Παρασκευή 21 Γενάρη 2022
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ
Το «ράλι» ακρίβειας στην Ενέργεια είναι μόνιμη κατάσταση για τον λαό

Προετοιμασία για μια μακρά περίοδο υψηλών τιμών σε ηλεκτρικό ρεύμα και φυσικό αέριο αποτελεί η έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής σχετικά με την πορεία των τιμών Ενέργειας στην ΕΕ το τρίτο τρίμηνο του 2021. Στην έκθεση καταγράφονται κατά κύριο λόγο οι τεράστιες αυξήσεις που σημειώθηκαν το συγκεκριμένο χρονικό διάστημα στη χονδρική αγορά ηλεκτρισμού, τάση που ενισχύθηκε στο επόμενο τρίμηνο και συνεχίζεται τις πρώτες μέρες του νέου έτους.

Φυσικά, αναπαράγεται το βολικό αφήγημα του «διεθνούς φαινομένου» και της «έλλειψης ανταγωνισμού» στο εσωτερικό της ενιαίας αγοράς Ενέργειας ως των βασικών αιτιών της ανόδου των τιμών, και επί της ουσίας αυτό που συστήνεται είναι περισσότερο «άνοιγμα» των αγορών και ...υπομονή στα λαϊκά νοικοκυριά, ώσπου να λειτουργήσουν οι «δυνάμεις της αγοράς» και να ισορροπήσουν οι τιμές. Το μόνο βέβαιο είναι ότι τα επόμενα χρόνια η ενεργειακή φτώχεια θα συνεχίσει να πλήττει εκατομμύρια λαϊκά νοικοκυριά, ενώ τα τιμολόγια ηλεκτρισμού και φυσικού αερίου θα αποτελούν βασική πηγή αφαίμαξης του λαϊκού εισοδήματος, αφού όπως εκτιμά και η Επιτροπή στην έκθεσή της για το φυσικό αέριο «οι τυπικές τιμές δεκαετίας (στην περιοχή των 15-25 ευρώ/MWh) δεν είναι πιθανό να επιστρέψουν τα επόμενα 2-3 χρόνια», γεγονός που θα αποτυπώνεται ανάλογα στις τελικές τιμές του ηλεκτρικού ρεύματος, όπως άλλωστε γίνεται ήδη.

Φταίει η... ενίσχυση της ανάπτυξης για την άνοδο των τιμών


Ειδικότερα, η Επιτροπή αναγνωρίζει ότι οι τιμές ηλεκτρισμού ξεπέρασαν κάθε προηγούμενο στις αγορές των κρατών - μελών, φαινόμενο που αποδίδεται στην ανάκαμψη των οικονομιών σε παγκόσμιο επίπεδο, αμέσως μετά το τέλος των περιοριστικών μέτρων εξαιτίας της πανδημίας, και στην αντίστοιχη ενίσχυση της παραγωγικής δραστηριότητας. Το γεγονός αυτό, αναφέρεται στην έκθεση, επηρέασε την εφοδιαστική αλυσίδα, που δεν μπόρεσε να ανταποκριθεί άμεσα στην αυξημένη ζήτηση, ενώ παράλληλα υπήρξε υψηλότατη ζήτηση φυσικού αερίου, με αποτέλεσμα να ενισχυθούν οι τιμές του στα διεθνή χρηματιστήρια εμπορευμάτων. Αποτέλεσμα, όπως σημειώνεται, ήταν να αυξηθεί η κατανάλωση ηλεκτρισμού στην ΕΕ και να φτάσει στα επίπεδα προ πανδημίας, με τη μέση χονδρική τιμή στην ΕΕ το τρίτο τρίμηνο να αυξάνεται κατά 211% συγκριτικά με το αντίστοιχο τρίμηνο του προηγούμενου έτους.

