερη αποσάρθρωση των εργασιακών σχέσεων, όσο το δυνατό μεγαλύτερη συρρίκνωση της τιμής της εργατικής δύναμης». Αυτός ο στόχος δεν είναι πρόσκαιρος δεν αφορά μόνο την περίοδο της οικονομικής κρίσης αλλά κυρίως το μέλλον, όταν δηλαδή θα αποφασίσουν οι μεγάλοι κεφαλαιούχοι να επενδύσουν τα υπερσυσσωρευμένα κεφάλαιά τους, όταν θα χρειάζονται μάζες ημι-ειδικευμένων φθηνών εργατικών χεριών, για να επιτυγχάνουν εκείνα τα ποσοστά κερδών που θα τους εξασφαλίζουν ανταγωνιστικότητα και επέκταση.

Η ανώτατη εκπαίδευση στην υπηρεσία του λαού

Η Δημοκρατική Πανεπιστημονική Κίνηση (ΔΗΠΑΚ) και το Μέτωπο Αγώνα Σπουδαστών (ΜΑΣ) έχουν αταλάντευτα υποστηρίξει τη θέση για Ενιαία αποκλειστικά Δημόσια και Δωρεάν Ανώτατη Εκπαίδευση, χωρίς διαχωρισμούς σε Πανεπιστήμια και ΤΕΙ, με τμήματα που θα παρέχουν το σύνολο των απαιτούμενων γνώσεων σε ένα επιστημονικό αντικείμενο και θα κατοχυρώνουν την πρόσβαση στο επάγγελμα.

Δικαιώνεται και θα δικαιωθεί περαιτέρω η άποψη ότι η κατάσταση τόσο στην εκπαίδευση όσο και στην κοινωνία δε θα βελτιωθεί με ενσωμάτωση, ασπιρίνες και τεχνάσματα.

Απαιτείται αγώνας σκληρός με συνεπή στοχοπροσήλωση σε μια Παιδεία με προσανατολισμό όχι στη διασφάλιση των κερδών των μονοπωλίων, αλλά στην ικανοποίηση των σύγχρονων αναγκών του λαού. Αυτός ο προσανατολισμός του αγώνα θα οδηγήσει σε αφύπνιση τη συνείδηση των καθηγητών και κυρίως των σημερινών φοιτητών και αυριανών εργαζομένων. Αυτή η πορεία θα φέρει το εκπαιδευτικό κίνημα μέσα στο λαϊκό κίνημα, σε μια προοπτική ριζοσπαστικών πολιτικών και κοινωνικοοικονομικών αλλαγών σε όφελος του λαού, με πρωταγωνιστή το λαό.


Ρένα ΤΗΛΙΚΙΔΟΥ
Οικονομολόγος, καθηγήτρια του ΤΕΙ Θεσσαλονίκης

Οχι στο «χάρτη» του «Πανεπιστημίου ΑΕ»

Για το σχέδιο «Αθηνά» για την Ανώτατη Εκπαίδευση που δόθηκε στη δημοσιότητα

Motion Team

Την Πέμπτη ανακοινώθηκε από το υπουργείο Παιδείας το «περιβόητο» σχέδιο «Αθηνά», μετά από πολλές αναβολές και, προφανώς, πολλά «παζάρια» για το νέο ακαδημαϊκό «χάρτη» της χώρας, πάνω στον οποίο θα σχεδιαστεί «ορθολογικότερα» το «Πανεπιστήμιο ΑΕ» του νόμου - πλαισίου. Σύμφωνα με τις προτάσεις του υπουργείου Παιδείας, τα πανεπιστήμια της χώρας από 26 γίνονται 20 και τα ΤΕΙ από 14 μειώνονται σε 12. Πρακτικά, βέβαια, δεν έχουμε καταργήσεις ιδρυμάτων, αλλά συγχώνευσή τους ή «απορρόφησή» τους από άλλα.

