Κυριακή 29 Γενάρη 2017
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Ανακοίνωση της Επιτροπής Δημόσιου Προσυνεδριακού Διαλόγου

Η Επιτροπή Δημόσιου Προσυνεδριακού Διαλόγου για το 20ό Συνέδριο του ΚΚΕ υπενθυμίζει σε συντρόφους και φίλους που θέλουν να πάρουν μέρος στη δημόσια συζήτηση για τις Θέσεις της ΚΕ με γραπτό κείμενο στον «Ριζοσπάστη» ή στην ΚΟΜΕΠ πως θα παραλαμβάνει κείμενα για δημοσίευση μέχρι την Κυριακή 5 Φλεβάρη 2017.

Ακόμη, υπενθυμίζει ότι σύμφωνα με τους όρους του διαλόγου που δημοσιεύτηκαν στον «Ριζοσπάστη» της 21ης Δεκέμβρη 2016, καθένας και καθεμιά, που θέλει να συμβάλει στο διάλογο, μπορεί να στείλει ένα σημείωμα για τις Θέσεις με ανώτατο όριο έκτασης του κειμένου τις 1.000 λέξεις.

Σημειώματα που τυχόν έρθουν στην Επιτροπή είτε εκπρόθεσμα είτε ξεπερνούν την έκταση που έχει προσδιοριστεί, δεν θα δημοσιευτούν, θα τεθούν όμως υπόψη των αντιπροσώπων του 20ού Συνεδρίου.

Κάθε κείμενο πρέπει να έχει απαραίτητα όλα τα παρακάτω στοιχεία του συγγραφέα: Ονοματεπώνυμο, διεύθυνση, τηλέφωνο, Κομματική ή ΚΝίτικη Οργάνωση που ανήκει ή που έχει επαφές, αν πρόκειται για φίλο του ΚΚΕ. Τα στοιχεία αυτά είναι προϋπόθεση για τη δημοσίευση του κειμένου. Αποκλείονται από τη δημοσίευση κείμενα που είναι εκτός των θεμάτων των Θέσεων για το 20ό Συνέδριο. Αποκλείονται κείμενα με αναφορές σε πρόσωπα ή σε ζητήματα που αφορούν συγκεκριμένη Κομματική Οργάνωση, που περιλαμβάνουν υβριστικούς χαρακτηρισμούς, θέσεις εχθρικές προς την ιδεολογία και το χαρακτήρα του ΚΚΕ.

Τα κείμενα μπορούν να στέλνονται:

α) Ηλεκτρονικά στη διεύθυνση: dialogos20@kke.gr, με ένδειξη «Για την Επιτροπή Δημόσιου Διαλόγου».

β) Ταχυδρομικώς στη διεύθυνση: Κεντρική Επιτροπή ΚΚΕ, Λεωφόρος Ηρακλείου 145, ΤΚ 14231, με ένδειξη «Για την Επιτροπή Δημόσιου Διαλόγου».

γ) Μέσω των Κομματικών Οργανώσεων του ΚΚΕ.

Στις περιπτώσεις αποστολής ταχυδρομικώς ή μέσω Οργανώσεων, παρακαλούμε τους συμμετέχοντες στο διάλογο, όσους έχουν τη δυνατότητα, να διευκολύνουν τη δουλειά της Επιτροπής στέλνοντας το κείμενο και σε ηλεκτρονική μορφή.

Οι συμμετέχοντες στο διάλογο μπορούν να απευθύνονται στην Επιτροπή Δημόσιου Διαλόγου στο τηλέφωνο επικοινωνίας: Ιωάννα Καψάσκη 210.2592.402.

Η Επιτροπή Δημόσιου Διαλόγου της ΚΕ του ΚΚΕ

Αθήνα, 26/1/2017

Για τον ιμπεριαλιστικό πόλεμο και τη δουλειά μας στους μετανάστες

Συμφωνώ με τις Θέσεις της ΚΕ για το 20ό Συνέδριο του ΚΚΕ. Αποτυπώνουν ολοκληρωμένα τις συνθήκες μέσα στις οποίες καλούμαστε να δράσουμε, φωτίζουν με συγκεκριμένο τρόπο τις αδυναμίες στη δράση μας τι πρέπει άμεσα και αποφασιστικά να λύσουμε.

Οπως αναδεικνύεται από το ίδιο το κείμενο των Θέσεων η περίοδος που διανύουμε δείχνει έντονα τα σημάδια των δυσκολιών της καπιταλιστικής οικονομίας να οδηγηθεί σε δυναμική ανάκαμψη. Το γεγονός αυτό αποτυπώνεται έντονα και στις αναλύσεις και εκτιμήσεις των αστικών επιτελείων και μηχανισμών, όπου εκφράζονται έντονες ανησυχίες για την πορεία της παγκόσμιας οικονομίας. Από τα ίδια τα πράγματα, λοιπόν, γίνεται φανερό πως η κρίση μόνο παρελθόν δεν αποτελεί, αλλά αντιθέτως είναι σοβαρό το ενδεχόμενο μιας νέας και πιο βαθιάς συγχρονισμένης καπιταλιστικής οικονομικής κρίσης.

Κάτω από αυτές τις συνθήκες, η «διέξοδος» του πολέμου, της σύγκρουσης ανάμεσα στις διάφορες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις γίνεται όλο και πιο πιθανή. Μια σύγκρουση που στόχο έχει το ξαναμοίρασμα των αγορών.

Από αυτήν τη σκοπιά, μπορεί να εξηγηθεί και η ένταση των ανταγωνισμών και συγκρούσεων ιδιαίτερα στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου, με επίκεντρο τη Συρία, αλλά και στα Βαλκάνια. Η συγκέντρωση ισχυρής στρατιωτικής δύναμης από τις μεγάλες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις στη γειτονιά της Ελλάδας, μια εξέλιξη που κάνει πολύ πιθανή την εμπλοκή της χώρας σε περίπτωση γενικευμένης πολεμικής σύρραξης στην περιοχή.

Μπροστά, λοιπόν, στο ενδεχόμενο των παραπάνω εξελίξεων χρειάζεται με μεγαλύτερη ένταση, σχέδιο και επεξεργασία να ανοίξει η συζήτηση γύρω από το χαρακτήρα του πολέμου και τη στάση της εργατικής τάξης και των λαϊκών στρωμάτων απέναντι σε αυτόν. Με άνοιγμα που θα αγκαλιάζει τους φίλους και οπαδούς του Κόμματος, αλλά ταυτόχρονα θα απευθύνεται πλατιά σε όλους τους εργαζόμενους που συναντάμε στους χώρους δουλειάς και τις συνοικίες. Να αποτελέσει αυτό αναπόσπαστο κομμάτι της ιδεολογικής - πολιτικής μας παρέμβασης, του συνολικού μας σχεδιασμού για την ανασύνταξη του εργατικού κινήματος.

Σε τέτοιες συνθήκες, η αστική τάξη θα επιδιώξει, η εργατική τάξη και τα λαϊκά στρώματα, να στοιχηθούν κάτω από τη δική της σημαία. Αλλωστε, στη χώρας μας έχει αποδείξει πως διαθέτει το πολιτικό προσωπικό και εκείνους τους μηχανισμούς για να πετύχει τη συστράτευση των εργαζομένων με τις επιδιώξεις της. Το απέδειξε το προηγούμενο διάστημα όπου με κυβέρνηση τους ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ κατάφερε να αποσπάσει τη στήριξη ή τουλάχιστον την ανοχή μεγάλης μερίδας εργαζομένων απέναντι στα αντιλαϊκά μέτρα που πήρε για τη στήριξη της κερδοφορίας του κεφαλαίου.

Ταυτόχρονα, χρειάζεται να παίρνουμε υπόψη μας ότι την ίδια τακτική ακολουθούν και οι αστικές τάξεις των γειτονικών μας χωρών. Η επαναφορά μειονοτικών ζητημάτων και εδαφικών διεκδικήσεων από τις κυβερνήσεις της Αλβανίας, των Σκοπίων και της Τουρκίας, εξυπηρετούν πέρα από πραγματικές επιδιώξεις και το στόχο της ενίσχυσης του εθνικισμού.

Χρειάζεται, λοιπόν, να μας προβληματίσει, όχι μόνο το αν, αλλά και το πώς ανοίγουμε το ζήτημα του ιμπεριαλιστικού πολέμου, των συμφερόντων που αυτός εξυπηρετεί. Το πώς θα είμαστε πειστικοί και αποδεικτικοί και δεν θα στεκόμαστε μόνο σε μια γενική και περιορισμένη πολιτική τοποθέτηση, στο ότι οι εργάτες δεν πρέπει να γίνουν κρέας για τα κανόνια των ιμπεριαλιστών, το οποίο αν και είναι σωστό δεν αρκεί.

Η συζήτηση για τον πόλεμο και τη στάση του εργατικού κινήματος απέναντι σε αυτόν αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της ιδεολογικής - πολιτικής παρέμβασης του Κόμματος, της δουλειά μας για την ανάδειξη των νομοτελειών του καπιταλιστικού δρόμου ανάπτυξης. Αυτή πρέπει να γίνεται πλατιά και ενιαία σε όλη την εργατική τάξη και τα σύμμαχα λαϊκά στρώματα. Να μην ξεχνάμε ότι μεγάλο κομμάτι της εργατικής τάξης της Ελλάδας αποτελείται από μετανάστες, το οποίο μάλιστα θα αυξηθεί από εκείνους τους πρόσφυγες που θα μείνουν τελικά στη χώρα μας και θα βρουν δουλειά στα εργοστάσια και τα χωράφια.

Αυτοί οι εργαζόμενοι, ανεξάρτητα από φυλή, θρησκεία, χρώμα δέρματος έχουν τα ίδια ταξικά συμφέροντα με τους Ελληνες εργαζόμενους. Οπως στο χώρο δουλειάς, έτσι και στον πόλεμο, επιδίωξή μας πρέπει να είναι ενιαία Ελληνες και μετανάστες να οργανώσουν την πάλη τους ενάντια στις επιδιώξεις οποιασδήποτε αστικής τάξης. Είτε αυτή είναι η ελληνική, είτε είναι η αστική τάξη της χώρας καταγωγής τους.

Πρέπει να έχουμε καθαρό ότι στους μετανάστες γίνεται σταθερή και συστηματική παρέμβαση από πρεσβείες και πολιτικές δυνάμεις. Ιδιαίτερα στους Αλβανούς μετανάστες που είναι και το πολυπληθέστερο κομμάτι, παρεμβαίνουν τόσο πολιτικά κόμματα της χώρας τους όσο και ελληνικά.

Είναι εργαζόμενοι που ζουν και εργάζονται πολλά χρόνια στην Ελλάδα και που σε περίπτωση πολεμικής σύρραξης με συμμετοχή της Ελλάδας θα γίνει προσπάθεια να αξιοποιηθούν από τις αστικές τάξεις των χωρών τους (π.χ. οι Αλβανοί σε σχέση με το ζήτημα της Τσαμουριάς, Βούλγαροι, Ρουμάνοι κ.ά.).

Η πείρα που έχουμε, από τη μέχρι τώρα επαφή και παρέμβασή μας στους μετανάστες, ιδιαίτερα από αυτούς που βρίσκονται στον περίγυρό μας, δείχνει πως όταν η συζήτηση περιστρέφεται γύρω από τα ζητήματα της οικονομικής πάλης και των καθημερινών προβλημάτων υπάρχει μια γενική συμφωνία. Οταν όμως η κουβέντα πάει στο ζήτημα του χαρακτήρα του ιμπεριαλιστικού πολέμου και της στάσης των εργαζομένων τότε σε γενικές γραμμές υπάρχει πάγωμα και σιωπή.

Η ιδεολογική - πολιτική παρέμβαση στους μετανάστες και πρόσφυγες, τόσο γενικά όσο και συγκεκριμένα γύρω από τα ζητήματα του πολέμου έχει επιπλέον δυσκολίες. Χρειάζεται περισσότερο ψάξιμο, να λαμβάνει υπόψη της τις ιδιαιτερότητες των χωρών τους, ιστορικά στοιχεία που μπορεί να επιδρούν να διαμορφώνουν τη συνείδησή τους. Με άλλα λόγια, δεν μπορείς να πεις ότι παρεμβαίνεις κάνοντας γενικές αναφορές και τοποθετήσεις. Οσο αυτό δεν αρκεί για να ανοίξεις αυτιά και να πείσεις τους Ελληνες εργάτες άλλο τόσο και περισσότερο δεν αρκεί για να ανοίξεις, να ξεκλειδώσεις τη σκέψη των μεταναστών και προσφύγων. Να καταλάβεις πρώτα και κύρια τι σκέφτονται, ώστε να μπορέσεις ουσιαστικά να παρέμβεις, να τους πείσεις να σε ακολουθήσουν.

