Το ενδεχόμενο αυτό εξετάζεται από τις Βρυξέλλες κατά τα τελευταία χρόνια και υπό την πίεση των βιομηχανιών εκείνων που διατείνονται ότι οι, δήθεν, φιλοπεριβαλλοντικοί περιορισμοί και κυρίως το κόστος των «δικαιωμάτων ρύπων» στην ΕΕ αυξάνουν το δικό τους κόστος παραγωγής και κατά συνέπεια μειώνει την «ανταγωνιστικότητά» τους έναντι εμπορευμάτων που παράγονται σε χώρες, οι οποίες δεν έχουν υιοθετήσει ανάλογους περιορισμούς στις δικές τους βιομηχανίες. Στην έκθεση ομολογείται, άλλωστε, σχεδόν ξεκάθαρα ότι, παρά τον «φιλοπεριβαλλοντικό» φερετζέ, στόχος είναι να προστατευτούν τα ευρωπαϊκά μονοπώλια από τον «αθέμιτο ανταγωνισμό» που ασκούν άλλοι μονοπωλιακοί όμιλοι εκτός ΕΕ.
Οι βιομηχανικοί όμιλοι «προειδοποιούν» εδώ και χρόνια για το φαινόμενο της «διαρροής άνθρακα» («carbon leakage») που θα πλήξει παραπέρα την ευρωπαϊκή οικονομία. Πρόκειται για το ενδεχόμενο φυγής κάποιων βιομηχανιών από την ΕΕ και μεταφοράς των παραγωγικών τους δραστηριοτήτων σε χώρες οι οποίες δεν έχουν τόσο αυστηρούς περιορισμούς. Βέβαια, η μεταφορά παραγωγικών δραστηριοτήτων ευρωπαϊκών (και άλλων «δυτικών» μονοπωλιακών ομίλων) από τις μητρικές χώρες σε άλλες με χαμηλότερο κόστος παραγωγής (επωφελούμενοι από το χαμηλότερο μισθολογικό κόστος, του ευνοϊκότερου φορολογικού καθεστώτος, αλλά και των «ελαστικών» περιβαλλοντικών όρων) όπως της Ασίας, δεν είναι φαινόμενο που εμφανίζεται για πρώτη φορά τα τελευταία χρόνια, ιδιαίτερα μετά και τη Συμφωνία του Παρισιού. Σε κάθε περίπτωση, συνολικά το φαινόμενο της εξαγωγής κεφαλαίου, όσο και της μεταφοράς παραγωγικών δραστηριοτήτων για την ανεύρεση περισσότερο «ευνοϊκών επενδυτικών συνθηκών» ούτε καινούριο είναι, ούτε ξέχωρο από την ίδια τη φύση του κεφαλαίου. Με δεδομένα κι αυτά, και με το βλέμμα ξεκάθαρα στην προστασία των «δικών» τους μονοπωλίων, η προσπάθεια αντιμετώπισής του εκ μέρους της ΕΕ εκφράζει και αντιφάσεις, αλλά και εγγενείς αντιθέσεις στο εσωτερικό της.
Με αυτά ως φόντο, η πλειοψηφία του Ευρωκοινοβουλίου υποστήριξε την επιβολή «εισφοράς άνθρακα» σε ορισμένα αγαθά που εισάγονται από χώρες εκτός ΕΕ, εάν αυτές οι χώρες δεν υιοθετήσουν «αρκετά φιλόδοξους στόχους» για τη μείωση των ρύπων. Οπως αναφέρεται χαρακτηριστικά στο σχετικό ψήφισμα, το γεγονός αυτό θα δημιουργήσει «ισότιμους όρους ανταγωνισμού σε παγκόσμιο επίπεδο, και θα δώσει επίσης κίνητρο στις βιομηχανίες, τόσο εντός όσο και εκτός ΕΕ, να απεξαρτηθούν από τον άνθρακα σύμφωνα με τους στόχους της Συμφωνίας του Παρισιού».
Αν και είναι προφανές ότι πρόκειται για την επιβολή δασμού - με φιλοπεριβαλλοντικό «φερετζέ» - η πλειοψηφία του Ευρωκοινοβουλίου υποστηρίζει ότι η εν λόγω εισφορά θα πρέπει να είναι «συμβατή με το σύστημα του ΠΟΕ και να μη γίνει λανθασμένη χρήση της, οδηγώντας στην ενίσχυση του προστατευτισμού».
Αξίζει, επίσης, να σημειώσουμε ότι τα όποια έσοδα που θα προέλθουν από την επιβολή της «εισφοράς άνθρακα» θα αποτελούν «ίδιους πόρους» του ευρωπαϊκού προϋπολογισμού, που στη συνέχεια θα κατευθύνονται για την ενίσχυση άλλων επιχειρηματικών δράσεων που περιλαμβάνονται στην «Πράσινη Συμφωνία» της ΕΕ.