Οσον αφορά στα τμήματα των πανεπιστημίων και των ΤΕΙ αυτά μειώνονται από 480, που περιλαμβάνονταν στο τελευταίο μηχανογραφικό (533 είχαν ιδρυθεί), σε 386. Και σε αυτή την περίπτωση πρόκειται για συγχωνεύσεις ή «απορροφήσεις» τμημάτων. Συγκεκριμένα, «απορροφώνται» 94 τμήματα ενώ πάνω από 50 Τμήματα «μετακινούνται» μέσω συγχωνεύσεων σε άλλη πόλη (αναλυτικά η καταγραφή των Τμημάτων στον «Ριζοσπάστη» έγινε την Παρασκευή 1/2/2012, σελ. 18-19).

Σύμφωνα με το σχέδιο θα δημιουργηθούν ένα «ομόσπονδο» πανεπιστήμιο και ένα «ομόσπονδο» ΤΕΙ. Το πρώτο, το οποίο θα ονομάζεται «Αδαμάντιος Κοραής», θα συμπεριλαμβάνει το Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών (ΑΣΟΕΕ), το Πάντειο Πανεπιστήμιο, το Γεωπονικό Πανεπιστήμιο, το Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο και το Πανεπιστήμιο Πειραιά. Το δεύτερο θα ονομάζεται «Αττικό ΤΕΙ» και θα περιλαμβάνει το ΤΕΙ Αθήνας, το ΤΕΙ Πειραιά και την ΑΣΠΑΙΤΕ και θα ονομάζεται «Αττικό ΤΕΙ». Και στις δύο περιπτώσεις τα ιδρύματα θα διατηρούν την αυτονομία τους. Να σημειωθεί ότι ιδιαίτερα στα ΤΕΙ Αθήνας και Πειραιά οι «εσωτερικές» συγχωνεύσεις, μετακινήσεις και μετονομασίες είναι αρκετές.


Οι συγχωνεύσεις και οι μετονομασίες στα ΤΕΙ (εκτός απ' το «Αττικό ΤΕΙ») είναι οι παρακάτω: Το ΤΕΙ Θεσσαλονίκης και το ΤΕΙ Σερρών θα συγχωνευθούν σε ένα ΤΕΙ Κεντρικής Μακεδονίας. Το ΤΕΙ Καβάλας θα ονομαστεί ΤΕΙ Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης. Το ΤΕΙ Λάρισας θα ονομαστεί ΤΕΙ Θεσσαλίας. Το ΤΕΙ Λαμίας και το ΤΕΙ Χαλκίδας θα συγχωνευθούν και θα ονομαστούν ΤΕΙ Στερεάς Ελλάδας. Το ΤΕΙ Πάτρας, το ΤΕΙ Μεσολογγίου και το ΤΕΙ Ιονίων Νήσων θα συγχωνευθούν και θα ονομαστούν ΤΕΙ Δυτικής Ελλάδας και Ιονίων Νήσων. Το ΤΕΙ Καλαμάτας, με τμήματα στη Σπάρτη και στην Καλαμάτα, θα ονομαστεί ΤΕΙ Πελοποννήσου.

Οι συγχωνεύσεις και οι μετονομασίες για τα πανεπιστήμια (εκτός από το «Αδαμάντιος Κοραής») έχουν ως εξής: Το Πανεπιστήμιο Μακεδονίας και η Παιδαγωγική Σχολή (δύο τμήματα) του Πανεπιστημίου Δυτικής Μακεδονίας θα συγχωνευθούν σε ένα ενιαίο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας. Το Πανεπιστήμιο Πατρών και το Πανεπιστήμιο Δυτικής Ελλάδας συγχωνεύονται σε Πανεπιστήμιο Πάτρας - Δυτικής Ελλάδας. Το Πανεπιστήμιο Στερεάς Ελλάδας καταργείται. Το ένα του τμήμα (αυτό της Λιβαδειάς) «απορροφάται» από το τμήμα Οικονομικής Περιφερειακής Ανάπτυξης του Παντείου Πανεπιστημίου, ενώ το άλλο του τμήμα εντάσσεται στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας.

