Παρασκευή 4 Σεπτέμβρη 2020
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ - ΕΕ
Βαθαίνει η κρίση, οξύνονται τα αντιλαϊκά αντανακλαστικά

Ρυθμό βύθισης 15,2% σε ετήσια βάση κατέγραψε το β΄ τρίμηνο του 2020 το ΑΕΠ στην ελληνική οικονομία, σε μια εξέλιξη που συνδυάζεται με τη γενικευμένη κατρακύλα της οικονομικής δραστηριότητας τόσο στο πλαίσιο της Ευρωζώνης και της ΕΕ όσο και παγκόσμια. Πρόκειται για το μεγαλύτερο ποσοστό πτώσης που καταγράφεται σε επίπεδο τριμήνου στην ελληνική οικονομία, ενώ οι αβεβαιότητες παραμένουν γύρω από την εξέλιξη, τη διάρκεια και την ένταση της τρέχουσας καπιταλιστικής κρίσης, που με τη σειρά τους θα κρίνουν και το μέγεθος των αντιλαϊκών παρεμβάσεων που σχετίζονται με την προσπάθεια ανάκαμψης του κεφαλαίου, φορτώνοντας σε κάθε περίπτωση τα «σπασμένα» στις λαϊκές πλάτες.

Μεταξύ άλλων οι τριμηνιαίοι εθνικοί λογαριασμοί της στατιστικής υπηρεσίας (ΕΛΣΤΑΤ) για το β΄ τρίμηνο 2020 εμφανίζουν τα παρακάτω:

-- Σε όρους όγκου σε ετήσια βάση η πτώση του ΑΕΠ φτάνει σε 15,2% από μείωση 0,5% το α' τρίμηνο του 2020. Συνολικά στο α' εξάμηνο (Γενάρης - Ιούνης) η πτώση διαμορφώνεται σε 7,9%.

-- Η συνολική τελική καταναλωτική δαπάνη παρουσίασε μείωση 10,1%.

-- Οι ακαθάριστες επενδύσεις παγίου κεφαλαίου μειώθηκαν 10,3%.

-- Οι εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών παρουσίασαν μείωση 32,1%. Ειδικότερα, οι εξαγωγές αγαθών μειώθηκαν 15,4%, ενώ οι εξαγωγές υπηρεσιών (όπου περιλαμβάνονται και οι εισπράξεις του τουριστικού κλάδου από το εξωτερικό) μειώθηκαν 49,4%.

-- Οι εισαγωγές αγαθών και υπηρεσιών παρουσίασαν μείωση 17,2%, ποσοστό αρκετά χαμηλότερο από αυτό των εξαγωγών, γεγονός βέβαια που οδηγεί σε περαιτέρω διεύρυνση των εμπορικών ελλειμμάτων με το εξωτερικό.

Στο μεταξύ - κι ενώ οι εκτιμήσεις της κυβέρνησης για «ταχεία ανάκαμψη» χλομιάζουν και πηγαίνουν όλο παραπίσω - πηγές του υπουργείου Οικονομικών έσπευδαν χτες να διαβεβαιώσουν πως η ετήσια μεταβολή για το α' εξάμηνο του 2020 (-7,9%) βρίσκεται εντός των προβλέψεων που είχαν υποβληθεί στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή μετά την ενσωμάτωση των τελευταίων μέτρων. Την ίδια ώρα, βέβαια, κάνοντας και τη σχετική «προετοιμασία εδάφους» για τα ακόμα χειρότερα, επισήμαιναν πως «το γεγονός αυτό δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχουν δυσκολίες που πιθανώς να τροποποιήσουν στο μέλλον τις αρχικές εκτιμήσεις μας. Λόγω της μεγάλης συμβολής του τουρισμού στο ΑΕΠ, ιδιαίτερη βαρύτητα για την ελληνική οικονομία έχει το 3ο τρίμηνο του έτους».

Γενικευμένη κατρακύλα και ανισομετρίες στην Ευρωζώνη

Η τελευταία εκτίμηση, για την επίδραση του τουρισμού, αποτυπώνει μεταξύ άλλων τα αποτελέσματα της λεγόμενης «εξωστρέφειας» της εγχώριας καπιταλιστικής οικονομίας, που όλες οι αστικές κυβερνήσεις διαχρονικά παρουσιάζουν ως το «ατού» της, μαζί βέβαια με τη συμμετοχή στην Ευρωζώνη, στοιχεία που επιτείνουν το βάθος, τη διάρκεια και τις ανισόμετρες επιπτώσεις της καπιταλιστικής κρίσης στην ελληνική οικονομία.

