Πλούσια συζήτηση στη χτεσινή σύσκεψη
Η δράση που έχουν αναπτύξει άλλωστε εμποροϋπάλληλοι, αυτοαπασχολούμενοι και το ριζοσπαστικό γυναικείο κίνημα σε ένα μέτωπο που τους διαλύει τη ζωή και κάνει λάστιχο την καθημερινότητα έχει αφήσει ήδη πολύτιμη παρακαταθήκη. Πρόκειται για μια δράση που το προηγούμενο διάστημα συνδυάστηκε και με τις πρόσφατες μεγάλες απεργιακές μάχες ενάντια στο νομοσχέδιο - έκτρωμα για τα Εργασιακά.
Μια δραστηριότητα που όπως αναδείχθηκε και από τη χτεσινή σύσκεψη δίνει πολύτιμη πείρα για τη συνέχεια, για να δυναμώσει ακόμη περισσότερο ο κοινός αγώνας απέναντι στην αντιλαϊκή πολιτική ΕΕ - κυβέρνησης, που βάζει στη μέγγενη τον ελεύθερο χρόνο εργαζομένων και αυτοαπασχολούμενων, την ξεκούρασή τους, για την προώθηση της καπιταλιστικής κερδοφορίας, και που συνθλίβει επίσης τις σύγχρονες ανάγκες και δυνατότητες για περισσότερο και δημιουργικό ελεύθερο χρόνο, για ουσιαστική ξεκούραση και αναψυχή των λαϊκών οικογενειών.
Την εισηγητική ομιλία έκανε η πρόεδρος του ΣΕΑ Ντίνα Γκογκάκη, ενώ ακολούθησαν ομιλίες από την Χριστίνα Σκαλούμπακα, πρόεδρο της ΟΓΕ, και τον Θανάση Καλαμπαλίκη, πρόεδρο της ΟΒΣΑ.
Τον λόγο πήραν επίσης μέλη σωματείων και Ομάδων Γυναικών, μεταφέροντας πλούσια πείρα και συμβάλλοντας στο πρόγραμμα δράσης για το επόμενο διάστημα.
Μιλώντας για την κοινή δράση που αναπτύσσουν οι φορείς του εργατικού - λαϊκού κινήματος για την υπεράσπιση της κυριακάτικης αργίας, ενάντια στην «απελευθέρωση» του ωραρίου λειτουργίας των καταστημάτων και στα ωράρια - λάστιχο, η Ντ. Γκογκάκη υπογράμμισε: «Εχοντας διαμορφωμένο ένα βασικό περιεχόμενο και πλαίσιο πάλης, μπορούμε να δυναμώσουμε το κοινό μας μέτωπο απέναντι στον κοινό εχθρό, την πολιτική της ΕΕ, των κυβερνήσεων και των επιχειρηματιών ομίλων, που με καταιγιστικούς ρυθμούς μάς αφαιρούν κατακτήσεις και δικαιώματα. Με κριτήριο την εξασφάλιση μεγαλύτερων μεριδίων αγοράς και κερδών, εντείνουν την εκμετάλλευση των εμποροϋπαλλήλων και ξεκληρίζουν τους αυτοαπασχολούμενους εμπόρους».
Οπως εξήγησε, αυτόν τον στόχο υπηρετούν η «απελευθέρωση» του ανοίγματος των καταστημάτων τις Κυριακές και η διεύρυνση του ωραρίου λειτουργίας τους.
Ανέδειξε ακόμα ότι η επιχειρηματολογία των εκάστοτε κυβερνήσεων, με κάποιες παραλλαγές, παραμένει μέχρι και σήμερα ίδια για το ζήτημα των Κυριακών: «Δεν μπορεί να έρχονται οι τουρίστες στη χώρα μας και να είναι τα καταστήματα κλειστά», «θα ανοίξουν νέες θέσεις εργασίας», «θα ενισχυθεί το εισόδημά σας». Ενώ τη 10ωρη εργασία και την «ευελιξία» «μας τα πλασάρουν ως κάτι το σύγχρονο και το προοδευτικό».
«Η πραγματικότητα όμως είναι τελείως διαφορετική. Οι εμποροϋπάλληλοι εξαναγκάζονται σε εργασία 7 μέρες τη βδομάδα μέχρι και 12 συνεχόμενες μέρες. Σε πολλές περιπτώσεις το ρεπό δηλώνεται μόνο στα χαρτιά, επιβάλλοντας ασταμάτητη κακοπληρωμένη εργασία για εβδομάδες. Οχι μόνο δεν δημιουργήθηκαν νέες θέσεις εργασίας, αλλά αντιθέτως οι απολύσεις είναι στην ημερήσια διάταξη της εργοδοσίας. Εργάζονται με τις πιο "ευέλικτες" εργασιακές σχέσεις, με τους χειρότερους μισθούς, όσο, όπως και όποτε θέλει η εργοδοσία», ανέφερε η πρόεδρος του ΣΕΑ και τόνισε:
«Η υπεράσπιση και κατοχύρωση της κυριακάτικης αργίας, ο σταθερός εργάσιμος χρόνος, η μείωσή του, ήταν και παραμένουν στην προμετωπίδα της πάλης του ταξικού συνδικαλιστικού κινήματος. Αποτελεί ισχυρό όπλο στα χέρια μας η κοινή συμπόρευση εργαζομένων, αυτοαπασχολούμενων και της ΟΓΕ. Εχουμε βάλει τις βάσεις, έχουμε μετρήσει βήματα και μπορούμε από καλύτερη θέση να συνεχίσουμε. Οχι μόνο για το ζήτημα της κυριακάτικης αργίας, των διευρυμένων ωραρίων και του εργάσιμου χρόνου, αλλά και για τα ζητήματα της Υγείας και της Παιδείας. Αποτελεί παρακαταθήκη για τη συνέχεια η μάχη που δώσαμε όλο το προηγούμενο διάστημα, με πολύμορφες κινητοποιήσεις, με τις μαζικές απεργίες του Ιουνίου ενάντια στον νόμο - έκτρωμα για τα Εργασιακά».
Οσο για τη συνέχεια, η Ντ. Γκογκάκη κάλεσε «να στοχεύσουμε σε συνοικίες και μεγάλους εμπορικούς δρόμους, που συγκεντρώνουν χιλιάδες ανοργάνωτους εργαζόμενους και αυτοαπασχολούμενους στο Εμπόριο. Με τη δράση μας, τις πρωτοβουλίες που θα πάρουμε, να φτάσουμε σε περισσότερες και περισσότερους και να συζητήσουμε μαζί τους την ανάγκη να δυναμώσει ο κοινός μας αγώνας για την ικανοποίηση όλων των σύγχρονων αναγκών μας».
