Κυριακή 24 Νοέμβρη 2002
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Εργαλείο κλιμάκωσης της αντιλαϊκής πολιτικής

Ο προϋπολογισμός που κατέθεσε την προηγούμενη Τρίτη στη Βουλή ο υπουργός Οικονομίας μπορεί να μην περιλάμβανε εκπλήξεις, είναι όμως χαρακτηριστικός για την ωμότητα με την οποία η κυβέρνηση Σημίτη προσπαθεί να φέρει σε πέρας την αποστολή που έχει αναλάβει έναντι του κεφαλαίου και των πολυεθνικών. Ο κρατικός προϋπολογισμός για το 2003 δεν είναι μόνο και απλά ένας προϋπολογισμός λιτότητας για τους εργαζόμενους και νέων παροχών προς την ολιγαρχία. Είναι ένας προϋπολογισμός, που αυτά του τα χαρακτηριστικά τα ομολογούν και οι ίδιοι οι κυβερνώντες. Είναι, όπως είπε προσωπικά ο πρωθυπουργός, «σφικτής δημοσιονομικής πολιτικής», ενώ ο επί της Οικονομίας υπουργός του εξήγησε ότι η κυβέρνηση στοχεύει στη «συγκράτηση και τον έλεγχο των δαπανών», στη «δραστική αποκλιμάκωση του δημόσιου χρέους» και στη δημιουργία πλεονασμάτων.

Στην πραγματικότητα και όπως αποδεικνύει σήμερα ο «Ρ», ο προϋπολογισμός για το 2003 είναι ένας προϋπολογισμός λιτότητας για τους πολλούς και νέων προνομίων για τους εκπροσώπους της ολιγαρχίας. Ενα εργαλείο ακόμα πιο αντιλαϊκής αναδιανομής των κρατικών πόρων, που προβλέπει περισσότερους φόρους για τα λαϊκά στρώματα, καθήλωση των κονδυλίων κοινωνικού χαρακτήρα, μείωση των δαπανών συνολικά σε σχέση με το ΑΕΠ, παραπέρα ξεπούλημα της δημόσιας περιουσίας κ.ο.κ.

Το σύνολο των κονδυλίων που θα διαχειριστεί η κυβέρνηση είναι, όπως φαίνεται και στον σχετικό πίνακα, 69,9 δισεκατομμύρια ευρώ, από τα οποία τα 8,9 αφορούν το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων και στην ουσία αποτελούν κονδύλια που με τον έναν ή τον άλλο τρόπο θα μετατραπούν σε... αναθέσεις έργων προς διάφορους επιχειρηματικούς ομίλους. Ακόμα 31 δισ. αποτελούν τοκοχρεολυτικές δόσεις, ενώ αν προσθέσει κανείς και τα κονδύλια που θα δαπανηθούν για τις στρατιωτικές δαπάνες και τη συντήρηση των μηχανισμών καταστολής, ο καθένας καταλαβαίνει πώς η κυβέρνηση... κατάφερε τα ποσά που μένουν να μη φτάνουν για τη χρηματοδότηση ευαίσθητων και σημαντικών τομέων, είτε λόγος γίνεται για τα εισοδήματα των εργαζομένων, είτε για τη χρηματοδότηση της Παιδείας, της Υγείας, της Κοινωνικής Ασφάλισης κ.ο.κ.

ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Αναδιανομή σε όφελος της πλουτοκρατίας

Στην τελευταία 3ετία, που η κερδοφορία των επιχειρήσεων αυξήθηκε, παρατηρείται μείωση του φόρου για τις μεγάλες επιχειρήσεις κατά 12%, ενώ αυξήθηκαν 27% οι φόροι στους εργαζόμενους και συνταξιούχους, παρά τη μείωση των εισοδημάτων τους

Αναδιανεμητική σε όφελος του μεγάλου κεφαλαίου, της πλουτοκρατίας γενικότερα, και των διαφόρων αετονύχηδων είναι η φορολογική πολιτική που σκοπεύει να ακολουθήσει η κυβέρνηση για το 2003. Στην αντίπερα όχθη βρίσκονται οι μισθωτοί, ΕΒΕ και συνταξιούχοι, τα φτωχά λαϊκά στρώματα, που καλούνται, όπως και τα προηγούμενα χρόνια, να αναπληρώσουν και με το παραπάνω τις φοροελαφρύνσεις και άλλες «διευκολύνσεις» που χαρίζονται στο μεγάλο κεφάλαιο. Αυτή η συγκεκριμένη αντιλαϊκή και βαθιά ταξική πολιτική διαπερνά το σύνολο της φορολογικής πολιτικής. Προκύπτει σαφέστατα ακόμη και από τα «μαγειρεμένα στοιχεία» του νέου και των προηγούμενων προϋπολογισμών τους: Κυνικά και απροκάλυπτα ομολογούν ότι χρόνο με το χρόνο οι μεγάλες επιχειρήσεις, παρά την αύξηση της κερδοφορίας τους, πληρώνουν ολοένα και λιγότερους φόρους.