Στο ψήφισμα ξεκαθαρίζεται ότι ο νέος μηχανισμός θα πρέπει να είναι μέρος της ευρύτερης βιομηχανικής στρατηγικής στην ΕΕ και να καλύπτει όλες τις εισαγωγές προϊόντων και εμπορευμάτων που περιλαμβάνονται στο Σύστημα Εμπορίας Εκπομπών της ΕΕ, δηλαδή στο χρηματιστήριο ρύπων. Πιο συγκεκριμένα, σημειώνεται ότι από το 2023 κι έπειτα ο μηχανισμός θα πρέπει να καλύπτει τον τομέα της ηλεκτρικής ενέργειας και τους ενεργοβόρους βιομηχανικούς κλάδους, όπως του τσιμέντου, του αλουμινίου, του χάλυβα, των διυλιστηρίων, του χαρτιού, των χημικών προϊόντων και των λιπασμάτων, οι οποίοι αντιπροσωπεύουν το 94% των βιομηχανικών εκπομπών της ΕΕ. Πρόκειται, δηλαδή, για στρατηγικής σημασίας κλάδους και εμπορεύματα γύρω από τα οποία διεξάγεται ήδη ένας σφοδρός εμπορικός πόλεμος με τις ΗΠΑ, την Κίνα, την Ινδία αλλά και άλλες περιφερειακές αναδυόμενες καπιταλιστικές οικονομίες όπως η Τουρκία ή η Νότιος Αφρική.
Αρκετά αποκαλυπτικός, ως προς τις προθέσεις της ΕΕ, εμφανίστηκε στη δήλωσή του μετά το τέλος της ψηφοφορίας ο εισηγητής του ψηφίσματος Y. Jadot (μέλος της ευρωκοινοβουλευτικής ομάδας των Πρασίνων). Επισήμανε ότι ο νέος μηχανισμός που προτείνει το Ευρωκοινοβούλιο «αποτελεί μια τεράστια ευκαιρία για να αντιμετωπιστούν συνολικά ζητήματα που αφορούν το κλίμα, τη βιομηχανία, την απασχόληση, την ανθεκτικότητα και τη βιομηχανική μετεγκατάσταση. Πρέπει να σταματήσουμε να είμαστε αφελείς και να επιβάλλουμε την ίδια τιμή άνθρακα στα προϊόντα, είτε αυτά παράγονται εντός, είτε εκτός ΕΕ, (...) πιέζοντας παράλληλα τους εμπορικούς μας εταίρους να είναι εξίσου φιλόδοξοι, προκειμένου να έχουν πρόσβαση στην αγορά της ΕΕ».
Μέσα στο δεύτερο τρίμηνο του έτους, η Επιτροπή αναμένεται να παρουσιάσει τη νομοθετική της πρόταση για τον Μηχανισμό Συνοριακής Προσαρμογής Ανθρακα καθώς και πρόταση για το πώς θα συμπεριληφθούν τα έσοδα που θα προέλθουν στον προϋπολογισμό της ΕΕ.
Ο ειδικός απεσταλμένος του νέου Προέδρου των ΗΠΑ για το κλίμα Τζον Κέρι κατά τη διάρκεια του πρόσφατου τετραήμερου ταξιδιού του σε Λονδίνο, Βρυξέλλες και Παρίσι, το οποίο πραγματοποιήθηκε ενόψει της διεθνούς Συνόδου για το Κλίμα (COP26), που θα λάβει χώρα στο Λονδίνο τον ερχόμενο Νοέμβρη, εμφανίστηκε ανήσυχος για το ενδεχόμενο επιβολής ενός «φόρου άνθρακα» εκ μέρους της ΕΕ. Σε δήλωσή του, που δημοσίευσαν οι «Financial Times» (12 Μάρτη) σημειώνει σχετικά για τον εν λόγω δασμό: «Πιστεύω ότι είναι κάτι περισσότερο από τελευταία επιλογή, αφού έχεις εξαντλήσει κάθε άλλη δυνατότητα να επιτύχεις τη μείωση των εκπομπών ρύπων και συμμετέχεις σε ένα είδος συμμαχίας που όλοι φέρουν τις δικές τους υποχρεώσεις».
Οι - προς το παρόν - «διακριτικές» αυτές επισημάνσεις έχουν να κάνουν και με το γεγονός ότι η νέα ηγεσία των ΗΠΑ υπό τον Τ. Μπάιντεν, όπως προέκυψε και από το πρόσφατο ταξίδι του Κέρι, έχει ως σκοπό να διαμορφώσει κοινή θέση με την ΕΕ αναφορικά με τους στόχους μείωσης των εκπομπών ρύπων παγκοσμίως, δημιουργώντας συνθήκες πίεσης στην Κίνα και άλλες αναδυόμενες καπιταλιστικές οικονομίες.