Στην πείρα των αυτοαπασχολούμενων από την «απελευθέρωση» της λειτουργίας των καταστημάτων τις Κυριακές στάθηκε ο Θανάσης Καλαμπαλίκης. «Πότε για την "αναθέρμανση του Εμπορίου", πότε για την "αναζωογόνηση του Τουρισμού", το γαϊτανάκι συνεχίζεται. Στην ουσία έχουν "απελευθερωθεί" όλες οι Κυριακές του χρόνου», ανέφερε και πρόσθεσε:
«Γνωρίζουμε καλά ότι για να επιβιώσουν οι αυτοαπασχολούμενοι σε συνθήκες παραπέρα "απελευθέρωσης" του ωραρίου και να εξασφαλίσουν ένα ικανοποιητικό εισόδημα, θα αναγκαστούν να εργάζονται ατελείωτες ώρες. Το δικαίωμα στην ξεκούραση, ο ελεύθερος χρόνος - ατομικός και οικογενειακός - συρρικνώνεται, η υγεία επιβαρύνεται.
Τα προβλήματα στην πλειοψηφία των αυτοαπασχολούμενων παραμένουν. Ακόμα και όσοι βλέπουν κάτι να κινείται, δεν απαλλάσσονται οριστικά από αυτά. Είναι χιλιάδες αυτοί που καλούνται με το ψαλιδισμένο τους εισόδημα να συμβιβάσουν τα ασυμβίβαστα, να ζήσουν την οικογένειά τους και ταυτόχρονα να ανταποκριθούν σε παλιές και νέες υποχρεώσεις, στα χρέη που μαζεύτηκαν με το τσουβάλι τα προηγούμενα χρόνια και γιγαντώθηκαν στην πανδημία. Η φορολεηλασία στο εισόδημά τους συνεχίζεται με αμείωτο ρυθμό».
Η Χριστίνα Σκαλούμπακα ξεκίνησε την παρέμβασή της με τη σημασία που έχει ο ελεύθερος χρόνος και για τη συμμετοχή των γυναικών στο κίνημα. Πρόκειται για «ένα ζήτημα που είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με τη συμμετοχή των γυναικών στη συνδικαλιστική και κοινωνική δράση και αποτελεί έναν από τους βασικούς στόχους του ριζοσπαστικού γυναικείου κινήματος», τόνισε μεταξύ άλλων και θύμισε ότι ο πρόσφατος αντεργατικός νόμος «αποτελεί κομβικό σημείο για το χτύπημα του δικαιώματος της εργαζόμενης στον ελεύθερο χρόνο».
Αφού στάθηκε στα αντεργατικά μέτρα που πλασάρονται ως δήθεν προοδευτικά για τις νέες εργαζόμενες και μητέρες, ανέδειξε την ανάγκη αποκάλυψης της πηγής της πολύμορφης βίας κατά των γυναικών. Οπως είπε, «ενώ η κυβέρνηση και όλα τα κόμματα που κινούνται στις ράγες της ΕΕ προσπαθούν να αποπροσανατολίσουν τις εργαζόμενες και τις αυτοαπασχολούμενες και να τις πείσουν ότι δήθεν παίρνουν μέτρα καταπολέμησης της βίας κατά των γυναικών, ενόψει και των περιστατικών του τελευταίου διαστήματος, το ριζοσπαστικό γυναικείο κίνημα, τα Σωματεία και οι Ενώσεις των αυτοαπασχολούμενων χρειάζεται να εντείνουμε την προσπάθειά μας να αποκαλύψουμε το πραγματικό πρόσωπο της βίας που τσακίζει το σύνολο της εργασιακής, οικογενειακής και προσωπικής μας ζωής και τις αιτίες της». Και κάλεσε για το επόμενο διάστημα «οι κοινές μας πρωτοβουλίες να πάρουν έναν μαχητικό χαρακτήρα, που θα εμψυχώνει τις γυναίκες που βρίσκονται έξω από το κίνημα. Να προβάλουμε την αναγκαιότητα της συλλογικής δράσης».
Στη συζήτηση που ακολούθησε, τον λόγο πήραν μια σειρά εκπρόσωποι σωματείων και φορέων.
Η Νατάσα Καμπέλη, από το προεδρείο της ΟΓΕ και την Ομάδα Γυναικών Μεσογείων, αναφέρθηκε στις παρεμβάσεις που έχουν γίνει στο Εκπτωτικό Χωριό, έναν μεγάλο χώρο δουλειάς του Εμπορίου στην περιοχή, και στάθηκε στην ανάγκη να γίνουν και κατά τόπους συσκέψεις. Στην πείρα αυτή αναφέρθηκε και η Ελένη Γεωργούλα από την Ομάδα Γυναικών Παλλήνης - Γέρακα - Ανθούσας.
Η Χριστίνα Μαυρομάτη από το Σωματείο Καταστημάτων Οπτικών στάθηκε στο πώς αποτυπώνονται τα ωράρια - λάστιχο στη ζωή της αυτοαπασχολούμενης γυναίκας, στο άγχος για το πώς θα κρατηθεί το μαγαζί, με παιδιά να μεγαλώνουν μέσα στα καταστήματα και ανύπαρκτο ελεύθερο χρόνο.
Στο τι σήμαινε για τους εμποροϋπαλλήλους η εκτόξευση των κερδών των ομίλων των σούπερ μάρκετ αναφέρθηκε η Αγγελική Ιγνατίου, εργαζόμενη από τον «Σκλαβενίτη», αναδεικνύοντας την εξουθένωση, τα εργατικά «ατυχήματα», τα ατέλειωτα ωράρια ακόμα και τις Κυριακές «πίσω από τα ρολά», αλλά και το γεγονός ότι οι νέες προσλήψεις είναι 6ωρες - 6ήμερες και ορισμένου χρόνου.
Η Μάγδα Χατζηευσταθίου από τη νεοσύστατη Ομάδα Γυναικών Κυψέλης μετέφερε πείρα από τις παρεμβάσεις σε εμπορικά καταστήματα της γειτονιάς, ενώ ιδιαίτερα στάθηκε στην επαφή με τις μετανάστριες εργαζόμενες και αυτοαπασχολούμενες. Στην πείρα από παρεμβάσεις σε γειτονιές του κέντρου αναφέρθηκε και η Ελένη Θεοδοσίου από τον Σύλλογο Γυναικών Εξαρχείων.
Η Ελένη Ξηρογιάννη, μέλος του ΔΣ του ΣΕΑ και εργαζόμενη στα «Attrativo», αναφέρθηκε στα συμπεράσματα από την κοινή δράση, τονίζοντας ότι αυτή αφορά το σύνολο της ζωής των εργαζομένων, όπως και στα θέματα της Παιδείας, που είναι σήμερα στην επικαιρότητα.