Τα επίσημα στοιχεία από τους κρατικούς προϋπολογισμούς της τελευταίας 3ετίας 2001-2003, είναι ιδιαίτερα αποκαλυπτικά για τον αντιλαϊκό και φορομπηχτικό για τα πλατιά λαϊκά στρώματα της φορολογικής πολιτικής. Τα στοιχεία αυτά μάς πληροφορούν, μεταξύ άλλων, ότι η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ:

  • Προϋπολογίζει να εισπράξει το 2003 από τα νομικά πρόσωπα (σ.σ. δηλαδή τη φορολογία των κερδών των επιχειρήσεων) φόρο εισοδήματος 4,5 δισ. ευρώ. Με δεδομένο ότι το 2001 ο φόρος εισοδήματος από την ίδια πηγή ήταν 5,1 δισ. ευρώ, έχουμε μια γενναία μείωση της φορολογίας των κερδών κατά 600 εκατ. ευρώ ήτοι μια... επίσημη «έκπτωση» της τάξης του 12%.
  • Προϋπολογίζει να εισπράξει από τα φυσικά πρόσωπα (τη μερίδα του λέοντος την πληρώνουν οι μισθωτοί και συνταξιούχοι) φόρο εισοδήματος για το 2003 συνολικού ύψους 7 δισ. ευρώ. Με δεδομένο ότι το 2001 ο φόρος εισοδήματος, που είχε εισπραχθεί από την ίδια πηγή ήταν 5,5 δισ.ευρώ, προκύπτει μια αύξηση κατά 2,5 εκατ. ευρώ ή 27%.

Η πραγματικότητα, όμως, είναι πολύ χειρότερη για τα εργαζόμενα νοικοκυριά, τους συνταξιούχους και τους ΕΒΕ και αντίστοιχα πολύ καλύτερη για το μεγάλο κεφάλαιο. Με τα δικά τους πάντα «νούμερα» προκύπτουν τα εξής:

  • Τα νομικά πρόσωπα πλήρωσαν για το 2002 φόρο 4,3 δισ. ευρώ αντί για τα 4,58 δισ. που προβλεπόταν στον προϋπολογισμό της ίδιας χρονιάς. Με δυο λόγια για κάθε ευρώ που τους αναλογούσε πλήρωσαν 94 λεπτά (επιπλέον έκπτωση 6%).
  • Στην αντίπερα όχθη βρίσκονται και πάλι οι εργαζόμενοι και συνταξιούχοι. Για φέτος (2002) αναλογούσε φόρος, με βάση τον προϋπολογισμό, 6,46 δισ. ευρώ. Στην πραγματικότητα πλήρωσαν 6,65 δισ. ευρώ, δηλαδή υπάρχει και ένα πρόσθετο χαράτσι 2,8%.

Τα ψέματα και οι αλχημείες της κυβέρνησης, στην προσπάθειά της να εξαπατήσει τα λαϊκά στρώματα, δεν έχουν τελειωμό:

Με το νέο προϋπολογισμό (2003) που κατέθεσαν στη Βουλή ισχυρίζονται ότι από τα νομικά πρόσωπα θα εισπράξουν (;) φόρο 4,5 δισ. ευρώ, ποσό χαμηλότερο ακόμη και από αυτά που υπολόγιζαν για φέτος. Η κυβέρνηση συνυπολογίζοντας τη φετινή «έκπτωση» ισχυρίζεται ότι θα υπάρξει... αύξηση 4,8%. Με τους μισθωτούς και συνταξιούχους κάνουν το ακριβώς αντίθετο: Παραβλέπουν το φετινό, πάνω από τον προϋπολογισμό, χαράτσι και ισχυρίζονται ότι η αύξηση είναι 5,2% (ποσοστό έτσι κι αλλιώς πολύ ψηλό). Εάν συγκριθούν όμοια πράγματα και όχι τα ανόμοια, όπως επιχειρεί η κυβέρνηση, τότε προκύπτει ότι τα εργαζόμενα νοικοκυριά και οι συνταξιούχοι θα έχουν για το 2003, συγκριτικά με το 2002 αύξηση φόρου 8,2%.

Οι μικροβιοτέχνες, μικρέμποροι και επαγγελματίες από ό,τι μαρτυρούν τα στοιχεία του νέου προϋπολογισμού θα συνεχίσουν να είναι αντικείμενο εκτεταμένης και ακόμη μεγαλύτερης φορολογικής εκμετάλλευσης. H κυβέρνηση ομολογεί κυνικά και απροκάλυπτα ότι στον προϋπολογισμό που είχε καταθέσει πέρσι (για το 2002) απέκρυπτε τη σχεδιαζόμενη φορολογική εξουθένωση των ΕΒΕ, που ξεδίπλωσαν μερικούς μήνες αργότερα με την κατάπτυστη ρύθμιση της συνάφειας για την 3ετία 1999-2001 και το «κλείσιμο» των λεγόμενων ανέλεγκτων υποθέσεων της 6ετίας 1993-1998. Με τις κατάπτυστες αυτές ρυθμίσεις αναπλήρωσαν την «υστέρηση» του φόρου από το μεγάλο κεφάλαιο και εμφανίζουν περισσότερα φορολογικά έσοδα ακόμη και από αυτά που είχαν προβλέψει! Για το 2003 σχεδιάζουν να εντείνουν την αφαίμαξη των ΕΒΕ καθώς το κονδύλι «άμεσοι φόροι παρελθόντων οικονομικών ετών» φτάνει σε 1,475 δισ. ευρώ (από 1,365 δισ. φέτος) θα είναι δηλαδή αυξημένο σε ποσοστό 8,1%!

Φορομπήχτες με ...πατέντα

Η σχεδιαζόμενη αντιλαϊκή φορολογική πολιτική προκύπτει και από το γεγονός ότι τα έσοδα από τον ΦΠΑ (που πληρώνεται από την καταναλωτική δαπάνη των λαϊκών εισοδημάτων) προβλέπεται να αυξηθούν το 2003 στο 8,2%. Ποσοστό πολύ πάνω από την αύξηση (7%) του ονομαστικού ΑΕΠ και σχεδόν διπλάσια από το ρυθμό αύξησης των φόρων που ισχυρίζονται ότι θα πάρουν από τις μεγάλες επιχειρήσεις.