Εξ ου και κατά τη διάρκεια κοινής συνέντευξης Τύπου με τον Γάλλο υπουργό Οικονομίας, Μπ. Λε Μερ, αρνήθηκε να λάβει επίσημη θέση σχετικά με τον «φόρο άνθρακα» και κάλεσε την ΕΕ να μη λάβει αποφάσεις πριν από τη Σύνοδο του Νοέμβρη, όπου θα γίνει προσπάθεια να επιτευχθεί συμφωνία τέτοια που δεν θα χρειάζεται να επιβληθεί φόρος στις εισαγωγές προϊόντων. Αξίζει να σημειωθεί επίσης ότι στις 22 Απρίλη οι ΗΠΑ διοργανώνουν μια παράλληλη Σύνοδο για το Κλίμα, όπου αναμένεται να συμμετάσχουν ηγέτες των μεγαλύτερων οικονομιών κι εκεί θα ανακοινώσουν τη δική τους πολιτική για το Κλίμα και τους στόχους μείωσης εκπομπών για τις επόμενες δεκαετίες.
Γίνεται φανερό, για ακόμη μία φορά, ότι το περιβάλλον και η «προστασία» του συνιστούν ένα ακόμη πεδίο που αξιοποιείται στην αντιπαράθεση μεταξύ των ιμπεριαλιστικών κέντρων που το καθένα επιδιώκει να παρουσιάσει τα συμφέροντα των «δικών του» μονοπωλιακών ομίλων ως την πλέον συμφέρουσα για το «μέλλον του πλανήτη» πολιτική. Ειδικότερα σε ό,τι αφορά τους σχεδιασμούς της ΕΕ γίνεται φανερό ότι ο μηχανισμός αποτελεί μορφή κρατικού παρεμβατισμού και βασικό εργαλείο για την προώθηση των καπιταλιστικών «πράσινων» επενδύσεων, τον έλεγχο ροής των κεφαλαίων και βεβαίως την προστασία των ευρωενωσιακών μονοπωλίων στον διεθνή ανταγωνισμό. Οπως, βέβαια, το μόνο σίγουρο είναι ότι οι λαοί θα πληρώσουν τη «νύφη» και των πράσινων «δασμών» και λοιπών «ίδιων πόρων», το κόστος των οποίων θα μετακυλιστεί στους ίδιους, όσο και των εμπορικών και άλλων «πολέμων» των μονοπωλιακών ομίλων.
Τραγικά αδιέξοδα από τις τεράστιες ελλείψεις στα δημόσια νοσοκομεία
Με αγωνία, οι γιατροί εξηγούσαν τα τραγικά αδιέξοδα που προκαλούν οι τεράστιες ελλείψεις στα δημόσια νοσοκομεία, όχι μόνο για τους ασθενείς Covid-19 αλλά και για χιλιάδες που αντιμετωπίζουν άλλες ασθένειες και τους οποίους οι υγειονομικοί εξαναγκάζονται να διαχειρίζονται με κριτήριο τελικά «τι περισσεύει»...
Αναδεικνύοντας εμπόδια που μπαίνουν πλέον ακόμα και στην ίδια την ολοκληρωμένη διάγνωση μιας κατάστασης, οι γιατροί επεσήμαναν: «Γνωρίζουμε πολύ καλά ότι αυτές οι αναβολές συνδέονται με απώλειες ευκαιριών και με τη μη πρόσβαση ορισμένων ασθενών στην υγειονομική περίθαλψη, και θα ενταθούν το επόμενο διάστημα». Περιγράφοντας δε περιπτώσεις ασθενών των οποίων η ζωή κρέμεται από μια κλωστή, αλλά και το πόσο βασανιστικά εντείνεται αυτή η διαδικασία της ...διαλογής ζωών, οι γιατροί ανέφεραν: «Εδώ και πολλές μέρες εξαναγκαζόμαστε να σταθμίζουμε πάρα πολύ σχολαστικά τις ενδείξεις προς ορισμένες τεχνικές ειδικής υποστήριξης». Για να καταλήξουν: «Ως γιατροί που είμαστε επιφορτισμένοι με τα μεγάλα θύματα της πανδημίας, βεβαιώνουμε ότι θα βρεθούμε στο πλευρό των ασθενών μας και των οικογενειών τους για να τους φροντίσουμε, όποιες κι αν είναι οι δυσκολίες, γιατί αυτή είναι η αποστολή μας. Ξέρουμε ότι μπορούμε να υπολογίζουμε στην άψογη κινητοποίηση όλων των υγειονομικών, όσο εξαντλημένοι κι αν είναι και παρά τις συνθήκες που ποτέ δεν περίμεναν ότι θα αντιμετωπίσουν», καθώς «δεν μπορούμε να σωπάσουμε χωρίς να προδώσουμε τον όρκο του Ιπποκράτη που δώσαμε κάποτε...».
