Τρίτη 25 Γενάρη 2000
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ

Συνεχίζουμε και σήμερα τη δημοσίευση των υλικών της Ημερίδας που διοργάνωσε στις 12 του Γενάρη η ΚΕ του ΚΚΕ με θέμα: «Η τρομοκρατία και οι πολιτικές διαστάσεις του προβλήματος». Στο σημερινό μας φύλλο παραθέτουμε τις παρεμβάσεις του Κράτη Κυριαζή, Γραμματέα της Ευρωκοινοβουλευτικής Ομάδας του ΚΚΕ και του Αγάπιου Παπανεοφύτου, καθηγητή του Παντείου Πανεπιστημίου.

ΚΡΑΤΗΣ ΚΥΡΙΑΖΗΣ
Εχθρός τους το οργανωμένο μαζικό κίνημα

Ανεβαίνοντας στο βήμα, ο Κράτης Κυριαζής, γραμματέας της Ευρωκοινοβουλευτικής Ομάδας του ΚΚΕ, σημείωσε τα παρακάτω:

«Αγαπητοί σύντροφοι και φίλοι, επιτρέψτε μου να πιαστώ με ένα λίγο ειδικότερο θέμα, μιας και είναι και περισσότερο της αρμοδιότητάς μου, αλλά και μιας και δεν έχει πιαστεί και τόσο πολύ από τη συζήτηση που έχουμε κάνει μέχρι σήμερα.

Η Ελλάδα δεν είναι μια χώρα που βρίσκεται μόνη της στο διεθνές προσκήνιο, συμμετέχει και μάλιστα ενεργά, όπως τουλάχιστον κάποιοι υποστηρίζουν στην Ευρωπαϊκή Ενωση. Συμμετέχει και τώρα μάλιστα έχει κεντρικό στόχο των κυβερνητικών και άλλων πολιτικών δυνάμεων την ΟΝΕ και το ΕΥΡΩ.

Αυτή η Ευρωπαϊκή Ενωση δεν είναι ένας αμέτοχος σ' αυτό το παιχνίδι που σήμερα παίζεται, της παγκοσμιοποίησης, όπως επίσης και στις προσπάθειες που γίνονται για να αντιμετωπιστεί "το φαινόμενο της τρομοκρατίας" ή όπως πολύ καλά ειπώθηκε και από την εισήγηση ή αν θέλετε και από τον κ. Μαγκάκη, όταν είπε πως ο πραγματικός εχθρός είναι σήμερα τα Λαϊκά Κινήματα.

Ο πραγματικός εχθρός είναι σήμερα το οργανωμένο μαζικό κίνημα, το οποίο θέλει να αλλάξει αυτή την πολιτική κι αυτό το σύστημα. Η Ευρωπαϊκή Ενωση, λοιπόν, δε θέλει να αλλάξει αυτή η πολιτική κι αυτό το σύστημα.

Και η Ευρωπαϊκή Ενωση, επειδή δε θέλει να αλλάξει αυτή η πολιτική και αυτό το σύστημα ως διά θαύματος με τη Συνθήκη του Μάαστριχτ και μετά, πολύ περισσότερο σήμερα με τη Συνθήκη του Αμστερνταμ, που, δυστυχώς, τα άλλα πολιτικά κόμματα που σήμερα εκφράσανε μια πολιτική βούληση, εκπρόσωποι τους τουλάχιστον ατομικά υπερψήφισαν, μέσα στις αρμοδιότητές της ως Ευρωπαϊκή Ενωσης μπαίνει και το θέμα της καταπολέμησης της τρομοκρατίας.


