Παρασκευή 5 Γενάρη 2018
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ

Στο σημερινό 4σέλιδο «Διεθνή και Οικονομία» μπορείτε να διαβάσετε:

«ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΠΕΝΔΥΣΕΩΝ» - ΕΣΠΑ 2014 - 2020: Χρήμα «με ουρά» στο κεφάλαιο, η άλλη όψη της αντιλαϊκής πολιτικής

ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ: Στο «φουλ» οι μηχανές των ιδιωτικοποιήσεων

ΗΠΑ - ΚΙΝΑ: Δυναμώνει η αναμέτρησή τους στην Κεντρική Ασία. Πρώτη συνάντηση υπουργών Εξωτερικών Κίνας - Αφγανιστάν - Πακιστάν

ΣΟΥΔΑΝ: Στο επίκεντρο γεωπολιτικών διεργασιών και αναδιάταξης συμμαχιών

Πακτωλός κεφαλαίων για τους επιχειρηματικούς ομίλους

Για την τρέχουσα περίοδο 2014 - 2020, στο σύνολο των κρατών - μελών της ΕΕ, τα προς διάθεση κεφάλαια φτάνουν σε 454 δισ., από τα οποία περίπου 21 δισ. αναλογούν στην ελληνική οικονομία και τους επιχειρηματικούς ομίλους.

Βέβαια, η χρηματοδότηση των επιχειρηματικών ομίλων από την πλευρά της ΕΕ έρχεται να συμπληρωθεί από το εθνικό σκέλος του ΠΔΕ, που στην «άλλη πλευρά του» σημαίνει φοροληστεία και διάλυση των κονδυλίων που αφορούν στην κάλυψη ακόμη και στοιχειωδών αναγκών της λαϊκής οικογένειας.

Την ίδια ώρα, το «Ευρωπαϊκό Ταμείο Στρατηγικών Επενδύσεων» («πακέτο Γιούνκερ») συστάθηκε το 2015 από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή σε συμφωνία με την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων και ενισχύθηκε το 2016, με στόχο την προσέλκυση επενδύσεων ύψους 500 δισ. ευρώ συνολικά στην ΕΕ έως το 2020.

Το «πακέτο Γιούνκερ» παρέχει δάνεια αλλά και συμμετοχές σε κεφάλαια για λεγόμενες «στρατηγικές επενδύσεις», όπως σε υποδομές, Ενέργεια, καινοτομία. Οπως καταγράφεται στην πρόσφατη έκθεση της Τράπεζας της Ελλάδας για τη χρηματοδότηση επιχειρηματικών ομίλων που δραστηριοποιούνται στην Ελλάδα, έχουν εγκριθεί χρηματοδοτήσεις ύψους 1,5 δισ. ευρώ και, όπως εκτιμούν, θα «οδηγήσει σε επενδύσεις πάνω από 5 δισ.».

Σε κάθε περίπτωση, η προσέλκυση επενδυτών όχι μόνο δεν αναιρεί ούτε κατά κεραία την αντιλαϊκή πολιτική, αλλά αντίθετα έχει ως προϋπόθεση την ακατάπαυστη κλιμάκωσή της, όπως άλλωστε ήδη έχουν συμφωνήσει η κυβέρνηση με τους «θεσμούς» και για τα επόμενα χρόνια.

«ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΠΕΝΔΥΣΕΩΝ» - ΕΣΠΑ 2014 - 2020
Χρήμα «με ουρά» στο κεφάλαιο, η άλλη όψη της αντιλαϊκής πολιτικής

Eurokinissi

Το «Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων» (ΠΔΕ) του κρατικού προϋπολογισμού, το «Σύμφωνο Εταιρικής Σχέσης» 2014 - 2020 (όπως αποκαλείται το ΕΣΠΑ της τρέχουσας περιόδου), τα διάφορα «διαρθρωτικά ταμεία» της ΕΕ, σε συνδυασμό και με το λεγόμενο «επενδυτικό πακέτο Γιούνκερ», αλλά και μια σειρά από μηχανισμούς χρηματοδότησης και εγγυήσεων προς τους επιχειρηματικούς ομίλους, αποτελούν ορισμένα από τα βασικά εργαλεία στην προσπάθεια τόνωσης και προσέλκυσης νέων κερδοφόρων επενδύσεων στην ελληνική οικονομία.

Στη γραμμή αυτή συντάσσονται τα τμήματα του εγχώριου κεφαλαίου, τα κόμματα της αστικής διαχείρισης και τα αστικά επιτελεία και, όπως επαναλαμβάνεται και στο «συμπληρωματικό μνημόνιο» με την Ευρωζώνη, «η Ελλάδα χρειάζεται να οικοδομήσει πάνω στη συμφωνημένη στρατηγική ανάκαμψης (...) και να χρησιμοποιεί πλήρως όλους τους πόρους, συμπεριλαμβανομένων και αυτών που παρέχει η ΕΕ».

Η αλλαγή του «παραγωγικού μοντέλου»

Ο πακτωλός των πόρων κατευθύνεται ώστε να θωρακίσει την κερδοφορία των επιχειρηματικών ομίλων σε σειρά κλάδων που ιεραρχεί το κεφάλαιο (η περιβόητη «αλλαγή του παραγωγικού μοντέλου»), ενώ σε αυτό το φόντο, καλύτερος κράχτης των επενδυτών είναι η εφαρμοζόμενη αντιλαϊκή πολιτική και τα διαδοχικά μέτρα. Σύμφωνα με παλαιότερη έκθεση από την Τράπεζα της Ελλάδας, «στην παρούσα συγκυρία, οι Αμεσες Ξένες Επενδύσεις (ΑΞΕ) με κίνητρο τις εξαγωγές δύνανται να αποτελέσουν ένα γρήγορο και αποτελεσματικό μέσο για την αναδιάρθρωση του παραγωγικού προτύπου, την αλλαγή της επιχειρηματικής και εργασιακής νοοτροπίας, την αύξηση της παραγωγικότητας και την ενίσχυση της εξωστρέφειας».

Η στρατηγικού χαρακτήρα κατεύθυνση αφορά στην «παραγωγή διεθνώς εμπορεύσιμων αγαθών και υπηρεσιών», δηλαδή παραγωγή εμπορευμάτων και υπηρεσιών που με όρους «ανταγωνιστικότητας» θα προσβλέπουν στις διεθνείς αγορές. Σε κάθε περίπτωση, δεν πρόκειται για ανάπτυξη που θα ικανοποιεί λαϊκές ανάγκες, αλλά τη μεγαλύτερη δυνατή κερδοφορία του κεφαλαίου, που έχει βέβαια ως όρο την ένταση της εκμετάλλευσης.

Στο ίδιο μήκος κύματος, ο όμιλος της Alpha Bank, σε έκθεση που δημοσιοποίησε τις προάλλες αναφορικά με τις «προκλήσεις» του 2018, αναφέρει και την «ολοκλήρωση της απελευθέρωσης των αγορών, ιδιαίτερα της Ενέργειας και της ύδρευσης, σε συνδυασμό με την επιτάχυνση της απορροφητικότητας των διαθεσίμων κοινοτικών κονδυλίων, καθώς και την περαιτέρω αξιοποίηση πόρων χρηματοδοτικών οργανισμών, όπως η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων». Οπως λένε, «οι πόροι αυτοί αναμένεται να ενισχύσουν τη ρευστότητα και την αξιοπιστία στην προσπάθεια μετασχηματισμού του παραγωγικού μοντέλου της χώρας».

