Σάββατο 2 Φλεβάρη 2013 - 2η έκδοση
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Μια τοποθέτηση πάνω στις Θέσεις

To καπιταλιστικό σύστημα στη χώρα μας - αλλά και διεθνώς - βρίσκεται σε βαθιά κρίση. Η αδυναμία της αστικής τάξης να διαχειριστεί την κρίση, σε συνδυασμό με τη λαϊκή οργή και αγανάκτηση, έχουν δημιουργήσει προβλήματα στο αστικό πολιτικό σύστημα. Οι αδυναμίες αυτές γίνεται προσπάθεια να ξεπεραστούν, μέσω της λεγόμενης «αναμόρφωσης του πολιτικού σκηνικού», μέρος της οποίας συνιστά και η μετάλλαξη του ΣΥΡΙΖΑ από δεξιό οπορτουνιστικό κόμμα σε σοσιαλδημοκρατικό.

Εδώ αναδεικνύεται η σημασία του ρόλου του ΚΚΕ ως πρωτοπορία της εργατικής τάξης. Ως Κόμμα θα κριθούμε πάνω στην ικανότητά μας να αποσπάσουμε δυνάμεις από την κυρίαρχη λογική. Να τις πείσουμε πως υπάρχει άλλος δρόμος ανάπτυξης, και τελικά να τις εντάξουμε στην πάλη γι' αυτόν.

Μπροστά, λοιπόν, και στο Συνέδριο οφείλουμε να εξετάσουμε ζητήματα που προκύπτουν από την τακτική μας και τη δράση μας το προηγούμενο διάστημα, αλλά και τη δράση μας στο μέλλον.

Για τη Λαϊκή Συμμαχία:

H Λαϊκή Συμμαχία ορίζεται ως συμμαχία κοινωνικών δυνάμεων (εργατών, μισοπρολετάριων, φτωχών αγροτών, κ.ά.) στη γραμμή της πάλης με «σαφή αντιμονοπωλιακή, αντικαπιταλιστική κατεύθυνση» για την αλλαγή της εξουσίας.

Εδώ μπαίνει το πρώτο ερώτημα: Γίνεται οι παραπάνω κοινωνικές δυνάμεις να εκφράζονται στη συμμαχία μόνο μέσω του ΚΚΕ; Γίνεται να υπάρξει συμμαχία κοινωνικών δυνάμεων χωρίς τη συμμαχία των αντίστοιχων πολιτικών δυνάμεων που τις εκφράζουν; To KKE αντικειμενικά είναι κόμμα της εργατικής τάξης και όχι των αυτοαπασχολούμενων ή των φτωχών αγροτών.

Το δεύτερο ζήτημα που τίθεται από τα γεγονότα είναι αυτό της γραμμής και των στόχων της Λαϊκής Συμμαχίας. Βασικό στοιχείο της γραμμής της συμμαχίας αποτελεί η ανατροπή του καπιταλισμού - αφού αποκτά πλέον σαφή αντικαπιταλιστική γραμμή - και η πάλη για την εργατική λαϊκή εξουσία. Μπορεί να μην μπαίνει ως προϋπόθεση η αποδοχή του προγράμματος του Κόμματος αλλά από τα γεγονότα τα όρια της συμμαχίας εξαντλούνται σε εμάς και τους οπαδούς μας. Επιπλέον, το ΠΑΜΕ, το ΜΑΣ και οι άλλες συνιστώσες της έχουν ταυτιστεί - και με δική μας ευθύνη αφού τις χρησιμοποιούμε και σε ρόλο παρατάξεων στους μαζικούς φορείς - με το ΚΚΕ. Αντικειμενικά λοιπόν αποκλείονται από αυτή όλες οι δυνάμεις αυτές και ο κόσμος που είναι ως ένα βαθμό προοδευτικος, κατανοεί ποιοι χάνουν και ποιοι κερδίζουν σε αυτό το σύστημα, ωστόσο δεν έχουν πεισθεί για την ανάγκη ανατροπής του ή δεν έχουν δεχτεί την πρότασή μας για εργατική λαϊκή εξουσία. Είναι σαφές λοιπόν ότι η Λαϊκή Συμμαχία δεν έχει χαρακτηριστικά μετώπου.

