«Δεν είναι φετίχ το οτιδήποτε, δεν το λέω για να πάμε σε μείωση του αφορολόγητου, αλλά αν μια μείωση του αφορολόγητου διευκολύνει να κλείσει η αξιολόγηση, τότε να το συζητήσουμε». Αυτό είπε σε συνέντευξή του, χτες, ο Π. Ρήγας, γραμματέας της ΚΕ του ΣΥΡΙΖΑ, δίνοντας με λίγες λέξεις το «πνεύμα» της διαπραγμάτευσης ανάμεσα στην κυβέρνηση και το κουαρτέτο. Κάτι που άλλωστε επιβεβαιώθηκε με τη χτεσινή συμφωνία στο Γιούρογκρουπ. Αυτονόητα, το (κουτσουρεμένο) αφορολόγητο όριο που ισχύει για τα φτωχά λαϊκά στρώματα, όπως και τα εργασιακά - ασφαλιστικά δικαιώματα, δεν ήταν ποτέ «φετίχ» για το κεφάλαιο, για λογαριασμό του οποίου η κυβέρνηση προσπαθεί να κλείσει την «αξιολόγηση» και να δημιουργήσει προϋποθέσεις καπιταλιστικής ανάκαμψης. Επομένως, γιατί να πει κάτι διαφορετικό ο γραμματέας του ΣΥΡΙΖΑ;
Ανάμεσα στα επιχειρήματα που ακούγονται αυτές τις μέρες, είναι ότι ο λογαριασμός των μέτρων ανεβαίνει εξαιτίας της «ατολμίας» και της «ανικανότητας» της κυβέρνησης να κάνει έγκαιρα τις μεταρρυθμίσεις που απαιτούνται για να κλείσει η «αξιολόγηση». Από την ανάποδη, αλλά με το ίδιο περιεχόμενο, ο Γ. Χουλιαράκης έλεγε πριν από μέρες ότι είναι προτιμότερη μια κακή συμφωνία σήμερα, παρά μια καλύτερη συμφωνία σε λίγους μήνες. Τέτοιες «αναλύσεις» δίνουν άλλοθι στην κυβέρνηση να κοροϊδεύει ότι λέει πολλά «όχι» στους «θεσμούς», για να διασφαλίσει τάχα το συμφέρον του λαού και, παράλληλα, αθωώνουν το σύνολο των αντιλαϊκών απαιτήσεων του κεφαλαίου, η νομοθέτηση των οποίων είναι ο σκοπός της διαπραγμάτευσης. Για παράδειγμα, η μείωση του αφορολόγητου δεν προέκυψε εξαιτίας «καθυστερήσεων» στη διαπραγμάτευση, αλλά είναι μόνιμη αξίωση των επιχειρηματικών ομίλων, προκειμένου οι φόροι να διαχυθούν και στα πιο φτωχά λαϊκά στρώματα, ώστε το κεφάλαιο να απολαύσει νέες φοροαπαλλαγές και προνόμια. Το ίδιο ισχύει και στο Ασφαλιστικό, όπου η παραπέρα μείωση των εισφορών κράτους και εργοδοσίας είναι ζήτημα αιχμής, στο όνομα της μείωσης του «μη μισθολογικού κόστους». Επομένως, τέτοια επιχειρήματα, το μόνο που κάνουν είναι να θολώνουν το πραγματικό, ταξικό περιεχόμενο της αντιλαϊκής πολιτικής και των μέτρων, που είναι αναγκαία για το κεφάλαιο και την ανάκαμψη των κερδών του. Χώρια που βάζουν το λαό να παρακαλάει να κλείσει η «αξιολόγηση», με όλα αυτά τα μέτρα, για να μην τον βρει ...τίποτα χειρότερο!
Από δημοσιεύματα στον Τύπο προκύπτει η κοπιώδης προσπάθεια της κυβέρνησης να διαμορφώσει τα κατάλληλα επιχειρήματα που θα της επιτρέψουν να υπερασπιστεί τα όσα συμφώνησε με το κουαρτέτο και να περάσει τους επόμενους αντιλαϊκούς νόμους με τις μικρότερες δυνατές αντιδράσεις. Διαβάζουμε, λοιπόν, ότι από τα επιτελεία της κυβέρνησης διαρρέεται τώρα ότι ήταν λάθος η στρατηγική υπεράσπισης των κύριων συντάξεων που ακολουθήθηκε με το νόμο Κατρούγκαλου, και η οποία οδήγησε στη θέσπιση της «προσωπικής διαφοράς», προκειμένου να μπορεί η κυβέρνηση να ισχυρίζεται (ψευδώς ούτως ή άλλως) ότι δεν μείωσε για πολλοστή φορά τις ήδη αποδιδόμενες συντάξεις. Σύμφωνα με την ίδια επιχειρηματολογία, η τακτική αυτή οδήγησε στο πετσόκομμα και τελικά στην κατάργηση του ΕΚΑΣ και εγκλώβισε την κυβέρνηση, η οποία χρειάζεται τώρα να προχωρήσει στην κατάργηση της «προσωπικής διαφοράς», μέτρο για το οποίο διαρρέει ότι θα εφαρμοστεί μόνο για τις «υψηλές» συντάξεις. Με άλλα λόγια, σε ό,τι αφορά το Ασφαλιστικό, στο τέλος της μέρας, η κυβέρνηση θα έχει πετσοκόψει τις νέες συντάξεις, θα έχει μειώσει τις επικουρικές για όλους, θα έχει μειώσει και τελικά καταργήσει το ΕΚΑΣ και για κερασάκι στην τούρτα θα έχει μειώσει και τις κύριες συντάξεις για εκείνους που σήμερα παίρνουν την «προσωπική διαφορά». Κι από πάνω, θα έχει κάνει και την ...αυτοκριτική της ότι ήταν λάθος το σύνθημα «καμία νέα μείωση στις κύριες συντάξεις». Να, λοιπόν, γιατί η κυβέρνηση «τα έχει όλα και συμφέρει» για το κεφάλαιο...