Παρασκευή 20 Ιούλη 2018
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΕΥΡΩΖΩΝΗ - ΕΛΛΑΔΑ
Επιβράδυνση της ανάκαμψης με πολλαπλούς «κινδύνους»

Χαμηλώνει τον πήχη της ανάκαμψης η Ευρωπαϊκή Επιτροπή «εν μέσω αυξημένης αβεβαιότητας»

Eurokinissi

Χαμηλώνει τον πήχη της ανάκαμψης η Ευρωπαϊκή Επιτροπή «εν μέσω αυξημένης αβεβαιότητας»
Σε χαμήλωμα του πήχη των ρυθμών ανάκαμψης τόσο στην Ευρωζώνη όσο και στην ΕΕ προχώρησε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και μάλιστα «εν μέσω αυξημένης αβεβαιότητας», όπως διαπιστώνεται στην «ενδιάμεση έκθεση» με τις «Θερινές Προβλέψεις 2018».

Σε επίπεδο Ευρωζώνης, ο ρυθμός αύξησης του ΑΕΠ για το 2018 αναμένεται σε 2,1% (από 2,3% στις προβλέψεις του Μάη), με τάση οριακής περαιτέρω επιβράδυνσης στο 2% για το 2019. Συνολικά στην ΕΕ των «27», αναμένεται στο 2,3% (από 2,5% προηγουμένως) για το 2018 και σε 2,1% (από 2,2%) το 2019.

Παρουσιάζοντας την έκθεση, ο αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Β. Ντομπρόβσκις, επισήμανε ότι «η προς τα κάτω αναθεώρηση της αύξησης του ΑΕΠ δείχνει ότι ένα δυσμενές εξωτερικό περιβάλλον, όπως οι αυξανόμενες εμπορικές εντάσεις με τις ΗΠΑ, μπορεί να μειώσει την εμπιστοσύνη και να έχει αρνητική επίδραση στην οικονομική επέκταση». Επιπλέον, όπως είπε, «οι αυξανόμενοι εξωτερικοί κίνδυνοι μας υπενθυμίζουν εκ νέου ότι είναι αναγκαίο να ενισχυθεί η ανθεκτικότητα των επιμέρους οικονομιών μας και της ζώνης του ευρώ συνολικά», δείχνοντας στην κατεύθυνση μέτρων που θα έρθουν να ενισχύσουν την ανταγωνιστικότητα του ευρωπαϊκού κεφαλαίου.

Να σημειωθεί ότι το βασικό σενάριο των προβλέψεων προϋποθέτει πως δεν θα υπάρξει περαιτέρω κλιμάκωση των «εμπορικών εντάσεων». Την ίδια ώρα, σύμφωνα με την έκθεση, στην περίπτωση που αυξηθούν οι εντάσεις, θα επηρεάσουν αρνητικά το εμπόριο και τις επενδύσεις, ενώ στους παράγοντες κινδύνου συγκαταλέγεται επίσης «η δυνητική αστάθεια των χρηματοπιστωτικών αγορών», που με τη σειρά της συνδέεται μεταξύ άλλων με γεωπολιτικούς κινδύνους.

Σχετικά με τις μεγαλύτερες καπιταλιστικές οικονομίες, η Κομισιόν προβλέπει:

-- Γερμανία: 2018: 1,9% (από 2,3% προηγουμένως). 2019: 1,9% (από 2,1%).

-- Γαλλία: 2018: 1,7% (από 2%). 2019: 1,7% (από 1,8%).

-- Ιταλία: 2018: 1,3% (από 1,5%). 2019: 1,1% (από 1,2%).

-- Ισπανία: 2018: 2,8% (από 2,9%). 2019: 2,4% (αμετάβλητο).