Την περασμένη Τετάρτη, ο Γάλλος Πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν, σε διάγγελμα με το οποίο ανακοίνωσε νέα περιοριστικά μέτρα (σε μετακινήσεις, λειτουργία σχολείων κ.λπ.), απέφυγε «όπως ο διάολος το λιβάνι» να θίξει το οποιοδήποτε ενδεχόμενο οργανωμένης και πραγματικής επίταξης του ιδιωτικού τομέα Υγείας, αυτό δηλαδή που επιβάλλεται εδώ και καιρό.
Την ίδια ώρα μάλιστα που η κυβέρνηση αφήνει το σύστημα Υγείας αθωράκιστο μέσα στην πανδημία, καταφεύγει και στη ...θεωρητικοποίηση της απάνθρωπης κατάστασης που αντιμετωπίζουν υγειονομικοί και ασθενείς μέσα στα νοσοκομεία, μοιράζει «οδηγίες» με κριτήριο τη διαιώνιση αυτής της αθλιότητας και όχι τις σύγχρονες τεράστιες δυνατότητες για την προστασία της ζωής και της υγείας του λαού.
Μόλις τον περασμένο Οκτώβρη, το υπουργείο Αλληλεγγύης και Υγείας εξέδωσε νέες οδηγίες για «Πρακτικές διαλογής των ασθενών», επικαιροποιημένες με βάση τα δεδομένα από την πανδημία. Με αυτές ομολογούσε απροκάλυπτα τη γύμνια των δημόσιων νοσοκομείων, «προσπερνώντας» βέβαια την πολιτική που την προκαλεί και τη διαιωνίζει. Περιοριζόταν να καταγράφει τις «ισχυρές ανησυχίες που εκφράζονται για τις πρακτικές διαλογής, που μπορεί να επηρεάσουν τις αποφάσεις περίθαλψης (...)ασθενών που πάσχουν από Covid-19, εξαιτίας έλλειψης διαθέσιμων νοσοκομειακών κλινών», αλλά και «ασθενών που πάσχουν από άλλες ασθένειες και "ανταγωνίζονται" για τη φροντίδα όσων πάσχουν από Covid-19(π.χ. αναβολή παρεμβάσεων σε ιδρύματα Υγείας)».
Πού κατέληγε; Να πετάει το μπαλάκι στους γιατρούς, επισημαίνοντας ότι «αν τελικά προκύπτουν καταστάσεις αναντιστοιχίας πόρων - αναγκών (...) η ηθική διάσταση είναι επιτακτική ανάγκη να ενσωματωθεί στη λήψη απόφασης και κυρίως οι αρχές της δικαιοσύνης και της ισότητας, της αξιοπρέπειας». Καμία «δικαιοσύνη» και «αξιοπρέπεια», βέβαια, δεν μπορεί να υπάρχει στο έδαφος των τεράστιων ελλείψεων και των δραματικών συνεπειών τους για την υγεία των ασθενών.
Στην ίδια συζήτηση, εκπρόσωποι της κυβέρνησης και άλλοι που μιλούν απλά για «έκτακτη περίσταση» επαναφέρουν και παλιότερες διατάξεις, π.χ. από νόμο του 2005 για «τα δικαιώματα των ασθενών», τα οποία - όπως εξηγούν αστικά ΜΜΕ - «συνδέονται με την ανάγκη να αντιμετωπίζεται ένα παράλογο πείσμα. Αυτό σημαίνει: Την αποφυγή θεραπειών περιττών ή δυσανάλογων ή με μοναδικό στόχο την τεχνητή διατήρηση στη ζωή και τη διευκόλυνση της μετάβασης από τη θεραπεία στην ανακούφιση. Αυτός ο νόμος θεσπίζει σωστές πρακτικές οριοθέτησης και διακοπής μιας θεραπείας». Στην πραγματικότητα, βέβαια, πολύ πριν και από την τρέχουσα πανδημία, το κριτήριο για το «δυσανάλογο» μιας θεραπείας δεν είναι αυστηρά ιατρικό αλλά επηρεάζεται άμεσα από την εμπορευματοποίηση της Υγείας, από την πολιτική που την αντιμετωπίζει ως «κόστος».
Κραυγή αγωνίας και οργής από τους υγειονομικούς
Στην Ιταλία πάνω από 3,5 εκατ. άνθρωποι έχουν διαγνωστεί με Covid-19, ενώ έχουν καταγραφεί επίσημα τουλάχιστον 109.000 θάνατοι, ο δεύτερος υψηλότερος αριθμός στην Ευρώπη, μετά τη Βρετανία. Η «πλεονάζουσα θνησιμότητα» υπερβαίνει κατά πολύ τον μέσο όρο της συνηθισμένης ετήσιας θνησιμότητας της χώρας. Πρόκειται είτε για θανάτους λόγω Covid-19 που δεν έφτασαν ποτέ σε νοσοκομείο και δεν καταμετρήθηκαν ως τέτοιοι ή λόγω άλλης ασθένειας, ακριβώς επειδή τα νοσοκομεία έχουν καταρρεύσει και πολλοί άλλοι ασθενείς αποκλείονται.
