Εκθεση της Τράπεζας της Ελλάδας: Η αναμενόμενη «ελαφριά» καπιταλιστική ανάκαμψη στην Ελλάδα συνοδεύεται από σειρά «κινδύνων», ενώ προϋποθέτει την εφαρμογή των αντιλαϊκών μέτρων και αναδιαρθρώσεων.
Αλυσίδες σούπερ μάρκετ: Κύκλος εξαγορών και συγχωνεύσεων, με τους ισχυρότερους να συγκεντρώνουν όλο και μεγαλύτερο κομμάτι της «πίτας».
Τουρκία: Ψάχνει και στην Κεντρική Ασία εναλλακτικούς «εταίρους» και προμηνύει νέα όξυνση ανταγωνισμών.
Αίγυπτος: Ακόμη περισσότερο εγκλωβισμένο στη μέγκενη της φτώχειας βρίσκεται μεγάλο μέρος του αιγυπτιακού λαού, πέντε χρόνια μετά τη λεγόμενη «Αραβική Ανοιξη».
Οπως χαρακτηριστικά αναφέρεται στην ετήσια έκθεση για το 2015 του διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδας (ΤτΕ), Γ. Στουρνάρα: «Η πρόβλεψη για ανάκαμψη (στην ελληνική οικονομία) από το δεύτερο εξάμηνο του 2016 χαρακτηρίζεται επί του παρόντος από υψηλό βαθμό αβεβαιότητας, η οποία στο εσωτερικό αντανακλά κυρίως την αβεβαιότητα για την έκβαση της πρώτης αξιολόγησης, η οποία έχει ήδη καθυστερήσει». Μάλιστα, σε περίπτωση που η «καθυστέρηση συνεχιστεί επί μακρόν, η οικονομία θα αποσταθεροποιηθεί εκ νέου, οι χρηματοδοτικές συνθήκες θα χειροτερέψουν, η ύφεση θα οξυνθεί και θα επανεμφανισθούν σοβαρά αδιέξοδα».
Η όποια ανάκαμψη του κεφαλαίου έχει ως προϋπόθεση την ολοκλήρωση της αξιολόγησης των μόνιμων αντιλαϊκών μέτρων και των αναδιαρθρώσεων που θα κλιμακωθούν στη συνέχεια.
Ως δεύτερη κατηγορία αβεβαιοτήτων, η ΤτΕ εντοπίζει το ζήτημα της προσφυγικής κρίσης και της εισροής προσφύγων - μεταναστών. «Δεν μπορεί να προβλεφθεί η στάση των κρατών - μελών της ΕΕ ακόμη και αν η Ελλάδα εκπληρώσει στο ακέραιο τις δικές της υποχρεώσεις», τονίζεται στην έκθεση της ΤτΕ, γεγονός βέβαια που ερμηνεύεται και από την ενδοκαπιταλιστική διαπάλη στο εσωτερικό της ΕΕ. Επίσης, υπογραμμίζεται ότι «το ενδεχόμενο επιβολής περιορισμών στην ελεύθερη κίνηση ανθρώπων και εμπορευμάτων δεν μπορεί να αποκλειστεί». Σε τέτοια περίπτωση, οι αρνητικές επιδράσεις στην ελληνική οικονομία σχετίζονται με την πτώση της τουριστικής κίνησης, από την ενδεχόμενη «αποτυχία στην αποτελεσματική διαχείριση του προσφυγικού ζητήματος». Ως επιπλέον κίνδυνοι αναφέρονται η αύξηση των κρατικών δαπανών για την περίθαλψη, η σημαντική επιβάρυνση του κόστους διακίνησης των εμπορευμάτων, που διακινούνται μέσω Ελλάδας, «με αποτέλεσμα τη μείωση της διεθνούς ανταγωνιστικότητας», καθώς και την «αποθάρρυνση ξένων επενδύσεων που θα επέλεγαν την Ελλάδα ως πύλη εισόδου εμπορευμάτων στην Ευρώπη».
Για το 2016, οι πρόσθετοι κίνδυνοι στην παγκόσμια οικονομία συμπεριλαμβάνουν την περαιτέρω επιβράδυνση των ρυθμών ανάπτυξης, των ανταγωνιστικών υποτιμήσεων στις αναδυόμενες οικονομίες, τη χαμηλή παραγωγικότητα, ενώ σημαντικός παράγοντας επιβράδυνσης παραμένουν οι «γεωπολιτικοί κίνδυνοι στη Μέση Ανατολή».
Ειδικό βάρος έχει η επιβράδυνση της οικονομικής δραστηριότητας στην Κίνα. Να σημειωθεί ότι το μερίδιο της Κίνας στο παγκόσμιο ΑΕΠ φτάνει στο 16,6%, έναντι μεριδίων 15,9% των ΗΠΑ και 12,2% της Ευρωζώνης. Μάλιστα, οι ταξινομούμενες ως «αναδυόμενες και αναπτυσσόμενες οικονομίες» (σε αυτές περιλαμβάνεται και η Κίνα) έχουν μερίδιο 57,1% στο παγκόσμιο ΑΕΠ. Με βάση και τα παραπάνω, ερμηνεύονται οι αβεβαιότητες του κεφαλαίου, λόγω επιβράδυνσης στις «αναδυόμενες οικονομίες».
Ο ρυθμός ανόδου του παγκόσμιου εμπορίου περιορίστηκε σημαντικά το 2015 στο 2,6% από 3,4% το 2014. Το διεθνές εμπόριο επηρεάστηκε από την αναιμική ζήτηση εισαγωγών από τις αναδυόμενες και αναπτυσσόμενες οικονομίες, κυρίως από την Κίνα.
Η πτώση στις τιμές του πετρελαίου (47,1% σε όρους δολαρίου σε μέσα επίπεδα 2015) σχετίζεται τόσο με την πτώση της ζήτησης όσο και από την αυξημένη προσφορά αργού πετρελαίου, «λόγω του εντεινόμενου διεθνούς ανταγωνισμού για τα μερίδια της παγκόσμιας αγοράς». Μάλιστα, από το Γενάρη του 2016, οι ΗΠΑ άρχισαν και την εξαγωγή πετρελαίου.