Τα παραπάνω είναι ζητήματα που σαν κόμμα είμαστε σε θέση να αντιμετωπίσουμε. Βασικό όπλο σε αυτό είναι η επεξεργασμένη στρατηγική του Κόμματος όπως αυτή εκφράζεται μέσα από το Πρόγραμμά του και τις θέσεις και επεξεργασίες του σε μια σειρά ζητήματα. Χρειάζεται όμως τώρα να λάβουμε εκείνα τα οργανωτικά μέτρα που θα μας επιτρέψουν με γοργούς ρυθμούς τόσο να αυξήσουμε όσο και να βελτιώσουμε την ποιότητα της παρέμβασής μας.


Μπάμπης Βαΐου
Μέλος της Επιτροπής Μεταναστών της ΚΟ Αττικής

Μερικές σκέψεις για την αντιστοίχιση της δράσης Κόμματος - ΚΝΕ στη νεολαία

Κατ' αρχάς να εκφράσω την ολόπλευρη συμφωνία μου με τις Θέσεις της ΚΕ, αλλά και με το σύνθημα του 20ού Συνεδρίου έτσι όπως αυτό αποτυπώνεται. Είναι κρίσιμο για όλα τα μέλη και στελέχη του Κόμματος και της ΚΝΕ, οι Θέσεις να αποτελέσουν έναυσμα ώστε πιο άμεσα και πιο δημιουργικά να διαπεράσουν τη λειτουργία, την καθοδηγητική δουλειά, φυσικά τη δράση μας.

Θα ήθελα να σταθώ σε ένα βασικό ζήτημα που βάζουν οι Θέσεις, αυτό της εξειδίκευσης. Ο όρος αυτός στη δική μας δουλειά και προσπάθεια χωράει πολύ ανάλυση και εξήγηση. Ενα ξεχωριστό σημείο της εξειδίκευσής μας ως Κόμμα αλλά και ως ΚΝΕ είναι αυτό της παρέμβασής μας στη νεολαία με το Πρόγραμμα του Κόμματος. Θεωρώ πως είναι ανάγκη, ξεχωριστά και ειδικά, να εξετάζει τη δουλειά μας αυτή κάθε Οργανο του Κόμματος, κάθε ΚΟΒ σε πλήρη σύνδεση με τα αντίστοιχα Οργανα της ΚΝΕ αλλά και τις ΟΒ. Νομίζω πως χρειάζεται ακόμα να κάνουμε βήματα, παρά τα θετικά που έχουμε να αποτιμήσουμε από το προηγούμενο Συνέδριο, αλλά και από την Πανελλαδική Συνδιάσκεψη του Κόμματος για τη νεολαία. Φυσικά η εξειδίκευση έχει άρρηκτα να κάνει με την ίδια τη λειτουργία των Οργάνων, με το επίπεδο και την πείρα του κάθε στελέχους ξεχωριστά. Εχει όμως να κάνει και με τα εργαλεία, τα επιτελεία που στήνουμε και λειτουργούν ενισχυτικά πλάι στα Οργανα ώστε να εξειδικεύουν, τα στελέχη που ξεχωρίζουμε για τους χώρους που είναι άμεσα ανάγκη να οικοδομήσουμε γερές Οργανώσεις.

Εχουμε μετρήσει βήματα στη σύνδεση ΚΟΒ - ΟΒ, στην αντιστοίχιση των δυνάμεών μας. Ομως, στους χώρους που δρα αυτοτελώς η ΚΝΕ και δεν υπάρχει αντικειμενικά αντιστοίχηση, όπως για παράδειγμα η κατάρτιση/μαθητεία, τα σχολειά, υπάρχει περιθώριο βελτίωσης. Είναι βασικό ζήτημα που χρειάζεται να λύνεται από τα Οργανα του Κόμματος και εδώ έχουν ιδιαίτερη ευθύνη και τα Οργανα της ΚΝΕ, με βάση πού ιεραρχούμε να οικοδομήσουμε, με τι σχέδιο και ποια προοπτική, με ποιες ομάδες - επιτελεία θα μπορεί να καθοδηγείται ολόπλευρα η προσπάθεια αυτή, από κοινού από το Κόμμα και την ΚΝΕ. Μάλιστα, με δεδομένο τα χαρακτηριστικά που έχουμε προσδώσει στη συνείδηση και την ψυχολογία της νεολαίας τα χρόνια της κρίσης, με βάση δηλαδή τις συνθήκες, το συσχετισμό και τους υλικούς όρους ζωής, η παρέμβαση του Κόμματος και της ΚΝΕ στη νεολαία είναι απαιτητική, γίνεται ιδιαίτερα κοπιαστική και χρειάζεται επιμονή.

Ενώ πιο ώριμα οργανώνεται το σχέδιο οικοδόμησης, συνεχίζουμε να βρίσκουμε κενά μπροστά μας στην καθημερινή προσπάθεια, που έχουν να κάνουν με το ίδιο το σχέδιο αλλά και τον έλεγχο. Πολλές φορές το σχέδιο δεν είναι αρκετό, οι ίδιες οι εξελίξεις το προσπερνούν, κάτω από το βάρος της καθημερινότητας παραμερίζεται, δεν εναρμονίζεται με τις δοσμένες συνθήκες και ανάγκες, πιθανά δεν κρίνεται τακτικά η ίδια η αποτελεσματικότητα ή όχι του πρότερου σχεδίου που είχαμε. Το σχέδιο οικοδόμησης και ανάπτυξης δεν φτάνει να ξεκαθαρίζει μόνο στις πιο μεγάλες εσωοργανωτικές διαδικασίες αποτίμησης και εκτίμησης, όμως από εκεί ακριβώς χρειάζεται να ξεκινάει η καθοδηγητική δουλειά των οργάνων και των στελεχών ξεχωριστά.

Για παράδειγμα, η προσπάθεια οικοδόμησης στην κατάρτιση/μαθητεία, το σχέδιο ανασύνταξης του εργατικού κινήματος που περνάει και μέσα από αυτούς τους χώρους σήμερα. Η ιδεολογικοπολιτική διαπάλη στους χώρους αυτούς είναι σκληρή, είναι πεδίο που ποντάρει το σύστημα για την περαιτέρω κερδοφορία του κεφαλαίου, για την αφομοίωση των νέων εργατών και εργατριών που αποφοιτώντας από αυτές τις σχολές μπαίνουν απευθείας είτε στη βιομηχανική παραγωγή, είτε σε μεγάλες ξενοδοχειακές μονάδες, είτε σε τομείς των κατασκευών, του εμπορίου και των υπηρεσιών. Τέτοια εμπειρία υπάρχει σε σχολές Τουριστικών Επαγγελμάτων στην Κρήτη. Χαρακτηριστικό είναι οι περίοδοι προετοιμασίας απεργιών που η διαπάλη ανεβαίνει, το ξενοδοχειακό κεφάλαιο δουλεύει εντατικά με στόχο την τρομοκρατία των σπουδαστών με το προσωπικό του μέσα στις σχολές, που είναι συνήθως οι διευθυντές των σπουδαστών στη σαιζόν της πρακτικής, επομένως γεννιούνται νέα εμπόδια επιπρόσθετα στις γενικές συνθήκες που δρούμε. Εξασφαλίζοντας την από κοινού επεξεργασία της ΚΟΒ με την ΟΒ, με σχέδιο παρέμβασης στη ΓΣ των σπουδαστών από τις δυνάμεις του ΠΑΜΕ στον κλάδο, φτιάχνοντας ειδικό πλαίσιο αιτημάτων, ενισχύοντας την ιδεολογικοπολιτική παρέμβαση στο χώρο με τον «Ριζοσπάστη» και τον «Οδηγητή», με ανακοίνωση της ΚΝΕ, σε ένα σημαντικό βαθμό μάς άνοιξε δρόμους όχι μόνο ενόψει της απεργίας, αλλά βασικά για τη συνέχεια, άφησε μία νέα μαγιά νέων πρωτοπόρων. Με αυτά τα θετικά δείγματα δεν μπορούμε να καθησυχαζόμαστε, χρειάζεται αποφασιστικά να δίνεται συνέχεια. Ακόμα παραπάνω, αναδεικνύεται η ανάγκη να λύσουμε, ιδιαίτερα όπου δεν υπάρχουν τέτοιες ομάδες κοινές Κόμματος - ΚΝΕ, να δημιουργούνται, με προσήλωση στη σταθερή λειτουργία και το επεξεργασμένο σχέδιο, να υπάρχει μέριμνα στη διάταξη στελεχών, δεδομένου και των δυνατοτήτων φυσικά. Να αντιστοιχείται καλύτερα το περιεχόμενο των κομματικών ομάδων των κλάδων, των σωματείων που αντικειμενικά έχουν ευθύνη βάση ειδικότητας και αντικειμένου των αντίστοιχων σχολών, σταθερή ενασχόληση. Τα βήματα στο βασικό καθήκον που έχουμε σήμερα στην ανασύνταξη του κινήματος, στην ίδια τη σχέση του Κόμματος με το κίνημα, των κομμουνιστών ατομικά με αυτό, θα είναι βήματα που θα έρχονται σίγουρα από τη λειτουργία της Οργάνωσης σε όλα τα επίπεδα, μαζί με την ικανότητα εξειδίκευσης.

Φυσικά η ανάγκη αντιστοίχησης των σκοπών και της δράσης είναι υπαρκτή και αναγκαία για όλους τους χώρους που ζει, σπουδάζει και εργάζεται η νεολαία. Οι Οργανώσεις της ΚΝΕ σήμερα σε στρατηγικούς χώρους και κλάδους για το σκοπό μας, αύριο μπορούν να αποτελούν τις Κομματικές Οργανώσεις εκεί.

Η ανανέωση και η ανάπτυξη του Κόμματος από την ΚΝΕ ήδη μετράει θετικό πρόσημο, όμως όσο πιο γρήγορα πολλαπλασιάσουμε τα βήματα στην από κοινού δράση όλων μας των δυνάμεων, τόσο θα ενισχύεται η προετοιμασία περισσότερων στελεχών και μελών της ΚΝΕ ώστε να αποκτήσουν τον τιμημένο τίτλο του Κόμματος. Η κομμουνιστική διαπαιδαγώγηση των νέων συντρόφων μας περνάει και μέσα από αυτή την προσπάθεια και στο βαθμό που ανεβαίνει αυτή, θα εξασφαλίζουμε να κερδίζονται τα μέλη μας ιδιαίτερα σε παραγωγικές ηλικίες, σε φάσεις μεταβατικές στη ζωή, με την κομμουνιστική στάση ζωής, να αποκτούν τα χαρακτηριστικά της αντοχής και της αγωνιστικής πρωτοπορίας. Επομένως έχουμε ιδιαίτερο καθήκον τα στελέχη της ΚΝΕ, και όλα τα εφόδια από το Κόμμα μας, για να ανταπεξέλθουμε.


Χριστοδουλοπούλου Νικολέττα
Μέλος του Γραφείου του ΚΣ της ΚΝΕ

Η αυτοτελής δουλειά του Κόμματος και των κομμουνιστών στις συνδικαλιστικές οργανώσεις και τους χώρους δουλειάς

Στη Θ. 49 αναφέρεται χαρακτηριστικά: «Παρά το γεγονός ότι είναι αναντικατάστατη η δουλειά για την ανάπτυξη αγώνων σε επιμέρους μέτωπα πάλης, η ενασχόληση με όλα τα μικρά και μεγάλα προβλήματα της εργατικής τάξης σε χώρους και κλάδους, αποφασιστική άνοδος του εργατικού κινήματος δεν μπορεί να υπάρξει όσο δεν διευρύνεται μια εργατική πρωτοπορία που πείθεται για την ανάγκη ανατροπής του συστήματος, που εμπνέεται από τη σοσιαλιστική προοπτική...», «Αυτό αφορά κυρίως την αυτοτελή δουλειά του Κόμματος, τη δουλειά των κομμουνιστών στους εργασιακούς χώρους, στις συνδικαλιστικές οργανώσεις».

Δεν φτάνει η καθημερινή συνδικαλιστική δουλειά για να δοθεί ολοκληρωμένη απάντηση σε αυτό το κρίσιμο ζήτημα, ώστε να αναπτύσσεται η ταξική - πολιτική συνείδηση της εργατικής τάξης, η συνειδητοποίηση της πάλης για την εξουσία. Η εργατική τάξη μπορεί να ενσωματώσει την επαναστατική ιδεολογία, μονάχα κάτω από την παρέμβαση του ΚΚΕ, όχι από μόνη της ή μονάχα μέσα από «τα προβλήματα των συνθηκών δουλειάς και ζωής της... όσο κι αν αποτελούν τη βάση των αγώνων...» (Θέση 53). Με αυτή την έννοια, δεν πρέπει να ξεχνιέται ούτε στιγμή ότι πριν απ' όλα εμείς μέσα στο κίνημα δρούμε ως κομμουνιστές.