Με βάση το νέο τακτικό προϋπολογισμό, τα φορολογικά έσοδα για το 2003 θα φτάσουν σε 37,5 δισ. ευρώ (αύξηση 5,4%) με τη μερίδα του λέοντος να προέρχεται από την υπερφορολόγηση των λαϊκών εισοδημάτων. Οι κάθε είδους έμμεσοι φόροι θα αυξηθούν 5,8%, έναντι αύξησης 4,9% που εμφανίζει η άμεση φορολογία. Δηλαδή και από την αναλογία των έμμεσων με τους άμεσους φόρους προκύπτει ότι το 2003 θα ενταθεί η φορολογική αδικία σε βάρος των λαϊκών εισοδημάτων. Την ίδια ώρα, η κυβέρνηση ετοιμάζεται να ξεπουλήσει στους αετονύχηδες του ιδιωτικού κεφαλαίου και νέα φιλέτα κρατικών επιχειρήσεων. Από τις λεγόμενες αποκρατικοποιήσεις θα εισπράξουν 3 δισ. ευρώ (από περίπου 2,5 δισ. φέτος). Τα κάθε είδους καθαρά κρατικά έσοδα (φορολογικά και μη) θα φτάσουν το 2003 σε 38,9 δισ. ευρώ ή σε 26% του ΑΕΠ.

Η εισπρακτική πολιτική της κυβέρνησης επιμερίζεται στα εξής:

Από τους άμεσους φόρους: Συνολικά 15,5 δισ. ευρώ (αύξηση 4,9%). Από το ποσό αυτό τα 7 δισ. ευρώ θα προέλθουν από τα φυσικά πρόσωπα (εργαζόμενους, συνταξιούχους), που θα πληρώσουν 5,2% περισσότερους φόρους σε σύγκριση με το 2002. Τα νομικά πρόσωπα θα πληρώσουν (;) 4,5 δισ. ευρώ. Από τους έμμεσους φόρους: 22 δισ. ευρώ (αύξηση 5,8%). Κύρια πηγή είναι ο ΦΠΑ που θα αυξηθεί 8,2% σε 12,75 δισ. ευρώ, ενώ η αύξηση σε ποσοστό 8,4% του ΦΠΑ πάνω στον καπνό προϊδεάζει για τις νέες ανατιμήσεις που αποφάσισαν...


Ανδρεάς ΣΑΚΑΡΕΛΟΣ

ΚΡΑΤΙΚΕΣ ΔΑΠΑΝΕΣ
Το 57% στις τράπεζες και στις πολυεθνικές

Μεγαλώνει το ποσοστό των δαπανών του προϋπολογισμού που κατευθύνεται στους εκπροσώπους της ολιγαρχίας

Στους πιστωτές του δημοσίου - κυρίως τράπεζες - και στις επενδύσεις υποδομών (Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων), οι οποίες, όλο και περισσότερο, ελέγχονται από το ιδιωτικό κεφάλαιο, καταλήγει το μεγαλύτερο μέρος των δαπανών του νέου προϋπολογισμού. Πρόκειται, δηλαδή, για έναν προϋπολογισμό με έντονο φιλομονοπωλιακό προσανατολισμό, καθώς κολοσσιαία, για τα επίπεδα της ελληνικής οικονομίας, κεφάλαια θα οδεύσουν και το 2003 στα ταμεία των τραπεζών και άλλων εταιριών, κυρίως κατασκευαστικών που λυμαίνονται τα δημόσια έργα. Αντίθετα, μειοψηφία αποτελούν οι δαπάνες που έχουν σχέση με τις τρέχουσες λειτουργίες του κράτους (μισθοί, συντάξεις, επιχορηγήσεις, λειτουργικές δαπάνες κλπ.).

Από την ακτινογραφία των δαπανών του νέου προϋπολογισμού προκύπτει η ακόλουθη εικόνα: Το συνολικό ύψος των κρατικών δαπανών, μαζί με τα χρεολύσια του δημόσιου χρέους, ανέρχεται στα 69.929 εκατ. ευρώ, ποσό το οποίο αντιστοιχεί στο 46,30% του ΑΕΠ, που για την επόμενη χροιά αναμένεται να διαμορφωθεί στα 150 δισ. ευρώ. Αναλυτικότερα:

  • Οι δαπάνες για την εξυπηρέτηση του δημόσιου χρέους προβλέπεται να ανέλθουν στα 31.026 εκατ. ευρώ: 9.400 εκατ. ευρώ για την πληρωμή τόκων και 21.626 εκατ. ευρώ για την αποπληρωμή χρεολυσίων. Το ποσό αυτό αντιστοιχεί στο 44,4% των συνολικών δαπανών.
  • Οι δαπάνες για την εκτέλεση του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων (ΠΔΕ) προβλέπεται να ανέλθουν στα 8.918 εκατ. ευρώ ή στο 12,8% του συνολικού ύψους των δαπανών.
  • Οι τρέχουσες (ονομαζόμενες και πρωτογενείς) δαπάνες που αφορούν σε μισθούς, συντάξεις, επιχορηγήσεις, λειτουργικά έξοδα κλπ., προβλέπεται να ανέλθουν στα 29.985 εκατ. ευρώ, ή στο 42,88% των συνολικών δαπανών. Ειδικότερα, οι δαπάνες για πάσης φύσεως αποδοχές προβλέπεται να ανέλθουν στα 17.587 εκατ. ευρώ ή στο 25,14% του συνόλου των δαπανών. Οι δημόσιοι υπάλληλοι θα πρέπει να βολευτούν τον επόμενο χρόνο με ονομαστικές αυξήσεις μισθών μόλις 2,5%, τη στιγμή που ο πληθωρισμός θα «τρέχει» γρηγορότερα από 3%.