Είναι η πρώτη φορά που αναφέρεται με τη Συνθήκη του Αμστερνταμ το θέμα της τρομοκρατίας σαν αρμοδιότητα του Διευθυντηρίου των Βρυξελλών. Είναι ένα τυχαίο γεγονός; Είναι ένα γεγονός της εποχής και των καιρών, έγινε μόνο κάτω από τις πιέσεις των Ηνωμένων Πολιτειών ή ανταποκρίνεται τελικά σ' αυτό το ρόλο που θέλει να παίξει η ίδια η Ευρωπαϊκή Ενωση μέσα στην παγκοσμιοποίηση και στη νέα τάξη πραγμάτων;

Δεν είναι μια πορεία που ξεκίνησε σήμερα. Αλλά σήμερα είναι διαφορετική η πραγματικότητα. Αν θυμηθούμε λίγο, η μεγάλη έξαρση των λεγόμενων τρομοκρατικών δραστηριοτήτων ήταν την περίοδο του '70 και του '80, ήταν την περίοδο δηλαδή που υπήρχαν οι ομάδες "Μπαντερμάιχοφ", που υπήρχαν οι Ερυθρές Ταξιαρχίες στην Ιταλία, που κατηγορείτο το Παλαιστινιακό Κίνημα ως ένα κίνημα που ήταν τρομοκρατικό, κόμματα και οργανώσεις σε ολόκληρο τον κόσμο σαν τέτοια, ανάμεσα στο οποίο και το δικό μας για όλες τις ευρωπαϊκές χώρες, μιας και στην Ελλάδα είχαμε χούντα.

Εκείνη την περίοδο δεν πάρθηκαν τέτοιες αποφάσεις από την ΕΟΚ. Υπήρχε μια διασπορά, μια πληθώρα οργανώσεων που φτιάχνονταν για πολύ συγκεκριμένα θέματα αντιμετώπισης και αυτή είχε παρουσιαστεί και σε παρόμοιες ημερίδες που είχε διοργανώσει το Κόμμα μας, με παρεμφερή θέματα που έφτανε τις 20, 30, 40 Οργανώσεις που λίγο ως πολύ κινούνταν εν κρυπτώ, κανένας δεν ήξερε την πραγματική τους δραστηριότητα. Κανένας δεν ήξερε τι συμβαίνει σ' αυτές και ποιες είναι οι δραστηριότητες που αυτές αναπτύσσουν».

Αισθάνθηκαν δυνατοί

«Κάτι άλλαξε όμως. Κι αυτό που άλλαξε είναι, ότι μετά τη διάλυση της Σοβιετικής Ενωσης, μετά την ανατροπή των σοσιαλιστικών χωρών και των σοσιαλιστικών καθεστώτων, μετά αν θέλετε το χτύπημα του εργατικού κινήματος, μετά την προσπάθεια εγκαθίδρυσης της νέας τάξης πραγμάτων, αισθανθήκανε δυναμωμένοι για να μπορέσουν να συγκεντρώσουν όλη αυτή τη δραστηριότητα απέναντι στα Εργατικά Κινήματα, απέναντι στο λαϊκό κίνημα στην Ευρώπη και διεθνώς.

Οι πρώτες προσπάθειες που έγιναν, έγιναν με το Μάαστριχτ. Τότε υπήρξε ένα κεφάλαιο, το οποίο ονομάστηκε Εσωτερικών Υποθέσεων και κεφάλαιο Δικαιοσύνης. Αυτό αντιμετώπιζε μια σειρά από προβλήματα. Αντιμετώπιζε, π.χ., το πρόβλημα του ασύλου.

Ενα πρόβλημα που είδαμε όλοι πώς παρουσιάστηκε μέσα στα πλαίσια αυτής της πολιτικής με το κατά πόσο απεδέχθησαν όλες αυτές οι χώρες τους πρόσφυγες από το Κόσσοβο που οι ίδιοι είχαν δημιουργήσει με τους βομβαρδισμούς τους.

Είχε το θέμα του ασύλου του πολιτικού. Και εκεί είδαμε πάλι πώς το αντιμετώπισαν με την εγκληματική άρνηση που έδωσαν στον Οτσαλάν όταν ζήτησε πολιτικό άσυλο στην Ιταλία. Είχε το θέμα της διακίνησης των μεταναστών και όλοι θυμούμαστε πως οι μετανάστες από την Αλβανία που πήγαιναν στην Ιταλία κρέμονταν από τα καράβια και πέφτανε και πνίγονταν, όταν δε στέλνονταν και πάλι πίσω μέσα και κάτω από τον ίδιο τρόπο και μέθοδο.

Αυτή η διαδικασία θεωρήθηκε από τη Συνθήκη του Αμστερνταμ πως δεν ήταν η ικανή για να αντιμετωπίσει τα συγκεκριμένα προβλήματα. Και γι' αυτό αποφάσισε, ότι όλα αυτά κατ' αρχήν πρέπει να κοινοτικοποιηθούν.