Οι διεθνείς τιμές των βασικών εμπορευμάτων υποχώρησαν το 2015 κατά 17,4% (σε όρους δολαρίου) με τους επιμέρους δείκτες των μετάλλων και των τροφίμων να υποχωρούν κατά 23,1% και 16%, αντίστοιχα. Και βέβαια όλα τα παραπάνω έχουν άμεσες επιπτώσεις σε χώρες εξαγωγείς.
Σε αυτό το φόντο, σε ό,τι αφορά την ελληνική οικονομία, η ΤτΕ ανάμεσα σε άλλους θέτει τους παρακάτω άξονες:
Τραπεζικό σύστημα: Η ενίσχυσή του περνά «μέσα από την αντιμετώπιση του όγκου των μη εξυπηρετούμενων δανείων». Τονίζεται ότι θα τεθούν συγκεκριμένοι στόχοι ανά τραπεζικό όμιλο με ορίζοντα εφαρμογής από τον Ιούνη του 2016 και με παρακολούθηση ανά τρίμηνο. Τα παραπάνω, μεταξύ άλλων, συνδέονται με τη «δημιουργία δευτερογενούς αγοράς μη εξυπηρετούμενων δανείων, την επίσπευση δικαστικών διαδικασιών και με την ευκολία ρευστοποίησης των εξασφαλίσεων από τις τράπεζες». Τα παραπάνω «φωτογραφίζουν» και την πρώτη κατοικία της λαϊκής οικογένειας. Προβλέπονται παρεμβάσεις για την αναδιάρθρωση των βιώσιμων επιχειρήσεων, με κρίσιμο ζήτημα την ανάληψη ενεργητικών πρωτοβουλιών, όπως για την αλλαγή διοικήσεων υπερχρεωμένων εταιρειών, σε περίπτωση που αυτές δεν «συνεργάζονται» με τις τράπεζες, αλλά και αλλαγών τόσο στη «δομή όσο και στα επιχειρηματικά σχέδια της οφειλέτριας επιχείρησης».
Επιτάχυνση των μεταρρυθμίσεων: Για το επόμενο διάστημα στοχεύουν ειδικότερα:
-- Στα δίκτυα και τις υπηρεσίες (Μεταφορές, Ενέργεια, Τηλεπικοινωνίες, Εμπόριο), με την άρση των περιορισμών και την απλοποίηση των κανονιστικών ρυθμίσεων «που υπονομεύουν τον ανταγωνισμό».
-- Στην αγορά εργασίας, έμφαση δίνεται στην «απλούστευση και τον εξορθολογισμό της ισχύουσας εργατικής νομοθεσίας, μέσω της κωδικοποίησής της σε έναν Κώδικα Εργατικής Νομοθεσίας», στη δημιουργία «πλαισίου για την ενθάρρυνση της μαθητείας και της επαγγελματικής κατάρτισης», την «καταπολέμηση της αδήλωτης εργασίας».
Ιδιωτικοποιήσεις: Κρίνεται ως ζήτημα «καθοριστικής σημασίας για την οικονομική ανάπτυξη», ιδιαίτερα στην περίπτωση που «συνοδεύονται από ισχυρή δέσμευση για μελλοντικές επενδύσεις», έτσι ώστε να «ενισχύουν περαιτέρω την εισροή στη χώρα παραγωγικών κεφαλαίων, που αυξάνουν την απασχόληση και τη συνολική ενεργό ζήτηση».
Μείγμα πολιτικής: Με δεδομένη τη «συνέχιση της προσαρμογής στους τομείς των οικονομικών της γενικής κυβέρνησης και του συστήματος Κοινωνικής Ασφάλισης», το ζητούμενο είναι ο επανακαθορισμός του μείγματος τής υπέρ του κεφαλαίου πολιτικής. Οπως χαρακτηριστικά αναφέρεται «η έως τώρα έμφαση στην αύξηση των φορολογικών συντελεστών επί των εισοδημάτων από εργασία και των κερδών των επιχειρήσεων, καθώς και των ασφαλιστικών εισφορών, ενισχύει τα κίνητρα για φοροδιαφυγή και εισφοροδιαφυγή (...) εξασθενίζει τα ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα των ελληνικών επιχειρήσεων και αποτρέπει προσπάθειες για δημιουργία νέων θέσεων εργασίας». Αρα νέες φοροελαφρύνσεις στο κεφάλαιο, που θα φέρουν νέα φοροληστεία στο λαό. Εμφαση δίνεται και στον περαιτέρω «εξορθολογισμό» των κρατικών δομών, δηλαδή νέες περικοπές σε κονδύλια που καλύπτουν όσες απέμειναν λαϊκές ανάγκες, αλλά και την αξιολόγηση και συγχώνευση των περίπου 1.800 ΝΠΔΔ.
Σε κάθε περίπτωση, το μείγμα της πολιτικής περιλαμβάνει την «κατάργηση ποικίλων εξαιρέσεων από τις γενικές διατάξεις φορολογίας» της ασφαλιστικής νομοθεσίας, τον «επανασχεδιασμό» των αυτοτελών πόρων για την Τοπική Διοίκηση, την «καλύτερη στόχευση των κοινωνικών δαπανών» (δηλαδή κοινωνικά - προνοιακά επιδόματα), την ενίσχυση της κινητικότητας του ανθρώπινου δυναμικού του κράτους.
«Ενθάρρυνση επενδύσεων»: Μεταξύ 2007 και 2014, η συνολική επενδυτική δαπάνη ως ποσοστό του ΑΕΠ μειώθηκε στο μισό. Η ανάκαμψή τους στηρίζεται στην «εμπέδωση περιβάλλοντος οικονομικής και πολιτικής σταθερότητας που ενδυναμώνει το κλίμα εμπιστοσύνης των επιχειρηματιών και ενθαρρύνει την ανάληψη επενδυτικών σχεδίων». Κεντρικός άξονας είναι «η ταχεία μεταστροφή του εγχώριου παραγωγικού υποδείγματος από την παραγωγή μη εμπορεύσιμων προς την παραγωγή εμπορεύσιμων αγαθών και υπηρεσιών. Επιπλέον, το ελληνικό κράτος πρέπει «να συντελέσει στην αποκατάσταση της επενδυτικής εμπιστοσύνης με την προστασία των ιδιωτών επενδυτών, εξασφαλίζοντας ένα σταθερό οικονομικό περιβάλλον, φιλικό προς την επιχειρηματικότητα», μέσω ενός «σταθερού και απλού φορολογικού συστήματος».
