Πέμπτη 25 Αυγούστου 2016
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΑΛΛΑΓΕΣ ΣΤΟ ΣΥΝΔΙΚΑΛΙΣΤΙΚΟ ΝΟΜΟ
Εχουν έτοιμο το «εγχειρίδιο» των ανατροπών

Η συγκυβέρνηση ΝΔ - ΠΑΣΟΚ προσπάθησε να τελειώνει και με αυτήν την εκκρεμότητα, αλλά τελικά την κληροδότησε στον ΣΥΡΙΖΑ

Από παλιότερη κινητοποίηση του ΠΑΜΕ
Από παλιότερη κινητοποίηση του ΠΑΜΕ
Η συζήτηση για την αλλαγή του συνδικαλιστικού νόμου, κύρια σε ό,τι αφορά τις προϋποθέσεις για την κήρυξη μιας απεργίας, δεν είναι καινούργιο ζήτημα. Με μεγαλύτερη ένταση τέθηκε από τις αρχές του 2013, όταν στον αστικό Τύπο πύκνωσαν τα δημοσιεύματα για «απεργίες μειοψηφιών», «ανεξέλεγκτα δικαιώματα συνδικαλιστών» και άλλα παρόμοια.

Το κλίμα που καλλιεργούσε τότε η κυβέρνηση για να νομιμοποιήσει τις ανατροπές, καταγράφεται ανάγλυφα στη δήλωση «κορυφαίου στελέχους της κυβέρνησης» που φιλοξενούταν στο «Βήμα της Κυριακής» (10/2/2013) και δήλωνε απειλητικά: «Δεν μπορεί να υποχρεωνόμαστε σε συνεχείς επιστρατεύσεις απεργών για να λειτουργήσει η κοινωνία και την ίδια στιγμή να διατηρούμε τη δυνατότητα ολιγομελών σωματείων να ακινητοποιούν δημόσιες επιχειρήσεις».

Είχαν προηγηθεί μεγάλες εργατικές - λαϊκές κινητοποιήσεις, με πολυήμερες απεργίες ενάντια στο δεύτερο μνημόνιο (Φλεβάρης 2012) και στα μέτρα που ακολούθησαν κατ' εφαρμογή του. Ετσι, στα τέλη του 2012 και στις αρχές του 2013, η συγκυβέρνηση ΝΔ - ΠΑΣΟΚ - ΔΗΜΑΡ ετοίμαζε νομοθετική πρωτοβουλία για την αλλαγή προς το χειρότερο του 1264/82 μέχρι το τέλος του έτους.

Ο «Ριζοσπάστης» έγραφε στις 12 Φλεβάρη 2013: «Τα επιτελεία του υπουργείου ετοιμάζουν σχέδιο με το οποίο θα ανατρέπεται ο τρόπος λήψης απόφασης για την προκήρυξη απεργίας, όπως ισχύει σήμερα με τον ν. 1264/1982, ενώ θα δίνεται η δυνατότητα στις επιχειρήσεις, σε περίπτωση απεργίας των εργαζομένων, να απαντούν με ανταπεργία (λοκ άουτ)».

Αν και όπως όλα δείχνουν, οι επεξεργασίες για το νέο πλαίσιο βρίσκονταν σε προχωρημένο στάδιο και κορυφώθηκαν στα τέλη του 2014, σε συνεργασία με την τρόικα, τελικά οι αλλαγές δεν προχώρησαν και παραμένουν σε εκκρεμότητα έως σήμερα. Αυτή τη «δουλειά» αναλαμβάνει να τελειώσει τώρα ο ΣΥΡΙΖΑ, για λογαριασμό του κεφαλαίου, έχοντας συμφωνήσει το περίγραμμα των αντιδραστικών αλλαγών με το τρίτο μνημόνιο.

Ιδιοι οι άξονες των ανατροπών τότε και τώρα

Σύμφωνα με τα ρεπορτάζ του «Ριζοσπάστη» και άλλων εφημερίδων, οι αλλαγές που συζητιόνταν στον 1264/82 από την προηγούμενη κυβέρνηση, ήταν πάνω κάτω οι εξής:

  • Αλλαγή στον τρόπο λήψης της απόφασης για την κήρυξη απεργίας. Οι προτάσεις που βρίσκονταν στο τραπέζι είχαν ως κεντρικό προπαγανδιστικό στοιχείο την «έννοια της πλειοψηφίας», όπως κάνει και ο σημερινός υπουργός Εργασίας. Σύμφωνα με δημοσιεύματα, η κυβέρνηση σκόπευε να γενικεύσει την εφαρμογή του «άρθρου 4» του νόμου 1365/1983, που δεν εφαρμόστηκε ποτέ και προέβλεπε ότι για τη λήψη μιας απόφασης για απεργία απαιτούταν η απόλυτη πλειοψηφία (50%+1) των εγγεγραμμένων στο πρωτοβάθμιο σωματείο μιας ΔΕΚΟ. Μια τέτοια ρύθμιση εννοείται πως καθιστά αδύνατη σχεδόν την κήρυξη απεργίας από ένα σωματείο.

Συζητιόταν, επίσης, η αύξηση του χρόνου προειδοποίησης της απεργίας, με στόχο αυτός να αντιστοιχηθεί με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο.

Θυμίζουμε ότι μέχρι σήμερα, ο 1264/82 προβλέπει ότι «απεργία στις πρωτοβάθμιες συνδικαλιστικές οργανώσεις κηρύσσεται με απόφαση της Γενικής Συνέλευσης. Για ολιγόωρες στάσεις, εφόσον δεν πραγματοποιούνται την ίδια μέρα ή μέσα στην ίδια εβδομάδα, αρκεί απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου. Η απεργία στις πρωτοβάθμιες συνδικαλιστικές οργανώσεις ευρύτερης περιφέρειας ή πανελλαδικής έκτασης κηρύσσεται με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου, όπως και οι απεργίες των δευτεροβάθμιων και τριτοβάθμιων συνδικαλιστικών οργανώσεων».

  • Αλλαγή στο καθεστώς των συνδικαλιστικών αδειών. Σύμφωνα με τον 1264/82, «ο εργοδότης έχει την υποχρέωση να διευκολύνει τα μέλη των διοικητικών συμβουλίων, των ελεγκτικών επιτροπών και τους αντιπροσώπους των πρωτοβαθμίων στις δευτεροβάθμιες συνδικαλιστικές οργανώσεις κατά την άσκηση των καθηκόντων τους.