Αντίστοιχη εικόνα εξάλλου εμφανίζεται σε ολόκληρη την Ευρωζώνη, όπου, σύμφωνα με τα στοιχεία που ήδη έχει ανακοινώσει η Γιούροστατ, η βύθιση του ΑΕΠ (β΄ τρίμηνο) έφτασε σε 15% σε ετήσια βάση, ενώ στα προσωρινά στοιχεία που ανακοίνωσε πρόσφατα η Γιούροστατ αποτυπώνεται η γενικευμένη κατρακύλα στην οικονομική δραστηριότητα, σε συνδυασμό με τις εντεινόμενες ανισομετρίες μεταξύ των κρατών - μελών.

Μεταξύ άλλων, στη Γερμανία καταγράφεται πτώση 11,7%, στη Γαλλία 19%, στην Ιταλία 17,3%, στην Ισπανία 22,1% κ.ο.κ., ενώ συνολικά στην ΕΕ η κατρακύλα διαμορφώθηκε στο 14,1%.

Την ίδια ώρα, σύμφωνα με τις Θερινές Προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, ο ρυθμός της κατρακύλας για το 2020 στην Ευρωζώνη θα φτάσει στο 8,7% και συνολικά στην ΕΕ στο 8,3%. Για το 2021 προβλέπεται η κάλυψη ενός μόνο τμήματος των απωλειών, με ρυθμό ανάκαμψης 6,1% στην Ευρωζώνη και 5,8% συνολικά στην ΕΕ.

Για την ελληνική οικονομία προβλέπονται πτώση 9% για το 2020 και μόνο μερική ανάκαμψη, 6%, για το 2021.

Ο λογαριασμός στο λαό

Σε αυτό το φόντο, εκκινούν οι διεργασίες σχετικά με τη διαμόρφωση του κρατικού προϋπολογισμού για το 2021, προσχέδιο του οποίου κατατίθεται στη Βουλή στις αρχές Οκτώβρη.

Μεταξύ άλλων ο σχεδιασμός του οικονομικού επιτελείου της κυβέρνησης εστιάζει στα παρακάτω:

-- Στο προσχέδιο του προϋπολογισμού θα αποτυπωθούν παρεμβάσεις σε δύο άξονες, ειδικότερα με μόνιμο και προσωρινό χαρακτήρα. Σύμφωνα με πληροφορίες, για την ώρα, το μόνιμο μέτρο που έχει κλειδώσει για το 2021 αφορά στη μείωση των ασφαλιστικών εισφορών για την εργοδοσία, που αναμένεται να συνδυαστεί και με άλλες αντεργατικές παρεμβάσεις με φόντο την παραπέρα αποψίλωση της Κοινωνικής Ασφάλισης.

Σε κάθε περίπτωση, το κεντρικό ζητούμενο είναι η διασφάλιση πρόσθετου «δημοσιονομικού χώρου» για την τόνωση των εγχώριων επιχειρηματικών ομίλων, με έμφαση στον διπλασιασμό των κρατικών ενισχύσεων μέσω του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων (ΠΔΕ), σε συνδυασμό με σειρά από άλλες παρεμβάσεις για την προσέλκυση κερδοφόρων επενδύσεων. Σε αυτό το πλαίσιο, η κυβέρνηση της ΝΔ προσβλέπει στις εκταμιεύσεις από το πρόγραμμα SURE, αλλά και τις εκταμιεύσεις κονδυλίων του ΕΣΠΑ, όπως και αυτές που προβλέπονται στο πλαίσιο της ενισχυμένης «μεταμνημονιακής» εποπτείας, με βάση και εδώ τα αντιλαϊκά «προαπαιτούμενα».

Η τελική διαμόρφωση της δημοσιονομικής πολιτικής θα παραμείνει ανοιχτή, με φόντο τα παζάρια που θα ξεκινήσουν σε επίπεδο Γιούρογκρουπ για το ύψος των ελλειμμάτων στη διάρκεια της επόμενης χρονιάς για όλα τα κράτη - μέλη. Ενα πρώτο δείγμα αναμένεται να δοθεί στην επόμενη συνεδρίαση του Γιούρογκρουπ, που έχει προγραμματιστεί για την ερχόμενη Παρασκευή 11 Σεπτέμβρη.

-- Περί τα μέσα Οκτώβρη, η κυβέρνηση ΝΔ αναμένεται να υποβάλει στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή και το «εθνικό σχέδιο ανάκαμψης και ανθεκτικότητας» για την εκταμίευση των κονδυλίων του «Ταμείου Ανάκαμψης», που θα κατευθυνθούν στους επιχειρηματικούς ομίλους.

Στο σχέδιο αυτό θα ενσωματώνεται ένα νέο κύμα σαρωτικών αντεργατικών μέτρων και αναδιαρθρώσεων, με βάση τις ειδικές ανά χώρα συστάσεις στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου αλλά και τις δεσμεύσεις της ενισχυμένης «μεταμνημονιακής» εποπτείας, που άφησε για αντιλαϊκή παρακαταθήκη η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ.