-- Ηνωμένο Βασίλειο: 2018: 1,3% (από 1,5%). 2019: 1,2% (αμετάβλητο) με την παγιοποιημένη στις τελευταίες εκθέσεις επισήμανση ότι η πρόβλεψη «βασίζεται σε καθαρά τεχνική παραδοχή για διατήρηση της υπάρχουσας κατάστασης όσον αφορά τις εμπορικές σχέσεις μεταξύ της ΕΕ των 27 και του Ηνωμένου Βασιλείου».

Ρηχή ανάκαμψη με πολλαπλάσια αντιλαϊκά μέτρα

Σε ό,τι αφορά την εξέλιξη του ΑΕΠ στην ελληνική οικονομία, στην έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής προβλέπονται ισχνοί ρυθμοί ανάκαμψης στο 1,9% για το 2018 και 2,3% το 2019, στα ίδια επίπεδα με αυτά των προβλέψεων του Μάη, αλλά με σημαντική πτώση σε σχέση με τις «Χειμερινές Προβλέψεις» του Φλεβάρη (2,5% για το 2018, όπως και για το 2019).

Παράλληλα, σύμφωνα με το Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2019-2022 της ελληνικής κυβέρνησης, κατά μέσο όρο οι προβλεπόμενοι ρυθμοί ανάκαμψης διαμορφώνονται σε 2,16%, αλλά με τάσεις επιβράδυνσης μετά το 2019.

Την ίδια ώρα, σύμφωνα με τους στόχους και του Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου:

Τα πρωτογενή πλεονάσματα ακολουθούν σταθερά ανοδική τροχιά από το 3,56% του ΑΕΠ το 2018, σε 3,96% το 2019, 4,15% το 2020, 4,53% το 2021 και 5,19% το 2022. Με βάση τα παραπάνω, τα «πρωτογενή πλεονάσματα» εκτοξεύονται από 6,87 δισ. το 2018 σε 11,04 δισ. το 2022, με περαιτέρω διόγκωση σε ποσοστό 60,7% και βέβαια καθ' υπέρβαση ακόμη και αυτών των αντιλαϊκών στόχων.

Οι νέες συνολικές παρεμβάσεις (κατακρεούργηση κρατικών κονδυλίων για την κάλυψη λαϊκών αναγκών, ενίσχυση της φοροληστείας) σύμφωνα με το Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο - που έρχονται να προστεθούν στις προηγούμενες - ξεκινούν από τα 3,02 δισ. ευρώ το 2019, για να κλιμακωθούν (σε συνδυασμό με τα επόμενα μέτρα) στα 5,11 δισ. το 2022.

Συντάξεις - Πρόνοια: Το τσεκούρωμα φτάνει στα 2,9 δισ. ευρώ από τις περικοπές κύριων συντάξεων, ενώ μέσω περικοπών στην «προσωπική διαφορά», στις επικουρικές συντάξεις προβλέπονται περαιτέρω «εξοικονομήσεις» ύψους 232 εκατ. ευρώ σε ετήσια βάση. Επιπλέον, το Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο επιβεβαιώνει το πάγωμα των κύριων συντάξεων (λόγω αύξησης ΑΕΠ, πληθωρισμού) για την περίοδο μέχρι και το 2022.

Να σημειωθεί ότι στα παραπάνω κονδύλια δεν περιλαμβάνεται το ΕΚΑΣ των χαμηλοσυνταξιούχων, που εμφανίζεται στην κατηγορία «κοινωνικές παροχές». Σε κάθε περίπτωση, η «καθαρή έξοδος» ενσωματώνει την πλήρη κατάργηση του ΕΚΑΣ από το Δεκέμβρη του 2019. Σημειώνεται ότι μέχρι φέτος κόπηκαν 808 εκατ. ευρώ, ενώ μέχρι το 2019 θα κοπούν συνολικά 853 εκατ. ευρώ, σύμφωνα με το «συμπληρωματικό μνημόνιο» με την Ευρωζώνη.