Το «Σύμφωνο Εταιρικής Σχέσης»

Το γενικό πλαίσιο του νέου ΕΣΠΑ («Σύμφωνο Εταιρικής Σχέσης») θέτει ως κεντρική προτεραιότητα την επίτευξη των στόχων της στρατηγικής «Ευρώπη 2020». Παράλληλα, έχουν ενσωματωθεί και οι σχεδιασμοί του αποκαλούμενου «εθνικού αναπτυξιακού προτύπου», οι προτεραιότητες που συνδέονται με τους «επιλέξιμους» προς ενίσχυση ανταγωνιστικούς κλάδους της οικονομίας και της παραγωγής για μεγαλύτερο κέρδος και όχι βέβαια για την κάλυψη των λαϊκών αναγκών. Σε αυτό το πλαίσιο, «επιλεξιμότητα» για τα υπό ένταξη έργα σημαίνει ότι ο προβλεπόμενος πακτωλός των διακρατικών και κρατικών ενισχύσεων θα διοχετευτεί σε ισχυρούς επιχειρηματικούς ομίλους, προκειμένου να τονωθούν οι ιδιωτικές επενδύσεις, καθώς επίσης και για την εκτέλεση δημόσιων έργων και υποδομών αναγκαίων για τα σχέδια των εγχώριων μονοπωλίων. Ελάχιστα είναι τα ποσά που προβλέπονται για την κάλυψη στοιχειωδών λαϊκών αναγκών και αυτά αφορούν κατά κύριο λόγο τη διαχείριση των φαινομένων της ακραίας φτώχειας.

Πέρα από την «επιλεξιμότητα», το νέο ΕΣΠΑ περιλαμβάνει, για πρώτη φορά, και την αποκαλούμενη ρήτρα της «αιρεσιμότητας», κατά την ορολογία της ΕΕ. Αυτό σημαίνει ότι οι εκταμιεύσεις για την εκτέλεση των έργων, επί της ουσίας, έχουν ως όρο και προϋπόθεση τη «συμμόρφωση» όλων ανεξαιρέτως των κρατών - μελών με τις υποδείξεις της Κομισιόν, στο πλαίσιο των μέτρων της «ενισχυμένης δημοσιονομικής εποπτείας».

Σε αυτό το πλαίσιο, μεταξύ άλλων, προβλέπονται:

  • Η αναστολή ή και η ακύρωση της χρηματοδότησης σε περιπτώσεις αποκλίσεων από τους αντιλαϊκούς στόχους.
  • Επιπλέον, για τα κράτη που είναι ενταγμένα σε «μηχανισμούς στήριξης», όπως η Ελλάδα, υπάρχει και η δυνατότητα άμεσης συμμετοχής της Κομισιόν στη διαχείριση των προγραμμάτων, χωρίς να έχει προηγηθεί η συγκατάθεση της κυβέρνησης.
«Ευέλικτο» ΠΔΕ στις προδιαγραφές των επενδυτών

Την ίδια ώρα, η «υποεκτέλεση» του ΠΔΕ στον περσινό κρατικό προϋπολογισμό, τα κεφάλαια δηλαδή που για διάφορους λόγους παρέμειναν αδιάθετα, ήρθε να κεντρίσει τα αντιλαϊκά ανακλαστικά, με κεντρικό ζητούμενο την ταχύτερη απορρόφηση και διοχέτευση των κρατικών κεφαλαίων προς τους επιχειρηματικούς ομίλους. Σύμφωνα με τον αναπληρωτή υπουργό Οικονομίας, Αλ. Χαρίτση, το ισχύον πλαίσιο είναι «απαρχαιωμένο», με αποτέλεσμα να προκύπτουν σημαντικές «αγκυλώσεις» στην εκτέλεση του προγράμματος, ενώ οι επερχόμενες αλλαγές θα προσδώσουν «μεγαλύτερη ευελιξία» στο ΠΔΕ.

Μεταξύ άλλων, δρομολογούνται παρεμβάσεις όπως η δυνατότητα επέκτασης των πληρωμών προς τους επιχειρηματικούς ομίλους σε ορίζοντα τριετίας, με στόχο τον καλύτερο σχεδιασμό των επενδύσεων, η δημιουργία κεντρικού μηχανισμού ελέγχου, η απευθείας χρηματοδότηση δήμων (χωρίς τη διαμεσολάβηση των Περιφερειών) κ.ά. Να σημειωθεί ότι τα κεφάλαια που διοχετεύτηκαν μέσω του ΠΔΕ για το 2017 εμφανίζονται σε περίπου 6,2 δισ. ευρώ, χαμηλότερα κατά περίπου 500 εκατ. σε σχέση με το στόχο που είχε τεθεί για την ίδια χρονιά.

Σε κάθε περίπτωση, η «υποεκτέλεση» του ΠΔΕ και του όποιου βαθμού «απορροφητικότητας» σχετίζεται με την αποκατάσταση του «κατάλληλου» επενδυτικού περιβάλλοντος, την άρση της «επιχειρηματικής αβεβαιότητας», όπως λένε, δηλαδή με την αποκατάσταση των επιχειρηματικών προσδοκιών για έναν κύκλο διευρυμένης κερδοφορίας και σχετικά γρήγορης απόσβεσης των κεφαλαίων που έχουν επενδυθεί, σε συνδυασμό βέβαια με τα περιθώρια κερδοφορίας που εντοπίζονται σε άλλες ανταγωνιστικές οικονομίες.

Για το 2018, οι δαπάνες από το ΠΔΕ, που θα μοιραστούν σε επιχειρηματικούς ομίλους, διαμορφώνονται σε 6,75 δισ., από τα οποία το 1 δισ. ευρώ προέρχεται από τα έσοδα του κρατικού προϋπολογισμού (φόρους και χαράτσια που φορτώνονται στις λαϊκές πλάτες) και 5,75 δισ. από τα κονδύλια στήριξης (ΕΣΠΑ κ.ά.) που προωθεί η ΕΕ.

Οπως προκύπτει, τα ποσά που θα δοθούν απευθείας σε επιχειρηματικούς ομίλους φτάνουν στο 3,65% του ΑΕΠ. Μάλιστα, στην εισηγητική έκθεση καταγράφονται και οι κυβερνητικές προτεραιότητες, με βασικό στόχο την ταχεία και πλήρη ενεργοποίηση των πόρων του ΕΣΠΑ 2014 - 2020, αλλά και την ολοκλήρωση όλων των ημιτελών έργων της προηγούμενης προγραμματικής περιόδου 2007 - 2013.

Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι για το 2019, την ίδια ώρα που θα ξεκινάει ο νέος κύκλος κατακρεούργησης των συντάξεων, θα απογειωθούν και τα κονδύλια του κρατικού προϋπολογισμού για το ΠΔΕ κατά 250 εκατ. ευρώ, σύμφωνα με το «Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο». Θυμίζουμε ότι η νομοθετική ρύθμιση για το δημοσιονομικό «κόφτη» εξαιρεί ρητά και κατηγορηματικά τις δαπάνες του ΠΔΕ, το οποίο αποτελεί ένα ακόμη εργαλείο αποφασιστικής στήριξης των μονοπωλίων.


Α. Σ.

ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ
Στο «φουλ» οι μηχανές των ιδιωτικοποιήσεων

Με τις μηχανές στο «φουλ», προχωρά η συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ τις ιδιωτικοποιήσεις από το χώρο της Ενέργειας και των υποδομών μεταφορών, μέχρι τουριστικά ακίνητα και μεγάλες εκτάσεις. Πρόκειται για βασικό στοιχείο της στρατηγικής για την ανάκαμψη του κεφαλαίου, με στόχο το άνοιγμα νέων κερδοφόρων πεδίων και την προσέλκυση κεφαλαίων σε κλάδους που ιεραρχεί το κεφάλαιο και παίζουν κομβικό ρόλο στο «όραμά» του για μετατροπή της χώρας σε «κόμβο» Ενέργειας και εμπορευμάτων.