Ο σχεδιασμός της ελληνικής κυβέρνησης για την περίοδο μέχρι το 2023 θα προβλέπει μεταξύ άλλων μπαράζ από νέα «κίνητρα» για νέες επενδύσεις και για εξαγωγές, ανάμεσα στα οποία η αύξηση των αποσβέσεων (οδηγεί σε ταχύτερες και μεγαλύτερες φοροαπαλλαγές προς τους επιχειρηματικούς ομίλους), αλλά και η «απομείωση του πολύ υψηλού ασφαλιστικού βάρους που επωμίζονται οι επιχειρήσεις».

Ταυτόχρονα, ανοίγει ο 7ος κύκλος «μεταμνημονιακής» εποπτείας, στα προαπαιτούμενα του οποίου συγκαταλέγεται η νομοθέτηση του νέου πτωχευτικού κώδικα, με την πλήρη κατάργηση της όποιας παρεχόμενης δικαστικής προστασίας στην πρώτη κατοικία λαϊκών νοικοκυριών.


Α. Σ.

Διαβάστε σήμερα στην ενότητα «Διεθνή και Οικονομία»:
  • ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ - ΕΕ: Βαθαίνει η κρίση, οξύνονται τα αντιλαϊκά αντανακλαστικά.
  • ΗΠΑ - ΚΙΝΑ: Οι ανταγωνισμοί οξύνονται σε όλα τα πεδία.
  • ΚΙΝΑ: Η «αθόρυβη» στρατιωτική διείσδυση στην Αφρική.
ΗΠΑ - ΚΙΝΑ
Οι ανταγωνισμοί οξύνονται σε όλα τα πεδία

Ολοένα και συχνότερη γίνεται η παρουσία αμερικανικών αεροπλανοφόρων στη Νότια Κινεζική Θάλασσα

Public Domain

Ολοένα και συχνότερη γίνεται η παρουσία αμερικανικών αεροπλανοφόρων στη Νότια Κινεζική Θάλασσα
Η κυβέρνηση Τραμπ ανακοίνωσε ότι στο εξής υψηλόβαθμοι Κινέζοι διπλωμάτες που πρόκειται να επισκεφτούν αμερικανικά πανεπιστήμια, θα χρειάζονται πρώτα έγκριση του Στέιτ Ντιπάρτμεντ. Αντίστοιχη άδεια θα χρειάζονται οι Κινέζοι αξιωματούχοι και για να οργανώσουν πολιτιστικές εκδηλώσεις με πάνω από 50 άτομα, σύμφωνα με την ίδια απόφαση.

Επιπλέον, το αμερικανικό ΥΠΕΞ ανακοίνωσε ότι θα αναλάβει συγκεκριμένα μέτρα για να είναι «επαρκώς αναγνωρίσιμοι» οι λογαριασμοί που διατηρούν στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης η πρεσβεία και τα προξενεία της Κίνας στο αμερικανικό έδαφος.

Ολα αυτά ενώ προχτές ο Αμερικανός ΥΠΕΞ, Μάικ Πομπέο, σχολιάζοντας τις σχέσεις των δύο χωρών είπε πως «η αναλογία με τον Ψυχρό Πόλεμο έχει κάποια συνάφεια» και πως η «διαφορά» είναι «ότι είμαστε αντιμέτωποι με μια χώρα που έχει 1,4 δισεκατομμύρια κατοίκους». Ακόμα, ανήγγειλε «ευρύτερη προσπάθεια» και «ανακοινώσεις (...) τις επόμενες μέρες και βδομάδες (...) προς όφελος της αμερικανικής οικονομίας».

Σημειωτέον, είχε προηγηθεί και έκθεση του Πενταγώνου που εξέφραζε μεγάλη ανησυχία για τη ραγδαία αναβάθμιση της στρατιωτικής «μηχανής» της Κίνας. Σχολιάζοντας αυτήν την έκθεση, η κινεζική εφημερίδα «Γκλόμπαλ Τάιμς» αναφέρει ανάμεσα σε άλλα ότι στόχος των ΗΠΑ είναι «να ασκήσουν πίεση για τον πυρηνικό αφοπλισμό της Κίνας και να καταστείλουν το περιθώριο ανάπτυξης της πυρηνικής ικανότητας της Κίνας. Οι Κινέζοι πρέπει να το δουν».

Σε κάθε περίπτωση, οι τελευταίες αυτές εξελίξεις προσθέτουν νέο «φορτίο» στην ένταση ανάμεσα σε ΗΠΑ και Κίνα, που επεκτείνεται σε πολλά μέτωπα.

Χαρακτηριστικότερο παράδειγμα αποτελούν οι εκατέρωθεν εμπορικοί δασμοί, που προκάλεσαν συνολικότερη αναταραχή στο παγκόσμιο εμπόριο και οδήγησαν τον περασμένο Γενάρη στην υπογραφή της 1ης Εμπορικής Συμφωνίας ανάμεσα στα δύο κράτη, μετά από πολλούς γύρους διαπραγματεύσεων.