Εκ μέρους της Ενωσης ΕΒΕ Καλλιθέας η Ανθή Πατσιώτη, γραμματέας της ΟΒΣΑ, στάθηκε στον σχεδιασμό για το επόμενο διάστημα ώστε να αναπτυχθούν η επαφή και η κοινή δράση με τους εμποροϋπαλλήλους της περιοχής, ενώ ο Γιώργος Τσουρός από το Σωματείο Κομμωτών μετέφερε παραδείγματα που δείχνουν την αξία του οργανωμένου συλλογικού αγώνα, όπως ενάντια στις διακοπές ρεύματος σε αυτοαπασχολούμενους για χρέη κ.λπ.
Την Τρίτη 27 Ιούλη, στις 8.30 μ.μ. στην πλατεία Δημαρχείου, η Τομεακή Επιτροπή Θεσπρωτίας του ΚΚΕ καλεί σε ανοιχτή εκδήλωση - συζήτηση με θέμα «Η ανάπτυξή τους για το λιμάνι και το παραλιακό μέτωπο είναι αντίθετη με τις ανάγκες του λαού». Θα μιλήσει ο Νίκος Καραθανασόπουλος, μέλος της ΚΕ και βουλευτής του ΚΚΕ.
Οπως αναφέρει σε δήλωσή του ο Λαέρτης Ρέγκας, Γραμματέας της ΤΕ Θεσπρωτίας:
«Η παραχώρηση του λιμανιού και του παραλιακού μετώπου ή οποιοδήποτε τμήματός του με όποια μορφή σε ιδιώτες, που προωθεί η κυβέρνηση της ΝΔ και εφάρμοσαν όλες οι προηγούμενες κυβερνήσεις (ΝΔ, ΣΥΡΙΖΑ, ΠΑΣΟΚ), θα σημάνει νέα δεινά για τον λαό όλης της Ηπείρου.
Σημαντικές είναι και οι ευθύνες της Τοπικής Διοίκησης, Περιφέρειας - δήμων, που συμφωνούν κι αυτοί στην ανάπτυξη που εξυπηρετεί τα κέρδη των μονοπωλιακών ομίλων και τίποτα άλλο. Πρόσφατα τα Δημοτικά Συμβούλια Φιλιατών και Ηγουμενίτσας ενέκριναν ΜΠΕ για την αλλαγή χρήσης των αλιευτικών καταφυγίων σε Σαγιάδα και Πλαταριά. Οι ενέργειες αυτές εντάσσονται στη διαδικασία ιδιωτικοποίησης της ΟΛΗΓ ΑΕ, αφού τα δύο λιμάνια ανήκουν στη "χερσαία ζώνη λιμένα Ηγουμενίτσας" και είναι καθαρό από τα τεύχη του ΤΑΙΠΕΔ ότι παραχωρούνται στους ιδιώτες. Αυτές τις ευθύνες προσπάθησαν να καλύψουν τα Δημοτικά Συμβούλια Ηγουμενίτσας και Φιλιατών, φορώντας "αγωνιστικό προσωπείο" και διοργανώνοντας "κινητοποιήσεις" για να αποδοθούν κομμάτια της χερσαίας ζώνης στους αντίστοιχους δήμους.
Διεκδικούν μερικά τετραγωνικά για να γεμίσουν και τα δικά τους ταμεία. Για παράδειγμα η παραλία της Αγίας Παρασκευής, την οποία διαχειρίζεται ο δήμος Ηγουμενίτσας, έχει γεμίσει ασφυκτικά από ξαπλώστρες ιδιωτών, τα πεζοδρόμια της πόλης είναι αδιάβατα από τα τραπεζοκαθίσματα.
Το ζήτημα επομένως δεν είναι ποιος θα είναι ο φορέας, ιδιωτικός ή κρατικός, που θα αναπτύξει επιχειρηματική δράση, γιατί αυτή αποσκοπεί στο κέρδος, αλλά πώς οι χώροι του παραλιακού μετώπου θα αναπλαστούν με κρατική χρηματοδότηση και θα αποδοθούν για ελεύθερη χρήση στον λαό. Πώς θα αναβαθμιστεί το δικαίωμα των διακοπών και της αναψυχής για τα λαϊκά στρώματα, θα σταματήσει η επιχειρηματική δράση στις παραλίες και θα είναι ελεύθερες για τον λαό. Πώς θα υπάρξει γενναία χρηματοδότηση από το κράτος στον δημοτικό Ναυταθλητικό Ομιλο Ηγουμενίτσας, ώστε να διασφαλιστεί ο δημόσιος χαρακτήρας του παραλιακού χώρου και να αποδοθεί σε Αθλητικούς και Πολιτιστικούς Συλλόγους που αντιμετωπίζουν δυσκολίες, πολύ περισσότερο και λόγω της πανδημίας.
Να γιατί ο αγώνας ενάντια στην ιδιωτικοποίηση του λιμανιού και του παραλιακού μετώπου, για να έχει διάρκεια και να φέρει κατακτήσεις, πρέπει να σημαδεύει την κερδοφορία των μεγάλων επιχειρηματικών ομίλων, την ΕΕ, τις κυβερνήσεις, τα αστικά κόμματα, το κράτος και τα στηρίγματά τους στην Τοπική Διοίκηση, που πίνουν νερό στο όνομα της καπιταλιστικής ανάπτυξης. Αυτόν τον δρόμο στηρίζει το ΚΚΕ, με τους κομμουνιστές να στηρίζουν με όλες τους τις δυνάμεις τους δίκαιους αγώνες και τις διεκδικήσεις του λαού της περιοχής, με ένα ριζοσπαστικό πλαίσιο πάλης που απαντά στις ανάγκες του λαού και συγκεντρώνει δυνάμεις για την αντεπίθεσή του».
Κινητοποίηση και μουσική βραδιά διαμαρτυρίας την Τρίτη 3 Αυγούστου
Η ιδιωτικοποίηση του 67% των μετοχών του λιμανιού από το ΤΑΙΠΕΔ, με τη μορφή της παραχώρησης μέχρι το 2063, βρίσκεται στη δεύτερη φάση, με την κατάθεση δεσμευτικών προτάσεων από τα 7 επενδυτικά σχήματα που έχουν προεπιλεγεί. «Προίκα» στον επενδυτή δίνεται το δικαίωμα αποκλειστικής χρήσης και λειτουργίας των γηπέδων, κτιρίων και εγκαταστάσεων της χερσαίας ζώνης του λιμένος Ηγουμενίτσας, αλλά και των αντίστοιχων εγκαταστάσεων σε Σαγιάδα, Πλαταριά και Σύβοτα Θεσπρωτίας, μεταξύ άλλων αποκόβοντας την πρόσβαση των κατοίκων στη θάλασσα.