(...) Ο εργοδότης έχει την υποχρέωση να παρέχει: α) Στα μέλη της Εκτελεστικής Επιτροπής της πιο αντιπροσωπευτικής τριτοβάθμιας συνδικαλιστικής οργάνωσης άδεια απουσίας όσο χρόνο διαρκεί η θητεία τους. β) Στα μέλη των Διοικητικών Συμβουλίων των πιο αντιπροσωπευτικών δευτεροβάθμιων οργανώσεων άδεια απουσίας έως 9 μέρες τον μήνα και έως 15 για τον πρόεδρο, αντιπρόεδρο, γεν. γραμματέα και ταμία. γ) Στους πρόεδρο, αντιπρόεδρο, γενικό γραμματέα των πρωτοβάθμιων συνδικαλιστικών οργανώσεων άδεια απουσίας έως 5 μέρες τον μήνα αν τα μέλη τους είναι 500 και πάνω και έως τρεις μέρες αν είναι λιγότερα. δ) Στους αντιπροσώπους στις δευτεροβάθμιες και τριτοβάθμιες οργανώσεις άδεια απουσίας για όλη τη διάρκεια συνεδρίων που συμμετέχουν».

Το καθεστώς των συνδικαλιστικών αδειών λοιδορούταν και τότε με πρωτοφανή ψέματα ή με επιλεκτικές καταγγελίες στον Τύπο, που «πάταγαν» σε υπαρκτά φαινόμενα εκφυλισμού από τους εκπροσώπους του εργοδοτικού - κυβερνητικού συνδικαλισμού.

Διαβάζαμε, για παράδειγμα, ότι «σε ορισμένες περιπτώσεις ΔΕΚΟ, οι συνδικαλιστικές άδειες (χιλιάδες εργατοώρες) "μοιράζονται - κατανέμονται" με αποφάσεις της διοίκησης των συνδικάτων "με απολύτως αδιαφανή τρόπο" και για "προφανείς σκοπούς"» και ότι αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο «η πεποίθηση τόσο στην κυβέρνηση όσο και στις συνδικαλιστικές οργανώσεις είναι ότι "το σύστημα αυτό πρέπει να επανεξεταστεί"».

Βέβαια, πίσω από τον καβγά για τις συνδικαλιστικές άδειες, κρυβόταν και κρύβεται η επιθυμία των εργοδοτών να αρθεί κάθε προστασία για τους συνδικαλιστές, προκειμένου να τους απολύουν και να τους βγάζουν από τη μέση χωρίς καμιά συνέπεια και χωρίς κανένα εμπόδιο.

Στη βάση αυτή, οι προτάσεις της προηγούμενης κυβέρνησης κινούνταν στην κατεύθυνση να περιοριστεί ο αριθμός και οι ιδιότητες των συνδικαλιστών που δικαιούνταν άδειες και προστασία, αλλά και οι μέρες της νόμιμης άδειας, όχι βέβαια για να βελτιωθούν και να προληφθούν τα στραβά που γίνονταν με ευθύνη του εργοδοτικού - κυβερνητικού συνδικαλισμού, αλλά για να μπουν εμπόδια σε εκείνες τις συνδικαλιστικές δυνάμεις που αξιοποιούν τις συνδικαλιστικές άδειες και τη συνδικαλιστική προστασία για να οργανώσουν την πάλη των εργαζομένων ενάντια στο κεφάλαιο και το κράτος του, ενάντια στον εκφυλισμένο και απαξιωμένο εργοδοτικό - κυβερνητικό συνδικαλισμό.

  • Ανταπεργία (λοκ άουτ). Η ανταπεργία είχε καταργηθεί με το νόμο 1264/82, ωστόσο από συγκεκριμένους εργοδοτικούς φορείς παρέμενε το αίτημα για επαναφορά της. Η τότε συγκυβέρνηση φαίνεται πως είχε καταλήξει ακόμα και στις διατυπώσεις για την αλλαγή του νόμου, προβλέποντας την αναγνώριση μέσω των δικαστηρίων τού δικαιώματος στον εργοδότη να μην παρέχει αντικείμενο εργασίας και να μην καταβάλει μισθό στους εργαζόμενους εκείνους που δεν συμμετέχουν στην απεργία, επικαλούμενη την κατάληψη του εργοστασίου από τους απεργούς ή την παρεμπόδιση όσων θέλουν να δουλέψουν. Στην πραγματικότητα, μιλάμε για θεσμοθέτηση της ανταπεργίας «δια της πλαγίας».
Παρέμβαση στη δομή του κινήματος

Η συζήτηση που γινόταν τότε, αφορούσε και άλλες, βαθύτερες πλευρές του συνδικαλιστικού κινήματος στην Ελλάδα, που σχετίζονταν με τη δομή και τη διάρθρωσή του. Για παράδειγμα, αμφισβητούταν το δικαίωμα των Εργατικών Κέντρων να κηρύσσουν απεργία και συζητιόταν η μετεξέλιξή τους σε συνδικαλιστικές οργανώσεις με περιορισμένη παρέμβαση σε «θέματα τοπικού ενδιαφέροντος». Αλλαγές συζητιόνταν, επίσης, και στις άλλες βαθμίδες του συνδικαλιστικού κινήματος, χωρίς να γίνονται δημόσια γνωστά περισσότερα πράγματα.

Σαν πρόσχημα από την πλευρά της τότε κυβέρνησης αξιοποιούνταν «ο κατακερματισμός του συνδικαλιστικού κινήματος, η περιορισμένη αντιπροσωπευτικότητά του, η χαμηλή πυκνότητα στις τάξεις των συνδικάτων, η οικονομική τους κατάσταση», όπως γραφόταν στον Τύπο της εποχής. Μέσα από τέτοια κανάλια, άνοιγε βέβαια και το ζήτημα του τρόπου χρηματοδότησης των συνδικάτων, όπως γίνεται και σήμερα.

Στο σημερινό τετρασέλιδο «Εργαζόμενοι και Λαϊκή Συμμαχία» μπορείτε να διαβάσετε:

-- Αλλαγές στο συνδικαλιστικό νόμο: ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ κληρονόμησαν από την προηγούμενη κυβέρνηση την εκκρεμότητα και το «εγχειρίδιο» των ανατροπών...

-- Μισθοί: Κάτω από 850 ευρώ παίρνει το 63% όσων έχουν δουλειά.

-- Απάντηση στα τρία μεγάλα ψέματα της κυβέρνησης για το ΕΚΑΣ.

-- Τουρισμός: Οι αριθμοί ευημερούν, αλλά μόνο για το κεφάλαιο.