Κρατικά έσοδα: Σύμφωνα με τις προβλέψεις του υπουργείου Οικονομικών, η μάζα των εσόδων από 86,16 δισ. το 2019 θα διογκωθεί σε 87,48 δισ. το 2020, φτάνοντας στα 91,6 δισ. το 2022. Τα παραπάνω έρχονται να «κουμπώσουν» με το νέο σφαγείο στο αφορολόγητο όριο. Μάλιστα, σύμφωνα με τις κυβερνητικές προβλέψεις, η διόγκωση των άμεσων φόρων «φυσικών προσώπων» (μισθωτοί, συνταξιούχοι κ.ά.) θα φτάσει κατά μέσο όρο στο ετήσιο ρυθμό 6,1% στην 5ετία 2018 - 2022, ενώ οι έμμεσοι φόροι (ΦΠΑ και άλλα χαράτσια στη λαϊκή κατανάλωση) θα διογκώνονται κατά μέσο όρο με ετήσιο ρυθμό 1,3%.

Κίνδυνοι και αβεβαιότητες

Την ίδια ώρα, η Τράπεζα της Ελλάδας στην πρόσφατη έκθεση για τη νομισματική πολιτική επισημαίνει μια σειρά από κινδύνους και αβεβαιότητες στην Ευρωζώνη και στην παγκόσμια οικονομία, που βέβαια, ανάλογα και με τις εξελίξεις, θα έχουν άμεσες επιπτώσεις και στην ελληνική οικονομία.

Αυτοί εστιάζουν:

-- Στον εμπορικό προστατευτισμό, τόσο μέσω των άμεσων επιπτώσεων των περιοριστικών μέτρων που έχουν ανακοινωθεί - επιβολή δασμών από τις ΗΠΑ σε εισαγωγές σειράς προϊόντων, αντίμετρα από την Κίνα, την ΕΕ, τον Καναδά και το Μεξικό - όσο και μέσω της αβεβαιότητας που δημιουργείται από ενδεχόμενη επιδείνωση των συνθηκών του διεθνούς εμπορίου.

-- Στην ενδεχόμενη επιδείνωση της προσφυγικής κρίσης, καθώς και στους γεωπολιτικούς κινδύνους, όπως οι κυρώσεις των ΗΠΑ κατά του Ιράν, που μπορεί να έχουν σημαντικές οικονομικές επιπτώσεις, μεταξύ άλλων, στην ήδη παρατηρούμενη αύξηση των διεθνών τιμών των καυσίμων.

-- Στο υψηλό κρατικό και ιδιωτικό χρέος ως ποσοστό του παγκόσμιου ΑΕΠ. Το κόστος αναχρηματοδότησης αναμένεται να αυξηθεί «εξαιτίας της λιγότερο διευκολυντικής νομισματικής πολιτικής την οποία αναμένεται να ακολουθήσουν πολλές προηγμένες οικονομίες». Εν προκειμένω, «φωτογραφίζονται» και οι εξελίξεις στην Ευρωζώνη, αναφορικά με τη σταδιακή απόσυρση μέτρων νομισματικής χαλάρωσης.

-- Στον συνδυασμό του εμπορικού προστατευτισμού με την περαιτέρω ενίσχυση του δολαρίου και τον εκτεταμένο δανεισμό σε ξένο νόμισμα, που «δημιουργεί πρόσθετους κινδύνους για τις αναδυόμενες οικονομίες».


Α. Σ.

Στη σημερινή ενότητα «Διεθνή και Οικονομία» μπορείτε να διαβάσετε:

  • ΕΥΡΩΖΩΝΗ - ΕΛΛΑΔΑ: Επιβράδυνση της ανάκαμψης με πολλαπλούς «κινδύνους»
  • ΕΥΡΑΣΙΑΤΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΕΝΩΣΗ: Ενα αναδυόμενο πεδίο ανταγωνισμού μεταξύ Ρωσίας - ΕΕ - Κίνας
ΕΥΡΑΣΙΑΤΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΕΝΩΣΗ
Μια αναδυόμενη αγορά που προσελκύει πολλούς «παίκτες»