Ανεργία: Προτάσσονται οι «ενεργητικές πολιτικές απασχόλησης, μέσω προγραμμάτων και δράσεων που χρηματοδοτούνται με πόρους από το ΕΣΠΑ της περιόδου 2014 - 2020», δηλαδή τα προγράμματα «ανακύκλωσης» της επίσημης ανεργίας, μέσω κρατικών επιδοτήσεων στην εργοδοσία, σε συνδυασμό με τα προγράμματα κατάρτισης.
Μεταρρύθμιση στην Παιδεία: Οι άξονες πολιτικής, ανάμεσα σε άλλα, εστιάζουν στην «αξιολόγηση του εκπαιδευτικού συστήματος όλων των βαθμίδων, με σκοπό την ενίσχυση της καινοτομίας και της επιχειρηματικότητας, στον «εξορθολογισμό του περιεχομένου της εκπαίδευσης όλων των βαθμίδων και της λειτουργίας και διοίκησης των ιδρυμάτων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης καθώς και στην «ενίσχυση της αποδοτικότητας και αυτονομίας των δημόσιων εκπαιδευτικών μονάδων».
Eurokinissi |
Η παραπάνω εξέλιξη λαμβάνει χώρα σε μία περίοδο όπου οι συνολικές πωλήσεις του κλάδου παρουσιάζουν πτωτική τάση, με μέσο ετήσιο ρυθμό μείωσης περίπου 4% για την περίοδο 2010-2013, έπειτα από μια συνεχή αύξηση που υπήρχε κατά την προηγούμενη δεκαετία τουλάχιστον. Το σύνολο του τζίρου των σούπερ μάρκετ υπολογίζεται για το 2015 περίπου στα 7,5 δισ. ευρώ, ποσό που δεν αναμένεται να παρουσιάσει, με τα σημερινά δεδομένα τουλάχιστον, αξιοσημείωτες μεταβολές κατά την ερχόμενη διετία.
Πιο συγκεκριμένα, συνολικά ο κλάδος φαίνεται να παρουσίασε συρρίκνωση της τάξης του 3% περίπου το 2015, μείωση αναμένεται και το 2016, αλλά σε αρκετά μικρότερο βαθμό σε σχέση με το 2015, ενώ για τα έτη 2017 και 2018 αναμένονται οριακές μεταβολές της τάξης του +/-1% ετησίως.
Οι κινήσεις συγχωνεύσεων και εξαγορών, η τάση συγκεντροποίησης κεφαλαίου στο συγκεκριμένο χώρο, αντικειμενική τάση γενικά σε περιόδους καπιταλιστικής οικονομικής κρίσης, τις οποίες θα δούμε στη συνέχεια, πραγματοποιούνται εν μέσω διαρκούς μείωσης των καταναλωτικών δαπανών των νοικοκυριών, καθώς εκτιμάται ότι η μέση μηνιαία δαπάνη για τα προϊόντα των σούπερ μάρκετ κινούταν κατά μέσο όρο στα 262 ευρώ το 2014. Ηταν μειωμένη, δηλαδή, κατά 9,7% σε σχέση με το 2013 και κατά 21,1% συγκριτικά με το 2012.
Παράλληλα με τη μείωση της καταναλωτικής δαπάνης και τη μείωση της αξίας του μέσου «καλαθιού» αγορών (όπως προκύπτει από σειρά στοιχείων και μελετών που έχουν δημοσιευτεί το τελευταίο διάστημα, η μέση ελληνική οικογένεια προμηθεύεται λιγότερα αλλά και φτηνότερα προϊόντα), παρατηρείται διαρκώς αυξανόμενη τάση στις πωλήσεις των λεγόμενων προϊόντων «ιδιωτικής ετικέτας». Γενικότερα, η λαϊκή οικογένεια αγοράζει ολοένα και περισσότερα τα «απαραίτητα» αγαθά με τα τρόφιμα, το εμφιαλωμένο νερό, το γάλα, κάποια ποτά να καταλαμβάνουν το 78,0% των συνολικών πωλήσεων το 2014, ενώ δεν αναμένονται σοβαρές μεταβολές στο παραπάνω ποσοστό για το 2015.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της ICAP, τη διετία 2013-2014 από την επεξεργασία 42 επιχειρήσεων του κλάδου παρατηρείται αύξηση του συνολικού ενεργητικού κατά 4,2%, όπως επίσης και αύξηση κατά 3,3% των ιδίων κεφαλαίων. Οι συνολικές τους πωλήσεις αυξήθηκαν κατά 1,0% και τα μικτά κέρδη κατά 3,7% την ίδια περίοδο, ενώ μεγάλη βελτίωση παρατηρείται και στο τελικό καθαρό αποτέλεσμα, το οποίο παρουσιάζει αύξηση κατά 12%. Επίσης, τα κέρδη EBITDA (κέρδη μίας επιχείρησης πριν αφαιρεθούν τόκοι, φόροι και απόσβεση) κατέγραψαν αύξηση 9,4% την ίδια περίοδο, ενώ από τις 42 εταιρείες του δείγματος, οι 35 εμφάνισαν κερδοφορία το 2014 έναντι 33 την προηγούμενη χρονιά.
Σε αυτό το πλαίσιο, οι μεγαλύτεροι όμιλοι του κλάδου έχουν επιδοθεί σε συνεχείς κινήσεις, για να αποσπάσουν όσο το δυνατόν μεγαλύτερο κομμάτι από μία μειούμενη χρόνο με το χρόνο «πίτα». Προς τα τέλη της προηγούμενης χρονιάς και στις αρχές του 2016, έγιναν γνωστές δύο σημαντικές κινήσεις στον κλάδο.
Πιο συγκεκριμένα, οι «Σκλαβενίτης» και «Μαρινόπουλος» ανακοίνωσαν τη σύσταση νέας εταιρείας, η οποία θα διαχειρίζεται κατ' αρχήν τη λειτουργία των 33 υπεραγορών, συνολικής έκτασης 160.000 τ.μ., που διαθέτει σήμερα η «Μαρινόπουλος», σε μεγάλα αστικά κέντρα και θα προχωρήσει μελλοντικά σε περαιτέρω ανάπτυξη του εν λόγω δικτύου. Στα καταστήματα αυτά απασχολούνται σήμερα περισσότεροι από 3.000 εργαζόμενοι και ο κύκλος εργασιών τους έφτασε το 2015 στα 325 εκατ. ευρώ περίπου.