Πρέπει να μας προβληματίσει το γεγονός ότι αυτό το καθήκον συχνά «καταπλακώνεται» από την καθημερινότητα, τα τρέχοντα συνδικαλιστικά καθήκοντα. Στην ουσία δεν μπαίνει στον προσανατολισμό των οργάνων, των ΚΟΒ, υποτιμάται ή και ταυτίζεται με τη συνδικαλιστική παρέμβαση. Το ίδιο «μοτίβο» πολλές φορές ακολουθεί και η ίδια η ΚΟΒ, που περιστρέφει τη δράση της γύρω από τη συνδικαλιστική παρέμβαση στο Σωματείο.

Δεν αρκεί να λέμε «έβαλα το πλαίσιο του ΠΑΜΕ» στο Σωματείο, πολλές φορές με μηχανιστικό τρόπο, αποσυνδέοντάς το από το εμπόδιο της καπιταλιστικής ιδιοκτησίας, του καπιταλιστικού κέρδους. Ενα πλαίσιο δείχνει το δρόμο, συσπειρώνει σε αντικαπιταλιστική κατεύθυνση, είναι προωθημένο, όμως χωρίς σύνδεση με τη στρατηγική μπορεί να μοιάζει και «ανεδαφικό», να ενισχύει την αυταπάτη για λύσεις «εντός των τειχών». Ακόμα κι αν υιοθετείται απόλυτα ή σε ένα βαθμό.

Δεν αρκεί να λέμε «ο κόσμος μας γνωρίζει», έχοντας τη λανθασμένη εντύπωση ότι κάτι τέτοιο οδηγεί αυτομάτως σε προσέγγιση της πολιτικής μας.

Δεν αρκεί η ένταση της δουλειάς μπροστά στις αρχαιρεσίες, ακόμα κι ένα καλό αποτέλεσμα, αν το ίδιο το Κόμμα σε όλη την πορεία δεν δρα ως καθοδηγητής της ταξικής πάλης για τα καθημερινά ειδικά ζητήματα, συνδέοντάς τα με τα γενικά καθήκοντα προοπτικής για το σοσιαλισμό - κομμουνισμό, που φωτίζουν το δρόμο της πάλης.

Η έλλειψη μιας τέτοιας δράσης επιδρά παντού:

Στο έλλειμμα συμμετοχής «από τα κάτω» στη δραστηριότητα του Σωματείου, στη χαμηλή συμμετοχή στους αγώνες, ακόμα και εκεί που υπάρχουν οι εκλογικοί συσχετισμοί.

Στη δυσκολία να απαντηθεί ολοκληρωμένα και πειστικά η άποψη περί «αναποτελεσματικότητας των αγώνων», να αντιμετωπιστεί η απογοήτευση, η μοιρολατρία, ειδικά ύστερα από τη συμμετοχή σε κινητοποιήσεις είτε για πρώτη φορά είτε ακόμη και από πιο έμπειρους εργαζόμενους.

Δημιουργεί σοβαρό κενό στην επιτυχημένη απόκρουση της παρέμβασης του ρεφορμισμού και του οπορτουνισμού, με αποτέλεσμα να μένουν μισοαπαντημένα ερωτήματα - ιδεολογήματα από την άποψη της στρατηγικής: «έχεις δίκιο αλλά και τι να κάνουμε», «τίποτα δεν αλλάζει», «η απεργία δεν έχει αποτέλεσμα - χάνω απλώς το μεροκάματο», «θέλουμε Σωματεία "ακομμάτιστα" - "ανεξάρτητα"», αλλά και σε ζητήματα ευρύτερα περί κυβέρνησης, αστικού κράτους, κοινοβουλευτικών αυταπατών κ.λπ.

Δυσκολεύει το σπάσιμο της συντεχνιακής λογικής, η ανάδειξη συμμαχίας με άλλους χώρους και κλάδους, η κατανόηση της θέσης και του ρόλου της εργατικής τάξης, των συμμάχων της.

Είναι αδύνατο χωρίς την παρέμβαση του Κόμματος να ανοίξουν και να απαντηθούν ζητήματα όπως ο ιμπεριαλιστικός πόλεμος, το Προσφυγικό κ.ά.

Επιδρά ακόμα και στην ολοκληρωμένη οργάνωση και αποτελεσματικότητα της ίδιας της συνδικαλιστικής παρέμβασης, στην κατανόηση της ανάγκης ταξικής συμπόρευσης με τις δυνάμεις του ΠΑΜΕ.

Τέλος, είναι φυσικό προβλήματα να δημιουργούνται και στο κύριο καθήκον της Κομματικής Οικοδόμησης.

Δεν είναι τυχαίο που γύρω από το Κόμμα υπάρχουν μια σειρά οπαδών, που έχουν διαπαιδαγωγηθεί με αυτά τα χαρακτηριστικά. Ενας περίγυρος που «δεν πάει παραπέρα», μένει στάσιμος ως προς την αξιοποίηση και την εξέλιξή του. Γι' αυτό και ένας τέτοιος κόσμος έχει συνηθίσει να δρα περισσότερο ως συνδικαλιστής παρά ως δυνάμει μέλος του Κόμματος, ως μέρος του κομματικού σχεδιασμού, που έχει κι εκείνος ευθύνη στο χώρο του για την πολιτική του Κόμματος. Οσο οξύνεται η ταξική πάλη, συχνά νιώθει αδύναμος στην ιδεολογική - πολιτική αλλά και τη συνδικαλιστική αντιπαράθεση. Συχνά απομακρύνεται, δεν αντέχει, αποστρατεύεται.

Ετσι, μπορεί να διαμορφώνεται ένας περίγυρος κατά καιρούς, γύρω από τους κομμουνιστές, ο οποίος όμως δεν σταθεροποιείται ως εφεδρεία, δεν «στερεώνεται», άγεται και φέρεται ή «σκορπά» ανάλογα με τις δυσκολίες και τις καμπές της πάλης. Δεν μετατρέπεται αργά και σταθερά στη νέα δύναμη που θα στελεχώσει το ίδιο το Κόμμα.

Για όλα αυτά, η ανώτερη ιδεολογική κατάρτιση στις γραμμές μας αλλά και μέσα στο κίνημα αποκτά προτεραιότητα. Αποτελεί παράγοντα αντοχής, καλλιέργειας επαναστατικής αισιοδοξίας. Το Πρόγραμμα του Κόμματος έχει πολλά επίπεδα προσέγγισης. Βασίζεται στον πλούτο της Μαρξιστικής επιστήμης που η συνεχής μελέτη και το βάθεμά της είναι καίριο καθήκον.

Δεν μπορούν να απαντηθούν τέτοια καθήκοντα πρόχειρα, με ένα σύνθημα, σε μια εξόρμηση, ούτε σε ένα ΔΣ ή με ένα καλό κείμενο. Χρειάζεται να γενικευτούν οι συσκέψεις, η συζήτηση, η σταθερή πολιτική ενημέρωση στον περίγυρό μας.

Χρειάζεται σχέδιο, μεταφορά της πείρας των συμπερασμάτων και επεξεργασιών του Κόμματος. Με ψυχραιμία και υπομονή, με στοχευμένη ακόμη και ατομική δουλειά, με μαζική παρέμβαση και εξειδίκευση της ΚΟΒ, στο «για ποια κοινωνία παλεύουμε». Με τον «Ριζοσπάστη», την ΚΟΜΕΠ, το Μαρξιστικό Βιβλίο, συλλογικά μπορούμε να ανοίξουμε νέους δρόμους.

Το επόμενο διάστημα χρειάζεται αποφασιστική στροφή σε αυτόν τον τομέα, που όσο κι αν αναγνωρίζεται στα λόγια, στην πράξη, που είναι και το κριτήριο της αλήθειας, φαίνεται ότι απέχουμε πολύ από τις ανάγκες. Τα όργανα από πάνω έως κάτω χρειάζεται να έρχονται και να επανέρχονται στη μελέτη των δεικτών αυτής της δουλειάς.

Σε συνθήκες καπιταλιστικής κρίσης, μπροστά στο ορατό ενδεχόμενο εμπλοκής σε πόλεμο της χώρας μας, άρα και σε πιθανή αποσταθεροποίηση της αστικής τάξης ή και διαμόρφωσης επαναστατικής κατάστασης, πρέπει να είναι ξεκάθαρο ότι: καθοριστικός παράγοντας για τη νικηφόρα έκβαση μιας ενδεχόμενης εκδήλωσης της σοσιαλιστικής επανάστασης στην Ελλάδα είναι η προετοιμασία και η συσπείρωση των εργατικών και λαϊκών δυνάμεων γύρω από το ΚΚΕ, από σήμερα.


Νέστορας Ξυλάς
ΚΟ Χίου

Για την κομμουνιστική αντοχή

Σε όλους τους δείκτες το Κόμμα πρεσβεύει το νέο που φέρουν οι ιδέες και η προοπτική του για την εργατική τάξη. Ανυποχώρητα και σε διαφορετικές συνθήκες, όπως αποτυπώνονται στις Θέσεις για το 20ό Συνέδριο, απέδειξε την αντοχή του στις πιέσεις και τα πισωγυρίσματα.

Η κομμουνιστική αντοχή απαιτεί ικανότητα σωματική και πνευματική, αντλείται από το αταλάντευτο ταξικό μίσος απέναντι στην καπιταλιστική εκμετάλλευση και την επαναστατική ιδεολογική θωράκιση.

Ευτυχώς το ΚΚΕ διαθέτει μέλη και στελέχη από διαφορετικές γενιές, μεγαλύτερες και ατσαλωμένες σε διαφορετικές συνθήκες ταξικής αναμέτρησης αλλά και νεότερες με καινούρια ή καθόλου πείρα.

Υπάρχει ανάγκη για ατσάλωμα και αντοχή στην κατάσταση που διαμορφώνεται, με τις επιπλέον δυσκολίες που έφεραν η οικονομική κρίση, ο πόλεμος στη «γειτονιά» μας, ενσωματώνοντας την πείρα της ταξικής πάλης, με την πορεία κατάκτησης των συμπερασμάτων της σοσιαλιστικής οικοδόμησης.

Η αναβάθμιση της εσωτερικής ζωής μπορεί να δώσει ώθηση. Σε κατεύθυνση μεγαλύτερης τριβής με τις επεξεργασίες του Κόμματος, στην αφομοίωση της προγραμματικής του αντίληψης για το σοσιαλισμό και μιας σειράς πλευρών που αγγίζουν τις εξελίξεις, όπως ο χαρακτήρας της κρίσης και του πολέμου. Στην πράξη υποτιμάται το γεγονός ότι η βελτίωση της καθημερινής μας δράσης ώστε να προωθείται αποτελεσματικά αυτή η στρατηγική θα συμβάλει στην ενίσχυση των χαρακτηριστικών που καλλιεργούν τα κομματικά μέλη. Είναι γεγονός πως ο σημερινός αρνητικός συσχετισμός δύναμης προκαλεί πρόσθετες δυσκολίες, τάσεις ηττοπάθειας, αποστράτευσης. Από την άλλη, το ενδιαφέρον που υπάρχει από κόσμο να μάθει για το σοσιαλισμό, κυρίως λόγω της δραστηριότητας του Κόμματος, αυξάνει τις απαιτήσεις. Ιδιαίτερα όταν αποδεικνύεται ότι είναι όρος για τη μαχητικοποίηση μελών και οπαδών. Αυτή η γνώση θα δώσει δύναμη μπροστά στα καθημερινά καθήκοντα, θα προσδώσει την αυτοπεποίθηση και μαχητικότητα που απαιτείται, προκειμένου να επιδρούμε με την πολιτική και την ιδεολογία μας ενάντια στην αστική ιδεολογία, στην επίδραση του ρεφορμισμού και του οπορτουνισμού.

Σήμερα, αυτό το καθήκον έχει αποκτήσει προτεραιότητα. Δεν είναι εύκολη υπόθεση. Είναι καθήκον που θα συμβάλει ποιοτικά και προοπτικά στη βασική αποστολή που έχουμε. Γι' αυτό χρειάζεται να διαμορφώσουμε τις προϋποθέσεις, βελτιώνοντας αποφασιστικά τη λειτουργία των οργάνων και των ΚΟΒ, ώστε να επιδρούμε ουσιαστικά στη διαμόρφωση επαναστατικής συνείδησης, με ανεβασμένο ιδεολογικοπολιτικό κριτήριο, που οι ίδιοι πρώτα από όλα στην οργανωμένη μας ζωή δε θα υποτασσόμαστε στις σύνθετες συνθήκες πάλης, που οξύνονται.