Ο κρατικός προϋπολογισμός του 2018 θέτει ως στόχο εσόδων από ιδιωτικοποιήσεις εντός του έτους τα 2,74 δισ. ευρώ, που για να επιτευχθεί, θα πρέπει να εκτελείται περίπου μια ιδιωτικοποίηση κάθε μήνα. Αμεσα και σύμφωνα με τον προγραμματισμό του ΤΑΙΠΕΔ θα προχωρήσουν οι διαγωνισμοί για τις μαρίνες Αλίμου και Χίου, για την παραχώρηση της Εγνατίας Οδού, η πώληση του 66% του ΔΕΣΦΑ και ακολουθούν οι αποκρατικοποιήσεις του 30% που κατέχει το Δημόσιο στο Διεθνή Αερολιμένα Αθηνών, του 35% των ΕΛΠΕ, του 65% της ΔΕΠΑ, αλλά και του εναπομείναντος ποσοστού 5% στον ΟΤΕ.

Η «ραχοκοκαλιά» των Μεταφορών

Σε ό,τι αφορά τις Μεταφορές και τις σχετικές υποδομές ξεχωρίζουν:

Ο Διεθνής Αερολιμένας Αθηνών (ΔΑΑ), που είναι ένα σημαντικό «φιλέτο» με τεράστια έσοδα κάθε χρόνο και θα βγει στο «σφυρί» εντός του έτους. Τον περασμένο Οκτώβρη υπογράφηκε η 20ετής επέκταση της σύμβασης - η τρέχουσα έληγε το 2026 - του ελληνικού Δημοσίου με την εταιρεία διαχείρισης του αεροδρομίου, το 40% της οποίας ανήκει σε καναδικών συμφερόντων επενδυτικό ταμείο και το 5% στον όμιλο Κοπελούζου, έναντι 600 εκατ. ευρώ. Τον ερχόμενο Μάρτη αναμένεται να ξεκινήσει ο διαγωνισμός για την πώληση του 30% των μετοχών της εταιρείας που έχει περάσει στο χαρτοφυλάκιο του ΤΑΙΠΕΔ, με το Δημόσιο να κρατά το μειοψηφικό 25% στη μετοχική σύνθεση της εταιρείας διαχείρισης. Η ιδιωτικοποίηση αυτή έρχεται να προστεθεί στην πώληση από την προηγούμενη κυβέρνηση - η ολοκλήρωση της διαδικασίας έγινε με... πόνο καρδιάς από τη συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ/ΑΝΕΛ - των 14 περιφερειακών και πιο εμπορικών αεροδρομίων στη γερμανική «Fraport».

Εντός του Γενάρη και συγκεκριμένα μέχρι τις 26 του μήνα, θα έχει ολοκληρωθεί η πρώτη φάση εκδήλωσης ενδιαφέροντος για τη σύμβαση παραχώρησης της Εγνατίας Οδού και των τριών κάθετων οδικών αξόνων που την συνδέουν με Αλβανία, ΠΓΔΜ και Βουλγαρία για 40 χρόνια και εντός 30 ημερών θα έχουν επίσης υποβληθεί δεσμευτικές προσφορές.

Τη χρονιά που πέρασε, υπογράφηκε η σύμβαση για την πώληση του 67% των μετοχών του Οργανισμού Λιμένος Θεσσαλονίκης (ΟΛΘ) στην κοινοπραξία «South Europe Gateway Thessaloniki (SEGT)» και τις επόμενες μέρες αναμένεται να υποβληθεί προς έγκριση στην Επιτροπή Ανταγωνισμού, ώστε να κυρωθεί αμέσως μετά από τη Βουλή και να έχει ολοκληρωθεί η διαδικασία μέσα στο πρώτο τρίμηνο του 2018. Στην κοινοπραξία που εξαγόρασε τον ΟΛΘ συμμετέχουν η γαλλική εταιρεία διαχείρισης λιμένων «Terminal Link» με 33%, το γερμανικό επενδυτικό ταμείο «Deutsche Invest Equity Partners» με 45% και με το υπόλοιπο ποσοστό εταιρεία συμφερόντων Ιβάν Σαββίδη.

Πρόκειται για το δεύτερο μεγαλύτερο λιμάνι της χώρας που πωλείται, μετά από το λιμάνι του Πειραιά στους Κινέζους, και σύμφωνα με όσα έχουν ανακοινωθεί, δεν θα είναι το τελευταίο. Στο ΤΑΙΠΕΔ έχει περιέλθει η κυριότητα των εταιρειών που διαχειρίζονται τα λιμάνια Βόλου, Ραφήνας, Ηγουμενίτσας, Πάτρας, Αλεξανδρούπολης, Ηρακλείου, Ελευσίνας, Λαυρίου, Κέρκυρας και Καβάλας. Πιο άμεσες αναμένονται να είναι οι εξελίξεις για το λιμάνι της Αλεξανδρούπολης, το οποίο εμπλέκεται στους ευρύτερους σχεδιασμούς στην περιοχή που αφορούν την Ενέργεια και τις εμπορευματικές μεταφορές, με τις ΗΠΑ να εκδηλώνουν με κάθε αφορμή το «θερμό» ενδιαφέρον τους.

Παράλληλα, προωθείται και η ιδιωτικοποίηση μαρίνων τουριστικού ενδιαφέροντος. Σε αυτό το πλαίσιο, ως «πρώτο πιάτο», η 18η Γενάρη έχει οριστεί ως καταληκτική ημερομηνία για την εκδήλωση ενδιαφέροντος για τη μαρίνα Χίου και η 31η Γενάρη αντίστοιχα για τη μαρίνα Αλίμου. Ειδικά για τη μαρίνα Αλίμου, αξίζει να σημειώσουμε ότι πρόκειται για τη μεγαλύτερη εγκατάσταση αυτού του είδους στην Ελλάδα και μια από τις μεγαλύτερες της Ανατολικής Μεσογείου, η οποία διαθέτει 1.100 θέσεις ελλιμενισμού, χερσαία έκταση 210 στρέμματα, κτίρια διαφόρων κατηγοριών και ηλικιών, ενώ η σύμβαση παραχώρησης προβλέπει και την κατασκευή και άλλων τουριστικών εγκαταστάσεων, όπως ξενοδοχείο, χώρους εστίασης κ.ά. Γι' αυτό άλλωστε έχουν ξεκινήσει οι διαδικασίες για την αλλαγή του χωροταξικού πλαισίου της εγκατάστασης, ώστε να «διευκολυνθεί» ο νέος ιδιώτης - επενδυτής.

Είναι «πολλά τα λεφτά» στην Ενέργεια...

Από τον τομέα της Ενέργειας αναμένονται επίσης σοβαρές εξελίξεις τους επόμενους μήνες.

