Παρασκευή 29 Δεκέμβρη 2017
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
«ΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑΤΙΚΟ ΜΝΗΜΟΝΙΟ ΚΑΤΑΝΟΗΣΗΣ»
Ρίχνει γέφυρες για αντιλαϊκή κλιμάκωση στη «μεταμνημονιακή» εποχή

Μια αναφορά σε λιγότερο προβεβλημένες πλευρές της συμφωνίας στην οποία κατέληξαν κυβέρνηση - κουαρτέτο στο πλαίσιο της 3ης «αξιολόγησης»

Τα 'πανε, τα συμφωνήσανε και τώρα ήρθε η ώρα να τα εφαρμόσουν στις πλάτες του λαού

Eurokinissi

Τα 'πανε, τα συμφωνήσανε και τώρα ήρθε η ώρα να τα εφαρμόσουν στις πλάτες του λαού
Η στρατηγική της ανάκαμψης του κεφαλαίου διαπερνά ένα προς ένα τα κάθε είδους αντιλαϊκά «προαπαιτούμενα» του νέου «συμπληρωματικού» μνημονίου της κυβέρνησης με την Ευρωζώνη.

Η επικαιροποιημένη συμφωνία έρχεται να επιβεβαιώσει την κλιμάκωση των αντιλαϊκών μέτρων με την ενίσχυση της φοροληστείας, την κατακρεούργηση των κονδυλίων που αφορούν στην κάλυψη ακόμα και στοιχειωδών κοινωνικών αναγκών, τα νέα χτυπήματα στα εργατικά - λαϊκά διακαιώματα.

Ολα αυτά, σε συνδυασμό με το μπαράζ των αναδιαρθρώσεων, που έχουν ως άξονες την «αποκατάσταση της δημοσιονομικής βιωσιμότητας», τη «διασφάλιση της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας», την «ανάπτυξη, την ανταγωνιστικότητα και τις επενδύσεις» καθώς και τη διαμόρφωση, όπως λένε, «σύγχρονου κράτους και δημόσιας διοίκησης».

«Εμβληματικές» μεταρρυθμίσεις

«Οι ελληνικές αρχές θα ολοκληρώσουν τη στρατηγική ανάπτυξης», η οποία, μεταξύ άλλων, «θα πρέπει να στοχεύει στη δημιουργία, μέσα στα επόμενα 2,5 χρόνια, ενός ελκυστικότερου επιχειρηματικού περιβάλλοντος», γράφει το συμπληρωματικό μνημόνιο. Σε αυτό το πλαίσιο, οι προτεραιότητες αφορούν σε κλάδους όπως οι τηλεπικοινωνίες και η πληροφορική, ο τουρισμός, οι μεταφορές, η φαρμακοβιομηχανία, η εφοδιαστική αλυσίδα, η αγροτική παραγωγή και η μεταποίηση και η βιομηχανία τροφίμων.

Μάλιστα, για το σκοπό αυτό, προβλέπεται η ίδρυση «Επιστημονικού Συμβουλίου Ανάπτυξης», με τη συμμετοχή επιχειρηματικών οργανώσεων (π.χ. ΣΕΒ), «συμβουλευτικής επιτροπής» ξένων επενδυτών καθώς και των «κοινωνικών εταίρων». Ολοι μαζί, δηλαδή, εργαζόμενοι και αφεντικά, ενωμένοι και στοιχισμένοι πίσω από τον «εθνικό στόχο» της ανάκαμψης!

Αλλωστε, κυβέρνηση, κεφάλαιο, ΕΕ και τα κόμματά τους δεν έκρυψαν ποτέ την επιδίωξη να στρατευτούν μαχητικά οι εργαζόμενοι και ο λαός στα αντιλαϊκά τους σχέδια, επιστρατεύοντας γι' αυτόν το σκοπό και τον εργοδοτικό - κυβερνητικό συνδικαλισμό, μέσω του «κοινωνικού διαλόγου».

Την ίδια ώρα, είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι «η αναπτυξιακή στρατηγική θα πρέπει να οικοδομηθεί επί μεσοπρόθεσμων σχεδίων δράσης», που αφορούν την Εκπαίδευση, τον «εκσυγχρονισμό» της δημόσιας διοίκησης και του δικαστικού συστήματος καθώς και τη «στρατηγική κατά της διαφθοράς» (όπου περιλαμβάνουν και την περιβόητη συμφωνία «Greco», αναφορικά με τα «κουπόνια» για την ενίσχυση πολιτικών κομμάτων).

Η παραπέρα αντιδραστικοποίηση του κράτους δεν τίθεται τυχαία ως προτεραιότητα της κυβέρνησης, της ΕΕ και του κεφαλαίου, καθώς συνδέεται άμεσα με την αποτελεσματικότητά του στη στήριξη της επιχειρηματικότητας και των επενδύσεων, αλλά και την ικανότητά του να ενσωματώνει ή και να καταστέλλει τις λαϊκές αντιδράσεις.

Νέα εργαλεία για μνημόνια διαρκείας

Σε αυτό το φόντο, και με «κράχτη» την ταξική, αντιλαϊκή τους πολιτική, χτίζουν τις μεγάλες επιχειρηματικές «μπίζνες» της «επόμενης μέρας»: «Οι ελληνικές αρχές θα συμφωνήσουν με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, το αργότερο έως τον Ιούνιο του 2018, κατάλογο 15 έως 20 μεγάλων, εμβληματικών σχεδίων» για την περίοδο μέχρι το 2020, αναφέρεται χαρακτηριστικά στο «επικαιροποιημένο μνημόνιο», θέλοντας να δώσουν ώθηση σε μεγάλα επενδυτικά πρότζεκτ, που θα αποτελέσουν πηγή κέρδους για τα μονοπώλια και ταυτόχρονα θα προωθούν στρατηγικές κατευθύνσεις και επιδιώξεις της ΕΕ, όπως οι «απελευθερώσεις» τομέων της οικονομίας, η παραπέρα συγκέντρωση και συγκεντροποίηση του κεφαλαίου κ.ά.

Στα παζάρια φαίνεται να βρίσκεται ακόμα το καυτό ζήτημα της χρηματοδότησης των επιχειρηματικών ομίλων που θα αναλάβουν αυτά τα «εμβληματικά» έργα, όπως και άλλες υποδομές. Σε αυτό το πλαίσιο, προωθείται η ίδρυση της λεγόμενης «Αναπτυξιακής Τράπεζας», που, όπως συμφωνήθηκε, «δεν θα δεχτεί καταθέσεις από το Δημόσιο ούτε θα εμπλέκεται με την άμεση δανειοδότηση», ενώ οι λειτουργίες, η δομή και οι νομικοί όροι της θα συμφωνηθούν μέσα από διαδικασία διαβούλευσης με τους «θεσμούς».

Σύμφωνα, εξάλλου, με πληροφορίες, το «πάνω χέρι» στην «Αναπτυξιακή Τράπεζα» θα έχει η πλευρά της Κομισιόν, που με τη σειρά της, στη δέσμη προτάσεων αναφορικά με την «εμβάθυνση της ΟΝΕ», προβλέπει την «παροχή στήριξης στα κράτη - μέλη για την εφαρμογή διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων μέσω ενός εργαλείου για την υλοποίηση μεταρρυθμίσεων και τεχνικής στήριξης κατόπιν αιτήματος των κρατών - μελών».

