Στο σημερινό τετρασέλιδο «Εργαζόμενοι και Λαϊκή Συμμαχία» μπορείτε να διαβάσετε:
-- Μειωμένο κατά 25% το κονδύλι για τις αναπηρικές συντάξεις. Ενα αποκαλυπτικό δημοσίευμα για τη «σφαγή» που γίνεται σε βάρος των αναπήρων.
-- Αρθρο για τις εξαγγελίες και την πολιτική της κυβέρνησης σχετικά με τους αυτοαπασχολούμενους και μικρούς ΕΒΕ.
-- Ρεπορτάζ από τη Γενική Συνέλευση της Ομοσπονδίας Βιοτεχνικών Σωματείων Αθήνας.
-- Συνέντευξη για την κατάσταση στο Θεαγένειο Αντικαρκινικό Νοσοκομείο της Θεσσαλονίκης και τη δράση του Σωματείου Εργαζομένων.
Τα επίσημα στοιχεία επιβεβαιώνουν τη «σφαγή» στην οποία επιδίδονται κατά βάση τα ΚΕΠΑ, παρά την προσπάθεια της κυβέρνησης να την αποκρύψει από το λαό
Συγκεκριμένα, ενώ η αρχική δαπάνη προϋπολογιζόταν στα 915 εκατομμύρια ευρώ για φέτος, με βάση την πορεία εκτέλεσης του προϋπολογισμού μέχρι τα τέλη Αυγούστου, οι υπηρεσίες του Ταμείου προβαίνουν στην εκτίμηση ότι μέχρι το τέλος του έτους το κονδύλι για την καταβολή των συντάξεων αναπηρίας θα περιοριστεί στα 690 εκατομμύρια ευρώ! Κατά συνέπεια, η δαπάνη για τις αναπηρικές συντάξεις και μόνο στο ΙΚΑ θα περικοπεί κατά 225 εκατ. ευρώ και σε ποσοστό κατά 24,6%!
Μια τόσο μεγάλη περικοπή και μάλιστα στη διάρκεια ενός μόνο χρόνου δεν μπορεί να εξηγηθεί ούτε από «λάθος εκτίμηση», ούτε από τις μικρές αυξομειώσεις που μπορεί να έχει το σχετικό μέγεθος ανάλογα με τον αριθμό των δικαιούχων σύνταξης αναπηρίας. Μπορεί, όμως, να εξηγηθεί από το «μαχαίρι» που πέφτει στα ΚΕΠΑ, τα οποία συστηματικά και με πολιτική εντολή είτε μειώνουν τα ποσοστά αναπηρίας και κατά συνέπεια το ύψος της αναπηρικής σύνταξης, είτε μειώνουν το ποσοστό αναπηρίας τόσο, που ο δικαιούχος να χάνει εντελώς την αναπηρική σύνταξη.
Ολα αυτά συμβαίνουν την ώρα που η κυβέρνηση με το κουαρτέτο σχεδιάζουν νέες δραματικές περικοπές και στα προνοιακά και αναπηρικά επιδόματα, ύψους 900 εκατ. ευρώ κατ' έτος (0,5% του ΑΕΠ), με «όχημα» τη θεσμοθέτηση του Κοινωνικού Εισοδήματος Αλληλεγγύης. Ηδη, πάνω από 70.000 βαριά ανάπηροι έχουν μείνει χωρίς επίδομα, καθώς από 212.000 που έπαιρναν κάποιο επίδομα το Μάρτη του 2012, σήμερα είναι κάτω από 150.000. Σύμφωνα με εκτιμήσεις των ειδικών, οι βαριά ανάπηροι στη χώρα μας είναι πάνω από 500.000, ενώ οι ανάπηροι με ένα μέσο ποσοστό αναπηρίας δεν έχουν καμία στήριξη.
Θυμίζουμε, τέλος, ότι μετά την ψήφιση του αντιασφαλιστικού νόμου 4387/2016 και μέχρι το τέλος του έτους, η κυβέρνηση θα προχωρήσει στη διαμόρφωση του νέου τρόπου υπολογισμού και των αναπηρικών συντάξεων, ο οποίος αναμένεται να επιφέρει επιπλέον δραματικές μειώσεις για τους μελλοντικούς δικαιούχους.
Σε κάθε περίπτωση, τα στοιχεία από τον προϋπολογισμό του ΙΚΑ διαψεύδουν τους ανυπόστατους ισχυρισμούς του υφυπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, Τάσου Πετρόπουλου, ο οποίος, απαντώντας σε σχετική Ερώτηση βουλευτή του ΚΚΕ, μόλις προχτές υποστήριζε στη Βουλή: «Εχουμε δηλώσει ότι οι αναπηρικές συντάξεις σε καμία περίπτωση δεν έχουν υποστεί καμία μείωση. Εχω πει ότι ισχύουν ακριβώς οι ποσοστώσεις και οι διαδικασίες που προβλέπονται από το 1951 ακόμα από το ΙΚΑ. Αυτός ο κανονισμός εφαρμόζεται.
Μάλιστα, στο ν. 4387 ρητά αναφέρουμε ότι ακόμα και για τον υπολογισμό των 1.300 ευρώ στο άθροισμα κύριας και επικουρικής σύνταξης ως όριο προστασίας, δεν λαμβάνονται υπόψη τα προνοιακά επιδόματα. Επίσης, λέμε ότι δεν υπάρχει περίπτωση να υπάρξει περικοπή σε οποιοδήποτε εισόδημα από συντάξεις, ακόμη κι αν υπάρχει ανάπηρο παιδί στην οικογένεια. Υπάρχει, λοιπόν, μια σειρά ρητών αναφορών στο νόμο, που δεν δικαιολογούν μια τέτοια επιφύλαξη ή σχετικό ερώτημα...».
Και όμως, τα ίδια τα στοιχεία του ΙΚΑ και ο δραστικός περιορισμός της σχετικής δαπάνης δικαιολογούν πέρα για πέρα τη σχετική Ερώτηση του ΚΚΕ και πολύ περισσότερο τις έντονες ανησυχίες και διαμαρτυρίες των ίδιων των αναπήρων.