Την ίδια στιγμή, η Επιτροπή εκφράζει την έντονη ανησυχία της για την αύξηση της χρήσης λιγνίτη στο ενεργειακό μείγμα της ΕΕ, με πρώτη χώρα την Ελλάδα, η οποία σύμφωνα με την έκθεση παρουσίασε τη μεγαλύτερη αύξηση χρήσης λιγνίτη πανευρωπαϊκά, κατά 53% συγκριτικά με το ίδιο διάστημα του 2020, κι αυτό παρά την αύξηση των τιμών δικαιωμάτων ρύπων. Ωστόσο, η αύξηση της τιμής των ρύπων ήταν σε χαμηλότερο επίπεδο συγκριτικά με εκείνη που παρατηρείται στο φυσικό αέριο και κατά συνέπεια, όπως προβλέπεται και στην έκθεση, αναμένεται το επόμενο διάστημα περαιτέρω ενίσχυση χρήσης λιγνίτη στην ηλεκτροπαραγωγή. Ειδικότερα σε ό,τι αφορά το κόστος ρύπων, η Επιτροπή επισημαίνει ότι η μέση τιμή ρύπων το τρίτο τρίμηνο του 2021 έφτασε τα 57 ευρώ, αυξημένη κατά 14% συγκριτικά με το δεύτερο τρίμηνο και 169% στην ετήσια σύγκριση, ενώ το φυσικό αέριο αυξήθηκε κατά 91%. Είναι εντυπωσιακό ότι η τιμή το πρώτο τρίμηνο του 2018 ήταν μικρότερη των 10 ευρώ/τόνο, έχοντας αυξηθεί στα σημερινά εξωφρενικά επίπεδα. Ωστόσο, παρότι η τιμή των δικαιωμάτων ρύπων εκτοξεύτηκε μέσα σε έναν χρόνο ως αποτέλεσμα της πολιτικής της λεγόμενης «πράσινης μετάβασης» και της απολιγνιτοποίησης, η επίδραση της αύξησης της τιμής του φυσικού αερίου στην τιμή του ηλεκτρικού ρεύματος ήταν κατά 9 φορές μεγαλύτερη από την επίδραση της τιμής του άνθρακα.

Ανεξάρτητα από το αν η ηλεκτροπαραγωγή βασίζεται στο φυσικό αέριο ή στον άνθρακα, οι αυξήσεις είναι δεδομένες σε μεγαλύτερο ή μικρότερο βαθμό. Σύμφωνα με τα στοιχεία, χώρες όπως η Νορβηγία, η Ιρλανδία και η Ισπανία, που βασίζουν σε μεγάλο βαθμό την ηλεκτροπαραγωγή τους στο φυσικό αέριο, είδαν τεράστιες αυξήσεις στις τιμές χονδρικής ρεύματος (+1256%, +323%, +214% αντίστοιχα), ενώ η Πολωνία, που διατηρεί ακόμα μικρό βαθμό εξάρτησης από το φυσικό αέριο, είχε αυξήσεις χονδρικής σε ποσοστό 72%.

Η έκθεση αποδίδει τις ανατιμήσεις στο ακριβό φυσικό αέριο και στο κοστοβόρο εμπόριο ρύπων. Ομως και οι δύο αυτοί παράγοντες συνδέονται άμεσα με την «πράσινη μετάβαση», που αποτελεί τη βασική αιτία για το τσουνάμι της ακρίβειας σε βάρος του λαϊκού εισοδήματος. Το φυσικό αέριο επιλέχθηκε ως μεταβατικό καύσιμο στην πορεία της «πράσινης» ανάπτυξης, καταλαμβάνοντας ολοένα και μεγαλύτερο μερίδιο στο μείγμα της ηλεκτροπαραγωγής, ενώ οι υψηλές τιμές των ρύπων παρουσιάζονται ως «αντικίνητρο» για την εγκατάλειψη των υδρογονανθράκων υπέρ των πιο «καθαρών» Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας.