Οι εξελίξεις επαληθεύουν το Κόμμα. Η ένταση των μέτρων σε βάρος του λαού, η στοχοποίηση πρωτοπόρων εργατών και συνδικαλιστών του ταξικού κινήματος στρέφονται ενάντια σε όλη την εργατική τάξη, με στόχο τους αγώνες της. Σ' αυτές τις συνθήκες χρειάζεται αντοχή, επαγρύπνηση, ταξική αλληλεγγύη. Παραδείγματα έχουμε σήμερα, όπως οι σύντροφοί μας που αντιμετωπίζουν όλα τα πιθανά μέτρα της εργοδοσίας λόγω της δράσης τους, γυναίκες αγωνίστριες με το ένα πόδι στην παραγωγή και με το άλλο στο σπίτι. Χρειάζεται πιο αποφασιστική ενίσχυση και διαπαιδαγώγηση τέτοιων δυνάμεων για να ενισχύουμε τα επαναστατικά χαρακτηριστικά, έτσι θα ανοίγει δρόμος για οικοδόμηση εκεί που σήμερα έχουμε περιορισμένες κομματικές δυνάμεις.

Επιπλέον, έχουμε εκτιμήσει ότι στο κίνημα, στο Κόμμα μπαίνουν νέες δυνάμεις με θέληση για αγώνα αλλά με περιορισμένες πολιτικές εμπειρίες, πιο ευάλωτοι σε πισωγυρίσματα, άπειροι στην αφομοίωση καταστατικών αρχών. Η επίθεση που δέχεται το Κόμμα, η φάση που περνάει το κίνημα επηρεάζουν. Αυτό επιδρά και πάνω στη δράση και τη συμπεριφορά των κομμουνιστών με διάφορους τρόπους και σε διαφορετικό βαθμό. Π.χ. κατά πόσο θεωρούμε δεδομένη την νομιμότητα του Κόμματος, άρα και σε τι βαθμό το προστατεύουμε, πώς μας επηρεάζει η εκτίμηση των δυνάμεών μας σήμερα και πόσο κυριαρχεί το αίσθημα της προσωπικής ευθύνης στην υλοποίηση των στόχων. Πώς θα εκφραστεί η αντοχή των κομμουνιστών για να μην ενσωματωνόμαστε σε «ειρηνικές» συνθήκες δράσης.

Μετά το 19ο Συνέδριο δώσαμε μάχες στις οποίες πρωτοστάτησε το Κόμμα, ενεργοποίησαν τα αντανακλαστικά μας σε ιδεολογικοπολιτικό επίπεδο, δέσαμε πιο σταθερά κόσμο γύρω μας και ταυτόχρονα βρεθήκαμε επιτακτικά μπροστά στο ζήτημα τι Κόμμα χρειαζόμαστε: Ικανό να καθοδηγήσει την κατάλληλη στιγμή, ένα βήμα μπροστά σε συνείδηση, σε οργάνωση, με συμμαχίες με σαφή προσανατολισμό και προοπτική.

Και φάνηκε πως η αδυναμία έρχεται με την απαίτηση, στην προσπάθεια του καθένα να ταιριάξει θεωρία και πράξη πρακτικά, στην οργάνωση, προετοιμασία και διαπαιδαγώγηση. Αφορά το περιεχόμενο της καθοδηγητικής μας δουλειάς, το πώς θα προσαρμόζεται και θα βελτιώνεται για να έρχονται σε αντιστοιχία ο σκοπός της πάλης του Κόμματος με τις αντικειμενικές απαιτήσεις που φέρνουν οι εξελίξεις. Εχουμε ευθύνη και πρέπει να φροντίζουμε στις γραμμές μας και στην εργατική τάξη όπου υπάρχουν δυνάμεις που μπορούν να αποτελέσουν γερά στηρίγματα στις προσπάθειες του Κόμματος, να μην παρασυρόμαστε από τη ρουτίνα, τη συνήθεια, το συμβιβασμό.

Το κύριο είναι τι σχέδιο βάζουμε για την απόσπαση δυνάμεων, για την οργάνωση και συγκέντρωση εργαζομένων στη γραμμή της ρήξης με τα μονοπώλια και τον ιμπεριαλισμό. Στοχευμένη παρέμβαση, καταμερισμός με πνεύμα πρωτοβουλίας για τη διεύρυνση του κύκλου των ανθρώπων που παλεύουν για το σκοπό αυτό.

Πώς να τροφοδοτούμε τη σκέψη για το επόμενο βήμα, είναι βασικό ο κομμουνιστής να βρίσκει εναλλακτικές για να μην απογοητεύεται στην ήδη δύσκολη αποστολή του.

Δεν είναι αγώνας για τη λύση ενός επιμέρους ζητήματος. Είναι αγώνας για βαθιές ριζοσπαστικές αλλαγές έως το επίπεδο της εξουσίας. Είναι σκληρός, μακρόχρονος, ταξικός, πολιτικός αγώνας.

Απαιτεί αφοσίωση στην υπόθεση του σοσιαλισμού, σωστή στρατηγική και τακτική, στενούς και γερούς δεσμούς με την εργατική τάξη, με όλα τα λαϊκά στρώματα. Πρακτική έκφραση αυτών των γνωρισμάτων είναι το πνεύμα αυτοθυσίας, ετοιμότητας για συνεχή προσφορά και προσωπικές θυσίες, στο όνομα της κοινωνικής προόδου. Για να χρεοκοπήσουν οι αστικές πολιτικές και αντιλήψεις και τα στηρίγματά τους στο εργατικό κίνημα.

Οι σύντροφοί μας έμειναν αλύγιστοι γιατί διαπαιδαγωγήθηκαν στον αγώνα από το ΚΚΕ με συνείδηση και σταθερή πίστη στο σκοπό της πάλης, στο ιδανικό για την κατάργηση της εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο.

Τα φετινά αφιερώματα συνέβαλαν σημαντικά στο να συνειδητοποιηθεί καλύτερα ότι, σε συνθήκες που δεν έχει αλλάξει ουσιαστικά αυτός ο συσχετισμός, η αντοχή ενός ΚΚ είναι πρώτο καθήκον. Και δε μετριέται με την εκλογική του δύναμη, μα από την προσήλωσή του στον ταξικό αγώνα, από την ικανότητά του να μην υπηρετήσει τον ταξικό αντίπαλο, να μη χάσει το χαρακτήρα του ως μαχητικής οργανωμένης ιδεολογικής - πολιτικής πρωτοπορίας της εργατικής τάξης και στις νέες συνθήκες ανόδου του οπορτουνισμού αλλά και του ρατσισμού - εθνικισμού.

«Το πιο δύσκολο, το πιο βαρύ είναι να νικάς την απογοήτευση και να 'ναι πάντα η ψυχή σου ψυχή μαχητή».


Σάντρα Πρεμέτη
ΤΕ Εμπορίου - Υπηρεσιών Κεντρικής Μακεδονίας

Για την ολόπλευρη ισχυροποίηση του Κόμματος

Βασικός στόχος που μπαίνει και από το σύνθημα του 20ού Συνεδρίου είναι η ολόπλευρη ισχυροποίηση του Κόμματος. Το πώς το κάθε μέλος θα ατσαλωθεί για να μπορέσει να ανταποκριθεί στα σύγχρονα και σύνθετα καθήκοντα και τις εξελίξεις, έχοντας πάντα ως στόχο τη συσπείρωση δυνάμεων για την ανατροπή αυτού του συστήματος, για την εργατική εξουσία.

Γίνεται μια προσπάθεια στις Θέσεις να εξειδικευτούν κάποια ζητήματα που δυσκολεύουν τις δυνάμεις μας, για τα οποία σε κάποιες περιπτώσεις δεν υπάρχει ενιαία αντίληψη και να μπουν πιο γερές βάσεις, ώστε να είμαστε καλύτερα προετοιμασμένοι και για άλλες εξελίξεις, όπως την απότομη όξυνση της ταξικής πάλης, τον ιμπεριαλιστικό πόλεμο, τους σχεδιασμούς της αστικής τάξης και εντός και εκτός Ελλάδας. Και φυσικά γίνεται και ο απολογισμός της δράσης μας από το 19ο Συνέδριο.

Το νέο Πρόγραμμα, οι επεξεργασίες, η βελτίωση της οργάνωσης σε ορισμένες πλευρές της δράσης μας, η συμφωνία που υπάρχει προς αυτά και μέσα στο Κόμμα, αλλά και σε οπαδούς δεν θα πρέπει να οδηγήσουν σε επανάπαυση.

Αντίθετα, χρειάζεται να ανεβάσουμε την απαίτηση. Οι αντικειμενικές συνθήκες, η συνεχιζόμενη οικονομική κρίση που συνοδεύτηκε από οπισθοχώρηση του κινήματος, οι μηχανισμοί της αστικής τάξης, η δράση άλλων δυνάμεων δυσκολεύουν τη δική μας παρέμβαση, την επιρροή μας.

Επιβεβαιώνεται καθημερινά, όμως, ότι για να μπορέσουμε να ξεπεράσουμε αυτές τις δυσκολίες, για να ανταποκριθούμε στις ανάγκες της ταξικής πάλης, να αποκτήσουμε δυνάμεις στους χώρους που ιεραρχούμε, να διευρύνουμε την πολιτική - ιδεολογική μας επιρροή, να καταφέρουμε να επιδρούμε σε εργαζόμενους και ευρύτερες εργατικές - λαϊκές μάζες με διαφορετικό επίπεδο συνείδησης χρειάζεται ανώτερη, πιο επιτελική δουλειά σε όλα τα επίπεδα, όπως βάζουν και οι Θέσεις, οργανωτικά, καθοδηγητικά και πρακτικά.

Ενα από τα καθήκοντα του Κομμουνιστικού Κόμματος σε μη επαναστατικές συνθήκες είναι η ανασύνταξη του εργατικού κινήματος. Η παρέμβαση των κομμουνιστών μέσα στα συνδικάτα είναι βασικό καθήκον για την αλλαγή συσχετισμών, τη σύνδεση με τις μάζες, τη διαπαιδαγώγηση στον αγώνα, την πάλη για την εξουσία.

Τον οικονομικό και τον πολιτικό αγώνα δεν τους χωρίζει τείχος. Βρισκόμαστε καθημερινά με πολλούς εργαζόμενους, ακούγοντας τα προβλήματά τους, προτείνοντάς τους την προοπτική του αγώνα. Ο αγώνας αυτός όμως, αν στηρίζεται μόνο στο πρόβλημα, θα έχει κοντά ποδάρια. Χρειάζεται να εδραιωθεί η αντίληψη ότι τα προβλήματα, όσο οξυμένα και αν είναι, δεν δημιουργούν ταξική αντίληψη. Στα συνδικάτα θα βρισκόμαστε με εργαζόμενους με διαφορετικό επίπεδο συνείδησης, θα υπάρχει αντιπαράθεση και διαπάλη.

Εμείς θα αξιοποιούμε κάθε μικρότερο ή μεγαλύτερο ζήτημα για να δυναμώνει η δυσαρέσκεια απέναντι στο σύστημα, να αναδεικνύονται τα αδιέξοδα και να δυναμώνει η πολιτικοποίηση της πάλης. Οι κατακτήσεις στο σήμερα είναι σημαντικές και δεν τις υποτιμάμε. Ακόμα όμως, και η ανάκληση μιας απόλυσης προϋποθέτει σε πολλές περιπτώσεις την ευρύτερη κινητοποίηση, ακόμα και πέρα από τον κλάδο. Δίνουμε βάρος έτσι στην ταξική αλληλεγγύη για την οποία πρέπει να μπούμε μπροστά να δυναμώσει, στηρίζοντας εστίες αγώνα και καλλιεργώντας αγωνιστικούς δεσμούς.

Σε αυτό το πλαίσιο, το ταξικά προσανατολισμένο συνδικαλιστικό κίνημα της εργατικής τάξης, με τον πόλο συσπείρωσής της, το ΠΑΜΕ, χρειάζεται σε πανελλαδικό επίπεδο να πρωτοστατήσει ακόμα πιο δυναμικά στο να παρθούν πρωτοβουλίες για συντονισμό της δράσης, για κλιμάκωση του αγώνα, για τη μετάδοση συμπερασμάτων και πείρας, που θα βοηθήσουν στην καλύτερη λειτουργία των σωματείων. Εχουμε σαν μπούσουλα και την 4η Πανελλαδική Συνδιάσκεψη του ΠΑΜΕ που απασχόλησε πολλούς εργαζόμενους και συνδικαλιστές σε όλη την Ελλάδα και της οποίας οι αποφάσεις είναι που πρέπει να φτάσουν σε κάθε εργαζόμενο και που θα πρέπει να υλοποιήσουμε το επόμενο διάστημα.

Το καθήκον της ανασύνταξης δεν είναι ξεκομμένο από την κομματική οικοδόμηση. Δημιουργούμε μόνοι μας στεγανά σε αυτά τα δύο και για αυτό και οι Θέσεις προσπαθούν να εμβαθύνουν σε αυτό. Οι λίγες δυνάμεις που έχουμε μέσα σε μεγάλους χώρους δουλειάς, χωρίς να υποτιμούμε ότι έχουν γίνει βήματα σε αυτή την κατεύθυνση, έχουν να κάνουν, επηρεάζουν και τις εστίες αντίστασης, τους αγώνες, όταν αυτοί γίνονται, και το τι γραμμή αυτοί ακολουθούν.