Ετσι, το Φλεβάρη αναμένεται η κατάθεση δεσμευτικών προσφορών για το 66% του ΔΕΣΦΑ από τα δύο επενδυτικά σχήματα που έχουν περάσει στη δεύτερη φάση του διαγωνισμού, την κοινοπραξία των εταιρειών «Snam» (Ιταλία), «Enagas» (Ισπανία), «Fluxys» (Βέλγιο) και «Nederlandse Gasunie» (Ολλανδία) και την ισπανική «Regasificadora del Noroeste». Πρόκειται για μια ιδιωτικοποίηση όπου υπήρξε έντονο παρασκήνιο τα προηγούμενα χρόνια, με επίσημη παρέμβαση της Κομισιόν και «ανεπίσημη» των ΗΠΑ, και τελικά «ναυάγιο» της προηγούμενης συμφωνίας που είχε προωθήσει η συγκυβέρνηση ΝΔ - ΠΑΣΟΚ για πώληση της στρατηγικής σημασίας επιχείρησης στους Αζέρους. Σύμφωνα με το χρονοδιάγραμμα, η διαδικασία θα πρέπει να έχει ολοκληρωθεί μέχρι τον Ιούνη του 2018, περνώντας έτσι, όπως όλα δείχνουν, σε ευρωπαϊκές εταιρείες που εμπλέκονται μάλιστα στη διαχείριση του αγωγού φυσικού αερίου ΤΑΡ.

Το 35% των ΕΛΠΕ προβλέπεται επίσης να πωληθεί και το Μάρτη αναμένεται να ξεκινήσει ο σχετικός διαγωνισμός. Στα ΕΛΠΕ σήμερα ο πλειοψηφικός μέτοχος είναι η εταιρεία «Paneuropean» του ομίλου Λάτση, που ελέγχει το 45,47% και βάσει της ισχύουσας συμφωνίας έχει το δικαίωμα «πρώτης προσφοράς» σε περίπτωση που το Δημόσιο επιθυμούσε να πωλήσει το δικό του ποσοστό. Τα ΕΛΠΕ έχουν τεράστια δραστηριότητα στον τομέα της διύλισης πετρελαιοειδών και διαθέτουν τα τρία από τα τέσσερα διυλιστήρια που λειτουργούν στην Ελλάδα, κατέχοντας μερίδιο περίπου 65% της ελληνικής αγοράς στον τομέα του χονδρικού εμπορίου πετρελαιοειδών. Το 60% των πωλήσεων κατευθύνεται σε ξένες αγορές, έχουν δραστηριότητα στην εγχώρια λιανική μέσω δικτύου περίπου 1.700 πρατηρίων, διαθέτουν σημαντική παρουσία στις αγορές των Βαλκανίων, ενώ δραστηριοποιούνται και στην παραγωγή και εμπορία ηλεκτρικής ενέργειας σε συνεργασία με την ιταλική «Edison». Ο όμιλος δραστηριοποιείται και στον τομέα έρευνας και παραγωγής υδρογονανθράκων και πρόσφατα σε συνεργασία με την αμερικανική «ΕxxonΜobil» και τη γαλλική «Total», «στοχεύει» σε έρευνες στις θαλάσσιες περιοχές σε Ιόνιο και νότια της Κρήτης.

Η διαδικασία πώλησης του 65% της Δημόσιας Επιχείρησης Αερίου θα ξεκινήσει επίσης το Μάρτη, εταιρείας που κατέχει σχεδόν το 90% της εγχώριας αγοράς φυσικού αερίου, ενώ ο ΔΕΣΦΑ είναι 100% θυγατρική της. Παράλληλα, μέχρι τον Ιούνη προβλέπεται να έχει προκηρυχθεί ο διαγωνισμός για την πώληση του 17% της ΔΕΗ, ενώ στο μεταξύ θα πρέπει να έχει ολοκληρωθεί και το «market test» για την πώληση των λιγνιτικών μονάδων σε Μεγαλόπολη και Φλώρινα.

Τέλος, το Μάρτη θα γίνει η έναρξη του διαγωνισμού για την πώληση του τελευταίου 5% των μετοχών που διατηρεί ακόμη το Δημόσιο στον ΟΤΕ, ενώ αξίζει επίσης να σημειώσουμε την ολοκλήρωση κάθε εκκρεμότητας για την έναρξη του έργου στο Ελληνικό μέχρι τον Ιούνη.

Ολα τα παραπάνω αποτελούν βεβαίως μόνο τα όσα έχουν επίσημα ανακοινωθεί και αφορούν την επίσημη έναρξη της διαγωνιστικής διαδικασίας. Στο μεταξύ, βέβαια, δεν πρέπει να παραλείψουμε ότι το σύνολο σχεδόν των εταιρειών που το δημόσιο συμμετέχει ως κύριος μέτοχος στη μετοχική τους σύνθεση έχει περιέλθει στο νέο «υπερταμείο» ιδιωτικοποιήσεων.

Μεταξύ των δημόσιων επιχειρήσεων που διαχειρίζεται το «υπερταμείο» είναι η ΕΥΔΑΠ και η ΕΥΑΘ, τα ΕΛΤΑ, ο ΟΑΣΑ και η «Αττικό Μετρό», ο ΟΣΕ, η ΕΛΒΟ, η Διώρυγα της Κορίνθου, το ΟΑΚΑ, η Διεθνής Εκθεση Θεσσαλονίκης, τα υπόλοιπα 35 περιφερειακά αεροδρόμια κ.ά. Παράλληλα, στο «υπερταμείο» έχει περάσει και η Εταιρεία Ακινήτων Δημοσίου, η οποία διαχειρίζεται ένα χαρτοφυλάκιο ακινήτων που περιλαμβάνει πάνω από 277 τουριστικά ακίνητα, μεταξύ των οποίων χιονοδρομικά κέντρα, μουσεία, σπήλαια και ιαματικές πηγές, 12 Ολυμπιακά Ακίνητα αλλά και 71.000 τίτλους ιδιοκτησίας άλλων ακινήτων κάθε είδους.


Φ. Κ.

ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΑΣΙΑ
Η αναμέτρηση ΗΠΑ - Κίνας θα δυναμώσει

Με πρωτοβουλία του Πεκίνου, πραγματοποιήθηκε η πρώτη συνάντηση υπουργών Εξωτερικών Κίνας - Αφγανιστάν - Πακιστάν

Στιγμιότυπο από την 1η συνάντηση των ΥΠΕΞ Αφγανιστάν - Κίνας - Πακιστάν

Copyright 2017 The Associated

Στιγμιότυπο από την 1η συνάντηση των ΥΠΕΞ Αφγανιστάν - Κίνας - Πακιστάν
Την περασμένη βδομάδα, ο αντιπρόεδρος των ΗΠΑ, Μάικ Πενς, έκανε μια αιφνιδιαστική επίσκεψη στο Αφγανιστάν και από τη στρατιωτική βάση «Μπάγκραμ» σημείωσε ότι «οι Ηνωμένες Πολιτείες θα παραμείνουν δεσμευμένες στο Αφγανιστάν μέχρι να εξοντώσουμε την τρομοκρατική απειλή για την πατρίδα και το λαό μας, μια για πάντα». Δεκαεπτά χρόνια μετά την ιμπεριαλιστική επέμβαση του 2001, στην οποία πρωτοστάτησαν για να διασφαλίσουν τη θέση τους σε μια περιοχή - κρίσιμο σταυροδρόμι για πολλούς ενεργειακούς και εμπορικούς διαδρόμους, οι ΗΠΑ ξεκαθαρίζουν ότι δεν πρόκειται να εγκαταλείψουν περιοχές σημαντικές για τις συνολικότερες ισορροπίες στη διεθνή σκακιέρα (μην ξεχνάμε, άλλωστε, ότι η Κεντρική Ασία είναι η «πίσω αυλή» και της Ρωσίας και της Κίνας).