Η συμφωνία αυτή, μέσω της οποίας επιχειρούνταν ένας πρόσκαιρος συμβιβασμός, δέσμευε την Κίνα για αγορά αμερικανικών προϊόντων αξίας 200 δισ. δολαρίων για τουλάχιστον μία διετία, «παγώνοντας» από την άλλη κατά 50% αμερικανικούς δασμούς σε κινεζικά προϊόντα αξίας 120 δισ. δολαρίων. Προέβλεπε επίσης άρση δασμών 25% σε αμερικανικά αυτοκίνητα. Τα μέτρα αυτά ανακοινώθηκαν σε μια προσπάθεια να τροφοδοτήσουν και δεύτερο γύρο διαπραγματεύσεων, ο οποίος όμως δεν έχει προχωρήσει, ενώ και η πρώτη συμφωνία παραμένει εν πολλοίς ανεφάρμοστη.

Τεχνολογικός ανταγωνισμός

Η τεχνολογία αιχμής και η λεγόμενη «ψηφιοποίηση της οικονομίας» είναι ένα ακόμα πεδίο όπου αποτυπώνεται ανάγλυφα ο ανταγωνισμός ανάμεσα σε ΗΠΑ και Κίνα. Στο επίκεντρο βρίσκεται η εγκατάσταση δικτύων τηλεπικοινωνιών πέμπτης γενιάς (γνωστών ως 5G) σε μεγάλες δυτικές και ασιατικές οικονομίες τα επόμενα χρόνια, με την Κίνα να διεκδικεί την πρωτοκαθεδρία, κατά κύριο λόγο μέσω της εταιρείας «Huawei».

Οι ΗΠΑ επιχειρούν - και επιτυγχάνουν σε κάποιο βαθμό - τον αποκλεισμό του μεγαλύτερου κινεζικού τηλεπικοινωνιακού μονοπωλίου από τα δίκτυα εγκατάστασης 5G σε συμμάχους και εταίρους τους σε Ευρώπη (Βρετανία, Γερμανία, Γαλλία κ.ά.) και Ασία.

Μάλιστα, σε ό,τι αφορά τα δίκτυα 5G οι ΗΠΑ δεν διστάζουν να επιχορηγήσουν ακόμα και ανταγωνιστικά ευρωπαϊκά μονοπώλια, όπως οι εταιρείες «Nokia» και «Ericsson», προκειμένου να αποτρέψουν τους Ευρωπαίους συμμάχους τους να χρησιμοποιήσουν τις υπηρεσίες της «Huawei».

Το βασικό επιχείρημα που χρησιμοποιούν είναι ο κίνδυνος κυβερνοκατασκοπείας και κυβερνοεπιθέσεων, επειδή θεωρητικά η Κίνα θα έχει πρόσβαση σε ευαίσθητα συστήματα πληροφοριών και ζωτικών λειτουργιών. Στο παιχνίδι μπαίνει και το ΝΑΤΟ, που απευθύνει «συστάσεις» στα μέλη του να θέσουν αυστηρά κριτήρια στην επιλογή παρόχου για την αναβάθμιση των δικτύων τους, επικαλούμενο ζητήματα ασφαλείας που αντιγράφουν τις «ανησυχίες» των ΗΠΑ.

Πάντως η «Huawei» δεν είναι η μόνη εταιρεία τεχνολογίας της Κίνας που βρίσκεται στο στόχαστρο των ΗΠΑ. Αντιδρώντας, τα κινεζικά μονοπώλια προωθούν την απεξάρτησή τους από τις αμερικανικές εταιρείες τεχνολογίας, μέσω του προγράμματος «Made in China 2025», γεγονός που αναμένεται να ρίξει νέο λάδι στη φωτιά του ανταγωνισμού.

Στρατιωτική αντιπαράθεση στο «πεδίο»

Θέατρο της σινοαμερικανικής αντιπαράθεσης παραμένει εδώ και χρόνια η Νότια Κινεζική Θάλασσα, με έκταση περίπου 3 εκατ. τ. χλμ., όπου περνούν ετησίως εμπορεύματα αξίας άνω των 5 τρισ. δολαρίων και υπάρχουν σημαντικά υποθαλάσσια κοιτάσματα Ενέργειας (π.χ. νησίδες Σπράτλι, οι οποίες διεκδικούνται από Κίνα, Μαλαισία, Φιλιππίνες, Ταϊβάν και Βιετνάμ), που ακόμα δεν έχουν αξιοποιηθεί.