Το ίδιο «έργο» επαναλαμβάνεται ξανά. «Λίγα άδεια κρεβάτια και αναγκαζόμαστε και πάλι να επιλέξουμε ποιον θα θεραπεύσουμε», δήλωνε πριν από μερικές μέρες ο διευθυντής της μονάδας μολυσματικών ασθενειών νοσοκομείου στην Μπολόνια. «Οι ΜΕΘ είναι γεμάτες από Covid ασθενείς και συχνά αναβάλλουμε σημαντικές χειρουργικές επεμβάσεις, όπως είναι οι ογκολογικές», τονίζει.
Σύμφωνα με τον διευθυντή του Τμήματος Αναισθησιολογίας του Ινστιτούτου Υγείας της Ρώμης, μέσα στο Μάρτη «η πληρότητα στις κλίνες αγγίζει το 80%».
Οι μαζικές περικοπές και η διαρκής κρατική υποχρηματοδότηση του δημόσιου συστήματος Υγείας, το μοντέλο των Συμπράξεων Δημόσιου και Ιδιωτικού Τομέα που εφαρμόζεται στην Ιταλία από το 1992, έδειξαν και συνεχίζουν να δείχνουν τις τραγικές συνέπειές τους σε όλη τη διάρκεια της πανδημίας.
Ετσι, μέσα στο Μάρτη, κι ενώ τα νοσοκομεία θύμιζαν ξανά «εμπόλεμη ζώνη», από τα 5,5 δισ. ευρώ των ευρωενωσιακών κονδυλίων για την πανδημία που παίρνει η Ιταλία, τα 2,8 δισ. ευρώ κατευθύνθηκαν ως επιχορηγήσεις σε επιχειρήσεις. Στην Υγεία πηγαίνουν περίπου 1,4 δισ. ευρώ, με τα κονδύλια και πάλι να κατευθύνονται στην πλειοψηφία τους στην έρευνα και ψηφιοποίηση, στην τηλεϊατρική και σε ιδιωτικές εταιρείες, αντί να ενισχυθούν με μόνιμο προσωπικό και εξοπλισμό τα δημόσια νοσοκομεία.
Επίσης, στο πλαίσιο της χρηματοδότησης του σχεδίου εμβολιασμού και του συστήματος Υγείας, η κυβέρνηση ενέκρινε πρόσφατα 2,1 δισ. ευρώ επιπλέον για την αγορά εμβολίων και 700 εκατ. για φάρμακα κατά της Covid-19, ενώ μόλις 50 εκατ. για τα νοσοκομεία...
Να σημειωθεί ότι την τελευταία δεκαετία περικόπηκαν συνολικά από το δημόσιο σύστημα Υγείας 37 δισ. ευρώ (25 δισ. ευρώ την πενταετία 2010 - '15 και άλλα 12 δισ. έως το 2019). Από την άλλη μεριά, μόνο για το 2019 οι αμυντικές δαπάνες της Ιταλίας, στο πλαίσιο και των στόχων που θέτει το ΝΑΤΟ, ξεπέρασαν τα 21 δισ. ευρώ.
Copyright 2021 The Associated |
Τις μεγάλες ελλείψεις σε γιατρούς και νοσηλευτές στο βρετανικό σύστημα Υγείας, την αποδυνάμωση των νοσοκομείων της χώρας από τη σκληρή λιτότητα των προηγούμενων δέκα και πλέον χρόνων, όξυνε ακόμα περισσότερο η μεγάλη διασπορά του κορονοϊού στους υγειονομικούς. Καθώς στη Βρετανία έχουν καταγραφεί πάνω από 4,3 εκατομμύρια επιβεβαιωμένα κρούσματα και πάνω από 127.000 νεκροί, χιλιάδες νοσοκόμες και γιατροί μολύνθηκαν από τον κορονοϊό και ανεξακρίβωτος αριθμός άλλων έχασε ακόμη και τη ζωή του. Μέσα σε αυτήν την κατάσταση, ειδικά στο πρώτο κύμα της πανδημίας, ακόμα και η ανάκληση αδειών όλου του προσωπικού δεν έφτανε για να αντιμετωπιστεί η κρίση. Η κυβέρνηση δεν ενίσχυσε το σύστημα Υγείας. Ακόμα και τα 7 υπαίθρια νοσοκομεία που έφτιαξε, δίνοντας 297 εκατ. δολάρια, λειτούργησαν ελάχιστα ή καθόλου, επειδή δεν υπήρχε το απαραίτητο προσωπικό σε γιατρούς και νοσηλευτές!
Μέσα σε ένα τέτοιο φόντο, στα υποστελεχωμένα και αθωράκιστα νοσοκομεία ήταν πολλές οι φορές που υγειονομικοί κλήθηκαν να παίξουν άθελά τους τον κριτή ζωής και θανάτου για τους χιλιάδες ασθενείς που περνούσαν από τα χέρια τους.