Εδώ θα ρωτήσει κάποιος: «Δηλαδή πρέπει το ΚΚΕ να αλλάξει το στρατηγικό του στόχο;» Η απάντηση σε αυτό είναι φυσικά όχι χωρίς συζήτηση. Το ΚΚΕ έχει το προγραμμά του και ως σωστό κομμουνιστικό κόμμα έχει θέση για το σοσιαλισμό. Αυτό όμως δε σημαίνει ότι στο κίνημα δεν μπορούμε να δημιουργήσουμε Μέτωπα γύρω από γενικότερα αιτήματα όπως η ανατροπή των αντεργατικών νόμων, η έξοδος από την ΕΕ. Αποτελεί άλλωστε βασική λενινιστική αρχή ότι τα προτάγματα και τα συνθήματα που θέτει η πρωτοπορία στο κίνημα πρέπει να αντιστοιχίζονται στο βαθμό ανάπτυξης και την ωριμότητά του. Οταν το κίνημα είναι πίσω των περιστάσεων πρέπει να βάζεις συνθήματα τα οποία θα συσπειρώσουν τις μάζες με το μέρος σου και προοδευτικά όσο οξύνεται η πάλη, όσο ωριμάζουν οι συνθήκες και το επίπεδο της ταξικής συνείδησης, τόσο θα θέτεις πιο προωθημένα συνθήματα.

Για τις συμμαχίες:

Οι πιο πάνω παράγραφοι αφήνουν ανοικτό το ζήτημα των συμμαχιών ή ακόμα και πολιτικών συμφωνιών με άλλες δυνάμεις - ρεφορμιστικές, οπορτουνιστικές - πάνω σε διάφορα θέματα. Αυτό στις Θέσεις απαντάται με ξεκάθαρο τρόπο: « Το ΚΚΕ δεν μπορεί να κάνει καμία πολιτική συνεργασία με αυτές τις πολιτικές δυνάμεις ούτε σε περίοδο συγκέντρωσης δυνάμεων ούτε σε συνθήκες επαναστατικής κατάστασης». (θέση 67)

Η παραπάνω αντίληψη είναι πρώτα από όλα επικίνδυνη για το Κόμμα γιατί μας αφήνει εκτεθειμένους σε πολιτικές μεθοδεύσεις άλλων δυνάμεων όπως φάνηκε και το προηγούμενο διάστημα. Επιπλέον, στερεί από το Κόμμα την ικανότητα ελιγμών που, ειδικά σε συνθήκες όξυνσης, μπορεί να αποβεί μοιραία για το επαναστατικό εργατικό κίνημα.

Ας δούμε όμως τι λέει ο Λένιν για τη σημασία των πολιτικών ελιγμών: «Είναι εκπληκτικό, πως οι αριστεροί αυτοί, που έχουν τέτοιες αντιλήψεις, δεν καταδικάζουν κατηγορηματικά τον μπολσεβικισμό! Γιατί δεν είναι δυνατόν οι Γερμανοί αριστεροί να μην ξέρουν πως όλη η ιστορία του μπολσεβικισμού και πριν και μετά την Οχτωβριανή Επανάσταση είναι γεμάτη από περιπτώσεις ελιγμών, συμφωνιών, συμβιβασμών με άλλα κόμματα, χωρίς να εξαιρούνται και τα αστικά κόμματα!»

Και συνεχίζει: «Και από όλα αυτά απορρέει εντελώς νομοτελειακά η ανάγκη, η απόλυτη ανάγκη για την πρωτοπορία του προλεταριάτου, για το συνειδητό του κομμάτι, για το κομμουνιστικό του κόμμα, να καταφεύγει σε ελιγμούς, σε συμφωνίες, σε συμβιβασμούς με τα διάφορα κόμματα των εργατών και των μικρονοικοκυραίων (...) Πρέπει, ανάμεσα σ' άλλα, να σημειωθεί ότι η νίκη των μπολσεβίκων ενάντια στους μενσεβίκους απαιτούσε όχι μόνο πριν την Οχτωβριανή Επανάσταση του 1917, αλλά και ύστερα απ΄ αυτή, την εφαρμογή μιας τακτικής ελιγμών, συμφωνιών και συμβιβασμών (...) που θα διευκόλυναν, θα επιτάχυναν, θα σταθεροποιούσαν και θα ενίσχυαν τους μπολσεβίκους σε βάρος των μενσεβίκων. (...) Η σωστή τακτική των κομμουνιστών πρέπει να συνίσταται στο να εκμεταλλεύονται αυτές τις ταλαντεύσεις και όχι να τις αγνοούν. Η εκμετάλλευσή τους απαιτεί υποχωρήσεις απέναντι στα στοιχεία εκείνα που προσανατολίζονται, από τη στιγμή και στο μέτρο που προσανατολίζονται προς το προλεταριάτο, παράλληλα με τον αγώνα ενάντια σε εκείνους που προσανατολίζονται προς την αστική τάξη. (...) Αυτό είναι ένα μακροχρόνιο προτσές και με τις εσπευσμένες "αποφάσεις": "κανένας συμβιβασμός", "κανένας ελιγμός" μπορεί μόνο να ζημιώσει το έργο της ενίσχυσης της επιρροής του επαναστατικού προλεταριάτου και της αύξησης των δυνάμεών του» (Β. Ι. Λένιν, «Απαντα», τόμος 41).