Κάτω από 850 ευρώ για το 63% των μισθωτών

Τα στοιχεία του συστήματος «Εργάνη» και της ΕΛΣΤΑΤ επιβεβαιώνουν την αύξηση της υποαπασχόλησης με ελαστικές μορφές εργασίας και τη ραγδαία πτώση των μισθών

Από παλιότερη κινητοποίηση για τα Εργασιακά

Eurokinissi

Από παλιότερη κινητοποίηση για τα Εργασιακά
Υποαπασχόληση και αύξηση των χαμηλόμισθων είναι ορισμένα από τα βασικά χαρακτηριστικά της «αγοράς εργασίας», όπως προκύπτουν από τους ετήσιους πίνακες προσωπικού του συνόλου των επιχειρήσεων της χώρας, που απασχολούν εργαζόμενους με σχέση εξαρτημένης εργασίας ιδιωτικού δικαίου, και οι οποίοι κατατίθενται στο σύστημα «Εργάνη». Η κατάθεσή τους γίνεται τον Οκτώβρη του κάθε έτους και αφορούν στην εικόνα του προσωπικού για το επόμενο έτος (π.χ. ο ετήσιος πίνακας προσωπικού του 2015 αφορά το έτος 2016). Μέχρι τώρα, στο σύστημα «Εργάνη» έχουν κατατεθεί ετήσιες πίνακες το 2013, 2014 και 2015.

Οι ετήσιες καταστάσεις δείχνουν ότι η «αύξηση» της απασχόλησης για την οποία πανηγυρίζει η κυβέρνηση, δεν είναι τίποτα άλλο παρά άνοδος των ελαστικών και προσωρινών μορφών εργασίας με ταυτόχρονη μείωση των μισθών, χαρακτηριστικά για τα οποία επιχαίρει το κεφάλαιο, αφού υπηρετούν τις ανάγκες του για προσαρμογή των όρων εργασίας στις ανάγκες της καπιταλιστικής οικονομίας και για παραπέρα μείωση της τιμής της εργατικής δύναμης.

Κατ' αρχάς, η αύξηση της υποαπασχόλησης προκύπτει από τα στοιχεία για τις ώρες εργασίας (ως πλήρη απασχόληση νοούνται οι 40 ώρες εργασίας τη βδομάδα):

  • Το 2014 σε σύνολο 1,37 εκατ. εργαζομένων, 273.000 δούλευαν 1-20 ώρες (20% του συνόλου) και 143.000 εργαζόμενοι 20,1-35 ώρες (10,5%).
  • Το 2016 σε σύνολο 1,6 εκατ. εργαζομένων, 315.000 εργαζόμενοι δουλεύουν 1-20 ώρες (19,5%) και 178.000 εργαζόμενοι 20,1-35 ώρες (11%).
  • Συνολικά για τη χρονική περίοδο που δίνουν στοιχεία οι εκθέσεις, περίπου το 30% των απασχολουμένων δουλεύει κάτω από 35 ώρες τη βδομάδα και σχεδόν το 66% από αυτούς κάτω από 20 ώρες τη βδομάδα.

Παράλληλα, στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ για προηγούμενα έτη, σχετικά με τις ώρες εργασίας, δείχνουν ότι η ομάδα εργαζομένων που δούλευαν 1-34 ώρες το 2002 ήταν το 19% του συνόλου των μισθωτών, το 2005 το 22% και το 2008 το 24%. Ο συνδυασμός των στοιχείων των δύο υπηρεσιών (παρά τις διαφορές στον τρόπο καταγραφής) δείχνει τη σαφή αύξηση της υποαπασχόλησης σε βάρος της πλήρους εργασίας.

Ακόμα, η υποαπασχόληση φαίνεται και από το στοιχείο των εκθέσεων για το συνολικό αριθμών των εργαζομένων με μερική και εκ περιτροπής απασχόληση (είναι προφανώς μέρος του τμήματος των εργαζομένων που απασχολούνται 1-34 ώρες), οι οποίοι το 2014 ήταν 277.500 και το 2016 φτάνουν τις 364.000. Το συμπέρασμα αυτό επιβεβαιώνουν και τα μηνιαία στοιχεία του συστήματος «Εργάνη» για τις προσλήψεις, που δείχνουν επέκταση της μερικής και εκ περιτροπής απασχόλησης, που φτάνουν περίπου το 55% του συνόλου των προσλήψεων.

Ραγδαία πτώση του βιοτικού επιπέδου

Την πτώση του βιοτικού επιπέδου των εργαζομένων εκφράζει το στοιχείο που δείχνει αύξηση του αριθμού των χαμηλόμισθων. Οι χαμηλοί μισθοί δεν εξηγούνται μόνο από την αύξηση της υποαπασχόλησης, αλλά και από την πτώση των μισθών πλήρους απασχόλησης, ιδιαίτερα μετά το 2012, όταν η τότε συγκυβέρνηση επέβαλε μείωση κατά 22% και 32% του κατώτατου μισθού, την οποία διατηρεί στο ακέραιο η σημερινή συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ.

Σύμφωνα με τις εκθέσεις του συστήματος «Εργάνη»:

  • Οι εργαζόμενοι που παίρνουν κάτω από 500 ευρώ μικτά το μήνα (όσοι δουλεύουν με μερική και εκ περιτροπής απασχόληση) το 2014 ήταν 20,24% επί του συνόλου των εργαζομένων και έφτασαν το 2016 το 22,45%. Σύμφωνα με άλλα στοιχεία του υπουργείου Εργασίας, το 30,5% αυτών των εργαζομένων παίρνουν κάτω από 100 ευρώ το μήνα μικτά!
  • Οι εργαζόμενοι που παίρνουν 500-1.000 ευρώ μικτά το μήνα (δηλαδή 417-835 ευρώ καθαρά, χωρίς από αυτά να έχει αφαιρεθεί ο φόρος), το 2014 ήταν 37% και το 2016 έφτασαν το 41%.
  • Αθροιστικά, κάτω και από 850 ευρώ καθαρά το μήνα, μέχρι και μερικές δεκάδες ευρώ χαρτζιλίκι, έπαιρνε το 2014 το 57% των εργαζομένων και το 2016 παίρνει το 63%.

Στοιχείο που δείχνει την πτώση των μισθών είναι και ο μέσος μηνιαίος μικτός μισθός για το σύνολο των εργαζομένων (προκύπτει από διαίρεση της συνολικής μισθολογικής μηνιαίας δαπάνης με το συνολικό αριθμό των μισθωτών, όπως τα καταγράφει το σύστημα «Εργάνη»), ο οποίος από 1.104 ευρώ μικτά το 2014 έχει πέσει στα 1.019 ευρώ μικτά το 2016. Δηλαδή, κάτω από 850 ευρώ το μήνα καθαρά (από τα οποία θα πρέπει να αφαιρεθούν και οι φόροι).

Τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ

Την πτώση των μισθών επιβεβαιώνουν επίσης τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ. Συγκεκριμένα, ο δείκτης μισθών (έτος βάσης 2012=100) στο σύνολο της οικονομίας (καταγράφει τη μεταβολή του ημερομισθίου) δείχνει πως το πρώτο τρίμηνο του 2010 ήταν 112,3 και από τότε σημειώνει συνεχείς μεγάλες μειώσεις, για να φτάσει το 79,9 το πρώτο τρίμηνο του 2016!

