Πολλοί επιστήμονες θέτουν τον προβληματισμό για την εξέλιξη και τις επιπτώσεις του «δεύτερου κύματος» της πανδημίας στις συνθήκες του επερχόμενου χειμώνα και σε συνδυασμό με την αναμενόμενη εμφάνιση και διασπορά της εποχικής γρίπης.
Ολα τα παραπάνω δικαιολογημένα προκαλούν ανησυχία στον λαό, εντείνουν το φόβο από τις συνέπειες της νόσου. Μεγαλύτερη όμως ανησυχία πρέπει να δείξει ο λαός απέναντι στην πολιτική και τα μέτρα της κυβέρνησης που τον αφήνουν σε μεγάλο βαθμό εκτεθειμένο απέναντι στην πανδημία.
Παρακολουθώντας τις εξελίξεις της πανδημίας, βλέπει κανείς τα κυβερνητικά στελέχη, στελέχη των άλλων κομμάτων της «αντιπολίτευσης», δημοσιογράφους και αναλυτές, «έντρομους» και «έκπληκτους» να καταγράφουν την καθημερινή επιδείνωση όλων των δεικτών της πανδημίας, τη μεγάλη διασπορά του ιού, τα όρια του δημόσιου συστήματος Υγείας που οσονούπω εξαντλούνται, των κλινών ΜΕΘ που δεν φτάνουν κ.λπ.
Καλή η περιγραφή, όμως αυτή η κατάσταση δεν δημιουργήθηκε από το μηδέν. Είναι πολύ πρόσφατο - αρχές καλοκαιριού - το κάλεσμα που έκανε στους τουρίστες ο ίδιος ο πρωθυπουργός, με φόντο το ηλιοβασίλεμα στη Σαντορίνη, να έρθουν να απολαύσουν τις διακοπές τους σε μια «ασφαλή χώρα». Ουσιαστικά έπαιξε στο χρηματιστήριο των κερδών του τουριστικού κεφαλαίου και των μεταφορικών εταιρειών ό,τι κέρδισε ο λαός με τη στάση του και τη συνέπειά του στην πρώτη φάση της πανδημίας, αφού δεν εφάρμοσε το στοιχειώδες μέτρο του ελέγχου - με τα διαγνωστικά τεστ - όσων εισέρχονται στη χώρα.
Αντίστοιχα είναι και αυτά που συμβαίνουν στα κέντρα κράτησης των μεταναστών, στις άλλες περιοχές της Αθήνας που συνωστίζονται φτωχοί άνθρωποι - μπορεί και 8-10 άτομα σε ένα σπίτι - όπου διαπιστώνονται μαζικά κρούσματα. Στα σχολεία των μικρών αιθουσών με υψηλό αριθμό μαθητών, στα ανεπαρκή σε αριθμό μέσα μαζικής μεταφοράς με τους «παστωμένους» επιβάτες, στους τόπους δουλειάς που υπάρχει άβυσσος ανάμεσα στα ενδεικνυόμενα μέτρα προστασίας και στο τι ακριβώς γίνεται στην πράξη.
Μόλις «τέλειωσε» το πρώτο κύμα της πανδημίας, ενημερωθήκαμε από την κυβέρνηση ότι πήρε μέτρα που «θωράκισαν» το δημόσιο σύστημα Υγείας. Προσλήφθηκε είπαν προσωπικό, ενισχύθηκαν οι ΜΕΘ, αυξήθηκε ο τεχνολογικός εξοπλισμός των νοσοκομείων. Μάλιστα, ήταν τόσο «γαλαντόμα» τα μέτρα ενίσχυσης που δεν χρειάστηκε να αξιοποιηθούν όλα, όπως ανέφερε ο υφυπουργός Υγείας... Ούτε να ακούσουν δηλαδή τις εμπεριστατωμένες και συγκεκριμένες επισημάνσεις των εκπροσώπων των γιατρών των δημόσιων νοσοκομείων για τις τεράστιες ελλείψεις που συνέχισαν να υπάρχουν και οι οποίες χάλαγαν την ωραιοποιημένη εικόνα που φιλοτεχνούσε η κυβέρνηση.
Μάλιστα, όλοι αυτοί που ηγούνται του πολέμου με τον «αόρατο εχθρό» είχαν ως πρότυπο τα πιο προχωρημένα επιχειρηματικά συστήματα Υγείας των άλλων ευρωπαϊκών κρατών, αυτών δηλαδή που οι γιατροί εξαναγκάζονται να αποφασίσουν - λόγω των ελλείψεων - ποιος ασθενής θα διασωληνωθεί για να διεκδικήσει τη ζωή του και ποιος θα καταδικαστεί σε θάνατο, δίνοντάς του δόσεις μορφίνης απλά για να μην υποφέρει...