Αποστόλης Λαγγίδης
ΟΒ ΜΜ της ΤΟ ΕΜΠ της ΚΝΕ

Για το Καταστατικό

Δεδομένου ότι όποιο κι αν είναι το πρόσωπο στη θέση του γενικού γραμματέα η πολιτική του ΚΚΕ είναι ίδια, θεωρώ ότι θα πρέπει να υιοθετηθεί άρθρο στο νέο καταστατικό του ΚΚΕ που να προβλέπει την υποχρεωτική αλλαγή Γραμματέα σε κάθε τακτικό συνέδριο. Δεδομένου ότι τα μέλη του Πολιτικού Γραφείου είναι ισότιμα τότε θα μπορούσε να υπάρχει μια εναλλαγή μεταξύ αυτών ή όποιου άλλου κριθεί κατάλληλος (από άλλο όργανο).

Το σκεπτικό της ερώτησης είναι το εξής: Εχω παρατηρήσει πως ο γενικός γραμματέας έχει χαρακτήρα "ισόβιου" ηγέτη (κάπως έτσι γινόταν και η διαδοχή των γραμματέων στην πρώην Σοβιετική Ενωση) αλλά και στην Ελλάδα αν εξαιρεθούν ορισμένες μεταβατικές και κρίσιμες περίοδοι για την επιβίωση του Κόμματος. Για πολλούς μπορεί το ζήτημα που θέτω να φανεί εξαιρετικά ήσσονος σημασίας, μπορεί και να είναι, παρ' όλα αυτά θα ήθελα να τεθεί στον δημόσιο προσυνεδριακό διάλογο του ΚΚΕ.


Γιάννης Πουρσανίδης
Θεσσαλονίκη

Και η φιλοσοφία;

1. «Οι φιλόσοφοι μονάχα εξηγούσαν με διάφορους τρόπους τον κόσμο, το ζήτημα, όμως, είναι να τον αλλάξουμε». 11η Θέση για Φόυερμπαχ. Μαρξ. (Ενγκελς - «Ο Λ. Φόυερμπαχ και το τέλος της γερμανικής κλασικής φιλοσοφίας». «Σ. Εποχή», 1981, σελ.70)

Σ' αυτήν τη θέση του Μαρξ για τον Φόυερμπαχ, συμπυκνώνεται ίσως με τη μεγαλύτερη βαρύτητα από οπουδήποτε αλλού στο έργο του μεγάλου φιλοσόφου, η σημασία που απέδιδε στη φιλοσοφία, ως όπλο των μαζών για την πραγμάτωση της ιστορικής τους προοπτικής. «Η φιλοσοφία βρίσκει στο προλεταριάτο τα υλικά της όπλα, όπως το προλεταριάτο βρίσκει στη φιλοσοφία τα πνευματικά του όπλα» (Μαρξ - «Κριτική της εγελιανής φιλοσοφίας». «Παπαζήσης» - 1978. σελ. 30)

2. Οταν στα 1906 εκδόθηκε στη Ρωσία το έργο του Μπογκντάνωφ «εμπειριομονισμός», επηρεασμένο από τον θετικισμό του Ερνστ Μαχ, (Αυστριακός φυσικός και φιλόσοφος), ο Λένιν θεώρησε εξαιρετικής σημασίας το ζήτημα της άμεσης απάντησης. Ετσι στο διάστημα από τον Φεβρουάριο έως τον Οκτώβριο του 1908 έγραψε το «Υλισμός και Εμπειριοκριτικισμός», το οποίο και εκδόθηκε τον Μάιο του 1909, και μάλιστα σε ιδιαίτερα δύσκολες συνθήκες. Μην ξεχνάμε ότι το έργο εκπονήθηκε στην Γενεύη, όπου είχε διαφύγει ο Λένιν.

Το θετικιστικό πρόγραμμα του Μαχ, καθώς ο όρος περιλαμβάνει πλήθος διαφορετικών, και συχνά αντιφατικών διαδρομών πολλών φιλοσόφων του 19ου και των αρχών του 20ού αιώνα, κατέληγε τελικά στην ακρότητά του στον σολιψισμό. Θα έλεγε κανείς ότι ήταν μια διαμάχη που αφορούσε έναν μικρό κύκλο μυημένων, και σίγουρα όχι το επαναστατικό υποκείμενο της Ρωσίας την εποχή του Λένιν, που στη συντριπτική του πλειοψηφία, εγκαταβίωνε στην αμάθεια. Ομως ο Λένιν είχε κατανοήσει ότι «Το ζήτημα αν η ανθρώπινη νόηση μπορεί να καταχτήσει την αντικειμενική αλήθεια δεν είναι ζήτημα θεωρίας, αλλά πραχτικό ζήτημα» (Μαρξ - 2η θέση για Φόυερμπαχ - στο ίδιο).