Αλλα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ από τη μια φαίνεται να δείχνουν μια διαφορετική εικόνα ως προς την απασχόληση και τις ώρες εργασίας και από την άλλη, όπως και το σύστημα «Εργάνη», επιβεβαιώνουν την πτώση των μισθών.

Πρόκειται συγκεκριμένα για την εξέλιξη των βραχυχρόνιων Δεικτών Απασχόλησης, Ωρών Εργασίας και Αμοιβών (έτος βάσης 2010=100) σε βασικούς κλάδους της οικονομίας και χρονικά αναφέρονται στα πρώτα τρίμηνα των ετών 2010-2016.

Ο Δείκτης Απασχόλησης καταγράφει τον αριθμό των απασχολούμενων ατόμων, ο Δείκτης Ωρών Εργασίας τον όγκο των ωρών εργασίας που πραγματοποιήθηκε και ο Δείκτης Αμοιβών δείχνει τον όγκο των μισθών και ημερομισθίων.

Σε όλους τους κλάδους που εξετάζονται, βασικό χαρακτηριστικό είναι ότι η πτώση των μισθών ήταν μεγαλύτερη ή και πολύ μεγαλύτερη της πτώσης της απασχόλησης και των ωρών εργασίας. Στοιχείο που επιβεβαιώνει τη μείωση όχι μόνο της συνολικής μισθολογικής δαπάνης, λόγω της μείωσης του προσωπικού, αλλά και τη μείωση των μισθών και των ημερομισθίων.

Ενα άλλο στοιχείο είναι ότι σε αρκετούς κλάδους, η πτώση της απασχόλησης είναι μεγαλύτερη από την πτώση των ωρών εργασίας, το οποίο δείχνει ότι παρά τη μείωση του προσωπικού, οι εργαζόμενοι που παραμένουν, δουλεύουν περισσότερες ώρες.

Ορισμένοι βασικοί δείκτες

Παρακάτω, παρουσιάζουμε ενδεικτικά την εξέλιξη των δεικτών στη μεταποίηση, τις μεταφορές - αποθήκευση και παροχή υπηρεσιών καταλύματος και εστίασης.

Στη μεταποίηση, ο ρυθμός μείωσης των μισθών είναι μεγαλύτερος του ρυθμού μείωσης των ωρών εργασίας και της απασχόλησης:

  • Ο Δείκτης Απασχόλησης από 102 το 2010 έφτασε το 76,6 το 2016,
  • Ο Δείκτης Ωρών Εργασίας από 102,9 το 2010 έφτασε το 82,7 το 2016 και
  • Ο Δείκτης Αμοιβών Εργασίας από 97,1 το 2010 έφτασε το 58,9 το 2016!

Στη μεταφορά και αποθήκευση, σημειώθηκε μεγάλη μείωση των μισθών ενώ αυξήθηκαν οι ώρες εργασίας και η απασχόληση.

  • Ο Δείκτης Απασχόλησης από 100,1 το 2010 έφτασε το 107,1 το 2016,
  • Ο Δείκτης Ωρών Εργασίας από 100,8 το 2010 έφτασε το 108,9 το 2016 και
  • Ο Δείκτης Αμοιβών Εργασίας ακολούθησε εντελώς αντίστροφη πορεία, καθώς από 101,9 το 2010 έφτασε το 72,2 το 2016!

Στον κλάδο καταλύματος και εστίασης, υπήρξε μείωση των μισθών, παρά την πολύ μεγάλη αύξηση των ωρών εργασίας και την αύξηση της απασχόλησης.

  • Ο Δείκτης Απασχόλησης από 90,5 το 2010 έφτασε το 110,8 το 2016,
  • Ο Δείκτης Ωρών Εργασίας από 81,2 το 2010 έφτασε το 142,6 το 2016 και
  • Ο Δείκτης Αμοιβών Εργασίας από 89,8 το 2010 έφτασε το 80,9 το 2016!

Τα παραπάνω στοιχεία πρακτικά δεν αναιρούν τα στοιχεία του συστήματος «Εργάνη». Επιβεβαιώνουν τη μεγάλη μείωση των μισθών και για τις θέσεις πλήρους απασχόλησης, αλλά φανερώνουν και μια ακόμα πλευρά, αυτή της υπεραπασχόλησης για ένα σημαντικό τμήμα των εργαζομένων.

Την πλευρά αυτή δεν δίνουν οι εκθέσεις του συστήματος «Εργάνη», καθώς βάζουν σε μια μόνο ομάδα όσους εργαζόμενους δουλεύουν από 35 ώρες και πάνω. Οι διαφορές μπορεί να οφείλονται ακόμα στη «μαύρη εργασία», που όπως είναι φυσικό, δεν δηλώνεται στο σύστημα «Εργάνη», σε συνδυασμό με το διαφορετικό τρόπο καταγραφής των εργασιακών συνθηκών.

Τα τρία μεγάλα ψέματα της κυβέρνησης για το ΕΚΑΣ

Από παλιότερη κινητοποίηση, με τη συμμετοχή και των συνταξιούχων
Από παλιότερη κινητοποίηση, με τη συμμετοχή και των συνταξιούχων
Με μισές αλήθειες και ολόκληρα ψέματα, η κυβέρνηση επιμένει στην προκλητική της προπαγάνδα γύρω από την κατάργηση του ΕΚΑΣ, που σε πρώτη φάση, από φέτος, έριξε στον Καιάδα πάνω από 140.000 χαμηλοσυνταξιούχους. Ετσι, σε πρόσφατες συνεντεύξεις του, ο υπουργός Εργασίας επανέρχεται στο ζήτημα που προκάλεσε έντονες αντιδράσεις από χιλιάδες συνταξιούχους και όχι μόνο και επαναλαμβάνει τους ίδιους τετριμμένους ισχυρισμούς.

Ψέμα πρώτο: Το ΕΚΑΣ είναι επίδομα, δεν είναι σύνταξη

Να τι έλεγε στα τέλη του περασμένου Ιούνη ο υφυπουργός Εργασίας, Ανδ. Πετρόπουλος, απαντώντας σε σχετική Ερώτηση του ΚΚΕ στη Βουλή: «Το 1996 επινοήθηκε, θα έλεγα, το ΕΚΑΣ. Και αν δείτε τι ακολούθησε λίγο μετά, τον Αύγουστο του 1996, που εισήλθε αυτό προς ψήφιση, είχαμε εκλογές (...) Το ΕΚΑΣ ήταν επίδομα, δεν ήταν σύνταξη!».