Η τεράστια αύξηση των τιμών είναι ατόφιο αποτέλεσμα της πολιτικής της «απελευθέρωσης» της Ενέργειας και του «πράσινου New Deal», που διαχρονικά στηρίζουν όλα τα αστικά κόμματα και υλοποιούν διαδοχικά όλες οι κυβερνήσεις την τελευταία 25ετία. Της «μονοκαλλιέργειας» των πανάκριβων ΑΠΕ, που είναι στα χέρια του κεφαλαίου, χάριν της «πράσινης μετάβασης». Του κλεισίματος λιγνιτικών μονάδων και των τελών εμπορίας ρύπων που επιβάλλονται στον λιγνίτη, για να γίνει «ασύμφορος» και για να χρηματοδοτούνται οι επιχειρηματικοί όμιλοι. Συνολικά των «πράσινων» χαρατσιών, που σύμφωνα με τα ίδια τα στοιχεία της Κομισιόν αποτελούν πάνω από το 41% των τιμών της Ενέργειας! Της επιλογής του εισαγόμενου φυσικού αερίου ως «μεταβατικού καυσίμου» στον σχεδιασμό της «πράσινης μετάβασης», που αυξάνει το κόστος της ηλεκτροπαραγωγής, το οποίο μετακυλίεται στον λαό, όπως και την ενεργειακή εξάρτηση και την έκθεση στους γεωπολιτικούς ανταγωνισμούς. Της «διασύνδεσης με την ενιαία αγορά ηλεκτρισμού». Με άλλα λόγια, όσο περισσότερο επεκτείνονται τα πεδία της «πράσινης» κερδοφορίας για το κεφάλαιο τόσο ο λαός πληρώνει τα σπασμένα, μεταξύ άλλων και με την ακρίβεια, που δεν πρόκειται να υποχωρήσει ούτε μετά από τρία χρόνια, αφού το κόστος της ακριβότερης «πράσινης» ηλεκτροπαραγωγής ενσωματώνεται σταδιακά και στις τιμές των εμπορευμάτων.

Πιέζουν για πιο ακριβές τιμές ρύπων

Η Επιτροπή παρατηρεί και συμπεραίνει ότι το σύστημα εμπορίας δικαιωμάτων ρύπων στην ΕΕ δεν είναι αρκετό για να υποστηρίξει τη μετάβαση από τον άνθρακα στο φυσικό αέριο, καλώντας έτσι έμμεσα σε περαιτέρω αυξήσεις στις τιμές δικαιωμάτων ρύπων ούτως ώστε το φυσικό αέριο να καταστεί εκ νέου φθηνότερο καύσιμο για ηλεκτροπαραγωγή. Οπως γίνεται κατανοητό, η υλοποίηση μιας τέτοιας απόφασης θα οδηγήσει σε ακόμα μεγαλύτερη αύξηση των τιμών ηλεκτρισμού και μεγαλύτερη έκθεση στις αρνητικές διακυμάνσεις των διεθνών τιμών φυσικού αερίου.

Ενα ακόμα στοιχείο που δείχνει να ανησυχεί την Επιτροπή είναι η προέλευση του άνθρακα. Οπως σημειώνεται, ο συνολικός όγκος εισαγωγών άνθρακα αυξήθηκε κατά 25% στην ετήσια σύγκριση, κοστίζοντας 1,9 δισ. ευρώ μόνο το τρίτο τρίμηνο.

Το μεγαλύτερο μέρος των εισαγωγών άνθρακα, 69% επί του συνόλου, προήλθαν από τη Ρωσία, που αποτελεί μακράν τον μεγαλύτερο εξαγωγέα άνθρακα στην Ευρώπη, ενισχύοντας έτσι περαιτέρω αυτό που η ΕΕ επιδιώκει εδώ και χρόνια να αποφύγει, δηλαδή την «εξάρτηση από ρωσικές εισαγωγές καυσίμων»...

Πάντως μέχρι σήμερα, όπως επιβεβαιώνουν τα στοιχεία της έκθεσης, η διαδικασία ανόδου των τιμών αναδεικνύει ξανά τις μεγάλες αντιθέσεις και τις ανισότιμες σχέσεις αλληλεξάρτησης στο εσωτερικό της ΕΕ.

Ειδικότερα, όπως προκύπτει από την ανάλυση του διασυνοριακού εμπορίου ηλεκτρισμού μεταξύ των χωρών της ΕΕ, οι μεγάλοι κερδισμένοι φαίνεται να είναι η περιοχή της Κεντρικής Ευρώπης (Αυστρία, Βέλγιο, Γαλλία, Γερμανία, Λουξεμβούργο, Ολλανδία, Ελβετία), που ενίσχυσε τη θέση της ως καθαρού εξαγωγέα ηλεκτρικής Ενέργειας, ιδίως η Γαλλία, που αύξησε την παραγωγή από τους πυρηνικούς αντιδραστήρες κατά 30%.