3. «Η ύλη, η κίνηση - ο χώρος και ο χρόνος». Αυτό το άρθρο του Γ. Παρέντη είχε δημοσιευθεί στην ΚΟΜΕΠ 4-5/2006. Πέρα από τις όποιες ενστάσεις θα μπορούσε να εγείρει κανείς σε κάποια επιμέρους ζητήματα, κατά τη γνώμη μου αποτελεί συγκροτημένο και συνεπές υλιστικά κείμενο. Από τότε η φιλοσοφία απουσιάζει από τα έντυπα του Κόμματος, για να μη μιλήσουμε και για τα ηλεκτρονικά μέσα. Θα πρέπει βέβαια να σημειωθεί εδώ, ότι πέρα από αναφορές σε θέματα της φιλοσοφίας λίγο ως πολύ διασαφηνισμένα από την πλευρά του διαλεκτικού υλισμού, όπως αυτά τα οποία επισημαίνει το παραπάνω κείμενο, ιδιαίτερη σημασία έχει και η ανάπτυξη της φιλοσοφικής προβληματικής σε τομείς όπου υστερεί σημαντικά η σύγχρονη μαρξιστική σκέψη.

Ενδεικτικά θα μπορούσαμε να πούμε ότι τέτοιοι είναι η επιστημολογία, με το έλλειμμά της στη μεθοδολογία των επιστημών, όπου σήμερα κυριαρχούν τα μηχανιστικά πρότυπα των Κουν, Λάκατος, το ομιχλώδες τοπίο του Φαγιεράμπεντ, και πολύ φοβάμαι ότι ειδικά στην Ελλάδα, θάλλει ακόμα το Τρακτάτους του Βιτγκενστάιν, το ζήτημα της αλήθειας ως φιλοσοφικής κατηγορίας βέβαια, η ηθική κ.τ.λ.

Εξαίρεση αποτελεί «άρθρο συνεργάτη» στον «Ρ» 13/01/11, του καθηγητού μαθηματικών στο πανεπιστήμιο Πατρών, Σ. Λειβαδά, με τίτλο «τα όρια της επιστημονικής γνώσης», που βέβαια απηχεί τις απόψεις του συγγραφέα. Δεν νοείται όμως, ένα άρθρο δημοσιευμένο στο όργανο του Κόμματος, να περιέχει πλήθος φιλοσοφικών ολισθημάτων, και να μένει αναπάντητο.

Η αντιμετώπιση της «θεωρίας» της μεγάλης έκρηξης, σαν επιστημονικής υπόθεσης, μη αποδείξιμης όμως σε κάθε περίπτωση, η αναγωγή του ουσιαστικά αγνωστικισμού του Comteσε «χειραφέτηση της δυτ. Φιλοσοφίας από τον ιδεαλισμό», των διαφόρων ρευμάτων του θετικισμού, ο οποίος υποβάθμισε τελικά την φιλοσοφία σε συντακτικό, της φαινομενολογίας με την υπερβατική αλήθειά της, σε «απόρριψη του ιδεαλιστικού εποικοδομήματος», και πολλά ακόμη, θεωρώ ότι απαιτούσαν μιαν απάντηση.

Ολα αυτά τα κινήματα, αναπαρήγαγαν ουσιαστικά την αντίθεση υλισμού - ιδεαλισμού, υπό μηχανιστική - ιδεαλιστική μάλιστα προοπτική, και θεώρησαν ότι αποφάνθηκαν οριστικές απαντήσεις σε ερωτήματα της παραδοσιακής φιλοσοφίας, την οποία ωστόσο η συντριπτική τους πλειοψηφία απέρριπτε ως«α-νόητης» (non-sensical).

Τέλος ο Σ. Ξενικουδάκης, πριν μερικούς μήνες, έκανε κάποια αναφορά στο ιδεολόγημα της «Μεγάλης Εκρηξης» διατυπώνοντας ορθή κατά τη γνώμη μου άποψη. Να σημειώσω εδώ, ότι αυτό αποτελεί κυρίαρχο «παράδειγμα» σήμερα, όχι μόνο στην «επιστημονική κοινότητα», αλλά και σε μια μεγάλη μερίδα του κόσμου, που στον έναν ή άλλον βαθμό, ενδιαφέρονται για τέτοιου είδους θέματα.

Ουσιαστικά αποτελεί μια παραλλαγή της «δημιουργίας», επενδυμένης με επιστημονικό επίχρισμα. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι η καθολική εκκλησία έχει αποδεχθεί αυτήν την άποψη, θεωρώντας την ακριβώς αυτό. Την «επιστημονική» επιβεβαίωση της δημιουργίας του κόσμου από κάποιον θεό. Κι όμως ποτέ δεν έχει γίνει κάποια εκτενής αναφορά στο θέμα.

Ολα τα παραπάνω αποτελούν ένδειξη της ένδειας της φιλοσοφικής παρέμβασης από το κόμμα.

