Κυριακή 2 Δεκέμβρη 2012
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Βαφτίζουν «ανθρωπισμό» την κατοχή

Παπαγεωργίου Βασίλης

Με διθυράμβους ανακοίνωσε η κυβέρνηση την ολοκλήρωση της αποχώρησης του Τάγματος Ειδικής Σύνθεσης Αφγανιστάν (ΤΕΣΑΦ) από την Καμπούλ. Σύμφωνα με τη σχετική ανακοίνωση, η παρουσία του Τάγματος στο Αφγανιστάν χρονολογείται από τις 17 Φλεβάρη 2002, σαν Ελληνική Δύναμη Αφγανιστάν (ΕΛΔΑΦ). Μέχρι και την αποχώρησή του, από τις τάξεις του πέρασαν 3.295 στελέχη σε 33 αποστολές, με διάρκεια παραμονής από 3 έως 6 μήνες. Σύμφωνα με το ΓΕΕΘΑ, κατά την παραμονή τους στο Αφγανιστάν, η ΕΛΔΑΦ και το ΤΕΣΑΦ εκτέλεσαν έργα κατασκευής - ανακατασκευής και βελτίωσης των υποδομών στην πόλη της Καμπούλ, καθώς επίσης και του αεροδρομίου. Επιπρόσθετα, συμμετείχαν στην εκπαίδευση Αφγανών στρατιωτών και στη διανομή ανθρωπιστικής βοήθειας. Βγάζει, πραγματικά, μάτι η προσπάθεια της κυβέρνησης να προσδώσει «ανθρωπιστικά» χαρακτηριστικά σε μια αποστολή που σχεδιάστηκε και εκτελέστηκε στα πλαίσια των «συμβατικών υποχρεώσεων» της Ελλάδας προς τη λυκοσυμμαχία του ΝΑΤΟ, με στόχο να συνδράμει το έργο του κατοχικού στρατού που εγκαθιδρύθηκε στο Αφγανιστάν, μετά την ωμή ιμπεριαλιστική επέμβαση. Ο αναπροσανατολισμός του ΝΑΤΟ σε άλλα «καυτά» μέτωπα είναι η αιτία της αποχώρησης από το Αφγανιστάν, και όχι βέβαια η ολοκλήρωση της ...ανθρωπιστικής αποστολής των ελληνικών και άλλων στρατευμάτων. Αλλωστε, μόλις την προηγούμενη βδομάδα, ο υπουργός Εξωτερικών καλούσε από το συμβούλιο των Ευρωπαίων εταίρων του να δυναμώσει η στρατιωτική παρουσία της ΕΕ στα ανά τον κόσμο ιμπεριαλιστικά μέτωπα και το ίδιο συζήτησε και το Ευρωκοινοβούλιο. Αυτή είναι η πραγματικότητα που προσπαθεί να κρύψει η κυβέρνηση, προκαλώντας τον κοινό νου.