Τι σημαίνει αυτή η κοινοτική έκφραση; Σημαίνει ότι θα αποφασίζονται με την αρχή της πλειοψηφίας. Δε χρειάζονται πια ομοφωνίες, αυτοί που διαφωνούν, απλώς θα είναι υποχρεωμένοι να εφαρμόζουν τις αποφάσεις που παίρνονται από το Διοικητήριο των Βρυξελλών.

Και μπορούμε να κάνουμε και ένα βήμα παραπάνω. Μπορούμε να προχωρήσουμε σε νέους τομείς και η Συνθήκη του Αμστερνταμ δημιούργησε έναν τίτλο καινούριο, που είναι η συνεργασία σε τομείς δικαιοσύνης και αστυνομίας».

ΣENGKEN και EUROPOL

«Πώς φτάσαμε σ' αυτό το επίπεδο; Φτάσαμε με την ίδρυση δύο πραγμάτων: το ένα ήταν η Συμφωνία του Σένγκεν. Ολοι θα τη θυμούσαστε, πολλοί και από τους ομιλητές που ήταν εδώ σήμερα είχαν εναντιωθεί τότε και για τη συμμετοχή της Ελλάδας σ' αυτήν.

Μια Συνθήκη που δημιουργούσε για πρώτη φορά σε διεθνές επίπεδο αυτό που είπε η κα Μπενάκη, την υπόσταση του υπόπτου. Ο καθένας μας δυνητικά είναι ύποπτος για οποιαδήποτε πράξη. Οποιοσδήποτε και να καταγγελθεί σαν ύποπτος, πρέπει να καταγράφεται.

Και το Σένγκεν δημιούργησε την πρώτη μεγάλη μαζική βάση ηλεκτρονικού φακελώματος, δημιουργώντας έτσι εκείνο το υπόβαθρο για το οποίο υπήρχε ανάγκη για να μπορέσουν να κινηθούν το Διευθυντήριο των Βρυξελλών και μετά οι κυβερνήσεις ή οι διωκτικές δυνάμεις κάθε χώρας μέλους. Δημιουργήθηκαν εκείνα τα αναγκαία στεγανά, νέα στεγανά υπερεθνικού επιπέδου για να μπορούν και πάλι να αποφασίζουν την πολιτική που θέλουν να εφαρμόσουν ενάντια στο εργατικό και λαϊκό κίνημα.

Δεν ήταν αρκετό. Δημιούργησαν και την EUROPOL, δημιούργησαν δηλαδή ένα νέο σώμα που πήρε σάρκα και οστά ουσιαστικά από το 1998 και από την 1/1/1999 σαν θέμα της έχει επίσης την καταπολέμηση της τρομοκρατίας.

Είναι ένα πολύ συγκεκριμένο δηλαδή, μια συγκεκριμένη δομή, η οποία συγκεντρώνει όλες τις δραστηριότητες που είχαν πριν πολυπληθείς φορείς για να μπορέσει να αντιμετωπίσει ένα φαινόμενο πρόσχημα και ουσιαστικά να αντιμετωπίσει το εργατικό κίνημα».

Ορισμένα παραδείγματα

«Μήπως δεν είναι έτσι; Μήπως αυτά τα λέμε εμείς, γιατί έχουμε μια καχυποψία όπως κατηγορηθήκαμε ή όπως δεν κατηγορηθήκαμε μερικές φορές απέναντι σ' εκείνους τους Οργανισμούς οι οποίοι ουσιαστικά δεν ελέγχονται από πουθενά, δεν υπάρχει δηλαδή καμία δυνατότητα δημοκρατικής παρέμβασης;

Εγώ θα σας φέρω μόνο ορισμένα παραδείγματα. Στο Βέλγιο, όπως γνωρίζετε, υπήρξε μια πάρα πολύ μεγάλη κινητοποίηση που έγινε σχετικά με την υπόθεση της κατακράτησης και του βιασμού μικρών παιδιών. Αυτή η μεγάλη κινητοποίηση απαίτησε να υπάρξει μία αλλαγή του νομικού πλαισίου για να μπορεί να καλύπτει ακριβώς αυτού του τύπου τις δραστηριότητες.

