«Εμείς δεν κάναμε μεταρρυθμίσεις στο Ασφαλιστικό τύπου Πινοσέτ, όπως λένε», δήλωσε χτες σε ραδιοφωνική συνέντευξη ο τέως υπουργός Εργασίας και νυν αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών Γιώργος Κατρούγκαλος. Μιας και μας θύμισε όμως το «τριφασικό σύστημα» που εφάρμοσε ο Πινοσέτ στη Χιλή το 1981, με θλιβερές συνέπειες για ασφαλισμένους και συνταξιούχους, θα τον βοηθήσουμε κι εμείς λίγο στις συγκρίσεις που αρέσκεται να κάνει: Πρώτος πυλώνας του συστήματος στην Χιλή είναι η «εθνική σύνταξη» - με χρηματοδότηση από τη γενική φορολογία - ρύθμιση που στην Ελλάδα είχε θεσμοθετήσει ο Λοβέρδος και έθεσε ο ίδιος ο Κατρούγκαλος σε ισχύ με το νόμο 4387, καταργώντας τα κατώτερα όρια των συντάξεων που ίσχυαν από τη δεκαετία του 1950. Αυτό μάνι - μάνι οδηγεί σε σύνταξη εγγυημένη από το κράτος μόλις 360 ευρώ.
Ο δεύτερος πυλώνας του «πινοσετικού» συστήματος περιλαμβάνεται εν πολλοίς στο ανταποδοτικό μέρος της σύνταξης που θέσπισε ο νόμος - λαιμητόμος της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ στην Ελλάδα, αντιγράφοντας τον παλιότερο νόμο Λοβέρδου - Κουτρουμάνη. Εκεί εντάσσονται και τα επαγγελματικά ταμεία, τα οποία η κυβέρνηση θέλει να προωθήσει. Οσο για τον λεγόμενο «τρίτο πυλώνα», αυτόν της ιδιωτικής ασφάλισης, ο αρμόδιος αναπληρωτής υπουργός Τάσος Πετρόπουλος είπε ότι «υπό τις παρούσες συνθήκες» δεν είναι ώριμο να προχωρήσει. Οι εταιρείες πάντως καραδοκούν, το θεσμικό πλαίσιο στην ΕΕ υπάρχει και επομένως είναι θέμα χρόνου να ολοκληρωθεί το σάρωμα της Ασφάλισης και στη χώρα μας. Αλλωστε, δεν χρειάζεται να φτάσει κανείς μέχρι τη Χιλή για να «προβλέψει» το μέλλον. Αρκεί να ρίξει μια ματιά στην πλειοψηφία των κρατών - μελών της ΕΕ για να καταλάβει.
Ολη την γκεμπελική προπαγάνδα για τη δολοφονία στο δάσος του Κατίν χιλιάδων Πολωνών αξιωματικών από τους ναζί, το 1941 (που αποδόθηκε στην ΕΣΣΔ από την καταρρέουσα ναζιστική Γερμανία το 1943), υιοθετεί για άλλη μια φορά «αμάσητη» η «Αυγή» και ο γνωστός αντικομμουνιστής «σταλινολόγος» αρθρογράφος της, Βλάσης Αγτζίδης. Σε αυτό το «πόνημα» αναπαράγεται ένα από τα χαρακτηριστικότερα προϊόντα της παραχάραξης της Ιστορίας κατά την περίοδο της αντεπανάστασης στην ΕΣΣΔ, επί Γκορμπατσόφ και Γιέλτσιν το 1991-92, όταν εμφανίστηκε το περιβόητο έγγραφο της 5ης Μάρτη του 1940, με το οποίο ο Στάλιν έδινε τάχα έγκριση να φονευτούν οι Πολωνοί αξιωματικοί. Η συγκεκριμένη υπόθεση ανασύρεται με διάφορες ευκαιρίες από τους αντικομμουνιστές - παραχαράκτες της Ιστορίας, που κρύβουν σκόπιμα τις βασικές πτυχές της. Οπως για παράδειγμα ότι ο ίδιος ο Γκέμπελς, στα «απομνημονεύματά» του, σημειώνει χαρακτηριστικά: «Δυστυχώς στους τάφους του Κατίν βρέθηκαν γερμανικές σφαίρες... Είναι απαραίτητο αυτή η πληροφορία να παραμείνει άκρως απόρρητη. Αν ποτέ ερχόταν εν γνώσει του εχθρού, η όλη υπόθεση του Κατίν θα κατέρρεε»... Επίσης, τα χέρια των εκτελεσμένων ήταν δεμένα με σκοινί που παραγόταν στη Γερμανία, ενώ πάνω στα θύματα βρέθηκαν έγγραφα, επιστολές, αποδείξεις με ημερομηνίες που έπονταν της γερμανικής εισβολής. Αυτά, όπως φαίνεται, είναι ανούσιες λεπτομέρειες για «ιστορικούς» τύπου Αγτζίδη και για εφημερίδες όπως η «Αυγή», που με ευχαρίστηση διαχέει μέσα από τις σελίδες της το αντικομμουνιστικό δηλητήριο.