Τώρα με το πρώτο «αεράκι» του αναμενόμενου «δεύτερου κύματος» της πανδημίας - και παρά την «ενίσχυση» των δημόσιων μονάδων Υγείας - αποδεικνύεται και πάλι ότι ο «βασιλιάς είναι γυμνός». Επαναλαμβάνεται το γνωστό, ότι τα νοσοκομεία είναι στα όριά τους, οι ΜΕΘ δεν φτάνουν κ.λπ. Τα φορτώνουν στο λαό, που ξαφνικά από πειθαρχημένος έγινε απείθαρχος και δεν τηρεί τα μέτρα, στον επιθετικό ιό... Δηλαδή σε οτιδήποτε άλλο εκτός από την κυβερνητική - κρατική ευθύνη για την ανάπτυξη ενός δημόσιου συστήματος Υγείας που να μπορεί να ανταποκρίνεται στις «τρέχουσες» και στις «έκτακτες» ανάγκες του λαού. Να έχει επαρκείς και πάντα διαθέσιμες υποδομές και προσωπικό για να εφαρμόζονται με μαζικό τρόπο όλα τα μέτρα πρόληψης και έγκαιρης παρέμβασης, πράγμα κρίσιμο σε περιπτώσεις λοιμωδών νόσων και επιδημιών.
Στην πραγματικότητα, δεν είναι τα «όρια του δημόσιου συστήματος Υγείας» η αιτία της μεγάλης αδυναμίας να ανταποκριθεί στις ανάγκες όλων των ασθενών και όλων των ασθενειών, αλλά τα όρια που θέτει η πολιτική στήριξης των επιχειρηματικών ομίλων. Πολιτική που περιορίζει όλο και περισσότερο - συγκρίνοντας με τις σημερινές δυνατότητες της επιστήμης, των επιστημόνων και της τεχνολογίας - ό,τι έχει σχέση με τις κοινωνικές - λαϊκές ανάγκες. Διότι η προστασία και η αποκατάσταση της υγείας των εργαζομένων, των λαϊκών στρωμάτων, στο πλαίσιο της ανάπτυξης που έχει ως κριτήριο το κέρδος, αποτελεί «κόστος» που συνεχώς συμπιέζεται, προκειμένου η εργατική δύναμη να είναι πιο φτηνή για το κεφάλαιο και το κράτος του. Γι' αυτό οι παροχές και το σύστημα Υγείας είναι τόσες και σε τέτοια έκταση, που να μην παραβαίνουν αυτόν τον κανόνα της καπιταλιστικής οικονομίας.
Συνεπώς, η πάλη για την άμβλυνση των προβλημάτων - όσο αυτό είναι δυνατό στις σημερινές συνθήκες - θα έχει κάποιο αποτέλεσμα όταν εντάσσεται στο δρόμο αμφισβήτησης και κατάργησης της βασικής αιτίας που γεννάει και αναπαράγει τα λαϊκά προβλήματα.
Γι' αυτό όλες οι αστικές κυβερνήσεις που διαχειρίστηκαν αυτήν την ανάπτυξη «φρόντισαν» όλα τα προηγούμενα χρόνια να καταργήσουν 10.000 κρεβάτια στα δημόσια νοσοκομεία, να κλείσουν νοσοκομεία όπως το «Λοιμωδών», να κλείσουν δημόσιες μονάδες Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας, να περιορίζουν δραστικά τον αριθμό των εργαζόμενων υγειονομικών, να είναι μικρός ο αριθμός και απαρχαιωμένος ο εξοπλισμός τους, να υπάρχουν κλίνες ΜΕΘ μόλις στο 1/3 των αναγκών σύμφωνα με τις ελάχιστες παραδεκτές προδιαγραφές.
Σε αυτήν την ανάπτυξη οφείλεται η ανετοιμότητα του συστήματος Υγείας να ανταποκριθεί τόσο στις τρέχουσες όσο και στις έκτακτες συνθήκες της πανδημίας.
Επαναλαμβάνεται το «φαινόμενο», αντί το σύστημα Υγείας να προσαρμόζεται στις λαϊκές ανάγκες, να συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο. Να στριμώχνονται οι λαϊκές ανάγκες στα όρια του ανεπαρκέστατου και εμπορευματοποιημένου δημόσιου συστήματος Υγείας. Να οδεύουμε ολοταχώς στη μετατροπή του συστήματος Υγείας σε σύστημα «μιας νόσου».
Ηδη αφαιρούνται κλίνες ΜΕΘ από τις άλλες ανάγκες για να νοσηλεύσουν ασθενείς με Covid-19. Αδειάζουν ΜΕΘ με μεταφορά των ασθενών στον ιδιωτικό τομέα, με διπλασιασμό των νοσηλίων, προκειμένου να βρεθούν κλίνες για τις ανάγκες της πανδημίας. Αφαιρούνται απλές κλίνες, τμήματα και κλινικές νοσοκομείων για τη νοσηλεία ασθενών από την πανδημία με μεταφορά και του αντίστοιχου προσωπικού.
Στην ουσία, όλο το προηγούμενο διάστημα δεν προστέθηκε τίποτα σε υποδομές και προσωπικό στα δημόσια νοσοκομεία. Η ενίσχυσή τους για τις ανάγκες της πανδημίας συνοδεύεται με την αποδυνάμωση έως και κατάργηση της εξυπηρέτησης των άλλων αναγκών για την υγεία του λαού, οι οποίες ασφαλώς δεν καταργούνται.