Από τα στοιχεία αυτά προκύπτει ότι το 57,1% των συνολικών δαπανών, αυτές που αφορούν στην εξυπηρέτηση του δημόσιου χρέους και στην εκτέλεση των επενδύσεων του ΠΔΕ, θα κατευθυνθούν, άμεσα ή έμμεσα, σε διάφορες μερίδες του κεφαλαίου και μόνον το 42,9% θα διατεθούν για τη λειτουργία της κρατικής μηχανής.

Με τα δεδομένα αυτά και μέσα στα αυστηρά πλαίσια του Προγράμματος Σταθερότητας στα οποία κινείται και ο νέος προϋπολογισμός, οι δαπάνες των υπουργείων κοινωνικού χαρακτήρα κινούνται στα όρια της ασφυξίας. Ο προϋπολογισμός δαπανών των υπουργείων συντάχθηκε στη λογική της κάλυψης των δαπανών μισθοδοσίας και όλα τα υπόλοιπα στον Καιάδα. Ετσι, με πρόβλεψη για ονομαστική αύξηση του ΑΕΠ 7% και ρυθμού αύξησης του πληθωρισμού (εκτιμήσεις διεθνών οργανισμών) υψηλότερο του 3%, οι δαπάνες του υπουργείου Παιδείας προβλέπεται να αυξηθούν κατά 6% έναντι αύξησης 9,5% το 2002. Στην ίδια ρότα, οι δαπάνες του Υπουργείου Υγείας-Πρόνοιας προβλέπεται να αυξηθούν κατά 6,7%, έναντι ρυθμού αύξησης 11,1% το 2002. Για το υπουργείο Γεωργίας προβλέπεται αύξηση δαπανών 6,3%, έναντι 9,8% το 2002, ενώ για τις Επιδοτήσεις Γεωργίας προβλέπονται αυξήσεις 6,8% έναντι 22,8% το προηγούμενο έτος. Η κατά 18,9% αύξηση των δαπανών του υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων - έναντι αύξησης 8,8% το 2002 - οφείλεται στη χρηματοδότηση του ΙΚΑ με 1.373 εκατ. ευρώ, σύμφωνα με το κυβερνητικό σχεδιασμό μακροπρόθεσμης χρηματοδότησης του Ιδρύματος. Στο υπουργείο Πολιτισμού προβλέπονται αυξήσεις μόλις 4,4% έναντι 12,6% το 2002, ενώ μια σχετική βελτίωση του ύψους των δαπανών κατά 9,8% - έναντι 6,8% - προβλέπεται για το υπουργείο Εμπορικής Ναυτιλίας. Για το υπουργείο Δικαιοσύνης προβλέπονται αυξήσεις μόλις 2,5%, έναντι 8,7%, για το Μεταφορών-Επικοινωνιών 2,8%, για το Εξωτερικών 5,3%, για το υπουργείο Τύπου 1,8%, για το υπουργείο Αιγαίου 5,4% και γενικώς ένδεια... Συνολικά οι πρωτογενείς δαπάνες προβλέπεται να αυξηθούν ονομαστικά μόνον κατά 6%, έναντι 8,4% φέτος. Πρόκειται για έναν ιδιαίτερα σκληρό και αντιλαϊκό προϋπολογισμό στο σκέλος των κοινωνικών δαπανών, οι οποίες μπαίνουν σε νέα περίοδο αυστηρής «δίαιτας».

Δαπάνες Ασφάλισης - Περίθαλψης

Η ίδια εικόνα της σκληρής λιτότητας εμφανίζεται στις επιχορηγήσεις των ασφαλιστικών ταμείων. Με εξαίρεση το ΙΚΑ, οι δαπάνες του οποίου αυξάνονται κατά 82,3% (για τους λόγους που αναφέρθηκαν), η επιχορήγηση προς τον ΟΓΑ προβλέπεται να αυξηθεί κατά 5,6%, έναντι 9%, τα επιδόματα πολυτέκνων κατά 1,9% έναντι 14,8%, προς το ΤΕΒΕ κατά 4,1% έναντι 14,3%, ενώ η επιχορήγηση προς το ΝΑΤ προβλέπεται να αυξηθεί κατά 9,7% έναντι 3,8% φέτος. Αυξημένο κατά 17,5% είναι το κονδύλι για το ΕΚΑΣ (πλην συνταξιούχων δημοσίου), όπου, σύμφωνα με πληροφορίες, η κυβέρνηση θα ενισχύσει με ένα ακόμα πεντοχίλιαρο τους χαμηλά αμειβόμενους... Τέλος, το κονδύλι που προορίζεται για να καλυφθούν οι δαπάνες περίθαλψης των ασφαλισμένων του δημοσίου προβλέπεται να είναι αυξημένο κατά 7,7% έναντι 6,3% φέτος.