Στη βάση αυτού του ισχυρισμού η κυβέρνηση επιχειρεί να θολώσει τα νερά και να απονομιμοποιήσει το δικαίωμα στη λήψη του, προσθέτοντας μάλιστα ότι με τον τρόπο που δινόταν προκαλούσε «στρεβλώσεις». Αλήθεια, όμως, τι διαφορά υπάρχει αν είναι επίδομα ή σύνταξη, από τη στιγμή που και τα δύο (επιδόματα και συντάξεις) περνούν από το μαχαίρι των περικοπών;

Σε κάθε περίπτωση, ο ισχυρισμός της κυβέρνησης δεν στέκει, αφού το ΕΚΑΣ δόθηκε ως μια «κολοβή λύση» απέναντι στη διαρκή μείωση των συντάξεων, που άρχισε στις αρχές της δεκαετίας του '90. Ηταν δηλαδή μια μερική αναπλήρωση συντάξεων που απομειώνονταν εξαιτίας της κυβερνητικής πολιτικής, με στόχο να συγκρατηθεί η κατρακύλα χιλιάδων χαμηλοσυνταξιούχων προς τα όρια της φτώχειας και κάτω από αυτά.

Συγκεκριμένα, το ΕΚΑΣ δόθηκε σε ορισμένους χαμηλοσυνταξιούχους, γιατί οι κυβερνήσεις μετά το 1990, αποσυνδέοντας τα κατώτερα όρια συντάξεων από το κατώτερο ημερομίσθιο του ανειδίκευτου εργάτη και μέσω του υψηλού πληθωρισμού, οδήγησαν εκατοντάδες χιλιάδες συνταξιούχους σε καθεστώς φτώχειας.

Απέναντι στο πάγιο αίτημα των συνταξιούχων για επανασύνδεση των κατώτερων συντάξεων με την πορεία των μισθών, επιλέχθηκε η «λύση» - μπάλωμα του ΕΚΑΣ, που βέβαια μόνο εν μέρει ανταποκρινόταν στις διεκδικήσεις τους. Κατά συνέπεια, ο ισχυρισμός πως το ΕΚΑΣ ήταν επίδομα και όχι σύνταξη είναι άλλο ένα αποτυχημένο εύρημα της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ, που αποδεικνύει μόνο τη θρασύτητα του κλέφτη που «πιάστηκε με τη γίδα στην πλάτη»..!

Ψέμα δεύτερο: Τα «αντισταθμιστικά» αναπληρώνουν εν μέρει τις απώλειες

Μετά την κατάργηση του ΕΚΑΣ και μπροστά στη διογκούμενη δυσαρέσκεια, η κυβέρνηση επιχείρησε να αντιστρέψει την κατάσταση, επιστρατεύοντας τον ίδιο τον πρωθυπουργό, ο οποίος ανακοίνωσε ορισμένα μέτρα για όσους το έχασαν φέτος, ενώ αναμένεται μέχρι το τέλος του 2019 να το χάσουν περίπου 370.000 δικαιούχοι.

Πάνω σε αυτά τα μέτρα, η κυβέρνηση στήνει τον ισχυρισμό ότι αυτά λειτουργούν αντισταθμιστικά και απαλύνουν την κατάσταση... Είναι όμως έτσι; Στην πραγματικότητα, πρόκειται για ημίμετρα με ημερομηνία λήξης, τα οποία μάλιστα, στην πλειοψηφία τους, δεν έχουν αρχίσει να αποδίδονται ακόμα, αν και πέρασε σχεδόν ένας μήνας από την εξαγγελία και τη νομοθέτησή τους (νόμος 4411/2016).

Τώρα, με νεότερες δηλώσεις, ο υπουργός παραπέμπει την εφαρμογή ορισμένων απ' αυτά για τον Οκτώβρη και προσπαθεί να χρυσώσει το χάπι, λέγοντας ότι θα έχουν αναδρομική ισχύ. Οι επείγουσες όμως ανάγκες των χαμηλοσυνταξιούχων δεν αναστέλλονται ούτε μπορούν να τις διαχειρίζονται «αναδρομικά». Ας δούμε, όμως, τι ανακοίνωσε η κυβέρνηση και τι πραγματικά ισχύει:

  • Η απαλλαγή από τη συμμετοχή 10% στη φαρμακευτική δαπάνη αφορά μόνο στα φάρμακα που συνταγογραφούνται και όχι σε όσα έχουν ανάγκη οι συνταξιούχοι.
  • Η απαλλαγή από το 6% στην εισφορά Υγείας εξαιρεί μια μεγάλη ομάδα που λάμβανε το ΕΚΑΣ, αυτή των 30 ευρώ το μήνα.
  • Η κάρτα σίτισης δίνεται και αυτή μόνο στις κατηγορίες που λάμβαναν ΕΚΑΣ από 115 ευρώ και άνω και άρα εξαιρείται ένα μεγάλο μέρος των δικαιούχων που το έχασαν και θα το χάσουν τα επόμενα χρόνια, ενώ το ποσό της κάρτας θα αντιστοιχεί μόλις στο 1/3 της απώλειας που έχουν.
  • Το ΕΚΑΣ θα συνεχίσουν να παίρνουν, προσωρινά, μόνο οι δικαιούχοι με αναπηρία άνω του 80%, που σημαίνει ότι οι δικαιούχοι με μικρότερο ποσοστό αναπηρίας θα το χάσουν και αυτοί.
  • Η προσωρινή απόδοση ολόκληρου του ποσού του ΕΚΑΣ γίνεται μόνο στην περίπτωση που η απώλεια αφορούσε ζευγάρι χαμηλοσυνταξιούχων που το έχασαν και οι δύο, αλλά και εδώ η απόδοση θα αφορά αυτόν με το μικρότερο ποσό.

Αξίζει να σημειώσουμε ότι και στην περίπτωση αυτή, δηλαδή όταν το ΕΚΑΣ το στερήθηκαν και οι δύο, από το ζευγάρι των συνταξιούχων, το ΚΚΕ στη Βουλή απαίτησε να υπάρξει μια ειδική αντιμετώπιση, αλλά οι κυβερνητικοί παρίσταναν τους κουφούς. Οταν βρέθηκαν μπροστά στη γενική κατακραυγή για το ΕΚΑΣ, έσπευσαν να ανακοινώσουν «ισοδύναμα» και να καλύψουν την πληγή με προπαγανδιστικά κουρέλια.

Αλλά και τα παραπάνω ημίμετρα, που ανακοίνωσε ο πρωθυπουργός, θα πάψουν να εφαρμόζονται και αυτά το 2018, ενώ, όπως ο ίδιος ομολόγησε, μέρος των παρεμβάσεων αυτών έχουν εξασφαλιστεί μόνο μέχρι το τέλος του 2016 και «ευελπιστούν», όπως είπε, «να τα καταφέρουν και για τα επόμενα δύο έτη»! Ετσι, για φέτος, τα «αντισταθμιστικά» (αν και όταν εφαρμοστούν...) αναμένεται να κοστίσουν στην κυβέρνηση 50 - 60 εκατ. ευρώ, όταν το εισόδημα που πρόκειται να αφαιρέσει μέχρι το 2019 από τους χαμηλοσυνταξιούχους δικαιούχους του ΕΚΑΣ, είναι 2,4 δισ. ευρώ! Αυτή είναι η αλήθεια για τα «ισοδύναμα» της κυβέρνησης και δεν μπορεί να κρυφτεί.

