Παρασκευή 24 Γενάρη 2020
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ

Στο σημερινό 4σέλιδο «Διεθνή και Οικονομία» μπορείτε να διαβάσετε:

-- ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ - «ΘΕΣΜΟΙ»: «Πογκρόμ» για τις «οφειλές» λαϊκών νοικοκυριών, νέα προνόμια για τράπεζες και ομίλους

-- ΨΗΦΙΟΠΟΙΗΣΗ ΗΛΕΚΤΡΙΚΟΥ ΔΙΚΤΥΟΥ: Τεράστια «μπίζνα» και μοχλός υλοποίησης των αντιλαϊκών στόχων της «απελευθέρωσης»

-- ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΑΓΚ. ΜΕΡΚΕΛ: Η άνοδος της Κίνας αλλάζει όλες τις παγκόσμιες «ισορροπίες»

-- ΒΡΕΤΑΝΙΑ - ΑΦΡΙΚΗ: Νέες επενδυτικές κινήσεις στην αρένα του άγριου ανταγωνισμού

ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ - «ΘΕΣΜΟΙ»
«Πογκρόμ» για τις «οφειλές» λαϊκών νοικοκυριών, νέα προνόμια για τράπεζες και ομίλους

Η κατάσταση στο εγχώριο τραπεζικό σύστημα με άξονα τη διαχείριση των «κόκκινων» δανείων, σε συνδυασμό με την κλιμάκωση των εκβιασμών και των κατασχέσεων για τις κάθε είδους «οφειλές» της λαϊκής οικογένειας, βρίσκεται μεταξύ άλλων στο επίκεντρο του κύκλου των συζητήσεων κυβέρνησης - «θεσμών» που ολοκληρώνεται σήμερα στην Αθήνα.

Στο κάδρο βρίσκεται η ατζέντα με τα αντιλαϊκά προαπαιτούμενα της 5ης «μεταμνημονιακής» «αξιολόγησης» και πέραν αυτής, ενώ η σχετική ατζέντα περιλαμβάνει τα παζάρια γύρω από τις νέες παρεμβάσεις σχετικά με την απόδοση επιπλέον «δημοσιονομικού χώρου» για τη στήριξη της «ανταγωνιστικότητας» των επιχειρηματικών ομίλων, το πρόγραμμα των ιδιωτικοποιήσεων, την πορεία εκτέλεσης του κρατικού προϋπολογισμού κ.ά.

Θηλιές πλειστηριασμών, κατασχέσεων, εκβιασμών

Κεντρικό ζήτημα αποτελεί η «ολοκληρωμένη στρατηγική για τη διαχείριση του ιδιωτικού χρέους», με «ενοποίηση των διάσπαρτων μηχανισμών και εργαλείων», που σηματοδοτεί ακόμα μεγαλύτερη ένταση των εκβιασμών και των πλειστηριασμών για τις κάθε είδους οφειλές της λαϊκής οικογένειας. Σε αυτό το πλαίσιο δρομολογείται ο λεγόμενος «ενιαίος πτωχευτικός κώδικας» για την ενιαία διαχείριση των κάθε είδους οφειλών για τα νοικοκυριά καθώς και για επιχειρήσεις, όπως για χρέη σε τράπεζες, φοροεισπρακτικό μηχανισμό, ασφαλιστικά ταμεία, ΟΤΑ κ.ά.

Για τη «λειτουργικότητα» του νέου πλαισίου θα τεθεί σε εφαρμογή η «ενιαία ηλεκτρονική πλατφόρμα», όπου θα ενσωματώνονται όλοι οι υπάρχοντες μηχανισμοί (ρυθμίσεις χρεών σε εφορία, ασφαλιστικά ταμεία, «κόκκινα» δάνεια, εξωδικαστικός συμβιβασμός κ.ά.).

Ουσιαστικά, θα αποτελεί τη βάση δεδομένων, στην οποία θα έχουν πρόσβαση οι τράπεζες και οι άλλοι «ενδιαφερόμενοι», έχοντας στη διάθεσή τους το οικονομικό «προφίλ» των οφειλετών. Πρόκειται για το μαζικό φακέλωμα των υπερχρεωμένων λαϊκών νοικοκυριών που με τη σειρά του αποτελεί τον προπομπό για τη νέα φουρνιά με τους εκβιασμούς, τους πλειστηριασμούς και τις κατασχέσεις.

Μεταξύ άλλων η «ενιαία ηλεκτρονική πλατφόρμα» θα αφορά:

-- Τον έλεγχο και την παρακολούθηση των ρυθμίσεων προς τον φοροεισπρακτικό μηχανισμό καθώς βέβαια και τη διαχείριση των οφειλών σε άλλους κρατικούς φορείς, όπως σε ασφαλιστικά ταμεία και ΟΤΑ, ενδεχομένως και σε επιχειρήσεις υπό κρατικό έλεγχο (π.χ. ΔΕΗ).

-- Τις ρυθμίσεις για τα «κόκκινα» δάνεια (π.χ. λεγόμενος νόμος Κατσέλη, «κόκκινα» επιχειρηματικά δάνεια κ.ά.).

-- Τον μηχανισμό του εξωδικαστικού συμβιβασμού που ισχύει σήμερα για επαγγελματίες και επιχειρήσεις. Με τη σχετική νομοθετική παρέμβαση, εξάλλου, θα ενισχύεται σημαντικά η δυνατότητα των τραπεζών να προχωρούν σε αναδιαρθρώσεις δανείων.

-- Τον έλεγχο τόσο των υποθέσεων που ήδη έχουν ενταχθεί σε καθεστώς «προστασίας» όσο και αυτών που εκκρεμούν στα δικαστήρια. Η διαδικασία προβλέπει την απευθείας πρόσβαση των τραπεζών (μέσω της «ηλεκτρονικής πλατφόρμας») στα φορολογικά στοιχεία που τηρούνται στο Taxis. Βέβαια, οι τράπεζες με συνοπτικές διαδικασίες θα μπορούν να προσκομίζουν στα δικαστήρια τα στοιχεία που αντλούν μέσω της πλατφόρμας.

Σε ό,τι αφορά τα «κόκκινα» δάνεια αυτοαπασχολούμενων και μικρών επιχειρήσεων, η κεντρική κατεύθυνση δίνεται από σχετική Οδηγία της ΕΕ, σύμφωνα με την οποία «οι μη βιώσιμες επιχειρήσεις χωρίς προοπτική επιβίωσης θα πρέπει να εκκαθαρίζονται το ταχύτερο δυνατόν», να οδηγούνται δηλαδή σε οριστικό «λουκέτο».

Την ίδια ώρα, η λεγόμενη «δεύτερη ευκαιρία» με τυχόν «κουρέματα» επιχειρηματικών δανείων αναμένεται να υπόκειται στους λεόντειους όρους της «συμφωνίας» αναδιάρθρωσης με τις τράπεζες, που βέβαια μέσω της νέας πλατφόρμας θα έχουν πρόσβαση στο οικονομικό «προφίλ» των οφειλετών τους.