Επιχορηγήσεις φορέων

Εκεί όμως που ο πέλεκυς των περικοπών πέφτει αλύπητα είναι στους επιχορηγούμενους φορείς, όπου αξίζει να σημειωθεί πως για πρώτη φορά ο σχετικός πίνακας δε συντάχθηκε κατά όνομα επιχορηγούμενου φορέα, αλλά κατά ομάδες ομοειδών φορέων. Το σχετικό συνολικό κονδύλι προβλέπεται μειωμένο κατά 2,3%, κάτι που μεταφράζεται σε μείωση κατά 1,7% των δαπανών στους Οργανισμούς και στα Ιδρύματα Υγείας. Οι δαπάνες στους Οργανισμούς και στα Ιδρύματα Πρόνοιας, καθώς και στα Επιστημονικά και Ερευνητικά Ιδρύματα «παγώνουν» στα φετινά επίπεδα. Μειωμένες κατά 3,8% εμφανίζονται οι δαπάνες στα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα και κατά 0,7% στις Σχολές και Οργανισμούς Εκπαίδευσης και Επιμόρφωσης. Οι επιχορηγήσεις των συγκοινωνιακών φορέων προβλέπεται να αυξηθούν κατά 1,7%, των λοιπών φορέων μειώνονται απόλυτα κατά 7,6%, ενώ οι εισοδηματικές ενισχύσεις μειώνονται δραστικά κατά 23,4%. Γενικώς το σχετικό εδάφιο ξεχειλίζει από την ...κοινωνική ευαισθησία της, κραδαίνουσας τη σπάθη των περικοπών, κυβέρνησης για τα εκατοντάδες ή και χιλιάδες ιδρύματα Πρόνοιας, Παιδείας, Υγείας, πολιτιστικούς φορείς κλπ.

Μεγαλώνουν τα ελλείμματα

Σύμφωνα με τα σχετικά στοιχεία, το συνολικό έλλειμμα του προϋπολογισμού το 2003 προβλέπεται να ανέλθει στα 26.929 εκατ. ευρώ, το οποίο αναλύεται σε τρέχον έλλειμμα 5.303 εκατ. ευρώ (κυρίως λόγω του δανεισμού για την κάλυψη των δαπανών του ΠΔΕ) και σε 21.626 εκατ. ευρώ για την αποπληρωμή χρεολυσίων. Αντίθετα, η πληρωμή τόκων καλύπτεται από τις τρέχουσες εισπράξεις. Από το συνολικό αυτό έλλειμμα τα 2.000 προβλέπεται να καλυφθούν με εξωτερικό δανεισμό και τα 24.929 εκατ. ευρώ από εσωτερικό δανεισμό.

Τέλος, το πολιτικό προσωπικό του δημοσίου(στοιχεία 30/6/02) ανέρχεται σε 254.588 τακτικούς υπαλλήλους και σε 21.000 έκτακτους, έναντι 244.363 τακτικών και 9.560 έκτακτων το αντίστοιχο διάστημα του 2001. Το προσωπικό των νοσηλευτικών ιδρυμάτων αποτελείται από 79.575 τακτικούς και 12.126 έκτακτους υπαλλήλους, ενώ το προσωπικό των Σωμάτων Ασφάλειας αριθμεί 61.175 τακτικούς και 6.405 έκτακτους υπαλλήλους.


Θανάσης ΚΑΝΙΑΡΗΣ

ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗ
Μειώνονται οι πόροι για ν' αυξηθούν οι φόροι!

Σε εξευτελιστικά επίπεδα κυμαίνονται τα ποσά που προϋπολογίζονται να δοθούν στην Αυτοδιοίκηση το 2003. Κατά την προσφιλή της τακτική, η κυβέρνηση συνεχίζει την παρακράτηση πόρων που δικαιούται ο θεσμός, στο πλαίσιο της πολιτικής της να λειτουργήσουν οι δήμοι με ίδια έσοδα. Τη βούληση αυτή, άλλωστε, έκανε σαφή ο αρμόδιος υπουργός Εσωτερικών Κ. Σκανδαλίδης, ο οποίος στις αρχές τις βδομάδας - οπότε και παρουσίασε το σχέδιο για το νέο κώδικα Τοπικής Αυτοδιοίκησης (ΤΑ) - ξεκαθάρισε ότι οδεύουμε στη μείωση της κρατικής επιχορήγησης. Συγκεκριμένα, οι Κεντρικοί Αυτοτελείς Πόροι (ΚΑΠ) (υπολογίζονται με βάση συγκεκριμένα ποσοστά επί των κρατικών φόρων) που αποδίδονται στην ΤΑ, θα μειωθούν ανάλογα με τη φοροδοτική ικανότητα των δήμων. Την εξέλιξη αυτή, είναι σαφές ότι θα πληρώσουν οι δημότες, με νέα φορολογία για υπηρεσίες που έχουν ήδη πληρώσει μέσα από τη φορολογία του εισοδήματός τους.

Στο πλαίσιο αυτό, το 2003 συνοδεύεται από δραστικές μειώσεις σε ποσά που λαμβάνουν οι δήμοι, ενώ η Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση (ΝΑ) παραμένει καταδικασμένη στο ρόλο της κατανομής προνοιακών επιδομάτων και κάλυψης λειτουργικών δαπανών ιδρυμάτων, σαφώς μειωμένων.