Η συμφωνία τελεί υπό την έγκριση της Επιτροπής Ανταγωνισμού και αναμένεται να ολοκληρωθεί εντός διμήνου από την επίσημη ανακοίνωσή της, ενώ πληροφορίες που κυκλοφορούν σημειώνουν ότι πρόκειται για το πρώτο βήμα στην κατεύθυνση «ενίσχυσης της συνεργασίας» των δύο ομίλων το επόμενο διάστημα.
Στο μεταξύ, ολοκληρώθηκε και η εξαγορά της «Βερόπουλος» από τη «Metro» με τη δημιουργία ενός δικτύου 280 καταστημάτων, ετήσιο τζίρο άνω του ενός δισ. ευρώ και 9.000 εργαζόμενους, που σύμφωνα με τις επίσημες ανακοινώσεις αναμένεται να ανέλθουν σε 10.000. Ωστόσο, σε πρώτη φάση η εξαγορά αυτή θα επιφέρει το κλείσιμο 19 μικρών καταστημάτων της «Βερόπουλος», με τους εργαζόμενους σε αυτά να μεταφέρονται σε άλλα καταστήματα της νέας εταιρείας.
Ακρως ενδεικτική για τον οξύτατο ανταγωνισμό που αναπτύσσεται μεταξύ των ισχυρότερων ομίλων του κλάδου είναι η πρόσφατη δήλωση υψηλόβαθμου στελέχους της «Metro», με αφορμή την ολοκλήρωση της συμφωνίας εξαγοράς της «Βερόπουλος», σύμφωνα με την οποία «δεν υπάρχει άλλος χώρος στην αγορά για την είσοδο νέων ''παικτών''», ενώ προέβλεψε ότι θα υπάρξει κλείσιμο καταστημάτων πανελλαδικά.
Οι κινήσεις, όπως όλα δείχνουν, δεν έχουν ακόμη ολοκληρωθεί, αφού σίγουρα οι μεγάλοι ανταγωνιστές των παραπάνω ετοιμάζουν τις κινήσεις τους για την ισχυροποίησή τους, σε μια αγορά που παρά την πτώση που καταγράφει στα συνολικά της μεγέθη, αποφέρει τεράστια κέρδη και μάλιστα ενισχυμένη σε σχέση με παλιότερα χρόνια στους ισχυρότερους ομίλους.
Το μόνο βέβαιο είναι ότι η παραπάνω διαδικασία δεν πρόκειται να επιφέρει μείωση των τιμών για το «καλάθι της νοικοκυράς», όπως υποστηρίζουν οι ιδεολογικοί απολογητές του συστήματος, κατά το γνωστό «αφήγημα» περί ανταγωνισμού που στο τέλος ωφελεί τον καταναλωτή. Κατά τις προηγούμενες δεκαετίες που δημιουργήθηκαν οι μεγάλες αλυσίδες σούπερ μάρκετ, κάθε άλλο παρά μειώθηκε το κόστος των τροφίμων και των άλλων ειδών πρώτης ανάγκης. Αντίθετα, χρόνο με το χρόνο αυτά απορροφούν ολοένα και μεγαλύτερο τμήμα του λαϊκού εισοδήματος, την ίδια στιγμή που τα κέρδη των μονοπωλιακών ομίλων του χώρου ενισχύονται σταθερά. Αλλωστε και εν μέσω κρίσης, οι τιμές σε πολλά προϊόντα διατροφής και άλλα είδη πλατιάς κατανάλωσης που πωλούν τα σούπερ μάρκετ έχουν αυξηθεί. Δεν είναι τυχαίο ότι κατά διαστήματα, για να διατηρήσουν ή και να αυξήσουν πελατεία, τζίρους, άρα και κέρδη, καταφεύγουν στις προσφορές.
Επίσης, οι εργαζόμενοι στα σούπερ μάρκετ καθόλου δεν θα πρέπει να καθησυχάζονται από τις επίσημες ανακοινώσεις ότι δεν θα μειωθούν οι θέσεις εργασίας και δεν θα θιγούν τα εργασιακά τους δικαιώματα. Η ένταση του ανταγωνισμού στον κλάδο θα έχει επίπτωση και στα ωράρια εργασίας τους (τα οποία ήδη είναι εξαντλητικά) και στους μισθούς τους, στις ευέλικτες εργασιακές σχέσεις, ακόμη και σε μειώσεις προσωπικού, δηλαδή απολύσεις, συνολικά στα εργασιακά τους δικαιώματα. Είναι όλοι αυτοί οι παράγοντες οι σχετικοί με την αφαίρεση δικαιωμάτων, που συμβάλλουν στην αύξηση κερδών. Οπως βεβαίως και η μείωση της τιμής αγοράς των εμπορευμάτων που πωλούν τα σούπερ μάρκετ, αντικειμενική τάση σε συνθήκες κρίσης. Τέτοιες γενικά συμφωνίες συνάπτουν, που τους μεγαλώνουν τα περιθώρια κέρδους. Γι' αυτό και ενώ έχουν μικρότερο τζίρο, έχουν αύξηση κερδών. Μέσα στα χρόνια της κρίσης, και στα σούπερ μάρκετ είχαμε και απολύσεις και μειώσεις μισθών και ευελιξία και εντατικοποίηση δουλειάς. Επομένως, σε αυτό το πλαίσιο που διαμορφώνεται στον κλάδο τους, θα πρέπει και οι ίδιοι να αρχίσουν να λαμβάνουν τα μέτρα τους, να βρίσκονται δηλαδή σε αγωνιστική ετοιμότητα για να αντιμετωπίσουν την όποια επίθεση των εργοδοτών τους, να πυκνώνουν τις γραμμές των ταξικών συνδικάτων του κλάδου, που ανήκουν στη δύναμη του ΠΑΜΕ, να συσπειρωθούν στην αντικαπιταλιστική γραμμή πάλης. Και ταυτόχρονα να συνειδητοποιήσουν την αναγκαιότητα συμπόρευσης με το ΚΚΕ, ενίσχυσής του στον αγώνα για αλλαγή τάξης στην εξουσία και όχι κόμματος ή κομμάτων στην κυβέρνηση, για να ανοίξει οριστικά ο δρόμος και της δικής τους ευημερίας.