Το να συζητήσουμε με ένα συνάδελφο για την πρόταση διεξόδου, για την εργατική εξουσία, προϋποθέτει καλή γνώση του Προγράμματος του Κόμματος, γνώση των εξελίξεων ανά κλάδο, εξειδίκευση. Η ανάδειξη των δυνατοτήτων για ικανοποίηση των σύγχρονων διευρυμένων αναγκών δεν μπορεί να πείσει από μόνη της έναν εργαζόμενο που από όταν γεννήθηκε έχει γνωρίσει τη μισθωτή εργασία, θεωρεί αιώνιο τον καπιταλισμό. Το αίσθημα της αδικίας, της εκμετάλλευσης, του μίσους απέναντι στην ανισότητα, πρέπει ο κομμουνιστής να το ενισχύσει, κάνοντάς το συνειδητή γνώση των νομοτελειών του καπιταλισμού και πάλη για την ανατροπή του.

Η ανώτερη, πιο επιτελική δουλειά και καθοδηγητικά, αλλά και από κάθε μέλος, είναι όρος για να πετύχουμε την ολόπλευρη ισχυροποίηση του Κόμματος. Βάζοντας μπροστά τις αξίες και τα ιδανικά του Κόμματός μας που για σχεδόν έναν αιώνα παλεύει αταλάντευτα, να αξιοποιήσουμε την πρωτοβουλία, την αυταπάρνηση, την ακούραστη καθημερινή μάχη που δίνουμε και σε ατομικό και σε συλλογικό επίπεδο, για να δημιουργήσουμε τις προϋποθέσεις για ορμητική ανάπτυξη δυνάμεων στους χώρους που ιεραρχούμε, για ατσάλωμα των δυνάμεών μας, για ανάπτυξη αγώνων από την εργατική τάξη και τους συμμάχους της. Να καταφέρουμε όχι μόνο να βάζουμε εμπόδια στην αντιλαϊκή πολιτική αλλά και να είμαστε απόλυτα προετοιμασμένοι για οποιαδήποτε στροφή της ταξικής πάλης.


Καλαμάρα Γαρυφαλλιά
ΤΕ Εμπορίου - Υπηρεσιών Κεντρικής Μακεδονίας

Για τη δουλειά μας στις σχολές μαθητείας - κατάρτισης

Η δουλειά για την οικοδόμηση στην εργατική τάξη και κύρια στις παραγωγικές ηλικίες, όπως μπαίνει και από τις Θέσεις του 20ού Συνεδρίου, περνάει μέσα από τη δουλειά μας στους χώρους μαθητείας και κατάρτισης (ΙΕΚ, ΟΑΕΔ, ΕΠΑΛ, Νυχτερινά Σχολεία).

Ο τρόπος οργάνωσης και διάρθρωσης αυτών των σχολών πατάει πάνω στην ανάγκη του κεφαλαίου να παράγει ειδικευμένο σ' ένα βαθμό εργατικό δυναμικό, με γρήγορους ρυθμούς, ώστε να μπορεί να αντιστοιχηθεί στη γρήγορη κίνηση του κεφαλαίου. Αυτό αποτυπώθηκε και στις αλλαγές στην Τεχνικοεπαγγελματική Εκπαίδευση που έγιναν τα τελευταία χρόνια σε ΕΠΑΛ και ΙΕΚ με την καθιέρωση του υποχρεωτικού χρόνου απλήρωτης δουλειάς - κατάρτισης αλλά και την αναδιάρθρωση των ειδικοτήτων (π.χ. κατάργηση ειδικοτήτων υγείας από τα ΔΙΕΚ και προώθησή τους από τα ΙΙΕΚ, νέες ειδικότητες με έμφαση στον τουρισμό κ.λπ.).

Δεν είναι τυχαίο ότι στους βασικούς τομείς της ελληνικής οικονομίας που είναι σε ανάπτυξη αυτήν τη στιγμή υπάρχουν και αντίστοιχες ειδικότητες κατάρτισης. Π.χ. Για το εκπαιδευτικό έτος 2016 - 17 μόνο στα ΔΙΕΚ Κεντρ. Μακεδονίας δημιουργήθηκαν οι εξής ειδικότητες: Στον κλάδο των μεταφορών 1 ειδικότητα στη Ναυτιλία (πλέον της ΑΕΝ Μηχανιώνας) και 1 σε υπηρεσίες αεροδρομίου, στον κλάδο του Τουρισμού 24 ειδικότητες (πλέον της Σχολής Τουριστικών Επαγγελμάτων), στον κλάδο της Ενέργειας 3, στις νέες τεχνολογίες 11, σε logistics 3, στο Φάρμακο 7 κ.λπ.

Η ταχύτητα με την οποία θέλουν να βγάλουν το φτηνό εργατικό δυναμικό στην αγορά εργασίας δεν αναιρεί την έντονη προσπάθεια ιδεολογικοπολιτικής χειραγώγησης που καταβάλλει ο αντίπαλος στους χώρους αυτούς, καλλιεργώντας το πρότυπο του υγιούς επιχειρηματία και του καλού και υπάκουου εργαζόμενου που ανταμείβεται σε αντίθεση με τον «ανυπάκουο» ο οποίος δημιουργεί προβλήματα στην επιχείρηση και απολύεται. Αλλωστε, το ότι ο εργοδότης κάνει πρακτικά μάθημα σε αυτούς τους χώρους είναι ένα γεγονός που δεν κρύβεται. Π.χ. η «Ryanair» οργάνωσε πριν 2-3 χρόνια από κοινού με το Δήμο Θεσσαλονίκης και το ΔΙΕΚ Θέρμης ημερίδα για τον Τουρισμό όπου χορήγησε και πιστοποιητικά παρακολούθησης, εφοπλιστικές εταιρείες περιοδεύουν ανοιχτά στην ΑΕΝ, ενώ σε τμήματα ΙΙΕΚ οργανώνονται ημερίδες από εταιρείες.

Βασικός σταθμός στη δουλειά μας στους χώρους αυτούς ήταν η Απόφαση για τη δουλειά μας στη νεολαία όπου καλύτερα και πιο ξεκάθαρα αποτυπώθηκε η άμεση και αυτοτελής ευθύνη του Κόμματος για την παρέμβασή μας σε αυτούς τους χώρους αλλά και η απόφαση για τη δουλειά μας στην εργατική τάξη.

Από την ενασχόληση Κομματικών και ΚΝίτικων δυνάμεων και τη συντονισμένη δράση τους βγαίνουν χρήσιμα συμπεράσματα: Πέρα από τη βελτίωση του προσανατολισμού μας καθώς και του συντονισμού με την ΚΝΕ και την καλύτερη γνώση του χώρου, παραμένει η σοβαρή καθυστέρηση στη στρατολογία και στην οικοδόμηση σε αυτούς τους χώρους.

Είναι δύσκολοι και σύνθετοι χώροι όπου συγκεντρώνονται παιδιά που έχουν αντικειμενικό συμφέρον από αυτό που λέει το Κόμμα, ωστόσο λόγω ηλικίας και κοινωνικής πείρας ξεκινούν από πιο μακρινή αφετηρία για να μας προσεγγίσουν. Βαρύνουν οι συνέπειες της αντεπανάστασης και της υποχώρησης του εργ. κινήματος, οι εξαιρετικά χαμηλές απαιτήσεις ενώ παράλληλα υπάρχει και η δράση συγκεκριμένου μηχανισμού του αντιπάλου (διευθυντές και καθηγητές σε άμεση σύνδεση με την εργοδοσία, σύνδεσμοι ομάδων, ναρκωτικά, παρέμβαση άλλων κομμάτων) που δημιουργούν πρόσθετα εμπόδια στη δράση μας. Χρειάζεται να δουλεύουμε λαμβάνοντας υπόψη όλα αυτά τα στοιχεία.

Η δουλειά με το Πρόγραμμα του Κόμματος δεν μπορεί να εξαντλείται σε κεντρικές μόνο εκδηλώσεις. Χρειάζεται εξειδίκευση ανά τμήμα και ειδικότητα. Εκεί που καταφέραμε να ανοίξουμε μια τέτοια δουλειά όπως π.χ. στο χώρο της ΑΕΝ, όπου καταστρώσαμε κοινό σχέδιο με την ΚΝΕ με βάση την πρόταση του Κόμματος για τη Ναυτιλία και ανοίξαμε την αντιπαράθεση με βάση τη δική μας στρατηγική αντίληψη για τον κλάδο, βγήκαμε κερδισμένοι πολιτικά, ιδεολογικά και οργανωτικά.

Δεν είναι όμως μια δουλειά που πάντα γενικεύεται. Μένουμε πολλές φορές σε μια ευκολία, να πάρουμε το γενικό υλικό, να ανοίξουμε μια γενική κουβέντα ότι πρέπει να αγωνιστούμε για τις σύγχρονες ανάγκες χωρίς όμως να αναδεικνύουμε το πραγματικό περιεχόμενο αυτών των αναγκών. Πολλές φορές παρασυρόμαστε από την καθημερινότητα με στεγνό τρόπο, χωρίς να λαμβάνουμε υπόψη τι επικρατεί σε κάθε χώρο. Δεν έχει αφομοιωθεί ακόμα καλά το ζήτημα της αυτοτελούς ευθύνης του Κόμματος ότι δηλαδή το περιεχόμενο, ο τρόπος και η μορφή που θα χρησιμοποιήσουμε στην παρέμβασή μας σ' αυτούς τους χώρους, είναι δική μας δουλειά ως Κόμμα και όχι ευθύνη της ΚΝΕ.

Βασικό κομμάτι της δουλειάς μας σε αυτούς τους χώρους είναι η καλύτερη σύνδεση με τα σωματεία. Χρειάζεται ο προσανατολισμός αυτός να εμπεδωθεί συνολικά από τα όργανα του κινήματος και να ξεφύγει από έναν καμπανιακό χαρακτήρα κύρια μπροστά σε απεργιακές μάχες. Να περάσει η δουλειά μέσα από την Κομματική Ομάδα κάθε σωματείου που θα βάλει στόχους στις αντίστοιχες ειδικότητες, θα βοηθήσει τα ΔΣ των σωματείων να στρέψουν την προσοχή τους στους χώρους με επεξεργασία αιτημάτων για τους σπουδαστές, με μέτρα για την προστασία τους και την ένταξή τους από νωρίς στο κίνημα.

Στους χώρους αυτούς άλλωστε, έχουμε κατά καιρούς ανάπτυξη κινητοποιήσεων στο έδαφος οξυμένων προβλημάτων (χορήγηση πάσο, υλικά που πληρώνουν οι σπουδαστές από την τσέπη τους) κάτω και από τη δική μας παρέμβαση. Σε κάποιες περιπτώσεις αυτό μας άφηνε και κάτι στοιχειώδες σε μορφή οργάνωσης π.χ. μια Επιτροπή Αγώνα σε ένα τμήμα. Η βασική δυσκολία είναι να δώσουμε συνέχεια σε αυτές τις μορφές οργάνωσης, να γίνονται πυρήνες συσπείρωσης δυνάμεων στην κατεύθυνση που θέλουμε. Χρειάζεται σοβαρή βοήθεια, να συνδέεται αυτή η δουλειά με τα σωματεία, να δυναμώνει η συζήτηση γύρω από την κατεύθυνση του κινήματος, γύρω από το τι αγώνες και τι κίνημα θέλουμε. Διαφορετικά θα έχουμε μόνο πυροτεχνήματα που θα ξεφουσκώνουν μόλις περνά λίγο ο καιρός και αντί να γίνονται βήματα στην ανασύνταξη θα κυριαρχούν η μιζέρια και η απογοήτευση.

Η ανάπτυξη της πολύμορφης δράσης σε αυτούς τους χώρους με βάση τους άξονες της ιδεολογικής αντιπαράθεσης που μπαίνουν από τις Θέσεις πρέπει να απασχολήσει συνολικά τις ΚΟ παρέμβασης σε αυτούς τους χώρους, τις ΚΟ σωματείων, εδαφικά ΤΓ που έχουν στην ευθύνη τους αυτούς τους χώρους, ώστε να συγκεντρώσουμε δυνάμεις και να κυκλώσουμε αυτούς τους χώρους σε εδαφικό και κλαδικό επίπεδο και σε συντονισμό με την ΚΝΕ, ώστε να γίνουμε πιο αποτελεσματικοί.