Η ανησυχία του αμερικανικού ιμπεριαλισμού μεγαλώνει, καθώς, τον τελευταίο χρόνο, διευρύνονται οι διεργασίες για την «αντιμετώπιση της τρομοκρατίας» στο Αφγανιστάν και όλη την Κεντρική Ασία - όπου καθόλου τυχαία δυναμώνει η δράση του «Ισλαμικού Κράτους» - στο όνομα γενικά της «υπεράσπισης της σταθερότητας» και της «ασφάλειας» όλης της περιφέρειας. Πλέον, δυνάμεις όπως η Κίνα αλλά και η Ρωσία διεκδικούν όλο και ενεργότερο ρόλο στον «αντιτρομοκρατικό αγώνα», εκφράζοντας προθυμία να αναλάβουν και ρόλο μεσολαβητή μεταξύ της αφγανικής κυβέρνησης και των «Ταλιμπάν». Φυσικά, τέτοιες πρωτοβουλίες προχωρούν παράλληλα και με σχεδιασμούς ισχυρών μονοπωλιακών ομίλων. Είναι χαρακτηριστικό ότι η Κίνα ιεραρχεί το Αφγανιστάν και όλη την Κεντρική Ασία για την επιτυχία των νέων «Δρόμων του Μεταξιού» («One Belt One Road» - OBOR). Σε αυτό το πλαίσιο, με πρωτοβουλία του υπουργείου Εξωτερικών (ΥΠΕΞ) της Κίνας, έγινε στις 26 Δεκέμβρη η 1η συνάντηση ΥΠΕΞ Κίνας - Αφγανιστάν - Πακιστάν.

Η ίδια η συνύπαρξη Αφγανιστάν και Πακιστάν σε ένα τραπέζι τριμερούς διαλόγου είναι ενδεικτική ανακατατάξεων που πιθανώς «ψήνονται», αν αναλογιστεί κανείς ότι οι δύο αυτές χώρες μέχρι και μερικά χρόνια πριν αντάλλασσαν βαριές κατηγορίες για τη στήριξη τρομοκρατικών οργανώσεων. Αυτήν τη φορά βρέθηκαν συνομιλητές, με την πρωταγωνιστική συμβολή της Κίνας, που, ολοφάνερα, αναζητά δικά της στέρεα πατήματα, στο πλαίσιο μιας ευρύτερης προσπάθειας, όχι μόνο να διασφαλίσει ισχυρή παρουσία στην Κεντρική Ασία, αλλά και «άνετα» περάσματα προς ζώνες κρίσιμης γεωστρατηγικής σημασίας, όπως ο Περσικός Κόλπος, η Μέση Ανατολή, αλλά και η Αφρική.

Με όχημα την «υπεράσπιση της σταθερότητας»

Στο ρεπορτάζ του για την πρώτη τέτοια τριμερή συνάντηση, το αμερικανικό πρακτορείο «Ρόιτερς» εστίασε στις επισημάνσεις που έκανε ο Κινέζος ΥΠΕΞ, Γουάνγκ Γι, κατά την κοινή συνέντευξη Τύπου μετά τις επίσημες συνομιλίες, για την πρόθεση Πεκίνου και Ισλαμαμπάντ να συμπεριληφθεί η Καμπούλ στον «Οικονομικό Διάδρομο Κίνας - Πακιστάν» (CPEC), ένα σχέδιο του οποίου η αξία εκτιμάται στα 57 δισεκατομμύρια δολάρια, τουλάχιστον. Ο συγκεκριμένος «Διάδρομος» αποτελεί μέρος της OBOR και μπορεί να επιταχύνει το άνοιγμα των Κινέζων σε παλιές και νέες αγορές, μέσα και από παρεμβάσεις με καίρια έργα, όπως για παράδειγμα η δραστική αναβάθμιση του λιμανιού στην Γκουαντάρ (νοτιοδυτικό Πακιστάν), με τη μετατροπή του σε διαμετακομιστικό κόμβο μοναδικής αξίας για την περιοχή που εκτείνεται από την Αραβική θάλασσα μέχρι τον Κόλπο της Βεγγάλης, μια ζώνη δηλαδή κρίσιμη για την πρόσβαση στις ανερχόμενες αγορές του Ειρηνικού (Ν/Α Ασία κ.τ.λ.), αλλά και για τη σύνδεση με τους μεγάλους ενεργειακούς προμηθευτές της Μέσης Ανατολής.

Οπως υποστήριξε λοιπόν ο Γι, «η Κίνα και το Πακιστάν επιθυμούν να εξετάσουν μαζί με το Αφγανιστάν, στη βάση του αμοιβαίου οφέλους, κοινά επωφελείς αρχές, χρησιμοποιώντας κατάλληλα μέσα για να επεκτείνουν τον "Οικοδομικό Διάδρομο Κίνας - Πακιστάν" στο Αφγανιστάν».

Ενδεικτική είναι και η ανακοίνωση που εξέδωσε το κινεζικό υπουργείο Εξωτερικών για την ολοκλήρωση της πρώτης τριμερούς υπουργικής συνάντησης. Μιλώντας για «κρίσιμη φάση μετάβασης» στην οποία βρίσκεται το Αφγανιστάν και για «βαριές ευθύνες για την πολιτική συμφιλίωση και την οικονομική ανοικοδόμηση» που υπάρχουν, το υπουργείο προσθέτει ότι και «το Πακιστάν μπήκε σε ένα κρίσιμο στάδιο για τη διαφύλαξη της σταθερότητας και την περαιτέρω προώθηση της ανάπτυξης, που απαιτεί ένα "ηχηρό" εξωτερικό περιβάλλον» και χωρίς περιστροφές ξεκαθαρίζει ότι επιδιώκει να αξιοποιήσει τις δύο ασιατικές χώρες ως μοχλούς αλλαγής ευρύτερων συσχετισμών: «Η Κίνα προωθεί ενεργά την κατασκευή των δρόμων "Belt and Road" (ΟΒΟR). Θεωρώντας το Αφγανιστάν και το Πακιστάν ως σημαντικούς εταίρους, η Κίνα επιθυμεί να κάνει θετικές προσπάθειες για τη σταθερότητα, την ασφάλεια και την ανάπτυξη του Αφγανιστάν και του Πακιστάν, όπως και (όλης) της περιοχής». Ενώ ιεραρχώντας τους στόχους της αναδυόμενης αυτής τριμερούς συνεργασίας, το κινεζικό ΥΠΕΞ ξεχωρίζει μεταξύ άλλων και την «ενίσχυση της τριμερούς συνεργασίας σε ζητήματα ασφάλειας, για την από κοινού αντιμετώπιση της τρομοκρατίας, κάθε μορφής».

Χαρακτηριστικές είναι όμως και αρκετές επισημάνσεις από την Κοινή Δήλωση που εκδόθηκε με τις υπογραφές και των τριών ΥΠΕΞ, μετά τη συνάντηση στο Πεκίνο: «Οι τρεις πλευρές συμφώνησαν να αναπτύξουν τριμερή οικονομική συνεργασία αμοιβαίου οφέλους, με μια αυξητική προσέγγιση, ξεκινώντας από ευκολότερες πρωτοβουλίες και με κατεύθυνση τις πιο δύσκολες... Επανέλαβαν τη σθεναρή τους απόφαση να αντιπαλέψουν την απειλή της τρομοκρατίας (...) την ισχυρή τους απόφαση να μην επιτρέψουν σε οποιαδήποτε χώρα, οργάνωση ή άλλον να χρησιμοποιήσουν τις επικράτειές τους για τρομοκρατικές ενέργειες ενάντια σε άλλες χώρες...». Ειδικά, για την «ειρηνευτική διαδικασία» στο Αφγανιστάν, εκφράστηκε προσήλωση στη σημασία η «διευθέτηση» της σύγκρουσης να είναι «αφγανικής προέλευσης» (και όχι «ξένης», όπως αμερικανικής).