4. Οι επιστήμες και η τεχνολογία γνώρισαν τις τελευταίες δεκαετίες μια τεράστια ανάπτυξη. Ωστόσο, η μεγάλη πλειοψηφία του λαού ζει μέσα στις αυταπάτες και τη φενάκη της θρησκείας και του μυστικισμού. Κάτω από την ασβόλη της αδιαφάνειας των κοινωνικών σχέσεων του καπιταλισμού, βρίθουν η πίστη στα θαύματα, στα μέντιουμ, στις αιρέσεις και στην ελπίδα της ζωής στο επέκεινα. Η ιδεολογική επικυριαρχία της θρησκείας είναι ισχυρότατο όπλο στην προσπάθεια διατήρησης του κοινωνικού status, καθώς είναι «μια ανεστραμμένη συνείδηση του κόσμου (...) η θαλπωρή ενός άκαρδου κόσμου, το πνεύμα ενός κόσμου απ' όπου το πνεύμα έχει λείψει. Η θρησκεία είναι το όπιο του λαού» (Μαρξ «Κριτική της εγελιανής φιλοσοφίας», εκδ. Παπαζήση, σ.17).

Η κριτική της θρησκείας αποτελεί βασικό στοιχείο στο έργο του Μαρξ. Και μάλιστα ασκείται όχι από την πλευρά του «ορθού λόγου» - κάτι τέτοιο θα ήταν Βολταίρος, όχι Μαρξ - όπως πολύ εύστοχα είπε ο Ποντύ νομίζω. Ασκείται από την πλευρά του «στεναγμού του καταπιεζόμενου πλάσματος» = αποπροσανατολισμός. Η κριτική της θρησκείας είναι εγγενές στοιχείο της προσπάθειας μετασχηματισμού της κοινωνικής πραγματικότητας. Δεν νοείται να απουσιάζει από τις δράσεις για την πραγμάτωση αυτής της προοπτικής.

Η θρησκευτικότητα του ατόμου δεν μπορεί να θεωρείται «ιδιωτική υπόθεση» του καθένα. Είναι σε τελική ανάλυση κοινωνική υπόθεση, καθώς αυτό το ίδιο το θρησκευτικό φαινόμενο είναι κοινωνικό, γέννημα μίας α-συνείδητης εν πολλοίς απόπειρας, να ερμηνεύσει ιδεολογικά, άρα εν τέλει ιδεαλιστικά, το γίγνεσθαι του Είναι (ορθότερα το Γίγνεσθαι - Είναι) και ειδικότερα, ίσως μάλιστα κυρίως, της ανθρώπινης Ιστορίας.

Και η κυρίαρχη ιδεολογία επιτάσσει το φαινόμενο αυτό, αξιοποιώντας το ως παράγοντα αποκαθορισμού του κοινωνικού, από τους όντως καθορισμούς του. Και σαν τέτοιο πρέπει να ιδωθεί. Και από την άλλη βέβαια, ο αστικός αθεϊσμός, η άλλη όψη του νομίσματος, που είτε σαν βιολογικός αναγωγισμός, είτε σαν αντίληψη της θρησκείας ως πλάνης, αναπαράγει ουσιαστικά την αστική κοσμοεικόνα, θεωρώντας πως μέσω της επιστήμης, είναι δυνατόν να την υπερβεί.

Προτάσεις:

1. Δημιουργία μόνιμης στήλης φιλοσοφικού περιεχομένου στον «Ρ», ο οποίος βέβαια, ειρήσθω εν παρόδω, απαιτεί μια συνολική αναθεώρηση της γλωσσικής μορφής του. Εκφράσεις ας πούμε όπως «πίνουν το αίμα του λαού» ή «πλουτοκρατία» (αλήθεια τι σημαίνει αυτός ο όρος!) δεν είναι δόκιμοι για την περιγραφή.

2. Να απαλλαγεί το κόμμα από το «ταμπού» της κριτικής στη θρησκεία.

3. Να δημιουργηθεί τμήμα φιλοσοφίας στην ΚΕ.


Ιωάννης Αφεντουλιδης
Θεσσαλονίκη

Για το Καταστατικό

Σελ. 77, ΠΡΟΛΟΓΟΣ, τελευταία σειρά ...κατάκτηση της εργατικής εξουσίας για τη σοσιαλιστική οικοδόμηση. Προτείνω την κομμουνιστική οικοδόμηση. Διότι τον κομμουνισμό ως κοινωνικοοικονομικό σχηματισμό θέλουμε να οικοδομήσουμε.

Σελ. 79, τελευταία παράγραφος του ε. ψηλά στη σελίδα. Εχω την εντύπωση ότι δεν χρειάζεται, διότι όλες αυτές οι εκφράσεις είναι δημιουργήματα (μηχανισμοί στήριξης του καπιταλιστικού συστήματος), γέννημα - θρέμμα του καπιταλιστικού συστήματος. Καταργώντας το - γιατί αυτός είναι ο στρατηγικός σκοπός του ΚΚΕ - και αντικαθιστώντας το από το νέο, το κομμουνιστικό, πεθαίνουν στην πορεία αντικειμενικά και οι παραπάνω εκφράσεις (μηχανισμοί του). Επομένως, έχω την εντύπωση ότι λειτουργεί πληθωρικά.