Το σχετικό νομοσχέδιο αναμένεται να έρθει στη Βουλή το επόμενο διάστημα, ενόψει της οριστικής κατάργησης της όποιας παρεχόμενης προστασίας στην πρώτη κατοικία, που έχει ημερομηνία λήξης στο τέλος Απρίλη.

Εν αναμονή των τελικών διατάξεων, είναι φανερό το γεγονός ότι επιχειρείται η διαμόρφωση «πτωχευτικού Δικαίου» και για τα υπερχρεωμένα λαϊκά νοικοκυριά.

Από την πλευρά της, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει δείξει ξεκάθαρα στην κατεύθυνση κλιμάκωσης των πλειστηριασμών, ζήτημα που τέθηκε και τις προηγούμενες μέρες σε κατ' ιδίαν συναντήσεις των «θεσμών» με τις διοικήσεις των τραπεζικών ομίλων. Σύμφωνα με την Κομισιόν, η «πλειονότητα των ηλεκτρονικών δημοπρασιών συνεχίζει να ακυρώνεται ή να αναστέλλεται», επισημαίνοντας πως αυτό συμβαίνει εν μέρει λόγω διαδικαστικών ζητημάτων και αιτήσεων σύμφωνα με τον νόμο περί «αφερεγγυότητας των νοικοκυριών», ενώ οι ίδιες οι τράπεζες εξαγόρασαν το 76% των «επιτυχημένων δημοπρασιών».

Στόχος παραμένει η μείωση των «κόκκινων» δανείων κατά 48,5 δισ. ευρώ, συγκεκριμένα στα 26 δισ. μέχρι το τέλος του 2021, από περίπου 74,5 δισ. σήμερα, με φόντο βέβαια και την κατάργηση του «μεταβατικού καθεστώτος» της όποιας παρεχόμενης προστασίας στην πρώτη κατοικία.

Στα σκαριά τα νέα προνόμια των τραπεζών

Το ζήτημα των «κόκκινων» δανείων τέθηκε και σε συνάντηση των «θεσμών» με τις διοικήσεις των εγχώριων τραπεζικών ομίλων. Σύμφωνα με πληροφορίες, οι τραπεζίτες θέτουν ζήτημα απόκτησης προνομίου στους πλειστηριασμούς σε σχέση με τους υπόλοιπους πιστωτές, δηλαδή να ικανοποιούνται πρώτοι σε σχέση με τα ασφαλιστικά ταμεία, τον φοροεισπρακτικό μηχανισμό κ.λπ.

Σύμφωνα με εκτιμήσεις, με τη στήριξη του σχεδίου «Ηρακλής» (νέο πακέτο κρατικών εγγυήσεων στις τράπεζες) δεκάδες χιλιάδες ακίνητα επί των οποίων έχουν εγγραφεί τραπεζικές υποθήκες θα περάσουν σε funds και άλλα «κοράκια», που οσμίζονται κέρδη από τη διαχείριση των «κόκκινων» δανείων, σε συνδυασμό βέβαια με την απογύμνωση της προστασίας στη λαϊκή στέγη, συμπεριλαμβανομένης και της πρώτης κατοικίας, σε πλήρη ευθυγράμμιση με τις «συστάσεις» της ΕΕ.

Πέραν της εφαρμογής του σχεδίου «Ηρακλής» στα παζάρια βρίσκονται και νέα «πακέτα», όπως αυτό που επεξεργάζονται οι υπηρεσίες της Τράπεζας της Ελλάδας (ΤτΕ) αναφορικά με την «αντιμετώπιση» της αναβαλλόμενης φορολογίας των τραπεζών. Πρόκειται βέβαια για το ζήτημα νέας δέσμης κρατικών παρεμβάσεων για την αντιμετώπιση των «κόκκινων» δανείων, την ίδια ώρα που θα κλιμακώνονται οι εκβιασμοί και οι πλειστηριασμοί για τα λαϊκά στρώματα. Παράλληλα, η ΤτΕ σε πρόσφατη έκθεση επισημαίνει ότι «ανησυχητικά υψηλό παραμένει το ποσοστό των δανείων που είχαν τεθεί σε καθεστώς ρύθμισης, αλλά εμφάνισαν και πάλι καθυστέρηση μετά τη συνομολόγηση της ρύθμισης».

Χαρακτηριστικό είναι και το γεγονός ότι οι «θεσμοί», καθώς βέβαια και οι εγχώριοι τραπεζικοί όμιλοι, βάζουν στο τραπέζι ζήτημα γρήγορης ικανοποίησης για περίπου 700.000 αιτήματα των τραπεζών που αφορούν καταπτώσεις κρατικών εγγυήσεων σε δάνεια ιδιωτών, συνολικού ύψους 2,1 δισ. ευρώ.

Τα εν λόγω δάνεια χορηγήθηκαν με κρατική εγγύηση πριν από την εκδήλωση της καπιταλιστικής κρίσης, σε κατηγορίες όπως σεισμόπληκτοι, πυρόπληκτοι, καθώς και σε επιχειρήσεις. Σήμερα τα δάνεια αυτά βρίσκονται στο «βαθύ κόκκινο» και οι τράπεζες αξιώνουν την αποπληρωμή τους από το κράτος, που έχει αναλάβει την εγγύησή τους. Η κυβέρνηση από την πλευρά της έχει καταρτίσει σχέδιο που προβλέπει τη σταδιακή αντιμετώπιση του ζητήματος σε βάθος 7ετίας, ενώ οι «θεσμοί» ζητούν να περιοριστεί κάτω από την 5ετία.


Α. Σ.

ΨΗΦΙΟΠΟΙΗΣΗ ΗΛΕΚΤΡΙΚΟΥ ΔΙΚΤΥΟΥ
Τεράστια «μπίζνα» και μοχλός υλοποίησης των αντιλαϊκών στόχων της «απελευθέρωσης»

«Ευελιξία» στις χρεώσεις ρεύματος, περιορισμό των απωλειών εσόδων για τους προμηθευτές ηλεκτρικού ρεύματος, επιτάχυνση των διαδικασιών ολοκλήρωσης της ενιαίας αγοράς Ενέργειας και σύζευξης της εγχώριας αγοράς με εκείνες των γειτονικών βαλκανικών χωρών μελών της ΕΕ, αλλά και μέγιστη αξιοποίηση της παραγωγής μέσω ΑΠΕ, είναι μερικές από τις βασικές στοχεύεις που επιδιώκονται μέσω της «ψηφιοποίησης» του δικτύου ηλεκτρισμού που προωθεί η κυβέρνηση, ως βασικό κρίκο στην πολιτική της «απελευθέρωσης» του κλάδου, που βυθίζει τα λαϊκά στρώματα στην ενεργειακή φτώχεια και τη δίνη των ανταγωνισμών.

Παράλληλα το έργο αυτό καθ' αυτό ως τμήμα της αναβάθμισης της υφιστάμενης υποδομής αποτελεί και μια προμήθεια υψηλού κόστους, το οποίο θα φορτωθεί στις πλάτες των λαϊκών στρωμάτων κι επίσης στο αμέσως επόμενο διάστημα θα αποτελέσει στοιχείο αντιπαράθεσης μεταξύ των αντικρουόμενων επιχειρηματικών συμφερόντων που θα θελήσουν να αποκτήσουν το εν λόγω «φιλέτο».