Είναι, μάλιστα, χαρακτηριστικό ότι εξαιτίας αυτής της μείωσης της δαπάνης, το ίδιο το ΙΚΑ προχωρά σήμερα στην αναπροσαρμογή προς τα κάτω του ελλείμματός του, από τα 2,099 δισ. ευρώ που προέβλεπε ο προϋπολογισμός του 2016, στα 1,872 δισ. ευρώ. Να, λοιπόν, πώς η κυβέρνηση πετυχαίνει να μειώνει τα ελλείμματα των Ταμείων, οδηγώντας τους συνταξιούχους σε πλήρη ένδεια!
Από αυτή τη σκοπιά, αποκτά επείγοντα χαρακτήρα η διεκδίκηση αιτημάτων όπως αυτά που προβάλλουν οι αγωνιστικές συσπειρώσεις των αναπήρων και το ταξικό συνδικαλιστικό κίνημα, και συγκεκριμένα: Να επανέλθουν οι μισθοί, οι συντάξεις και τα επιδόματα στο προ των περικοπών επίπεδο για τους ανάπηρους και τα μέλη των οικογενειών τους και να παρθούν μέτρα ολόπλευρης στήριξης των ανέργων.
Να μη γίνει καμία περαιτέρω περικοπή στα επιδόματα και τις συντάξεις αναπηρίας, όλοι οι ανάπηροι και οι χρόνιοι πάσχοντες, ανεξαρτήτως ποσοστού αναπηρίας, να έχουν απολύτως δωρεάν ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, τεχνολογικά βοηθήματα, υγειονομικό υλικό κ.λπ. Τέλος, να επεκταθούν οι παραπάνω παροχές και σε κατηγορίες των ΑμεΑ όπως κωφοί, πάσχοντες από γεροντική άνοια, νόσο του Αλτσχάιμερ και Σκλήρυνση κατά Πλάκας.
Σε μια παράλληλη εξέλιξη, η διοίκηση του ΙΚΑ αναμένεται σήμερα να ζητήσει τη χρηματοδότηση μέρους του ελλείμματος που παρουσιάζει από το Ασφαλιστικό Κεφάλαιο Αλληλεγγύης Γενεών (ΑΚΑΓΕ). Πρόκειται για λογαριασμό που προέρχεται από τη λεγόμενη Εισφορά Αλληλεγγύης Συνταξιούχων (επιβλήθηκε το 2010) και αποδεικνύει ότι μεγάλο μέρος των ελλειμμάτων που εμφανίζουν τα Ταμεία «κλείνουν» από τη λεηλασία των συντάξεων, αφού η επιχορήγηση από τον κρατικό προϋπολογισμό βαίνει κάθε χρόνο μειούμενη.
Σημειώνεται, επίσης, ότι το ΙΚΑ, μόνο από τις περικοπές των νόμων 4024/11, 4051/12 και 4093/12, θα αφαιρέσει φέτος από τους συνταξιούχους το ποσό των 747 εκατομμυρίων ευρώ. Και αυτό πέραν των περικοπών που υπέστησαν οι συνταξιούχοι του στις επικουρικές και στο ΕΚΑΣ.
Από σήμερα, στις 6 π.μ., ξεκινά η 48ωρη πανελλαδική απεργία σε όλες τις κατηγορίες των πλοίων, που κήρυξε η Εκτελεστική Επιτροπή της ΠΝΟ. Η απεργιακή κινητοποίηση θα ολοκληρωθεί στις 6 π.μ. το Σάββατο. Τα ναυτεργατικά σωματεία ΠΕΜΕΝ, «ΣΤΕΦΕΝΣΩΝ», ΠΕΕΜΑΓΕΝ, ΠΕΠΡΝ και ΠΕΣ/ΝΑΤ καλούν τους ναυτεργάτες να πάρουν μέρος στην απεργία και στην απεργιακή προσυγκέντρωση, σήμερα, στις 5.30 π.μ., στην πλατεία Καραϊσκάκη. Παράλληλα, υπογραμμίζουν τη σημασία που έχει η πρωτοβουλία Ομοσπονδιών και Εργατικών Κέντρων να απευθύνουν κάλεσμα με αιχμή το ζήτημα των ΣΣΕ, μιας και στον κλάδο των ναυτεργατών η ανασφάλιστη εργασία «χτυπά κόκκινο».
Με επιτυχία έγινε την Τρίτη η ετήσια Γενική Συνέλευση
Στη συνέλευση έγιναν χαιρετισμοί από την Εκτελεστική Γραμματεία του ΠΑΜΕ και την Πανελλαδική Γραμματεία της ΠΑΣΕΒΕ. Θετική πείρα για τη δουλειά των δυνάμεων που συσπειρώνονται στην ΠΑΣΕΒΕ εκεί που είναι μειοψηφία, ήρθε από τις Επιτροπές Αγώνα στα ΤΑΞΙ, έναν κλάδο με ιδιαίτερες δυσκολίες, όπου καταγράφονται θετικά βήματα.
Στην εισηγητική ομιλία της συνέλευσης, ο Θανάσης Καλαμπαλίκης είπε ανάμεσα σε άλλα: «Κάτω από τη δουλειά των δυνάμεων της Κοινωνικής Συμμαχίας, από την δουλειά των πρωτοβάθμιων σωματείων, τη δουλειά της Ομοσπονδίας, βγαίνουν στο προσκήνιο εφεδρείες, δείχνοντας ότι υπάρχουν δυνάμεις γύρω μας που μπορούν να κινητοποιηθούν με αγωνιστική γραμμή και πλαίσιο πάλης.