Προκύπτει επομένως ότι η χρηματοδότηση των επενδύσεων, θα αξιοποιηθεί στη «μεταμνημονιακή» εποχή ως ένας επιπλέον μηχανισμός παρακολούθησης και επιτάχυνσης των αντιλαϊκών μεταρρυθμίσεων, που μέχρι σήμερα ενσωματώνονταν στα μνημόνια και βρίσκονται στον πυρήνα των κατευθύνσεων της ΕΕ.

Μεταξύ άλλων, ενδεικτικά αναφέρονται οι μεταρρυθμίσεις στις «αγορές εργασίας και προϊόντων», η «βελτίωση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος», οι «μεταρρυθμίσεις» στη δημόσια διοίκηση, ζητήματα δηλαδή που έχουν τεθεί με τη μορφή των «προαπαιτούμενων» και στο πλαίσιο των «αξιολογήσεων» των μνημονίων στην Ελλάδα.

Τα ψιλά γράμματα του «συμπληρωματικού» μνημονίου

Στο «συμπληρωματικό» μνημόνιο καταγράφονται μια σειρά από «προαπαιτούμενα» στον άξονα «ανάπτυξη, ανταγωνιστικότητα και επενδύσεις», για τον οποίο η κυβέρνηση «θα εφαρμόσει ένα ευρύ φάσμα διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, που όχι μόνο εξασφαλίζουν την πλήρη συμμόρφωση με τις απαιτήσεις της ΕΕ, αλλά αποσκοπούν επίσης στην επίτευξη ευρωπαϊκών βέλτιστων πρακτικών».

Μεταξύ άλλων:

  • Καθιέρωση ηλεκτρονικών πλειστηριασμών και για οφειλές λαϊκών νοικοκυριών προς τον φοροεισπρακτικό μηχανισμό, ενώ η σχετική διάταξη αναμένεται να περιλάβει και οφειλές προς τα ασφαλιστικά ταμεία.
  • Ειδική αναφορά γίνεται στον κλάδο της εφοδιαστικής αλυσίδας (Logistics) στην περιοχή του Θριασίου, όπου προωθούνται η ανάθεση και εκχώρηση της εκμετάλλευσης αλλά και συμπράξεις του κράτους με ιδιωτικά κεφάλαια (ΣΔΙΤ). Οπως αναφέρεται, «οι αρχές θα εξασφαλίσουν τη λειτουργία και τη συντήρηση του κέντρου εμπορευματικών μεταφορών στα 588 στρέμματα που προβλέπονται με σύμβαση παραχώρησης μετά από διεθνή διαγωνισμό», έως το Μάη του 2018. Μάλιστα, η επικύρωσή της από τη Βουλή αναφέρεται για το τέλος του 2017.
  • Σε ό,τι αφορά τις «ρυθμιζόμενες βιομηχανίες δικτύου - Ενέργεια, νερό, μεταφορές», το υπό διαμόρφωση πλαίσιο εστιάζει, μεταξύ άλλων, σε διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις για να ευθυγραμμιστούν με τη νομοθεσία και τις πολιτικές της ΕΕ, να καταστούν πιο σύγχρονες και ανταγωνιστικές. Σ' αυτήν την κατεύθυνση, προβλέπονται σταθερό ρυθμιστικό καθεστώς για επενδύσεις στα δίκτυα, η σύσταση Ειδικής Γραμματείας για το νερό με «επαγγελματισμό και αποπολιτικοποίηση σε όλα τα επίπεδα», όπως και η «μεταρρύθμιση της διοίκησης των τοπικών εταιρειών ύδρευσης και η αποσαφήνιση της γεωγραφικής εμβέλειας των τοπικών εταιρειών με ΕΥΔΑΠ και ΕΥΑΘ ώστε να μην επικαλύπτονται». Σε ό,τι αφορά τις αστικές συγκοινωνίες και συγκεκριμένα τον ΟΑΣΘ, προωθείται η «αύξηση της αποδοτικότητας και βιωσιμότητας», που βέβαια μεταφράζεται σε νέες επιβαρύνσεις. Την ίδια ώρα (μέχρι τον Ιούνη 2018) θα προχωρήσουν τα μέτρα για τη μείωση των ελλειμμάτων, ως «προαπαιτούμενο» για οποιαδήποτε κρατική χρηματοδότηση προς τον Οργανισμό.
  • Θα «τροποποιηθούν» ο Κώδικας Πολιτικής Δικονομίας καθώς και «άλλοι συναφείς νόμοι», αναφορικά με τις νέες διατάξεις στήριξης των τραπεζών κατά τη διαδικασία των πλειστηριασμών, αναβαθμίζοντας ακόμη περισσότερο τη θέση τους έναντι άλλων, όπως οι εισφορές προς τα ασφαλιστικά ταμεία, οι οφειλές προς εργαζόμενους κ.ά.
  • Σε ό,τι αφορά τη στελέχωση νευραλγικών θέσεων του κρατικού μηχανισμού, προωθείται η λεγόμενη «αποπολιτικοποίηση της δημόσιας διοίκησης», με προκηρύξεις διαγωνισμών σε επιτελικές θέσεις όλων των υπουργείων.
  • Εκσυγχρονισμός του «εταιρικού δικαίου» (νόμος σχετικά με τις ΑΕ κ.ά.) με κατεύθυνση τις «βέλτιστες πρακτικές» της ΕΕ καθώς και αξιολόγηση των διατάξεων που ισχύουν αναφορικά με τις συγχωνεύσεις - εξαγορές.
  • Συγκέντρωση της είσπραξης ασφαλιστικών εισφορών σε ένα ασφαλιστικό ταμείο, με προοπτική τη συγχώνευση με την ΑΑΔΕ, που σημαίνει οριστική κατάργηση της Ασφάλισης όπως την ξέραμε έως σήμερα, εξατομίκευση των εισφορών - παροχών και ατομική ευθύνη η Υγεία και η σύνταξη, άμεσα συνδεδεμένα με τη φοροδοτική δυνατότητα του καθενός.
  • Για το «επιχειρηματικό περιβάλλον προωθούνται η πλήρης εφαρμογή των «εργαλειοθηκών» του ΟΟΣΑ, «απελευθερώσεις» επαγγελμάτων κ.ά.
  • Στη λίστα των ιδιωτικοποιήσεων φιγουράρουν ΕΛΠΕ, ΔΕΠΑ, ΔΕΗ, Διεθνής Αερολιμένας Αθηνών κ.ά.
  • Αναφορικά με τον ΕΔΟΕΑΠ, αναμένεται η γνωμοδότηση από τη Γιούροστατ για το εάν αποτελεί Νομικό Πρόσωπο Ιδιωτικού Δικαίου. Στη συνέχεια, όπως επισημαίνουν, θα υιοθετηθούν τα αναγκαία μέτρα, σε πλήρη ευθυγράμμιση με τους κανόνες του ΕΤΕΑΕΠ και όποιο άλλο μέτρο είναι αναγκαίο για να εγγυηθούν ότι δεν θα δοθεί κρατική χρηματοδότηση για την κάλυψη ελλειμμάτων.