Υπήρξε ένας νόμος που βγήκε στο Βέλγιο και είναι ένας νόμος που είναι ακριβώς επάνω στις πολιτικές κατευθύνσεις που βάζει η ίδια η Συνθήκη του Μάαστριχτ και μετέπειτα ολοκληρώνει ουσιαστικά η Συνθήκη του Αμστερνταμ.

Ο νόμος αυτός αναγράφει, ότι πρέπει να καταγράφονται στοιχεία και οποιουδήποτε άλλου είδους πληροφορίες υπάρχουν - λέω αυτό που λέει στην εισηγητική του έκθεση - όχι μόνο σχετικά με τις εγκληματικές οργανώσεις που επιδιώκουν αυτό το στόχο - μαφία είναι ο στόχος - αλλά επίσης τις εξτρεμιστικές ομάδες και τις οργανώσεις τρομοκρατικού χαρακτήρα που επιδιώκουν αυτό το στόχο με πολιτικό σκοπό.

Ποιες είναι αυτές οι οργανώσεις; Είναι οι οργανώσεις που δεν έχουν αντικείμενο αποκλειστικά - αυτό το αποκλειστικά θα το κρίνει κάθε φορά η οποιαδήποτε αστυνομική αρχή - πολιτικού ή θρησκευτικού ή φιλανθρωπικού χαρακτήρα.

Και μετά στον εσωτερικό του κανονισμό που έγινε ο νόμος, που ψηφίστηκε το Νοέμβριο του '98 για τις υπηρεσίες πληροφοριών αναφέρει, ότι μέσα σ' αυτά πρέπει να καταγράφονται οι απολυταρχικές αντιλήψεις ή βλέψεις - ή σκέψεις που έλεγε κάποιος προηγουμένως - πολιτικού, ιδεολογικού, θρησκευτικού ή φιλοσοφικού χαρακτήρα οι οποίες αντιτίθενται στην καλή λειτουργία των δημοκρατικών θεσμών, του σημερινού δηλαδή κράτους.

Και συμπληρώνεται από έναν άλλο νόμο που ψηφίστηκε το Μάρτη του '98, ο οποίος καταγράφει ακριβώς: Σε εφαρμογή της προληπτικής έρευνας η οποία συνίσταται στην αναζήτηση, στη συλλογή, στην καταγραφή και την επεξεργασία στοιχείων και πληροφοριών στη βάση μιας λογικής υποψίας, ότι κάποιες πράξεις πρόκειται να διαπραχθούν ή έχουν διαπραχθεί, αλλά δεν είναι ακόμα γνωστές και οι οποίες έχουν διαπραχθεί ή θα μπορούσαν να διαπραχθούν στο πλαίσιο μιας εγκληματικής οργάνωσης, όπως αυτή ορίζεται από το νόμο - αυτή που είπαμε δηλαδή προηγουμένως - ή αποτελούν ή θα μπορούσαν να αποτελέσουν αδίκημα ή έγκλημα.

Πέστε μου εσείς τι δε χωράει εδώ μέσα; Αυτός ακριβώς είναι ο νόμος που αφορά τη δραστηριότητα των εγκληματικών οργανώσεων μαζί και αυτών των τρομοκρατικών στο Βέλγιο.

Ενα δεύτερο παράδειγμα, πολύ σύντομα, για να δείτε μέχρι πού φτάνει. Στην Ευρωπαϊκή Ενωση, όπως όλοι γνωρίζετε, η Επιτροπή παραιτήθηκε και παραιτήθηκε για οικονομικές ατασθαλίες. Υπήρξε η δημιουργία μιας υπηρεσίας ερευνών για τις οικονομικές ατασθαλίες και την απάτη, η οποία πρέπει να λειτουργεί με βάση μια διοργανική συμφωνία, πού δηλαδή συμφωνούν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, η Επιτροπή και το Συμβούλιο μεταξύ τους για το πώς πρέπει να λειτουργεί.