Οι ΗΠΑ αμφισβητούν ιστορικά δικαιώματα της Κίνας σε αλιεία, ναυτιλία (π.χ. Θάλασσα Βόρεια Νατούνα, δυτικά της νήσου Βόρνεο της Ινδονησίας) και Ενέργεια, πραγματικά στην ...πόρτα του Πεκίνου. Διατηρούν ισχυρές αεροναυτικές δυνάμεις στην περιοχή και στηρίζουν τις διεκδικήσεις σύμμαχών τους γειτονικών χωρών έναντι της Κίνας, προωθώντας τους δικούς τους ιδιαίτερους γεωπολιτικούς στόχους.

Αυτό καταγράφηκε για παράδειγμα στη συμφωνία στρατιωτικής συνεργασίας ΗΠΑ - Φιλιππίνων που ανακοίνωσε τον περασμένο Μάρτη ο Πομπέο. Το «αμυντικό» δόγμα της συμφωνίας προβλέπει, εν ολίγοις, πως οι ΗΠΑ θα καλύψουν οποιαδήποτε εχθρική ενέργεια τρίτης χώρας κατά των Φιλιππίνων, σε στρατεύματα, πλοία και αεροπλάνα της στη Νότια Κινεζική Θάλασσα.

Χαρακτηριστικά όξυνσης της αντιπαράθεσης έχει και η αξιοποίηση από τις ΗΠΑ του κινεζικού νόμου «για την ασφάλεια του Χονγκ Κονγκ», που προκάλεσε αντιδράσεις και απροκάλυπτες παρεμβάσεις από τις ΗΠΑ, που κατηγορούνται ότι αμφισβητούν την εδαφική ακεραιότητα της Κίνας. Η κόντρα σε διπλωματικό επίπεδο έφτασε μέχρι και στο κλείσιμο προξενείων εκατέρωθεν, σε Χιούστον και Τσενγκντού αντίστοιχα, με αλληλοκατηγορίες περί κατασκοπείας και τον Τραμπ να προειδοποιεί ότι είναι «πάντα πιθανό» να κλείσουν κι άλλες κινεζικές διπλωματικές αποστολές στη χώρα του.

Εξοπλισμοί και πυρηνικά όπλα

Τέλος, σημαντικό πεδίο αντιπαράθεσης είναι και οι στρατιωτικοί εξοπλισμοί, κυρίως γύρω από τα σύγχρονα πυρηνικά όπλα. Η κόντρα σε αυτόν τον τομέα τροφοδοτείται και από την άρνηση του Πεκίνου να συμμετάσχει τον περασμένο Ιούνη στη Βιέννη στις ρωσοαμερικανικές συνομιλίες για την παράταση της Συνθήκης «New Start» (του 2010) περί της μείωσης των αμερικανικών και ρωσικών πυρηνικών όπλων σε 1.550 στρατηγικές πυρηνικές κεφαλές (εκπνέει το Φλεβάρη του 2021).

Η κυβέρνηση Τραμπ υποστηρίζει με κάθε αφορμή πως η Κίνα διαθέτει πλέον σύγχρονο πυρηνικό οπλοστάσιο, που θέτει απειλές για τις ΗΠΑ και τους συμμάχους τους. Το Πεκίνο αρνείται, υποστηρίζοντας ότι Ρωσία και ΗΠΑ διαθέτουν τα μεγαλύτερα και περισσότερα πυρηνικά όπλα και γι' αυτό «έχουν ειδική και υψηλής προτεραιότητας ευθύνη για αφοπλισμό».

Σύμφωνα με στοιχεία του «Ερευνητικού Κέντρου για την κατάργηση των πυρηνικών όπλων» («Research Centre for Nuclear Weapons Abolition») του Πανεπιστημίου του Ναγκασάκι, η Κίνα διαθέτει περίπου 320 πυρηνικά όπλα. Οι κινεζικές πυρηνικές κεφαλές παραμένουν σημαντικά λιγότερες από τις ρωσικές (υπολογίζονται σε 6.370) και τις αμερικανικές (5.800), αλλά περισσότερες από άλλες πυρηνικές δυνάμεις, όπως η Γαλλία (290).

Οι πολυεπίπεδες κόντρες συμφερόντων ΗΠΑ - Κίνας κλιμακώνονται, καθώς ενισχύεται η τάση για ανακατατάξεις στη διεθνή ιμπεριαλιστική πυραμίδα, με την πρωτοκαθεδρία των ΗΠΑ να απειλείται από την Κίνα.

Αυτή η βασική αντιπαράθεση επηρεάζει άμεσα τις σχέσεις των ΗΠΑ και με τους Ευρωπαίους συμμάχους τους, την ώρα που η Κίνα προσπαθεί να αποσπάσει μια πιο αυτοτελή πολιτική των Ευρωπαίων απέναντί της, είτε με την ανάπτυξη των οικονομικών κυρίως σχέσεων με την ΕΕ είτε με ιδιαίτερες συμφωνίες που συνάπτει με κράτη - μέλη της.