Αθανασία Χατζή
Μέλος ΕΠ Κεντρικής Μακεδονίας του ΚΚΕ

Για τη μελέτη του «Ριζοσπάστη» από τη νεολαία

Παρατηρείται στην κοινωνία η τάση για υποκατάσταση της γνώσης από την πληροφορία. Σε μεγάλο βαθμό έχει δεχτεί πλήγμα η σχέση - ιδιαίτερα - των νέων με τη μελέτη. Την ίδια στιγμή φαίνεται σαν να έχει δημιουργηθεί μια νέα δυνατότητα να μαθαίνονται όλα άμεσα, γρήγορα και κυρίως χωρίς κόπο, με ένα «κλικ»... Ωστόσο, αυτή η αμεσότητα, συνολικά η ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων και της τεχνογνωσίας - που πρέπει να παρακολουθείται και να αξιοποιείται από τους κομμουνιστές - δεν αναιρεί ότι η διαδικασία του διαβάσματος και της μελέτης αποτελεί μια ιδιαίτερη γνωστική διαδικασία αναντικατάστατη στην καλλιέργεια ολοκληρωμένης και με συνοχή σκέψης.

Πολύ περισσότερο που το ζητούμενο δεν είναι απλά η συνεκτική σκέψη, η δυνατότητα αφομοίωσης, αλλά η καλλιέργεια ταξικού κριτηρίου, η διαμόρφωση αγωνιστικής στάσης στην εργατική τάξη και τα λαϊκά στρώματα, τη νεολαία που προέρχεται από αυτά. Μιας και το κοινό στοιχείο αυτής της νεολαίας δεν είναι ότι μπορούμε να «συνδεθούμε με ένα κλικ», αλλά οι όροι ζωής, η περιπλάνηση από τη δουλειά στην ανεργία, ότι είμαστε μια γενιά που ζει χειρότερα από τους γονείς της. Καθήκον των κομμουνιστών είναι να επιδράσουμε σε αυτήν τη νεολαία, ώστε να «συνδεθούμε» στον οργανωμένο και συλλογικό αγώνα για τη ζωή που μας αξίζει.

Ορος για να μπορούμε να ανταποκριθούμε σε αυτό το καθήκον είναι να γίνει στροφή στη μελέτη του «Ριζοσπάστη». Η καθημερινή μελέτη του αποτελεί αναντικατάστατο όπλο για τους κομμουνιστές, ώστε να γίνουμε καλύτεροι διαφωτιστές, ικανότεροι στη διάδοση των θέσεων και της πολιτικής πρότασης του Κόμματος. Ο «Ριζοσπάστης» δεν είναι απλώς μια εφημερίδα που ενημερώνει για τις εξελίξεις. Το βασικό, εξάλλου, δεν είναι η μετάδοση της είδησης, αφού αυτή γίνεται γνωστή σε ελάχιστο χρόνο από άκρη σε άκρη, σχεδόν σε όλο τον κόσμο. Το βασικό είναι να μπορούμε να «αναγνώσουμε» όσα γίνονται με το δικό μας ταξικό φίλτρο και όχι μέσα από τους παραμορφωτικούς φακούς των ΜΜΕ. Η μαχητική στάση απέναντι στη μελέτη των εξελίξεων μπορεί να αποτελέσει φάρο ελπίδας και για άλλους νέους στους χώρους που παρεμβαίνουμε.

Πολλές φορές, οι εξελίξεις φαίνεται σαν να κινούνται αργά, βασανιστικά, μοιάζουν σχεδόν «ακίνητες». Αυτό δεν σημαίνει ότι μειώνεται η απαίτηση στην παρακολούθησή τους. Ισα - ίσα. Εξάλλου, συχνά αυτή η φαινομενικά αθόρυβη καθημερινότητα κρύβει μέσα της και ραγδαίες εξελίξεις. Απέναντι σε αυτές, οι κομμουνιστές χρειάζεται να είμαστε θωρακισμένοι, με την απαιτούμενη ικανότητα διαμορφωμένη ώστε να καθοδηγήσουμε τους νέους να μη μείνουν παθητικοί θεατές, αλλά να κρατήσουν αγωνιστική στάση. Αυτή η προετοιμασία περνάει σε μεγάλο βαθμό από την καθημερινή μελέτη του «Ριζοσπάστη». Τέτοια παραδείγματα υπάρχουν πολλά.

Για παράδειγμα, οι προσφυγικές ροές τον προηγούμενο χρόνο θα έμοιαζαν κάτι ξαφνικό, απρόοπτο, αποτέλεσμα γενικά και αόριστα μιας τεράστιας αδικίας αν εμείς οι κομμουνιστές δεν κάναμε προσπάθεια να αποκαλύψουμε την αιτία του φαινομένου. Δηλαδή, ότι είναι αποτέλεσμα του ιμπεριαλιστικού πολέμου που μαίνεται στη Συρία - σε άλλες χώρες παλιότερα - για τα συμφέροντα των μονοπωλίων. Ο εγκλωβισμός χιλιάδων προσφύγων στη χώρα μας, η κατάσταση στους καταυλισμούς των προσφύγων, τα τεράστια προβλήματα που διογκώθηκαν και λόγω του χιονιά, θα έμοιαζαν σαν ένα κακώς κείμενο αν εμείς οι κομμουνιστές δεν αναδεικνύαμε την ουσία της πολιτικής της ΕΕ και της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ. Αν δεν αναδεικνύαμε ότι η κατεύθυνση της ΕΕ είναι να ανοιγοκλείνει η «στρόφιγγα» της μετεγκατάστασης των προσφύγων σε άλλες χώρες της ΕΕ με βάση τα συμφέροντα των μονοπωλίων για φθηνό επιστημονικό και εργατικό δυναμικό. Το ρατσιστικό μένος των φασιστών της ΧΑ θα μπορούσε πιο εύκολα να δηλητηριάσει τη συνείδηση εργατικών - λαϊκών στρωμάτων αν δεν αναδεικνύαμε το ρόλο τους ως το μακρύ χέρι του συστήματος. Οτι οι φασίστες της ΧΑ δείχνουν ως εχθρό τον αλλόθρησκο, τον αλλόχρωμο, τον κυνηγημένο, για να κρύψουν τον πραγματικό εχθρό. Την ίδια στιγμή, από άλλη μπάντα - δήθεν «επαναστατική» - η φιλανθρωπία διάφορων ΜΚΟ και «αναρχοαυτόνομων» ομάδων θα λειτουργούσαν σαν πλυντήριο για τη συνείδηση του λαού και της νεολαίας αν δεν αποκαλύπταμε το βρώμικο ρόλο τους στην αθώωση του συστήματος. Οτι το σύνθημα «refugees welcome» ήταν η μεγάλη επιδίωξη του κεφαλαίου, όπως των Γερμανών βιομηχάνων που βρήκαν στους πρόσφυγες την «χρυσή ευκαιρία», μισό εκατομμύριο φθηνά εργατικά χέρια.

Αυτές τις εξελίξεις δεν θα μπορούσαμε να τις ερμηνεύσουμε, σε αυτή τη σύνθετη διαπάλη δεν θα μπορούσαμε να ανταποκριθούμε χωρίς τον καθημερινό μας σύντροφο, τον «Ριζοσπάστη». Πολύ περισσότερο, που σε αυτό το πλαίσιο, οι κομμουνιστές έχουμε χρέος να οργανώσουμε τη δική μας μαχητική απάντηση. Για παράδειγμα, όσον αφορά το Προσφυγικό έπαιξε ρόλο η προβολή στον «Ριζοσπάστη» των πρωτοβουλιών αλληλεγγύης που πάρθηκαν από δεκάδες σωματεία, συλλόγους φοιτητών, άλλους φορείς του κινήματος ώστε αυτές να πολλαπλασιαστούν. Η στάση μεγάλου τμήματος του λαού και της νεολαίας αποτέλεσε «ζωντανή» απάντηση απέναντι στο ρατσισμό.

Ο «Ριζοσπάστης» αποτελεί οδηγό δράσης. Πέρα από το γεγονός ότι αναδεικνύει εστίες αντίστασης, ότι μεταφέρει την αγωνιστική πείρα που μπορεί να συμβάλει στο παραπέρα δυνάμωμα του αγώνα, η ίδια η παρέμβαση με βάση το περιεχόμενό του μπορεί να ανοίξει δρόμους σε κάθε χώρο. Στο ίδιο παράδειγμα (του Προσφυγικού) η συζήτηση με την αντίστοιχη αρθρογραφία, η διακίνησή του έπαιξε ρόλο ώστε να σπάνε αντιλήψεις, να μην πιάνει τόπο η επιχειρηματολογία και η προπαγάνδα του αντιπάλου. Η επίμονη δουλειά με αυτόν τον τρόπο, ακόμα και όταν φαίνεται ότι «δεν κουνιέται φύλλο», αργά ή γρήγορα αποδίδει καρπούς. Δεν είναι λίγα τα παραδείγματα ανθρώπων που μας αναζήτησαν, μας έψαξαν να ρωτήσουν, να συζητήσουν μαζί μας γιατί αναγνωρίζουν την πρωτοπορία, τη συνέπεια σε εμάς τους κομμουνιστές. Τέτοια παραδείγματα μας «υπενθυμίζουν» ότι επιδρούμε και πέρα από αυτό που φαίνεται άμεσα, πέρα και από εκείνους που μας ακολουθούν.

Γύρω από όλα τα ζητήματα, τις εξελίξεις, ο αντίπαλος δουλεύει διαρκώς τα επιχειρήματά του, με διάφορους τρόπους και μέσα από διάφορα κανάλια παρεμβαίνει στη νεολαία. Η αστική τάξη, τα αστικά ΜΜΕ, πολιτικές δυνάμεις κ.λπ. διαμορφώνουν την «ημερήσια διάταξη» συζήτησης σε όλους τους χώρους. Οι κομμουνιστές παρεμβαίνουμε βάζοντας το μικρόβιο της αμφισβήτησης, θέτοντας προβληματισμούς, προβάλλοντας τη διέξοδο. Ο «Ριζοσπάστης» δεν δίνει μόνο τη δική μας απάντηση - που και αυτό χρειάζεται -, αλλά η σταθερή παρακολούθησή του μπορεί να καλλιεργήσει κριτήριο, αντανακλαστικά, την ταξική ματιά σε όσα γίνονται. Οπου «μπαίνει» ο «Ριζοσπάστης», «μπαίνει» η φωνή του Κόμματος, είναι στοιχείο αναμέτρησης με τον ταξικό αντίπαλο!


Δήμου Στέλλα
Μέλος του ΚΣ της ΚΝΕ,αρχισυντάκτρια του «Οδηγητή»

Το ΚΚΕ και ο προλεταριακός διεθνισμός με την Κουβανική Επανάσταση

Οι Θέσεις της ΚΕ του ΚΚΕ για το 20ό Συνέδριο αναφέρουν: «[...] Η καπιταλιστικοποίηση της Κίνας και η ενίσχυση των καπιταλιστικών σχέσεων σε χώρες που επιδίωκαν τη σοσιαλιστική οικοδόμηση όπως το Βιετνάμ και η Κούβα, χειροτέρευσαν την κατάσταση στο διεθνές κομμουνιστικό κίνημα». Αυτό στηρίζεται σε πραγματικά στοιχεία που καταγράφονται ιδιαίτερα στις αποφάσεις των δύο τελευταίων συνεδρίων του ΚΚ Κούβας.

Συγκεκριμένα, από την απόφαση του 7ου Συνεδρίου του ΚΚ Κούβας (2016) σε σχέση με την «Επικαιροποίηση των πολιτικών και οικονομικών κατευθύνσεων για την περίοδο 2016 - 2021»1αναγνωρίζεται η αντικειμενική ύπαρξη των σχέσεων της αγοράς2, η «ατομική ιδιοκτησία φυσικών και νομικών προσώπων, τόσο Κουβανών, όσο και αλλοδαπών»3 (αν και απαγορεύεται η συγκέντρωση περιουσίας ή πλούτου). Ακόμη, αποφασίζεται η «αύξηση της συμμετοχής ξένου κεφαλαίου ως σημαντικής πηγής ανάπτυξης της χώρας»4και εγκαθιδρύεται η «Ειδική Ζώνη Ανάπτυξης του Μαριέλ ενώ προωθείται και η δημιουργία νέων»5. Προβλέπεται η «διεύρυνση της εργασίας στον μη κρατικό τομέα ως άλλη μία εναλλακτική εργασίας»6, ότι «η μη κρατική δραστηριότητα στον τουρισμό (γαστρονομία, φιλοξενία, άλλες υπηρεσίες) θα συνεχίσει να αναπτύσσεται ως συμπληρωματική προς την κρατική»7κ.ο.κ. Οι αποφάσεις αυτές έρχονται σε συνέχεια των «Κατευθύνσεων Οικονομικής και Κοινωνικής Πολιτικής» του 6ου Συνεδρίου του ΚΚ Κούβας, που εισάγουν στην κουβανική οικονομία μεταξύ άλλων τις επιχειρήσεις μεικτού κεφαλαίου, την ιδιοσυντήρηση των κρατικών επιχειρήσεων, τα χρηματικά κίνητρα στους εργαζόμενους μέσω του μισθού, την παραπέρα ενσωμάτωσή της σε ενώσεις όπου κυριαρχούν καπιταλιστικές οικονομίες, όπως η ALBA, κ.ο.κ. Αυτές είναι μόνο μερικές κατευθύνσεις, που όμως μας επιτρέπουν να διακρίνουμε ανησυχητικές εξελίξεις ως προς το ζήτημα της σταδιακής επέκτασης καπιταλιστικών σχέσεων στην Κούβα. Κατά συνέπεια είναι λογικό να δημιουργούνται απορίες σε συντρόφους τόσο από την Ελλάδα όσο και από άλλα Κομμουνιστικά και Εργατικά Κόμματα σχετικά με το πού θα καταλήξει η πορεία αυτή.