Αυτή η υπηρεσία έχει το δικαίωμα να διώκει - φέρνω για παράδειγμα - τους ευρωβουλευτές χωρίς οι ίδιοι να το γνωρίζουν, χωρίς να τους ανακοινώνεται και χωρίς καν να περνάει από τις Εθνικές Αρχές. Εχουν το δικαίωμα να επιβάλλουν στις Εθνικές Αρχές να συνεργαστούν μαζί τους παραβιάζοντας και το ίδιο το Σύνταγμα και την ασυλία έτσι όπως αυτό την καθορίζει.

Και τρίτο και τελευταίο και κλείνω μ' αυτό. Οσοι δεν πείθονται πως η κατεύθυνση είναι η γενική κατεύθυνση που υπάρχει για το χτύπημα του λαϊκού κινήματος στην Ευρώπη και στις υπόλοιπες χώρες, νομίζω πως η Ευρωπαϊκή Ενωση έκανε μία πράξη η οποία το υποδηλώνει και το υπογράφει.

Με τη Συνθήκη του Αμστερνταμ ονομάστηκε ένας κύριος ΚΕΠΑ, ένας υπεύθυνος δηλαδή της Κοινής Εξωτερικής Πολιτικής και Πολιτικής Αμυνας. Ταυτόχρονα, ονομάστηκε, ενσωματώθηκε η Δυτικοευρωπαϊκή Ενωση, δηλαδή ο στρατιωτικός βραχίονας της Ευρωπαϊκής Ενωσης στην Ευρωπαϊκή Ενωση και ανέλαβε κάποιος Γενικός Γραμματέας αυτής της Δυτικοευρωπαϊκής Ενωσης.

Ταυτόχρονα ενσωματώθηκε η Σένγκεν, αυτή η Συμφωνία που λέγαμε πριν, και ανέλαβε κάποιος Γραμματέας, γιατί τα όργανά της είναι πλέον τα όργανα της Ευρωπαϊκής Ενωσης και αυτού του οργανισμού.

Υπάρχει δηλαδή ένας άνθρωπος ο οποίος είναι υπεύθυνος για όλα τα θέματα εσωτερικής και εξωτερικής ασφάλειας στην Ευρωπαϊκή Ενωση. Ο πρώτος άνθρωπος που ανέλαβε αυτή τη θέση και νομίζω ότι είναι σημαδιακό, είναι ο κ.Σολάνα, ο οποίος ανέλαβε να διαφεντεύει τις δικές μας τύχες και των λαών που έχουν σχέση με την Ευρώπη, με βάση αυτά που έκανε εδώ δίπλα, στη Γιουγκοσλαβία.

Γι' αυτά που κατηγορήθηκε - να χρησιμοποιήσω την έκφραση που χρησιμοποίησαν άλλοι - σαν μακελάρης, αλλά πάντως οπωσδήποτε για ένα έγκλημα ενάντια στην ανθρωπότητα».

ΑΓΑΠΙΟΣ ΠΑΠΑΝΕΟΦΥΤΟΥ
Το νομοθετικό πλαίσιο της δίωξης της «τρομοκρατίας»

Παίρνοντας το λόγο ο Αγάπιος Παπανεοφύτου, καθηγητής του Παντείου Πανεπιστημίου, τόνισε τα παρακάτω:

«Βέβαια, οι παρεμβάσεις πολλές φορές ξεπερνούν τις εισηγήσεις και είναι γεγονός ότι κάναμε πανελλήνιο ρεκόρ σήμερα παρεμβάσεων. Αυτό δείχνει, βέβαια, αν μη τι άλλο, ότι υπάρχει πολύ μεγάλο ενδιαφέρον για το ζήτημα και ως εκ τούτου κατανοείται, γιατί δεν εγκαταλείπουμε εύκολα το μικρόφωνο οι παρεμβαίνοντες.

Θα περιοριστώ σε δύο συγκεκριμένα θέματα, που αφορούν το νομοθετικό κείμενο μέσα απ' το οποίο κινείται σήμερα στην Ελλάδα η δίωξη, υποτίθεται, της τρομοκρατίας και γενικότερα του εγκλήματος και αυτά είναι η συνθήκη Σένγκεν, η οποία τέθηκε σε ισχύ στη χώρα μας με τον νόμο 2514/97 και ο πρόσφατος νόμος 2472/97, για την προστασία του ατόμου από την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, που συνδέονται άμεσα και έμμεσα με τις εθνικές και ευρωπαϊκές κατευθυντήριες για την αντιμετώπιση της τρομοκρατίας.