Πεδίο μεγάλης κερδοφορίας...

Η «ψηφιοποίηση» του δικτύου ηλεκτρισμού - αλλά και του συνόλου των δικτύων Ενέργειας - αποτελεί μια από τις βασικές κατευθύνσεις πολιτικής του νέου «Εθνικού Σχεδίου για την Ενέργειας και το Κλίμα», που συνέταξε η κυβέρνηση της ΝΔ, το οποίο βεβαίως «πάτησε» πάνω σε εκείνο που είχε συντάξει η προηγούμενη κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ. Ως γενική κατεύθυνση, εξάλλου, οι μόνες αλλαγές που παρουσιάζονται στα δύο σχέδια, όχι μόνο στο θέμα της ψηφιοποίησης των ενεργειακών δικτύων αλλά στο σύνολο των στόχων, αφορούν επιμέρους ποσοτικά δεδομένα και ποσοστιαίες μεταβολές προς τα πάνω ή προς τα κάτω ως προς το εγχώριο μείγμα Ενέργειας για παράδειγμα. Από κει κι έπειτα η στρατηγική είναι πανομοιότυπη, καθώς και στα δύο σχέδια ενσωματώνονται τα «θέλω» των επιχειρηματικών ομίλων και οι κατευθύνσεις που θέτει η ΕΕ για τον τομέα της Ενέργειας, μέσα από την περιβόητη πολιτική της «απελευθέρωσης».

Η ψηφιοποίηση του συστήματος αποτελεί μέρος του νέου επιχειρησιακού σχεδίου της ΔΕΗ, που ανακοινώθηκε το προηγούμενο διάστημα από τον πρόεδρο της επιχείρησης και συνδέεται άμεσα και με την απόφαση της κυβέρνησης να πωληθεί μεγάλο τμήμα του ΔΕΔΔΗΕ, της θυγατρικής δηλαδή της ΔΕΗ που διαχειρίζεται το δίκτυο.

Η σχεδιαζόμενη αναβάθμιση του δικτύου της επιχείρησης, συνολικού μήκους 240.000 χλμ. περίπου, σε συνδυασμό με την επικείμενη άμεση ανανέωση του αριθμού των σημερινών μετρητών με νέας τεχνολογίας (ψηφιακούς), καθιστούν άκρως «αποδοτικό» το νέο αυτό πεδίο κερδοφορίας και εξηγούν σε μεγάλο βαθμό το έντονο ενδιαφέρον που επιδεικνύουν μια σειρά από επιχειρηματικοί «κολοσσοί», μεταξύ των οποίων γερμανικής, γαλλικής, ιταλικής και κινεζικής προέλευσης, που όπως έχει ανεπίσημα διαρρεύσει, εκφράζουν έντονη επιθυμία να εισέλθουν στο μετοχικό κεφάλαιο του ΔΕΔΔΗΕ.

Ενδεικτικά και μόνο να σημειώσουμε ότι σε σχετική μελέτη που είχε δοθεί στη δημοσιότητα το 2014 και αφορούσε την αντικατάσταση 7,5 εκατ. συμβατικών μετρητών από τους νέους «έξυπνους» μετρητές, το κόστος του έργου εκτιμιόταν άνω του 1 δισ. ευρώ. Σε συνδυασμό με τις υπόλοιπες επενδύσεις για την απαιτούμενη αναβάθμιση συνολικά του δικτύου οι εκτιμήσεις εκτόξευαν το συνολικό ποσό άνω των 2,5 δισ. ευρώ. Πλέον, με σημερινές τιμές το κόστος αυτό ανεβαίνει ακόμη περισσότερο, αφού η αρχική εκτίμηση του Εθνικού Σχεδίου για την Ενέργεια και το Κλίμα για το ύψος των επενδύσεων που απαιτούνται σε έργα ανάπτυξης δικτύου διανομής ηλεκτρικής ενέργειας και ψηφιοποίησης για τη δεκαετία 2020-2030, ανέρχονται στα 3,5 δισ. ευρώ. Επίσης, όπως έχει δηλώσει ο αρμόδιος υπουργός Κ. Χατζηδάκης, την τελευταία πενταετία υλοποιούνταν στον ΔΕΔΔΗΕ έργα με ετήσιο κόστος 130 - 150 εκατ. ευρώ όταν οι ετήσιες επενδυτικές ανάγκες έφταναν τα 200 εκατ. ευρώ.

Αμεση διασύνδεση με τις επενδύσεις - και τους ανταγωνισμούς - στο 5G

Θα πρέπει, επίσης, να συνυπολογιστεί το γεγονός ότι η ψηφιοποίηση του δικτύου ενισχύει τη δυνατότητα του ΔΕΔΔΗΕ να αποτελέσει τον βασικό συμμετέχοντα και αποδέκτη επενδύσεων στις τεχνολογίες επικοινωνιών «5ης γενιάς» (5G), αφού η ανάπτυξή τους απαιτεί παράλληλα δίκτυο οπτικών ινών και παροχή ρεύματος.

Από αυτήν την άποψη, ο κάτοχος του δικτύου ηλεκτρισμού καθίσταται βασικός «παίκτης» σε μια ακόμη επένδυση στρατηγικής σημασίας για τα μονοπώλια, όπου ήδη συγκρούονται σφοδρά τα ιμπεριαλιστικά κέντρα, ιδιαίτερα οι ΗΠΑ με την Κίνα, αλλά και με την ΕΕ. Προφανώς και η απόφαση αυτή θα κριθεί στη βάση και ευρύτερων γεωπολιτικών συσχετισμών και ανταγωνισμών, που ανάμεσα στα άλλα σηματοδοτεί και νέους πολύ μεγάλους κινδύνους για το λαό.

Ειδικά σε σχέση με την τελευταία επισήμανση, αξίζει να παραθέσουμε ένα σχετικό απόσπασμα από το ΕΣΕΚ, στο οποίο καταγράφονται οι δυνητικοί κίνδυνοι ασφάλειας που προκύπτουν από την προώθηση της ψηφιοποίησης και της σημασίας που δίνει η ΕΕ σε αυτό το σημείο.

Συγκεκριμένα, υπογραμμίζεται ότι μπορεί με την ψηφιοποίηση να διευκολύνεται «η λειτουργία καινοτόμων αποκεντρωμένων αγορών ενέργειας και ευελιξίας σε πραγματικό χρόνο και την πραγματοποίηση ασφαλών συναλλαγών ηλεκτρικής ενέργειας μεταξύ των τελικών καταναλωτών και παραγωγών», ωστόσο την ίδια στιγμή «δημιουργείται ένας επιπλέον παράγοντας ρίσκου, αφού η ψηφιοποίηση όλων των διακινούμενων δεδομένων, αφενός αυξάνει κατακόρυφα την πολυπλοκότητα του συστήματος, αφετέρου καθιστά το σύστημα πιο ευπαθές σε κυβερνοεπιθέσεις. Καθίσταται, λοιπόν, απαραίτητη προϋπόθεση η πιστοποίηση του εξοπλισμού και των πρωτοκόλλων επικοινωνίας που χρησιμοποιούνται να ελαχιστοποιείται η έκθεση του συστήματος σε πιθανές κυβερνοεπιθέσεις. Με τη σειρά τους, οι θεσμικοί φορείς σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο πρέπει να διασφαλίζουν το απαραίτητο ρυθμιστικό πλαίσιο, ώστε να γίνονται με ασφάλεια όλες οι απαιτούμενες επικοινωνίες. Στην κατεύθυνση αυτή, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή επανεξετάζει επί του παρόντος τη στρατηγική της ΕΕ για την ασφάλεια στον κυβερνοχώρο, ενώ έχει ήδη εκδώσει μια σύσταση σχετικά με την κυβερνοασφάλεια στον ενεργειακό τομέα».