Και σήμερα όμως, παρά τη σχετική μείωση στην εξάπλωση της πανδημίας, παραμένουν πολύ σοβαρά προβλήματα. Ο αριθμός των ασθενών που πηγαίνει στα νοσοκομεία για συμβουλευτική ή θεραπευτική αγωγή έχει μειωθεί μέσα στον τελευταίο χρόνο κατά 69%! Σε πρωτοφανή επίπεδα έχει αυξηθεί ο αριθμός ανθρώπων που περιμένουν πάνω από έναν χρόνο για νοσηλεία και επεμβάσεις σε νοσοκομεία! Στην Αγγλία τον Φλεβάρη του 2020 ήταν 1.600, ενώ σήμερα, μετά και το δεύτερο κύμα της πανδημίας, ξεπερνούν τους 300.000!
Την ίδια ώρα, υπάρχουν πολλοί υγειονομικοί που περιμένουν ακόμα να εμβολιαστούν, ενώ συνεχίζεται και η ενδονοσοκομειακή διασπορά. Αναρίθμητες είναι οι περιπτώσεις ανθρώπων που εισήχθησαν στο νοσοκομείο για μία εγχείρηση ρουτίνας και πέθαναν πριν την ώρα τους, επειδή κόλλησαν τον κορονοϊό εντός του νοσοκομείου. Οπως η περίπτωση του 74χρονου Τζέρεμι Φρέντερικς, ο οποίος - όπως έγραφε ο «Γκάρντιαν» στις 30/3 - πέθανε από κορονοϊό σε νοσοκομείο του Σόλσμπερι ενώ είχε μπει για να βάλει βηματοδότη. 'Η η περίπτωση της 50χρονης Δρ. Αρούνα Νάρσι, που μπήκε για εγχείρηση στη σπλήνα και λίγο αφότου την έκανε επιτυχώς, μολύνθηκε με κορονοϊό και «έσβησε» μέσα σε λίγα 24ωρα...
Περισσότερο από ένα χρόνο μετά το ξέσπασμα της πανδημίας, τα συστήματα Υγείας σε όλη την Ευρώπη εξακολουθούν να παραμένουν αθωράκιστα. Η ίδια πολιτική της εμπορευματοποίησης, της υποχρηματοδότησης και της υποστελέχωσης που τα σμπαράλιασε όλα τα προηγούμενα χρόνια, είναι η πολιτική που συνεχίζεται και μέσα στην πανδημία, παρά τις εκατοντάδες χιλιάδες των θανάτων, ακριβώς γιατί το κεφάλαιο και όλες οι κυβερνήσεις του αντιμετωπίζουν την προστασία της υγείας των λαών ως «κόστος». Χωρίς καμία ουσιαστική ενίσχυση, υγειονομικοί και ασθενείς βρίσκονται σήμερα ακόμα πιο εκτεθειμένοι από ό,τι πριν ένα χρόνο: Ακριβώς γιατί μαζί με τη συνεχιζόμενη εξάπλωση της πανδημίας, έρχονται αντιμέτωποι και με τις συσσωρευμένες συνέπειες από τη μετατροπή των συστημάτων Υγείας σε συστήματα «μιας νόσου», από την εξουθένωση των υγειονομικών που δίνουν όλο αυτόν τον καιρό τη μάχη χωρίς εφεδρείες...
Χαρακτηριστικά για όλα τα παραπάνω, όπως και για τον ένοχο που πρέπει να μπει στο στόχαστρο της πάλης των λαών, είναι τα στοιχεία και οι πτυχές που παρουσιάζει σήμερα ο «Ριζοσπάστης» για την κατάσταση που διαμορφώνεται στα συστήματα Υγείας στα ισχυρότερα καπιταλιστικά κράτη της Ευρώπης: στη Γερμανία, στη Γαλλία, στη Βρετανία και την Ιταλία.
Κλειστές ΜΕΘ λόγω έλλειψης προσωπικού, ακύρωση χειρουργείων και θεραπειών, ακόμη και «λουκέτα» σε νοσοκομεία
Ελλειψη δεκάδων χιλιάδων υγειονομικών, κλειστά κρεβάτια ΜΕΘ λόγω έλλειψης προσωπικού, ακύρωση χιλιάδων χειρουργείων ή θεραπειών, καθυστέρηση διαγνώσεων σε σοβαρές παθήσεις, «λουκέτα» σε νοσοκομεία. Αυτή η εικόνα του «πρώτου κύματος» της πανδημίας πριν από ένα χρόνο παραμένει σήμερα ίδια στη Γερμανία.
Καθώς ο αριθμός των κρουσμάτων αυξάνεται στη χώρα, στα τέλη Μάρτη έμενε κατά μέσο όρο μόλις ένα άδειο κρεβάτι ΜΕΘ-Covid ανά κλινική (περίπου 1.600 κενές κλίνες σε όλη τη χώρα) και μόνο άλλα τόσα κενά κρεβάτια ΜΕΘ για περιστατικά εκτός Covid.