Ενώ οι ανάγκες των ασθενών πολλαπλασιάζονται, η κυβέρνηση δεν επιστρατεύει - χωρίς καμία αποζημίωση - υποδομές (ΜΕΘ - εργαστήρια - κλινικές) του ιδιωτικού επιχειρηματικού τομέα και δεν τις θέτει σε ένα ενιαίο κρατικό σχέδιο.
Αντίθετα, όπως προβλέπει και η ΚΥΑ της περασμένης Πέμπτης, ο ιδιωτικός επιχειρηματικός τομέας αξιοποιεί τα χάλια του δημόσιου τομέα για να αυξάνει την πελατεία και τα κέρδη του.
Με διπλασιασμό της τιμής του νοσηλίου, που θα τσεπώνουν οι επιχειρηματίες της Υγείας για τους ασθενείς που θα τους στέλνουν τα δημόσια νοσοκομεία, με απαλλαγή τους από τις «υποχρεωτικές εκπτώσεις», με δικαίωμα να ανοίγουν επιπλέον κλίνες ΜΕΘ χωρίς έλεγχο των προδιαγραφών.
Μάλιστα, ενώ η κυβέρνηση δίνει στους επιχειρηματίες «γην και ύδωρ», η ΚΥΑ προβλέπει το δικαίωμα των επιχειρηματιών να δέχονται αυτούς τους ασθενείς αν το θέλουν, κρίνοντας βεβαίως όχι με βάση τις ανάγκες, αλλά κατά πόσο τους «συμφέρει»! Ο ιδιωτικός επιχειρηματικός τομέας αποτελεί «ξένο σώμα», ακόμα και στις σημερινές έκτακτες συνθήκες. Αυτό που κάνει καλά είναι να τις αξιοποιεί στο βαθμό που έχει να κερδίσει. Είναι έξω από κάθε σχεδιασμό σε συνθήκες «πολέμου», που όλες οι διαθέσιμες δυνάμεις απαιτείται να αξιοποιούνται με ένα κεντρικό επιτελικό σχέδιο.
Ολα τα κόμματα που «πέρασαν» από την κυβερνητική εξουσία έβαλαν το «χεράκι τους» για τα παραπάνω. Ανεξάρτητα αν την περίοδο που αναλάμβαναν το ρόλο της «αντιπολίτευσης» θυμόντουσαν και πρόβαλλαν ορισμένα προβλήματα.
Π.χ. τώρα ο ΣΥΡΙΖΑ «θυμήθηκε» τις ελλείψεις σε προσωπικό, τα προβλήματα ανάπτυξης και στελέχωσης της δημόσιας ΠΦΥ, τις ελλείψεις σε ΜΕΘ, τις Συμπράξεις του Δημόσιου με τον Ιδιωτικό Τομέα που προωθεί η ΝΔ. Πρωτοστάτησε όμως, μαζί με τη ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ, να εφαρμοστεί το κριτήριο της «πληρότητας» των νοσοκομείων σε ασθενείς, που οδήγησε στο μαζικό κλείσιμο κρεβατιών στα δημόσια νοσοκομεία.
«Παρέλαβε» από τη ΝΔ τις κλειστές και αποψιλωμένες δημόσιες μονάδες ΠΦΥ, που δεν τις άνοιξε ποτέ, ούτε στελέχωσε υποτυπωδώς αυτές που απέμειναν.
Τώρα «γκρινιάζει» για τις κλίνες ΜΕΘ που είναι στα όριά τους, όμως ούτε κουβέντα για τη συμβολή του να «παραδώσει» αυτόν τον ανεπαρκή αριθμό και αυτήν την υποστελέχωση ενός τέτοιου κρίσιμου τομέα.
Κάνει κριτική για την εμπλοκή των ιδιωτών στις δημόσιες μονάδες Υγείας που προωθεί η ΝΔ, όχι από τη σκοπιά της αντίθεσής του στην επιχειρηματική δράση στην Υγεία, αλλά στην αυτοτελή λειτουργία του δημόσιου τομέα με τα κριτήρια της «αγοράς», της εμπορευματοποίησης των εργασιών του.
Η δικαιολογημένη ανησυχία του λαού πρέπει τώρα να μετατραπεί σε κόκκινο συναγερμό πριν να είναι αργά. Με οργάνωση της πάλης που θα διεκδικεί τώρα, άμεσα:
-- Να προσληφθούν μαζικά υγειονομικοί στα δημόσια νοσοκομεία και τα Κέντρα Υγείας.
-- Να ανοίξουν όλες οι μονάδες Υγείας που έκλεισαν τα προηγούμενα χρόνια, να ανοίξουν νέα κρεβάτια στις δημόσιες ΜΕΘ.
-- Να γίνονται μαζικά, επαναλαμβανόμενα και δωρεάν τεστ σύμφωνα με τις επιστημονικές ενδείξεις.