«Κανάλια» στρατιωτικής συνεργασίας

Από τη μεριά του, ο Πακιστανός ΥΠΕΞ Κχαγουάζα Ασίφ επέλεξε να χαρακτηρίσει το Πακιστάν και την Κίνα «σιδερένια αδέλφια», ενώ δίνοντας και άλλες προεκτάσεις στη συνάντηση, είπε ότι η πετυχημένη εφαρμογή του CPEC «θα εξυπηρετήσει ως μοντέλο για την ενίσχυση της συνδεσιμότητας και της συνεργασίας μέσω παρόμοιων σχεδίων με γειτονικές χώρες, συμπεριλαμβανομένων του Αφγανιστάν, του Ιράν και (χωρών) της Κεντρικής και της Δυτικής Ασίας».

Ενώ ο Αφγανός ΥΠΕΞ, Σαλαχουντίν Ραμπανί, περιέγραψε ως «βασική προτεραιότητα» της χώρας του τη συνεργασία με την Κίνα σε ζητήματα ασφάλειας και αντιτρομοκρατικής δράσης και εξέφρασε την ευγνωμοσύνη της Καμπούλ για τις συνεχιζόμενες προσπάθειες του Πεκίνου σχετικά με την οικοδόμηση εμπιστοσύνης ανάμεσα σε Αφγανιστάν και Πακιστάν. Να σημειωθεί, εξάλλου, ότι με στόχο την ενίσχυση και τη συνεργασία σε ζητήματα ασφάλειας, την Τετάρτη 27 Δεκέμβρη έγινε στο Πεκίνο και συνάντηση του Αφγανού υπουργού Αμυνας, Ταρίκ Σχαχ Μπαχραμί, και του αντιπροέδρου της Κεντρικής Στρατιωτικής Επιτροπής της Κίνας, Σου Κιλιάνγκ. Εκεί, ο Σου τόνισε ότι η χώρα του θα στηρίξει την υπεράσπιση της κυριαρχίας, της ανεξαρτησίας, αλλά και της εδαφικής ακεραιότητας του Αφγανιστάν, ενώ ο Μπαχραμί διαμήνυσε ότι η χώρα του επιθυμεί τη συνεργασία με την Κίνα σε διάφορα πεδία.

«Τριβές» μεταξύ ΗΠΑ - Πακιστάν

Σε αυτό το σημείο, χρειάζεται να σημειωθεί ότι η προσπάθεια της Κίνας να φέρει πιο κοντά Πακιστάν και Αφγανιστάν δυναμώνει, σε μία περίοδο που πυκνώνουν τα «σύννεφα» στις σχέσεις του Πακιστάν με τις ΗΠΑ, που μέχρι πριν μερικά χρόνια θεωρούνταν «παραδοσιακός» τους σύμμαχος. Είναι χαρακτηριστικό ότι το περασμένο Σαββατοκύριακο, ο Αμερικανός Πρόεδρος, Ντόναλντ Τραμπ, δήλωσε ότι οι ΗΠΑ «βλακωδώς έδωσαν 33 δισεκατομμύρια δολάρια βοήθεια στο Πακιστάν τα τελευταία 15 χρόνια και εκείνοι δεν μας έδωσαν τίποτα σε αντάλλαγμα, παρά μόνο ψέματα και απάτη...». Ενώ και ο Πενς, κατά την πρόσφατη επίσκεψή του στο Αφγανιστάν, σχολίασε ότι «το Πακιστάν είχε να κερδίσει πολλά από τη συνεργασία με τις ΗΠΑ και πολλά να χάσει από την περίθαλψη εγκληματιών και τρομοκρατών...».

Η αντίδραση του Ισλαμαμπάντ ήταν έντονη, με το υπουργείο Εξωτερικών να καλεί για επίσημη διαμαρτυρία τον Αμερικανό πρέσβη στη χώρα και να επισημαίνει ότι για την αντιμετώπιση της κατάστασης στο Αφγανιστάν μόνο οι γειτονικές χώρες μπορούν να βρουν μια ειρηνική λύση για την περιφερειακή ειρήνη και ασφάλεια. Ακόμα, ο υπουργός Αμυνας Χουράμ Νταστγκίρ-Χαν υποστήριξε πως η χώρα του «παρείχε δωρεάν πρόσβαση στις ΗΠΑ στον εναέριο και χερσαίο χώρο της, στρατιωτικές βάσεις και συνεργασία στον τομέα των πληροφοριών, που οδήγησε στον αποδεκατισμό της Αλ Κάιντα εδώ και 16 χρόνια, αλλά εκείνοι (οι Αμερικανοί) δεν μας έδωσαν τίποτα σε αντάλλαγμα, παρά μόνο ύβρεις και δυσπιστία».

Οπως και να έχουν τα πράγματα, είναι καθαρό πως το Αφγανιστάν και η γύρω «γειτονιά» παραμένουν πεδίο εκδήλωσης σφοδρών ιμπεριαλιστικών ανταγωνισμών, εν μέσω ευρύτερων διεθνών ανακατατάξεων.

Στην εξαμηνιαία έκθεση για το Αφγανιστάν, που συντάσσει το Πεντάγωνο για το αμερικανικό Κογκρέσο, εντοπίζονται «τα χαμηλά, αλλά αυξανόμενα επίπεδα της στρατιωτικής, οικονομικής και πολιτικής ανάμειξης της Κίνας (στο Αφγανιστάν)», όπως και «η αυξανόμενη επιθυμία της Κίνας να προστατεύσει τα περιφερειακά της οικονομικά συμφέροντα».

Η κλιμάκωση των ανταγωνισμών είναι σίγουρη, λοιπόν, ενταγμένη στο ευρύτερο πλαίσιο αναμετρήσεων που «καίνε» τους λαούς, από όποια μεριά κι αν τις προσεγγίσει κανείς. Γι' αυτό και από την πλευρά των λαϊκών συμφερόντων είναι σημαντικό το πόσο αποφασιστικά και έγκαιρα θα δυναμώσουν η οργάνωση και πάλη ενάντια σε όλες τις «εναλλακτικές» κολιγιές των εκπροσώπων των μονοπωλίων. Μένει να δούμε πώς αυτοί θα αλληλεπιδράσουν και με άλλες εξελίξεις, περιφερειακές, σε μικρότερα ή μεγαλύτερα μέτωπα.


Α. Μ.