Το Κόμμα μας έχει σταθεί από την ίδρυσή του αλληλέγγυο προς την Κουβανική Επανάσταση, τηρώντας στάση αρχών. Εχει παλέψει ενάντια στον εγκληματικό οικονομικό αποκλεισμό που επέβαλαν οι ΗΠΑ, ενάντια στην αντιδραστική Κοινή Θέση της ΕΕ, η οποία παρεμβαίνει στα εσωτερικά ζητήματα της Κούβας, για την απελευθέρωση των πέντε Κουβανών Αγωνιστών που βρίσκονταν έγκλειστοι στις φυλακές των ΗΠΑ για 16 χρόνια. Μέλη και στελέχη του ΚΚΕ και της ΚΝΕ βρέθηκαν στο πλευρό της Κούβας και μέσα από τις αυτοτελείς δράσεις των συνδικάτων και μαζικών φορέων. Το Κόμμα μας έδειξε το πραγματικό περιεχόμενο του προλεταριακού διεθνισμού, σε αντίθεση με τους «φίλους» της Κούβας, που διαλαλούν την αλληλεγγύη τους, όμως τη συκοφαντούν ανοιχτά για δήθεν παραβίαση των δημοκρατικών ελευθεριών, όπως το Κόμμα της Ευρωπαϊκής Αριστεράς, που, ενώ διακηρύσσει τη στήριξή του στην Κούβα, βραβεύει τους αντεπαναστάτες διά χειρός του σημερινού κόμματος - προέδρου του, της Linke8.

Η αλληλεγγύη, ο πραγματικός διεθνισμός δε μπορεί να μην πατούν στην πραγματικότητα. Αν μέναμε στην αλληλεγγύη στη βάση των διακηρύξεων, δεν θα βγάζαμε συμπεράσματα από την πορεία της αντεπανάστασης και την παλινόρθωση του καπιταλισμού στην ΕΣΣΔ. Αντίστοιχα, θα έπρεπε να υπερασπιζόμαστε και τα όσα υποστηρίζει η Κίνα περί της σοσιαλιστικής ταυτότητάς της, ενώ τα πράγματα δεν είναι καθόλου έτσι: Η καπιταλιστικοποιημένη σήμερα Κίνα καταλαμβάνει καίρια θέση σε παγκόσμιο οικονομικό, αλλά και στρατιωτικό επίπεδο και στο εσωτερικό της καταγράφονται κοινωνικές διαφορές, δεδομένου ότι μια χούφτα Κινέζοι δισεκατομμυριούχοι έχουν τόσο πλούτο στα χέρια τους όσο εκατοντάδες εκατομμύρια άλλοι που ζουν στην ανέχεια.

Χρειάζεται επομένως ακριβής εκτίμηση της κατάστασης και αυτό που ισχύει σήμερα στην Κούβα είναι η ύπαρξη μισού εκατομμυρίου επιχειρηματιών9, πράγμα που επιστεγάστηκε από την πρόσφατη αδειοδότηση των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, όπως και το γεγονός ότι το ένα τρίτο των εργαζομένων (1,5 εκατομμύριο) απασχολείται στον ιδιωτικό τομέα, επομένως υπάρχει εκμετάλλευση εργατικής δύναμης10. Ομοίως ισχύει ότι πάνω από 400 επιχειρήσεις (με στοιχεία στα τέλη του 2015) έχουν επενδύσει ή ενδιαφέρονται να επενδύσουν στην ειδικού καθεστώτος και τελωνειακά απαλλαγμένη Ειδική Ζώνη Ανάπτυξης του Μαριέλ, ενώ ήδη βρίσκονται εγκατεστημένα εκεί μονοπώλια από το Μεξικό, την Ισπανία, το Βέλγιο, τη Βραζιλία. Ολα αυτά βρίσκονται στον παρονομαστή της απόφασης περί «αξιοποίησης μη κρατικών πόρων (...) για την αποκατάσταση της παραγωγής και των υπηρεσιών και για τον εκσυγχρονισμό του παραγωγικού ιστού, που είναι αναγκαία για την ανάπτυξη», της αναγνώρισης «μη κρατικών μορφών ιδιοκτησίας και διαχείρισης [η οποία] συμβάλλει στην απελευθέρωση των παραγωγικών δυνάμεων» , των δηλώσεων περί «επιτυχίας των διαδικασιών μεταρρύθμισης στην Κίνα», σύμφωνα με τις δηλώσεις του Ραούλ Κάστρο στην εισήγηση του 7ου Συνεδρίου του ΚΚ Κούβας, πέρσι.

Το Διεθνές Κομμουνιστικό Κίνημα έχει σκληρή πείρα από τις αντεπαναστατικές ανατροπές. Το Κόμμα μας έχει κάνει σχετικές αναλύσεις στα Συνέδριά του 18ο και 19ο, λέγοντας μεταξύ άλλων ότι «στη σοσιαλιστική πορεία εμπεριέχεται η δυνατότητα αντιστροφής και οπισθοδρόμησης προς τον καπιταλισμό, όπως ανέδειξε η πείρα της αντεπαναστατικής ανατροπής στην ΕΣΣΔ και τις άλλες σοσιαλιστικές χώρες». Σήμερα, στην Κούβα υπάρχουν τμήματα που επιθυμούν τη στροφή στον καπιταλισμό. Το ίδιο συμφέρον έχουν και ξένα μονοπώλια αναμένοντας ένα νέο και προσοδοφόρο πεδίο επενδύσεων. Κατά συνέπεια, αλληλεγγύη προς την Κουβανική Επανάσταση, υπεράσπιση των κατακτήσεων του σοσιαλισμού πάει να πει και επαγρύπνηση, καλή γνώση και ανάλυση της πραγματικής κατάστασης, ενημέρωση των μελών και φίλων του Κόμματος για τις εξελίξεις στην Κούβα και τη θέση μας γι' αυτές.

Παραπομπές:

1. «Επικαιροποίηση των πολιτικών και οικονομικών κατευθύνσεων του Κόμματος και της Επανάστασης για την περίοδο 2016 - 2021, που εγκρίθηκαν από το 7ο Συνέδριο του Κόμματος τον Απρίλη του 2016 και από την Εθνοσυνέλευση Λαϊκής Εξουσίας τον Ιούλη του 2016» (Actualizaciοn de los lineamientos de la politica economica y social del partido y la revolucion para el periodo 2016 - 2021 aprobados por el 7o congreso del Partido en abril de 2016 y por la asamblea nacional del poder popular en julio de 2016)

2. Απόφαση για την «Επικαιροποίηση των πολιτικών και οικονομικών κατευθύνσεων του Κόμματος και της Επανάστασης για την περίοδο 2016-2021», σελ 6. παρ. 1

3. Ο.π., σελ. 6 παρ. 2

4. Ο.π. σελ. 18 παρ. 78

5. Ο.π. σελ 18 παρ. 81

6. Ο.π. σελ 31 παρ. 141

7. Ο.π. σελ. 44 παρ. 210

8. http://inter.kke.gr/en/articles/The-president-of-GUE-NGL-attends-the-awarding-of-the-anticommunist-Sakharov-Prize/

9. http://internacional.elpais.com/internacional/2016/05/24/america/1464111886_266193.html, https://www.theguardian.com/world/2014/jan/19/welcome-mariel-port-cuba-economic-liberalisation

10. Wall Street Journal, 10/1/2017


Δανάη Χέλμη
ΚΟΒ/ΟΒ Εξαρχείων, Επιτροπή Διεθνών Σχέσεων του ΚΣ της ΚΝΕ

ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΙΑ -20ο ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΚΚΕ
Η (επίφοβη) καπιταλιστική ανάκαμψη και η οικονομική πολιτική της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ

Σε προηγούμενα άρθρα (31/12/2016, 15/1/2017) ασχοληθήκαμε με τα ζητήματα της επιβράδυνσης του ρυθμού ανάπτυξης της διεθνούς καπιταλιστικής οικονομίας, το μεγάλο μέγεθος υπερσυσσώρευσης κεφαλαίου και την αδυναμία ελεγχόμενης απαξίωσής του από ιμπεριαλιστικά κέντρα και κυβερνήσεις, την ανισομετρία, την όξυνση των ενδοϊμπεριαλιστικών αντιθέσεων και τις διεθνείς συμμαχίες στην ΕΕ.

Στο παρόν άρθρο, που όπως και τα προηγούμενα στην ίδια ενότητα, είναι βασισμένο και περιέχει αποσπάσματα κειμένου του Τμήματος Οικονομίας της ΚΕ του ΚΚΕ που δημοσιεύεται στην ΚΟΜΕΠ τ. 6/2016, ασχολούμαστε με τις εκτιμήσεις για την ανάκαμψη της καπιταλιστικής οικονομίας στην Ελλάδα, ορισμένους παράγοντες που κάνουν την πορεία αυτή επίφοβη, καθώς και βασικά σημεία της οικονομικής πολιτικής της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ.

Η καπιταλιστική ανάκαμψη με «επισφαλείς προβλέψεις»

Αναφορικά με τις αστικές προβλέψεις για την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας το 2017, οι εκτιμήσεις διαφοροποιούνται σημαντικά, ανάλογα με την πηγή της πρόβλεψης, και κυμαίνονται από 2,8% της πιο πρόσφατης πρόβλεψης του ΔΝΤ και 2,7% της Κομισιόν, μέχρι 0,7% στην έκθεση των 8 γερμανικών ινστιτούτων. Το σύνολο, ωστόσο, των προβλέψεων εκτιμά πως το 2017 η ελληνική οικονομία θα γυρίσει σε θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης.

Οι κυβερνητικές προβλέψεις, όπως αποτυπώθηκαν και στον κρατικό προϋπολογισμό για το 2017, κάνουν λόγο για ρυθμό ανάπτυξης 2,7% ετησίως.

Οι αστικές προβλέψεις, ωστόσο, είναι επισφαλείς, τόσο στο φόντο της κατάστασης της ελληνικής οικονομίας, όσο και μιας σειράς παραγόντων που είδαμε και σε προηγούμενα άρθρα, που μπορούν να επιδράσουν αρνητικά στην επίτευξη θετικών ρυθμών ανάπτυξης.

Ενδεικτικά καταγράφουμε ορισμένους απ' αυτούς:

  • Η επιβράδυνση της διεθνούς οικονομίας κάνει τους στόχους για μεγάλη αύξηση των εξαγωγών δύσκολα επιτεύξιμους, ενώ επιδρά αρνητικά και στις επιδόσεις του τουρισμού. Εξάλλου, μια επιδείνωση της οικονομίας διεθνώς, που αποτελεί ένα ισχυρό ενδεχόμενο, θα έχει έντονες συνέπειες στην ΕΕ, που αποτελεί βασικό οικονομικό εταίρο της ελληνικής οικονομίας. Επιπλέον, η κυβερνητική πρόβλεψη για μεγάλη αύξηση της κατανάλωσης προβληματίζει, καθώς ο προϋπολογισμός προβλέπει νέα μέτρα.
  • Η όξυνση των ενδοϊμπεριαλιστικών αντιθέσεων στην ευρύτερη περιοχή εκθέτει τη χώρα σε μεγάλους κινδύνους και ταυτόχρονα ενδέχεται να επιδράσει άμεσα ή έμμεσα στις οικονομικές εξελίξεις. Π.χ. μια σειρά από ανοιχτά ενδεχόμενα όπως πιθανές κυρώσεις του ΝΑΤΟ σε Ρωσία και Κίνα και τα αντίστοιχα αντίποινα, μια νέα ένταση της προσφυγικής κρίσης ή ακόμα και η πιο άμεση και εκτεταμένη εμπλοκή της Ελλάδας σε πολεμικές επιχειρήσεις στην περιοχή κ.ο.κ., αποτελούν όλα παράγοντες που μπορούν να επιδράσουν στην πορεία αυτή, αλλά και σε βασικούς κλάδους όπου στηρίζεται το σχέδιο καπιταλιστικής ανάκαμψης όπως ο τουρισμός.
  • Η όξυνση της αστάθειας στην Ευρωζώνη, στην οποία αναφερθήκαμε και σε προηγούμενο άρθρο, δυσκολεύει σημαντικά τις επενδύσεις στην Ελλάδα, λόγω της πιθανότητας εξόδου από την Ευρωζώνη - Grexit. Δημιουργούνται «συναλλαγματικοί κίνδυνοι» εξαιτίας της πιθανότητας αλλαγής νομίσματος, ενώ ταυτόχρονα μια Ελλάδα εκτός ΕΕ δεν αποτελεί πρόσφορη αγορά επενδύσεων και ειδικά σε ό,τι αφορά κλάδους που ιεραρχούνται, όπως π.χ. την Ενέργεια, τις μεταφορές, την εφοδιαστική αλυσίδα κ.ο.κ.