Οι ευρωπαϊκές δυνάμεις αναζητούν δρόμους προσέγγισης αλλά και ελέγχου της Ρωσίας, όπως και αντιμετώπισης του ανταγωνισμού με την Κίνα

Οι «δρόμοι» της Ενέργειας διαμορφώνουν μεταξύ άλλων το τοπίο του ανταγωνισμού (φωτ. από Λευκορωσία)

ASSOCIATED PRESS

Οι «δρόμοι» της Ενέργειας διαμορφώνουν μεταξύ άλλων το τοπίο του ανταγωνισμού (φωτ. από Λευκορωσία)
Μέσα στο συνολικότερα «ρευστό» τοπίο των παγκόσμιων αντιθέσεων, διεργασιών και ανακατατάξεων στις ιμπεριαλιστικές «συμμαχίες», η Ευρασία φαίνεται να εξελίσσεται στο άμεσο μέλλον σε ένα πεδίο οξυμένων ανταγωνισμών μεταξύ της Ρωσίας, των ΗΠΑ, της ΕΕ και της Κίνας.

Τεράστια αποθέματα ενεργειακών πόρων, αλλά και κρίσιμοι εμπορικοί και γεωστρατηγικοί δρόμοι που χαρακτηρίζουν την περιοχή, ενώνοντας Δύση και Ανατολή, αποκτούν σημαντικό ρόλο στην αναμέτρηση ισχυρών επιχειρηματικών και γεωπολιτικών συμφερόντων.

Η ίδρυση της Ευρασιατικής Οικονομικής Ενωσης (European Economic Union - EEU) έδωσε ακόμα πιο συγκεκριμένα χαρακτηριστικά στα σχέδια αλλά και την αντιπαράθεση δυνάμεων όπως οι παραπάνω. Μέλη της EEU είναι η Ρωσία, η Λευκορωσία, η Αρμενία, το Καζακστάν και το Κιργιστάν. Με τη δημιουργία της EEU αναδύεται μια νέα αγορά, η οποία προσελκύει το οικονομικό και πολιτικό ενδιαφέρον πολλών «παικτών».

Το ενδιαφέρον των Ευρωπαίων συνολικά για την Ευρασία - με τους Γερμανούς και τους Ιταλούς να το εκφράζουν εντονότερα - «αναζωπυρώνεται» για διάφορους λόγους, όπως: Η προσέγγιση με τη Ρωσία και με τι όρους θα γίνει, η πολιτική και οικονομική επιρροή στις γειτονικές με τη Ρωσία χώρες της EEU - που αγγίζουν και τα ευρωπαϊκά σύνορα - αλλά και ο ανταγωνισμός με την Κίνα.

Αλλά και ο Ρώσος Πρόεδρος, Βλαντιμίρ Πούτιν, συμμετέχοντας στο «Ευρασιατικό Οικονομικό Φόρουμ», τον περασμένο Οκτώβρη στη Βερόνα, με τη συμμετοχή των μεγαλύτερων επιχειρηματικών ομίλων της Ρωσίας, της Ιταλίας και άλλων χωρών, επισήμανε τη σημασία των σταθερών επαφών μεταξύ της ΕΕU και της ΕΕ και «το συμφέρον της διαμόρφωσης στο μέλλον ενός κοινού οικονομικού χώρου από τον Ατλαντικό έως στον Ειρηνικό Ωκεανό».

Οι γερμανικές εταιρείες θέλουν να «χωθούν»

«Η Ευρασιατική Οικονομική Ενωση γίνεται όλο και περισσότερο "θέμα" για τις γερμανικές εταιρείες», σημειώνει σε πρόσφατη ανάλυσή του το ινστιτούτο «Germany Trade and Invest» (GTAI), δηλαδή ο επίσημος οργανισμός εξωτερικού εμπορίου της Γερμανίας, που υποστηρίζει τις γερμανικές εταιρείες «στο δρόμο τους» στο εξωτερικό και βοηθά ξένες εταιρείες που επενδύουν στη Γερμανία. Πράγματι, σε φετινή δημοσκόπηση μεταξύ επιχειρηματιών, περισσότεροι από τους μισούς απάντησαν ότι στα άμεσα σχέδιά τους περιλαμβάνεται η ΕΕU, ενώ στην προηγούμενη αντίστοιχη έρευνα τα 3/4 των επιχειρηματιών είχαν απαντήσει αρνητικά.