Αυτές οι επισημάνσεις δεν εισέρχονται τυχαία σε κείμενα στρατηγικής ούτε πρόκειται περί γενικών κατευθύνσεων που αφορούν όλους τους προμηθευτές του απαιτούμενου τεχνολογικού εξοπλισμού, αλλά διαμορφώνουν όρους και προϋποθέσεις σχετικά με το ποια μονοπώλια θα μπορούν να συμμετάσχουν, αλλά και φραγμούς στη συμμετοχή ανεπιθύμητων ανταγωνιστών.

Χαρακτηριστικές, εξάλλου, είναι και οι πιέσεις των ΗΠΑ προς την ΕΕ, να μη δεχτεί τη συμμετοχή κινεζικών εταιρειών - βασικά της «Huawei» - στα δίκτυά της, οι πρόσφατες αποφάσεις του ΝΑΤΟ ότι τα κράτη - μέλη πρέπει «να διασφαλίσουν την ασφάλεια των επικοινωνιών μας, συμπεριλαμβανομένων των δικτύων 5G, αναγνωρίζοντας την ανάγκη να βασίζονται σε ασφαλή και ανθεκτικά συστήματα». Αλλά και οι αντίστοιχες συστάσεις των ΗΠΑ προς την κυβέρνηση κατά την πρόσφατη επίσκεψη Πομπέο που κάλεσε την κυβέρνηση «να κάνει τις σωστές επιλογές» για τα δίκτυα της χώρας.

«Πολυεργαλείο» για την αντιλαϊκή πολιτική, αντί για μέσο ικανοποίησης των μεγάλων κοινωνικών αναγκών

Επιπλέον, η ψηφιοποίηση του συστήματος ηλεκτρισμού και η αναβάθμιση των δικτύων παρέχουν και νέες δυνατότητες σε ό,τι αφορά συνολικά την υλοποίηση της πολιτικής της «απελευθέρωσης» που σηματοδοτεί ακόμα μεγαλύτερη ενεργειακή φτώχεια.

Αλλωστε, το κείμενο του ΕΣΕΚ είναι ξεκάθαρο. Οπως χαρακτηριστικά αναφέρει, «μέσω της ψηφιοποίησης θα είναι δυνατή η δυναμική τιμολόγηση της παροχής και ζήτησης Ενέργειας μέσω της επεξεργασίας και εκμετάλλευσης δεδομένων (εν. των καταναλωτών)» και παράλληλα θα δοθεί η δυνατότητα «να αντιμετωπιστεί το ιδιαίτερα οξυμένο πρόβλημα των ρευματοκλοπών, με την υιοθέτηση πολιτικών που θα δώσουν κίνητρα στους διαχειριστές να εντοπίζουν τις περιπτώσεις αυτές...», εννοείται στο όνομα του «κοινωνικού συνόλου», ωστόσο είναι προφανής η προσπάθεια να περιοριστούν οι απώλειες εσόδων, αλλά και να δοθεί άμεσα η δυνατότητα στους προμηθευτές να προχωρούν σε αποκοπή ρεύματος, σε «κακοπληρωτές», δίχως τη διαμεσολάβηση τεχνικών συνεργείων.

Επιπλέον, ο στόχος της ψηφιοποίησης του δικτύου βρίσκεται σε άμεση συνάρτηση με το στόχο ενίσχυσης της διείσδυσης των ΑΠΕ στην παραγωγή και τελική κατανάλωση, τα έργα αποθήκευσης Ενέργειας, που παράλληλα εξετάζονται αυτό το διάστημα αλλά και τη διάδοση της ηλεκτροκίνησης.

Εν κατακλείδι, και ο εκσυγχρονισμός του δικτύου ηλεκτρισμού αποτελεί άλλο ένα πεδίο όπου επιβεβαιώνεται το πώς η καπιταλιστική βαρβαρότητα, η παραγωγή με κίνητρο το καπιταλιστικό κέρδος, εμποδίζει να αξιοποιηθούν προς όφελος των αναγκών της κοινωνίας οι μεγάλες δυνατότητες που γεννά η δουλειά των εργαζομένων, τις οποίες διευρύνει η ανάπτυξη των επιστημών και της τεχνολογίας.

Το πώς οι τεράστιες σημερινές δυνατότητες - που σε συνθήκες εργατικής εξουσίας και κοινωνικής ιδιοκτησίας των μέσων παραγωγής θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν για να διασφαλιστεί η κοινωνική ευημερία και να ικανοποιηθούν οι συνεχώς διευρυνόμενες κοινωνικές ανάγκες - υπό συνθήκες κυριαρχίας των μονοπωλίων δημιουργούν προϋποθέσεις περαιτέρω όξυνσης της εκμετάλλευσης, επιδείνωσης της ενεργειακής φτώχειας για τα λαϊκά νοικοκυριά. Αλλωστε και όλος ο σχεδιασμός των κυβερνήσεων, σύμφωνα με τις σχετικές κατευθύνσεις της ΕΕ για την ολοκλήρωση της ενιαίας αγοράς Ενέργειας, μέρος της οποίας αποτελεί και η ψηφιοποίηση του δικτύου, αποσκοπεί στη διασφάλιση των υπαρχόντων και τη δημιουργία νέων πεδίων κερδοφορίας για το κεφάλαιο, δημιουργώντας έτσι και νέες συνθήκες για την όξυνση του μονοπωλιακού ανταγωνισμού, που ειδικά στον τομέα της Ενέργειας και των νέων τεχνολογιών τα τελευταία χρόνια κορυφώνεται συνεχώς, με τα «σπασμένα» να πέφτουν στις πλάτες του λαού.


Φ. Κ.