Τέλος, παρ' όλο που στη σχέση οικονομίας - πολιτικής το θεμελιακό στοιχείο είναι η οικονομία, η πολιτική δεν είναι παθητική. Κι από αυτήν την άποψη, σειρά πολιτικών παραγόντων στο εσωτερικό και διεθνώς (π.χ. εξελίξεις και εκλογές στην ΕΕ, διαδικασία του Brexit κ.ο.κ.) μπορούν να επιδράσουν ανασταλτικά στη διαφαινόμενη τάση ανάκαμψης, όπως εξάλλου συνέβη και μεταξύ 2014-2015.

Στη βάση και των παραπάνω είναι σχετικά υψηλή η πιθανότητα επιστροφής της ελληνικής οικονομίας σε φάση ανάκαμψης το 2017, ωστόσο με ρυθμό ανάπτυξης σαφώς πιο περιορισμένο.

...και η οικονομική πολιτική της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ

Με βάση αυτά τα αντικειμενικά δεδομένα, η αστική τάξη στην Ελλάδα προσαρμόζει και ιεραρχεί βασικούς στόχους, όπως η αναδιάρθρωση του δημόσιου χρέους, η υλοποίηση μεγάλων επενδύσεων για την ανάδειξη της χώρας σε κόμβο μεταφοράς Ενέργειας και εμπορευμάτων στην ευρύτερη περιοχή, η καπιταλιστική παραγωγική ανασυγκρότηση με την προώθηση αλλαγών στην κλαδική διάρθρωση της οικονομίας ώστε να ενισχυθεί ο εξαγωγικός προσανατολισμός, η διασφάλιση φθηνής εργατικής δύναμης και το άνοιγμα νέων πεδίων κερδοφορίας, ο εκσυγχρονισμός της δομής, της λειτουργίας και της υποδομής του αστικού κράτους, ώστε να συμβάλει πιο αποτελεσματικά στην καπιταλιστική κερδοφορία.

Η οικονομική πολιτική της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ υπηρετεί τους στόχους αυτούς, ενώ συνεχίζοντας επί της ουσίας την πολιτική των προηγούμενων κυβερνήσεων ΝΔ - ΠΑΣΟΚ, προωθεί περαιτέρω δυο αλληλένδετες επιδιώξεις, προσπαθώντας να διαμορφώσει τις προϋποθέσεις για την ανάκαμψη της οικονομίας:

  • Προωθεί τη δημοσιονομική εξυγίανση και πειθαρχία, δηλαδή την ισοσκέλιση κρατικών εσόδων και δαπανών σε βάρος των λαϊκών εισοδημάτων.

Στο πλαίσιο αυτό εφαρμόζει με συνέπεια τους στόχους που προβλέπονται στα μνημόνια για τη δημοσιονομική εξυγίανση, εκφράζοντας γενικότερες στρατηγικές επιλογές της Ευρωζώνης για την ανάγκη δημοσιονομικής πειθαρχίας, όπως αυτή καθορίζεται στο πλαίσιο της Ενιαίας Οικονομικής Διακυβέρνησης και του αναθεωρημένου Συμφώνου Σταθερότητας της ΕΕ και εξειδικεύεται για την Ελλάδα στο 3ο μνημόνιο. Γι' αυτό έχει προχωρήσει στη συγκρότηση του «Δημοσιονομικού Συμβουλίου», που θα επιβλέπει την εκτέλεση του προϋπολογισμού και θα παρεμβαίνει σε περίπτωση αποκλίσεων από τους στόχους, ενώ θεσμοθέτησε τον αυτόματο δημοσιονομικό «κόφτη», που σήμερα διευρύνεται και εμπλουτίζεται στο πλαίσιο και της διαπραγμάτευσης για τη δεύτερη «αξιολόγηση».

Η «δημοσιονομική εξυγίανση» αποτελεί, άλλωστε, και επιλογή της αστικής τάξης της χώρας, γιατί η επίτευξη δημοσιονομικών πλεονασμάτων εγγυάται τη δυνατότητα του αστικού κράτους να χρηματοδοτεί την καπιταλιστική ανάπτυξη. Ταυτόχρονα, αποτελεί και ανάγκη για τη διασφάλιση της συμμετοχής στην ΕΕ και την Ευρωζώνη. Συγχρόνως, στις παρούσες συνθήκες, αποτελεί προϋπόθεση για την πρόσβαση του αστικού κράτους σε πηγές φθηνότερης χρηματοδότησης, όπως φανερώνει και η διαπραγμάτευση για το ξεπάγωμα της δεύτερης «αξιολόγησης» του ελληνικού προγράμματος (βλέπε ένταξη στο «πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης» της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας).

  • Συνεχίζει τις καπιταλιστικές αναδιαρθρώσεις με στόχο τη θωράκιση της ανταγωνιστικότητας και της καπιταλιστικής κερδοφορίας.

Οι αναδιαρθρώσεις αυτές βρίσκονται στον πυρήνα της κυβερνητικής αναπτυξιακής πρότασης, της λεγόμενης «παραγωγικής ανασυγκρότησης» που ο ΣΥΡΙΖΑ ισχυρίζεται ότι εξασφαλίζει τη «δίκαιη ανάπτυξη» και δεν απαιτεί - δήθεν - νέες θυσίες από τους εργαζόμενους.

Πρόκειται, βέβαια, για απάτη με στόχο να στρατεύσει το λαό στους στόχους του κεφαλαίου, αφού το πρόγραμμα περιλαμβάνει συγκεκριμένους στόχους και πολιτικές κατευθύνσεις που υπηρετούν την άρχουσα τάξη, άξονες εξάλλου που αναφέρονται σε κάθε κυβερνητική αναπτυξιακή πρόταση την τελευταία 20ετία: «αξιοποίηση εργατικού δυναμικού», «εξωστρέφεια», «καινοτομία», «τεχνολογικές αλλαγές στον παραγωγικό ιστό» κ.ά.

Αλλωστε, όπως χαρακτηριστικά καταγράφεται και στον προϋπολογισμό, τα παραπάνω αποτελούν τρόπον τινά μια αναγκαστική επιλογή για την αστική διαχείριση, ώστε από άλλο δρόμο «να κερδηθεί η μάχη της ανταγωνιστικότητας» του κεφαλαίου, δεδομένου ότι «η πολιτική της εσωτερικής υποτίμησης έχει εξαντλήσει τις δυνατότητές της», δηλαδή η δυνατότητα περαιτέρω συμπίεσης μισθών για μεγάλα τμήματα του πληθυσμού έχει εξαντληθεί.

Ο ΣΥΡΙΖΑ λέει στο λαό να αποδεχτεί ως δεδομένες τις τεράστιες απώλειες που είχε έως σήμερα και που η πολιτική του έρχεται να παγιώσει, προσδοκώντας σε έναν περιορισμό των απωλειών για το μέλλον. Αντίθετα από τις προτάσεις του ΣΥΡΙΖΑ, ο λαός πρέπει να κρίνει την κάθε νέα αναπτυξιακή πρόταση με κριτήριο την ανάκτηση των μεγάλων απωλειών του και κυρίως την απαίτηση ικανοποίησης των αναγκών του, που θυσιάζονται συνεχώς στο βωμό του καπιταλιστικού κέρδους.

Αύξηση του βαθμού εκμετάλλευσης

Το κυριότερο, βέβαια, είναι ότι όπως κάθε αστική πολιτική σε συνθήκες ανάκαμψης που στοχεύει στην αύξηση των κερδών του μονοπωλιακού κεφαλαίου, η κυβερνητική πολιτική υποβοηθά την αύξηση του βαθμού εκμετάλλευσης των εργαζομένων:

  • Για παράδειγμα, πίσω απ' τη ρητορική για την «αξιοποίηση του ανθρώπινου δυναμικού» κρύβεται η ατελείωτη αλυσίδα μέτρων που οδηγούν σε φθηνή εργατική δύναμη. Χαρακτηριστική εδώ είναι η αντιασφαλιστική μεταρρύθμιση της κυβέρνησης τον περασμένο Μάη, μνημείο αντιλαϊκότητας, που με όχημα τη «βιωσιμότητα» του ασφαλιστικού συστήματος προωθεί αποφασιστικά την ανταποδοτικότητα στην Κοινωνική Ασφάλιση και ουσιαστικά καταργεί τον κοινωνικό χαρακτήρα της, μονιμοποιεί όλους τους προηγούμενους αντιασφαλιστικούς νόμους, οδηγεί σε δραστική περικοπή των συντάξεων και προβλέπει εκτόξευση των ασφαλιστικών εισφορών για ορισμένες κατηγορίες εργαζομένων, μεταξύ των οποίων και των εργαζομένων με «μπλοκάκια». Ακόμη πιο χαρακτηριστικό είναι το νέο πακέτο των εργασιακών μέτρων που με εκβιασμούς και ψευτοδιλήμματα προωθείται τις μέρες αυτές, στο πλαίσιο της δεύτερης «αξιολόγησης», και οδηγεί στην περαιτέρω μείωση του μισθού των νεοπροσλαμβανόμενων και του κατώτατου μισθού, αλλαγές στο πλαίσιο των ομαδικών απολύσεων και τις μισθολογικές ωριμάνσεις και χτύπημα του οργανωμένου συνδικαλιστικού κινήματος με αλλαγές στη συνδικαλιστική νομοθεσία (κήρυξη απεργίας, συνδικαλιστικά δικαιώματα κ.ά.).
  • Πίσω απ' τις διακηρύξεις για αποτελεσματικό κράτος κρύβεται η μεγαλύτερη φοροαφαίμαξη του λαού και οι περικοπές δαπανών κοινωνικής πολιτικής, προκειμένου να αυξηθεί η κρατική ενίσχυση των εγχώριων ομίλων και να διασφαλιστούν τα συμφέροντα των δανειστών.
  • Η αξιοποίηση της καινοτομίας για την αύξηση της παραγωγικότητας δεν χρησιμοποιείται στον καπιταλισμό για να βελτιωθεί η θέση των εργαζομένων, αλλά για να αυξηθούν τα κέρδη του κεφαλαίου. Στις ΗΠΑ, που αποτελούν διεθνές πρότυπο στον τομέα της καινοτομίας, μεταξύ του 1973 και του 2013 η παραγωγικότητα αυξήθηκε κατά 73%, ενώ το κατώτατο ημερομίσθιο μόλις κατά 9%. Γενικά, η αύξηση της καπιταλιστικής κερδοφορίας προέρχεται απ' την αύξηση της ψαλίδας ανάμεσα στο επίπεδο παραγωγικότητας και το μισθό.
  • Η επιμονή στην εξωστρέφεια αποτελεί έμμεση κυβερνητική ομολογία ότι η σκληρή λιτότητα θα μείνει πολλά χρόνια στην εγχώρια αγορά, η οποία έτσι κι αλλιώς είναι σχετικά μικρή. Γι' αυτό και η αύξηση των πωλήσεων πρέπει να αναζητηθεί στο εξωτερικό. Ετσι, ο προσανατολισμός της εγχώριας παραγωγής με γνώμονα το κέρδος μετατοπίζεται και απομακρύνεται ακόμα περισσότερο απ' την κατεύθυνση κάλυψης εγχώριων βασικών αναγκών. Εξάλλου, η τόνωση των εξαγωγών εμφανίζεται ως «απάντηση» στην κρίση σχεδόν σ' ολόκληρο τον καπιταλιστικό κόσμο. Στην ουσία, η καταφυγή μεγάλου μέρους της καπιταλιστικής παραγωγής στις εξαγωγές ως απάντηση στην κρίση αντανακλά απ' τη μια τις μεγάλες δυσκολίες που αντιμετωπίζει η αστική διαχείριση διεθνώς και, απ' την άλλη, την όξυνση των αντιθέσεων των ιμπεριαλιστικών κέντρων για μοίρασμα αγορών και γενικότερα οικονομικού εδάφους.

Γενικότερα, η πλούσια διεθνής και ελληνική πείρα επιβεβαίωσε ότι καμιά αστική κυβέρνηση δεν μπορεί να εξανθρωπίσει τον καπιταλισμό. Καθώς σαπίζει ο μονοπωλιακός καπιταλισμός, θα γίνεται όλο και πιο βάρβαρος, όλο και πιο αντιδραστικός. Η καπιταλιστική ανάπτυξη είναι δεμένη με την εξαθλίωση των εργαζομένων, σχετική ή και απόλυτη.



Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