Α. Σ.

Στο σημερινό τετρασέλιδο «Διεθνή και Οικονομία» μπορείτε να διαβάσετε:

  • Μια καταγραφή ορισμένων από τα αντιλαϊκά μέτρα που περιλαμβάνονται στο «Συμπληρωματικό Μνημόνιο» κυβέρνησης - Ευρωζώνης και δεν έχουν γίνει ιδιαίτερα γνωστά.
  • Ανάλυση για τις αποφάσεις του Συμβουλίου των υπουργών Ενέργειας της ΕΕ, αναφορικά με την πορεία της «απελευθέρωσης» και τις ΑΠΕ.
  • Ρεπορτάζ για τα παζάρια γύρω από το Brexit, που περνάνε σε νέα φάση, αλλά και για τους βασικούς άξονες του αντιλαϊκού προγράμματος που ετοιμάζεται να εφαρμόσει η νεοεκλεγείσα κυβέρνηση στην Αυστρία.
ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΥΠΟΥΡΓΩΝ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ
Νέες αποφάσεις ενίσχυσης των μονοπωλιακών ομίλων στην Ενέργεια

Επιταχύνεται η «απελευθέρωση» της αγοράς Ενέργειας και τίθενται στόχοι που πριμοδοτούν την κερδοφορία των επενδύσεων στις Ανανεώσιμες Πηγές

Η πορεία της «απελευθέρωσης» της αγοράς Ενέργειας και στην Ελλάδα απέδειξε ότι το ρεύμα δεν γίνεται πιο φτηνό για το λαό και ότι, αντίθετα, η ενεργειακή φτώχεια μεγαλώνει

Eurokinissi

Η πορεία της «απελευθέρωσης» της αγοράς Ενέργειας και στην Ελλάδα απέδειξε ότι το ρεύμα δεν γίνεται πιο φτηνό για το λαό και ότι, αντίθετα, η ενεργειακή φτώχεια μεγαλώνει
Την άρση των όποιων περιορισμών αντιμετωπίζουν ακόμα στη δραστηριότητά τους οι όμιλοι στον κλάδο της Ενέργειας, την ενίσχυση της ενιαίας αγοράς ηλεκτρισμού, με στόχο τη διευκόλυνση του διασυνοριακού εμπορίου ηλεκτρικής ενέργειας και την ακόμα μεγαλύτερη ενίσχυση του μεριδίου των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας στο συνολικό «ενεργειακό μείγμα της ΕΕ» προβλέπουν οι αποφάσεις του Συμβουλίου των υπουργών Ενέργειας της ΕΕ στις 18 και 19 Δεκέμβρη.

Ειδικότερα, το Συμβούλιο ασχολήθηκε και εξέδωσε βασικές κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με την πορεία της Ενεργειακής Ενωσης, τις ΑΠΕ και την επέκταση χρήσης τους στις μεταφορές και πιο ειδικά ζητήματα, που αφορούν την εσωτερική αγορά ηλεκτρισμού και το εμπόριο ηλεκτρικής ενέργειας μεταξύ παραγωγών, προμηθευτών και καταναλωτών στα διάφορα κράτη - μέλη.

Το στοιχείο που ξεχωρίζει από την απόφαση για την Ενεργειακή Ενωση, είναι η πρόταση για ελεύθερο καθορισμό των τιμών ηλεκτρικού ρεύματος από τους προμηθευτές, δίχως κανέναν περιορισμό και κρατική παρέμβαση, αφού, όπως αναφέρεται σχετικά, μια τέτοια ρύθμιση «θα περιορίσει τις στρεβλώσεις, θα δώσει ώθηση στον ανταγωνισμό και θα οδηγήσει σε μείωση των τιμών». Βέβαια, όπως έχει δείξει και η εμπειρία από την έως τώρα πορεία της «απελευθέρωσης», το ακριβώς αντίθετο συμβαίνει, παρά το γεγονός μάλιστα ότι στην Ελλάδα βασικός παραγωγός και προμηθευτής ηλεκτρικής ενέργειας παραμένει η ΔΕΗ ΑΕ, μια μετοχική εταιρεία με ισχυρή συμμετοχή του κράτους.


Eurokinissi

Η πρόταση περιορίζει στο ελάχιστο την παρέμβαση των κρατικών αρχών στο ζήτημα τιμολόγησης ενεργειακών αγαθών, αφού, όπως αναφέρεται, τα κράτη θα μπορούν να ρυθμίζουν τις τιμές μόνο για προσωρινό χρονικό διάστημα και μόνο για την αντιμετώπιση περιπτώσεων ακραίας φτώχειας.

Με περισσή υποκρισία, ο προεδρεύων στο Συμβούλιο, Κάντρι Σίμσον, υπουργός Οικονομικών Υποθέσεων και Υποδομών της Εσθονίας, δήλωσε ότι κύρια προτεραιότητα της νομοθεσίας που προωθείται είναι «μια ανταγωνιστική αγορά που θα διασφαλίζει την προσιτή ηλεκτρική ενέργεια για όλους, αλλά θα δώσουμε επίσης στις κυβερνήσεις τη δυνατότητα να βοηθήσουν σε περιπτώσεις ανάγκης».

Κύριος στόχος η προστασία των επενδυτών

Φυσικά, το κύριο μέλημα της ΕΕ και των κυβερνήσεων στα κράτη - μέλη δεν είναι η διασφάλιση Ενέργειας «για όλους», αλλά η προστασία και ενίσχυση των κερδών των ομίλων του χώρου της Ενέργειας, μέσα από την παραπέρα απελευθέρωση της αγοράς και τη διασύνδεση των δικτύων, που θα δώσει τη δυνατότητα σε ενεργειακά μονοπώλια της ΕΕ να δοκιμάσουν την τύχη τους σε διαφορετικά κράτη - μέλη, πουλώντας Ενέργεια που παράγεται πολλές χιλιάδες χιλιόμετρα από τον τόπο που καταναλώνεται. Συντελεστής σ' αυτήν την εξίσωση είναι βέβαια και οι ανάγκες των μονοπωλίων σε άλλους κλάδους της οικονομίας, για τους οποίους η Ενέργεια αποτελεί βασικό στοιχείο των εισροών τους.


Είναι χαρακτηριστική η επισήμανση που κάνει η Οδηγία του Συμβουλίου της Ευρώπης - την οποία εξέτασε και υιοθέτησε το Συμβούλιο υπουργών Ενέργειας - σύμφωνα με την οποία, «στόχοι της εσωτερικής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας, η οποία υλοποιείται σταδιακά σε ολόκληρη την Ενωση από το 1999, με την οργάνωση ανταγωνιστικών διασυνοριακών αγορών ηλεκτρικής ενέργειας, είναι η παροχή πραγματικών επιλογών σε όλους τους καταναλωτές της Ευρωπαϊκής Ενωσης, είτε είναι πολίτες είτε επιχειρήσεις, η παροχή νέων επιχειρηματικών ευκαιριών, ανταγωνιστικών τιμών, αποτελεσματικών επενδυτικών μηνυμάτων και να ενισχυθούν ταυτόχρονα η ασφάλεια του εφοδιασμού και η αειφορία».

