Κυριακή 27 Απρίλη 2014
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΓΥΝΑΙΚΑ
ΕΥΡΩΕΚΛΟΓΕΣ
Κριτήριο ψήφου η πολιτική της ΕΕ για τη γυναικεία απασχόληση

Στις μέρες που απομένουν μέχρι να βρεθούν μπροστά στις κάλπες των ευρωεκλογών, οι εργαζόμενες, οι άνεργες, οι νέες γυναίκες χρειάζεται να αξιοποιήσουν την πείρα που διαθέτουν για να κρίνουν την πολιτική της ΕΕ και για την «ισότητα» των γυναικών και τις συνέπειες που έχει στη ζωή τους. Δηλώσεις αξιωματούχων της ΕΕ όπως αυτή που ακολουθεί δίνουν μια επιπλέον ευκαιρία να σκεφτούν οι γυναίκες από ποια σκοπιά αντιμετωπίζει η ΕΕ τα ζητήματα της ισότητας και να μην πέσουν θύματα της προπαγάνδας των κομμάτων που στηρίζουν τον ευρωμονόδρομο.

«Η Ευρώπη προωθεί την ισότητα των φύλων από το 1957. Η αρχή αυτή είναι εγγεγραμμένη στα "γονίδια" της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Και η οικονομική κρίση δεν έχει αλλάξει τα γονίδιά μας. Για μας τους Ευρωπαίους η ισότητα των φύλων δεν είναι ούτε επιλογή ούτε πολυτέλεια, είναι επιτακτική ανάγκη. Μπορούμε να είμαστε περήφανοι για τα επιτεύγματα της Ευρώπης τα τελευταία χρόνια. Η ισότητα των φύλων δεν είναι άπιαστο όνειρο, αλλά σιγά-σιγά γίνεται ευρωπαϊκή πραγματικότητα». Αυτά δήλωσε, μεταξύ άλλων, η αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Viviane Reding, με αφορμή τη δημοσίευση της ετήσιας έκθεσης της Επιτροπής σχετικά με την ισότητα των φύλων.

Πράγματι, η πολιτική της ΕΕ σήμερα και προηγούμενα της ΕΟΚ για τις γυναίκες αποτελεί πτυχή της συνολικής στρατηγικής της και με αυτή την έννοια είναι εγγεγραμμένη στα «γονίδιά» της. Ομως, από την ίδρυσή της, αλλά και μετά τη Συνθήκη του Μάαστριχτ, μέχρι τη σημερινή στρατηγική «Ευρώπη 2020», ο σκοπός της, το επικρατέστερο «γονίδιο», αυτό δηλαδή που την καθορίζει, είναι η ενίσχυση της κερδοφορίας των ευρωπαϊκών μονοπωλιακών ομίλων και η θωράκισή τους στο διεθνή ανταγωνισμό. Η εξειδίκευση αυτής της στρατηγικής για τις γυναίκες μπορεί να κάνει την αντιπρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής υπερήφανη γιατί η «ισότητα» για την οποία μιλάει υπηρετεί αυτούς ακριβώς τους στόχους. Γι' αυτό τη θεωρούν - και σωστά από τη σκοπιά τους - «επιτακτική ανάγκη».

Μάλιστα, η Εκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής διαπιστώνει ότι «οι διαφορές μεταξύ των δύο φύλων μειώθηκαν σημαντικά τα τελευταία χρόνια», αλλά «εξακολουθούν να υφίστανται ανισότητες σε διάφορους τομείς - κι αυτό εις βάρος της ευρωπαϊκής οικονομίας». Από αυτό φαίνεται καθαρά ότι την πρόοδο ή την καθυστέρηση στην «ισότητα» τη μετρούν με οικονομικούς όρους και όχι με ηθικούς. Αποκαλύπτονται στα μάτια των γυναικών όλο και περισσότερο όταν αναγκάζονται να πουν τα πράγματα με τ' όνομά τους, αφήνοντας κατά μέρος τους προπαγανδιστικούς μύθους για την Ευρώπη των λαών, της ισότητας και άλλα παρόμοια. Δεν τους πήρε ο πόνος για την ισότητα των δύο φύλων ως ζήτημα «δημοκρατίας», «κοινωνικής δικαιοσύνης», όπως κατά καιρούς προπαγανδίζουν για να κρύψουν ότι υπέρτατη αρχή της ΕΕ είναι το κέρδος των καπιταλιστών. Επιδιώκουν ισότητα στην εκμετάλλευση, ισότητα μέσα από την ισοπέδωση των εργασιακών και ασφαλιστικών δικαιωμάτων όλων των εργαζομένων.