Ιδιαίτερα στη σημερινή συγκυρία, και παρά το γεγονός ότι οι εμπορικές σχέσεις με την ηγετική αγορά της Ρωσίας έχουν ψυχρανθεί από το 2014, «θα πρέπει να παρακολουθείται προσεκτικά αυτή η οικονομική ένωση» και επίσης «οι γερμανικές εταιρείες πρέπει να προσαρμοστούν σε ακόμα πιο σκληρό ανταγωνισμό με την Κίνα».

Η «οικονομική ολοκλήρωση» της Ρωσίας με τους γείτονές της εξελίσσεται - με αργό βηματισμό - με μοντέλο την εσωτερική αγορά της ΕΕ. «Οι γερμανικές εταιρείες θα μπορούσαν να επωφεληθούν από την ευρασιατική εγχώρια αγορά, η οποία περιλαμβάνει 180 εκατ. καταναλωτές, ενώ από το 2010 δεν υπάρχουν τελωνειακοί δασμοί μεταξύ των κρατών - μελών», λέει το GTAI. Στο μεταξύ, η EEU σχεδιάζει έως το 2025 κοινή χρηματοπιστωτική αγορά, που θα επιτρέψει την ελεύθερη κυκλοφορία κεφαλαίων και θα περιλαμβάνει τράπεζες, χρηματιστήρια και ασφαλιστικές εταιρείες, αλλά και μια κοινή ενεργειακή αγορά (έως το 2025), δηλαδή κοινή αγορά φυσικού αερίου, πετρελαίου, πετρελαϊκών προϊόντων καθώς και κοινούς κανόνες στο εμπόριο ηλεκτρικής ενέργειας.

Παρότι το GTAI λέει ξεκάθαρα πως άμεσα «θετικά οικονομικά αποτελέσματα δεν θα είναι αισθητά για τις γερμανικές εταιρείες», ωστόσο θεωρεί επείγον η Γερμανία και συνολικά η ΕΕ να αρχίσουν να κοιτάνε σοβαρά προς την Ευρασιατική Οικονομική Ενωση και να συνομιλούν μαζί της.

Από τη Λισαβόνα μέχρι το Βλαδιβοστόκ ...και στο βάθος Κίνα

Το «όραμα του Βλαντιμίρ Πούτιν για μια "οικονομική περιοχή από τη Λισαβόνα μέχρι το Βλαδιβοστόκ", όπου τα εμπορεύματα μπορούν να κυκλοφορούν ελεύθερα μεταξύ ΕΕ και Ρωσίας», αναφέρει το GTAI, «παραμένει προς το παρόν ένα όνειρο για το μέλλον». Πολύ περισσότερο η ΕΕ - στα εξωτερικά σύνορα της οποίας τελειώνει η EEU - μένει «στην απ' έξω», την ώρα που «μια περιοχή εμπορικών συναλλαγών με την EEU αναδύεται στα ανατολικά από την Κίνα, την Ινδία και το Ιράν στο νότο».

Η ΕΕU αναζητά νέους επιχειρηματικούς εταίρους και μέσω συμφωνιών ελεύθερων συναλλαγών με άλλες χώρες επιθυμεί να επεκτείνει την εμπορική ζώνη, συνομιλώντας με περίπου 50 χώρες για εμπορικές και άλλες οικονομικές συμφωνίες. Συμφωνία ελεύθερων συναλλαγών έχει ήδη υπογραφεί με το Βιετνάμ και γίνονται διαπραγματεύσεις με άλλες έξι χώρες (Σιγκαπούρη, Αίγυπτο, Ιράν, Ινδία, Ισραήλ, Σερβία). Ανάμεσα στις χώρες που επιδιώκουν οικονομική συνεργασία είναι η Κίνα, η Συρία (μετά τον πόλεμο), το Αφγανιστάν, το Πακιστάν, η Χιλή, η Νότια Κορέα, η Αίγυπτος κ.ά.