Στην απόφαση του Συμβουλίου υπουργών Ενέργειας επισημαίνεται ότι στη μελλοντική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας, οι προμηθευτές της θα μπορούν να καθορίζουν ελεύθερα τις τιμές και τα κράτη - μέλη θα είναι σε θέση να παρεμβαίνουν προσωρινά στις τιμές για να «βοηθήσουν» και να προστατεύσουν τους «ευάλωτους» οικιακούς καταναλωτές. Προβλέπουν δηλαδή ότι η ενεργειακή φτώχεια θα διευρυνθεί και αναγορεύουν το κράτος σε «τροχονόμο» των ψευτοπαροχών, με τις οποίες χιλιάδες λαϊκά νοικοκυριά θα μετεωρίζονται διαρκώς ένα σκαλοπάτι πάνω από την εξαθλίωση.

Παράλληλα, γίνεται ειδική αναφορά στην εγκατάσταση «έξυπνων μετρητών» και στην ανάγκη επέκτασης της χρήσης τους, ενώ για τις «ενεργειακές κοινότητες», τις οποίες προωθεί και στην Ελλάδα η κυβέρνηση με πρόσφατη νομοθετική ρύθμιση, επισημαίνουν τον σημαντικό ρόλο που αποκτούν στην επόμενη φάση της Ενεργειακής Ενωσης της ΕΕ.

Θυμίζουμε ότι οι «Ενεργειακές Κοινότητες», που προβάλλονται ως συνεταιριστική δράση στην Ενέργεια, αποτελούν στην πραγματικότητα σχήματα που ασκούν οικονομική δραστηριότητα στο έδαφος του καπιταλισμού. Υπόκεινται δηλαδή στους σιδερένιους νόμους του και σε πολλές εκδοχές τους αποτελούν μεγάλες επιχειρήσεις, με μετόχους ισχυρούς μονοπωλιακούς ομίλους.

Αναφορικά με το ζήτημα της πλήρους «απελευθέρωσης» του διασυνοριακού εμπορίου, η πρόταση του Συμβουλίου επισημαίνει την ανάγκη «άρσης των εναπομενόντων εμποδίων για την ολοκλήρωση της εσωτερικής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας» μέσω της «εξάλειψης των υφιστάμενων προβλημάτων των κατακερματισμένων εθνικών αγορών, οι οποίες συχνά εξακολουθούν να χαρακτηρίζονται από υψηλό βαθμό ρυθμιστικών παρεμβάσεων. Οι παρεμβάσεις αυτές οδηγούν σε εμπόδια στην πώληση ηλεκτρικής ενέργειας, όπως επίσης και σε υψηλότερο κόστος σε σύγκριση με λύσεις που βασίζονται στη διασυνοριακή συνεργασία και σε αρχές βασιζόμενες στην αγορά»...

Υψηλοί στόχοι για τις ΑΠΕ

Η συμφωνία των υπουργών Ενέργειας θέτει υψηλούς στόχους για το επόμενο διάστημα και σε ό,τι αφορά τις Ανανεώσιμες Πηγές, ώστε μέχρι το 2030 να έχει αυξηθεί η συμμετοχή τους στο συνολικό ενεργειακό μείγμα τουλάχιστον στο 27%. Η πρόταση καλύπτει τη βιοενέργεια, τις μεταφορές, την ηλεκτρική ενέργεια, τη θέρμανση και την ψύξη, ενώ προχωρά σε απλούστευση των διαδικασιών για την εγκατάσταση μονάδων παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας μικρής κλίμακας και αυτοπαραγωγής.

Τα κράτη - μέλη θα υποβάλλουν προσχέδια, τελικά σχέδια και εκθέσεις προόδου προς την Επιτροπή, η οποία θα τα αξιολογεί και θα δίνει δικές της κατευθύνσεις σε περίπτωση που θα κρίνει ότι δεν ακολουθούν τις κατευθύνσεις που έχουν δοθεί. Εάν μία χώρα πέσει κάτω από τα επίπεδα που έχουν τεθεί για το 2020, θα υποχρεωθεί να λάβει πρόσθετα μέτρα εντός ενός έτους για να καλύψει αυτό το κενό και αυτό θα είναι το γενικό πνεύμα που θα ακολουθεί τον «έλεγχο προόδου» των κρατών - μελών.

Σε σχέση με τη χρήση ηλεκτρικής ενέργειας για θέρμανση και ψύξη, προτείνεται τα κράτη - μέλη να υιοθετήσουν μέτρα ώστε κάθε χρόνο να αυξάνονται τα ποσοστά χρήσης Ενέργειας παραγόμενης από ΑΠΕ κατά 1 ποσοστιαία μονάδα. Στον τομέα των μεταφορών, ο στόχος των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας για το 2030 καθορίζεται σε 14% για κάθε κράτος - μέλος και υπάρχει ένας επιμέρους στόχος 3% για τα βιοκαύσιμα νέας γενιάς.

Ειδικές ρυθμίσεις υπάρχουν επίσης για την ενίσχυση χρήσης «πράσινης ενέργειας» στις οδικές μεταφορές αλλά και στις σιδηροδρομικές μεταφορές. Επίσης, σε ό,τι αφορά τις επενδύσεις σε ΑΠΕ, το κείμενο του Συμβουλίου υιοθετεί σχετική πρόταση της Επιτροπής, η οποία προβλέπει σταθερότητα στην πολιτική επιδοτήσεων των επιχειρηματιών του χώρου, εμποδίζοντας «αναδρομικές αλλαγές στα καθεστώτα στήριξης».

Οπως γίνεται κατανοητό, το σύνολο των μέτρων που προβλέπονται από την παραπάνω απόφαση στοχεύουν στην απόλυτη στήριξη των ενεργειακών ομίλων, με βασικό μέλημα την ενίσχυση της «Πράσινης Ενέργειας», η οποία αναδεικνύεται ως ένα από τα βασικά πεδία ανταγωνισμού των ιμπεριαλιστικών κέντρων, με την ΕΕ να επιθυμεί, και να το δηλώνει, να αποκτήσει ηγετικό ρόλο.

Παράλληλα, σε ό,τι αφορά την εσωτερική αγορά, προχωρά με ταχείς ρυθμούς στην ενοποίηση των εθνικών αγορών, ώστε μεγάλοι προμηθευτές, αλλά και μεγάλοι καταναλωτές ρεύματος, να μπορούν να διαπραγματεύονται άμεσα τις τιμές ηλεκτρισμού δίχως την παραμικρή παρέμβαση από πλευράς κρατικών αρχών. Εννοείται ότι οι λαϊκές ανάγκες σε Ενέργεια θα συμπιεστούν ακόμα περισσότερο, όπως άλλωστε έγινε και σε άλλα κράτη - μέλη της ΕΕ, όπου η «απελευθέρωση» προχώρησε γρηγορότερα και οι συνέπειές της σε βάρος των λαϊκών στρωμάτων είναι ακόμα πιο ορατές.