Εδώ επικεντρώνεται και η δράση της ομοσπονδίας μας. Απορρίπτουμε τους σχεδιασμούς να συνεχίσουμε να πληρώνουμε για να ορθοποδήσει η κερδοφορία των μεγάλων. Δεν συμβιβαζόμαστε με τη μιζέρια και τα λουκέτα, με τα αδιέξοδα που πια έγιναν καθημερινότητα. Απαιτούμε εδώ και τώρα την κάλυψη των απωλειών των τελευταίων χρόνων. Παλεύουμε για την ανατροπή της πολιτικής αυτής που μας αφανίζει, ενάντια στα μονοπώλια, την ΕΕ, τα κόμματα και τις κυβερνήσεις που τους στηρίζουν.
Τα αιτήματά μας, στο σύνολό τους, συνενώνουν όλους τους μικρούς επαγγελματοβιοτέχνες, εμπόρους, επαγγελματίες στην Αττική, δεν διαχωρίζουν και δεν απορρίπτουν κανέναν. Απορρίπτουν μόνο τα συμφέροντα των μονοπωλίων και αυτών που κερδίζουν πλάι τους, επιδιώκοντας να διατηρήσουν τα προνόμιά τους πάνω στη δική μας καταστροφή. Απορρίπτουν τις δυνάμεις που μας οδηγούν στο συμβιβασμό, στον εφησυχασμό, στις αυταπάτες».
Ιδιαίτερη αναφορά έκανε ο Θανάσης Καλαμπαλίκης στη συγκρότηση της ΠΑΣΕΒΕ πριν από έξι χρόνια, ιδρυτικό μέλος της οποίας είναι και η ΟΒΣΑ. Οπως σημείωσε, «η ΠΑΣΕΒΕ αποτέλεσε τη συσπείρωση εκείνη ομοσπονδιών, σωματείων, επιτροπών αγώνα, συνδικαλιστών που παλεύουν ενάντια στα μονοπώλια και τη στρατηγική που τα υπηρετεί, ενάντια στην ΕΕ και τις κυβερνήσεις τους.
Ολα τα προηγούμενα χρόνια, η ΠΑΣΕΒΕ ήταν φωτεινό παράδειγμα συνεπούς αγωνιστικής δράσης, διέθεσε όλες τις δυνάμεις της για την υπεράσπιση των συμφερόντων των αυτοαπασχολούμενων και μικρών ΕΒΕ. Με τις θέσεις και τα αιτήματά της αποκάλυψε τον πραγματικό ένοχο και τις αιτίες της σημερινής κατάστασης. Διεκδίκησε την ανακούφιση των αυτοαπασχολούμενων, την κάλυψη των πιο επειγουσών αναγκών τους, δεν συμβιβάστηκε με τους μονόδρομους του μεγάλου κεφαλαίου.
Με τις πρωτοβουλίες της, συνέβαλε στην ενίσχυση των αγωνιστικών διεκδικήσεων. Στάθηκε απέναντι στις ηγεσίες των ΓΣΕΒΕΕ - ΕΣΕΕ που, συμφωνώντας με την κυρίαρχη πολιτική, αποπροσανατόλισαν από την ουσία των προβλημάτων και άφησαν απροετοίμαστους τους αυτοαπασχολούμενους, απέναντι στην επίθεση που έχει εξαπολυθεί σε βάρος τους τα τελευταία χρόνια. Είμαστε πεισμένοι ότι θα ήταν πολύ χειρότερη η κατάσταση στο κίνημα των αυτοαπασχολούμενων, αν δεν υπήρχε η ΠΑΣΕΒΕ, αποκούμπι, φάρος και οργανωτής.
Οσες επιφυλάξεις και να έχει κάποιος για τις θέσεις της, η συνεπής αγωνιστική δράση της ΠΑΣΕΒΕ δεν μπορεί να αμφισβητηθεί. Γι' αυτό και συμφέρον του κινήματος είναι να ισχυροποιηθεί περισσότερο ο αντιμονοπωλιακός αυτός πόλος με νέα σωματεία και αγωνιστές, με πυρήνες παντού σε όλη τη χώρα και σε κάθε δήμο της Αττικής».
Για το επόμενο διάστημα, ο πρόεδρος της ΟΒΣΑ είπε ότι είναι σοβαρό ζήτημα «να μην περάσει κλίμα απογοήτευσης. Να δυναμώσουν οι αγωνιστικές διαθέσεις στα μέτρα που έρχονται. Αμεσα να σχεδιαστούν πρωτοβουλίες από την ομοσπονδία, από τα σωματεία, από τις ενώσεις, στα βασικά μέτωπα πάλης, που είναι το φορολογικό, τα χρέη, οι κατασχέσεις και η Υγεία».
Σε αυτήν την κατεύθυνση, εκτός από την απογευματινή κινητοποίηση που προτάθηκε να γίνει στο δεύτερο δεκαήμερο του Οκτώβρη, αποφασίστηκε επίσης το κάθε σωματείο να δει ξεχωριστές παραστάσεις διαμαρτυρίας, που θα καταλήγουν και θα κλιμακώνουν στους κεντρικούς σταθμούς.
«Εμείς καλούμε κάθε σωματείο να ακολουθήσει τις δράσεις μας, ακόμα και αυτά που δεν συμφωνούν σε όλα μαζί μας, αλλά συμφωνούν στην ανάγκη να αντισταθούμε στην επίθεση που έρχεται. Τώρα είναι ώρα ευθύνης και ανάγκης για ξεσηκωμό. Από αυτήν τη διαδικασία δεν αποκλείουμε κανέναν αυτοαπασχολούμενο και φτωχό ΕΒΕ», κατέληξε, μεταξύ άλλων, ο Θανάσης Καλαμπαλίκης.
Μάλιστα, το τμήμα μικρομεσαίων του ΣΥΡΙΖΑ, σε πρόσφατη ανακοίνωση που απέστειλε στις συνδικαλιστικές ομοσπονδίες του χώρου, έσπευσε να πανηγυρίσει ότι «είναι προφανές πως ο συνδυασμός των παραπάνω μέτρων έχουν συγκεκριμένο πρόσημο υπέρ των ανθρώπων της εργασίας». Δυστυχώς για τους ίδιους, ο πρωθυπουργός φρόντισε εκ των προτέρων να ξεκαθαρίσει ότι στόχος των εξαγγελιών είναι ουσιαστικά η άμεση βελτίωση της εισπραξιμότητας τρεχουσών και ληξιπρόθεσμων οφειλών των αυτοαπασχολούμενων προς τα ασφαλιστικά ταμεία και το κράτος και όχι η πραγματική ανακούφισή τους.