Δέσποινα ΟΡΦΑΝΑΚΗ

ΚΙΝΑ
Η «αθόρυβη» στρατιωτική διείσδυση στην Αφρική

Ερευνα καταγράφει τη δραστηριότητα της Κίνας στη Δυτική Αφρική και αναλύει τις επιπτώσεις που έχει για την ΕΕ και τα μονοπώλιά της

Κινεζική αποστολή στο Νότιο Σουδάν στο πλαίσιο των «ειρηνευτικών αποστολών» του ΟΗΕ
Κινεζική αποστολή στο Νότιο Σουδάν στο πλαίσιο των «ειρηνευτικών αποστολών» του ΟΗΕ
Είναι γνωστό ότι η Κίνα, ιδιαίτερα τις τελευταίες δύο δεκαετίες, διεισδύει ταχύτατα στην αφρικανική ήπειρο, με έμφαση στο εμπόριο και την εξασφάλιση σημαντικών πρώτων υλών. Αυτό που είναι λιγότερο γνωστό είναι η «αθόρυβη», αυξανόμενη στρατιωτική παρουσία της Κίνας στη «μαύρη ήπειρο».

Σύμφωνα με μελέτη του Ιδρύματος «Konrad - Adenauer» και της «δεξαμενής σκέψης» «Merics» του Βερολίνου, αυτή η πτυχή της κινεζικής διείσδυσης γίνεται πλέον όλο και πιο σημαντική:

«Η Κίνα εργάζεται για να καθιερωθεί ως σοβαρός παράγοντας ασφαλείας στην αφρικανική ήπειρο εδώ και πάνω από μια δεκαετία και έχει σημειώσει σημαντική πρόοδο. Ολα δείχνουν ότι υιοθετεί μια συστηματική προσέγγιση σε ολόκληρη την Αφρική, που περιλαμβάνει παράδοση όπλων και στρατιωτική διπλωματία, καθώς και ανάπτυξη σε ειρηνευτικές αποστολές, στρατιωτική εκπαίδευση (...) διαμεσολάβηση σε συγκρούσεις και δημιουργώντας την πρώτη υπερπόντια στρατιωτική βάση της, στο Τζιμπουτί».

Η νέα μελέτη, με τίτλο «Ο αυξανόμενος ρόλος ασφαλείας της Κίνας στην Αφρική: Πλευρές από τη Δυτική Αφρική - Επιπτώσεις στην Ευρώπη», θεωρείται σημαντική συμβολή στην «ιχνηλάτηση» αυτής της λιγότερο γνωστής κινεζικής δραστηριότητας. Συγκεκριμένα, εξετάζει τον αυξανόμενο ρόλο της Κίνας στη Δυτική Αφρική, αξιοποιώντας πάνω από 60 συνεντεύξεις με επαγγελματίες και εμπειρογνώμονες ασφαλείας - άμυνας σε οκτώ κράτη της περιοχής.

Τα στοιχεία που παρουσιάζονται αποκτούν ιδιαίτερη αξία υπό το φως των ανταγωνισμών που οξύνονται με επίκεντρο την Αφρική, λόγω κυρίως του φυσικού της πλούτου και της μεγάλης αγοράς της.

Μια ...«υπεύθυνη μεγάλη δύναμη»

Η επιδίωξη για ενεργότερο ρόλο στην «ασφάλεια» της Αφρικής πηγάζει από την «αυξανόμενη ανάγκη της Κίνας να προστατεύσει τα οικονομικά της συμφέροντα» και συνδέεται με ισχυρά γεωπολιτικά κίνητρα.

Σύμφωνα με την έκθεση, η Κίνα ελπίζει να εμβαθύνει τις σχέσεις της με τα αφρικανικά κράτη και, πέρα από τις καθαρά εμπορικές συναλλαγές, να αναδειχθεί σε «υπεύθυνη μεγάλη δύναμη», ενισχύοντας το διεθνές κύρος και την παγκόσμια διαπραγματευτική της θέση.

Καθόλου τυχαία, αυτοπροβάλλεται ως ο δεύτερος μεγαλύτερος οικονομικός συντελεστής των Τμημάτων Ειρηνευτικών Επιχειρήσεων των Ηνωμένων Εθνών (UNPKO) και ο μεγαλύτερος συνεισφέρων στρατευμάτων των μόνιμων μελών του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ (ΗΠΑ, Βρετανία, Γαλλία, Κίνα, Ρωσία).

Αυτή τη «συνεισφορά» της προσπαθεί να εξαργυρώσει σε πολιτική επιρροή στον ΟΗΕ και σε άλλους διεθνείς οργανισμούς, ανάλογα με τα κινεζικά συμφέροντα.