Η «απασχολησιμότητα» απέναντι στο δικαίωμα στη δουλειά

Αυτό αποδεικνύεται πιο καθαρά στο στόχο που έχει τεθεί στα πλαίσια της στρατηγικής «ΕΕ 2020» για την αύξηση της γυναικείας απασχόλησης από το 63%, όπου βρίσκεται σήμερα, στο 75% του οικονομικά ενεργού πληθυσμού. Ο στόχος αυτός δεν μπορεί να αντιμετωπίζεται ως, οπωσδήποτε, ωφέλιμος για τις γυναίκες των λαϊκών στρωμάτων, αν όντως κάποιες βρουν μια δουλειά. Στα κιτάπια της ΕΕ «απασχόληση» σημαίνει ελαστική εργασία, με εργασιακά και ασφαλιστικά δικαιώματα που συνεχώς συμπιέζονται, περιπλάνηση από την προσωρινή δουλειά στην ανεργία και το αντίστροφο, παράταση του εργάσιμου βίου μέχρι τα 70 χρόνια και ακόμα πιο πέρα, κατά το πρότυπο της «ενεργού γήρανσης».

Η αύξηση των ηλικιακών ορίων συνταξιοδότησης των γυναικών, η μερική απασχόληση που αφορά πάνω από το 30% των εργαζόμενων γυναικών στην ΕΕ και αγγίζει ποσοστά της τάξης του 77% στην Ολλανδία και 46% στη Γερμανία με την κυριαρχία των λεγόμενων «mini-jobs», της δουλειάς δηλαδή με μισθό 400 ευρώ, αποτελούν όλα ψηφίδες της «ευρωπαϊκής πραγματικότητας». Οι θέσεις μερικής, ελαστικής, ευκαιριακής απασχόλησης, στις οποίες κυριαρχούν οι γυναίκες, αποτελούν τομέα της αγοράς εργασίας που εξαπλώνεται συνεχώς ακόμα και κατά την περίοδο της οικονομικής κρίσης. Εξάλλου και τα προγράμματα της ΕΕ για τη διαχείριση και την ανακύκλωση της ανεργίας, που η κυβέρνηση ΝΔ - ΠΑΣΟΚ εφαρμόζει και ο ΣΥΡΙΖΑ την κατηγορεί πως τα διαστρεβλώνει και υπόσχεται πως θα τα υλοποιήσει καλύτερα, τέτοιες θέσεις απασχόλησης δημιουργούν. Μέσα από αυτά τα προγράμματα όμως, μετέτρεψαν τις εργαζόμενες και τις άνεργες σε «απασχολήσιμες», σήμερα τις αποκαλούν «ωφελούμενες» και τους στερούν εκτός όλων των άλλων και άδειες, ασφαλιστική κάλυψη, αλλά και το δικαίωμα να απεργήσουν.

Ολα αυτά ισχύουν εξίσου στα διάφορα κράτη-μέλη της, ανεξάρτητα από το δημόσιο χρέος και τα ελλείμματα ή το πλεόνασμα της κάθε χώρας. Υλοποιούνται και διαμορφώνουν αντίστοιχο εργασιακό μεσαίωνα σε όλες τις χώρες. Με αυτόν τον τρόπο ο στόχος της ΕΕ για αύξηση της απασχόλησης των γυναικών, που φαίνεται φιλολαϊκός, αποδεικνύεται στην ουσία αντιδραστικός, υπηρετεί τις ανάγκες των επιχειρηματικών ομίλων για αύξηση της απασχόλησης φθηνού, ευέλικτου εργατικού δυναμικού, όπως είναι οι γυναίκες, για να αποκομίζουν μεγαλύτερα κέρδη. Η ελαστική απασχόληση αυξάνει το βαθμό εκμετάλλευσης, άρα και την κερδοφορία των εργοδοτών.