Η διαδικασία «τρέχει» παράλληλα με την ιδιωτικοποίηση των λιμανιών Αλεξανδρούπολης, Καβάλας, Ηρακλείου και Βόλου, και «κουμπώνει» με τους επικίνδυνους ιμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς ΗΠΑ - ΕΕ και των μονοπωλιακών ομίλων που τις εκπροσωπούν με Κίνα και Ρωσία.
Στο φόντο αυτών των ανταγωνισμών εντείνεται η αστική προπαγάνδα εξαπάτησης του λαού για τα δήθεν οφέλη από την ιδιωτικοποίηση του λιμανιού στην ανάπτυξη όλης της περιοχής, αποκρύπτοντας συστηματικά το ερώτημα «ανάπτυξη από ποιον και με ποιο σκοπό». Στο παιχνίδι αυτό πρωταγωνιστούν ενεργά οι τοπικές αρχές ΝΔ, ΣΥΡΙΖΑ, ΚΙΝΑΛ με καταμερισμένους ρόλους, επιδιώκοντας να συσκοτίσουν τη διαχρονική τους στήριξη στην παράδοση του λιμανιού στους επιχειρηματικούς ομίλους. Για να αποπροσανατολίσουν τις υπαρκτές αντιδράσεις στήνουν κινητοποιήσεις - καρικατούρα και παζαρεύουν πόσα τετραγωνικά γης του παραλιακού μετώπου θα αποδοθούν στους δήμους για ανταποδοτική χρήση, σε βάρος των λαϊκών αναγκών.
Ο «Ριζοσπάστης» φιλοξενεί δηλώσεις του Σωτήρη Γκίκα, πρόεδρου του Εργατικού Κέντρου Θεσπρωτίας, και της Κατερίνας Δήμα, γραμματέα του Εμπορικού Συλλόγου Ηγουμενίτσας, προβάλλοντας τις αγωνίες και τις διεκδικήσεις του λαού της περιοχής.
«Μας λένε ότι η παραχώρηση του πλειοψηφικού πακέτου του ΟΛΗΓ ΑΕ σε επιχειρηματικούς ομίλους θα φέρει ανάπτυξη στον νομό μας, θα δημιουργηθούν νέες θέσεις εργασίας, όπως θα έφερναν για όλους δήθεν τα μεγάλα έργα, π.χ. η κατασκευή της Εγνατίας οδού και του λιμανιού», τονίζει ο Σ. Γκίκας και επισημαίνει ότι «εκεί οι εργαζόμενοι δούλευαν και δουλεύουν ατέλειωτες ώρες με χαμηλά μεροκάματα, χωρίς μέτρα υγείας και ασφάλειας».
«Η πείρα όμως από την παραχώρηση του λιμανιού του Πειραιά στην COSCO, εκεί που σήμερα βασιλεύουν η εντατικοποίηση και οι εξευτελιστικοί μισθοί, δεν αφήνει κανένα περιθώριο για νέες αυταπάτες. Αντίστοιχα, η ανάπτυξη του Τουρισμού δεν έδωσε καλύτερες θέσεις εργασίας, καλύτερους μισθούς στους εργαζόμενους στα ξενοδοχεία, όπως στο "MarBella" στην Πέρδικα, όπου οι συμβάσεις τους είναι μηνιαίες, με μισθούς πείνας και εξαντλητικά ωράρια.
Δήμοι, Περιφέρεια και τοπικοί βουλευτές παζαρεύουν τετραγωνικά, εμείς διεκδικούμε και αγωνιζόμαστε για την κάλυψη των δικών μας σύγχρονων αναγκών, για φτηνές διακοπές και αναψυχή, ασφαλή μετακίνηση και ελεύθερους χώρους, για ψυχαγωγία και άθληση κ.λπ. Ούτε σπιθαμή του λιμανιού και του παραλιακού μετώπου στα μεγάλα επιχειρηματικά συμφέροντα».
«Οι σχεδιασμοί που αφορούν την ανάπλαση του παραλιακού μετώπου της Ηγουμενίτσας με τη δημιουργία τουριστικής μαρίνας στο κέντρο της πόλης, όπως δείχνει και η αντίστοιχη πείρα της Λευκάδας και της Κέρκυρας, αργά η γρήγορα θα συνοδευτούν και με την κατασκευή εμπορικών καταστημάτων μέσα σ' αυτήν, προς όφελος του επενδυτή. Οσοι προσδοκούν στην κρουαζιέρα ας δουν τους συναδέλφους τους απέναντι, στην Κέρκυρα, που κινητοποιούνται ενάντια στις μεθοδεύσεις των εφοπλιστών να κατευθύνουν τους τουρίστες σε συνεργαζόμενες εταιρείες, στερώντας τους πελατεία. Με τον τρόπο αυτό μπορεί να μεγαλώσει η τουριστική "πίτα" και η εμπορική κίνηση, όμως θα συγκεντρωθεί σε λίγα χέρια, με αποτέλεσμα τα αδιέξοδα των αυτοαπασχολούμενων να μεγαλώσουν και ορισμένοι να οδηγηθούν και στο να βάλουν λουκέτο», επισημαίνει η Κ. Δήμα και προσθέτει:
«Η κατασκευή μαρίνας στο κέντρο της Ηγουμενίτσας θα έχει καταστροφικές συνέπειες για τους εναπομείναντες ψαράδες της περιοχής, αλλά και για τους μικρομαγαζάτορες της Εστίασης που δραστηριοποιούνται στον χώρο. Οι χάρτες που συνοδεύουν τα τεύχη δημοπράτησης είναι πολύ συγκεκριμένοι. Η παραχωρούμενη "χερσαία ζώνη" φτάνει μέχρι τις εισόδους των καταστημάτων τους. Για τους δε ψαράδες δεν υπάρχει χώρος. Είναι δίκαια τα αιτήματα του Συλλόγου Ψαράδων της Σαγιάδας, που εκφράζουν την εναντίωσή τους στην ιδιωτικοποίηση.
Ταυτόχρονα, μέσα στο λιμάνι της Ηγουμενίτσας, μια "ανάσα" από μια πυκνοκατοικημένη περιοχή όπου υπάρχουν λαϊκές κατοικίες, σχολεία κ.λπ., υπάρχει θετική γνωμάτευση της προηγούμενης κυβέρνησης για εγκατάσταση μονάδας Υγροποιημένου Φυσικού Αερίου (LNG), με κίνδυνο να αποτελέσει μια εν δυνάμει περιβαλλοντική "βόμβα".