Γι' αυτό, άλλωστε, και διευκρίνισε αμέσως ότι δεν χαρίζεται ούτε ένα ευρώ από τα ήδη πιστοποιημένα χρέη και πρόστιμα, που εκτοξεύθηκαν την περίοδο της κρίσης, εξαιτίας και της «απογείωσης» των αντιλαϊκών δημοσιονομικών μέτρων από τις προηγούμενες κυβερνήσεις, που διατηρεί στο ακέραιο η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ. Πρόκειται, δηλαδή, για ένα ακόμα καθαρά εισπρακτικό μέτρο, που λειτουργεί εν είδει «καρότου», δίπλα στο «μαστίγιο» της επιτάχυνσης των κατασχέσεων λογαριασμών (περίπου 800.000 έως τώρα, σύμφωνα με ορισμένες εκτιμήσεις), κατοικίας, επαγγελματικής στέγης και εξοπλισμού, που παίρνουν αυτήν την περίοδο μορφή χιονοστιβάδας.
Φυσικά, το τμήμα μικρομεσαίων του ΣΥΡΙΖΑ, γνωρίζοντας την κατάληξη των διαφόρων κατά καιρούς ρυθμίσεων που γίνονται (με πιο πρόσφατη την πολυδιαφημιζόμενη ρύθμιση των 100 δόσεων, από την οποία έχουν ήδη αποβληθεί 51.000, σε σύνολο 105.000, λόγω αδυναμίας πληρωμής), σπεύδει και αυτό να «προσγειώσει» τις όποιες προσδοκίες, ομολογώντας ότι «τα προτεινόμενα μέτρα δεν καλύπτουν όλες τις προτεινόμενες ενέργειες...». Μας διαβεβαιώνει, όμως, ότι «είναι ξεκάθαρη η διάθεση της κυβέρνησης»...
Φυσικά, οι μικροί αυτοαπασχολούμενοι δεν περίμεναν το τμήμα μικρομεσαίων του ΣΥΡΙΖΑ για να καταλάβουν τις «διαθέσεις» της κυβέρνησης τα δύο σχεδόν χρόνια που κυβερνά. Εχουν γευτεί για τα καλά τη φοροληστρική πολιτική της, με την παραπέρα εκτίναξη φόρων και χαρατσιών που δήθεν θα καταργούσε, όπως η διατήρηση της φορολόγησης από το πρώτο ευρώ, η αύξηση του ΦΠΑ, ο ΕΝΦΙΑ κ.τ.λ.
Εχουν ήδη γευτεί τις «ευαισθησίες» της κυβέρνησης στο τσάκισμα των μισθών και των συντάξεων, στην Κοινωνική Ασφάλιση, στις προνοιακές παροχές, στην Υγεία και Παιδεία κ.τ.λ. Εχουν ήδη πικρή πείρα του «κοινωνικού πρόσημου» της πολιτικής της κυβέρνησης, όταν την ώρα που οι ίδιοι παραμένουν στη γνωστή θέση του υποζυγίου, μαζί με τα υπόλοιπα λαϊκά στρώματα, παρακολουθούν την προκλητική χρηματοδότηση και τα λοιπά προνόμια που απολαμβάνουν οι επιχειρηματικοί όμιλοι στη χώρα, ντόπιοι και ξένοι, μέσα από τους δεκάδες νόμους και τροπολογίες που περνάνε στη Βουλή, με τη γνωστή «fast track» διαδικασία.
Η ουσία όμως της παρέμβασης του τμήματος μικρομεσαίων του ΣΥΡΙΖΑ αφορά πρώτα και κύρια τη στήριξη της γνωστής προπαγάνδας της κυβέρνησης, ότι στη ΣΥΡΙΖαίικη εκδοχή διαχείρισης της κρίσης και εξόδου από αυτήν, στον περίφημο «οδικό χάρτη» που εξήγγειλε ο πρωθυπουργός από τη ΔΕΘ, υπάρχει πρόβλεψη και για την ανάκαμψη των μικρών ατομικών επιχειρήσεων.
Ποια είναι, λοιπόν, τα περίφημα μέτρα που προτάσσει το τμήμα μικρομεσαίων του ΣΥΡΙΖΑ για τη «σωτηρία» τάχα των αυτοαπασχολούμενων; Για μια ακόμα φορά, επικεντρώνει στην ενεργοποίηση του Εθνικού Ταμείου Επιχειρηματικότητας και Ανάπτυξης (ΕΤΕΑΝ) ως φορέα ενίσχυσης και ανάπτυξης της μικρομεσαίας επιχειρηματικότητας. Δηλαδή, να το πούμε απλά, τάζει ότι με πρόσβαση σε χαμηλότοκα δάνεια και άλλα αντίστοιχα εργαλεία χιλιοδοκιμασμένα στην καπιταλιστική διαχείριση, θα λυθούν τα όποια προβλήματα των αυτοαπασχολούμενων.
Φυσικά, μια σειρά μεγαλύτερες επιχειρήσεις από αυτές που τυπικά κατατάσσονται στις μικρομεσαίες (στην ΕΕ λογίζονται ως «μικρομεσαίες» οι επιχειρήσεις που απασχολούν έως και 50 άτομα προσωπικό), θα αποκτήσουν πρόσβαση σε ευνοϊκή χρηματοδότηση και γι' αυτές ακριβώς ενδιαφέρεται και η κυβέρνηση. Γι' αυτές, άλλωστε, πανηγυρίζουν και οι συνδικαλιστικές πλειοψηφίες των ΓΣΕΒΕΕ - ΕΣΕΕ, δίνοντας και το δικαίωμα στο τμήμα του ΣΥΡΙΖΑ να λέει ότι η κυβέρνηση «ακούει τις προτάσεις της αγοράς και των φορέων της».