Ετσι, οι παραπάνω χώρες, αξιοποιώντας τις πολλαπλές δυνατότητες παραγωγής ηλεκτρισμού (πυρηνικά, φυσικό αέριο, άνθρακας, διαφοροποιημένες ΑΠΕ κ.λπ.), αποτέλεσαν τη βασική πηγή εξαγωγών ηλεκτρισμού προς τις υπόλοιπες περιοχές της ενεργειακής ένωσης, εξάγοντας συνολικά 21 Twh (τεραβατώρες), αύξηση 118% συγκριτικά με το τρίτο τρίμηνο του 2021. Αντίστοιχα, η Νοτιοανατολική Ευρώπη (περιφέρεια όπου ανήκει και η Ελλάδα) κατέγραψε υψηλό έλλειμμα έναντι της ζήτησης, προχωρώντας σε συνολικές εισαγωγές ηλεκτρισμού 2 Twh, αύξηση 29% σε σχέση με το αντίστοιχο τρίμηνο του 2020.

Τέλος, σε σχέση με τις τιμές λιανικής, αξίζει να αναφέρουμε ότι στην Ελλάδα κατά το εξεταζόμενο χρονικό διάστημα οι μεγάλοι βιομηχανικοί καταναλωτές (ετήσια κατανάλωση μεταξύ 70.000 MWh και 150.000 Mwh) πλήρωναν τελική τιμή στους προμηθευτές λιγότερα από 8 λεπτά του ευρώ την κιλοβατώρα (δεν υπολογίζονται σε αυτήν την τιμή τα τέλη που επιστρέφονται στους βιομηχάνους και άλλες κρατικές επιδοτήσεις του ενεργειακού κόστους), τη στιγμή που ένα νοικοκυριό πλήρωνε περίπου 17 λεπτά (16,81) την κιλοβατώρα, δηλαδή υπερδιπλάσια τιμή σε σχέση με τους βιομηχάνους.


Φ. Κ.

ΟΥΚΡΑΝΙΑ - ΑΝΑΤΟΛΙΚΗ ΕΥΡΩΠΗ
Αποκαλύπτονται πλευρές των παζαριών ενώ εντείνονται απειλές και στρατιωτική κινητικότητα

Από τη χτεσινή συνάντηση στο Βερολίνο μεταξύ των ΥΠΕΞ ΗΠΑ, Γερμανίας, Γαλλίας και του αναπληρωτή ΥΠΕΞ της Βρετανίας

(c) dpa-Pool

Από τη χτεσινή συνάντηση στο Βερολίνο μεταξύ των ΥΠΕΞ ΗΠΑ, Γερμανίας, Γαλλίας και του αναπληρωτή ΥΠΕΞ της Βρετανίας
Οξύνεται καθημερινά η αντιπαράθεση μεταξύ ΗΠΑ - ΝΑΤΟ και Ρωσίας γύρω από την Ουκρανία, την Ανατολική Ευρώπη, τη Βαλτική και τη Μαύρη Θάλασσα, με εκατέρωθεν απειλές, «προειδοποιήσεις» και στρατιωτική κινητικότητα, ενώ παράλληλα εξελίσσεται το μπαράζ επαφών και διαπραγματεύσεων.

Λίγες μόλις μέρες μετά τις σχετικές συνομιλίες των ΗΠΑ, του ΝΑΤΟ και του ΟΑΣΕ με τη Ρωσία, επιβεβαιώνεται πως δεν υπάρχει καμία «εγγύηση ασφαλείας» σε συνθήκες οξυμένου ιμπεριαλιστικού ανταγωνισμού. Κάθε άλλο, όλες οι πλευρές παραμένουν με το «δάχτυλο στη σκανδάλη». Οι ΗΠΑ και οι σύμμαχοί τους «τρέχουν» το σχέδιο ΝΑΤΟικής περικύκλωσης της Ρωσίας, αυξάνουν τη στρατιωτική ενίσχυση του Κιέβου και τις δυνάμεις τους στην Ανατολική Ευρώπη, ενώ η Μόσχα απαντά μεταξύ άλλων με κινητοποίηση μεγάλων στρατιωτικών δυνάμεων στα σύνορά της με την Ουκρανία και ένταση στρατιωτικών ασκήσεων στην ευρύτερη περιοχή.