Μεγαλώνει η ανησυχία για την πτώση των ρυθμών ανάπτυξης και τις συνέπειες από την επιδείνωση των ρωσο-τουρκικών σχέσεων
Ειδικά για την Τουρκία, η TUSIAD εφιστούσε την προσοχή, επειδή από το 2011 υπάρχει τάση συρρίκνωσης των ρυθμών ανάπτυξης, η οποία βασίζεται όλο και λιγότερο στις εξαγωγές, κάτι που προβληματίζει το κεφάλαιο και υποστηρίζει ότι μια τέτοια ανάπτυξη «δεν μπορεί να συνεχίσει να είναι βιώσιμη». Ειδική ανησυχία προκαλεί η ραγδαία επιδείνωση των ρωσο-τουρκικών σχέσεων, μετά την κατάρριψη του ρωσικού «Su-24» τον περασμένο Νοέμβρη και μια σειρά κυρώσεων που «τίναξαν στον αέρα» την οικονομική συνεργασία με έναν από τους (μέχρι πρόσφατα) στενότερους εμπορικούς εταίρους της Τουρκίας. Για να αντιληφθεί κανείς αλλαγές που συντελούνται στο «χάρτη» των τουρκικών εξαγωγών, μπορεί να συγκρατήσει ότι μόλις τον περασμένο Γενάρη, ο όγκος των τουρκικών εξαγωγών προς τη Ρωσία μειώθηκε κατά 2/3, όπως τουλάχιστον εξηγούσε στις 9 Φλεβάρη ο Ρώσος πρέσβης στην Αγκυρα Αντρέι Κάρλοφ. Ενώ σε αυτήν τη μείωση δε συγκαταλέγονταν οι επιδράσεις στη μεγάλη δραστηριότητα, που οι Τούρκοι κατασκευαστές έχουν (και) στη Ρωσία, όπως και στη σημαντική ροή τουριστών από τη Ρωσία προς την Τουρκία.
Επιπλέον, μεγάλη σημασία έχουν και οι προεκτάσεις της ενεργειακής εξάρτησης της Τουρκίας από τη Ρωσία, καθώς η πρώτη εισήγαγε το συντριπτικό ποσοστό των αναγκών της σε φυσικό αέριο από τη δεύτερη. Πλέον, το τουρκικό κεφάλαιο μετρά σοβαρές επιπτώσεις και επειδή δεν προχώρησαν συμφωνίες για εκπτώσεις στην τιμή πώλησης, που είχαν σχεδόν «κλείσει» μεταξύ της «Γκάζπρομ» και Τούρκων «ιδιωτών». Ηδη προχτές, τουρκικά ΜΜΕ μετέδωσαν ότι το ρωσικό μονοπώλιο μείωσε τη ροή του αερίου, μετά από την άρνηση Τούρκων επιχειρηματιών να πληρώσουν το λογαριασμό, ως έκφραση δυσαρέσκειας για το «πάγωμα» των εκπτώσεων στις τιμές.
Στο μεταξύ, η κυβέρνηση Νταβούτογλου - Ερντογάν ήδη δέχεται στο εσωτερικό σφοδρή κριτική για την εξωτερική πολιτική που έχει «απομονώσει τη χώρα», όπως επιχειρηματολογούν τόσο τα κόμματα της αντιπολίτευσης, όσο και πρώην στελέχη του κυβερνώντος AKP. Ολοι τους, βέβαια, εκφράζουν την «αγωνία» του τουρκικού κεφαλαίου να προλάβει ανακατατάξεις, που επιταχύνονται στην περιοχή και πιθανώς να μεγαλώσουν τις απειλές σε βάρος του, όχι μόνο με πιθανή απόσχιση τμήματος των νοτιοανατολικών επαρχιών όπου στους Κούρδους δυναμώνει το αίτημα για «αυτοδιοίκηση», αλλά και για αφαίρεση ζωτικών τμημάτων των αγορών στα οποία διατηρούσε μια σημαντική θέση. Εκφράζουν επιπλέον, και την αγωνία του τουρκικού κεφαλαίου να πετύχει το στόχο να συμπεριληφθεί ως το 2020 στις 10 ισχυρότερες οικονομίες του κόσμου, που φυσικά υπό τις παρούσες οικονομικές συνθήκες γίνεται όλο και δυσκολότερος.
Μέσα σε αυτές τις συνθήκες, ίσως δεν είναι τυχαίο ότι, το τελευταίο τρίμηνο, πολλές από τις διπλωματικές επαφές της τουρκικής ηγεσίας στο εξωτερικό αφορούσαν χώρες της Κεντρικής Ασίας. Μιας περιοχής δηλαδή πολύ κοντά στην «αυλή» της Τουρκίας, στις οποίες, εκτός από το έντονο μουσουλμανικό στοιχείο, η Αγκυρα μπορεί να χρησιμοποιήσει ως «σημείο επαφής» και τις πολλές τουρκικές διαλέκτους που χρησιμοποιούνται ευρέως στην περιοχή.
Στις αρχές του Φλεβάρη, ο πρωθυπουργός, Αχμέντ Νταβούτογλου, έκανε επίσημη επίσκεψη στο Καζακστάν. Εκεί τέθηκε ως στόχος ο πενταπλασιασμός των Αμεσων Ξένων Επενδύσεων (που σήμερα είναι μόλις 2 δισ. δολάρια) το επόμενο διάστημα και η αύξηση των επενδύσεων Τούρκων κατασκευαστών στη χώρα κατά 50%. Ενδεικτικό είναι όμως και ότι οι υπουργοί Οικονομίας των δύο πλευρών θα συναντιούνται πλέον ...κάθε μήνα, για να ανταλλάσσουν ιδέες σχετικά με την περαιτέρω ανάπτυξη της διμερούς οικονομικής συνεργασίας.