Οι μικρές, όμως, ιδιαίτερα οι ατομικές, χωρίς προσωπικό επιχειρήσεις, ποτέ δεν είχαν ουσιαστική πρόσβαση σε τέτοιου είδους προγράμματα, ούτε ευνοήθηκαν μακροπρόθεσμα από αυτά. Πόσο μάλλον που στις σημερινές συνθήκες, η πλειοψηφία τους είναι καταχρεωμένες και δεν πληρούν εκ των προτέρων τις απαραίτητες προϋποθέσεις ένταξης σε αυτά (π.χ. απαιτούμενο προϋπάρχον κεφάλαιο, θετική πορεία ισολογισμών, ασφαλιστική και φορολογική ενημερότητα κ.τ.λ.). Ούτε έχουν, βέβαια, τα οικονομικά περιθώρια να «καινοτομήσουν» και να λειτουργήσουν με εξωστρέφεια.
Δεν είναι τυχαίο ότι και όσοι απέκτησαν πρόσβαση την τελευταία δεκαετία σε τέτοια προγράμματα, κοινοτικά ή άλλα, καθώς και στα διάφορα κονδύλια των αναπτυξιακών νόμων, είναι τώρα χρεωμένοι με τα δάνεια αυτά και περιμένουν το επόμενο κατασχετήριο.
Ο θησαυρός, δηλαδή, της ανάπτυξης «αλά ΣΥΡΙΖΑ» αποδεικνύεται «μια από τα ίδια» και με τα ίδια «ξινισμένα» υλικά. Δεν μπορεί να αναιρέσει την αντικειμενική υπεροπλία του μεγάλου κεφαλαίου που συγκεντρώνει την αγορά, διαρκώς επεκτεινόμενο και σε τομείς που έως τώρα δραστηριοποιούνται χιλιάδες επαγγελματίες αυτοαπασχολούμενοι.
Και, φυσικά, η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ, όπως και όλες οι προηγούμενες κυβερνήσεις που έχυναν δάκρυα για την πορεία των αυτοαπασχολούμενων στη χώρα, δεν κρύβει το φιλομονοπωλιακό προσανατολισμό της πολιτικής της. Υλοποιεί κατά κόρον τις αντίστοιχες «διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις» που προβλέπουν οι κατευθύνσεις της ΕΕ, καθώς και η περιβόητη εργαλειοθήκη του ΟΟΣΑ.
Τέτοιες είναι οι κατευθύνσεις για την παραπέρα απελευθέρωση της αγοράς εργασίας, επαγγελμάτων, ωραρίου και άλλα αντίστοιχα μέτρα (π.χ. γενίκευση πιστοποιήσεων στα τεχνικά επαγγέλματα), που λειτουργούν ανασταλτικά στην επαγγελματική δραστηριότητα των αυτοαπασχολούμενων, ανοίγοντας το δρόμο για την κυριαρχία των μεγάλων επιχειρηματικών ομίλων.
Εδώ αποσκοπούν και οι διάφορες προτροπές κυβερνητικών στελεχών (που αποτυπώνονται και σε κατευθύνσεις του αναπτυξιακού νόμου) περί συνένωσης των ατομικών επιχειρήσεων σε συνεργατικά - συνεταιριστικά σχήματα, προκειμένου δήθεν να εξασφαλίσουν πρόσβαση σε χρηματοδότηση και βιωσιμότητα που επί της ουσίας θα ανοίξουν το δρόμο στην ταχύτερη απορρόφηση των μικρών επιχειρήσεων από αντίστοιχες μεγαλύτερες.
Οσο, λοιπόν, τα κυβερνητικά και κομματικά στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ και να εμφανίζουν ότι η δική τους εκδοχή της ανάπτυξης χωρά τα λαϊκά στρώματα, τους μικρούς αυτοαπασχολούμενους στην προκειμένη περίπτωση, γνωρίζουν και τα ίδια πολύ καλά ότι στις σημερινές συνθήκες παρατεταμένης κρίσης και οξύτατου ανταγωνισμού ανάμεσα στα διάφορα τμήματα του μονοπωλιακού κεφαλαίου, η περιβόητη ανάκαμψη της καπιταλιστικής οικονομίας, την οποία υπηρετούν, σχετίζεται ακριβώς με τη δυνατότητα του κεφαλαίου να επενδύσει με μεγαλύτερο ποσοστό κέρδους, αλλά και με το να αποκτήσει πρόσβαση σε νέα πεδία κερδοφορίας.
Και όπως το τσάκισμα της τιμής της εργατικής δύναμης είναι προϋπόθεση, ή ο περιορισμός των κοινωνικών παροχών και η φοροληστεία, για να εξασφαλιστούν γενναίες χρηματοδοτήσεις στο μεγάλο κεφάλαιο, εξίσου απαραίτητος είναι και ο περιορισμός της οικονομικής δραστηριότητας των εκατοντάδων χιλιάδων αυτοαπασχολούμενων στη χώρα. Η πορεία, δηλαδή, της μεγάλης πλειοψηφίας των αυτοαπασχολούμενων είναι προδιαγεγραμμένη.
Από αυτήν τη σκοπιά, οι χιλιάδες αυτοαπασχολούμενοι που παλεύουν σκληρά στις σημερινές συνθήκες να εξασφαλίσουν το απαραίτητο εισόδημα για να ζήσουν τις οικογένειές τους, δεν πρέπει να πιστέψουν τις νέες υποσχέσεις του ΣΥΡΙΖΑ, που απ' ό,τι φαίνεται τα έχει μάθει καλά τα γράμματα της αστικής εξαπάτησης. Κανένας σωτήρας, ό,τι και αν υπόσχεται, ούτε θέλει, ούτε μπορεί να εξασφαλίσει γι' αυτούς την επιστροφή στις «παλιές καλύτερες μέρες».