Η άνοδος της Κίνας αλλάζει όλες τις παγκόσμιες «ισορροπίες»

Παρατηρήσεις της Γερμανίδας καγκελαρίου για τις σχέσεις ΕΕ - ΗΠΑ και ΕΕ - Κίνας, σε μια εφ' όλης της ύλης συνέντευξη σε βρετανική εφημερίδα, και ανάλυση της «δεξαμενής σκέψης Χ. Κίσινγκερ» είναι ενδεικτικές για το «κουβάρι» των ανταγωνισμών και συμμαχιών μεταξύ των αστικών τάξεων

Η Αγκ. Μέρκελ και ο Κινέζος Πρόεδρος, Σι Τζινπίνγκ
Η Αγκ. Μέρκελ και ο Κινέζος Πρόεδρος, Σι Τζινπίνγκ
«Είμαστε μάρτυρες μιας τεράστιας μετατόπισης στον κόσμο: Το 1990 το μερίδιο της Κίνας στην παγκόσμια οικονομική παραγωγή ήταν 1,7%, το 6,8% ανήκε στη Γερμανία και το 25,4% στις ΗΠΑ. Σήμερα οι ΗΠΑ έχουν το 24,8% - διατηρούν περίπου το μερίδιό τους - η Γερμανία έχει το 4,5% και η Κίνα έχει 16,3%. Οπως βλέπετε, το κινεζικό ποσοστό αυξήθηκε από 1,7% σε 16,3% σε 30 χρόνια. Η Κίνα ξεπέρασε τη Γερμανία στην παγκόσμια οικονομική παραγωγή το 2007».

Δίνοντας μεταξύ άλλων τα παραπάνω στοιχεία, η Γερμανίδα καγκελάριος, Αγκελα Μέρκελ, σε πρόσφατη συνέντευξή της στους «Financial Times» στάθηκε ιδιαίτερα - αναμενόμενα και αναπόφευκτα - στο ζήτημα της ραγδαίας ανόδου της Κίνας στην παγκόσμια ιμπεριαλιστική πυραμίδα και τις συνέπειές της συνολικά στις σχέσεις ΕΕ - Κίνας, ΕΕ - ΗΠΑ, αλλά και στη στρατηγική επιλογή της ΕΕ για ενίσχυση του λεγόμενου «ευρωπαϊκού σκέλους του ΝΑΤΟ».

Η απομόνωση της Κίνας δεν είναι η απάντηση

Η καγκελάριος, απαντώντας στο ερώτημα αν η Ευρώπη και η Γερμανία κινδυνεύουν να «συντριβούν» από τον ανταγωνισμό Κίνας και ΗΠΑ, υπογράμμισε την πάγια θέση του γερμανικού κεφαλαίου, ότι η ΕΕ είναι «ασφάλεια ζωής μας». Η Γερμανία, εξήγησε, «είναι πολύ μικρή για να αναπτύξει μόνη της γεωπολιτική εξουσία, γι' αυτό πρέπει να επωφεληθούμε από την ενιαία εσωτερική αγορά» της ΕΕ. Από αυτήν τη σκοπιά, η ΕΕ μπορεί να προσπαθήσει να αποφύγει την πίεση που προκύπτει από την Αμερική και την Κίνα στον παγκόσμιο ανταγωνισμό και γι' αυτό παρουσίασε την ΕΕ ως μονόδρομο για τα ευρωπαϊκά κεφάλαια.

Υποστήριξε ότι φυσικά η Κίνα πρέπει να τηρεί κανόνες «δίκαιου εμπορίου», να προστατεύει την πνευματική ιδιοκτησία των επιχειρήσεων κ.λπ., ωστόσο απάντησε σε όσους σοκάρονται από την οικονομική άνοδο του καπιταλισμού στην Κίνα, ότι αυτή σχετίζεται πολύ με την καινοτομία, με τις ιδέες, τις τεχνικές δυνατότητες, την εργατικότητα κ.ά. που έχει αναπτύξει η Κίνα.

Ακόμη έδωσε μια εικόνα για το πώς βλέπει η Κίνα την άνοδό της: «Πρέπει επίσης να καταλάβουμε ότι η Κίνα βλέπει τον κόσμο από μια εντελώς διαφορετική σκοπιά και προοπτική από ό,τι εμείς. Η Κίνα βλέπει τον εαυτό της ως τον παγκόσμιο ηγέτη επί 2.000 χρόνια και έχει υποχωρήσει μόνο για 200 χρόνια. Αυτά τα 200 χρόνια κοιτάμε και αναρωτιόμαστε πώς τα καταφέρνει η Κίνα. Η Κίνα, από την άλλη πλευρά, έχει μια εντελώς διαφορετική αυτοεκτίμηση. Για την Κίνα, τα 200 χρόνια που δεν ήταν τόσο ισχυρή, είναι μια εξαίρεση. Από τη σκοπιά της, η χώρα επιστρέφει τώρα στον κανόνα, στην παραδοσιακή θέση της στον κόσμο. Αυτόν τον ανταγωνισμό πρέπει να τον αποδεχτούμε».

Εξέφρασε την άποψη ότι «πρέπει να ανταγωνιστούμε εποικοδομητικά με την επιτυχία της Κίνας» και πως «η πλήρης απομόνωση της Κίνας δεν μπορεί να είναι η απάντηση», υπενθυμίζοντας ότι οι ΗΠΑ «ασχολούνται» με την Κίνα - που έχει γίνει ένας σημαντικός ανταγωνιστής - εδώ και περίπου δέκα χρόνια.

«Το ερώτημα είναι: Θέλουμε - Γερμανοί και Ευρωπαίοι - λόγω αυτού του οικονομικού ανταγωνισμού, να αποσυνδέσουμε όλες τις παγκόσμιες αλυσίδες αξίας που είναι συνδεδεμένες μεταξύ τους, για παράδειγμα ότι συσκευές της "Apple" κατασκευάζονται και στην Κίνα; Να πούμε ότι δεν θέλουμε πλέον παγκόσμιες αλυσίδες αξίας στις οποίες εμπλέκεται η Κίνα; `Η είμαστε αρκετά ισχυροί για να καθορίσουμε κανόνες βάσει των οποίων μπορούμε να συνεχίσουμε να διατηρούμε τέτοιες παγκόσμιες αλυσίδες αξίας; Γι' αυτό, οι εμπορικές συνομιλίες μεταξύ Κίνας και ΗΠΑ είναι τόσο σημαντικές. Γι' αυτό, είναι σημαντικό να προωθηθεί η μεταρρύθμιση του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου», επισήμανε η Αγκ. Μέρκελ.

Η «ένταση» με τις ΗΠΑ έχει «διαρθρωτικές αιτίες»

Οπως επισημάνθηκε και στη συνέντευξη, η σχέση της Γερμανίας και της ΕΕ με τις ΗΠΑ «χαρακτηρίζεται επί του παρόντος από σημαντικές εντάσεις» και οι υπαρκτές αντιθέσεις όλο και πιο δύσκολα συμβιβάζονται.

Για τη γερμανική κυβέρνηση η «ένταση» αυτή έχει «διαρθρωτικούς λόγους» και δεν έχει να κάνει με τα πολιτικά πρόσωπα (κυβέρνηση Τραμπ). «Εδώ και αρκετό καιρό παρατηρείται πως ο πρώην ρόλος των ΗΠΑ ως υπερδύναμης ίσως δεν αντιστοιχεί με την αυτοεκτίμηση των ΗΠΑ, δηλαδή έχει υπάρξει αλλαγή. Ηδη ο Πρόεδρος (των ΗΠΑ Μπαράκ) Ομπάμα είχε μιλήσει - από αμερικανική σκοπιά - για τον ασιατικό αιώνα».