Ψέμα τρίτο: Μετά το 2018, η «εθνική σύνταξη» θα καλύψει τη χασούρα του ΕΚΑΣ

Επειδή όμως οι συνταξιούχοι, βιώνοντας τη δική τους σκληρή πραγματικότητα, γνωρίζουν την «αξία» των ...«ισοδύναμων», η κυβέρνηση προβάλλει τις τελευταίες μέρες έναν ακόμα ισχυρισμό. Σύμφωνα με αυτόν, μετά το 2018, από τον επανυπολογισμό των συντάξεων, θα καλυφθεί η χασούρα όσων τους κόπηκε το ΕΚΑΣ...

Το νέο παραμύθι είναι παραλλαγή του άλλου ισχυρισμού, που τις πρώτες μέρες μετά την κατάργηση του ΕΚΑΣ πρόβαλλε το υπουργείο Εργασίας, ότι η απώλειά του θα αντικατασταθεί με την «εθνική σύνταξη». Μόνο που το παραμύθι είχε μια εξόφθαλμη αδυναμία: Η «εθνική σύνταξη» αφορά τους νέους συνταξιούχους και σε κάθε περίπτωση μέχρι να επανυπολογιστούν όλες οι παλιές συντάξεις με το νέο σύστημα, οι χαμηλοσυνταξιούχοι που ήδη έχασαν το ΕΚΑΣ και αυτοί που θα το χάσουν την επόμενη τριετία, έτσι και αλλιώς δεν θα λάβουν καμία «εθνική σύνταξη»!

Την εξόφθαλμη αυτή απάτη περί αποκατάστασης του ΕΚΑΣ από την «εθνική σύνταξη» έρχεται τώρα να «βελτιώσει» η ανακοίνωση ότι μετά το 2018 και με τον νέο τρόπο υπολογισμού και των παλιών συντάξεων, θα καλυφθεί η απώλεια του ΕΚΑΣ. Πώς θα γίνει αυτό; Σύμφωνα με την κυβέρνηση, το άθροισμα «εθνικής» και «ανταποδοτικής» σύνταξης, που θα προκύψει από τον επανυπολογισμό των ήδη αποδιδόμενων συντάξεων μετά το 2018, θα είναι μεγαλύτερο από το μέρος της σύνταξης που συνεχίζει να αποδίδεται στους σημερινούς χαμηλοσυνταξιούχους, μετά την αφαίρεση του ΕΚΑΣ.

Πρόκειται για μια νέα έκδοση της ίδιας κυβερνητικής εξαπάτησης. Πρώτον, καμιά από τις συντάξεις που θα επανυπολογιστούν δεν πρόκειται να καλύψει το σύνολο του ποσού που έχασαν και θα χάσουν χιλιάδες χαμηλοσυνταξιούχοι με την απώλεια του ΕΚΑΣ. Αν οι συντάξεις επανέρχονταν στο ύψος που ήταν πριν από την περικοπή του ΕΚΑΣ, η κυβέρνηση δεν θα λογάριαζε την «εξοικονόμηση» 2,4 δισ. ευρώ από την οριστική κατάργησή του το 2019.

Επομένως, αυτό που θα συμβεί πραγματικά, είναι ότι η συντριπτική πλειοψηφία των συντάξεων (αν όχι όλες), παλιές και νέες, θα είναι πολύ μικρότερες υπολογιζόμενες με το νέο τρόπο σε σχέση με το παλιό σύστημα υπολογισμού. Επομένως, οι συνταξιούχοι που έπαιρναν έως σήμερα το ΕΚΑΣ, δεν πρόκειται να δουν καμιά αύξηση στις συντάξεις τους (αν δεν τις δουν να μειώνονται κι άλλο), πόσο μάλλον αναπλήρωση του ποσού που λάμβαναν πριν από την κατάργησή του.

Αλλά και σε κάποιες ελάχιστες περιπτώσεις συνταξιούχων, με πολύ μικρές συντάξεις, πάνω στις οποίες αθροίζονταν έως τώρα το ΕΚΑΣ, αν υπάρξουν μικρές αυξήσεις μετά τον επανυπολογισμό τους, αυτές, σύμφωνα με το νόμο (4387/2016) θα αποδοθούν σε βάθος πενταετίας (!) και όχι μετά το 2018 που λέει η κυβέρνηση. Ολα αυτά η κυβέρνηση τα γνωρίζει πολύ καλά, γι' αυτό πετάει το μπαλάκι στο μέλλον, δυο χρόνια μπροστά. Τότε μόνο οι συνταξιούχοι θα διαπιστώσουν στην πράξη το νέο ψέμα της και έως τότε προσπαθεί να αποσπάσει την ανοχή τους και να κερδίσει χρόνο.

Ο ταξικός αγώνας το μόνο ισοδύναμο

Η αλήθεια είναι ότι όλη η ιστορία με τα «ισοδύναμα» που εμπνεύστηκε η κυβέρνηση, όλη η φιλολογία ότι στο μέλλον, μετά τη λήξη του 3ου μνημονίου, η κατάσταση θα βελτιωθεί και οι απώλειες θα αποκατασταθούν δεν έχουν την παραμικρή αξία. Οπως ακριβώς δεν άλλαξε τίποτα από τις περικοπές που έγιναν με το 1ο και το 2ο μνημόνιο, έτσι θα συμβεί και με το 3ο μνημόνιο. Η κατάργηση του ΕΚΑΣ, που σταδιακά άρχισε φέτος, θα επιφέρει στους χαμηλοσυνταξιούχους απώλειες στην τετραετία 2016 - 2019 ύψους 2,393 δισ. ευρώ. Η κυβέρνηση λοιπόν κατάργησε το ΕΚΑΣ και στη θέση του δεν μπαίνει τίποτα.

Οσο για τα ισοδύναμα..; Το μόνο ισοδύναμο για συνταξιούχους και εργαζόμενους είναι ο κοινός και σκληρός αγώνας τους για την ανάκτηση των απωλειών και η διεκδίκηση με βάση τις σύγχρονες ανάγκες αυτών και των οικογενειών τους. Ο αγώνας αυτός γίνεται ακόμα πιο επιτακτικός καθώς η υπόθεση του Ασφαλιστικού και των συντάξεων παραμένει ένα ανοιχτό κεφάλαιο και θα ήταν λάθος να θεωρηθεί ότι η επίθεση από το αστικό κράτος, τις κυβερνήσεις του και την εργοδοσία θα σταματήσει εδώ.