Δυσβάσταχτο το κόστος των λιπασμάτων

Δυσβάσταχτο έχει γίνει το κόστος αγοράς των λιπασμάτων για τη φτωχομεσαία αγροτιά. Μόνο τον τελευταίο χρόνο, το κόστος για τα λιπάσματα έχει αυξηθεί κατά 38%! Η κατάσταση αυτή, σε συνδυασμό με τις εξευτελιστικές τιμές στα προϊόντα, τα χαράτσια και τα μνημόνια, οδηγεί τους μικρομεσαίους αγρότες στο να μην μπορούν πλέον να καλλιεργήσουν. Το ελάχιστο εισόδημα και ο κόπος της αγροτιάς καταληστεύονται από τις μεγαλοεταιρείες που μονοπωλούν τον κλάδο, με τις πλάτες των κυβερνώντων. Η κατάσταση αυτή δεν πάει άλλο. Το συμφέρον των φτωχών αγροτών βρίσκεται στην πρόταση του ΚΚΕ για κοινωνικοποίηση των μέσων παραγωγής και της γης και σχεδιοποιημένη οικονομική ανάπτυξη προς όφελος του λαού. Αυτό, για την περίπτωση της λιπασματοβιομηχανίας, στην πράξη, σημαίνει ότι θα σχεδιάζονται τα είδη, θα καθορίζονται οι ποσότητες και θα παράγονται όσα λιπάσματα χρειάζονται, για να καλυφθούν πλήρως οι ανάγκες της αγροτικής παραγωγής. Μια τέτοια επιλογή, βέβαια, μπορεί να καρποφορήσει ενταγμένη σε ένα συνολικό σύστημα οικονομικών σχέσεων, που στο επίκεντρό της θα έχει τις ανάγκες του λαού συνολικά. Η διέξοδος για τους φτωχούς αγρότες βρίσκεται στη δημιουργία και στήριξη των παραγωγικών συνεταιρισμών, με κοινές καλλιεργητικές φροντίδες και συλλογή, με κρατική επιστημονική στήριξη. Αυτό σημαίνει ότι κανένας μικρομεσαίος αγρότης δε θα ξεκληριστεί. Οι μικρομεσαίοι αγρότες δε θα έχουν καμία αγωνία σε τι τιμή θα αγοράσουν λιπάσματα, φυτοφάρμακα, σπόρους και ό,τι χρειαστούν και σε τι τιμές θα πουλήσουν τα προϊόντα. Γιατί μαζί με τον κοινωνικοποιημένο φορέα της λιπασματοβιομηχανίας, σε ενιαίο σύνολο, θα υπάρχουν και θα συλλειτουργούν οι κοινωνικοποιημένοι φορείς της παραγωγής μηχανών, εφοδίων και ενέργειας, αλλά και το κοινωνικοποιημένο δίκτυο μεταφορών και διακίνησης, που μοναδικό τους μέλημα θα 'ναι η ικανοποίηση των αναγκών του λαού. Ολα αυτά όμως προϋποθέτουν τη λαϊκή εξουσία και λαϊκή οικονομία. Διαφορετικά η φτωχομεσαία αγροτιά θα παραμένει ανάμεσα στους άγρια εκμεταλλευόμενους και θιγόμενους της καπιταλιστικής βαρβαρότητας.

Τραγική ειρωνεία τα περί «υγιεινής διατροφής»

Στον «έλεγχο του βάρους τους», την αξία της σωστής διατροφής εκπαιδεύονται 5.000 παιδιά δημόσιων και ιδιωτικών σχολείων μέσα από το πρόγραμμα «Σκέφτομαι και τρώω» του Ελληνικού Ινστιτούτου Διατροφής. Στη δεύτερη δεκαετία του 21ου αιώνα, με την πρόοδο της ανθρωπότητας να έχει φτάσει σε απίστευτα επιτεύγματα, ποιος θα το έλεγε ότι ένα πρόγραμμα υγιεινής διατροφής στα σχολεία, όσο σωστά και χρήσιμα κι αν ήταν αυτά που περιλαμβάνει, θα φάνταζε τόσο μεγάλη ειρωνεία.

Με μαθητές που λιποθυμούν από την πείνα, με γονείς άνεργους και καθημερινά φτωχότερους να παλεύουν «για να φάνε τουλάχιστον τα παιδιά». Από παντού αναβλύζει η αδικία αυτού του συστήματος που βρίσκεται στις πιο ένοχες στιγμές του. Το πρόγραμμα «σκέφτομαι και τρώω» τελικά αν αντιστρεφόταν θα μπορούσε να είναι το σλόγκαν της πολιτικής τους που - όπως φαίνεται - δεν θέλει οι μαθητές ούτε να σκέφτονται ούτε καν να... τρώνε.