Αυτό σημαίνει, για τη γερμανική κυβέρνηση, ότι «η Ευρώπη - γίνεται όλο και πιο εμφανές - δεν είναι όπως πριν, στο επίκεντρο των παγκόσμιων υποθέσεων» και έτσι, «η Ευρώπη πρέπει να ανακτήσει τον δικό της γεωπολιτικό ρόλο, καθώς η επικέντρωση των ΗΠΑ στην Ευρώπη μειώνεται. Αυτό θα ισχύει με κάθε (Αμερικανό) Πρόεδρο».

Σε αυτό αναφέρεται «ο Πρόεδρος Τραμπ - που το τονίζει ιδιαίτερα αλλά έχει ειπωθεί και πριν από αυτόν - ότι η Ευρώπη και ιδίως η Γερμανία πρέπει να αναλάβουμε μεγαλύτερη ευθύνη. Αυτό συχνά εκφράζεται με την απαίτηση για υψηλότερες αμυντικές δαπάνες», σημείωσε η καγκελάριος, προσθέτοντας ότι από το 2015 η Γερμανία έχει αυξήσει τις αμυντικές δαπάνες κατά 40%.

Η ίδια πάντως εκτίμησε ότι «οι διατλαντικές σχέσεις παραμένουν αποφασιστικής σημασίας» για τη Γερμανία, λέγοντας το εξής χαρακτηριστικό: «Η συνειδητοποίηση του συμφέροντος της Γερμανίας και της Ευρώπης για καλές σχέσεις με τις ΗΠΑ έχει αυξηθεί. Αντίθετα, η ανάγκη των ΗΠΑ να είναι με την Ευρώπη έχει μειωθεί».

Για να γίνει πιο «κυρίαρχη» και «πιο ισχυρή γεωπολιτικά» η Ευρώπη στον ιμπεριαλιστικό ανταγωνισμό, η Μέρκελ προτάσσει την οικονομική ισχύ των ευρωπαϊκών μονοπωλίων με ταχύτερη πρόοδο στην ψηφιοποίηση, στις νέες τεχνολογίες, στη δημιουργία εργοστασίου παραγωγής μπαταριών για ηλεκτρικά οχήματα, στην παραγωγή «τσιπς», στην αποθήκευση δεδομένων κ.ά.

Ταυτόχρονα, τονίζει πως «έχουμε αναπτύξει τις αμυντικές μας δυνατότητες εδώ και 70 χρόνια στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ», επομένως «ο ισχυρισμός ότι η Ευρώπη πρέπει να γίνει στρατιωτικά ανεξάρτητη σε όλους τους τομείς» δεν είναι ορθός.

«Είναι όμως καλό και σωστό ότι η ΕΕ άρχισε πριν μερικά χρόνια να δημιουργεί μια ευρωπαϊκή δομή στρατιωτικής συνεργασίας, και μάλιστα ως σημαντικός πυλώνας του ΝΑΤΟ», υπογράμμισε και εξήγησε ότι υπάρχουν περιοχές του κόσμου, όπου η ΕΕ θέλει να ενισχύσει τη στρατιωτική της παρουσία, π.χ. στην Αφρική, «όπου το ΝΑΤΟ δεν θα διαδραματίσει σημαντικό ρόλο».

Επίσης, αναφέρθηκε στην ομάδα εργασίας του ΝΑΤΟ, όπου θα αποφασίζεται «πού αλλού θέλουμε να εμπλακούμε στον κόσμο - π.χ. όπως σε Αφγανιστάν, Ιράκ. Τα μέρη του κόσμου μπορεί να αλλάξουν τις επόμενες δεκαετίες».

Ο ρόλος της Ρωσίας στον ανταγωνισμό ΗΠΑ - Κίνας

Στο μεταξύ, μεγάλο ενδιαφέρον έχει η πρόσφατη έκθεση του ανώτερου συνεργάτη για την εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ της «δεξαμενής σκέψης» Συμβούλιο Εξωτερικών Σχέσεων (CFR) «Χένρι Κίσινγκερ». Ο Ρόμπερτ Μπλάκγουιλ υποστηρίζει πως οι ΗΠΑ θα πρέπει να αναπτύξουν μια γενική στρατηγική για την αντιμετώπιση της Κίνας αναφέροντας 22 άξονες, ένας από τους οποίους είναι και η «πιο εποικοδομητική σχέση με τη Ρωσία».

Στην έκθεση με τίτλο «Εφαρμόζοντας μια μεγάλη στρατηγική απέναντι στην Κίνα» αναφέρεται μεταξύ άλλων πως «η Ουάσιγκτον θα πρέπει να ξεκινήσει μια ολοκληρωμένη προσπάθεια για να περιορίσει τους κινδύνους που θέτει η οικονομική, διπλωματική, τεχνολογική και στρατιωτική επέκταση του Πεκίνου για τα συμφέροντα των ΗΠΑ στην Ασία και στον κόσμο».

Σε αυτό το πλαίσιο προτείνονται ο εκσυγχρονισμός των αμερικανικών υποδομών, η βελτίωση της εκπαίδευσης και η αξιοποίηση των τεχνολογιών επόμενης γενιάς. Στην εξωτερική πολιτική προτείνεται η αμερικανική κυβέρνηση να δαπανήσει λιγότερους πόρους για τη Μέση Ανατολή, να εμβαθύνει τους δεσμούς με συμμάχους σε Ασία και Ευρώπη, να μετατοπίσει στρατιωτικό εξοπλισμό στην Ασία και να επιδιώξει μια πιο εποικοδομητική σχέση με τη Ρωσία.

Συγκεκριμένα, «η Ουάσιγκτον θα πρέπει να κάνει παραχωρήσεις για να βελτιώσει τις σχέσεις της με τη Μόσχα και δεν μπορεί να διατηρεί όλες τις τρέχουσες πολιτικές της έναντι της Ρωσίας». Ετσι, «οι ΗΠΑ θα πρέπει να επιδιώξουν τη διαπραγμάτευση μιας συμφωνίας με τη Ρωσία, στην οποία η διεύρυνση του ΝΑΤΟ θα έχει ολοκληρωθεί, θα αρθούν κυρώσεις κατά της Ρωσίας, η Ρωσία θα επιστρέψει στο G8».

Επίσης στην Αρκτική, μια «πολλά υποσχόμενη περιοχή για τις ΗΠΑ και τη Ρωσία», την οποία διεκδικεί και η Κίνα μέσω του «αρκτικού δρόμου του μεταξιού», τα δυο κράτη θα πρέπει «να επιδιώξουν μια πιο συνεργατική σχέση στην έρευνα, στην ασφάλεια της ναυσιπλοΐας, στην εξερεύνηση της Αρκτικής» κ.ά.


Ε. Μ.