Φ. Κ.

ΕΕ - ΒΡΕΤΑΝΙΑ
Το Brexit σε φάση ακόμη σκληρότερων παζαριών

Τερέζα Μέι και Ζαν - Κλοντ Γιούνκερ αντιπαρατίθενται με γνώμονα την εξυπηρέτηση των μονοπωλιακών συμφερόντων που εκπροσωπούν

Copyright 2017 The Associated

Τερέζα Μέι και Ζαν - Κλοντ Γιούνκερ αντιπαρατίθενται με γνώμονα την εξυπηρέτηση των μονοπωλιακών συμφερόντων που εκπροσωπούν
Τα επόμενα στάδια της διαπραγμάτευσης ανάμεσα σε Βρετανούς και Ευρωενωσιακούς αξιωματούχους αναμένεται να διεξαχθούν σε κλίμα ακόμη μεγαλύτερης αντιπαράθεσης και αβεβαιότητας με υπόβαθρο την όξυνση του ενδοϊμπεριαλιστικού ανταγωνισμού στην Ευρώπη. Αυτό τουλάχιστον δείχνει η εμπειρία των έντονων διαπραγματεύσεων που ξεκίνησαν στις 17 του περασμένου Ιούλη, με τις δύο πλευρές να καταλήγουν τελικά στις 8 Δεκέμβρη σε μία (μη δεσμευτική νομικώς...) 15σέλιδη συμφωνία, στο παρά 5 της Συνόδου Κορυφής στις 14 - 15 Δεκέμβρη.

Η συμφωνία της 8ης Δεκέμβρη καλύπτει ορισμένες βασικές αρχές, που αφορούν τρία ζητήματα: α) Τα δικαιώματα των πολιτών των 27 χωρών της ΕΕ στη Βρετανία και των Βρετανών στις χώρες της ΕΕ. β) Τα σύνορα Ιρλανδίας - Βόρειας Ιρλανδίας. γ) Τη μεθοδολογία για την «κοστολόγηση» του «διαζυγίου» Λονδίνου - Βρυξελλών και τις οικονομικές υποχρεώσεις της Βρετανίας στον προϋπολογισμό της ΕΕ έως το 2020. Φαντάζεται κανείς τι λυσσαλέα παζάρια έχουν να ακολουθήσουν ανάμεσα στις δύο πλευρές για πολύ πιο σύνθετα και ευαίσθητα ζητήματα, όπως π.χ. οι μελλοντικές σχέσεις Βρετανίας - 27 χωρών της ΕΕ σε εμπόριο, άμυνα, ασφάλεια κ.λπ. με πιθανή (αν όχι δεδομένη...) τη σκληρή στάση των πιο ισχυρών χωρών - μελών με σκοπό να αποτρέψουν άλλες χώρες να ακολουθήσουν το παράδειγμα των Βρετανών...

Τι προβλέπει η συμφωνία του Δεκέμβρη

Στη συμφωνία με τίτλο «Κοινή Εκθεση των διαπραγματευτών της ΕΕ και της κυβέρνησης του Ηνωμένου Βασιλείου (ΗΒ) για την πρόοδο της πρώτης φάσης διαπραγματεύσεων υπό το άρθρο 50 για τη διατεταγμένη αποχώρηση από την ΕΕ» εκφράζεται η διάθεση να αποχωρήσει η Βρετανία διατηρώντας κάποιου είδους πρόσβαση στην ενιαία αγορά και την τελωνειακή ένωση της ΕΕ (λεγόμενο «ήπιο» Brexit). Αυτό φαίνεται πως δρομολογείται, παρά τις αρχικές απειλές της Βρετανίδας πρωθυπουργού, Τ. Μέι, για αποχώρηση από την ΕΕ «ακόμη και δίχως συμφωνία» («σκληρό» Brexit). Η Μέι αναγκάστηκε σε υποχώρηση και όσον αφορά στη δικαιοδοσία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, καθώς αυτό θα συνεχίσει να γνωμοδοτεί σε περιπτώσεις που αφορούν τα δικαιώματα των πολιτών από τις χώρες - μέλη της ΕΕ για τουλάχιστον οκτώ χρόνια. Επιπλέον, η Βρετανία υποχρεώνεται να συνεισφέρει κανονικά έως το 2020 στους προϋπολογισμούς της ΕΕ και να συμβάλει οικονομικά με άλλους τρόπους για να εξασφαλίσει την παραμονή σε διάφορα προγράμματα της ΕΕ στο μέλλον, χάνοντας εντούτοις, ουσιαστικά, τη δυνατότητα συμμετοχής στη διαμόρφωση αποφάσεων για το μέλλον της ΕΕ.

Στον πρώτο γύρο διαπραγμάτευσης η βρετανική πλευρά εμφανίζεται να έχει κάνει αρκετές, αν όχι τις περισσότερες, υποχωρήσεις. Τίποτε ωστόσο δεν εξασφαλίζει πως η επόμενη φάση θα είναι λιγότερο οδυνηρή καθώς αφορά πιο περίπλοκα θέματα, τα οποία θα μπορούσαν, ενδεχομένως, να άρουν την υποστήριξη του βορειο-ιρλανδικού κόμματος DUP από την κυβέρνηση μειοψηφίας της Τερέζα Μέι.

Οσον αφορά την προστασία των δικαιωμάτων των πολιτών της ΕΕ στο Ηνωμένο Βασίλειο και των Βρετανών στις χώρες της ΕΕ, τονίζεται ότι το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο θα είναι ο υπέρτατος ερμηνευτής του ευρω-ενωσιακού δικαίου, ενώ τα βρετανικά δικαστήρια θα πρέπει να κινούνται σε θέματα που έχουν να κάνουν με τα δικαιώματα των πολιτών από άλλες χώρες της ΕΕ με βάση τις σχετικές αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, το οποίο θα είναι αρμόδιο για τα θέματα αυτά, ενδεχομένως, και έπειτα από μία περίοδο οκτώ ετών από την αποχώρηση, το Brexit.

Για το πλαίσιο αντιμετώπισης των συνόρων Ιρλανδίας - Β. Ιρλανδίας και θεμάτων που αφορούν την ειρηνευτική συμφωνία του 1998 για τη Β. Ιρλανδία, βεβαιώνεται πως οι δύο πλευρές παραμένουν δεσμευμένες στους όρους της συμφωνίας σχετικά με τις υποχρεώσεις τους για την ειρήνη, τη σταθερότητα, τη συμφιλίωση. Τονίζεται πως το Ηνωμένο Βασίλειο επιβεβαιώνει «τη δέσμευσή του για την αποφυγή σκληρών συνόρων, συμπεριλαμβανομένων φυσικών εμποδίων ή σχετικών ελέγχων». Επίσης, αναφέρεται ότι εάν δεν υπάρξει συμφωνία σε μελλοντικές διαπραγματεύσεις, τότε «το Ηνωμένο Βασίλειο διατηρεί πλήρως τις υποχρεώσεις προς τους κανόνες της Ενιαίας Αγοράς και της Τελωνειακής Ενωσης (της ΕΕ)».