Σε ένα τέτοιο εκρηκτικό φόντο, διεξάγονται σύνθετα παζάρια «όλων με όλους», όπου κάθε πλευρά επιχειρεί να πετύχει «συμβιβασμούς» με τους δικούς της όρους.

Σενάριο «μικρής εισβολής», «διαφορές στο ΝΑΤΟ» και διευκρινίσεις

Ενδεικτικές γι' αυτά τα παζάρια, όπως και για τις αντιθέσεις και εντός του ευρωατλαντικού άξονα, είναι οι σχετικές δηλώσεις του Τζο Μπάιντεν, στην εφ' όλης της ύλης συνέντευξη Τύπου που παραχώρησε προχτές αργά το βράδυ, με αφορμή τη συμπλήρωση ενός χρόνου στον προεδρικό θώκο των ΗΠΑ.

Ο Μπάιντεν επανέφερε «προβλέψεις» ότι η Ρωσία θα επιχειρήσει μια «εισβολή στην Ουκρανία», ενώ εκτίμησε ότι ο Ρώσος Πρόεδρος, Βλ. Πούτιν, δεν έχει λάβει ακόμη τελική απόφαση για το τι πρόκειται να κάνει και «επί του παρόντος σταθμίζει ποιες συνέπειες ενδέχεται να αντιμετωπίσει η Ρωσία βραχυπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα».«Η δική μου εκτίμηση είναι ότι θα εισβάλει. Κάτι πρέπει να κάνει», είπε ο Μπάιντεν. Παράλληλα ισχυρίστηκε πως ο Ρώσος Πρόεδρος «εξακολουθεί να μη θέλει έναν πλήρη πόλεμο».

Προειδοποίησε τη Μόσχα ότι σε αυτήν την περίπτωση θα αντιμετωπίσει «βαριές» απώλειες στο πεδίο της μάχης και «σκληρό τίμημα», καθώς οι ΗΠΑ και οι σύμμαχοί τους «εξέφρασαν την ετοιμότητά τους να προκαλέσουν σοβαρή ζημιά στη ρωσική οικονομία». «Οι ρωσικές τράπεζες δεν θα μπορούν να πραγματοποιούν συναλλαγές με δολάρια εάν η Ρωσία εισβάλει στην Ουκρανία», είπε ο Αμερικανός Πρόεδρος. Επίσης άφησε να εννοηθεί ότι θα είναι βαριές οι συνέπειες για τη ρωσική οικονομία και στον τομέα των εξαγωγών πετρελαίου και φυσικού αερίου προς την Ευρώπη.

Απαντώντας δε σε ερώτηση - διαπίστωση ότι δεν υπάρχει ενότητα στην ΕΕ και στο ΝΑΤΟ για το είδος και το εύρος των κυρώσεων κατά της Ρωσίας, ο Αμερικανός Πρόεδρος απέρριψε μεν τον ισχυρισμό περί «έλλειψης ενότητας» στο ΝΑΤΟ, για... να τον επιβεβαιώσει ουσιαστικά στη συνέχεια.

«Η Ρωσία θα λογοδοτήσει», επανέλαβε ο Μπάιντεν, αποκαλύπτοντας ωστόσο πλευρές των διαφωνιών στο ΝΑΤΟ σε περίπτωση «μικρής εισβολής». «Εξαρτάται από το τι θα κάνει (σ.σ. η Ρωσία). Είναι ένα πράγμα αν πρόκειται για μια μικρή εισβολή και μετά καταλήξουμε σε διαμάχη για το τι πρέπει να κάνουμε κ.λπ. Αλλά αν όντως κάνουν αυτό που μπορούν με τις δυνάμεις που έχουν συγκεντρωθεί στα σύνορα, θα είναι καταστροφή για τη Ρωσία», είπε ο Μπάιντεν.

Κληθείς να διευκρινίσει τι χαρακτηρίζεται «μικρή εισβολή», ανέφερε επιθέσεις στον κυβερνοχώρο και την παρουσία Ρώσων αξιωματικών πληροφοριών, για τους οποίους η Ουάσιγκτον ισχυρίζεται ότι βρίσκονται ήδη στην Ουκρανία.