ΒΡΕΤΑΝΙΑ - ΑΦΡΙΚΗ
Νέες επενδυτικές κινήσεις στην αρένα του άγριου ανταγωνισμού

Στιγμιότυπο με τους ηγέτες στο τέλος της διάσκεψης στο Λονδίνο
Στιγμιότυπο με τους ηγέτες στο τέλος της διάσκεψης στο Λονδίνο
Σε αναζήτηση νέων αγορών, και μεταξύ πρώην αποικιών στην υποσαχάρια Αφρική, βρίσκεται η κυβέρνηση του Βρετανού συντηρητικού πρωθυπουργού, Μπόρις Τζόνσον. Το απέδειξε η Διάσκεψη Επενδυτών Βρετανίας - Αφρικής που πραγματοποιήθηκε την περασμένη Δευτέρα σε κεντρικό ξενοδοχείο του Λονδίνου, σε μια περίοδο κατά την οποία η Βρετανία ξεκινά, στις 31 Γενάρη, τη διαδικασία αποχώρησης από την ΕΕ (Brexit) σε κλίμα εντεινόμενης αντιπαράθεσης μεταξύ ανταγωνιστικών μονοπωλίων εντός και εκτός της χώρας.

Η διάσκεψη ωστόσο πραγματοποιήθηκε σε κλίμα περιορισμένων προσδοκιών. Στην πρόσκληση της κυβέρνησης Τζόνσον ανταποκρίθηκαν οι ηγέτες μόλις 18 (σε σύνολο 54) αφρικανικών χωρών. Δεν είναι μάλιστα τυχαίο πως και οι 18 χώρες που εκπροσωπήθηκαν στη διάσκεψη ήταν κατά το παρελθόν αποικίες είτε της Βρετανίας είτε της Γαλλίας (Ρουάντα, Νιγηρία, Κένυα, Μαλάουι, Ουγκάντα, Κονγκό, Ακτή Ελεφαντοστού, Μοζαμβίκη κ.ά.).

Από την άλλη, δεν ήταν μόνο οι συμμετοχές περιορισμένες αλλά και τα αποτελέσματα της μονοήμερης διάσκεψης των επενδυτών, που οργανώθηκε από το βρετανικό υπουργείο Διεθνούς Ανάπτυξης (με κόστος περίπου 11 εκατομμύρια στερλίνες!). Στο τέλος της διάσκεψης ανακοινώθηκαν υποσχέσεις και σχέδια για συνολικές επενδύσεις ύψους 2 δισ. στερλινών (περίπου 2,6 δισ. δολάρια) μέχρι το 2022, εκ των οποίων περίπου 400 εκατ. στερλίνες σχεδιάζεται να διοχετευτούν σε προγράμματα ενίσχυσης μικρομεσαίων αφρικανικών επιχειρήσεων. Τα ποσά που ανακοινώθηκαν συνάδουν και με άλλα δεδομένα που αφορούν τις εμπορικές σχέσεις της Βρετανίας με αφρικανικές χώρες. Για παράδειγμα, το 2019, το εμπόριο ανάμεσα σε Βρετανία και αφρικανικές χώρες εκτιμάται πως ανήλθε σε 46 δισ. δολάρια, ποσό σημαντικά κατώτερο από τα 208 δισ. δολάρια του εμπορίου της Κίνας με τις εν λόγω χώρες.

Επιπλέον, στα «επιτεύγματα» της διάσκεψης συμπεριλαμβάνεται και η δημιουργία ενός νέου μηχανισμού χρηματοπιστωτικής στήριξης ιδιωτικών μονοπωλίων από τη Βρετανία που θέλουν να επενδύσουν σε κρίσιμες υποδομές πέντε αφρικανικών χωρών (Κένυα, Γκάνα, Ουγκάντα, Αίγυπτος, Αιθιοπία) σε τομείς όπως η Ενέργεια (κυρίως ΑΠΕ, όπως αιολική, ηλιακή κ.ά.), οι Μεταφορές και οι Τηλεπικοινωνίες. Ανακοινώθηκε επιπλέον και ένα νέο σχέδιο συνεργασίας ανάμεσα σε βρετανικά χρηματοπιστωτικά μονοπώλια (κρατικά και ιδιωτικά) με την Τράπεζα Αφρικανικής Ανάπτυξης (ADB) με στόχο να δοθεί ώθηση στις μπίζνες βρετανικών επιχειρήσεων που θέλουν να επενδύσουν, εκ του ασφαλούς, σε βασικές υποδομές αφρικανικών χωρών...

«Εχετε πολλούς μνηστήρες»...

Ο Βρετανός πρωθυπουργός στην κεντρική ομιλία που εκφώνησε στη διάσκεψη εμφανίστηκε προσεκτικός και συγκρατημένος, αποφεύγοντας μεγαλεπήβολες υποσχέσεις και επενδυτικά σχέδια - μαμούθ. Αναγνώρισε τον λυσσαλέο ανταγωνισμό μεταξύ διαφόρων οικονομικών υπερδυνάμεων στην περιοχή συμπεριλαμβάνοντας σε αυτές πρώτα πρώτα την Κίνα και τη Ρωσία λέγοντας: «Εχετε πολλούς μνηστήρες, ιδιαίτερα από Κίνα και Ρωσία. Δεν έχουμε εμείς το θεϊκό δικαίωμα σε σχέση με τους ανταγωνιστές μας... Η Βρετανία όμως αφήνει την ΕΕ στις 31 Ιανουαρίου και θα γίνει ηγέτιδα δύναμη σε τομείς του ελεύθερου εμπορίου μετά το Brexit». Επικαλούμενος τη ρήση ότι «όλα τα δάχτυλα δεν είναι ίδια», ο Μπόρις Τζόνσον υποστήριξε πως η χώρα του έχει «απαράμιλλο βάθος και εύρος ειδικών υποδομών». Απαρίθμησε έτσι τη δημιουργία σύγχρονου σιδηροδρόμου στο Κάιρο (τύπου monorail) από βρετανική εταιρεία με έδρα το Ντέρμπι, την εγκατάσταση «έξυπνων φαναριών» στη νιγηριανή πολιτεία Ογιο από εταιρεία με έδρα το Ντόρσετ και τη βρετανική χρηματοδότηση εκσυγχρονισμού του λιμανιού στη Μομπάσα της Κένυας, εκτοπίζοντας τον ανταγωνισμό από την Κίνα... Μίλησε για τις πρωτιές της Βρετανίας σε καθαρές τεχνολογίες Ενέργειας, τονίζοντας ότι μέσα στην τελευταία δεκαετία η χώρα του έγινε «ηγετική δύναμη σε υπεράκτια αιολικά πάρκα», παράγοντας πλέον περισσότερο ηλεκτρικό ρεύμα από Ανανεώσιμες Πηγές παρά από υδρογονάνθρακες. Εξήρε τη σημαντική μείωση των αερίων του θερμοκηπίου στη χώρα του, επισημαίνοντας πως «το Ηνωμένο Βασίλειο μείωσε κατά 42% από τη δεκαετία του '90 τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα και αύξησε την παραγωγή Ενέργειας από Ανανεώσιμες Πηγές κατά 67%».