«Είναι συγκλονιστικά λίγα αν σκεφτούμε ότι υπάρχουν και άλλοι ασθενείς που χρειάζονται θεραπεία. Χωρίς την πανδημία, έχουμε περίπου 2 εκατ. ασθενείς κάθε χρόνο στις ΜΕΘ. Επιπλέον έχουμε καθυστερημένα χειρουργεία από το πρώτο και το δεύτερο κύμα», σημειώνει ο πρόεδρος της γερμανικής Διεπιστημονικής Ενωσης για Εντατική Φροντίδα και Ιατρική Εκτακτης Ανάγκης (DIVI), καθώς και στην «ατμομηχανή» της ΕΕ συσσωρεύονται οι συνέπειες της μετατροπής των συστημάτων Υγείας σε συστήματα «μιας νόσου».
Μάλιστα, δεν είναι ξεκάθαρο αν μπορούν να χρησιμοποιηθούν όλα τα κενά κρεβάτια που αναφέρει καθημερινά η DIVI, λόγω έλλειψης προσωπικού. Ο πρόεδρός της κάνει λόγο για «ψευδή αίσθηση ασφάλειας» στη Γερμανία, που έχει συγκριτικά με άλλες ευρωπαϊκές χώρες υψηλότερη αναλογία ΜΕΘ ανά κάτοικο.
«Ακόμα και σήμερα, ορισμένοι γιατροί έκτακτης ανάγκης δυσκολεύονται να τοποθετήσουν τους ασθενείς σε κλινικές, παρόλο που το μητρώο στην περιοχή δείχνει δεκάδες άδεια κρεβάτια», σημειώνει, καθώς χρειάζονται τουλάχιστον 3.500 - 4.000 επιπλέον νοσηλευτικό προσωπικό. Σύμφωνα με το μητρώο της DIVI, η Γερμανία διαθέτει πάνω από 28.000 κρεβάτια ΜΕΘ. Ακόμα όμως και μετά από ένα χρόνο πανδημίας, σχεδόν το 20% αυτών προς το παρόν δεν λειτουργούν λόγω έλλειψης προσωπικού.
Αντίστοιχα, ο Γερμανικός Σύνδεσμος Νοσοκομείων (DKG) εκτιμά ότι μόνο στις ΜΕΘ της χώρας λείπουν 4.700 υγειονομικοί. Ιδιαίτερα το νοσηλευτικό προσωπικό, που διαμαρτύρεται εδώ και χρόνια για τις ελλείψεις και την εντατικοποίηση, έχει φτάσει στα όριά του και πολλοί σκέφτονται να εγκαταλείψουν τη δουλειά τους...
Οι κανόνες για την υγεία και την ασφάλεια των εργαζομένων στα νοσοκομεία αντί να ενταθούν σε καιρό πανδημίας, καταστρατηγήθηκαν σε αρκετές περιπτώσεις. Εργαζόμενοι με προβλήματα υγείας ή ηλικιωμένοι συνέχισαν να εργάζονται. Ο ιστότοπος του κλάδου, «pflege-online», αναφέρει περιπτώσεις νοσηλευτών που αναγκάστηκαν να εργάζονται έχοντας διαγνωστεί με Covid-19.
«Η δουλειά μου έχει καταστεί αδύνατη για μένα τα τελευταία χρόνια. Οι ασθενείς έχουν γίνει ανώνυμοι πελάτες σε γραμμή συναρμολόγησης. Η πανδημία ξεχείλισε το ποτήρι», αναφέρει μια νοσηλεύτρια που εξωθήθηκε σε παραίτηση.
Πέρσι την άνοιξη, με το ξέσπασμα της πανδημίας, χιλιάδες προγραμματισμένες ιατρικές επεμβάσεις ακυρώθηκαν μέσα σε λίγες βδομάδες. Η κατάσταση παραμένει ίδια, καθώς μετά από ένα χρόνο και απανωτά «lockdown» η κυβέρνηση του μεγάλου συνασπισμού δεν ενισχύει το σύστημα Υγείας.
Στοιχεία που δημοσίευσαν τα ασφαλιστικά ταμεία δείχνουν πως ο αριθμός των ιατρικών περιστατικών (εκτός Covid) που αντιμετώπισαν τα γερμανικά νοσοκομεία μειώθηκε κατά 20% μεταξύ Οκτώβρη 2020 - Γενάρη 2021 (και ενώ είχε ήδη προηγηθεί μείωση 27% μεταξύ Μάρτη - Μάη 2020). Δηλαδή 1 στις 5 θεραπείες και εγχειρήσεις δεν πραγματοποιήθηκαν. Στις ψυχιατρικές κλινικές, η μείωση ήταν 14% (από 25% στο πρώτο). Οι νοσοκομειακές θεραπείες μειώθηκαν απότομα, ειδικά τον φετινό Γενάρη, όταν ο αριθμός τους μειώθηκε κατά 31% σε σχέση με πριν από την πανδημία.