Χαρακτηριστικό είναι ότι η ΝΑ θα διαχειριστεί μόλις το 0,69% του συνόλου του κρατικού προϋπολογισμού. Με βάση τους κωδικούς του κρατικού προϋπολογισμού, η ΝΑ έπρεπε να εισπράξει από τους ΚΑΠ 482,95 εκατομμύρια ευρώ, αλλά τελικά θα εισπράξει 412 εκατομμύρια ευρώ, όσα έλαβε και το 2000, γιατί έτσι αποφάσισε η κυβέρνηση. Με το «καλημέρα», δηλαδή, του νέου έτους, οι ΚΑΠ περικόπτονται κατά 70,95 εκατομμύρια ευρώ. Ενδεικτική της «προνοιακής» πολιτικής της κυβέρνησης, είναι η πορεία των επιχορηγήσεων προς τις ΝΑ, οι οποίες χρησιμοποιούνται για την κάλυψη κρατικών υποχρεώσεων - όπως βοηθήματα υγειονομικής περίθαλψης, δαπάνες μισθοδοσίας προσωπικού και λειτουργίας διαφόρων προνοιακών ιδρυμάτων κλπ. Συγκεκριμένα, ανέρχονται σε 203,9 εκατομμύρια ευρώ, μειωμένες κατά 12,4% σε σχέση με πέρσι. Συνολικά (ΚΑΠ και επιχορηγήσεις), η ΝΑ προϋπολογίζεται να λάβει 615,9 εκατομμύρια ευρώ.

Σε παρόμοια εξευτελιστικά επίπεδα κινούνται και οι ΚΑΠ προς την ΤΑ, η οποία εισπράττει μόλις το 2,74% επί του συνόλου του κρατικού προϋπολογισμού. Αν αφαιρέσουμε τα κονδύλια που διοχετεύονται προς το ειδικό Πρόγραμμα Τοπικής Αυτοδιοίκησης (ΕΠΤΑ) για την ενίσχυση των «Καποδιστριακών» δήμων - ενίσχυση που παρέχουν οι ίδιοι οι δήμοι, μέσω ΚΑΠ, αφού τα υπόλοιπα υπουργεία αρνούνται να παρέχουν τα κονδύλια που υποχρεούνται - το ποσοστό αυτό μειώνεται στο 2,42%. Για το 2002 το αντίστοιχο ποσοστό είναι 2,5%.

Συνολικά η ΤΑ προϋπολογίζεται να λάβει 1.660,5 εκατομμύρια ευρώ. Οι ΚΑΠ προϋπολογίζονται σε 1.406 εκατομμύρια ευρώ, ενώ η παρακράτησή τους, από το 1990 μέχρι και σήμερα, φτάνει στο υπέρογκο ποσό των περίπου 2,3 τρισ. δραχμών (7.004,02 εκατομμύρια ευρώ).


Χριστίνα ΔΙΑΜΑΝΤΗ

Θηλιά θανάτου σε υγεία και πρόνοια

Περισσεύουν πια τα αρνητικά πρόσημα καθώς επιχειρούνται βίαιες ανατροπές σε βάρος των εργαζομένων αλλά και των παροχών

Οι μέχρι τώρα άγριες περικοπές αλλά και οι μελλούμενες που θα συνοδεύονται με μεγάλες ανατροπές στους τομείς της υγείας και της πρόνοιας δεν κρύβονται πια και εκφράζονται με αρνητικά πρόσημα στον προϋπολογισμό.

Η συρρίκνωση - παρά τους κομπασμούς της κυβέρνησης για την ενίσχυση του λεγόμενου «κοινωνικού κράτους» - είναι πια εμφανής και στην πίτα του προϋπολογισμού: Ετσι οι δαπάνες της υγείας και της πρόνοιας παρουσιάζουν πτωτική τάση (από 3,48% σε 3,4% της υγείας και της πρόνοιας από 0,84% σε 0,8%). Η αποδυνάμωση των δημόσιων μονάδων υγείας και πρόνοιας αποτυπώνεται και στο πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων του υπουργείου Υγείας. Παρ' ότι εμφανίζει μια αύξηση της τάξης 9,6% (από 252,384 εκατ. ευρώ το 2002 σε 280 εκατ. ευρώ το 2003) εντούτοις όμως οι αποκλίσεις μεταξύ προϋπολογισμένων κονδυλίων και εκείνων που τελικά διατέθηκαν είναι μειωμένες από 20-35% την τελευταία δεκαπενταετία. Μάλιστα απ' ό,τι φαίνεται δεν υπάρχουν εγγραφές κονδυλίων ούτε για τις συμφωνηθείσες υποδομές - όπως στο ΕΚΑΒ - για τους Ολυμπιακούς Αγώνες.

Οι δαπάνες του τομέα υγείας-πρόνοιας είναι 3.881 εκατ. ευρώ έναντι 4.093 εκατ. ευρώ το 2002 (αύξηση 5,5%). Τα κονδύλια των κεντρικών υπηρεσιών του υπουργείου Υγείας για τον τομέα της υγείας είναι 3.131 εκατ. ευρώ (έναντι 2.298,9 εκατ. ευρώ το 2002) και για την πρόνοια 564,637 εκατ. ευρώ (έναντι 555,637 εκατ. ευρώ το 2002).

Σφαγή στην περιφέρεια


Η μεγάλη σφαγή γίνεται στην περιφέρεια καθώς η επιχορήγηση των Νομαρχιακών Αυτοδιοικήσεων για την υγεία μειώθηκε κατά 98,5%! (από 696,1 σε 9,8 εκατ. ευρώ) ενώ για την Πρόνοια αυξήθηκε κατά 6,7% (από 122,1 σε 131 εκατ. ευρώ). Συνολικά οι επιχορηγήσεις προς τους οργανισμούς και τα ιδρύματα υγείας μειώθηκαν 1,2%, ενώ οι επιχορηγήσεις για τα ιδρύματα πρόνοιας έμειναν στάσιμες.