Οι αυτοαπασχολούμενοι στο Εμπόριο, στον Επισιτισμό - Τουρισμό, οι αλιείς, τώρα να δυναμώσουν την αντίθεσή τους. Δεν υπάρχει χρόνος για νέες αυταπάτες. Μαζί με τους εργαζόμενους της περιοχής να διεκδικήσουμε το δίκιο μας».
Ολοκληρώθηκε χτες η «διαβούλευση» και παίρνει τον δρόμο για τη Βουλή το αντιδραστικό νομοσχέδιο
Οπως ανέφερε χτες σε δηλώσεις του ο αρμόδιος υφυπουργός Π. Τσακλόγλου, το σχέδιο νόμου θα προωθηθεί στην αρμόδια Επιτροπή και «μετά θα πάρει τον δρόμο και στη Βουλή κανονικά», δίνοντας καθαρό μήνυμα για την αντιασφαλιστική στοχοπροσήλωση της κυβέρνησης.
«Με τους θεσμούς βρισκόμαστε σε επαφή όλο αυτό το διάστημα και δεν έχουμε καμία αντίρρηση...», ανέφερε ο υφυπουργός, μεταφέροντας τη συμφωνία κυβέρνησης - ΕΕ για τη νέα αντιασφαλιστική επίθεση. Και δεν θα μπορούσε βέβαια να είναι διαφορετικά, αφού η εφαρμογή των «τριών πυλώνων», η προώθηση της κεφαλαιοποίησης, η ενίσχυση των ιδιωτικών και ατομικών χαρακτηριστικών στην Ασφάλιση, η ανάδειξή της ως χρηματοδοτικού εργαλείου «ανάπτυξης» και εξεύρεσης πόρων για τους καπιταλιστικούς ομίλους και εντέλει η μετατροπή της Κοινωνικής Ασφάλισης σε ατομικό «τζογάρισμα», με ξήλωμα κάθε πρόνοιας, αποτελούν εδώ και χρόνια τη στρατηγική της. Τα παραπάνω καταρρίπτουν για μια ακόμα φορά τα μυθεύματα του ΣΥΡΙΖΑ, που στο όνομα των «ευρωπαϊκών κεκτημένων» ανακάλυπτε «διαφωνίες» και «αντιθέσεις» των «θεσμών» προς το νομοσχέδιο, μέχρι και «αποκλίνουσα συμπεριφορά» στην πολιτική της ΝΔ από εκείνη της ΕΕ για το Ασφαλιστικό, αναγορεύοντας την Ευρωπαϊκή Ενωση σε «θεματοφύλακα» της Κοινωνικής Ασφάλισης.
Ταυτόχρονα ο Π. Τσακλόγλου με παραστατικό τρόπο αποκάλυψε τις μακροπρόθεσμες στοχεύσεις του νομοσχεδίου: «Αυτό το σύστημα είναι ένα από τα συστήματα τα οποία δημιουργούν κεφάλαιο, ένα πράγμα το οποίο λείπει στην ελληνική οικονομία. Ενα μεγάλο κομμάτι από τις εισφορές που θα μπαίνουν στους ατομικούς κουμπαράδες των ασφαλισμένων πρόκειται να επενδυθεί μέσα στην ελληνική οικονομία». Τα κυβερνητικά στελέχη δεν κρύβουν ότι βλέπουν τις εισφορές των ασφαλισμένων σαν «καύσιμη ύλη» για την καπιταλιστική ανάπτυξη - αυτόν το στόχο υπηρετεί αυτή τους η «μεταρρύθμιση» και όχι βέβαια την ενίσχυση των επικουρικών συντάξεων, όπως διαφημίζουν.
Επιπλέον, ο υφυπουργός παραδέχτηκε ότι το κόστος μετάβασης θα ανέλθει στα 56 δισ. ευρώ - ορισμένα σενάρια των σχετικών μελετών το ανεβάζουν στα 78 δισ. - αλλά όπως υποστήριξε «τα 56 δισ. είναι αυτό που λέμε ακαθάριστο κόστος και είναι ένα νούμερο που είναι σε βάθος πεντηκονταετίας», ενώ το καθαρό είναι μόλις 6 δισ. ευρώ, κόστος που «είναι διαχειρίσιμο», αφού όπως υποστήριξε, «από τις επενδύσεις και την ανάπτυξη» θα προκύψει αύξηση των εσόδων του Δημοσίου κατά 50 δισ. ευρώ.
Από όλα τα παραπάνω γίνεται σαφές ότι η μετάβαση στο νέο ιδιωτικό, κεφαλαιοποιητικό σύστημα επικούρησης θα στοιχίσει ακριβά σε ασφαλισμένους, συνταξιούχους και φορολογούμενους, οι οποίοι θα κληθούν με τον έναν ή τον άλλο τρόπο να το αναλάβουν. Δηλαδή, το κοινωνικό κόστος είναι «ένα το κρατούμενο» και αυτό κινείται από 56 έως 78 δισ. ευρώ.
Σύμφωνα μάλιστα με πληροφορίες, η κυβέρνηση εξετάζει να καλύψει το χρηματοδοτικό κενό όχι βέβαια από τα αναμενόμενα μελλοντικά έσοδα, αλλά από το «μέρισμα» προς τους χαμηλοσυνταξιούχους το οποίο έχει θεσμοθετηθεί να δίνεται εφάπαξ κάθε χρόνο και αντιστοιχεί στο 0,5% του ΑΕΠ. Σχέδιο που δείχνει ότι οι χαμηλοσυνταξιούχοι μετά από μια δεκαετία περικοπών στις συντάξεις τους θα συνεχίσουν να επιβιώνουν με ψίχουλα, δίχως την παραμικρή ενίσχυση. Και, βέβαια, «εναλλακτικά σενάρια» για την κάλυψη του κόστους της ιδιωτικοποίησης των επικουρικών παραμένουν η μείωση των συντάξεων, τα αποθεματικά του ΕΤΕΑΕΠ και του ΑΚΑΓΕ, αρκεί ο αντιασφαλιστικός σχεδιασμός να προχωρήσει απρόσκοπτα.
Αλλος ένας μύθος που συντηρεί και προβάλλει η κυβερνητική προπαγάνδα είναι ότι με την ιδιωτικοποίηση αντιμετωπίζονται η μαύρη εργασία και η εισφοροδιαφυγή. Ο αρμόδιος υφυπουργός ισχυρίστηκε ότι «τα κίνητρα τα οποία δίνει το καινούργιο σύστημα για ασφαλισμένη εργασία είναι πολύ μεγάλα. Σκεφτείτε ότι για κάθε ασφαλισμένο δημιουργείται ένας κουμπαράς στον οποίο μπαίνουν το 6% των αποδοχών του το χρόνο και είναι για τη δική του σύνταξη, δεν είναι για τη σύνταξη γενικά του συνταξιοδοτικού συστήματος». Πρόσθεσε δε, προκλητικά, πως «αυτό σημαίνει ότι δίνονται πολύ μεγάλα αντικίνητρα για να πάει να δουλέψει κανείς με μαύρα».