Και αυτό γιατί οι ρυθμίσεις που περιέχουν, συγκροτούν τη θεσμική βάση, μέσω της οποίας αμβλύνονται οι περιορισμοί στη δράση των ελληνικών και ευρωπαϊκών μηχανισμών καταστολής, εις βάρος θεμελιωδών δημοκρατικών δικαιωμάτων, στο όνομα της προστασία της δημόσιας τάξης και ασφάλειας, όπως εξειδικεύεται κατ' εξοχήν με τη μορφή της καταπολέμησης του κοινού και οργανωμένου εγκλήματος και της υποτιθέμενης ανάγκης εξάρθρωσης της τρομοκρατίας.

Λαμβανομένου, μάλιστα, υπόψη ότι η σύμβαση της εφαρμογής της συμφωνίας Σένγκεν έχει προσυπογραφεί απ' όλες σχεδόν τις χώρες - μέλη της Ευρωπαϊκής Ενωσης, όπως φυσικά και από την Ελλάδα, ενώ ο νόμος 2472/97 λειτουργεί στη χώρα μας συμπληρωτικά για την εφαρμογή της, γίνεται αντιληπτό ότι οι διατάξεις τους διαμορφώνουν ένα εθνικό και ευρωπαϊκό σύστημα κανόνων αυξημένης ισχύος και γενικότερης εφαρμογής.

Πιο συγκεκριμένα, η δημόσια τάξη και ασφάλεια προβάλλονται στα παραπάνω νομοθετικά κείμενα, ως θεμελιώδη αντικείμενα προστασίας για τη διαφύλαξη των οποίων επιτρέπεται η χρήση κάθε μορφής αστυνομικών μεθόδων επιτήρησης του ατόμου.

Προσφέρουν, δηλαδή, τη νομιμοποιητική βάση για τη λήψη μέτρων πρόληψης και ελέγχου συμπεριφορών προσώπων και μόνο με το χαρακτηρισμό τους ως υπόπτων για τέλεση εγκλημάτων ή ανάπτυξη τρομοκρατικής δράσης. Διαμορφώθηκε έτσι ένα νομοθετικό πλέγμα μέσων διακρατικής αστυνόμευσης, που υπονομεύει βασικά ατομικά δικαιώματα και συνταγματικές αρχές προστασίας του πολίτη.

Ετσι, με τη Συνθήκη Σένγκεν, προβλέπεται για τη διαφύλαξη της δημόσιας τάξης και ασφάλειας, η δυνατότητα στο άρθρο 5, απαγόρευσης εισόδου στις συμβαλλόμενες χώρες αλλοδαπών. Για τον ίδιο λόγο επιτρέπονται οι κάθε μορφής διασυνοριακοί έλεγχοι στο άρθρο 6, σε πρόσωπα και η υποχρεωτική και άμεση απομάκρυνση αλλοδαπού από τις συμβαλλόμενες χώρες στο άρθρο 23 της συνθήκης, αν αυτό επιβάλλουν λόγοι που ανάγονται στην εθνική ασφάλεια και δημόσια τάξη.

Παράλληλα, και μόνο με την επίκληση ενδείξεων συμμετοχής ή υποψίας συμμετοχής σε αξιόποινες πράξεις, τα αστυνομικά και κάθε κατηγορίας κατασταλτικά όργανα ενός κράτους, αποκτούν το δικαίωμα εισόδου και παρακολούθησης του προσώπου αυτού, σε οποιαδήποτε από τις συμβαλλόμενες χώρες, σύμφωνα με το άρθρο 40.

Επιπλέον, μέσω του συστήματος πληροφοριών Σένγκεν, διασφαλίζεται το ηλεκτρονικό υπερεθνικό φακέλωμα με την καταχώριση δεδομένων και πληροφοριών, που αφορούν ατομικά στοιχεία προσώπων, για την προστασία πάλι της δημόσιας τάξης και ασφάλειας στα άρθρα 92 και 93, ενώ για τον ίδιο πάλι λόγο θεσπίζεται η επονομαζόμενη διακριτική παρακολούθηση προσώπων, ακόμη και αν υπάρχουν ενδείξεις και μόνο για προπαρασκευαστικές ενέργειες που θεωρούνται ότι προετοιμάζουν το έδαφος για την τέλεση αξιόποινων πράξεων σύμφωνα με το άρθρο 49 της σύμβασης».