Η επιχορήγηση του ΕΚΑΒ για δαπάνες λειτουργίας είναι μειωμένη κατά 18% ενώ η επιχορήγηση για τις διακομιδές είναι αυξημένη μόνο κατά 12,1%, όταν ήρθε στην επιφάνεια πως το ΕΚΑΒ χρωστά 2.211.467 ευρώ προς την ιταλική εταιρία που έχει αναλάβει τις πτήσεις. Μάλιστα δεν περιέχει ούτε ένα ευρώ στον κωδικό του ΕΚΑΒ για λειτουργικές δαπάνες, όσον αφορά τους Ολυμπιακούς αγώνες.

Τα νοσοκομεία στραγγαλίζονται στην κυριολεξία καθώς μειώνεται η επιχορήγηση στο ένα τρίτο για τις λειτουργικές δαπάνες (σε 10.342.000 εκατ. ευρώ από 29.500.000 το 2002). Ακόμα υπάρχει μείωση των κονδυλίων των κεντρικών υπηρεσιών για τη μισθοδοσία προσωπικού των ιδρυμάτων υγείας κατά 11,48%.

Το κονδύλι για τις εφημερίες αυξήθηκε σε 258 εκατ. ευρώ από 253 εκατ. ευρώ.

Επιγραμματικά υπάρχουν τα εξής στοιχεία στον προϋπολογισμό;

  • Μειώνεται η επιχορήγηση προς το Κέντρο Βρεφών η «Μητέρα» κατά 0,10% (ενώ προς το ΠΙΚΠΑ αυξάνεται κατά 2% και προς το Ιδρυμα Βρεφονηπιακών Σταθμών κατά 1,7%).
  • Μειώνονται κατά 39% οι επιχορηγήσεις προς τους λοιπούς οργανισμούς πρόνοιας.
  • Μειώνονται κατά 71,4% τα βοηθήματα και τα επιδόματα κοινωνικής πρόνοιας και τα επιδόματα των πολυτέκνων κατά 0,04%!
  • Η επιχορήγηση για σκοπούς κοινωνικής αντίληψης από καθαρό ποσό του Ειδικού λαχείου κατά 12,5%.
  • Μειώνονται κατά 40% τα βοηθήματα στους νεφροπαθείς και μηδενίζονται τα κονδύλια για τα βοηθήματα σε οικονομικά αδύνατους για νοσηλεία στο εξωτερικό.
  • Ενώ η κυβέρνηση υπόσχεται παρεμβάσεις για τη δημόσια υγεία εντούτοις οι δαπάνες όπως για το ΕΪΤΖ μειώνονται κατά 1.000 ευρώ.

Στάσιμη παραμένει η επιχορήγηση προς τα Ιδρύματα και τις εταιρίες προστασίας ανηλίκων και ενηλίκων.


Γ. Μ.

ΧΡΗΜΑΤΟΔΟΤΗΣΗ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ
Εξασφαλίστηκαν... φθίνοντες ρυθμοί

«Οι κρατικές επιχορηγήσεις (σ.σ. των οργανισμών Κοινωνικής Ασφάλισης) αυξάνουν χρόνο με το χρόνο, αλλά με φθίνοντα ρυθμό»..! Με τον τρόπο αυτό, στην Εισηγητική Εκθεση διατυπώνεται η αξιολόγηση που κάνει η κυβέρνηση για τις επιχορηγήσεις στα ασφαλιστικά ταμεία και τη συμμετοχή του κράτους στη χρηματοδότηση του Συστήματος Κοινωνικής Ασφάλισης (ΣΚΑ). Οι ίδιοι, δηλαδή, ομολογούν ότι οι ρυθμοί χρηματοδότησης μειώνονται. Αντίθετα την ίδια στιγμή διαπιστώνουν αύξηση των εσόδων των ταμείων και μάλιστα κατά 13,57%, η οποία αποδίδεται «στις προσαρμογές του ασφαλιστικού συστήματος» και βασικά στην ψήφιση του αντιασφαλιστικού νόμου.

Το πρώτο λοιπόν συμπέρασμα που βγαίνει αβίαστα είναι ότι μέσα από τον συγκεκριμένο προϋπολογισμό, αλλά και την ψήφιση του αντιασφαλιστικού τερατουργήματος, η κυβέρνηση εξασφαλίζει τη μείωση των κρατικών επιχορηγήσεων και αντίστροφα, την αύξηση των εισφορών των εργαζομένων, με την ταυτόχρονη καθήλωση των συντάξεων και το πετσόκομμα παροχών που δίνουν τα ταμεία.

Το ύψος των επιχορηγήσεων για το 2003 - για τα ταμεία που υπάγονται στο υπουργείο Εργασίας - θα ανέλθει στο ποσό των 3,84 δισ. ευρώ, εκ των οποίων τα 436,3 εκατομμύρια αφορούν στο ΕΚΑΣ. Βέβαια, η κυβέρνηση διά του φιλικού της Τύπου έσπευσε να πανηγυρίσει για τις δήθεν αυξήσεις των κονδυλίων. Αυτό όμως που δε λέει, είναι ότι η επιχορήγηση αυτή βρίσκεται πολύ κάτω από τις υποχρεώσεις του κράτους, αλλά και τις πραγματικές ανάγκες των ταμείων, ορισμένα από τα οποία - και τα μεγαλύτερα - τα καταδικάζει στα ελλείμματα.

Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση του ΙΚΑ-ΤΕΑΜ, για το οποίο σύμφωνα με τον νέο τρόπο χρηματοδότησης που προβλέπει το αντιασφαλιστικό νομοσχέδιο (1% επί του ΑΕΠ), θα επιχορηγηθεί με το ποσό των 1,37 δισ. ευρώ. Εδώ αξίζει να σταθούμε και γιατί το συγκεκριμένο ταμείο είναι το μεγαλύτερο της χώρας, αλλά και γιατί σ' αυτό εφαρμόζεται ο νέος τρόπος χρηματοδότησης. Σύμφωνα δε με την κυβέρνηση, αποτελεί «μοντέλο» για το σύνολο του ασφαλιστικού συστήματος, αλλά και δημιουργεί δήθεν πλεονάσματα, τα οποία αργότερα θα αξιοποιηθούν για να δίνονται οι συντάξεις.

Κατ' αρχήν το ΙΚΑ-ΤΕΑΜ, με αυτή την επιχορήγηση, καθίσταται από τον πρώτο χρόνο της νέας λειτουργίας του ελλειμματικό. Αυτό προκύπτει από τον ίδιο τον προϋπολογισμό του Ιδρύματος που ενέκρινε η διοίκησή του και σύμφωνα με τον οποίο το έλλειμμά του το 2003 θα ανέλθει στα 30 δισεκατομμύρια δραχμές (88.418.000 ευρώ). Επιπλέον το ΙΚΑ κουβαλάει πάνω του άλλα 100 δισ. δραχμές (317.642.369 ευρώ), ως ανεξόφλητα δάνεια μέχρι στις 31/10/2002. Την ίδια στιγμή ο τακτικός προϋπολογισμός δεν αντιμετωπίζει ούτε τα 500 δισ. δραχμές, χρέος του ΙΚΑ προς τους άλλους οργανισμούς, το οποίο έχει υποτίθεται αναλάβει το κράτος, αλλά και το χρέος του δημοσίου ύψους 400 δισ. δραχμών περίπου, των δύο τελευταίων ετών για την άσκηση κοινωνικής πολιτικής.

Στην περίπτωση μάλιστα του ΙΚΑ-ΤΕΑΜ, το 1,37 δισ. ευρώ, είναι περίπου το ήμισυ του ποσού, το οποίο θα έπρεπε να αποδώσει το κράτος - με τα ισχύοντα πριν από την ψήφιση του αντιασφαλιστικού νόμου - ως κρατική επιχορήγηση για την άσκηση κοινωνικής πολιτικής και ως συμμετοχή στην τριμερή χρηματοδότηση. Το παραπάνω ποσό αντιστοιχεί στο 17% των εσόδων του ΙΚΑ, όταν το 1990 το κράτος κάλυπτε το 40% των εσόδων του.

Ειδικότερα, σύμφωνα πάντα με στοιχεία των υπηρεσιών του ΙΚΑ, για το 2002 το δημόσιο έπρεπε να αποδώσει 572,7 δισ. δραχμές (ν.465/70) και 306,5 δισ. δραχμές για την τριμερή. Αντί όμως για τα 879,2 δισ. δραχμές, έδωσε λιγότερα από τα μισά 279,9 δισ. δραχμές. Εστι η όποια «αύξηση» με τον νέο τρόπο χρηματοδότησης εμφανίζεται βάσει των καταβαλλομένων του 2002 και όχι των υποχρεώσεων του κράτους. Αφού βεβαίως δεν αποδόθηκαν περί τα 600 δισ. δραχμές. Συμπερασματικά, οι υποχρεώσεις του κράτους για το 2002 απέναντι στο ΙΚΑ ήταν - με τους πιο ελαστικούς υπολογισμούς - 2,58 δισ. ευρώ. Η κυβέρνηση το 2003 δίνει 1,37 δισ. ευρώ και αυτό το παρουσιάζει ως αύξηση της επιχορήγησης.

Το ίδιο σκηνικό στήνεται και σε βάρος του ΝΑΤ και των πολύπαθων ναυτικών. Η επιχορήγηση των 515 εκατ. ευρώ για το 2003, καθιστά τον προϋπολογισμό του ελλειμματικό. Σύμφωνα με στοιχεία των συνδικαλιστών, το ΝΑΤ, από το 2002, έχει έλλειμμα περίπου 60 εκατ. ευρώ, τα οποία θα καλυφθούν ως προκαταβολή από την κρατική επιχορήγηση του 2003. Αν σ' αυτό το ποσό προστεθεί και το κόστος αναπροσαρμογής μέρους των συντάξεων ύψους 65 εκατ. ευρώ, τότε το έλλειμμά του ανέρχεται στα 125 εκατ. ευρώ.

Κατακόρυφη και απόλυτη μείωση παρουσιάζει η επιχορήγηση του ΤΕΒΕ. Από 96,8 εκατ. ευρώ το 2001, έπεσε στα 70 φέτος, ενώ το 2003 μειώνεται ακόμα περισσότερο στα 50 εκατ. ευρώ. Αντίστοιχα στο ΤΑΕ, από 17 εκατ. πέρσι, στα 15 εκατ. φέτος και στα 13,2 εκατ. ευρώ για το 2003. Παγωμένη στα 8,8 εκατ. ευρώ παραμένει την τριετία 2001-2003 η επιχορήγηση στο ΤΣΑ.

Η επιχορήγηση του ΟΓΑ διαμορφώνεται στο 1,8 δισ. ευρώ, από 1,67 δισ. ευρώ φέτος. Ομως αυτή η αύξηση με τίποτα δεν μπορεί να ανατρέψει τις συντάξεις πείνας τις οποίες εισπράττουν εκατοντάδες χιλιάδες συνταξιούχοι αγρότες.


Γιάννης ΖΑΧΑΡΟΠΟΥΛΟΣ



Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