Πιο γρήγορο ίντερνετ, πιο γρήγορες απολύσεις

Η ανάπτυξη των δικτύων «νέας γενιάς» περνάει πάνω από τις θέσεις εργασίας και το σύνολο των εργασιακών δικαιωμάτων των υπαλλήλων στις εταιρείες τηλεπικοινωνιών, οι οποίες το τελευταίο διάστημα επιδίδονται σε έναν αδυσώπητο αναμεταξύ τους ανταγωνισμό για την απόκτηση όσο το δυνατόν μεγαλύτερου κομματιού από την εγχώρια τηλεπικοινωνιακή «πίτα».

Οι προτάσεις για συγχωνεύσεις ορισμένων εταιρειών με άλλες είναι γνωστές εδώ και καιρό, ωστόσο με δεδομένο τα μεγάλα τραπεζικά χρέη ορισμένων εξ αυτών, οι κινήσεις αυτές θα αργήσουν. Στο μεταξύ όμως, είναι επιβεβλημένο για τα μονοπώλια που λυμαίνονται το χώρο να περιορίσουν όσο γίνεται το μέρος του κεφαλαίου που πληρώνουν για μισθούς, με περικοπές στους μισθούς και τις θέσεις εργασίας και γενικότερα τη μετατροπή του μέχρι πρότινος ισχύοντος εργασιακού καθεστώτος σε καθεστώς «γαλέρας». Γιατί πράγματι, όσο αυξάνονται οι ταχύτητες των διαδικτυακών συνδέσεων, τόσο μειώνονται οι μισθοί και θέσεις εργασίας.

«Πιλότο» για όλη αυτή τη δυσμενή κατάσταση που βιώνουν οι εργαζόμενοι στις εταιρείες τηλεπικοινωνιών, αποτελούν φυσικά οι αντίστοιχες διεργασίες που εξελίσσονται την τελευταία 2ετία τουλάχιστον στον ισχυρότερο πάροχο της χώρας, τον ΟΤΕ - δηλαδή την «Ντόιτσε Τέλεκομ» - ο οποίος εξαιτίας της προνομιακής του θέσης στην αγορά, αλλά και τις «πλάτες» που βάζει η συνδικαλιστική ηγεσία του χώρου, προχωρά σε μείωση του μισθολογικού κόστους και των θέσεων εργασίας υπό καθεστώς «εργασιακής ειρήνης».

Οι άκρως αρνητικές για τους εργαζόμενους εξελίξεις που συντελούνται στον κλάδο το τελευταίο διάστημα, είναι η καλύτερη απόδειξη για τα «θετικά» που επιφέρουν οι ιδιωτικοποιήσεις αλλά και το τι θα επακολουθήσει σε άλλους τομείς της οικονομίας - σιδηροδρομικές μεταφορές, ταχυδρομεία - που σύντομα θα «γευτούν» τη «γλύκα» αυτής της προοπτικής.