Το «θαύμα» του τουρισμού είναι για λίγους και «μεγάλους»

Με αφορμή τα στοιχεία εξαμήνου της ΤτΕ, οι μεγαλοξενοδόχοι επαναφέρουν τις πάγιες αξιώσεις τους για στήριξη της ανταγωνιστικότητας και της κερδοφορίας τους

Τρέξιμο, απληρωσιά και στο βάθος ανεργία είναι η «ρουτίνα» χιλιάδων εργαζομένων στις μεγάλες ξενοδοχειακές επιχειρήσεις
Τρέξιμο, απληρωσιά και στο βάθος ανεργία είναι η «ρουτίνα» χιλιάδων εργαζομένων στις μεγάλες ξενοδοχειακές επιχειρήσεις
«Ανησυχία» για την πορεία του τουρισμού, «καμπανάκια» προειδοποιήσεων για τις επιδόσεις και τα οικονομικά μεγέθη του κλάδου, «αισιόδοξες» προβλέψεις για το τελικό αποτέλεσμα της χρονιάς και κυρίως προσήλωση στους στόχους που έχουν θέσει οι επιχειρηματικοί όμιλοι: Αυτά είναι τα βασικά στοιχεία της συζήτησης που πυροδότησε η δημοσιοποίηση, στις αρχές της βδομάδας, των στατιστικών στοιχείων της Τράπεζας της Ελλάδας (ΤτΕ) σχετικά με το ταξιδιωτικό ισοζύγιο στο πρώτο εξάμηνο του 2016.

Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΤτΕ, το ταξιδιωτικό ισοζύγιο την περίοδο Γενάρη - Ιούνη 2016 εμφάνισε πλεόνασμα 2.991 εκατ. ευρώ, υπολείπεται όμως του αντίστοιχου περσινού κατά 6,7% (3.205 εκατ. ευρώ το 2015). Η υστέρηση αυτή είναι, σύμφωνα με την ΤτΕ, αποτέλεσμα της μείωσης των ταξιδιωτικών εισπράξεων κατά 242 εκατ. ευρώ (5,8%), η οποία με τη σειρά της οφείλεται στη μείωση των αφίξεων, αλλά και της μέσης δαπάνης ανά ταξίδι. Οσον αφορά τις αφίξεις, η μείωση υπολογίζεται σε 1,6%, ενώ η δαπάνη ανά ταξίδι ελαττώθηκε κατά 4,9%.

Η μείωση των ταξιδιωτικών εισπράξεων οφείλεται στη μείωση κατά 4,1% των εισπράξεων από κατοίκους των χωρών της ΕΕ-28 και στη μείωση κατά 11% των εισπράξεων από κατοίκους χωρών εκτός της ΕΕ-28. Από τις χώρες της ΕΕ, ειδικότερα, οι εισπράξεις από τη Γερμανία μειώθηκαν κατά 13,4%, οι εισπράξεις από τη Γαλλία μειώθηκαν κατά 19,8%, ενώ οι εισπράξεις από το Ηνωμένο Βασίλειο παρουσίασαν αύξηση κατά 2,2%. Από τις χώρες εκτός της ΕΕ, μείωση κατά 8,3% παρουσίασαν οι εισπράξεις από τη Ρωσία και κατά 7,4% οι εισπράξεις από τις ΗΠΑ.

Οι εργαζόμενοι του «Athens Ledra» είδαν από πρώτο χέρι τι σημαίνει «υψηλές επιδόσεις» στον τουρισμό
Οι εργαζόμενοι του «Athens Ledra» είδαν από πρώτο χέρι τι σημαίνει «υψηλές επιδόσεις» στον τουρισμό
Ως ιδιαίτερα «κακός» μήνας για τους επιχειρηματίες του τουρισμού καταγράφεται ο Ιούνης, με πλεόνασμα στο ταξιδιωτικό ισοζύγιο 1.719 εκατ. ευρώ, μειωμένο κατά 3,6% από τον αντίστοιχο μήνα του 2015 (1.783 εκατ. ευρώ).

Αμετάβλητοι οι στόχοι του κεφαλαίου

Παρ' όλα αυτά, παράγοντες της τουριστικής αγοράς αναμένουν βελτίωση της γενικής εικόνας στη συνέχεια, καθώς οι μήνες Αύγουστος και Σεπτέμβρης είναι μήνες αυξημένης τουριστικής κίνησης. Ειδικά ο μήνας που διανύουμε, εκτιμάται ότι θα κλείσει με θετικό πρόσημο, πολύ πιο πάνω από τον αντίστοιχο περσινό, καθώς τον Αύγουστο του 2015 οι αφίξεις είχαν υποχωρήσει κατά 14%, λόγω των πολιτικών εξελίξεων και της επιβολής των capital controls. Οι αισιόδοξες για τους μεγαλοξενοδόχους προβλέψεις βασίζονται στην αυξητική τάση που σημειώνουν οι τουριστικές κρατήσεις της τελευταίας στιγμής προς την Ελλάδα, αλλά και στην πρόβλεψη για μικρή επιμήκυνση της τουριστικής περιόδου, κάτι που βρίσκεται σταθερά στους στόχους και στον προσανατολισμό τους.

Ετσι, παρά τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδας, ο πρόεδρος του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΣΕΤΕ), Ανδρέας Ανδρεάδης, έκανε λόγο για «άριστους οιωνούς» σε συνέντευξη που παραχώρησε πρόσφατα (ΑΠΕ-ΜΠΕ). Υπενθύμισε το στόχο του ΣΕΤΕ να μετρήσει το 2016 αφίξεις τουριστών που θα φτάσουν τα 25 εκατομμύρια (στα οποία δεν συνυπολογίζονται οι επιβάτες της κρουαζιέρας), εκτιμώντας πως ο στόχος αυτός θα επιτευχθεί.

Δεν παρέλειψε βέβαια να εκφράσει τη δυσαρέσκειά του για τα έσοδα και την κάμψη που εμφανίζουν, αναφερόμενος στα στοιχεία της ΤτΕ, που δείχνουν πως «η μέση δαπάνη δεν κινείται καλά». Ο ίδιος, υπερασπιζόμενος την άποψη ότι ο τουρισμός είναι «εθνική υπόθεση», τόνισε ότι έχει μεγάλη σημασία για την οικονομία τα έσοδα να κινηθούν ανοδικά σε σχέση με πέρυσι, καθώς έτσι θα «γυρίσουν και το ΑΕΠ στο τρίτο και τέταρτο τρίμηνο».

Πάντως, θα είχε ενδιαφέρον να δημοσιοποιήσουν οι μεγαλοξενοδόχοι και τα στοιχεία από την κατανομή της πίτας των εισπράξεων, αφού, κατά κοινή ομολογία, ακόμα και αυτός ο ελαφρά μειωμένος τζίρος δεν πλήττει τους μεγάλους επιχειρηματικούς ομίλους του κλάδου, αλλά κατά βάση τις μικρότερες τουριστικές επιχειρήσεις, που δεν έχουν την ίδια δυνατότητα προσαρμογής στις διακυμάνσεις της αγοράς, η οποία, σε ό,τι αφορά τον «εισαγόμενο» τουρισμό, ελέγχεται πλέον σχεδόν καθολικά από διεθνείς τουριστικούς οργανισμούς.