Πρόκειται για μία ακόμα αντιστροφή της πραγματικότητας, στο πλαίσιο της αντιμετώπισης της Κοινωνικής Ασφάλισης ως ατομικής υπόθεσης. Ξεπλένοντας την εργοδοτική αυθαιρεσία, η κυβέρνηση υποκρίνεται ότι τάχα η μαύρη εργασία είναι «άθροισμα» εργαζομένων που «δεν καταλαβαίνουν» και προτιμούν την ανασφάλιστη εργασία. Αυτό που δεν θέλει να ομολογήσει το κυβερνητικό στέλεχος είναι ότι μαύρη εργασία σημαίνει όφελος για τον εργοδότη, καθώς τα λεφτά των ασφαλιστικών εισφορών, αντί του ΕΦΚΑ, πηγαίνουν στην τσέπη του. Επιλέγει όμως αντί για την αλήθεια να ενοχοποιεί τα θύματα, τους εργαζόμενους, καταφεύγοντας σε ασύστολα ψεύδη για το φαινόμενο της μαύρης - ανασφάλιστης εργασίας.
Οσο για τον άλλο ισχυρισμό, ότι στα ιδιωτικά συστήματα Ασφάλισης οι εισφορές πηγαίνουν «για τη δική του σύνταξη», ισχύει το ακριβώς αντίθετο και μάλιστα γίνεται ακόμα πιο άμεση και ανεξέλεγκτη η κλοπή των εργαζομένων, ώστε να πέφτει «ζεστό» χρήμα για επενδύσεις. Και αν στο σημερινό δημόσιο σύστημα Επικουρικής Ασφάλισης ο εργαζόμενος είχε τουλάχιστον «μια ιδέα» τι σύνταξη θα πάρει με βάση τις εισφορές του, με το νέο ιδιωτικοποιημένο σύστημα της κυβέρνησης οι εισφορές είναι γνωστές, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι θα γίνουν οπωσδήποτε σύνταξη, αφού θα βρίσκονται κάτω από τη «δαμόκλειο σπάθη» των χρηματαγορών και του τζόγου.
Αλλωστε, πέρα από τα προπαγανδιστικά φληναφήματα των κυβερνητικών υπάρχει και η πραγματικότητα. Οπως αναφέρει σε πρόσφατη ανακοίνωσή του το Συνδικάτο Εργαζομένων Φαρμάκου Αττικής, «εμείς, οι εργαζόμενοι στον κλάδο του Φαρμάκου, γνωρίζουμε πολύ καλά πού οδήγησαν οι "βέλτιστες ευρωπαϊκές πρακτικές", που άνοιξαν τον δρόμο για τη λεηλασία των ασφαλιστικών ταμείων και την κατάργηση όσων ασφαλιστικών δικαιωμάτων έχουν απομείνει, όπως επιχειρεί η σημερινή κυβέρνηση... Οι πολιτικές αυτές είχαν ως αποτέλεσμα τη μετατροπή του Ταμείου Επικουρικής Ασφάλισης Υπαλλήλων Φαρμακευτικών Εργασιών (ΤΕΑΥΦΕ) από ΝΠΔΔ σε Επαγγελματικό Ταμείο - ΝΠΙΔ. Από την πρώτη στιγμή ακολούθησαν μεγάλες μειώσεις στις επικουρικές συντάξεις και στο εφάπαξ, καθώς και κατάργηση των μέχρι τότε παροχών σε ασφαλισμένους εργαζόμενους και συνταξιούχους, όπως οι κατασκηνώσεις και τα χαμηλότοκα δάνεια».
Οι εργαζόμενοι και οι συνταξιούχοι, συμπληρώνει, «που δημιούργησαν με τον δικό τους ιδρώτα, με τα δικά τους χρήματα, το επικουρικό ταμείο του κλάδου, πήραν πίσω Ταμείο:
-- Επαγγελματικής και όχι Επικουρικής Ασφάλισης.
-- Προκαθορισμένων εισφορών αλλά μη εγγυημένων παροχών.
-- Με κεφαλαιοποιητικό σύστημα.
-- Χωρίς καμία κρατική εγγύηση.
-- Χωρίς καμία εξασφάλιση των εργοδοτικών εισφορών.
-- Με δραματικές μειώσεις στις συντάξεις».
Οι μειώσεις, προσθέτει, «έχουν αφαιρέσει από τους συνταξιούχους του ΤΕΑΥΦΕ πάνω από το 80% του ποσού της σύνταξης που έπαιρναν πριν τη μετατροπή του Ταμείου σε Επαγγελματικό, με αποτέλεσμα μια μέση σύνταξη των 500 ευρώ να έχει φτάσει στα 100! Οσο για το εφάπαξ, μειώθηκε κατά 63%, δηλαδή ένα μέσο εφάπαξ των 10.000 ευρώ έχει φτάσει στα 3.500! Η κεφαλαιοποίηση του Επαγγελματικού Ταμείου είναι ακριβώς το αποτέλεσμα του πετσοκόμματος των συντάξεων.
Αυτές τις αντεργατικές πολιτικές θέλουν τώρα να γενικεύσουν και να τις προχωρήσουν ακόμα παραπέρα, με τον νέο αντιασφαλιστικό νόμο της ΝΔ».
Η κυβέρνηση, αναφέρει το Συνδικάτο, «προσπαθεί να μας πείσει ότι το νομοσχέδιο αφορά μόνο τους νέους. Η αλήθεια όμως είναι ότι αφορά τους πάντες, αφού η διακοπή εισφορών των νέων ασφαλισμένων προς το ΕΤΕΑΕΠ θα στερήσει από την επικούρηση 56 δισ. ευρώ, τα οποία θα "χρεωθούν" οι φορολογούμενοι και θα χάσουν από τις συντάξεις τους οι σημερινοί συνταξιούχοι και οι εναπομείναντες σε αυτό ασφαλισμένοι».
«Θέλουν να βάλουν στο χέρι τις εισφορές των εργαζομένων και τους κόπους μιας ζωής! Στοχεύουν να απαλλάξουν ακόμα περισσότερο το κράτος και την εργοδοσία από την υποχρέωσή τους στην Κοινωνική Ασφάλιση και να ανοίξουν νέα πεδία κερδοφορίας στους επιχειρηματικούς ομίλους της, που θα βάλουν στην τσέπη τις εισφορές της εργασίας τους και τα αποθεματικά των επικουρικών ταμείων», επισημαίνει το Συνδικάτο Φαρμάκου.