Σελ. 95. Αρθρο 47, σχετικά με τις καταστατικές ποινές προτείνω να μην υφίσταται άλλο η καταστατική ποινή Παρατήρηση και Μομφή. Η καθαίρεση να κωδικοποιηθεί. Αρα: α) Προειδοποίηση διαγραφής, β) Καθαίρεση, από όλα τα όργανα ανάλογα το παράπτωμα (η κρισιμότητα θα κριθεί από το συλλογικό όργανο που ανήκει) και εφόσον ανήκει σε ένα ή περισσότερα όργανα, γ) Διαγραφή. Ταυτόχρονα προτείνω η συζήτηση ή η απόφαση μιας καταστατικής ποινής μέχρι την επόμενη να μην ξεπερνά τους δύο μήνες, (θα παίξουν ρόλο οι συνθήκες της περιόδου). Η συζήτηση ξεκινά, αφού υπάρχουν τα ανάλογα δεδομένα.


Στέλιος Αλεξάκης
ΚΟ Ρεθύμνου

Για τις Θέσεις της ΚΕ

Σύμφωνα με τη Θέση 67, ειδικότερα για την επαναστατική κατάσταση. Ο παράγοντας αυτός που διαμορφώνεται αντικειμενικά, και περιλαμβάνει απότομη μαζική άνοδο της διάθεσης της εργατικής τάξης, της λαϊκής αμφισβήτησης, κ.λ.π. χρειάζεται πιστεύω να αντιμετωπιστεί με ιδιαίτερη προσοχή.

Οσον αφορά και την οργάνωση της δράσης των λαϊκών στρωμάτων - μα και τη μεθοδευμένη πάλη για πραγματική ριζοσπαστικοποίηση. Νομίζω, χρειάζεται να δοθεί ιδιαίτερη βαρύτητα στον τρόπο προσέγγισης εργαζομένων (επικοινωνιακά), που παγιδεύονται από τα ΜΜΕ και γενικότερα την αστική προπαγάνδα, με την οποία και έχουν ανατραφεί, μην ψάχνοντας την ουσία των γεγονότων - και πέφτοντας θύμα του οπορτουνίστικου τρόπου παρουσίασης λύσεων - απομακρύνεται από τη δράση για την ανατροπή της αστικής εξουσίας, μην αναγνωρίζοντας δε, σαν πηγή των δεινών του τον καπιταλισμό.

Πιστεύω πως χρειάζεται στους τόπους δουλειάς, στους χώρους εκείνους που υπάρχουν αποτελέσματα των αγώνων της λαϊκής πάλης, να δημοσιοποιούνται άμεσα αυτά - με τρόπο κατανοητό και προσιτό ακόμα κι από όσους δεν ενημερώνονται από το «Ριζοσπάστη», ή τον «902». Με μηνύματα (π.χ. μέσω Ιντερνετ) ή συνθήματα, ή αφισοκολλήσεις με το συγκεκριμένο αποτέλεσμα, ώστε να δοθεί το έναυσμα για να αφυπνιστεί ο καθένας και να μπει σε διαδικασία «ψαξίματος».

Δυστυχώς, πολλοί στερούμαστε Παιδείας και κουλτούρας μα και αντίληψης τέτοιας, που θα ωθήσει στην αναγνώριση των πραγματικών προβλημάτων, στην αφύπνιση της ταξικής συνείδησης - ώστε να πάρουμε την τύχη μας στα χέρια μας, να παλέψουμε για να γίνουμε κυρίαρχοι του πλούτου που παράγουμε.


Ελένη Πετρόγιαννου
Μαγούλα Αττικής

Για τις Θέσεις της ΚΕ
  • Η πορεία από το 18ο Συνέδριο και τα διεθνή θέματα

Η πορεία του ΚΚΕ από το 18ο Συνέδριο χαρακτηρίζεται θετική αν και υπάρχουν (και πρέπει να εξαντληθούν) μεγάλα περιθώρια βελτίωσης. Στα πλαίσια ενός καπιταλισμού σε κρίση και δύο δεκαετίες μόνο μετά τις ανατροπές του σοσιαλισμού στις χώρες που τον οικοδομούσαν, το ΚΚΕ κατάφερε να διατηρήσει τον μαρξιστικό λενινιστικό του χαρακτήρα, να μελετήσει βαθύτερα τα αίτια των ανατροπών και πάνω απ' όλα να διατηρήσει τους δεσμούς του με την εργατική τάξη, τη στιγμή που άλλα ΚΚ ανά τον κόσμο μετατρέπονταν σε ρεφορμιστικές δυνάμεις και έχαναν μεγάλο μέρος της δυναμικής τους.