«Με άλλα λόγια, η Τουρκία θα είναι πιο ενεργή στην περιοχή της Ευρασίας. Θα κεφαλαιοποιήσει την ήδη υπάρχουσα οικονομική της δύναμη στην περιοχή», σχολίαζε ο καζάκικος Τύπος, επισημαίνοντας ότι, ήδη, σήμερα η Τουρκία είναι ένας από τους μεγαλύτερους ξένους επενδυτές στους τομείς της καζάκικης οικονομίας που δεν αφορούν υδρογονάνθρακες, αλλά και βασικός «παίκτης» για την ανάπτυξη πολλών υποδομών στη χώρα (άλλωστε, οι Τούρκοι κατασκευαστές έχουν από την πιο δυναμική παρουσία του τουρκικού κεφαλαίου σε πάρα πολλές περιοχές του πλανήτη).
Σημειώνουμε ότι το Καζακστάν είναι σήμερα μέλος της Ευρασιατικής Οικονομικής Ενωσης (μιας διακρατικής καπιταλιστικής ένωσης όπου πρωτοστατεί η Ρωσία), ενώ αποτελεί έναν από τους πρώτους παραγωγούς - παγκοσμίως - ουρανίου, αλλά και χρωμίου, χαλκού, άνθρακα.
Στο μεταξύ, περίπου τις ίδιες μέρες που ο Νταβούτογλου είχε επαφές στο Καζακστάν, ο υπουργός Οικονομικών Σχέσεων, Μουσταφά Ελιτάς, βρισκόταν στο Ασγκαμπάτ του Τουρκμενιστάν, επικεφαλής μεγάλης επιχειρηματικής αντιπροσωπείας που θα έπαιρνε μέρος σε μεγάλη επενδυτική έκθεση. Σε αυτήν πήραν μέρος εκπρόσωποι πάνω από 100 εταιρειών από τους κλάδους της μηχανικής, της χημικής βιομηχανίας, του εξοπλισμού που αφορά τη διαχείριση υδάτων, των κατασκευών κ.τ.λ.
Η ανάπτυξη των Κατασκευών και στο Τουρκμενιστάν είναι επίσης ο κλάδος, στον οποίο «διακρίνονται» εδώ και χρόνια οι τουρκικές εταιρείες. Πλέον, όμως, οι δυο πλευρές φαίνεται να ιεραρχούν τη σύσφιξη και της ενεργειακής τους συνεργασίας, από την πλευρά της «απεξάρτησης» από τη Ρωσία, την οποία επιδιώκει όχι απλά η Τουρκία αλλά και η ΕΕ, επιδιώκοντας τη «διαφοροποίηση» των ενεργειακών διαδρομών που χρησιμοποιεί. Με δεδομένο ότι τα κοιτάσματα αερίου του Τουρκμενιστάν θεωρούνται από τα μεγαλύτερα στον κόσμο, ο ανταγωνισμός για το ποιος θα πρωτογίνει «φίλος» του θα μεγαλώσει.
Αξία έχει και η τριμερής συνάντηση υπουργών Εξωτερικών στην οποία συμμετείχε ο Τούρκος ΥΠΕΞ, Μεβλούτ Τσαβούσογλου, μαζί με τους ομολόγους του από Γεωργία και Αζερμπαϊτζάν, μόλις στις 19 Φλεβάρη. Ηταν η 5η κατά σειρά τέτοια συνάντηση και μεταξύ άλλων καλωσόρισε τις συναντήσεις που έχουν γίνει για το Νότιο Διάδρομο Αερίου και ειδικά τα εγκαίνια των έργων του ΤΑΝΑΡ (που θα μεταφέρει αζέρικο αέριο μέσω Γεωργίας και Τουρκίας προς την Ευρώπη). Επίσης «υπογράμμισαν τον ειδικό ρόλο των τριών χωρών για την αναβίωση του ιστορικού Δρόμου του Μεταξιού (βλ. κινεζικά σχέδια για ενεργειακούς και εμπορικούς διαδρόμους μεταξύ Δύσης - Ανατολής)» και σε αυτό το πλαίσιο χαιρέτισαν και έργα όπως τη σιδηροδρομική σύνδεση των τριών χωρών που θα εκτείνεται ενώνοντας Μπακού - Τιφλίδα - Καρς και εκτιμάται ότι θα δώσει μεγάλη ώθηση στη διοχέτευση των ευρωπαϊκών αγορών.
Τέλος: Πριν σημειωθεί η νέα βομβιστική επίθεση στην Αγκυρα, στις 17 Φλεβάρη, ο Τούρκος Πρόεδρος Ρ. Τ. Ερντογάν είχε προγραμματίσει να κάνει επίσημη επίσκεψη στο Αζερμπαϊτζάν, που τελικά αναβλήθηκε. Τα ρεπορτάζ που ανακοίνωναν την προσωρινή ματαίωση του ταξιδιού σχολίαζαν ότι το Αζερμπαϊτζάν ήταν η πρώτη χώρα που επισκέφτηκε ο Νταβούτογλου μετά την κατάρριψη του ρωσικού «Su-24», τον περασμένο Νοέμβρη. Ορισμένα ασιατικά ΜΜΕ υποστήριζαν μάλιστα ότι, πέρυσι, η Τουρκία καταγράφτηκε ως ο 4ος μεγαλύτερος εμπορικός εταίρος του Αζερμπαϊτζάν, με μια διαφορά όλο και μικρότερη (λιγότερα από 400 εκατομμύρια δολάρια) από τη Ρωσία που είναι στην 3η θέση. Ορισμένοι αναλυτές θεωρούν ότι η προσέγγιση Τουρκίας - Αζερμπαϊτζάν είναι τέτοια που ίσως θα μπορούσε να αναλάβει ένα ρόλο «διαμεσολαβητή», για μια ενδεχόμενη αναθέρμανση των πληγμένων σχέσεων Αγκυρας - Μόσχας.
Πάντως, αυτό που χρειάζεται να επισημανθεί είναι ότι αν τα σχέδια της Τουρκίας, να ενισχύσει την παρέμβασή της στην Κεντρική Ασία, περιπλέκονται και με την ενεργειακή προμήθεια της Ευρώπης (όπως δείχνουν π.χ. οι επαφές με Τουρκία - Αζερμπαϊτζάν - Γεωργία, ενώ το Μάη του 2015, στο Ασγκαμπάτ, αξιωματούχοι από Τουρκία - Τουρκμενιστάν αλλά και Αζερμπαϊτζάν, υπέγραψαν δήλωση για την ανάπτυξη της ενεργειακής συνεργασίας, αναγνωρίζοντας ότι αυτή μπορεί να είναι αμοιβαία επωφελής για τη διασφάλιση της προμήθειας της Ευρώπης σε αέριο), τότε οι ενδοϊμπεριαλιστικοί ανταγωνισμοί θα περιπλακούν ακόμα περισσότερο.