-- Να επιταχτούν εργαστήρια, κρεβάτια απλά και ΜΕΘ του ιδιωτικού επιχειρηματικού τομέα της Υγείας και να ενταχθούν στον κρατικό σχεδιασμό.
-- Τώρα να παρθούν μέτρα με την επίταξη ξενοδοχείων, την αξιοποίηση κατάλληλων υποδομών του κράτους και των δήμων, για την αξιοπρεπή στέγαση, σίτιση και περίθαλψη όλων των μεταναστών χωρίς εξαιρέσεις και των αστέγων, ιδιαίτερα των αστικών κέντρων.
Ο λαός, με την υπεύθυνη στάση του και με τα μέτρα προστασίας που τήρησε, έδωσε χρονικό περιθώριο στην κυβέρνηση να πάρει τα απαιτούμενα μέτρα ενίσχυσης του δημόσιου συστήματος Υγείας. Αντί αυτού, η κυβέρνηση, σε πλήρη συμφωνία με τα άλλα κόμματα της «ανταγωνιστικότητας» και της «επιχειρηματικότητας», έπαιξε στον τζόγο των κερδών των επιχειρηματικών ομίλων ό,τι ο λαός κατέκτησε.
Καμία εμπιστοσύνη σε όλους αυτούς. Εμπιστοσύνη στη δύναμη του λαϊκού κινήματος για τη διεκδίκηση λύσεων, να αντιμετωπιστεί η πανδημία του κορονοϊού, αλλά και η πανδημία της αντιλαϊκής πολιτικής που αφήνει εκτεθειμένο τον λαό, που εμποδίζει να αξιοποιούνται οι τεράστιες δυνατότητες της επιστήμης και της τεχνολογίας για την υγεία και τη ζωή του.
Η μάχη πρέπει να δοθεί τώρα, πιο οργανωμένα, πιο μαζικά, έχοντας την προοπτική του «αύριο». Η δράση μας το προηγούμενο διάστημα είναι βέβαιο ότι επέδρασε θετικά σε ένα ευρύτερο τμήμα των εργαζομένων, των επιστημόνων. Οι θέσεις του Κόμματος, η συνέπεια στην τήρηση των μέτρων προστασίας και η δράση είναι βέβαιο ότι μπορούν να τροφοδοτήσουν θετικό προβληματισμό, να πολλαπλασιαστεί η συμπόρευση με το ΚΚΕ.
Να κερδηθούν λαϊκές δυνάμεις, υγειονομικοί, επιστήμονες, ιδιαίτερα από τη νέα γενιά, με τον μόνο ρεαλιστικό δρόμο υπέρ του λαού. Με την προοπτική μιας άλλης οργάνωσης της κοινωνίας και της οικονομίας, που η ανάπτυξή της θα καθορίζεται με αποκλειστικό γνώμονα τις σύγχρονες λαϊκές ανάγκες και στην Υγεία. Που θα μπορεί σχεδιασμένα να εκπαιδεύει, να κατανέμει το επιστημονικό και άλλο προσωπικό, να εξασφαλίζει σε μεγάλο βαθμό επάρκεια σε τεχνολογικά μέσα, υγειονομικό υλικό και φάρμακα με το λαϊκό σύστημα Παιδείας, έρευνας και βιομηχανικής παραγωγής. Με ένα σύστημα που η εργατική τάξη με τους συμμάχους της θα διευθύνουν και θα ελέγχουν την ανάπτυξη έχοντας στην κοινωνική τους ιδιοκτησία τα κλειδιά της οικονομίας και τον πλούτο που παράγουν.
Εικόνες από εκατοντάδες πανό κρεμασμένα σε σχολεία, με συνθήματα όπως «Και κάτω από τη μάσκα έχουμε φωνή - Υγεία και Παιδεία για κάθε μαθητή», «Η μάσκα δεν είναι η μόνη προστασία - Δώστε λεφτά για την Παιδεία» και άλλα, η εικόνα χιλιάδων μαθητών που οργανωμένα, με αίσθημα ευθύνης και τηρώντας τα μέτρα προστασίας, κινητοποιούνται σε δεκάδες πόλεις της Ελλάδας, είναι από τα πιο ελπιδοφόρα και αισιόδοξα μηνύματα των ημερών. Είναι φως που δείχνει το δρόμο στο σκοτάδι που προσπαθεί η κυβέρνηση, συνολικά το σύστημα της εκμετάλλευσης, να επιβάλει στη νεολαία, στο λαό.