«Υπάρχουν διαφορές στο ΝΑΤΟ ως προς το τι είναι πρόθυμες να κάνουν οι χώρες, ανάλογα με το τι θα συμβεί», παραδέχθηκε ο Μπάιντεν, προσθέτοντας ότι «αν υπάρξουν ρωσικές δυνάμεις που διασχίζουν τα σύνορα... νομίζω ότι αυτό αλλάζει τα πάντα».

Ουκρανός αξιωματούχος δήλωσε στο CNN ότι τέτοιες δηλώσεις «δίνουν πράσινο φως στον Πούτιν να μπει στην Ουκρανία».

Ο δε Λευκός Οίκος αναγκάστηκε να δώσει διευκρίνιση αμέσως μετά το τέλος της συνέντευξης Τύπου, αναφέροντας πως ο Μπάιντεν ήταν ξεκάθαρος με τον Ρώσο Πρόεδρο, πως σε περίπτωση που «ρωσικές στρατιωτικές δυνάμεις διασχίσουν τα ουκρανικά σύνορα, αυτή είναι μια νέα εισβολή και θα αντιμετωπιστεί με μια γρήγορη, αυστηρή και ενωμένη απάντηση από τις ΗΠΑ και τους συμμάχους». Επιπλέον, «ενέργειες ρωσικής επιθετικότητας», όπως κυβερνοεπιθέσεις και παραστρατιωτικές τακτικές, «θα λάβουν αποφασιστική και ενιαία απάντηση».

Από την πλευρά της, η πρόεδρος της Κομισιόν, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, μιλώντας σε διαδικτυακό συνέδριο του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ του Νταβός, είπε ότι «θέλουμε διάλογο (με τη Ρωσία) και να επιλυθούν οι συγκρούσεις», αλλά επιβεβαίωσε και από τη μεριά της ΕΕ ότι «εάν η κατάσταση επιδεινωθεί, εάν υπάρξουν περαιτέρω επιθέσεις στην εδαφική ακεραιότητα της Ουκρανίας, θα απαντήσουμε με τεράστιες οικονομικές κυρώσεις».

Αποκάλυψη πλευρών από τις σύνθετες διαπραγματεύσεις...

Σχετικά με τις εγγυήσεις που ζητάει η Ρωσία ότι «η Ουκρανία δεν θα γίνει ποτέ μέλος του ΝΑΤΟ και ότι δεν θα υπάρχουν στρατηγικά όπλα στην Ουκρανία», ο Τζο Μπάιντεν είπε πως «θα μπορούσαμε να βρούμε κάτι στο δεύτερο σκέλος, ανάλογα και με το τι κάνει (η Ρωσία) στα ρωσικά σύνορα, στον ευρωπαϊκό χώρο της Ρωσίας».

Οσο για το πρώτο σκέλος, την ένταξη της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ, «σειρά από Συνθήκες διεθνώς και στην Ευρώπη προβλέπουν να επιλέγει κανείς με ποιον θέλει να είναι», ανέφερε ο Μπάιντεν. «Αλλά η πιθανότητα η Ουκρανία να ενταχθεί στο ΝΑΤΟ στο εγγύς μέλλον δεν είναι πολύ μεγάλη», πρόσθεσε, επικαλούμενος μεταρρυθμίσεις που πρέπει να γίνουν, όπως ότι ανοιχτό παραμένει «αν οι μεγάλοι σύμμαχοι στη Δύση θα ψήφιζαν να φέρουν την Ουκρανία αυτήν τη στιγμή στο ΝΑΤΟ ή όχι», καθώς μέλη του ΝΑΤΟ διαφωνούν με την ένταξη.

Επομένως, συνέχισε ο Πρόεδρος των ΗΠΑ, «υπάρχει περιθώριο να εργαστούμε αν το θέλει (σ.σ. ο Πούτιν)».

Σε ερώτηση αν υπάρχει αντίστοιχα «περιθώριο» οι ΗΠΑ - σύμφωνα με τις αξιώσεις της Μόσχας - να απομακρύνουν όλα τα πυρηνικά όπλα από την Ευρώπη και να μην υπάρχουν ισχυρές στρατιωτικές δυνάμεις σε χώρες γειτονικές με τη Ρωσία, ο Μπάιντεν το αρνήθηκε κατηγορηματικά.