Είναι χαρακτηριστικό ότι τα ξενοδοχεία που ανήκουν σε αλυσίδα, κατέγραψαν 67% υψηλότερα έσοδα ανά δωμάτιο το 2014, έναντι των ανεξάρτητων ξενοδοχειακών μονάδων, ενώ σημαντικά υψηλότερες ήταν οι πληρότητες και οι τιμές των δωματίων τους, σύμφωνα με μελέτη του Ινστιτούτου Τουριστικών Ερευνών και Προβλέψεων (ΙΤΕΠ).

Επιπλέον, το σύστημα του «all inclusive» που κυριαρχεί στον μαζικό τουρισμό από το εξωτερικό, σε συνδυασμό με τα αντιλαϊκά μέτρα που πλήττουν τους αυτοαπασχολούμενους και μικρούς ΕΒΕ, έχει ήδη επιφέρει πλήγμα σε χιλιάδες μικροεπιχειρήσεις του επισιτισμού, του τουρισμού και του εμπορίου, που, παρά την αύξηση των αφίξεων τα τελευταία χρόνια, ακολουθούν φθίνουσα πορεία και πολλές από αυτές εξαφανίζονται από την αγορά.

Προβάλλουν τις αξιώσεις τους με κάθε ευκαιρία

Σε κάθε περίπτωση, η συζήτηση που γίνεται κάθε χρόνο τέτοια εποχή για τις επιδόσεις του τουρισμού είναι το προοίμιο για να επαναφέρουν οι μεγαλοεπιχειρήσεις του κλάδου τις αξιώσεις τους για μέτρα που θα τονώσουν κι άλλο την κερδοφορία τους. Πρόκειται για αξιώσεις που ο ΣΕΤΕ διατυπώνει σε κάθε ευκαιρία.

Πρόσφατο παράδειγμα, η περιοδική έκδοση «Ελληνικός Τουρισμός. Εξελίξεις - Προοπτικές», την οποία δημοσίευσε πριν από έναν περίπου μήνα. «Αρνητικός παράγων στην ανάπτυξη του τουρισμού και της οικονομίας γενικότερα παραμένει η υπέρμετρη φορολογική επιβάρυνση τόσο από τους έμμεσους, όσο και από τους άμεσους φόρους. Τα σημαντικά κέρδη ανταγωνιστικότητας για τον ελληνικό τουρισμό που προκύπτουν από την εσωτερική υποτίμηση, αντισταθμίζονται σε σημαντικό βαθμό από την υπέρμετρη φορολογική επιβάρυνση», σημείωνε σε αυτή.

Σύμφωνα με τους υπολογισμούς του, «οι πρόσθετες φορολογικές επιβαρύνσεις του τελευταίου 12μηνου έχουν επιφέρει απώλεια ανταγωνιστικότητας του ελληνικού τουριστικού προϊόντος μεγαλύτερη του 10%, εξανεμίζοντας ουσιαστικά το 50% της ανάκτησης της ανταγωνιστικότητας της χώρας, που επιτεύχθηκε από την αρχή εφαρμογής των μνημονίων με την πολύ επίπονη κοινωνικά και οικονομικά εσωτερική υποτίμηση».

Δηλαδή, οι μεγαλοεπιχειρήσεις του τουρισμού, από τη μια, πανηγυρίζουν για την πτώση της τιμής της εργατικής δύναμης, που αυξάνει το ποσοστό της κερδοφορίας τους, και, από την άλλη, διαμαρτύρονται για τη φορολογία, που απορροφά μέρος αυτής της κερδοφορίας, ζητώντας αντισταθμιστικά μέτρα από την κυβέρνηση. Αυτά μεταφράζονται είτε σε νέα μέτρα μείωσης του κόστους εργασίας είτε σε άμεσες και έμμεσες ενισχύσεις και προνόμια από το κράτος.

Το μόνο που εισπράττουν οι εργαζόμενοι είναι ένταση της εκμετάλλευσης

Σχολιάζοντας τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδας και τις θέσεις των μεγαλοξενοδόχων, ο Νίκος Παπαγεωργίου, πρόεδρος του Συνδικάτου Επισιτισμού - Τουρισμού - Ξενοδοχείων Αττικής, μέλος της Διοίκησης της Ομοσπονδίας (ΠΟΕΕΥΤΕ) και της Διοίκησης της ΓΣΕΕ, είπε στον «Ριζοσπάστη»:

«Για ακόμα μια χρονιά, οι κορυφαίοι τουριστικοί προορισμοί και οι επιχειρηματικοί όμιλοι που δραστηριοποιούνται σε αυτούς, μετρούν αυξημένες αφίξεις τουριστών και ενισχυμένη κερδοφορία. Σε προορισμούς όπως η Ρόδος, η Κρήτη, η Χαλκιδική, η αύξηση των αφίξεων σημειώνει ακόμα και διψήφια ποσοστά. Είναι χαρακτηριστικό ότι στην Κέρκυρα τα ξενοδοχεία που έχουν προχωρήσει σε κρατήσεις πάνω από τη δυναμικότητά τους, πρακτική που είναι γνωστή ως overbooking, στέλνουν πελάτες στα Σύβοτα Θεσπρωτίας, αφού η πληρότητα βρίσκεται στο "κόκκινο" σε όλο το νησί. Αξίζει, ακόμα, να σημειώσουμε ότι η χρονιά που διανύουμε είναι χρονιά διεργασιών, με συγχωνεύσεις και αγοραπωλησίες ξενοδοχειακών μονάδων, που οδηγούν σε μεγαλύτερη συγκεντροποίηση στον κλάδο.

Οσο για το τι "εισπράττουν" οι εργαζόμενοι από την αυξανόμενη κερδοφορία των επιχειρηματικών ομίλων, αυτό το ξέρουν πολύ καλά όσοι απασχολούνται μόνιμα ή εποχικά στον κλάδο του Τουρισμού και του Επισιτισμού: Εντατικοποίηση, ατελείωτα ωράρια και ρεπό με το σταγονόμετρο, ατομικές συμβάσεις και καταστρατήγηση ακόμα και της πετσοκομμένης κλαδικής σύμβασης, άνοιγμα όλης της "βεντάλιας" των μορφών της ελαστικής εργασίας. Πάνω σε αυτά, καθώς και στην "εσωτερική υποτίμηση" που έχει κάνει τις διακοπές άπιαστο όνειρο για όλο και περισσότερες οικογένειες, είναι χτισμένη η "ανταγωνιστικότητα του ελληνικού τουριστικού προϊόντος"».



Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