Και ενοχλεί. Ενοχλεί πολύ την κυβέρνηση, τα επιτελεία της, συνολικά τα αστικά κόμματα, το γεγονός ότι η συστηματική καλλιέργεια της άποψης «είναι πολύ δύσκολα τα πράγματα, ας κάνω υπομονή» δεν «τσουλάει» με τον τρόπο που θα ήθελαν. Γιατί αυτό που τελικά βγάζει τους μαθητές στο δρόμο είναι μια συσσωρευμένη οργή για την κατάσταση, για την έλλειψη προστασίας της υγείας τους, για το γεγονός ότι η κυβέρνηση τους θεωρεί κόστος. Γιατί δυσκολεύονται να πειστούν πως κλείστηκαν σπίτι για μήνες για τον περιορισμό της εξάπλωσης της πανδημίας, οι γονείς τους έχουν χάσει τη δουλειά τους και έχει μειωθεί ο μισθός τους, και τα σχολεία τους τελικά είναι απροετοίμαστα τόσους μήνες μετά. Γιατί δεν καταλαβαίνουν, όπως λένε, πώς γίνεται η κυβέρνηση να τους δίνει μια μάσκα - αλεξίπτωτο αλλά να τους αφήνει σε 25άρια και 30άρια τμήματα, και και την ίδια στιγμή να τους κατηγορεί για έλλειψη ατομικής υπευθυνότητας. Φυσικά δεν πετάμε στα σύννεφα, δίπλα στην αγανάκτηση που υπάρχει στους μαθητές ακούς συχνά και τα ερωτήματα «Ναι, αλλά θα τα καταφέρουμε;», «Ναι, αλλά γίνονται όσα ζητάμε;».
Η επίθεση, η συκοφάντηση, η καταστολή που δέχεται ο αγώνας των μαθητών είναι η τρανή απόδειξη της αδυναμίας της κυβέρνησης να πείσει ότι «όλα βαίνουν καλώς». Αν παρακολουθήσει κανείς το πώς έχει εξελιχθεί η αντιμετώπιση των μαθητικών αγώνων, εύκολα βγάζει αυτό το συμπέρασμα.
Στην αρχή, η συκοφάντηση... Μαθητές φορώντας μάσκα ανέλυαν τους λόγους κινητοποίησης: «Είμαστε πολλοί μαθητές σε μικρές αίθουσες, κάνουμε συνεχόμενα δίωρα χωρίς διάλειμμα, δεν έχουμε καθηγητές, καθαριότητα...» και σε όλα τα σάιτ, στις εκπομπές, στα ΜΜΕ οι μαθητές παρουσιάζονταν ως «αρνητές της μάσκας»... Σε διπλανούς τίτλους ειδήσεων και σε αρθρογραφία διάβαζε κανείς «Το κίνημα του τίποτα», «Πάντα τα παιδιά βρίσκουν ένα λόγο για να μην κάνουν μάθημα»...
Στη συνέχεια, όταν είδαν πως αυτό δεν τους βγήκε, ξεκίνησε η καταστολή... Εισαγγελικές παρεμβάσεις, αστυνομία, στελέχη της Εκπαίδευσης, τοπικοί παράγοντες έξω από τα σχολεία, ακόμα και συλλήψεις μαθητών Γυμνασίου! Και οι μαθητές να απαντούν: «Αν υπήρχε μία περίπτωση να σταματούσαμε, τώρα με αυτά που κάνετε μας πεισμώνετε περισσότερο!».
Μετά ξεκίνησαν κάποια πιο επεξεργασμένα επιχειρήματα, που τη γραμμή τους την έδωσε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Στ. Πέτσας: «Μην κλείνετε τα σχολεία σε τόσο δύσκολη εποχή, η κυβέρνηση θα σας ακούσει περισσότερο αν σταματήσετε να είστε στα κάγκελα και στους δρόμους». Κάνοντας γαργάρα βέβαια ότι τα σχολεία που κλείνουν από κρούσμα Covid σε λίγο θα είναι περισσότερα από τα σχολεία υπό κατάληψη με αίτημα μέτρα προστασίας για τον Covid.
Τώρα αυτά τα επιχειρήματα έδωσαν τη σκυτάλη τους στην άποψη πως «οι καταλήψεις και οι πορείες είναι υγειονομικές βόμβες», προσπαθώντας να μας κάνουν να ξεχάσουμε και ό,τι ξέρουμε... Οι μαθητές που στοιβάζονται σε αίθουσες - κλουβιά, χρησιμοποιούν τα ΜΜΜ, δεν απολυμαίνονται τα σχολεία τους και πάει λέγοντας, άραγε δεν κινδυνεύουν από τον ιό; Μα ο αγώνας - αυτός, ναι, που συκοφαντείται τόσο πολύ - γίνεται ακριβώς για να ληφθούν μέτρα προστασίας των μαθητών! Και ναι, είναι αλήθεια το σύνθημα που φώναξαν οι μαθητές στις πορείες τους: «Πάρτε καμιά πρόληψη, να είμαστε ασφαλείς. Θα μας αρρωστήσουνε αν δεν ξεσηκωθείς!».