Υπόδειγμα αντισυνταγματικής νομοθετικής απόκλισης

«Οσον αφορά στον νόμο 2472/97 για την προστασία του ατόμου από την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, που υποτίθεται ότι στοχεύει, όπως και ο τίτλος του ορίζει στη διασφάλιση των πολιτών από την αθέμιτη συλλογή και επεξεργασία πληροφοριών, που ανάγονται στην ιδιωτική τους ζωή, θα αρκεστώ στην επισήμανση των διατάξεων ενός μόνο άρθρου.

Ενός άρθρου που ανοίγει το δρόμο για την πλήρη νομιμοποίηση στην πράξη του πλήρους ηλεκτρονικού φακελώματος όλων μας, ακόμη και με πληροφορίες, που αφορούν τα πλέον απόρρητα και ευαίσθητα στοιχεία της προσωπικότητας και της ιδιωτικής ζωής.

Και να σκεφτεί κανείς ότι η θέσπιση αυτού του νόμου προηγήθηκε της ενεργοποίησης της συμφωνίας Σένγκεν, προκειμένου να περιοριστούν οι πιθανότητες καταχρηστικής εφαρμογής εις βάρος του ατόμου του συστήματος πληροφοριών Σένγκεν.

Αναφέρομαι στο άρθρο 7 του νόμου 2472/97, το οποίο αποτελεί κυριολεκτικά υπόδειγμα αντιδημοκρατικής και αντισυνταγματικής νομοθετικής απόκλισης. Με τις διατάξεις του γίνεται επιτρεπτή η συλλογή και επεξεργασία, πέρα των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και αυτών των δεδομένων που χαρακτηρίζονται ως ευαίσθητα.

Παρενθετικά πρέπει να σημειωθεί ότι ως δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα λογίζονται πληροφορίες που αναφέρονται σε στοιχεία της ταυτότητας ενός ατόμου, όπως το επώνυμο και το όνομά του, τα ιδιαίτερα και αναλλοίωτα φυσικά του χαρακτηριστικά, η ημερομηνία και ο τόπος γέννησής του, το φύλο και η ιθαγένειά του.

Ευαίσθητα δεδομένα, σύμφωνα με τον ορισμό τους στο νόμο 2472/97 αποτελούν τα δεδομένα που αφορούν τη φυλετική ή εθνική προέλευση, τα πολιτικά φρονήματα, τις θρησκευτικές ή πολιτικές πεποιθήσεις, τις φιλοσοφικές πεποιθήσεις, τη συμμετοχή σε ένωση, σωματείο και συνδικαλιστική οργάνωση, την υγεία και ακόμη την ερωτική ζωή.

Ολα αυτά τα ευαίσθητα άκρως προσωπικά και προσδιοριστικά της ατομικής ελευθερίας στοιχεία, μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενα συλλογής και επεξεργασίας, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 7 του νόμου 2472/97, σε 7 περιπτώσεις που προβλέπονται ως εξαιρέσεις από τη γενική απαγόρευση συλλογής τους και που στην πραγματικότητα, όμως, μεταβάλλονται σε κανόνα, λόγω του διευρυμένου αριθμού τους και των λόγων που επιτρέπουν τη συλλογή και επεξεργασία τους.

Για παράδειγμα, τα παραπάνω ευαίσθητα δεδομένα μπορούν να γίνουν αντικείμενα συλλογής και επεξεργασίας, αν αυτό κρίνεται απαραίτητο, για την εξυπηρέτηση των αναγκών της εθνικής ασφάλειας και της εγκληματολογικής πολιτικής και αφορά τη διακρίβωση εγκλημάτων, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο άρθρο 7 παρ. 2, περίπτωση ε.