Ανακοίνωση με αφορμή την επίσκεψη του πρωθυπουργού στη Μεσσηνία και την Αρκαδία
INTIME NEWS |
Οπως γράψαμε και την Τρίτη στον «Ριζοσπάστη», ο πρωθυπουργός διαφήμισε τα «συνεργατικά σχήματα», που αποτελούν όχημα για την ένταση της συγκέντρωσης της αγροτικής παραγωγής σε λιγότερα χέρια. Τόνισε μάλιστα χαρακτηριστικά ο Κυρ. Μητσοτάκης πως «είχαμε μία πολιτική η οποία στηρίζεται πρώτον στην ανάγκη να πετύχουμε περισσότερη συνεργασία μεταξύ των παραγωγών. Γιατί χρειαζόμαστε μέγεθος, οικονομίες κλίμακας για να μπορέσουμε να ανταγωνιστούμε μεγαλύτερους "παίκτες" από το εξωτερικό».
Ενώ, προϊδεάζοντας τους μικρούς αγρότες να μην περιμένουν καμία ενίσχυση, δήλωσε κυνικά πως «είναι λάθος να βλέπουμε την ΚΑΠ αποκλειστικά και μόνο ως έναν κουμπαρά ενίσχυσης του εισοδήματος των αγροτών».
Ταυτόχρονα, κάλεσε «να συνδέσουμε τον πρωτογενή τομέα με τη συνολική ανάπτυξη της περιοχής, να μπορέσουμε να κάνουμε και αυτήν τη μοναδικής ομορφιάς περιοχή αλλά και την όλη διαδικασία παραγωγής ελαιολάδου επισκέψιμη» και με «μεγαλύτερη έμφαση, βέβαια, στην τυποποίηση, στο marketing, στο branding».
Την προσπάθεια του πρωθυπουργού να δημιουργηθούν νέες αυταπάτες σε εκτεταμένα στρώματα αυτοαπασχολούμενων αγροτών, ότι στο πλαίσιο του καπιταλισμού και της ΚΑΠ μπορεί να βελτιωθεί ή τουλάχιστον να μην επιδεινωθεί η κατάστασή τους, σχολιάζει με ανακοίνωσή της η Επιτροπή Περιοχής Πελοποννήσου του ΚΚΕ.
Σχολιάζοντας τις δηλώσεις για «περισσότερη συνεργασία μεταξύ των παραγωγών» για «έμφαση στην ποιότητα και δυνατότητα καλυτέρων τιμών», για «προτεραιότητα στην καθετοποιημένη διαχείριση από το δέντρο μέχρι τη διαχείριση των αποβλήτων, με τρόπο φιλικό προς το περιβάλλον» κ.λπ., τονίζοντας ότι «αυτή είναι μια αδιαπραγμάτευτη προτεραιότητα και της νέας ΚΑΠ»,η ΕΠ Πελοποννήσου του ΚΚΕ τονίζει πως «επιβεβαιώνουν ότι δεν έχει στόχο τη στήριξη των βιοπαλαιστών αγροτών και την ικανοποίηση των δίκαιων αιτημάτων για την επιβίωσή τους. Η επιδίωξη της κυβέρνησης και όλων των άλλων υποστηρικτών της ΚΑΠ είναι να παρουσιάσουν αυτή την πολιτική στήριξης των επιχειρηματικών ομίλων που δραστηριοποιούνται στον αγροτικό τομέα ως αναγκαία, ώστε να γίνει πιο γρήγορα και καλύτερα η εφαρμογή της. Ο πρωθυπουργός στην πραγματικότητα στοχεύει στον αποπροσανατολισμό και την υποταγή των φτωχών αγροτοκτηνοτρόφων στη μοίρα του ξεκληρίσματος που τους οδηγεί η ΚΑΠ της ΕΕ. Οι διακηρύξεις υπέρ των "ποιοτικών" τροφίμων, της "προστασίας του περιβάλλοντος" και των "συνεταιριστικών σχημάτων" για τη δυνατότητα καλυτέρων τιμών, γίνονται από τη σκοπιά των συμφερόντων των επιχειρηματικών ομίλων».
Σε σχέση με τον εξωραϊσμό της ΚΑΠ και τις «ευκαιρίες» που δήθεν δημιουργεί, η Οργάνωση του Κόμματος επισημαίνει μεταξύ άλλων πως «η Κοινή Αγροτική Πολιτική (ΚΑΠ) της ΕΕ είναι πολιτική για την κερδοφορία των μονοπωλίων της. Η αναθεώρησή της αποτελεί αναπροσαρμογή με βάση τις σύγχρονες απαιτήσεις τους και προσωρινό συμβιβασμό ανάμεσα στα αντιτιθέμενα συμφέροντά τους. Αλλωστε, η όλη συζήτηση που προηγήθηκε για την αναθεώρηση της ΚΑΠ, ανέδειξε τον οξυμένο ανταγωνισμό ανάμεσα στα μονοπώλια της "πράσινης οικονομίας" και των νέων τεχνολογιών (π.χ. "ευφυής γεωργία ακριβείας") από τη μία, και των πιο παραδοσιακών κλάδων, όπως η βιομηχανία αγροτικών εισροών (λιπάσματα, φυτοπροστατευτικά κ.λπ.), μεταποίησης κτηνοτροφικών προϊόντων κ.ά., από την άλλη. Μήλο της Εριδος αποτελούν οι υψηλές χρηματοδοτήσεις της ΚΑΠ, που προέρχονται από την καταλήστευση των λαών και καταλήγουν στο βωμό της ανταγωνιστικότητας των επιχειρηματικών ομίλων».
Ταυτόχρονα, αναδεικνύει τα αποτελέσματα που έχει για τους βιοπαλαιστές αγρότες η πολιτική που ακολουθούν διαχρονικά οι κυβερνήσεις, υλοποιώντας τις κατευθύνσεις της ΕΕ και τις απαιτήσεις των εμποροβιομηχάνων, των μονοπωλίων, υπογραμμίζοντας πως «οι μικρομεσαίοι βιοπαλαιστές αγρότες και κτηνοτρόφοι στην Πελοπόννησο, αλλά και σε όλη τη χώρα, νιώθουν καθημερινά στο "πετσί τους" τις συνέπειες της ΚΑΠ, που με κάθε αναθεώρησή της γίνεται και πιο αντιδραστική. Βιομήχανοι μεγαλέμποροι που κυριαρχούν στην αγορά διαμορφώνουν όπως θέλουν τις τιμές στα προϊόντα με κριτήριο το κέρδος τους. Με ευθύνη των κυβερνήσεων, με διάφορες μεθόδους, αρπάζουν την παραγωγή σε τιμές και κάτω του κόστους. Ανάλογα διαμορφώνουν και το κόστος παραγωγής στα ύψη, τα μετρημένα στα δάχτυλα του ενός χεριού μονοπώλια, που ελέγχουν τα αγροτικά μέσα και εφόδια, μηχανήματα, σπόρους, φάρμακα και λιπάσματα. Την ίδια στιγμή οι κυβερνήσεις με υπέρογκους φόρους, ασφαλιστικές εισφορές, ΕΝΦΙΑ, χαράτσια κ.λπ. κάνουν ακόμα πιο ασφυκτική την κατάσταση.