Το αποκορύφωμα ήρθε με ένα φαινομενικά ανεξήγητο επιχείρημα. Τα βάλανε με τους μαθητές γιατί σε ανακοινώσεις τους έκαναν αναφορά στο εξής ζήτημα: «Η κυβέρνηση δίνει αυτή τη στιγμή 4 δισ. για να αγοράσει πολεμικά μαχητικά "Rafale" από τη Γαλλία, αλλά μας λέει ότι δεν μπορεί να προσλάβει ούτε μία καθαρίστρια επιπλέον ανά σχολείο». Αναρωτήθηκαν οι δημοσιογράφοι «πού τα ξέρουν αυτά τα πράγματα τα παιδιά», «γιατί έχουν άποψη για τέτοια ζητήματα». Ας μάθουν, λοιπόν, πως η νέα γενιά και παρακολουθεί και έχει άποψη, κριτήριο για ό,τι συμβαίνει γύρω της. Δεν βυθίζεται στην άγνοια, όπως ενδεχομένως θα ήθελαν. Και ναι, ένας μαθητής ξέρει και διαφωνεί με το γεγονός ότι τα λεφτά της φορολογίας της οικογένειάς του πάνε σε πολεμικό εξοπλισμό, που το πιθανότερο είναι να μην αξιοποιηθεί καν για ενδεχόμενη άμυνα της χώρας, όπως έγινε πρόσφατα άλλωστε και με την αγορά των «Patriot», που τα πληρώσαμε αλλά βρίσκονται τώρα στη Σαουδική Αραβία...
Η ΚΝΕ σε αυτόν τον αγώνα δίνει όλες της τις δυνάμεις. Οι μαθητές - μέλη και φίλοι της ΚΝΕ σε κάθε πόλη και σχολείο πρωτοστατούν. Πρωτοστατούν με κάθε τρόπο, είτε μέσα είτε έξω από τα σχολεία:
Αυτό ακριβώς θέλουν διαχρονικά να αποτρέψουν τα κυβερνητικά επιτελεία, οι εργοδοτικές οργανώσεις και τα κόμματα που στηρίζουν το μεγάλο κεφάλαιο, γι' αυτό και συνεχίζουν την επίμονη και καλά σχεδιασμένη προσπάθεια να δώσουν καίριο, καταλυτικό χτύπημα στο δικαίωμα των εργαζομένων να οργανώνονται, να αντιστέκονται, να διεκδικούν, να αμφισβητούν το σύστημα και τους εκφραστές του.
Δεν είναι η πρώτη φορά που γίνεται συζήτηση για αλλαγή στις διατάξεις που αφορούν τις συνδικαλιστικές οργανώσεις, ούτε και η πρώτη φορά που επιδιώκουν να φέρουν ανάλογο νόμο στη Βουλή. Ούτε τυχαίο ότι διαλέγουν περιόδους που το κίνημα δεν είναι στα πάνω του, για να περάσουν μέτρα που έχουν από καιρό στο συρτάρι, αφού καλά γνωρίζουν ότι κάποια στιγμή θα ανακάμψει.
Για το ταξικό συνδικαλιστικό κίνημα, κράτος και εργοδοσία δεν έχουν καμιά δουλειά να παρεμβαίνουν στις εργατικές οργανώσεις.
Οποιαδήποτε άλλη ερμηνεία του αναφαίρετου δικαιώματός μας να οργανωνόμαστε σε σωματεία οδηγεί κατευθείαν, με τον έναν ή με τον άλλον τρόπο, στον έλεγχο από τους εκμεταλλευτές μας και το κράτος τους.
Κι αυτό δεν έχει αναφορά μονάχα σε σκοτεινές εποχές, ή σε επιλογές πιο συντηρητικών κυβερνήσεων.
Γιατί μπορεί το 1976 ο γνωστός υπουργός Λάσκαρης με το νόμο 330 να έκανε ό,τι μπορούσε για να μπλοκάρει τη δράση των σωματείων με απολύσεις και διώξεις συνδικαλιστών, με την κατοχύρωση της απεργοσπαστικής δράσης και του λοκ άουτ, τη γνωστοποίηση της απεργίας 15 μέρες πριν από την κήρυξή της κ.ά., όμως και ο νόμος που ισχύει σήμερα και ψηφίστηκε το 1982 από το ΠΑΣΟΚ (ν. 1264/1982) είναι αυτός που έθεσε νέους μηχανισμούς ενσωμάτωσης του συνδικαλιστικού κινήματος, κατοχύρωσε την εργατική αριστοκρατία, που έπαιξε όλα τα επόμενα χρόνια το βρώμικο ρόλο της σε βάρος των συμφερόντων της εργατικής τάξης. Είναι χαρακτηριστικό ότι στη συζήτηση του νομοσχεδίου τότε στη Βουλή, η κυβέρνηση ΠΑΣΟΚ απέρριψε όλες τις τροπολογίες που κατέθεσε το ΚΚΕ, ενώ το νομοσχέδιο τελικά ψηφίστηκε χειρότερο από την αρχική του μορφή.
Είναι βέβαιο ότι αύριο θα υπάρξουν κάποιοι που θα επιδιώξουν να ταυτίσουν τις ελάχιστες θετικές του πλευρές, που ήταν αποτέλεσμα της πίεσης που ασκούσαν και τότε τα συνδικάτα, με τα δικαιώματα που πρέπει να έχει το συνδικαλιστικό κίνημα και που αυτά ήταν και είναι, έτσι κι αλλιώς, πάντα σε αμφισβήτηση.