Ως προς τη διευθέτηση του κόστους του «διαζυγίου», δεν καθορίζεται αριθμητικά επακριβώς. Συμφωνήθηκε ωστόσο μεθοδολογία που περιλαμβάνει λίστα «εργαλείων» και πλαίσιο αρχών για το κόστος του Brexit και τους διακανονισμούς για τη «συνεχιζόμενη συμμετοχή του ΗΒ στα προγράμματα του Πολυετούς Χρηματοπιστωτικού Πλαισίου (ΜFF) (έως την ολοκλήρωσή τους), στους χρηματοπιστωτικούς και άλλους διακανονισμούς με την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων, την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, τα ταμεία της ΕΕ, τις Δομές για Πρόσφυγες στην Τουρκία, τις υπηρεσίες του Συμβουλίου της ΕΕ και το Ευρωπαϊκό Ταμείο Ανάπτυξης.

Επιπλέον, ορίζεται η συμμετοχή της Βρετανίας στους προϋπολογισμούς της ΕΕ έως το 2020, ότι η πληρωμή των 12 δόσεων θα γίνει σε ευρώ και θα αρχίσουν να καταβάλλονται από το τέλος του 2019. Αναφέρεται επίσης ότι σε αυτήν τη φάση διαπραγματεύσεων θα καθοριστούν «πρακτικά ζητήματα» για τη μεθοδολογία και τον προγραμματισμό καταβολής των δόσεων από τη Βρετανία στην ΕΕ. Αναφέρεται ρητά πως το ΗΒ, εάν το θελήσει, μπορεί να συμμετάσχει σε κάποια προγράμματα προϋπολογισμού της ΕΕ «και μετά το 2020, ως χώρα - μη μέλος».

Η συμφωνία αυτή θεωρείται πως εξασφαλίζει στο Λονδίνο το «εισιτήριο» για την έναρξη της δεύτερης φάσης διαπραγματεύσεων που αφορά τις μελλοντικές σχέσεις μεταξύ του ΗΒ και των χωρών της ΕΕ.

Ωστόσο, λίγες μέρες μετά τη συμφωνία, η Επιτροπή της ΕΕ εξέδωσε «κατευθυντήριες οδηγίες» για τη συνέχιση της διαπραγμάτευσης, υποστηρίζοντας ότι η μεταβατική περίοδος μετά την αποχώρηση του Ηνωμένου Βασιλείου από την ΕΕ (που έχει προγραμματιστεί για τις 29 Μάρτη 2019) δεν θα πρέπει να εκταθεί πέραν της 31ης Δεκέμβρη 2020. Αντίθετα, οι Βρετανοί διαπραγματευτές έχουν προτείνει η περίοδος «μετάβασης» να είναι τουλάχιστον διετής...

Οι προειδοποιήσεις Τουσκ και Μπαρνιέ

Είναι φανερό ότι τα επόμενα, δυσκολότερα παζάρια ανάμεσα στις δύο πλευρές θα είναι στην καλύτερη περίπτωση μία... «λυσσαλέα μάχη με το χρόνο», όπως είπε πρόσφατα ο Πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, Ντόναλντ Τουσκ, ο οποίος, αναγγέλλοντας την έγκριση της δεύτερης φάσης διαπραγματεύσεων με τη Βρετανία από τη Σύνοδο Κορυφής στις 14 - 15 Δεκέμβρη, αξιολόγησε το πρώτο στάδιο παζαριών ως αποτέλεσμα «μέτριας προόδου».

Αυστηρότερος εμφανίστηκε ο επικεφαλής διαπραγματευτών της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Μισέλ Μπαρνιέ, ο οποίος προειδοποίησε ότι «δεν υπάρχει καμία πιθανότητα» το Λονδίνο και οι Βρυξέλλες να καταλήξουν σε εμπορική συμφωνία για τις μελλοντικές σχέσεις τους πριν από την έξοδο της Βρετανίας από την Ευρωπαϊκή Ενωση. Ερωτηθείς αν μια εμπορική συμφωνία θα μπορούσε να είναι έτοιμη προς υπογραφή σε πολύ σύντομο διάστημα μετά το «διαζύγιο», ο Μπαρνιέ επανέλαβε ότι έως το Μάρτη του 2019, το μόνο ουσιαστικά που θα είναι έτοιμο θα είναι «μια πολιτική διακήρυξη», η οποία θα περιγράφει τις μελλοντικές εμπορικές σχέσεις. Συνεπώς, δεν αποκλείεται τα παζάρια να συνεχιστούν και την επόμενη δεκαετία.

Οι πιέσεις των μονοπωλίων

Μέχρι τότε, βρετανικά και πολυεθνικά μονοπώλια με έδρα στο Λονδίνο συνεχίζουν τη βολιδοσκόπηση προθέσεων και την αύξηση πιέσεων στα κέντρα λήψης αποφάσεων. Εντείνουν έτσι τις επαφές όχι μόνο με τα στελέχη της κυβέρνησης Μέι αλλά και με στελέχη του Εργατικού Κόμματος, ο πρόεδρος του οποίου, Τζέρεμι Κόρμπιν, προέβλεψε πως θα γίνει πρωθυπουργός «μέσα στους επόμενους 12 μήνες». Η πρόβλεψή του έγινε μετά την «ανταρσία» Συντηρητικών βουλευτών στη Βουλή των Κοινοτήτων την περασμένη βδομάδα, που επέτρεψε την ψήφιση νομοσχεδίου το οποίο δίνει στο Κοινοβούλιο (και όχι στην κυβέρνηση!) τον τελευταίο λόγο στην απόρριψη ή έγκριση της όποιας συμφωνίας διαπραγματευτούν οι δύο πλευρές.

Παράλληλα, το αμερικανικό δίκτυο «Bloomberg», μεταδίδοντας είδηση για τις επαφές του διευθυντή της τράπεζας «Goldman Sachs», Ρίτσαρντ Γκοντ, με τον «σκιώδη» υπουργό Εσωτερικών, του Εργατικού Κόμματος, Τζον Μακντόνελ, παρατήρησε ότι «οι πολυεθνικές βλέπουν σοβαρά την πιθανότητα μελλοντικής κυβέρνησης Εργατικών» και ότι «πολλά στελέχη πολυεθνικών» θα ήθελαν να δουν και ένα δεύτερο δημοψήφισμα για το Brexit.

Κοντολογίς, τα παζάρια θα κλιμακωθούν το προσεχές διάστημα, τροφοδοτώντας αβέβαιες εξελίξεις προς πάσα κατεύθυνση, πάντα με γνώμονα τα συμφέροντα των μονοπωλίων.


Δ. ΟΡΦ.