Οπως, επίσης, νέα δεδομένα θα προστεθούν και σε άλλα κεφάλαια, όπως είναι τα σχέδια της Κίνας να διασφαλίσει φτηνή Ενέργεια, επεκτείνοντας ευεργετικές σχέσεις που έχει ήδη (σήμερα, οι περισσότερες εξαγωγές τουρκμένικου αερίου κατευθύνονται στην Κίνα).
Νέες ασφυκτικές πιέσεις στη ζωή των λαϊκών νοικοκυριών προκαλούν οι περικοπές και τα αντιλαϊκά μέτρα που προωθούνται
Οπως μεταδίδουν το τελευταίο δεκαήμερο διεθνή ειδησεογραφικά πρακτορεία (ΑΡ, Ρόιτερς), τις τελευταίες βδομάδες έχουν πλέον γίνει άφαντα από τα ράφια πολλών καταστημάτων στην Αίγυπτο ακόμη και βασικά είδη τροφίμων όπως το ρύζι, το αλεύρι και το μαγειρικό λάδι, λόγω της έλλειψης ξένου συναλλάγματος, κυρίως σε δολάρια.
Σύμφωνα με τον αντιπρόεδρο του Επιμελητηρίου των Φαρμακοβιομηχάνων στην Αίγυπτο, Οσάμα Ρόστομ, ελλείψεις παρουσιάζονται εδώ και βδομάδες σε πάνω από 1.000 φάρμακα, εκ των οποίων 200 δεν βγαίνουν ούτε καν ως γενόσημα (λόγω πατέντας) από αιγυπτιακές φαρμακοβιομηχανίες.
Επιπροσθέτως, έχει σταματήσει η παραγωγή για βδομάδες σε δεκάδες αιγυπτιακά εργοστάσια, όπως αυτά της συναρμολόγησης μηχανών και αυτοκινήτων του ομίλου GB Auto SAE, όχι μόνο λόγω μείωσης των πωλήσεων κατά 20% μέσα στο τελευταίο τρίμηνο, αλλά και λόγω της αδυναμίας του ομίλου να αγοράσει εισαγόμενα μηχανήματα και ανταλλακτικά και να πληρώσει σε δολάρια.
Ο τζίρος από την τουριστική «βιομηχανία», που είναι από τις βασικές πηγές εισροής ξένου συναλλάγματος στην Αίγυπτο, πέφτει συνεχώς για πέμπτη χρονιά και κυρίως έπειτα από την πολύνεκρη συντριβή ρωσικού αεροσκάφους πάνω από τη βόρεια Χερσόνησο του Σινά τον περασμένο χειμώνα...
Από την άλλη, η διεύρυνση του καναλιού του Σουέζ, που έγινε πέρσι με κόστος 6,5 δισ. δολάρια, συνοδεύτηκε από πτώση εσόδων κατά τουλάχιστον 5% (ήτοι 5,17 δισεκατομμύρια) το 2015, εξαιτίας της επιβράδυνσης της διεθνούς οικονομίας και του εμπορίου.
Οι ελλείψεις σε δολάρια, λοιπόν, εμποδίζουν τις εισαγωγές πολλών εμπορευμάτων, τα οποία μένουν στα τελωνεία μέχρι να πληρωθούν οι λογαριασμοί. Είναι χαρακτηριστικό ότι έως το τέλος Γενάρη, τα συναλλαγματικά αποθέματα της Αιγύπτου διαμορφώθηκαν στα 15,477 δισ. δολάρια (μειωμένα κατά τουλάχιστον 36 δισεκατομμύρια δολάρια το 2010)...
Η έλλειψη συναλλάγματος δημιουργεί φαινόμενα «καραμπόλα» στις μισθοδοσίες εργαζομένων στον ιδιωτικό τομέα, που βλέπουν ακόμη και αυτούς τους πενιχρούς μισθούς που παίρνουν, να καθυστερούν σημαντικά...
Ο νέος πρόεδρος της Κεντρικής Τράπεζας Αιγύπτου, Τάρεκ Αμερ, προσπάθησε να εκτονώσει το πρόβλημα, προχωρώντας στη χαλάρωση των περιορισμών που είχαν αποφασιστεί πέρσι από τις αιγυπτιακές τράπεζες στις καταθέσεις σε συνάλλαγμα, σε μία προφανή προσπάθεια να αυξήσει τα τραπεζικά αποθέματα σε δολάρια, ευρώ και άλλα «σκληρά» ξένα νομίσματα, δίχως για την ώρα να πετυχαίνει σημαντικά αποτελέσματα. Ο λόγος είναι ότι υστερούν σημαντικοί τομείς της οικονομίας, όπως για παράδειγμα η τουριστική «βιομηχανία», που είναι, όπως είδαμε, από τις βασικές πηγές εισροής ξένου συναλλάγματος στην Αίγυπτο.
Ο Αιγύπτιος υπουργός Οικονομικών, Χάνι Κάντρι Ντίμιαν, κατέβασε ήδη τις προσδοκίες της οικονομικής ανάπτυξης για το πρώτο τρίμηνο του 2016 στο 3%, από 5,8% που ήταν μόλις πριν ένα χρόνο, προσθέτοντας ότι η άμεση συνέπεια μίας τέτοιας εξέλιξης θα είναι προφανώς η μεγαλύτερη αύξηση των ελλειμμάτων του προϋπολογισμού στο 11,5% του ΑΕΠ, από το 8,9% που ήταν πέρσι... Αυτό, με τη σειρά του, επισείει μπαράζ αντιλαϊκών μέτρων που παίρνονται προκειμένου να αυξηθεί η κερδοφορία του ντόπιου και ξένου κεφαλαίου...
Τον Ιούλη του 2014, για παράδειγμα, κόπηκαν σημαντικά οι κρατικές επιδοτήσεις σε καύσιμα, αυξάνοντας τις τιμές τους έως 78%. Θεσπίστηκε επιπλέον Φόρος Ακίνητης Περιουσίας για να καλυφθούν τα δημοσιονομικά ελλείμματα.