Σ. ΤΣΕΡΝΟΜΟΡΝΤΙΓΚ
Οι δίκες των μπολσεβίκων

Σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της Γης είναι αμέτρητοι οι κομμουνιστές που έδωσαν στον αγώνα ό,τι πολυτιμότερο είχαν. Η μπροσούρα του Σολομώντα Ι. Τσερνομόρντιγκ αναφέρεται σε ορισμένα μόνο περιστατικά από τα πολλές χιλιάδες της πάλης των μπολσεβίκων κατά την πρώτη δεκαετία του 20ού αιώνα, καθώς και στην προγενέστερη δράση άλλων επαναστατών εργατών. Ο συγγραφέας καταγράφει ανάλογη πείρα αντιμετώπισης μηχανισμών του αστικού κράτους (μυστικές υπηρεσίες, αστυνομία, εισαγγελείς, δικαστές) και αναδεικνύει ως αρχή της ταξικής πάλης την ανυποχώρητη στάση απέναντι στον ταξικό αντίπαλο, σε όλες τις συνθήκες. Οπως αναφέρει στον πρόλογο ο συγγραφέας, «πριν την επικράτησή του, το Κόμμα των Μπολσεβίκων διένυσε μεγάλη και κοπιαστική πορεία στην παρανομία. Η νίκη τον Οκτώβρη (1917) δεν ήταν εύκολη. Για δεκαετίες, το Κόμμα αγωνιζόταν ακατάπαυστα και αμείλικτα εναντίον της τσαρικής απολυταρχίας, για την απελευθέρωση της εργατικής τάξης. Σε αυτή την παρατεταμένη σύγκρουση με τον ανελέητο εχθρό των μαζών του μόχθου, το Κόμμα μας υπέστη όχι λίγες απώλειες. Πολλοί αγωνιστές δεν κατάφεραν να επιβιώσουν, ώστε να ζήσουν και οι ίδιοι το θρίαμβο του προλεταριάτου. Πέθαναν ένδοξα στο πεδίο της μάχης ή στην κρεμάλα, στα καταναγκαστικά έργα, στις φυλακές, εξαιτίας των βασανιστηρίων, της κακοποίησης, αλλά και των δύσκολων συνθηκών της παρανομίας. Ωστόσο, παρά το μεγάλο αριθμό των θυμάτων, τα γερά χτυπήματα του τσαρικού καθεστώτος και τις προσωρινές οπισθοχωρήσεις, το Κόμμα μας δεν κατέθεσε ούτε στιγμή τα όπλα. Μετά τις προσωρινές ήττες, ανανέωνε τις γραμμές του, ώστε να μπορεί να συνεχίζει τον αγώνα του στις νέες συνθήκες. Βάδισε ακατάπαυστα προς τη νίκη». Κυκλοφορεί από τη «Σύγχρονη Εποχή».

Γιάνεζ Γιάνσα

Παπαγεωργίου Βασίλης

Ο 54χρονος Σλοβένος πρωθυπουργός Γιάνεζ Γιάνσα ανέβηκε για δεύτερη φορά στον πρωθυπουργικό θώκο τον περασμένο Φλεβάρη εκφράζοντας τις άγριες διαθέσεις της αστικής τάξης σε βάρος του λαού του. Για να ξεπεραστεί η καπιταλιστική κρίση με λιγότερες απώλειες για τους κεφαλαιοκράτες, εξαπέλυσε μπαράζ αντιλαϊκών μέτρων βάζοντας μαχαίρι σε μισθούς, επιδόματα, κράτος κοινωνικής πρόνοιας, εργατικά δικαιώματα. Οι μόνες αυξήσεις που έκανε ήταν... στο όριο συνταξιοδότησης που ανέβηκε στα 65 χρόνια, για άνδρες και γυναίκες.

Ομως - όπως συνέβη και σε άλλες χώρες της καπιταλιστικής Ευρώπης - η άγρια λιτότητα για το σλοβενικό λαό επιδείνωσε την κατάσταση αυξάνοντας την ανεργία, τη φτώχεια, την ανέχεια και την οργή. Εντούτοις, όποιος «σπέρνει ανέμους, θερίζει θύελλες». Και οι «θύελλες» στην περίπτωση του Γιάνεζ, είναι οι μαζικές διαδηλώσεις που πραγματοποιούνται τις τελευταίες βδομάδες σε διάφορες πόλεις της Σλοβενίας, αρχής γενομένης από το Μάριμπορ, εξαιτίας της σκανδαλώδους διακυβέρνησης της πόλης από τον αστό δήμαρχό της.

Μπροστά στις εντεινόμενες διαδηλώσεις ο Γιάνεζ το μόνο «επιχείρημα» που αντέταξε ήταν ότι οι λαϊκές κινητοποιήσεις θα «φοβίσουν» και θα διώξουν τους «ξένους επενδυτές», όπως τάχα συνέβη στην Ελλάδα. Τίποτε πιο ψεύτικο αφού οι επενδύσεις απαιτούν ακόμα πιο φτηνή εργατική δύναμη, και ο λόγος που δεν γίνονται είναι γιατί οι κεφαλαιοκράτες δεν βλέπουν λόγω της κρίσης να έχουν τα κέρδη που θέλουν, γι' αυτό κρατάνε το συσσωρευμένο κεφάλαιο τους ανενεργό.


Δ. ΟΡΦ.



Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