Γι' αυτό και πρέπει να πάρουν τη θέση τους στο συλλογικό και ανυποχώρητο αγώνα που σήμερα χρειάζεται να δυναμώσει, μαζί με την εργατική τάξη, τη φτωχή αγροτιά, για την ανάκτηση των απωλειών που έχουν υποστεί οι λαϊκές οικογένειες, για την ανατροπή αυτής της πολιτικής. Να διαχωρίσουν τη θέση τους και στο κίνημα από τη γραμμή των συνδικαλιστικών πλειοψηφιών των ΓΣΕΒΕΕ, ΕΣΕΕ που τους οδηγούν στο συμβιβασμό με τη σημερινή κατάσταση, στην αυταπάτη ότι κάτι μπορεί να αλλάξει χωρίς σύγκρουση.
Η γραμμή αυτή, που καλούσε σε υπομονή για να δοκιμαστεί και αυτή η κυβερνητική εναλλαγή, δοκιμάστηκε και χρεοκόπησε. Αντίθετα, η ανάκτηση των απωλειών τους, η κάλυψη των αναγκών των οικογενειών τους, βρίσκονται στον αντίποδα, στο δρόμο της αντεπίθεσης.
Οι κομμουνιστές επιφορτίζονται με μεγάλα και σύνθετα καθήκοντα ώστε μεγαλύτερα τμήματα αυτοαπασχολούμενων να συνειδητοποιούν την πραγματική αιτία στα προβλήματά τους που δεν είναι άλλη από την ίδια την καπιταλιστική ιδιοκτησία και εξουσία. Να συνειδητοποιούν ότι όσες ώρες και να δουλέψουν στις σημερινές συνθήκες, δεν μπορούν να αντιστρέψουν τις βαρύτατες συνέπειες που ξεπροβάλλουν από κάθε χαραμάδα του σημερινού συστήματος γι' αυτούς και τις οικογένειές τους.
Η εκλαΐκευση της πολιτικής πρότασης του Κόμματος, με στόχο να κερδίζονται περισσότεροι αυτοαπασχολούμενοι με αυτή, σε αντιπαράθεση με τα δεινά που αντικειμενικά γεννά το καπιταλιστικό σύστημα για την πλειοψηφία τους, είναι πρωταρχικής σημασίας. Η στράτευση περισσότερων αυτοαπασχολούμενων σε αυτήν την κατεύθυνση, δεν είναι άσχετη και με τη δράση μας για την οργάνωση και τον προσανατολισμό της πάλης τους, με την ανάγκη αλλαγής των σημερινών συσχετισμών στο ίδιο το κίνημα των αυτοαπασχολούμενων.
Η υιοθέτηση αντιμονοπωλιακών στόχων σε κατεύθυνση ρήξης και ανατροπής, η χρεοκοπία της γραμμής του συντεχνιασμού και του κοινωνικού εταιρισμού, η διαμόρφωση προϋποθέσεων να εμπεδώνεται η ανάγκη ενδυνάμωσης της Λαϊκής Συμμαχίας με την εργατική τάξη και τη φτωχή αγροτιά ενάντια στα μονοπώλια, στην ΕΕ, στα κόμματά τους σχετίζονται και με τη δική μας παρέμβαση. Γι' αυτό και σήμερα η βελτίωση της παρέμβασής μας στους μεγάλους κλάδους και πόλεις που δραστηριοποιούνται χιλιάδες αυτοαπασχολούμενοι πρέπει να βρεθεί σταθερά στο επίκεντρο της δράσης μας.
Συζήτηση με την Αθηνά Γραμματικοπούλου, πρόεδρο του Σωματείου Εργαζομένων στο Θεαγένειο Νοσοκομείο της Θεσσαλονίκης
-- Πώς σχολιάζετε τις εξαγγελίες του πρωθυπουργού από τη ΔΕΘ, για προσλήψεις στα δημόσια νοσοκομεία 10.000 νοσηλευτών και γιατρών; Εκτιμάτε ότι μπορεί να ανατραπεί η σημερινή εικόνα στον κρατικό τομέα της Υγείας, όπως ισχυρίζεται η κυβέρνηση;
-- Ο κ. Τσίπρας είναι άξιος συνεχιστής των προηγούμενων πρωθυπουργών, οι οποίοι κάθε Σεπτέμβρη «γεμίζουν» στα λόγια τα νοσοκομεία με προσωπικό. Από τις εξαγγελίες της κυβέρνησης δεν πρέπει να παρασυρθεί κανένας υγειονομικός, κανένας άνθρωπος των λαϊκών στρωμάτων, που δίκαια αγανακτεί με το σημερινό χάλι στην Υγεία. Από τις 10.000 προσλήψεις που εξήγγειλε, οι μισές και παραπάνω δεν θα είναι μόνιμου προσωπικού, αλλά με προγράμματα «κοινωφελούς εργασίας», με επικουρικό προσωπικό και με συμβάσεις με ημερομηνία λήξης.
Την ίδια ώρα, στο ΕΣΥ λείπουν 30.000 νοσηλευτές και ο κος Τσίπρας λέει ότι θα προσλάβει 5.000 άτομα μέσω ΟΑΕΔ. Πρόκειται, δηλαδή, για σταγόνα στον ωκεανό των ελλείψεων, μιας και σε ένα χρόνο από τώρα τα κενά θα είναι ίδια ή και μεγαλύτερα. Να θυμίσουμε, επίσης, ότι ο προηγούμενος υπουργός Υγείας αυτής της ίδιας κυβέρνησης τα ίδια έλεγε πριν από ένα χρόνο και δεν προσελήφθη στα νοσοκομεία κανένας καινούργιος εργαζόμενος.
Eurokinissi |
Αυτή είναι η «συνεισφορά» του τομέα της Υγείας στο στόχο της ανάκαμψης της οικονομίας, επιβεβαιώνοντας ότι σ' αυτήν δεν χωράνε τα δικαιώματα των υγειονομικών και οι σύγχρονες ανάγκες του λαού.