Αποτέλεσμα όλων αυτών είναι να μην μπορεί να επιβιώσει ο βιοπαλαιστής αγρότης, να εγκαταλείπονται καλλιέργειες και οι γεωργοί - κτηνοτρόφοι που παραμένουν στην παραγωγή να βιώνουν "το μαρτύριο της σταγόνας", προσπαθώντας να παραμείνουν στα χωράφια και τα κοπάδια τους καταχρεωμένοι.
Γιατί καμιά εκδοχή της ΚΑΠ δεν έχει στόχο να ικανοποιήσει τις σύγχρονες ανάγκες όσων μοχθούν και παράγουν. Αντίθετα, έχει στόχο την αύξηση της ανταγωνιστικότητας και επιχειρηματικότητας και στον αγροτικό τομέα. Δηλαδή επιδίωξή τους είναι να εξυπηρετηθεί πιο γρήγορα η παραπέρα ανάπτυξη και κερδοφορία των μεγάλων καπιταλιστικών αγροτικών επιχειρήσεων, συγκεντρώνοντας γη, παραγωγή και εμπορία των αγροτικών προϊόντων, μέσα από την καταστροφή και συρρίκνωση των μικρών και μεσαίων εκμεταλλεύσεων. Προωθούν τη συγκέντρωση, ενώ με τις ενισχύσεις θέλουν να διατηρήσουν μόνο εκείνο το τμήμα, όλο και μικρότερο, των βιοπαλαιστών αγροτών που έχουν ακόμα ανάγκη οι μονοπωλιακοί όμιλοι για να βρίσκουν πρώτη ύλη. Πάνω από 100 χιλιάδες μικρομεσαίοι αγροτοκτηνοτρόφοι έχουν ξεκληριστεί και εγκαταλείψει την τελευταία δεκαετία. Στην αγροτική - κτηνοτροφική παραγωγή σταθερά και με πιο γρήγορους ρυθμούς πραγματοποιείται συγκέντρωση κεφαλαίου, τόσο στο εμπόριο, όσο και στη μεταποίηση των γεωργικών - κτηνοτροφικών προϊόντων. Ενισχύεται η τάση διαμόρφωσης μιας παραγωγικής βάσης καπιταλιστικών καθετοποιημένων παραγωγικών μονάδων».
Κλείνοντας, η Επιτροπή Περιοχής Πελοποννήσου καλεί τους βιοπαλαιστές αγρότες να αντιπαλέψουν οργανωμένα αυτή την πολιτική, αναδεικνύοντας παράλληλα το τι πραγματικά πρέπει να γίνει ώστε οι βιοπαλαιστές αγροτοκτηνοτρόφοι να μπορούν να ζουν χωρίς το άγχος της προστασίας της παραγωγής και του εισοδήματός τους. Επισημαίνεται χαρακτηριστικά:
«Το ΚΚΕ καλεί τους βιοπαλαιστές αγρότες να αντιπαλέψουν με την οργάνωση του αγώνα τους την επιδείνωση των όρων παραμονής τους στην παραγωγή, ως αποτέλεσμα του ανταγωνισμού για τα κέρδη, τον οποίο υπηρετεί και η νέα ΚΑΠ.
Ο μόνος τρόπος που μπορεί να δώσει ανάσα και προοπτική στους βιοπαλαιστές αγρότες, είναι το δυνάμωμα των Αγροτικών Συλλόγων, ο ενιαίος πανελλαδικός συντονισμός πάλης με το οργανωμένο αγροτικό κίνημα, με την Πανελλαδική Επιτροπή των Μπλόκων, η κοινή δράση μαζί με τους εργάτες, τους αυτοαπασχολούμενους της πόλης, σε τροχιά σύγκρουσης με την ΕΕ, το κεφάλαιο, τις κυβερνήσεις του.
Για την κοινωνία με την ανώτερη μορφή οργάνωσης της παραγωγής με στόχο την ικανοποίηση, πρώτα απ' όλα, των μεγάλων λαϊκών αναγκών, της διατροφής του λαού, της εξασφάλισης πρώτων υλών για τη βιομηχανία και την ανάπτυξη της βιομηχανικής παραγωγής.
Αυτή η αγροτική παραγωγή θα αξιοποιεί όλες τις παραγωγικές δυνατότητες που έχει η χώρα, τα συγκριτικά πλεονεκτήματά μας με άλλες χώρες, και εδαφικά, και κλιματολογικά, τεχνογνωσίας, επιστήμης, βιομηχανικής παραγωγής, επεξεργασίας πρώτων υλών, προστασίας του περιβάλλοντος και διαχείρισης των φυσικών πόρων.
Σε αυτήν την παραγωγή θα έχουν θέση οι νέοι αγρότες, με τεχνική ή επιστημονική ειδίκευση, με πραγματικά καλές, σύγχρονες συνθήκες εργασίας και ζωής, χωρίς χρέη και τον καθημερινό κίνδυνο της καταστροφής που έχουν σήμερα ως ατομικοί παραγωγοί.
Σε αυτήν την κοινωνία θέση έχουν οι μικρομεσαίοι βιοπαλαιστές αγρότες, μέσω του αγροτικού παραγωγικού συνεταιρισμού, ο οποίος θα έχει το δικαίωμα χρήσης της γης ως παραγωγικού μέσου, ενώ θα μειώνει το κόστος παραγωγής, με την κοινή καλλιεργητική φροντίδα, με τη συλλογή των προϊόντων, αξιοποιώντας όλες τις κρατικές υποδομές.
Σε αυτή την κοινωνία, διασφαλίζεται το αγροτικό εισόδημα, η διάθεση, η συγκέντρωση, η αποθήκευση, η συντήρηση και μεταφορά της αγροτικής παραγωγής μέσω ακριβώς αυτού του κεντρικού κρατικού μηχανισμού, με καθορισμένες αναλογίες στην παραγωγή, εγγυημένες κρατικές τιμές στα προϊόντα και προστασία από φυσικές καταστροφές.
Είναι η λύση, η οποία απαλλάσσει τους φτωχούς αγροτοκτηνοτρόφους μια για πάντα, από τις τράπεζες, από τους βιομηχάνους, τους μεγαλεμπόρους, από τους φόρους».