Το ΚΚΕ ήταν που τράβηξε μόνο του ακόμα και στους καιρούς της υποτιθέμενης ανάπτυξης, τον αγώνα ενάντια στην ΕΕ και στο ΝΑΤΟ, που μπήκε μπροστά και συχνά μόνο του στην πάλη απέναντι στους ιμπεριαλιστικούς πολέμους και που κράτησε απόσταση από την υποτιθέμενη αραβική άνοιξη, τη στιγμή που αντικαπιταλιστικές δυνάμεις και ο αναρχικός χώρος καλούσαν σε στήριξη ανθρώπων εξοπλισμένων και εκπαιδευμένων από το ΝΑΤΟ και τις μεγαλύτερες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις.

Το ΚΚΕ μελέτησε την ιστορία του με σειρά διαλέξεων, ομιλιών και συζητήσεων στις οργανώσεις, εξέδωσε το δεύτερο τόμο του δοκίμιο και ανέβασε πολύ το ιδεολογικό του επίπεδο. Μπήκε μπροστά στην ανασυγκρότηση των σωματείων και του συνδικαλισμού, δεν έκρυψε ποτέ τις θέσεις του για την επικείμενη σοσιαλιστική επανάσταση στην Ελλάδα. Μελετήθηκε ακόμα η δυνατότητα σοσιαλιστικής ανασυγκρότησης της ελληνικής οικονομίας μετά τη νίκη της εργατικής τάξης και συνοψίζοντας, το ΚΚΕ δικαίωσε τον τίτλου του καλύτερα οργανωμένου και θωρακισμένου ιδεολογικά εργατικού κομμουνιστικού κόμματος στην Ελλάδα.

Παρ' όλα αυτά, υπάρχουν και αρκετά αρνητικά σημεία. Δεν προχώρησε καθόλου ή προχώρησε ελάχιστα η μελέτη της σοσιαλιστικής οικοδόμησης σε άλλες χώρες πλην της ΕΣΣΔ. Ο σοσιαλισμός πήρε πολλές μορφές ιστορικά (επιτυχημένες ή αποτυχημένες), από την Τσεχοσλοβακία, τη Γιουγκοσλαβία και τη Λαϊκή Δημοκρατία της Γερμανίας ως την Κίνα και τη Λαϊκή Δημοκρατία της Κορέας. Το κόμμα δείχνει να μη μελετάει αυτά τα παραδείγματα, ενώ σε κάποιες περιπτώσεις δεν αναγνωρίζει την πείρα από χώρες που έστω και προσωρινά οικοδόμησαν το σοσιαλισμό, όπως η Κίνα και η Γιουκοσλαβία. Αποσιωπούνται ενίοτε ξεκάθαρες παραβιάσεις των σοσιαλιστικών σχέσεων παραγωγής ακόμα και στην ίδια τη Σοβιετική Ενωση.

Αντιφατική είναι και η στάση του κόμματος σε σημερινά διεθνή θέματα. Ενώ κόβει τους δεσμούς με οπορτουνιστικά πρώην κομμουνιστικά κόμματα του εξωτερικού (Ισπανία - Γαλλία) κρατάει αυτούς με το πλέον μνημονιακό ΑΚΕΛ ενώ δε μελετάει όσο θα έπρεπε την πείρα της Μπολιβαριανής Επανάστασης στη Λατινική Αμερική (άσχετο το αν αυτή η μελέτη θα καταλήξει ή όχι σε απόρριψη). Στα θετικά, η κριτική μας απέναντι στις μεταρρυθμίσεις που γίνονται στη σοσιαλιστική Κούβα, κρίνεται τουλάχιστον συνεπής μαρξιστική και επαναστατική.

  • Η σοσιαλιστική οικοδόμηση στην Ελλάδα

Το ΚΚΕ είναι το κατεξοχήν εργατικό επαναστατικό κόμμα στην Ελλάδα. Σε περίπτωση δημιουργίας επαναστατικής κατάστασης θα είναι αυτό που θα κληθεί να κρατήσει το τιμόνι της επανάστασης. Το κόμμα έχει πρόγραμμα και σχέδιο για τον άλλο δρόμο ανάπτυξης υπέρ της εργατικής τάξης και κατά των μονοπωλίων το οποίο δε δίστασε να ανοίξει όπου έφτανε η φωνή των δυνάμεών του.