ΝΕΑ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΣΤΗΝ ΑΥΣΤΡΙΑ
«Πολλά υποσχόμενη» για την ανταγωνιστικότητα του κεφαλαίου

Η ΕΕ διαπιστώνει με ανακούφιση πως το κυβερνητικό πρόγραμμα είναι πανομοιότυπο με αυτό των υπόλοιπων καπιταλιστικών κρατών

Ο καγκελάριος Σ. Κουρτς (αριστερά) και ο αντικαγκελάριος, Χ. Κ. Στράχε (δεξιά)

Copyright 2017 The Associated

Ο καγκελάριος Σ. Κουρτς (αριστερά) και ο αντικαγκελάριος, Χ. Κ. Στράχε (δεξιά)
Ο νέος κυβερνητικός συνασπισμός στην Αυστρία - μεταξύ του Λαϊκού Κόμματος (OVP) και του Κόμματος Ελευθερίας (FPO) - χαρακτηρίζεται από άλλους «ακροδεξιός», από άλλους «συντηρητικός», το βέβαιο όμως είναι πως πρόκειται για μια πολλά υποσχόμενη κυβέρνηση για το αυστριακό κεφάλαιο, που έδειξε από την πρώτη στιγμή τα «δόντια» της στο λαό της χώρας. Η κυβέρνηση σχηματίστηκε δύο μήνες μετά τις εκλογές (15 Οκτώβρη) με τον καγκελάριο, Σεμπάστιαν Κουρτς (OVP), και τον αντικαγκελάριο, Χάιντς - Κρίστιαν Στράχε (FPO), να εξαγγέλλουν την κυβερνητική συμφωνία για «επανεκκίνηση» της αυστριακής καπιταλιστικής οικονομίας, ώστε να επανέλθει στις κορυφαίες θέσεις ανταγωνιστικότητας στην ΕΕ και τον υπόλοιπο κόσμο.

Ετσι, το κυβερνητικό πρόγραμμα περιλαμβάνει απλόχερα ελαφρύνσεις και κίνητρα για τους επιχειρηματικούς ομίλους και ορυμαγδό αντιλαϊκών μέτρων για μείωση του εργασιακού «κόστους». Σφοδρότερη είναι η επίθεση στους αλλοδαπούς εργαζόμενους - που αντικειμενικά είναι σε πιο ευάλωτη θέση - όμως και για τους ντόπιους εργαζόμενους δεν ...πάει καθόλου πίσω.

Η «αγωνία» Ευρωπαίων πολιτικών και αστικών κομμάτων, μετά τις εκλογές στην Αυστρία, για την «άνοδο της ακροδεξιάς», για «πιο σκληρή γραμμή κατά των μεταναστών» και για «ευρωσκεπτικιστικές τάσεις», αποδεικνύεται για ακόμη μια φορά υποκριτική μέχρι το κόκαλο, ενώ δεν αφορούσε καθόλου τους ευρωπαϊκούς λαούς και τους μετανάστες. Οι Ευρωπαίοι ηγέτες διαπίστωσαν με ανακούφιση πως το πρόγραμμα της αυστριακής κυβέρνησης είναι πανομοιότυπο με αυτό των άλλων καπιταλιστικών κρατών. Κατά την πρώτη επίσκεψη του Σ. Κουρτς στις Βρυξέλλες, ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ζαν - Κλοντ Γιούνκερ, του έδωσε τα εύσημα για τα σχέδια της νέας κυβέρνησης: «Οσα γράφονται στο κυβερνητικό σας πρόγραμμα, μας ταιριάζουν σχεδόν στο 100%». Ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, Ντόναλντ Τουσκ, χαρακτήρισε τον Αυστριακό καγκελάριο «έναν ενεργητικό, αποφασιστικό και φιλοευρωπαίο πολιτικό».

Ας δούμε ορισμένα χαρακτηριστικά παραδείγματα για το τι περιμένει τον αυστριακό λαό τα επόμενα χρόνια:

Δουλειά «ήλιο με ήλιο»

Το επόμενο διάστημα θα μπορεί να ισχύει στην Αυστρία εργάσιμος χρόνος έως και 12 ώρες τη μέρα, έως και 60 ώρες τη βδομάδα. Μάλιστα, η απόφαση θα πρέπει να παίρνεται σε επιχειρησιακό επίπεδο ή με ατομική συμφωνία εργαζόμενου - εργοδότη, κάτι που αδυνατίζει τις συλλογικές διαπραγματεύσεις και απαξιώνει τις ΣΣΕ. Επίσης, συνδικάτα και αυστριακός Τύπος αναφέρουν πως το μέτρο λειτουργεί ως «πίσω πόρτα» για την κατάργηση των υπερωριών. Πάντως, στον κλάδο του επισιτισμού - τουρισμού ο μέγιστος εργάσιμος χρόνος είναι ήδη 10 ώρες τη μέρα και 50 ώρες τη βδομάδα, με πρόβλεψη να μπορεί να ανέλθει (με υπερωρίες) σε 12 και 60 ώρες, αντίστοιχα.

Ανεργοι - «λάστιχο» και «τσεκούρι» στις παροχές

Μεγάλο βάρος δίνει η νέα κυβέρνηση και στη λεγόμενη «κινητικότητα των ανέργων». Με το «νέο επίδομα ανεργίας» θα μειωθεί το χρονικό διάστημα των παροχών και θα αυστηροποιηθούν τα κριτήρια για τους δικαιούχους. Στόχος της κυβέρνησης είναι οι επιχειρηματικοί όμιλοι να μην αντιμετωπίζουν έλλειψη προσωπικού, να έχουν εργαζόμενους στη διάθεσή τους ανά πάσα στιγμή. Με τις περικοπές στις παροχές, οι άνεργοι εξαναγκάζονται να δεχτούν οποιαδήποτε δουλειά και μάλιστα σε οποιοδήποτε μέρος της χώρας. Οπως αναφέρει το κυβερνητικό πρόγραμμα - με έμφαση στην τουριστική βιομηχανία - οι υπηρεσίες εύρεσης εργασίας θα πρέπει να κατανέμουν τους ανέργους σε όλη τη χώρα, ανάλογα με τις ανάγκες των επιχειρήσεων, υπό την απειλή της διακοπής ή της μη καταβολής επιδόματος ανεργίας.

Και σήμερα η διάρκεια καταβολής του επιδόματος ανεργίας (στο 55% του καθαρού προηγούμενου μισθού) εξαρτάται από το διάστημα της προηγούμενης (ασφαλισμένης) απασχόλησης. Ωστόσο, στη συνέχεια οι άνεργοι είχαν δικαίωμα στην «επείγουσα βοήθεια» (90% - 95% του επιδόματος ανεργίας), το οποίο χορηγούνταν απεριόριστα έως τη συνταξιοδότηση. Αυτή η επείγουσα βοήθεια θα καταργηθεί και οι άνεργοι θα περάσουν στο ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα, που είναι πολύ χαμηλότερο - ειδικά για όσους είχαν έναν καλό μισθό. Επίσης, για να δικαιούται κανείς το ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα πρέπει η δική του περιουσία να μην ξεπερνά τα 4.189 ευρώ (π.χ. σπίτι, αυτοκίνητο, καταθέσεις). Στοιχεία από τη Βιέννη δείχνουν πως πολλοί δικαιούχοι ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος το αρνούνται επειδή φοβούνται για τα υπάρχοντά τους.

Από τις περικοπές θα πληγούν ακόμη περισσότερο οι μακροχρόνια και οι μεγαλύτερης ηλικίας άνεργοι. Τα στοιχεία δείχνουν πως για τους ανέργους άνω των 50 ετών - ακόμη και εξειδικευμένους, ακόμη και σε «καλή» περίοδο για την οικονομία - είναι πολύ δύσκολο, αν όχι αδύνατο, να βρεθεί και πάλι δουλειά.