Πριν λίγες βδομάδες, η πλειοψηφία των βουλευτών ψήφισε στη Βουλή το επίμαχο «νομοσχέδιο για τη μεταρρύθμιση του δημόσιου τομέα», γνωρίζοντας ότι θα επιδεινώσουν με αυτόν τον τρόπο σημαντικά τη ζωή 6.400.000 δημοσίων υπαλλήλων. Ταυτόχρονα, συνεχίζονται εύκολες λύσεις που στην πράξη αποδεικνύονται δίκοπο μαχαίρι, όπως οι επανειλημμένες υποτιμήσεις της αιγυπτιακής λίρας έναντι ξένων νομισμάτων, που κάνουν πιο ελκυστικές τις «επενδυτικές ευκαιρίες» στα μονοπώλια, όμως την ίδια ώρα αυξάνουν τα δυσβάσταχτα βάρη στη μέση λαϊκή οικογένεια. Οι επιπτώσεις τέτοιων αντιλαϊκών πολιτικών είναι τέτοιες που ανάγκασαν ανεξάρτητους βουλευτές να γράψουν επιστολή προς τον πρωθυπουργό, Σερίφ Ισμαήλ, καλώντας τον να μην πάρει και άλλα αντιλαϊκά μέτρα όπως νέα αύξηση φορολογίας, αύξηση κομίστρων στα μέσα μαζικής μεταφοράς, περαιτέρω περικοπές στις κρατικές επιδοτήσεις σε τιμολόγια ύδρευσης και ηλεκτρισμού, προειδοποιώντας ότι θα μπορούσαν να προκαλέσουν θύελλα λαϊκών διαδηλώσεων, απεργιών και άλλων αντιδράσεων...
Εως και ο Ανουαρ αλ Σαντάτ, πρόεδρος του αστικού κόμματος «Μεταρρύθμισης και Ανάπτυξης» (και ανιψιός του πρώην Προέδρου Σαντάτ), παραδέχτηκε ότι «οι φτωχοί πολίτες έχουν υποφέρει πολλά τις τελευταίες βδομάδες εξαιτίας της επαναλαμβανόμενης υποτίμησης της αιγυπτιακής λίρας έναντι του δολαρίου και δεν μπορούν να σηκώσουν πλέον άλλα βάρη σκληρών οικονομικών αποφάσεων».
Ο «ανεξάρτητος», αστός βουλευτής, Αχμέντ Αμπντέλ Ουάχεντ, σημείωσε ότι εάν η κυβέρνηση υποτιμήσει κι άλλο την αιγυπτιακή λίρα ώστε να διαμορφωθεί η ισοτιμία πάνω από τις 8 λίρες ανά δολάριο ή ανακοινώσει και άλλες περικοπές σε κρατικές επιδοτήσεις, «τότε θα γίνει ό,τι έγινε το 1977: θα ξεσπάσουν βίαιες διαδηλώσεις στους δρόμους και ταραχές για τα τρόφιμα στο Κάιρο και άλλες μεγάλες πόλεις».
Μέσα σε όλα αυτά, ο Αιγύπτιος Πρόεδρος, Α. Φ. Σίσι, αναζητεί λύσεις σχεδιάζοντας και ανακοινώνοντας, κάθε τόσο, μεγαλεπήβολα προγράμματα για την κατασκευή νέων, σύγχρονων υποδομών σε Ενέργεια, μεταφορές, υπηρεσίες, προκειμένου να προσελκύσει ξένες επενδύσεις. Επιπλέον, υπογράφει (ενίοτε προνομιακά) δάνεια ύψους άνω των 6 δισεκατομμυρίων δολαρίων με την Αφρικανική Αναπτυξιακή Τράπεζα και την Παγκόσμια Τράπεζα, αλλά και με τις κυβερνήσεις της Κίνας, της Ρωσίας και της Σαουδικής Αραβίας.
Χαρακτηριστική των δυσκολιών και των πιέσεων που ασκούνται στην καπιταλιστική οικονομία της Αιγύπτου ήταν, άλλωστε, η ομιλία που εκφώνησε την περασμένη Τετάρτη ο Πρόεδρος Σίσι στο Κάιρο, με αφορμή τους στρατηγικούς αναπτυξιακούς στόχους της κυβέρνησής του έως το 2030. Σε αυτή την ομιλία, που μεταδόθηκε τηλεοπτικά, ο Πρόεδρος Σίσι δήλωσε «αποφασισμένος» να κάνει «τα πάντα για την πατρίδα» (δηλαδή... για τους αστούς), λέγοντας πως θα πουλούσε και τον εαυτό του ακόμη, εάν μπορούσε, προκειμένου να λύσει το πρόβλημα της χώρας (πράγμα που έδωσε τροφή για σχόλια και ανεκδοτολογικές αναρτήσεις στην ιστοσελίδα πλειστηριασμών Ebay!). Κάλεσε δε τους πολίτες να δωρίσει έκαστος στο κράτος 10 αιγυπτιακές λίρες (περίπου 1,20 δολάρια) στέλνοντας ένα SMS, για να βοηθήσουν στη μείωση του δημόσιου χρέους. Διαβεβαίωσε τέλος ότι είναι αφοσιωμένος στη συνέχιση της ανοικοδόμησης και ανάπτυξης της Αιγύπτου «μέχρι το τέλος της ζωής ή της θητείας του».
Εντούτοις, η δραματική επιδείνωση της ζωής για τα φτωχά λαϊκά νοικοκυριά δεν φεύγει ούτε με τα ευχολόγια ή τα «αναπτυξιακά» σχέδια επί χάρτου του Προέδρου Σίσι, ούτε βεβαίως με νέες θυσίες της εργατικής τάξης ή «δωρεές» στο κράτος μέσω SMS. Ο κλοιός της φτώχειας και της εκμετάλλευσης μπορεί να σπάσει μόνο με την οργανωμένη ταξική απάντηση και πάλη της εργατικής τάξης και των λαϊκών στρωμάτων με στόχο την ανατροπή της εξουσίας του κεφαλαίου, την κατάργηση της εκμετάλλευσης, το πέρασμα της εξουσίας και των «κλειδιών» της οικονομίας και του πλούτου της χώρας στα χέρια του λαού.