Στην πραγματικότητα, καμιά διάταξη του 1264 δεν διασφάλισε ποτέ την ελεύθερη συνδικαλιστική δράση.
Απεναντίας, την εμπόδιζε με πολλούς τρόπους:
-- Με βάση άραγε ποιο νόμο δεν γράφονται στα σωματεία τους οι εργολαβικοί εργαζόμενοι και οι ελαστικά απασχολούμενοι στην Υγεία, στον Τουρισμό, στα Πετρέλαια και στους ΟΤΑ;
-- Είναι ή δεν είναι ο ν. 1264 που αποφασίζει πόσοι πρέπει να μαζευτούν για να κάνουν σωματείο;
-- Προβλέπει ή όχι το δίμηνο για να οργανωθεί ο εργάτης, αντί να έχει το δικαίωμα να οργανωθεί σε συνδικάτο από την πρώτη μέρα στη δουλειά;
-- Βάζει ή όχι περιορισμό στην απεργία όταν απαιτεί έγγραφη προειδοποίηση από μία έως και τέσσερις μέρες πριν από την πραγματοποίησή της;
-- Παρεμβαίνουν ή όχι τα όργανα του κράτους στις αρχαιρεσίες με τον ορισμό δικαστικών αντιπροσώπων, ορισμένοι από τους οποίους αντί να διευκολύνουν τη διαδικασία βάζουν και εμπόδια;
-- Πόσες και πόσες Γενικές Συνελεύσεις, αρχαιρεσίες, απεργίες δεν βγαίνουν κάθε μήνα παράνομες πατώντας πάνω στον 1264;
-- Πόσοι συνδικαλιστές δεν σύρθηκαν από την εργοδοσία στην περιβόητη επιτροπή του άρθρου 15 και έχουν απολυθεί; Πόσοι άραγε έχουν απολυθεί χωρίς καν να τους πάνε ούτε και στο ειδικό αυτό δικαστήριο;
Γιατί λοιπόν να θέλουμε έναν τέτοιο νόμο;
Φαίνεται όμως πως στους επιχειρηματικούς ομίλους δεν αρκούν όλα τα παραπάνω εμπόδια προκειμένου να μπορούν να επιβάλλουν χωρίς κανέναν περιορισμό το «δίκιο» του κεφαλαιοκράτη, μέσα από όλους τους μηχανισμούς του κράτους.
Γι' αυτό το 2010, με κυβέρνηση ΠΑΣΟΚ, και το 2014, με κυβέρνηση ΝΔ, έγιναν προσπάθειες να αλλάξει ο συνδικαλιστικός νόμος, με περιεχόμενο ακριβώς αυτό που συζητιέται σήμερα. Ο ΣΥΡΙΖΑ ως κυβέρνηση το πήγε μάλιστα ένα βήμα παραπέρα, στρώνοντας με τον απεργοκτόνο νόμο του το έδαφος για να πατήσει αυτή η νέα επίθεση, βάζοντας επίσης στη συζήτηση τα ηλεκτρονικά μητρώα και την ηλεκτρονική ψηφοφορία.
Αρα, η επίθεση ήρθε από όλες εκείνες τις πλευρές στο πολιτικό φάσμα που κυβέρνησαν ή κυβερνούν κατ' εντολή του ΣΕΒ, του ΣΕΤΕ και φυσικά των πολιτικών που αποφασίζονται σε επίπεδο ΕΕ. Ούτε και αυτό είναι τυχαίο, μιας και οι μελέτες του ILO (Διεθνές Γραφείο Εργασίας) είναι αυτές που παίρνονται ως βάση για όλες τις αντιδραστικές αλλαγές που έρχονται. Αλλαγές στις οποίες έχουν συμφωνήσει οι εργατοπατέρες της «Συνομοσπονδίας Ευρωπαϊκών Συνδικάτων» (ΣΕΣ) και της ΓΣΕΕ, ενώ ισχύουν εδώ και χρόνια στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες.
Οι 5.000 απολύσεις συνδικαλιστών που έγιναν πριν και μετά το νόμο Λάσκαρη το 1976 θα ωχριούν μπροστά σε αυτές που ονειρεύεται σήμερα το κεφάλαιο αν τα συνδικάτα πέσουν στην παγίδα όσων μιλούν για «προσαρμογή των σωματείων στα νέα δεδομένα» και άλλα τέτοια φαιδρά.
Οι απολύσεις συνδικαλιστών και των ιδρυτικών μελών ενός σωματείου, η ανταπεργία, η παράδοση των μητρώων των συνδικάτων στο κράτος και την εργοδοσία κι ό,τι άλλο σκεφτούν να συμπεριλάβουν στο έκτρωμα που ετοιμάζουν, είναι η απόλυτη προσαρμογή στη βαρβαρότητα!
Ο νόμος που προετοιμάζουν είναι ξεκάθαρα νόμος δίωξης της συνδικαλιστικής δράσης. Επιδιώκουν να αποτελέσει το συνδικαλίζεσθαι ένα ακόμη ιδιώνυμο αδίκημα.