-- Πώς εκφράζεται στο Θεαγένειο Αντικαρκινικό Νοσοκομείο η γενικότερη αντιλαϊκή πολιτική της κυβέρνησης στο χώρο της Υγείας;
-- Οι κενές θέσεις εργασίας στο νοσοκομείο είναι 351, με βάση τον ισχύοντα κανονισμό, ο οποίος υποτιμάει βέβαια τις πραγματικές ανάγκες. Στη Νοσηλευτική Υπηρεσία υπάρχουν 144 κενές θέσεις, από γιατρούς λείπουν 105, στη Διοικητική Υπηρεσία 28, στην Τεχνική 8 και πάει λέγοντας. Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι οι αλλαγές που έγιναν τα τελευταία χρόνια στα οργανογράμματα των νοσοκομείων, επέφεραν δραματική μείωση έως εξαφάνιση των προβλεπόμενων διοικητικών θέσεων.
Ως αποτέλεσμα της έλλειψης προσωπικού, στο Τμήμα Υπερήχων τα ραντεβού κλείνονται μετά από δύο χρόνια (!) γιατί καλύπτεται από ένα μόνο γιατρό, συγχωνεύθηκε και ουσιαστικά καταργήθηκε η Γναθοχειρουργική Κλινική με την ΩΡΛ, γιατί δεν υπάρχει κανένας γιατρός. Επίσης, συγχωνεύθηκαν οι Χειρουργικές Κλινικές Β' και Γ' λόγω συνταξιοδότησης του διευθυντή, καταργήθηκαν 28 κρεβάτια με το τελευταίο οργανόγραμμα και καταργήθηκε το Ερευνητικό Τμήμα.
Σε ό,τι αφορά τις ελλείψεις στον εξοπλισμό, από τις πολλές που υπάρχουν, ξεχωρίζουν αυτές που σχετίζονται με το χαρακτήρα του νοσοκομείου ως αντικαρκινικού. Ενδεικτικά, δεν υπάρχει Κεντρική Μονάδα Διάλυσης Φαρμάκων - Κυτταροστατικών, που είναι απαραίτητη σε κάθε νοσοκομείο για την ορθολογική χρήση των χημειοθεραπειών, ώστε να μην πετιούνται φάρμακα, δεν υπάρχει μαγνητικός τομογράφος, είναι χαλασμένο το μηχάνημα της βραχυθεραπείας, που είναι απαραίτητο στη θεραπεία του καρκίνου της μήτρας.
Επίσης, η πηγή Κοβαλτίου στο Ακτινοθεραπευτικό είναι παροπλισμένη και περιμένουμε να αντικατασταθεί μέσω δωρεάς από ιδιώτη, ενώ και το πρόσφατα αποκτημένο Pet-scan λειτούργησε με δωρεές ραδιοφαρμάκου για τέσσερις μήνες και σταμάτησε δίχως να ξέρουμε πότε θα ξαναλειτουργήσει. Πρόκειται για ελλείψεις που δυσκολεύουν πραγματικά τη διαδικασία της διάγνωσης και της θεραπείας των ασθενών που απευθύνονται στο νοσοκομείο και σε ορισμένες περιπτώσεις μπορούν να αποβούν ακόμα και μοιραίες για τον άρρωστο.
Σε ευθεία συνάρτηση με τις ελλείψεις και τα προβλήματα είναι και η κρατική χρηματοδότηση, που φθίνει διαρκώς τα τελευταία χρόνια. Ενδεικτικά, ο προϋπολογισμός του «Θεαγένειου» για το 2009 ήταν 78 εκατ. ευρώ, το 2014 ήταν 68 εκατ. ευρώ και το 2016 είναι 41 εκατ. ευρώ! Αντίστοιχα, ο προϋπολογισμός του φαρμακείου μειώνεται κατά τέσσερα εκατομμύρια ανά έτος. Ετσι, το 2013 ήταν 24 εκατ. ευρώ, το 2014 ήταν 20 εκατ. ευρώ και το 2015 ήταν 16 εκατ. ευρώ.
Αυτή η υποχρηματοδότηση προκαλεί απίστευτη ταλαιπωρία για τους καρκινοπαθείς και τις οικογένειές τους, επειδή το φαρμακείο του νοσοκομείου δεν μπορεί να προμηθευτεί όλα τα φάρμακα (Prolia, x-geva κ.λπ.), με αποτέλεσμα οι καρκινοπαθείς να τα προμηθεύονται από εξωτερικά φαρμακεία και να τα κουβαλούν μαζί τους με την εισαγωγή τους στο νοσοκομείο.
Αποτέλεσμα της υποχρηματοδότησης είναι και η μεγάλη έλλειψη προσωπικού που αναφέραμε προηγουμένως και η οποία μεταφράζεται σε συρρίκνωση των υπηρεσιών και καθυστέρηση των ραντεβού, με ό,τι μπορεί να σημαίνει αυτό για την έγκαιρη διάγνωση και τη θεραπεία των καρκινοπαθών. Για παράδειγμα, από το Τμήμα Πρόληψης έχει κλείσει το Γαστρεντερολογικό Ιατρείο και το Τμήμα Μαστού λειτουργεί τρεις μέρες τη βδομάδα, αντί για πέντε. Ακόμα, το 2012 στο Γυναικολογικό Τμήμα πάρθηκαν 6.058 Τεστ Παπ, ενώ το 2015 μειώθηκαν στα 4.193. Το 2012 πραγματοποιήθηκαν 7.802 μαστογραφίες στο Τμήμα Πρόληψης, σε αντιδιαστολή με το 2015, που έγιναν 5.972. Είναι χαρακτηριστικό, επίσης, το γεγονός ότι σχεδόν όλες οι κλινικές λειτουργούν με επικουρικούς γιατρούς.