Σημαντικά μειώθηκε και ο αριθμός των επειγόντων θεραπειών μεταξύ Οκτώβρη - Γενάρη. Ενδεικτικά, 11% λιγότεροι ασθενείς με εγκεφαλικό επεισόδιο παρουσιάστηκαν στα επείγοντα των νοσοκομείων και 13% λιγότερα περιστατικά καρδιακής προσβολής. «Νοσοκομειακοί γιατροί έχουν επανειλημμένα επισημάνει ότι ασθενείς με έμφραγμα του μυοκαρδίου συχνά έφταναν στο νοσοκομείο αργά και με προχωρημένη βλάβη στην καρδιά», αναφέρει ο επικεφαλής της έρευνας.
Το ίδιο διάστημα, σημαντική μείωση καταγράφεται στις διαγνώσεις και τις θεραπείες του καρκίνου. Για παράδειγμα, έγιναν 5% λιγότερα χειρουργεία για καρκίνο του μαστού και 20% λιγότερα για καρκίνο του παχέος εντέρου.
Η επιχειρηματική λειτουργία των νοσοκομείων έδειξε «τα δόντια της» και κατά τη διάρκεια της πανδημίας. Ολα τα νοσοκομεία στη Γερμανία - αυτά που ανήκουν σε κρατίδια, πανεπιστήμια, εκκλησίες, «μη κερδοσκοπικούς» οργανισμούς κ.λπ. - λαμβάνουν μόνο μια συμβολική χρηματοδότηση από το κράτος. Κατά βάση είναι αυτοχρηματοδοτούμενα, δηλαδή βασίζονται στις έμμεσες και άμεσες πληρωμές των ασθενών. Ενδεικτικά, το 2019 ο γερμανικός λαός πλήρωσε σε ασφαλιστικές εισφορές και απευθείας πληρωμές 407 δισ. ευρώ στο σύστημα υγειονομικής περίθαλψης (σχεδόν το 12% του ΑΕΠ), ενώ το κράτος δαπανά περίπου 230 δισ. ευρώ ετησίως. Ταυτόχρονα, δίπλα στα «μη κερδοσκοπικά» νοσοκομεία υπάρχουν και τα αμιγώς ιδιωτικά.
Η πανδημία έφερε τα νοσοκομεία στη Γερμανία στα όριά τους. Είχαν προηγηθεί χρόνια ιδιωτικοποιήσεων και λουκέτα σε νοσοκομεία που η λειτουργία τους δεν κρινόταν «συμφέρουσα», κατάργηση κρεβατιών. Μεταξύ 2018 - 2019 καταργήθηκαν 4.000 νοσοκομειακά κρεβάτια. Από το 2005 έως το 2019 έκλεισαν περίπου 380 «δημόσιες» και «μη κερδοσκοπικές» κλινικές, χάθηκαν σχεδόν 60.000 κρεβάτια. Ταυτόχρονα, προστέθηκαν 154 νέα ιδιωτικά νοσοκομεία με 30.000 κρεβάτια.
Ο αριθμός των νοσοκομειακών κρεβατιών μειώθηκε και τη χρονιά της πανδημίας, το 2020, ακριβώς λόγω της εκτεταμένης επιχειρηματικής λειτουργίας τους.
Χαρακτηριστική είναι μία από τις πολλές αναφορές στον γερμανικό Τύπο: «Η πανδημία έχει επηρεάσει την οικονομική κατάσταση πολλών εταιρειών και τα νοσοκομεία δεν αποτελούν εξαίρεση. Μία πηγή εισοδήματος είναι οι προγραμματισμένες εγχειρήσεις. Ωστόσο, πολλές έπρεπε να αναβληθούν για να ανοίξουν θέσεις για ασθενείς με κορονοϊό. Το αποτέλεσμα: Αύξηση του κόστους και μείωση του εισοδήματος»...
Ετσι, ενώ η πανδημία σάρωνε τη χώρα, παρατηρήθηκε το φαινόμενο νοσοκομεία να κλείνουν ή να απειλούνται με λουκέτο, ενώ το προσωπικό τους έβγαινε σε αναστολή και εκ περιτροπής εργασία, λόγω μείωσης των εσόδων!
Προκειμένου να αποφύγει τα μαζικά λουκέτα σε νοσοκομεία, η κυβέρνηση αποφάσισε τον Μάρτη να χρηματοδοτεί τα νοσοκομεία - «δημόσια» και ιδιωτικά - με 560 ευρώ τη μέρα για κάθε νοσοκομειακό κρεβάτι που κρατήθηκε ελεύθερο και 50.000 ευρώ για κάθε επιπλέον κρεβάτι σε ΜΕΘ...