Σύμφωνα με το νέο «χάρτη» τα ιδρύματα θα βρίσκονται σε 51 πόλεις από τις 63 που ήταν μέχρι τώρα.

Επίσης, τα 127 τμήματα «Ανθρωπιστικών, Νομικών και Κοινωνικών Επιστημών» μειώνονται σε 112, τα 81 τμήματα Θετικών Επιστημών σε 66, τα 54 Επιστημών σε 50, τα 142 τμήματα Τεχνολογικών Επιστημών σε 110, τα 76 τμήματα Επιστημών Οικονομίας και Διοίκησης σε 48. Ολα τα τμήματα, πλέον, θα υπάγονται σε Σχολές, κάτι που σημαίνει ότι δε θα υπάρχουν, πλέον, τα λεγόμενα «ανεξάρτητα» τμήματα.

Να σημειώσουμε ότι φέτος οι υποψήφιοι των πανελλαδικών εξετάσεων θα συμπληρώσουν μηχανογραφικό σύμφωνα με το νέο «χάρτη», ενώ η βάση του 10 δε θα επανέλθει φέτος. Στην επόμενη ακαδημαϊκή χρονιά υπολογίζεται ότι ο συνολικός αριθμός μείωσης των εισακτέων δε θα υπερβεί το 4%. Στα ΤΕΙ θα είναι περίπου 30% η μείωση και στα πανεπιστήμια 15% αύξηση.

Εφαρμογή αναδιαρθρώσεων και ο λογαριασμός στις λαϊκές οικογένειες

Απ' όλα τα παραπάνω προκύπτουν μια σειρά ιδιαίτερα σημαντικά ζητήματα και συμπεράσματα:

  • Πρώτο και άμεσο θέμα προκύπτει για τους χιλιάδες φοιτητές και σπουδαστές των δεκάδων τμημάτων που μετακινούνται σε άλλη πόλη. Είναι φανερό πως το «κόστος» του σχεδίου «Αθηνά» θα το πληρώσει και πάλι η λαϊκή οικογένεια και τα παιδιά της. Μετακίνηση σε άλλη πόλη σημαίνει έξοδα. Οπως, άλλωστε, γίνεται αντιληπτό η μεταφορά των τμημάτων δε σημαίνει και ενίσχυση των υποδομών. Ετσι κι αλλιώς οι υποδομές των ιδρυμάτων και ιδιαίτερα των ΤΕΙ της επαρχίας είναι ανεπαρκείς. Οι εστίες και οι λέσχες σίτισης δε φτάνουν και οι φοιτητές και οι σπουδαστές θα έχουν επιπλέον προβλήματα. Η γενικόλογη θέση του υπουργείου («θα υπάρξει πρόνοια επιδότησης των εξόδων, αλλά έχουμε μεριμνήσει οι μετακινήσεις να είναι οι λιγότερες δυνατές») δεν εξασφαλίζει απολύτως τίποτα. Η διεκδίκηση για να μην πεταχτεί εκτός σπουδών κανένας φοιτητής ή σπουδαστής και να ολοκληρώνει τις σπουδές του απερίσπαστος είναι το λιγότερο που χρειάζεται.
  • Εξίσου προβληματική είναι η μετακίνηση για εργαζόμενους και διδάσκοντες στα Τμήματα που αλλάζουν πόλη καθώς προκαλείται πολλαπλάσιο πρόβλημα για τις οικογένειές τους.
  • Από τις συγχωνεύσεις και τις «απορροφήσεις» τμημάτων (ιδιαίτερα στα ΤΕΙ της επαρχίας, αλλά και στα ΤΕΙ Αθήνας και Πειραιά) και τη δημιουργία νέων είναι επόμενο πως θα προκύψουν νέα προγράμματα σπουδών. Αυτό φέρνει προβλήματα σε αυτούς που ήδη φοιτούν και είναι αυτονόητο πως πρέπει να υπάρχει κάποια πρόβλεψη για την ολοκλήρωση των σπουδών τους. Επιπλέον, οι αλλαγές στα προγράμματα σπουδών, όπως και οι συγχωνεύσεις τμημάτων δε γίνονται με άξονα το επιστημονικό αντικείμενο, αλλά με βάση τις απαιτήσεις της «αγοράς».
Δικό τους δημιούργημα ο ανορθολογισμός...