Το κινεζικό ενδιαφέρον εκδηλώνεται και μέσω της πρωτοβουλίας «Μία ζώνη, Ενας Δρόμος», στο πλαίσιο της οποίας σχεδιάζεται να κατασκευαστούν από κοινού διάδρομοι Ενέργειας και Μεταφορών που θα διασχίζουν την Ευρασία. Ρωσία και Κίνα ακολουθούσαν πάντα τις δικές τους πολιτικές απέναντι στα κράτη της Κεντρικής Ασίας, αλλά οι μεταξύ τους αντιθέσεις πρόσκαιρα υποχωρούν μπροστά στα οικονομικά οφέλη. Η Ρωσία αποκτά πρόσβαση στο «πάμπλουτο» ταμείο του «Δρόμου του Μεταξιού» και «σπρώχνει» όλο και περισσότερο τους υδρογονάνθρακές της στην Απω Ανατολή (π.χ. αγωγός φυσικού αερίου «Power of Siberia», που καταλήγει στη Σαγκάη). Σε αντάλλαγμα, η Κίνα λαμβάνει - πέρα από τις πρώτες ύλες - μια αξιόπιστη διαδρομή διέλευσης για τα προϊόντα της προς τα δυτικά.

Αυτό δεν αναιρεί καθόλου τον μεταξύ τους έντονο ανταγωνισμό για κυριαρχία στην Κεντρική Ασία. Να σημειωθεί ότι η Κίνα προωθεί και διμερείς συμφωνίες με τις χώρες της Κεντρικής Ασίας στο πλαίσιο και της «Μια ζώνη, Ενας δρόμος», ανεξάρτητα δηλαδή από το πλαίσιο της EEU, εξυπηρετώντας έτσι κυρίως τα κινεζικά συμφέροντα. Εξάλλου, παρόμοια στρατηγική ακολουθεί και με το ευρωενωσιακό μπλοκ.

Ολα τα παραπάνω συνηγορούν στο ότι «για τις γερμανικές εταιρείες, ο ανταγωνισμός θα είναι σκληρότερος, ειδικά από την Κίνα», προειδοποιεί το GTAI.

Θυμίζουμε ότι ο τότε Γερμανός ΥΠΕΞ, Ζίγκμαρ Γκάμπριελ, μιλώντας το Φλεβάρη στη Διάσκεψη Ασφαλείας του Μονάχου, είχε προτείνει μια εναλλακτική απάντηση στον κινεζικό «νέο δρόμο του μεταξιού»: «Μια ευρωπαϊκή πρωτοβουλία για την ανάπτυξη των υποδομών από την Ανατολική Ευρώπη έως την Κεντρική Ασία, καθώς και στην Αφρική, με ευρωπαϊκά χρήματα και πρότυπα»...


Ε. Μ.

Ενας δρόμος προς και απέναντι στη Ρωσία

Αντίστοιχες είναι οι συστάσεις προς την ΕΕ από μια σημαντική γερμανική «δεξαμενή σκέψης» που εδρεύει στις Βρυξέλλες, το Ινστιτούτο «Φρίντριχ Εμπερτ». Ωστόσο, μπαίνει και μια άλλη πλευρά: Η στενότερη οικονομική συνεργασία μεταξύ ΕΕ - EEU μπορεί να είναι μια πλατφόρμα για την υπέρβαση του σημερινού αδιεξόδου στις σχέσεις ΕΕ - Ρωσίας, αλλά και ένας τρόπος ελέγχου της κυριαρχίας της Ρωσίας στις χώρες της Κεντρικής Ασίας.