ΣΟΥΔΑΝ
Στο επίκεντρο γεωπολιτικών διεργασιών και αναδιάταξης συμμαχιών

Η επίσκεψη του Τούρκου Προέδρου στο Σουδάν είναι από τα πιο πρόσφατα, σημαντικά ανοίγματα της σουδανικής ηγεσίας σε περιφερειακές δυνάμεις...
Η επίσκεψη του Τούρκου Προέδρου στο Σουδάν είναι από τα πιο πρόσφατα, σημαντικά ανοίγματα της σουδανικής ηγεσίας σε περιφερειακές δυνάμεις...
Η ενδοϊμπεριαλιστική διένεξη χωρών του Κόλπου με το Κατάρ, που εντείνεται από τις αρχές του περασμένου Ιούνη μετά την επιλογή του τελευταίου να αυξήσει τη συνεργασία με το Ιράν (προκειμένου να προχωρήσει η αξιοποίηση του τεράστιου υποθαλάσσιου κοιτάσματος «North Dome/South Pars» στον Περσικό Κόλπο), προκαλεί ευρύτερες αναδιατάξεις δυνάμεων και ρευστών συμμαχιών. Η κόντρα αυτή δεν περιορίζεται στην Αραβική Χερσόνησο. Ούτε αφορά μόνο τη μεγαλύτερη αντιπαράθεση ανάμεσα στις ΗΠΑ (και τους συμμάχους τους) και στο Ιράν. Μεταφέρεται για τα καλά και στην ευρύτερη περιοχή της ανατολικής Αφρικής (π.χ. Σομαλία, Τζιμπουτί), όπου ήδη έχουν εγκαταστήσει μεταξύ άλλων στρατιωτικές βάσεις το Κατάρ, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, η Κίνα, η Ιαπωνία, η Γαλλία, οι ΗΠΑ, η Τουρκία, επιδιώκοντας μερίδιο από την πίτα ελέγχου νευραλγικών (για τη διεθνή ναυτιλία) περασμάτων στην Ερυθρά Θάλασσα.

Πολύ χαρακτηριστικές είναι, υπ' αυτήν την έννοια, οι άκρως ενδιαφέρουσες πολιτικές, στρατιωτικές και οικονομικές εξελίξεις την τελευταία διετία και ιδιαίτερα τους τελευταίους μήνες, με επίκεντρο το Σουδάν, μια χώρα της Ερυθράς Θάλασσας με μεγάλη γεωστρατηγική σημασία.

Ας πάρουμε, όμως, τα πράγματα με τη σειρά, ξεκινώντας από ορισμένες κομβικές εξελίξεις στη γεωπολιτική σκακιέρα της περιοχής στις αρχές του 2016.

Αξιοποίηση περιφερειακών εντάσεων

Στις αρχές του 2016 η σουδανική κυβέρνηση του Προέδρου Ομάρ Αλ Μπασίρ (που ανέβηκε στην εξουσία με πραξικόπημα το 1989 και στη συνέχεια με εκλογές) διακόπτει τις διπλωματικές σχέσεις με το Ιράν, με το οποίο συζητούσε και προχωρούσε έως το 2013 (!) σχέδια για την κατασκευή ιρανικής ναυτικής βάσης και σταθμού ανεφοδιασμού στο Πορτ Σουδάν στην Ερυθρά Θάλασσα.

Η χρονική συγκυρία δεν είναι καθόλου τυχαία. Δέκα μήνες πριν (Μάρτης 2015), η σουνιτική μοναρχία στη Σαουδική Αραβία είχε ξεκινήσει τον ιμπεριαλιστικό πόλεμο στη φτωχότερη χώρα της Αραβικής Χερσονήσου, την Υεμένη, κατά των αντικαθεστωτικών Σιιτών ενόπλων Χούτι, που θεωρούσε πως υποστηρίζονται στρατιωτικά και οικονομικά από το σιιτικό Ιράν. Το Ιράν, στο μεταξύ, αύξησε τη γεωπολιτική του επιρροή, από τη μια συμμετέχοντας στους πολέμους κατά των τζιχαντιστών σε Συρία και Ιράκ και αξιοποιώντας, από την άλλη, σαν «εισιτήριο» τη διεθνή συμφωνία του Ιούνη του 2015 για το πυρηνικό του πρόγραμμα (που οδήγησε στην άρση των περισσότερων διεθνών πολυετών κυρώσεων). Το Σουδάν, λοιπόν, χρησιμοποίησε εκείνη την περίοδο την ανάγκη της Σαουδικής Αραβίας για ανάπτυξη στρατού κατοχής στην Υεμένη, επιλέγοντας να διακόψει τις σχέσεις με το Ιράν. Από το Γενάρη του 2016 έως τα μέσα της ίδιας χρονιάς, το Σουδάν αναπτύσσει στο Αντεν της νότιας Υεμένης περίπου 8.000 στρατιώτες και ειδικές δυνάμεις, τα έξοδα των οποίων καλύπτουν η Σαουδική Αραβία και οι περισσότεροι σύμμαχοί της στην Αραβική Χερσόνησο. Τα σουδανικά στρατεύματα, που ενεργούν όπως και άλλες δυνάμεις, ως μισθοφορικές δυνάμεις, κατηγορούνται στην Υεμένη για τη διάπραξη εγκλημάτων πολέμου και κατά της ανθρωπότητας.

Η επιλογή της αστικής τάξης, που στηρίζει τον επί σχεδόν τρεις δεκαετίες Πρόεδρο Μπασίρ, να πάρει το πλευρό της Σαουδικής Αραβίας στον πόλεμο της Υεμένης, σύντομα «αποδίδει», καθώς οι Σαουδάραβες, αναγνωρίζοντας τη συνδρομή των σουδανικών στρατευμάτων στην περιοχή, φαίνεται ότι συμμετείχαν στις πιέσεις προς τις ΗΠΑ, ώστε να άρουν τις κυρώσεις κατά του Σουδάν. Η εκλογή του Αμερικανού Προέδρου Ντόναλντ Τραμπ, το Νοέμβρη του 2016, διευκολύνει αυτές τις προσπάθειες, καθώς αυτός στηρίζει την αύξηση της κόντρας με το Ιράν και πιέζει για «επαναδιαπραγμάτευση» της διεθνούς συμφωνίας για το ιρανικό πυρηνικό πρόγραμμα, επειδή ανάμεσα στα άλλα θεωρεί πως αυτό θα εξυπηρετήσει καλύτερα τα μονοπώλια που τον στηρίζουν. Οι πιέσεις αυτές φαίνεται να «καρποφορούν» 10 μήνες αργότερα, και αφού ο Πρόεδρος Τραμπ έχει επιλέξει να στηρίξει τη δημιουργία του λεγόμενου αραβικού ΝΑΤΟ υπό την ηγεμονία της Σαουδικής Αραβίας, την οποία και επιλέγει ως την πρώτη χώρα που επισκέπτεται στο εξωτερικό με την ιδιότητα του Προέδρου των ΗΠΑ (Μάης του 2017). Στις 6 Οκτώβρη, η κυβέρνηση του Προέδρου των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, ήρε τις 20ετείς οικονομικές κυρώσεις σε βάρος του Σουδάν, που είχε επιβάλει με πρόσχημα την υποστήριξη στην τρομοκρατία. Ταυτόχρονα, άρχισαν διαβουλεύσεις με στόχο να βγει το Σουδάν από την αμερικανική μαύρη λίστα των χωρών που υποθάλπουν την τρομοκρατία.

Στις 15 Νοέμβρη επισκέπτεται για πρώτη φορά το Χαρτούμ του Σουδάν ο Αμερικανός αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών Τζον Σάλιβαν. Αποφεύγει επιμελώς να συναντήσει τον Σουδανό Πρόεδρο Ομάρ αλ Μπασίρ και πραγματοποιεί εκτενή ομιλία στο Χαρτούμ, πιέζοντας για μεταρρυθμίσεις με πρόσχημα τα ανθρώπινα δικαιώματα και την πάταξη της τρομοκρατίας. Ωστόσο, η άρση των αμερικανικών κυρώσεων έναντι του Σουδάν φαίνεται πως δεν είναι «ο κούκος που φέρνει την άνοιξη» στις πολυτάραχες αμερικανο-σουδανικές σχέσεις.