Τα περί «παθογενειών» και «στρεβλώσεων» που θα πρέπει να ξεπεραστούν, όπως υποστηρίζει το υπουργείο, είναι υποκριτικά. Η πελατειακή λογική του «κάθε χωριό και ΤΕΙ», «κάθε πόλη και πανεπιστήμιο» είναι αποτέλεσμα συγκεκριμένων πολιτικών των κυβερνήσεων του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ.

Ο «εξορθολογισμός» και το «συμμάζεμα» που επικαλείται η κυβέρνηση δεν έχουν να κάνουν με τις εκπαιδευτικές ανάγκες. Είναι άρρηκτα δεμένα με τις αναδιαρθρώσεις που επιβάλλει ο νόμος - πλαίσιο, σε αυτές εντάσσονται. Σίγουρα ρόλο έπαιξαν και οι λεγόμενες «αξιολογήσεις» και η «βιωσιμότητα» του κάθε τμήματος σε σχέση με τη σύνδεσή του με την «αγορά».

Στόχος είναι να σχεδιαστεί και να υλοποιηθεί ένας «χάρτης» που θα «εφαρμόζει» στο «Πανεπιστήμιο ΑΕ», που τα αντικείμενα σπουδών και το περιεχόμενο θα ορίζονται απ' τις επιχειρήσεις. Το βασικό κριτήριο είναι η προσέλκυση «επενδυτών» στην Ανώτατη Εκπαίδευση, η κατασκευή προγραμμάτων σπουδών που θα «προσφέρουν» στην επιχειρηματικότητα και στην παροχή «δεξιοτήτων» (και όχι επιστημονικών γνώσεων) που ζητούν οι εργοδότες. Παράλληλα, με τα «ομόσπονδα» ιδρύματα και γενικότερα με την πολιτική στα μεγάλα ιδρύματα επιδιώκεται να ισχυροποιηθούν αυτά στη «διεθνή αγορά» των ιδρυμάτων, ώστε να προσελκύσουν επενδύσεις. Οι λεγόμενοι «κόμβοι αριστείας», όπως τους ονόμασε ο υπουργός, δεν έχουν να κάνουν με την ποιότητα των σπουδών, αλλά με την «ανταγωνιστικότητά τους». Οπως είπε άλλωστε, «απευθυνόμαστε στους παραγωγικούς φορείς της χώρας, που πρέπει να συνδεθούν με αυτούς τους κόμβους αριστείας που δημιουργούμε».

Η απόρριψη του σχεδίου «Αθηνά» απ' τους φοιτητές, τους σπουδαστές και τους πανεπιστημιακούς έχει να κάνει με την απόρριψη των αναδιαρθρώσεων που στοχεύουν στο πανεπιστήμιο - επιχείρηση, με φοιτητές - πελάτες και γνώση - εμπόρευμα. Το προηγούμενο διάστημα βρέθηκαν οι «πρόθυμοι» (διοικήσεις, ηγεσία της ΠΟΣΔΕΠ) που έκαναν «διάλογο» με το υπουργείο για να διαμορφωθεί το σχέδιο. Το υπουργείο ανακοίνωσε πως η «διαβούλευση» θα συνεχιστεί. Δεν μπορεί να υπάρχει καμία αυταπάτη για το αποτέλεσμα. Οι κατευθύνσεις είναι σαφείς και συγκεκριμένες. Οι φοιτητές, οι σπουδαστές και οι πανεπιστημιακοί έχουν κάθε λόγο ν' αγωνιστούν ενάντια στο νόμο - πλαίσιο και το «χάρτη» του διότι αυτό είναι το σχέδιο «Αθηνά»: Ο χάρτης του «Πανεπιστημίου ΑΕ».


Γεράσιμος ΧΟΛΕΒΑΣ



Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