Περικοπές στους συνταξιούχους

Υπό το γνωστό επιχείρημα της «εξασφάλισης των συντάξεων» για τις επόμενες γενιές, θα δημιουργηθεί μια ξεχωριστή συνταξιοδοτική ασφαλιστική εταιρεία, υπεύθυνη για τη διαχείριση όλων των συντάξεων. Προαναγγέλλονται μειώσεις στις συντάξεις καθώς «θα αυξηθούν οι κατώτατες συντάξεις και θα καταργηθούν ορισμένα ...προνόμια». Για παράδειγμα, «θα αυξηθεί σταδιακά το όριο ηλικίας για πρόωρη συνταξιοδότηση», ενώ το πρόγραμμα για τα Βαρέα και Ανθυγιεινά «θα επανασχεδιαστεί κατά περίπτωση».

Στο μεταξύ, σχεδιάζεται ξεχωριστή Κοινωνική Ασφάλιση για αλλοδαπούς εργαζόμενους, με σκοπό να επανεκτιμηθεί ο βαθμός αυτάρκειας των καταβληθεισών εισφορών. Αυτό μπορεί να σημαίνει, για παράδειγμα, ότι οι αλλοδαποί θα πρέπει στο μέλλον να λαμβάνουν λιγότερη σύνταξη από τους ντόπιους εργαζόμενους.

Πάντως, συνολικά στην Κοινωνική Ασφάλιση και την Υγεία προβλέπονται περικοπές με συγχωνεύσεις Ταμείων και εξίσωση, προς τα κάτω, των παροχών.

Μετανάστευση στα μέτρα της οικονομίας

Η «μεταναστευτική πολιτική θα πρέπει να αντιστοιχηθεί πλήρως με τις ανάγκες της εγχώριας αγοράς εργασίας και να εστιάσει σε εξειδικευμένους εργάτες», σημειώνει η νέα κυβέρνηση. «Πρέπει να ασφαλίσουμε τα εξωτερικά μας σύνορα και να αποφασίζουμε εμείς οι ίδιοι ποιος θα έρθει στην Ευρώπη, όχι οι λαθρέμποροι», τόνισε ο Σ. Κουρτς στις Βρυξέλλες.

Παράλληλα, θα περιοριστούν οι δαπάνες για βοήθεια και προστασία των προσφύγων, ενώ μεγαλώνουν οι απαιτήσεις για ενσωμάτωσή τους (εργασία, γνώση γερμανικής γλώσσας, κατοικία κ.ά.). Ο κυβερνητικός συνασπισμός θα περιορίσει το ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα, ειδικά για τους πρόσφυγες. Οι αναγνωρισμένοι πρόσφυγες θα πρέπει να λαμβάνουν μόνο 365 ευρώ, συν 155 ευρώ μπόνους για την ένταξη (εάν τηρηθεί μια συμφωνία ενσωμάτωσης).

Για όλους τους δικαιούχους - ντόπιους ή ξένους - δεν θα πρέπει να ξεπερνά τα 1.500 ευρώ, ανεξάρτητα από το πόσα άτομα ανήκουν στην οικογένεια ή στην κοινότητα της ανάγκης. Δικαιούχοι μετανάστες θα είναι μόνο όσοι έχουν ζήσει στην Αυστρία για τουλάχιστον πέντε από τα τελευταία έξι χρόνια.

Ελαφρύνσεις στις επιχειρήσεις

Το κυβερνητικό πρόγραμμα περιλαμβάνει μια σειρά μεμονωμένων μέτρων που αποσκοπούν στην ανακούφιση των επιχειρήσεων και την προσέλκυση επενδύσεων. Μεταξύ άλλων, μειώνεται η φορολογία των επιχειρηματικών κερδών, με το επιχείρημα ότι όλες οι γειτονικές χώρες έχουν ήδη χαμηλότερους φορολογικούς συντελεστές από ό,τι η Αυστρία. Σύμφωνα με αυστριακά ΜΜΕ, ο φορολογικός συντελεστής των καπιταλιστικών κερδών στη Γερμανία είναι 28%, στην Αυστρία είναι στο 25% και δεν έχει καθοριστεί ακόμη πόσο θα πέσει.

Επιπλέον, διακηρύσσεται σαφής μείωση του μη μισθολογικού «κόστους» για τις επιχειρήσεις. Πιο συγκεκριμένα μέτρα θα ανακοινωθούν και κατά τη διάρκεια της κυβερνητικής περιόδου.

Σε μια προσπάθεια προώθησης της «πράσινης επιχειρηματικότητας» και της ενεργειακής αυτάρκειας της χώρας, σημειώνεται η ανάγκη για «έξοδο από τη βιομηχανία ορυκτών πηγών Ενέργειας και το 100% της ηλεκτρικής ενέργειας να προέρχεται από Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας έως το 2030».

Εξωτερική πολιτική

«Σημείο αναφοράς της διεθνούς δράσης μας είναι τα συμφέροντα της Αυστρίας», σημειώνεται για την εξωτερική πολιτική. Επίσης, επιβεβαιώνεται ότι «η Αυστρία εξακολουθεί να αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της ΕΕ και του ευρώ», με ενεργό συμμετοχή, για την αναβάθμιση της θέσης του αυστριακού κεφαλαίου. Αλλωστε, «το μέλλον της Αυστρίας συνδέεται σταθερά με το ευρωπαϊκό σχέδιο για την ειρήνη (συμμετοχή σε ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις και κοινή άμυνα) και την ολοκλήρωση». Ζητά δε ιδιαίτερη «συμβολή στην αποτελεσματική προστασία των εξωτερικών συνόρων της ΕΕ και διασφάλιση της δημόσιας τάξης και ασφάλειας μέσω του ελέγχου των συνόρων».

Το κυβερνητικό πρόγραμμα αναφέρεται σε «ενεργό πολιτική εμπορίου προτάσσοντας αυστριακούς κανόνες και πρότυπα», δηλαδή τα συμφέροντα των αυστριακών ομίλων.

Ο καγκελάριος, Σ. Κουρτς, αναφέρθηκε αμέσως μετά το σχηματισμό κυβέρνησης στη στενή συνεργασία με τη Γερμανία: «Είμαστε πολύ συνδεδεμένοι με τη Γερμανία, οικονομικά, πολιτικά και πολιτιστικά». Ιδιαίτερα συγκεκριμένη είναι η κυβερνητική συμφωνία όσον αφορά στις σχέσεις με τη Ρωσία, με τη ρητή δήλωση ότι θα προωθηθεί «πολιτική ύφεσης μεταξύ Δύσης και Ρωσίας». Επίσης, στο ζήτημα της Ουκρανίας διατυπώνεται «δέσμευση για εκτόνωση της σύγκρουσης». Με την Τουρκία πρέπει να υπάρξει «οριστική λήξη των ενταξιακών διαπραγματεύσεων» και να αναζητηθούν νέοι όροι για τις «σχέσεις ΕΕ - Τουρκίας».


Ε. Μ.



Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