-- Οι συνθήκες που διαμορφώνονται στη λειτουργία του νοσοκομείου τι επιπτώσεις έχουν για τους εργαζόμενους και τους ασθενείς;
-- Το «Θεαγένειο» είναι ένα ειδικό νοσοκομείο, με δύναμη 330 κρεβατιών και εξυπηρετεί όλη τη Βόρεια Ελλάδα, τη Θεσσαλία και τα νησιά του Βορείου Αιγαίου. Ο όγκος της δουλειάς είναι πολύ μεγάλος, λόγω της ιδιαιτερότητας και της πολυπλοκότητας της αντιμετώπισης των ογκολογικών ασθενών.
Το νοσοκομείο αναπτύχθηκε σταδιακά σε κάθετη ανάπτυξη δέκα ορόφων, με αποτέλεσμα να μην υπάρχουν καθόλου ελεύθεροι χώροι. Οταν βγαίνει εκτός λειτουργίας το δεύτερο ασανσέρ, δημιουργείται πρόβλημα ακόμα και στην πρόσβαση. Με πρόχειρες λύσεις έχουν μονιμοποιηθεί κακές πρακτικές, μπαλκόνια και αποθήκες έχουν μετατραπεί σε γραφεία και διάδρομοι έχουν μετατραπεί σε αποθηκευτικούς χώρους.
Ελλείψει πρωτοβάθμιας φροντίδας, οι άρρωστοι για απλές συνταγογραφήσεις αναγκάζονται να έρχονται στο «Θεαγένειο». Καθημερινά περνούν από τα Τακτικά Εξωτερικά Ιατρεία και εξετάζονται γύρω στα 450 άτομα. Στο Τμήμα Ημερήσιας Νοσηλείας, με δύναμη 40 κρεβατιών, περνούν 160 άρρωστοι ημερησίως για να κάνουν χημειοθεραπεία κατά το πρωινό ωράριο, ενώ οι χημειοθεραπείες του συγκεκριμένου τμήματος ανέρχονται στις 26.896 ετησίως.
Ολο το 2015 εκτελέστηκαν 179.788 ραντεβού και πραγματοποιήθηκαν 19.272 εισαγωγές. Η εντατικοποίηση της εργασίας του προσωπικού είναι πάρα πολύ μεγάλη και η σχέση με τους αρρώστους μοναδική, με ιδιαίτερα σωματικό και ψυχικό κόστος. Η μακροχρόνια έλλειψη προσωπικού οδήγησε σε αλλότρια καθήκοντα για τους νοσηλευτές, καθώς τους εμπλέκει στη διάλυση των κυτταροστατικών - χημειοθεραπευτικών φαρμάκων, παρόλο που δεν περιλαμβάνεται στα επαγγελματικά τους καθήκοντα.
Επίσης, έχει καταργηθεί το Ερευνητικό Τμήμα του νοσοκομείου. Δεν νοείται ογκολογικό κέντρο χωρίς έρευνα. Ολη η έρευνα και οι νέοι βιοδείκτες στους οποίους στηρίζονται οι σύγχρονες θεραπείες, δε γίνονται στο νοσοκομείο μας, με αποτέλεσμα να στέλνονται τα δείγματα των ασθενών σε ιδιωτικά κέντρα, ενώ θα μπορούσαν με την υπάρχουσα υποδομή, ανθρώπινο δυναμικό και εξοπλισμό, να πραγματοποιούνται εντός του νοσοκομείου.
-- Το Σωματείο Εργαζομένων πώς στέκεται απέναντι σ' αυτήν την κατάσταση;
-- Για δεύτερη φορά, οι εργαζόμενοι ανέδειξαν τις ταξικές δυνάμεις στην πλειοψηφία του σωματείου, δείχνοντας εμπιστοσύνη στην προσπάθεια που κάνουμε να φέρουμε στο προσκήνιο τις πραγματικές αιτίες των προβλημάτων, να οργανώσουμε τον αγώνα για τη διεκδίκηση μέτρων ανακούφισης εργαζομένων και ασθενών, αντιπαλεύοντας την προσπάθεια της κυβέρνησης να μας συμφιλιώσει με τη λογική του μικρότερου κακού και των μειωμένων απαιτήσεων.
Σ' αυτή την κατεύθυνση, προβάλλουμε την ανάγκη της σύγκρουσης με την αντιλαϊκή πολιτική, της οργάνωσης μαζί με όλους τους εργαζόμενους και το λαό, για τη διεκδίκηση αποκλειστικά δημόσιας και δωρεάν Υγείας και Πρόνοιας, πλήρους και σταθερής εργασίας για όλους τους υγειονομικούς, ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης στο ύψος των σύγχρονων αναγκών.
Στην καθημερινή λειτουργία του σωματείου, επιδιώκουμε να έχουμε τακτική επαφή και επικοινωνία με το σύνολο του προσωπικού και ιδιαίτερα με τους νέους συναδέλφους, που συνθλίβονται από τις ελαστικές σχέσεις εργασίας. Γι' αυτό το σκοπό, αξιοποιούμε όλα τα μέσα, από συσκέψεις, εξορμήσεις και συζητήσεις μέχρι τακτικές μηνιαίες πρωινές συνελεύσεις, στις οποίες καλούμε να συμμετέχουν και οι άρρωστοι με τους συνοδούς τους, που στέκονται αλληλέγγυοι σε κάθε κινητοποίησή μας.
Η πείρα έχει δείξει ότι η αγανάκτηση δεν φτάνει για να αλλάξει η άθλια κατάσταση στην Υγεία και παντού. Αυτό που χρειάζεται σήμερα είναι να γίνουν σοβαρά βήματα στην οργάνωση των εργαζομένων στους χώρους δουλειάς, στη συμμαχία τους με τα άλλα λαϊκά στρώματα, στην ανάπτυξη αγώνων που θα έχουν στην προμετωπίδα τις σύγχρονες ανάγκες του λαού. Στην ανάπτυξη του κινήματος με αυτά τα χαρακτηριστικά προσπαθούμε να συμβάλλουμε κι εμείς.