Σύσφιξη σχέσεων με Ρωσία, Τουρκία, Κατάρ

Μερικές βδομάδες αργότερα (23 Νοέμβρη 2017), σε μία πιθανή προσπάθεια διαπραγματευτικού ελιγμού έναντι των ΗΠΑ, ο Σουδανός Πρόεδρος Ομάρ αλ Μπασίρ μετέβη στη Ρωσία, όπου πραγματοποίησε συνάντηση με τον ομόλογό του Βλαντιμίρ Πούτιν και σημαντικούς υπουργούς της κυβέρνησης. Μάλιστα, όπως έγινε γνωστό, λόγω του διεθνούς εντάλματος σύλληψης του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου της Χάγης κατά του Μπασίρ «για εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας», η ρωσική κυβέρνηση έστειλε αεροπλάνο που τον μετέφερε στη Μόσχα.

Εκεί ο Μπασίρ πρότεινε στη ρωσική πλευρά να φτιάξουν ναυτική βάση στις σουδανικές ακτές στην Ερυθρά Θάλασσα, ζητώντας την «προστασία» της Μόσχας από την «αμερικανική επιθετικότητα στην Ερυθρά Θάλασσα». Σε συνέντευξή του δε στο ρωσικό δίκτυο «Σπούτνικ» κατηγόρησε τις ΗΠΑ πως έχουν στα σκαριά και άλλα σχέδια για τη διάσπαση της χώρας του σε πέντε κομμάτια, μετά την απόσχιση και ανεξαρτησία του Νοτίου Σουδάν το 2011! Επιπλέον, ο Μπασίρ πρότεινε να γίνει το Σουδάν η «πύλη» της Ρωσίας στην Ανατολική και Βόρεια Αφρική. Ακολούθως, έκλεισε συμφωνίες για την αγορά ρωσικών μαχητικών τζετ «Su-30», «Su-35» και ξεκίνησε τα παζάρια για την πιθανή αγορά ρωσικού αντιπυραυλικού συστήματος αεράμυνας «S-300», ενώ σε συνάντηση με στελέχη του ρωσικού ενεργειακού μονοπωλίου «Rosatom» συμφώνησε για την κατασκευή του πρώτου σουδανικού πυρηνικού σταθμού παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας 5.000 ΜW από το 2020. Η συμφωνία υπεγράφη τελικά στις 22 Δεκέμβρη στο Χαρτούμ.

Το επόμενο διάστημα, ο Μπασίρ προχώρησε στη σύσφιξη σχέσεων με έναν ακόμη όψιμο εταίρο της Ρωσίας στην ευρύτερη περιοχή της Μέσης Ανατολής, την Τουρκία, υποδεχόμενος στο Χαρτούμ με ιδιαίτερη θέρμη την τελευταία βδομάδα του Δεκέμβρη του 2017 τον Τούρκο Πρόεδρο, Ρ. Τ. Ερντογάν. Οι δύο ηγέτες συζήτησαν σχέδια για την ανακατασκευή του λιμανιού στο Σουάκιν του βορειοανατολικού Σουδάν, που άκμασε την περίοδο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, αλλά έπεσε σε αχρηστία όταν δημιουργήθηκε το παρακείμενο λιμάνι Πορτ Σάιντ στην Ερυθρά Θάλασσα. Ο Ερντογάν διαβεβαιώνει πως θα ξαναφτιάξει όχι μόνο το λιμάνι, αλλά και όλο το Σουάκιν «από την αρχή», ώστε να μπορεί να φιλοξενεί εμπορικά και στρατιωτικά πλοία και να γίνει θέρετρο προσέλκυσης Τούρκων και άλλων τουριστών στο δρόμο προς την Τζέντα και τους ιερούς μουσουλμανικούς τόπους στη Σαουδική Αραβία.

Παράλληλα, συζητούν σχέδια στρατιωτικής, οικονομικής και ενεργειακής συνεργασίας, ενώ αίσθηση προκαλεί η πρότερη συνάντηση των αρχηγών των Γενικών Επιτελείων Στρατού Σουδάν, Τουρκίας και Κατάρ στο Χαρτούμ. Ακόμη μεγαλύτερη αίσθηση προκαλεί, λίγες μέρες αργότερα, άλλη συνάντηση επιτελαρχών των στρατών Σουδάν, Ρωσίας και Κατάρ στο Χαρτούμ, δημιουργώντας προφανή «απορία» στη Σαουδική Αραβία, λόγω της συνεχιζόμενης κόντρας της με το Κατάρ.

O Σουδανός υπουργός Εξωτερικών, Ιμπραχίμ Γκαντούρ, έσπευσε να διασκεδάσει τις εντυπώσεις, δηλώνοντας πως η χώρα του «δεν εμπλέκεται σε συμμαχίες», αλλά είναι έτοιμη να προχωρήσει σε στρατιωτική συνεργασία «με την Τουρκία και οποιαδήποτε άλλη φιλική χώρα».

Παράλληλα, η μεγάλη κινητικότητα που επιδεικνύει το τελευταίο διάστημα η σουδανική κυβέρνηση προκαλεί το έντονο ενδιαφέρον της Αιγύπτου, όχι μόνο γιατί έχουν με το Σουδάν πολυετή συνοριακή διένεξη, αλλά και γιατί βρίσκονται σε κόντρα με την Αιθιοπία, η οποία εδώ και περίπου έξι χρόνια κατασκευάζει στον Νείλο το μεγαλύτερο υδροηλεκτρικό φράγμα σε όλη την Αφρική (γνωστό ως «Φράγμα Μεγάλης Αιθιοπικής Αναγέννησης», GERD). Το τεράστιο υπό κατασκευή φράγμα προκαλεί έντονες ανησυχίες σε Αίγυπτο και Σουδάν, καθώς θα μπορούσε να μειώσει τα στρατηγικά τους αποθέματα σε υδάτινους πόρους, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την αγροτική παραγωγή και την οικονομία τους.

Μεγαλύτερη η φτώχεια για το λαό

Σε κάθε περίπτωση, οι εξελίξεις σχετίζονται με τα συμφέροντα της αστικής τάξης του Σουδάν, που χρησιμοποιεί κάθε μέσο για να αυξήσει τον πλούτο της. Αυτή είναι που στηρίζει εδώ και τρεις δεκαετίες τη δικτατορία Μπασίρ και τις λεπτές «ακροβασίες» του με περιφερειακές και μεγαλύτερες δυνάμεις. Ο 73χρονος Πρόεδρος Μπασίρ έχει υποστηρίξει πως θα αποχωρήσει από την εξουσία το 2020. Στο μεταξύ, συνεχίζονται εδώ και πολλά χρόνια οι καταστροφικοί πόλεμοι στις σουδανικές επαρχίες Νταρφούρ, Βόρειο Κορντοφάν και Πολιτεία Γαλάζιου Νείλου.

Οι εργαζόμενοι και τα λαϊκά στρώματα του Σουδάν είναι αυτά που «πληρώνουν το μάρμαρο» της συμμετοχής σε περιφερειακές ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις και της αναβάθμισης της θέσης της αστικής τάξης. Την ώρα που ξοδεύονται τεράστια κονδύλια για εξοπλισμούς, το 50% - ίσως και παραπάνω - του πληθυσμού ζει κάτω από το όριο της φτώχειας, η επίσημη ανεργία είναι στο 20% (η πραγματική υπολογίζεται πολύ μεγαλύτερη), ενώ και ο σημαντικός ενεργειακός πλούτος της χώρας είναι στα χέρια λίγων μονοπωλιακών ομίλων και τα έσοδα πηγαίνουν στις τσέπες των καπιταλιστών, κάτι που φυσικά δεν πρόκειται να αλλάξει με τη διαφαινόμενη αναδιάταξη συμμαχιών.


Δ. ΟΡΦ.



Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