Προς το παρόν, πάντως, η Κίνα δεν επιλέγει μια άμεση στρατιωτική εμπλοκή στα διάφορα μέτωπα στην Αφρική, αλλά εντείνει την έμμεση, πολυμερή παρέμβασή της μέσω των UNPKO. Για παράδειγμα στη Δυτική Αφρική, όπου επικεντρώνει η έρευνα, αυξάνει σταθερά τον αριθμό του προσωπικού που συμμετέχει στις «ειρηνευτικές επιχειρήσεις», με στρατιωτικούς παρατηρητές (Σιέρα Λεόνε, Ακτή Ελεφαντοστού), γιατρούς, μηχανικούς και αστυνομία (Λιβερία) και πεζικό στην τρέχουσα αποστολή MINUSMA στο Μάλι.

Εκφράζει όμως παράλληλα την «ετοιμότητα» και την «προθυμία» της και για την ανάπτυξη στρατευμάτων, κάτι που φαίνεται πιο έντονα στο Νότιο Σουδάν, όπου τα κινεζικά εμπορικά συμφέροντα είναι σημαντικά.

Σύμφωνα με την έρευνα, η «κινεζική προσέγγιση» στη διατήρηση της ειρήνης δίνει προτεραιότητα «στη σταθερότητα των καθεστώτων και στην οικονομική ανάπτυξη», αποφεύγοντας τον παρεμβατισμό στις στρατιωτικές αποστολές της.

Προμηθευτής όπλων και «τεχνογνωσίας»

Στο μεταξύ, όλες αυτές τις δεκαετίες «αθόρυβης» διείσδυσης κινεζικών μονοπωλιακών ομίλων, η Κίνα έχει γίνει σήμερα ο δεύτερος μεγαλύτερος προμηθευτής όπλων στην Αφρική, μετά τη Ρωσία. Κατά κύριο λόγο πρόκειται για «ελαφρύ εξοπλισμό», αλλά εξάγει όλο και περισσότερο μεγαλύτερα, πιο εξελιγμένα συστήματα, συμπεριλαμβανομένων τανκς, αεροσκαφών και μαχητικών αεροσκαφών - όλα σε πολύ ανταγωνιστικές τιμές.

Το κίνητρο δεν είναι «στενά εμπορικό», άλλωστε «έχει κάνει και πολλές δωρεές πολεμικού εξοπλισμού στους εταίρους της στη Δυτική Αφρική».

Σημαντικό μέρος της κινεζικής «διείσδυσης» είναι οι ανταλλαγές στρατιωτικής εκπαίδευσης με αφρικανικές Ενοπλες Δυνάμεις. Οι δραστηριότητες της Κίνας σε αυτόν τον τομέα διαφέρουν από τους άλλους διεθνείς «παίκτες», της ΕΕ και των ΗΠΑ. Το Πεκίνο επικεντρώνεται έντονα σε ένα μεγάλο και αναπτυσσόμενο πρόγραμμα στρατιωτικών υποτροφιών για Αφρικανούς αξιωματικούς στην Κίνα, δίνοντας προτεραιότητα στην «οικοδόμηση επιρροής στους μελλοντικούς στρατιωτικούς διοικητές της Αφρικής».

Αν και ο ρόλος της Κίνας στην «ασφάλεια» της Αφρικής επεκτείνεται σαφώς, παραμένει ουσιαστικά περιορισμένος, εκτιμούν οι συμμετέχοντες στη μελέτη.

Τα κινεζικά όπλα εκτιμώνται ως «οικονομικά», αλλά οι τεχνικές αστοχίες έχουν προκαλέσει σημαντική απογοήτευση. Το πρόγραμμα στρατιωτικής εκπαίδευσης της Κίνας είναι μεγάλο και ευπρόσδεκτο, αν και οι αξιωματικοί της Δυτικής Αφρικής τόνισαν ότι το Πεκίνο ήταν ένας από τους πολλούς τέτοιους εταίρους και όχι με το μεγαλύτερο «πρεστίζ».

Οι κυβερνήσεις της Αφρικής, παζαρεύουν με όλες τις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις που επιδιώκουν μεγαλύτερη διείσδυση κεφαλαίων και στρατιωτικών δυνάμεων.

Βασικά, σύμφωνα με την έρευνα, η επιφυλακτικότητα της Κίνας «να πατήσει μπότες στο έδαφος» (να οργανώσει δηλαδή αυτοτελείς στρατιωτικές αποστολές), σε αντίθεση με άλλους εταίρους, περιορίζει τη σημασία της Κίνας ως εταίρου ασφαλείας. Ωστόσο, οι ερωτηθέντες αναμένουν ότι ο ρόλος ασφάλειας της Κίνας θα συνεχίσει να αυξάνεται, ως ένα ακόμα στοιχείο της βαθύτερης επιρροής του Πεκίνου στην υποπεριοχή.