Και μόνο αυτή η εξαίρεση από την απαγόρευση συλλογής τους, αρκεί, για να φακελωθούν όλοι οι Ελληνες πολίτες και όσοι ξένοι διαμένουν στη χώρα μας και μάλιστα με στοιχεία που ακόμη και σε περιόδους δικτατορίας, όπως αυτής του Μεταξά και της πρόσφατης του Παπαδόπουλου, δεν αποτελούσαν αντικείμενα ενδιαφέροντος των οργάνων ασφαλείας, όπως είναι η ερωτική ζωή, η υγεία και οι θρησκευτικές πεποιθήσεις.

Γιατί, βέβαια, η επίκληση τόσο γενικών, ελαστικών, αόριστων και πολυερμηνευόμενων λόγων, όπως η εξυπηρέτηση των αναγκών της εθνικής ασφάλειας και της εγκληματολογικής πολιτικής, μπορούν να περιλαμβάνουν περιπτώσεις από την επικίνδυνη οδήγηση, τις επαναλαμβανόμενες τροχαίες παραβάσεις, τα συχνά ταξίδια στο εξωτερικό, τις επαφές με τουρίστες και τις συνδικαλιστικές συνεργασίες, με αλλοδαπούς εκπροσώπους εργατικών ενώσεων, μέχρι τις καταλήψεις χώρων, τις εργατικές κινητοποιήσεις κάθε μορφής ή τις κοινωνικές διαμαρτυρίες».

Η περισυλλογή των στοιχείων

«Απομένει, βέβαια, να διερωτηθούμε με ποιους τρόπους θα γίνεται η περισυλλογή αυτών των στοιχείων. Με το χαφιέ της γειτονιάς μας; Αρκεί αυτός για τον έλεγχο της ερωτικής μας ζωής και των θρησκευτικών, ιδεολογικών ή φιλοσοφικών μας πεποιθήσεων; 'Η θα αξιοποιούνται οι σύγχρονες τεχνολογικές δυνατότητες, όπως οι υποκλοπές προσωπικών τηλεφωνικών επικοινωνιών, οι κρυφές κάμερες και οι δορυφορικές λήψεις εικόνων της κρεβατοκάμαράς μας;

Υπάρχει, βέβαια, πάντα ανοιχτό το ενδεχόμενο της καταπολέμησης της ανεργίας, με τη δημιουργίας ενός πολυπληθούς σώματος κρυφών ασφαλιτοχαφιέδων, που θα παρακολουθούν ποιους συναντάμε και με ποιους κάνουμε παρέα, ό,τι γράφουμε, λέμε σε κοινωνικές εκδηλώσεις και σε ημερίδες όπως αυτή ή επιστημονικές συζητήσεις, προς δόξα των αναγκών της εθνικής ασφάλειας και της προστασίας της δημόσιας τάξης.

Είναι προφανές αγαπητές φίλες και φίλοι, ότι η συμφωνία Σένγκεν και οι νόμοι όπως ο παραπάνω, που θεσμοθετούν και νομιμοποιούν τη διαρκή παρακολούθηση και το ολοκληρωμένο φακέλωμα πολιτών και μεταναστών στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ενωσης, δε στοχεύουν στην καταπολέμηση του εγκλήματος και πολύ περισσότερο, δεν αιτιολογούνται στο όνομα των αναγκών εξάρθρωσης της τρομοκρατίας.

Σε τελική ανάλυση, τελευταία όχι μόνο δε βρίσκεται σε έξαρση, αλλά, αντίθετα, τείνει ως κοινωνικό φαινόμενο να εξαφανιστεί. Αυτό που δεν έχει εξαφανιστεί, και ευτυχώς ακόμη, είναι οι κοινωνικοί και εργατικοί αγώνες για ένα καλύτερο μέλλον των λαών της Ευρώπης.

Αυτούς τους αγώνες τους πρωτοπόρους των λαϊκών κινητοποιήσεων και τους μαχητικά συμπορευόμενους μαζί τους, επιδιώκουν να ελέγχουν, να παρακολουθούν και τελικά να εξουδετερώνουν τα σύγχρονα μοντέλα κρατικής αστυνόμευσης και καταστολής που προωθούνται από τους φορείς και διαχειριστές της πολιτικής εξουσίας στις χώρες της Ευρώπης. Ευχαριστώ».



Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