Ωστόσο και αυτή η απάντησή του αφήνει ερωτήματα: «Δεν θα σταθμεύουμε μόνιμα. Βασικά θα αυξήσουμε την παρουσία στρατευμάτων στην Πολωνία, στη Ρουμανία, κ.α., εάν όντως εισβάλει επειδή έχουμε μια ιερή υποχρέωση στο άρθρο 5 να υπερασπιστούμε αυτές τις χώρες. Είναι μέρος του ΝΑΤΟ. Δεν έχουμε αυτήν την υποχρέωση σε σχέση με την Ουκρανία, αν και ανησυχούμε πολύ για το τι συμβαίνει εκεί».

«Το να μη γίνει δεκτή η Ουκρανία στο ΝΑΤΟ άμεσα, δεν σημαίνει άρνηση να ενταχθεί μεσοπρόθεσμα», σχολίασε από την πλευρά του ο εκπρόσωπος του Κρεμλίνου, Ντμ. Πεσκόφ, υπογραμμίζοντας πως αυτή είναι μια θεμελιώδης «εγγύηση ασφαλείας» για τη Ρωσία.

Ωστόσο, το γεγονός ότι «η Ουάσιγκτον και το ΝΑΤΟ σηματοδοτούν κάποια ετοιμότητα να συζητήσουν ορισμένα ζητήματα» σχετικά με τη μη ανάπτυξη όπλων στην Ουκρανία, «είναι, ίσως, ένα θετικό γεγονός», συμπλήρωσε ο Πεσκόφ, υπενθυμίζοντας ότι για όλα αυτά η Μόσχα αναμένει γραπτές απαντήσεις.

Τόσο οι ΗΠΑ όσο και η Ρωσία δεν απέκλεισαν ακόμη μια συνάντηση των δύο ηγετών στο μέλλον.

Σχολιάζοντας δε τις συγχρονισμένες δηλώσεις περί επικείμενης ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία, η εκπρόσωπος του ρωσικού ΥΠΕΞ, Μαρία Ζαχάροβα, εκτίμησε ότι «στόχος αυτής της εκστρατείας είναι η δημιουργία μιας επικοινωνιακής προκάλυψης για την προετοιμασία των δικών τους μεγάλης κλίμακας προκλητικών ενεργειών, μεταξύ αυτών και στρατιωτικών, που μπορεί να έχουν τις τραγικότερες συνέπειες για την περιφερειακή και παγκόσμια ασφάλεια».

...που διεξάγονται «με το δάχτυλο στη σκανδάλη»

Σε κάθε περίπτωση, οι ΗΠΑ και άλλα κράτη του ΝΑΤΟ εξοπλίζουν την Ουκρανία. Οπως είπε ο Αμερικανός Πρόεδρος, «έχω ήδη αποστείλει εξελιγμένο αμυντικό εξοπλισμό, αξίας άνω των 600 εκατ. δολαρίων στους Ουκρανούς».

Επιπλέον, αμέσως μετά τη συνέντευξη του Μπάιντεν, «πηγές» διέρρευσαν ότι το Στέιτ Ντιπάρτμεντ έδωσε άδεια στη Λιθουανία, στη Λετονία, στην Εσθονία και τη Βρετανία για να στείλουν αμερικανικής κατασκευής πυραύλους και άλλο στρατιωτικό εξοπλισμό στην Ουκρανία, καθώς ΗΠΑ και ΝΑΤΟ «αξιοποιούμε κάθε δυνατό εργαλείο συνεργασίας στον τομέα της ασφάλειας προκειμένου να βοηθήσουμε την Ουκρανία».

Στο μεταξύ, η Μολδαβία θα επιμείνει στην απόσυρση των ρωσικών στρατευμάτων από τη μη αναγνωρισμένη Υπερδνειστερία, σύμφωνα με το σχέδιο συνεργασίας της με το ΝΑΤΟ 2022 - 2023, το οποίο εγκρίθηκε χτες από την κυβέρνηση της χώρας. Σύμφωνα με το σχέδιο, το ΝΑΤΟ θα συνεχίσει να συνδράμει την ικανότητα του μολδαβικού στρατού και να παρέχει υποστήριξη στην κυβέρνηση. Από την πλευρά της, η Μολδαβία θα συμμετέχει σε «ειρηνευτικές αποστολές» υπό την αιγίδα των ΟΗΕ, ΕΕ και ΟΑΣΕ.