-- Γιατί σε ποιο χώρο, σήμερα κι όχι μετά την αλλαγή του νόμου, μπορεί κανείς να συγκεντρώσει εύκολα 21 υπογραφές για να κάνει σωματείο;
-- Ποιο ρυθμό περιμένουμε να πάρουν οι απολύσεις χωρίς την έστω τυπική προστασία, όταν σήμερα όποιος σηκώνει κεφάλι, του το παίρνουν;
-- Ποιος θα γραφτεί σε σωματείο όταν το όνομά του θα είναι από την αρχή στη διάθεση του κράτους και του εργοδότη του;
-- Ποιες αρχαιρεσίες σωματείων θα είναι διασφαλισμένες από την παρέμβαση των αφεντικών, όταν η ψηφοφορία θα διεξάγεται με τον ΑΜΚΑ ηλεκτρονικά; Ποιος θα πατάει το κουμπί αν όχι ο προσωπάρχης, και μάλιστα μαζικά, για λογαριασμό των εργαζομένων;
-- Γιατί θα πρέπει να προειδοποιεί ένα σωματείο πότε θα απεργήσουν οι εργαζόμενοι; Τι αποτελεσματικότητα θα έχει το μεγάλο μας όπλο αν δεν μπορούμε να αξιοποιήσουμε το χρόνο αντίδρασης προς όφελός μας; Τι είναι δηλαδή η απεργία; Πρόσκληση σε γάμο;
Ο περιορισμός των συνδικαλιστικών δικαιωμάτων και ελευθεριών, μετά και τις ανατροπές στα εργασιακά δικαιώματα που έγιναν την τελευταία 30ετία, έχει στόχο να αντιμετωπίσουν τα μονοπώλια τη νέα καπιταλιστική κρίση, τις εξελίξεις στην Ανατολική Μεσόγειο, όλα τα σχέδια των ιμπεριαλιστών. Να γιατί βάλθηκαν τα παπαγαλάκια της κυβέρνησης να μιλάνε για «ανάγκη προσαρμογής των σωματείων στα νέα δεδομένα».
Θα είναι αφελής όποιος πιστέψει ότι οι αλλαγές αυτές γίνονται για να θιγούν τα ιερά και τα όσια της εργατικής αριστοκρατίας.
Σε τι δηλαδή θα βλάψει αυτή η επίθεση τις ηγεσίες της ΓΣΕΕ και άλλων Ομοσπονδιών που είναι στην ίδια γραμμή; Μήπως κάνουν πια καμιά απεργία; Αυτή γι' αυτούς... «έφαγε τα ψωμιά της». Μήπως οργανώνουν κανέναν εργάτη; Λίστες από τα γραφεία προσωπικού χρησιμοποιούν για να κάνουν αρχαιρεσίες και μάλιστα σέρνουν με το ζόρι πολλές φορές τους εργαζόμενους σε αυτές. Μήπως νοιάζονται για τους εργολαβικούς, τους πρακτικάριους, τους ελαστικά απασχολούμενους; Μα ήδη εδώ και χρόνια αρνούνται να τους γράψουν στα σωματεία.
Οσο για τις περίφημες συνδικαλιστικές άδειες, τι σχέση έχει ένας αγωνιστής που είναι συνεχώς στους δρόμους και στους χώρους δουλειάς, με όσους δεν ξέρουν ούτε καν πού πέφτουν οι επιχειρήσεις του κλάδου τους;
Επομένως, στόχο έχουν το ταξικό κίνημα, με ειδική πρόβλεψη για τη νέα βάρδια, τους νέους και τις νέες.
Να γιατί το ΠΑΜΕ και τα συνδικάτα που το συγκροτούμε καλούμε όλες τις συνδικαλιστικές οργανώσεις να βρεθούμε «επί ποδός πολέμου», όχι μόνο για να αποτρέψουμε μια ακόμη προσπάθεια να μας εξαφανίσουν, αλλά για να επιβάλουμε τα δικαιώματα που πρέπει να έχουμε:
Πάνω απ' όλα, όμως, η μάχη και για τις συνδικαλιστικές ελευθερίες πρέπει να περάσει μέσα από την ανασύνταξη του εργατικού συνδικαλιστικού κινήματος, κι αυτό δεν μπορεί να γίνει χωρίς τη συμμετοχή των ίδιων των εργαζομένων στις εξελίξεις.
Κανείς προοδευτικός άνθρωπος δεν πρέπει να μείνει αμέτοχος, χωρίς καμιά αντίδραση.
Δεν χωρά καμία αναμονή! Απέναντι στα εγκληματικά σχέδια του κεφαλαίου και όλων των δυνάμεων που το υπηρετούν, απάντηση δίνει η ενίσχυση της πάλης ενάντια σε αυτήν την πολιτική, ο αγώνας για τη ζωή και την υγεία του λαού. Και τέτοιος αγώνας χωρίς γερό, ταξικό συνδικαλιστικό κίνημα δεν μπορεί να οργανωθεί.