Εν τούτοις, το κόμμα δείχνει να μην αναγνωρίζει το γεγονός ότι η Ελλάδα του 21ου αιώνα διαφέρει αρκετά από την Τσαρική Ρωσία, όπως και γενικώς ο δυτικός κόσμος έχει περάσει ορισμένες αλλαγές από τότε. Ενα μεγάλο κομμάτι του πληθυσμού δεν καλοβλέπει το μονοκομματικό σύστημα, επηρεασμένο και από τον αστικό κοινοβουλευτισμό. Το ΚΚΕ μιλάει βέβαια για ύπαρξη και άλλων οργανώσεων στο σοσιαλισμό αλλά βάζει το κριτήριο του πώς αυτές θα σταθούνε απέναντι στην εργατική τάξη.

Αυτό το κριτήριο είναι σωστό αλλά δεν αρκεί γιατί είναι τόσο γενικό που καθώς το κόμμα αποτελεί την οργανωμένη πρωτοπορία της εργατικής τάξης εύκολα μπορεί κάποιος να συμπεράνει ότι κριτήριο της ύπαρξης άλλης φωνής στο σοσιαλισμό θα είναι η έγκριση του κομμουνιστικού κόμματος. Αυτό θα οδηγήσει μοιραία στην ταύτιση της αντιπολίτευσης με την αντεπανάσταση καθώς και σε καταχρήσεις εξουσίας από τους εκλεγμένους από το λαό που θα υπάγονται στο Κομμουνιστικό κόμμα.

Ο πολυκομματισμός και δε ο αστικός δεν ταυτίζεται με τη δημοκρατία. Αλλά σίγουρα δεν είναι και έννοιες αντίθετες μεταξύ τους. Το δικαίωμα του εργάτη να εκλέγει τον διευθυντή του εργοστασίου του είναι βέβαια σημαντικό και τεράστιο βήμα από το παρόν σύστημα αλλά είναι ελάχιστο αν δεν μπορεί να έχει οργανωμένη άποψη ενάντια ή υπέρ στο νέο 5ετές πλάνο π.χ., άποψη την οποία ελεύθερα θα μπορεί να ανοίγει σε όλο τον πληθυσμό της σοσιαλιστικής χώρας.

Προσωπική μου άποψη είναι ότι ο δημοκρατικός συγκεντρωτισμός δεν μπορεί να είναι τρόπος οργάνωσης ολόκληρης της σοσιαλιστικής κοινωνίας παρά μόνο του Κομμουνιστικού Κόμματος. Σε καιρούς κρίσης η κοινωνία που θέλουμε να χτίσουμε σίγουρα θα πάρει μέτρα καταστολής (π.χ. σε εμφύλιο ή έξωθεν επέμβαση) αλλά σε περιόδους σχετικής ηρεμίας επιβάλλεται η μέγιστη δυνατή δημοκρατία η οποία θα επιτρέπει την ύπαρξη αντιπολίτευσης στα πλαίσια του σοσιαλισμού.

Θεωρώ λοιπόν ότι με την εξαίρεση των καιρών κρίσης, ο σοσιαλισμός πρέπει να κατοχυρώσει μια σειρά από δικαιώματα για τους εργαζόμενους, πρεσβευτής των οποίων πρέπει να γίνει το ίδιο το κομμουνιστικό κόμμα και να τα εντάξει στο πρόγραμμά του ενόψει 19ου Συνεδρίου.

Ελεύθερη λειτουργία κομμάτων και οργανώσεων που θα αποδέχονται το σοσιαλιστικό χαρακτήρα του κράτους και το Σύνταγμα που θα θεσπίσει ο εργαζόμενος λαός. Τα κόμματα αυτά θα ελέγχονται οικονομικά κλπ. από το ίδιο το λαϊκό κράτος.

Ελευθερία του Τύπου: Κάθε σωματείο και κάθε μαζικός φορέας πρέπει να έχει το δικαίωμα της διάδοσης των απόψεών του (με τον όρο να μην αντιτίθενται στο σοσιαλισμό) καθώς και χρόνο στα κρατικά ΜΜΕ.

Ελευθερία έκφρασης της γνώμης και ειρηνικής διαμαρτυρίας. Φυσικά απόψεις που θα καλούν σε επιστροφή στον καπιταλισμό, φασιστικές και ρατσιστικές απόψεις θα λογοκρίνονται χωρίς δεύτερη σκέψη, αλλά ο πλουραλισμός απόψεων πάνω στη σοσιαλιστική οικοδόμηση πρέπει να αναγνωριστεί και να ενθαρρυνθεί.

Τέλος, το θεωρητικό υπόβαθρο των παραπάνω, που είναι το γεγονός ότι το εργατικό κράτος δεν ταυτίζεται με το κομμουνιστικό κόμμα. Εχει τις δικές του δομές στις οποίες καλείται να κυριαρχήσει το κομμουνιστικό κόμμα. Δεν πρέπει να θεωρείται αυτονόητη η πλειοψηφία του ΚΚΕ στη σοσιαλιστική κοινωνία αλλά να επιδιώκεται.


Ξενοφώντας Μακρόπουλος
Φίλος του Κόμματος, Βριλήσσια



Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