Υπενθυμίζεται ότι η Ρωσία ξεκινάει μεγάλες στρατιωτικές ασκήσεις στη Λευκορωσία, που θα διαρκέσουν έως και τον Φλεβάρη, ενώ η αναθεώρηση του Συντάγματος της Λευκορωσίας, που τίθεται σε δημοψήφισμα τον επόμενο μήνα, θα μπορούσε να επιτρέψει μόνιμη ρωσική στρατιωτική παρουσία, ακόμα και την εγκατάσταση ρωσικών πυρηνικών, όπως έχει καλέσει ο Λευκορώσος Πρόεδρος, Αλ. Λουκασένκο.

Η Ρωσία ανακοίνωσε επίσης χτες μεγάλης κλίμακας ναυτικές ασκήσεις σε Ατλαντικό, Αρκτική, Ειρηνικό και Μεσόγειο το διάστημα Γενάρη - Φλεβάρη, στις οποίες θα συμμετάσχουν συνολικά πάνω από 10.000 στρατιώτες, περισσότερα από 140 πλοία και 60 αεροσκάφη.

Επαφές Μπλίνκεν - Λαβρόφ σήμερα στη Γενεύη

Σε αυτό το φόντο, συναντιούνται σήμερα στη Γενεύη οι ΥΠΕΞ των ΗΠΑ και της Ρωσίας, Αντ. Μπλίνκεν και Σ. Λαβρόφ, για μια «επισκόπηση» των διαπραγματεύσεων, μια βδομάδα μετά τις συνομιλίες για τις «εγγυήσεις ασφαλείας».

Την Τετάρτη ο Αντ. Μπλίνκεν είχε επισκεφτεί το Κίεβο, όπου, σύμφωνα με ΜΜΕ, συζητήθηκε τι προτίθεται η Ουκρανία να εφαρμόσει από τις συμφωνίες του Μινσκ για τη «διευθέτηση» της σύγκρουσης στην ανατολική Ουκρανία και ιδιαίτερα στο πολιτικό σκέλος που αφορά το καθεστώς στο Ντονμπάς.

Σημειώνεται επίσης ότι το ΚΚ Ρωσικής Ομοσπονδίας κατέθεσε στην Κρατική Δούμα σχέδιο απόφασης, σύμφωνα με το οποίο η ρωσική Βουλή θα καλεί τον Βλ. Πούτιν να αναγνωρίσει ως αυτοτελή, κυρίαρχα και ανεξάρτητα κράτη τις αυτοαποκαλούμενες Λαϊκές Δημοκρατίες του Λουγκάνσκ και του Ντονέτσκ στην ανατολική Ουκρανία και θα ζητά να ξεκινήσουν το ταχύτερο δυνατόν συνομιλίες με τις ηγεσίες των εν λόγω Δημοκρατιών, ώστε να διευθετηθούν ζητήματα συνεργασίας και ασφαλείας.

Χτες, στο μεταξύ, ο Αμερικανός ΥΠΕΞ συναντήθηκε στο Βερολίνο με την Γερμανίδα ομόλογό του, Αναλένα Μπέρμποκ, με τον ΥΠΕΞ της Γαλλίας, Ζαν Ιβ Λε Ντριάν, και τον αναπληρωτή ΥΠΕΞ της Βρετανίας, Τζέιμς Κλέβερλι.

«Η μόνη διέξοδος από την κρίση είναι ο πολιτικός δρόμος, ο διάλογος», αλλά «δυστυχώς» η Ρωσία «συνεχίζει να μιλάει διαφορετική γλώσσα», είπε η Μπέρμποκ αναφερόμενη στις ρωσικές στρατιωτικές ασκήσεις.

Εκτός από τις στρατιωτικές ενέργειες, η Μόσχα έχει ακόμα «πολλά χαρτιά στο μανίκι της», είπε ο Μπλίνκεν. Αλλά όποιον τρόπο επιλέξει η Ρωσία, «θα βρει τις ΗΠΑ και τους συμμάχους τους ενωμένους», τόνισε ο Μπλίνκεν, στον απόηχο και των δηλώσεων Μπάιντεν.


Ε. Μ.



Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