«Νέος παίκτης» σε «στρατηγική περιοχή»

Οι Ευρωπαίοι αξιωματούχοι που συμμετείχαν στην έρευνα σημείωσαν πως «ο αυξανόμενος ρόλος της Κίνας για την ασφάλεια στην Αφρική προμηνύει την ανάδειξη ενός σημαντικού νέου παράγοντα ασφαλείας σε μια περιοχή στρατηγικής σημασίας».

Ετσι, οι συγγραφείς - αναλυτές των παραπάνω «δεξαμενών σκέψης» (από τις σημαντικότερες για την ευρωπαϊκή πολιτική) επισημαίνουν πως «η ολοκληρωμένη στρατηγική 2020 της ΕΕ για την Αφρική πρέπει να αξιοποιηθεί πλήρως για να ενισχύσει το ρόλο της Ευρώπης ως ηγετικού εταίρου στην ειρήνη και την ασφάλεια της Αφρικής», πέρα από τον πολλαπλασιασμό των ευρωπαϊκών επενδύσεων.

Η Αφρική έχει χαρακτηριστεί από την ΕΕ «ήπειρος των ευκαιριών» και μία από τις βασικές προτεραιότητες της ιμπεριαλιστικής Ενωσης είναι η μεγαλύτερη οικονομική και στρατιωτική διείσδυση ευρωπαϊκών μονοπωλιακών ομίλων.

Ετσι, και η συγκεκριμένη έρευνα «χτυπά καμπανάκι», συμβουλεύοντας την ΕΕ να μην αντιμετωπίζει πλέον την Κίνα μόνο ως «οικονομικό ανταγωνιστή και εταίρο», αλλά και ως παράγοντα πολιτικής ασφάλειας στην Αφρική, σταθμίζοντας «τους κινδύνους και τα οφέλη».

Υποδεικνύει επίσης ότι η συνεργασία της ΕΕ με τις κινεζικές Ενοπλες Δυνάμεις στην Αφρική ενέχει «κινδύνους», τόσο για τα ευρωπαϊκά συμφέροντα όσο και για τα συμφέροντα των «εταίρων» της ΕΕ σε Αφρική και Ανατολική Ασία, και η όποια σύμπλεξη με τον κινεζικό στρατό θα πρέπει να είναι προσεκτική.

Ως πεδίο συνεργασίας ευρωπαϊκών και κινεζικών στρατευμάτων στην Αφρική αναφέρονται κοινές ασκήσεις, καταπολέμηση της πειρατείας (π.χ. στον Κόλπο της Γουινέας), οι διάφορες «ειρηνευτικές αποστολές» του ΟΗΕ, ιδίως η MINUSMA στο Μάλι. Η Κίνα θα πρέπει επίσης, σημειώνεται, να ενθαρρυνθεί να παρέχει χρηματοδότηση και υποστήριξη στις δραστηριότητες ανάπτυξης υποδομών της περιφερειακής συμμαχίας «G5 Σαχέλ» (Μάλι, Μαυριτανία, Μπουρκίνα Φάσο, Τσαντ, Νίγηρας), όπου ιδιαίτερο στρατιωτικό ρόλο παίζει η Γαλλία.

Οποιαδήποτε κίνηση που εμβαθύνει ενεργά τη σινοευρωπαϊκή συνεργασία στην αφρικανική «ασφάλεια» - ειδικά σε πιο στρατιωτικές διαστάσεις - θα πρέπει να υπόκειται σε ευρωπαϊκές στρατηγικές αποφάσεις υψηλού επιπέδου, λαμβάνοντας υπόψη την ευρύτερη εικόνα των σχέσεων Ευρώπης - Κίνας, τους στόχους της Κίνας στην Αφρική και την παγκόσμια συμπεριφορά της, σημειώνει η έρευνα.

Οι προετοιμασίες για την αναβληθείσα Σύνοδο Κορυφής ΕΕ - Κίνας της Λειψίας, εάν και όποτε πραγματοποιηθεί, θεωρείται μια ευκαιρία για τέτοιες συζητήσεις.

Παράλληλα οι συγγραφείς προτείνουν να διατηρηθεί η ευρωπαϊκή επιρροή στα «ειρηνευτικά προγράμματα» του ΟΗΕ (UNPKO) και ιδίως τα ευρωπαϊκά μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ «πρέπει να προσέχουν τις προσπάθειες του Πεκίνου να αξιοποιήσει τις αυξανόμενες συνεισφορές του στην αφρικανική ασφάλεια και στα UNPKO για πολιτικό πλεονέκτημα».

Σε κάθε περίπτωση, δεδομένων της αυξανόμενης στρατιωτικής δραστηριότητας της Κίνας στην Αφρική και της ουσιαστικής επιρροής της στην ήπειρο, η ΕΕ είναι αναγκασμένη να επιδιώκει «ανταλλαγή απόψεων» με την Κίνα για πολιτικές και θέματα ασφάλειας και να την υπολογίζει όλο και περισσότερο...


Ε. Μ.



Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