Το γεγονός ότι μπροστά στην ανάγκη για δουλειά οι εργαζόμενοι και οι εργαζόμενες αναγκάζονται να δουλέψουν σε όποια θέση εργασίας καταφέρουν να βρουν, δε σημαίνει αφενός μεν ότι είναι επιλογή που την επιδιώκουν και αφετέρου ότι δεν τους ενδιαφέρει η μείωση έστω του βαθμού εκμετάλλευσής τους στα πλαίσια του σημερινού συστήματος, άρα και η κατάργηση αυτών των μορφών εργασίας. Με άλλα λόγια, η αύξηση της απασχόλησης με ευέλικτες μορφές καθόλου δε σημαίνει ή δεν πρέπει να σημαίνει την αποδοχή αυτής της μορφής εργασίας, όπως την παρουσιάζουν τα επιτελεία της ΕΕ. Είναι πρόκληση το γεγονός ότι σε κάθε ευκαιρία επαναλαμβάνουν πως η «ευελιξία» συμβάλλει ώστε ιδιαίτερα οι εργαζόμενες μητέρες να μπορούν υποτίθεται να «συνταιριάξουν» τη δουλειά με τις ευθύνες της φροντίδας της οικογένειάς τους, με τις οποίες είναι επιφορτισμένες. Λες και τους προσφέρεται μόνιμη, σταθερή δουλειά με αξιοπρεπή μισθό, πλήρη εργασιακά, ασφαλιστικά, κοινωνικά δικαιώματα που παίρνουν υπόψη τις ιδιαίτερες ανάγκες των γυναικών για προστασία της αναπαραγωγικής ικανότητάς τους, για άδειες, επιδόματα μητρότητας, δημόσιες και δωρεάν δομές και υπηρεσίες για τα παιδιά, αλλά και για τα άλλα μέλη της οικογένειάς τους και οι εργαζόμενες τα αρνούνται όλα αυτά και επιμένουν να δουλεύουν με ελαστικές μορφές απασχόλησης.

Ασυμβίβαστη η ΕΕ με την ισοτιμία των γυναικών

Οι εργαζόμενες, οι μητέρες και οι νέες γυναίκες όχι μόνο δεν έχουν συμφέρον από μια τέτοια επιλογή μορφών μερικής - ελαστικής απασχόλησης, αλλά έχουν κάθε λόγο να διεκδικούν την κατάργησή τους, μέσα από το οργανωμένο και ταξικά προσανατολισμένο εργατικό - λαϊκό κίνημα. Σήμερα, το αίτημα αυτό μπορεί να υλοποιηθεί, τη στιγμή που η ανάπτυξη της τεχνολογίας και της επιστήμης, η άνοδος της παραγωγικότητας της εργασίας δίνουν τη δυνατότητα για μόνιμη και σταθερή δουλειά για όλους, γυναίκες και άντρες, για σύγχρονα εργασιακά και κοινωνικά δικαιώματα, για ελεύθερο χρόνο, δημόσιες και δωρεάν υπηρεσίες Υγείας, Παιδείας και Πρόνοιας. Αυτό που εμποδίζει την πραγματοποίησή του είναι η καπιταλιστική ιδιοκτησία. Ταυτόχρονα, ο αρνητικός για τους εργαζόμενους συσχετισμός δύναμης εμποδίζει την ανάπτυξη των ταξικών αγώνων για να μπουν εμπόδια στην πολιτική που επιβάλλει όλες τις αρνητικές εργασιακές αλλαγές, για να υπάρξουν έστω κατακτήσεις σαν αυτές που οι εργαζόμενες και οι εργαζόμενοι είχαν σε προηγούμενες περιόδους.

Γι' αυτό τις γυναίκες της εργατικής τάξης και των λαϊκών στρωμάτων δεν πρέπει να τις φοβίζει η προοπτική της ρήξης με την ΕΕ, αλλά η συνέχιση του ίδιου αντιλαϊκού κατήφορου, που αντιμετωπίζει την εργασία τους σαν εφεδρεία για την ανταγωνιστικότητα του κεφαλαίου και τις δημόσιες και δωρεάν κοινωνικές υποδομές και υπηρεσίες σαν «κόστος» που περιορίζει τα κέρδη. Αυτή είναι η ΕΕ και δεν αλλάζει, δεν μεταρρυθμίζεται. Οσα κόμματα υπόσχονται βελτιώσεις, αλλαγή των θεσμών και της λειτουργίας της για να γίνει φιλολαϊκή, όπως ο ΣΥΡΙΖΑ και οι δορυφόροι του, κοροϊδεύουν ασύστολα για να υποκλέψουν τη λαϊκή ψήφο. Οι γυναίκες των λαϊκών οικογενειών ως κριτήριο ψήφου πρέπει να έχουν τη στάση που κρατά κάθε κόμμα απέναντι στην ΕΕ, ανεξάρτητα από την απόχρωση υποστήριξης ή σκεπτικισμού που μπορεί να δίνει το καθένα από αυτά. Με την ψήφο τους στις ευρωεκλογές μπορούν να στείλουν μήνυμα καταδίκης αυτών των κομμάτων που με τον έναν ή τον άλλο τρόπο στηρίζουν τη συνολική στρατηγική της ΕΕ και την εξειδίκευσή της στις γυναίκες. Να ψηφίσουν το ΚΚΕ για να δυναμώσουν τη φωνή που παλεύει για την αποδέσμευση από τα δεσμά της ΕΕ, για να περάσει ο πλούτος στα χέρια του λαού και να ανοίξει ο δρόμος για την ισοτιμία των γυναικών της εργατικής τάξης και των λαϊκών στρωμάτων.



Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