Σε επόμενο σημείο σημείωσε τα «ιδιαίτερα πλεονεκτήματα» της βρετανικής οικονομίας, όπως «η πρωτοπορία σε τεχνολογία κάθε είδους, βιοτεχνολογική, νανοτεχνολογία, χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες, τηλεπικοινωνίες σε όλο το ημισφαίριο», υποστηρίζοντας ότι μόνο ένα μέρος από το Σίτι του Λονδίνου καλύπτει σε μέγεθος, δύναμη και όγκο χρηματοπιστωτικών συναλλαγών «ολόκληρης της Φρανκφούρτης». Ενέδωσε ωστόσο στον πειρασμό (όπως είχε κάνει, τηρουμένων των αναλογιών, το 2018 η προκάτοχός του Τερέζα Μέι) προβλέποντας ότι έως το 2022 η Βρετανία θα επιδιώξει να γίνει «ο μεγαλύτερος επενδυτής από την Ομάδα των Επτά σε ό,τι αφορά τις επενδύσεις στην Αφρική».

Ο ανταγωνισμός από Κίνα και Ρωσία

Ωστόσο, τα λόγια του Μπόρις Τζόνσον και οι γενικόλογες υποσχέσεις για στενότερες και πιο επικερδείς εμπορικές συμφωνίες και σχέσεις ανάμεσα σε Βρετανία και Αφρική δεν θα είναι διόλου εύκολο να πιάσουν τόπο. Η Κίνα εδώ και περίπου 2,5 δεκαετίες έχει χτίσει γερές σχέσεις ανάμεσα στα δικά της (κρατικά και ιδιωτικά) μονοπώλια και τις αστικές τάξεις δεκάδων αφρικανικών χωρών.

Είναι χαρακτηριστικό πως η Κίνα από το 1989 με την Γκάνα ξεκίνησε να υπογράφει διμερείς Επενδυτικές Συμφωνίες (BIT) προστατεύοντας τους επενδυτές της από μεγάλα «επιχειρηματικά ρίσκα». Εκτοτε, έχει υπογράψει 20 τέτοιες συμφωνίες με ισάριθμες αφρικανικές χώρες, εκ των οποίων οι 14 είναι σε πλήρη ισχύ. Η Βρετανία αν και ξεκίνησε να υπογράφει τέτοιες συμφωνίες από το 1975 (κάνοντας την αρχή με την Αίγυπτο) έχει έως σήμερα υπογράψει 19 διμερείς επενδυτικές συμφωνίες με αφρικανικές χώρες αλλά μόνο 6 έχουν τεθεί σε εφαρμογή. Σήμερα, και μετά από συνεχείς στρατηγικές προσπάθειες απέναντι σε ανταγωνιστές στη λεγόμενη «μαύρη ήπειρο» η Κίνα κατέληξε να είναι ο πέμπτος μεγαλύτερος επενδυτής στην περιοχή παγκοσμίως.

Η Κίνα το 2000 έκανε εισαγωγές αφρικανικών προϊόντων αξίας 5 δισ. δολαρίων και η Βρετανία 13 δισ. δολαρίων. Δεκατρία χρόνια μετά, η Κίνα ξεπέρασε τη Βρετανία σε εισαγωγές αφρικανικών προϊόντων με αντάλλαγμα την ισχυροποίηση της θέσης των κινεζικών μονοπωλίων έναντι ανταγωνιστών σε νευραλγικούς τομείς οικονομίας, υποδομών, ορυκτού πλούτου και βασικών πρώτων υλών που είναι απαραίτητες για τη διαρκή ανάπτυξη της οικονομίας της.

Δεν είναι όμως μόνο η Κίνα που δραστηριοποιείται έντονα στην Αφρική αλλά και η Ρωσία που επιχειρεί γνωρίζοντας (όπως και οι ανταγωνιστές της) πως το συνολικό αφρικανικό ΑΕΠ θα ξεπεράσει σε τριάντα χρόνια τα 29 τρισ. δολάρια. Σε ανάλογη διάσκεψη που πραγματοποιήθηκε τον περασμένο Οκτώβρη στο Σότσι της Μαύρης Θάλασσας με αφρικανικές χώρες, υπογράφτηκαν τουλάχιστον 50 επιχειρηματικές και διακρατικές συμφωνίες, αξίας 12 δισ. δολαρίων. Δόθηκαν επίσης τα χέρια ανάμεσα σε Αφρικανούς αξιωματούχους και διευθυντικά στελέχη ρωσικών μονοπωλίων, όπως οι «Gazprom», «Rosneft», «Lukoil», «Rosatom» και «Rosgeologia» για νέες «χρυσές μπίζνες» κυρίως σε τομείς αξιοποίησης ορυκτού πλούτου και παραγωγής Ενέργειας. Κλείστηκαν επίσης στρατιωτικές συμφωνίες καθώς περίπου 30 αφρικανικές χώρες αγοράζουν συστηματικά όπλα από ρωσικά στρατιωτικά μονοπώλια.

Απέναντι στον ανταγωνισμό των Ρωσίας και Κίνας δραστηριοποιείται βεβαίως και η ΕΕ, με την νέα πρόεδρο της Κομισιόν, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, να διακηρύσσει πως είναι μέσα στους βασικούς στόχους της νέας Ευρωπαϊκής Επιτροπής να παρουσιάσει μέσα στις πρώτες 100 μέρες από την ανάληψη των καθηκόντων της μία νέα στρατηγική για την Αφρική. Η επιλογή της να ξεκινήσει από την Αιθιοπία, στις αρχές του περασμένου Δεκέμβρη, την πρώτη της περιοδεία στο εξωτερικό μαρτυρά το έντονο ενδιαφέρον των μονοπωλίων που δραστηριοποιούνται εντός ΕΕ και δη μετά την αποχώρηση της Βρετανίας. Η ίδια δεν έκρυψε τον συμβολισμό της επίσκεψής της καθώς φτάνοντας στην έδρα της Αφρικανικής Ενωσης, στην Αντίς Αμπέμπα, τόνισε: «Επέλεξα την Αφρική ως το πρώτο ταξίδι μου εκτός Ευρώπης. Ελπίζω αυτή η επίσκεψη να στείλει ένα πολιτικό μήνυμα για το ότι η Αφρική και η Αφρικανική Ενωση στην ΕΕ και στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, μας είναι πολύ σημαντικές»...

Οπως και να 'χει, ο ανταγωνισμός ανάμεσα σε αυτές τις ισχυρές ιμπεριαλιστικές δυνάμεις αναμένεται να ενταθεί περισσότερο τις επόμενες δεκαετίες καθώς η Αφρική θα αναδειχθεί σε ήπειρο - χρυσωρυχείο για τον επιπρόσθετο λόγο πως θα διαθέτει (πέρα από τον τεράστιο ορυκτό και φυσικό πλούτο) και μία «στρατιά» δισεκατομμυρίων φτηνών εργαζομένων έως ένα βαθμό καταρτισμένων. Το νέο αυτό εργατικό δυναμικό προβάλλει απαραίτητο για τα διεθνή μονοπώλια, παρότι είναι δεδομένες οι επικείμενες σοβαρές επιπτώσεις που αναμένεται να επιφέρει η λεγόμενη 4η Βιομηχανική Επανάσταση (αυτοματοποίηση, ψηφιοποίηση, τεχνητή νοημοσύνη, ρομποτική κ.λπ.).


Δ. ΟΡΦ.



Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