Η συνεργασία ΕΕ - ΕΕU είναι «ένας από τους λίγους διαθέσιμους και χρήσιμους δρόμους για τη βελτίωση των σχέσεων Ρωσίας και ΕΕ» και πρέπει να εξελιχθεί «παράλληλα με την πολιτική επίλυση συγκρούσεων όπως οι συμφωνίες του Μινσκ (σ.σ. για ανατολική Ουκρανία)». Αντίθετα, «αν συνεχίσουμε να αποφεύγουμε την εμπλοκή με την ΕΕU ή να την αντιμετωπίσουμε ανοιχτά, θα αποξενώσουμε τη Ρωσία και θα επιδεινώσουμε τον ανταγωνισμό στην περιοχή».

Αναφέρονται τρεις βασικοί λόγοι για τους οποίους η ΕΕ θα πρέπει να ξεκινήσει άμεσα σοβαρές επαφές την ΕΕU: Παρέχει μια ουδέτερη πλατφόρμα για προσέγγιση μεταξύ της ΕΕ και της Ρωσίας. Επιτρέπει την προσέγγιση των υπόλοιπων χωρών της Κεντρικής Ασίας με την ΕΕ. Οι χώρες της Ευρασίας θα έρθουν πιο κοντά με την ΕΕ και για την ΕΕ παρουσιάζονται μεγάλες ευκαιρίες για «μεταρρύθμιση» και «εκσυγχρονισμό» των οικονομιών τους αλλά και την αύξηση της ευρωπαϊκής πολιτικής επιρροής.

Η οικονομική συνεργασία και το εμπόριο ενισχύουν την ευημερία όλων των συμμετεχόντων και συμβάλλουν στην πρόληψη του ανταγωνισμού με τις γύρω χώρες. Η ΕΕ «θα μπορούσε να επεκτείνει την αγορά της και να διασφαλίσει την ασφάλεια του εφοδιασμού της με υδρογονάνθρακες (η Ρωσία είναι ένας από τους σημαντικότερους προμηθευτές της Ευρώπης)». Από την άλλη, η Ρωσία, «που εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τα ευρωπαϊκά αγαθά και την τεχνολογία, θα μπορούσε να τα εισαγάγει με χαμηλότερο κόστος, να κερδίσει τις απαραίτητες επενδύσεις για τον εκσυγχρονισμό της οικονομίας της, καθώς επίσης και ασφάλεια των μεταφορών Ενέργειας στην Ευρώπη», σημειώνει το Ινστιτούτο.

Ενώ τα οικονομικά οφέλη δεν φαίνεται προς το παρόν να είναι εντυπωσιακά, ωστόσο «πολιτικά διακυβεύονται πολλά», τονίζει η μελέτη. Αυτό αφορά τον ανταγωνισμό της ΕΕ τόσο με τις ΗΠΑ όσο και με τη Ρωσία. Ετσι, υπογραμμίζεται πως «αν η ΕΕ δεν θέλει να χάσει αυτήν την ευκαιρία για αποκλιμάκωση και προσέγγιση με τη Ρωσία και τις γειτονικές χώρες», «θα πρέπει να επανεξετάσει τη σκεπτικιστική στάση της» ιδιαίτερα σε μια περίοδο «απομονωτισμού των ΗΠΑ», άρνησης της «πολυμέρειας και του ελεύθερου εμπορίου».

Επίσης, μια ολιγωρία από πλευράς ΕΕ θα μπορούσε να οδηγήσει τη Ρωσία να κυριαρχήσει στην περιοχή και να διαπραγματεύεται μόνο διμερώς με την ΕΕ και όχι στο πλαίσιο της EEU, «καπελώνοντας» τα ιδιαίτερα συμφέροντα των γειτονικών χωρών, τα οποία θέλει φυσικά να αξιοποιήσει η ΕΕ.



Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