Κυριακή 19 Φλεβάρη 2017
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Αντιστοίχιση της καθοδηγητικής δουλειάς με βάση τις σημερινές απαιτήσεις

Συμφωνώ με τις θέσεις της ΚΕ.

Θεωρώ ότι η πορεία του Κόμματος συνεχίστηκε θετικά τα προηγούμενα χρόνια, έγιναν βήματα στο πώς η Κομματική Οργάνωση ανταποκρίνεται στο σύνθετο ιδεολογικοπολιτικό μέτωπο, βελτιώθηκε ο τρόπος με τον οποίο αντιμετωπίζουμε τις αδυναμίες μας. Κριτήριο, όμως, δεν μπορεί να είναι η σύγκριση με το χτες, το τι βήματα έγιναν. Κριτήριο είναι οι απαιτήσεις της ταξικής πάλης, το πώς το Κόμμα θα μπορέσει να ανταποκριθεί σε νέα, σύνθετα καθήκοντα.

Συμφωνώ με το ζήτημα της κρίσιμης ανάγκης αντιστοίχισης της καθοδηγητικής δουλειάς με τις σημερινές ανάγκες και ότι είναι κρίκος τα Τομεακά Οργανα. Ορισμένα ζητήματα με βάση την πείρα από την οργάνωση του Πειραιά:

Στο χώρο ευθύνης μας η προσπάθεια εξειδίκευσης των εξελίξεων έγινε καλύτερα σε σχέση με το παρελθόν. Το παράδειγμα της συζήτησης που οργανώθηκε με τη βοήθεια του Γραφείου της ΚΟΑ και του Τμήματος Οικονομίας για το λιμάνι και τις θέσεις μας, που εξόπλισε τις ΚΟΒ και τους οπαδούς, είναι θετικό. Δηλαδή, σε ένα σημαντικό θέμα, στο οποίο υπάρχει ισχυρή ενδοαστική διαπάλη, με παρέμβαση του οπορτουνισμού που στην πράξη «έσπρωχνε» προς τη μια πλευρά του κεφαλαίου, μελετήσαμε το θέμα, την επίδρασή του στους εργαζόμενους, τους ανέργους, τους ΕΒΕ, χαράξαμε τακτική και πλαίσιο πάλης. Ηταν μια δουλειά που μας βοήθησε.

Ομως, ένας τέτοιος τρόπος δουλειάς δεν είναι μόνιμος. Φυσικά, δεν είναι εύκολο σε τακτά χρονικά διαστήματα να οργανώνεται η συζήτηση με τέτοιους όρους μέχρι τις ΚΟΒ, όμως η ανάγκη οι ΚΟΒ να τροφοδοτούνται πιο καλά για τη διαπάλη στο χώρο ευθύνης μας, για το πώς εξειδικεύει ο αντίπαλος την προπαγάνδα του, για το ποιες είναι οι οικονομικές εξελίξεις και πώς επιδρούν είναι ανάγκη να συζητιέται πιο σταθερά. Σε αυτήν την κατεύθυνση πρέπει να δουλεύουν τα Τομεακά Οργανα.

Αλλο παράδειγμα: Το προηγούμενο διάστημα και ειδικά τον τελευταίο χρόνο έγιναν βήματα στη μορφή και το περιεχόμενο των πολιτικών εκδηλώσεων του Κόμματος, ειδικά στο πλαίσιο του εορτασμού για τα 100χρονα. Π.χ. η εκδήλωση που πραγματοποιήθηκε για την εργατική τάξη στον Πειραιά και τη συμβολή του Κόμματος τα χρόνια 1918 - 1936 άφησε στην ΚΟ, την ΚΝΕ και τον περίγυρο πολύτιμα συμπεράσματα και διδάγματα συζητήθηκαν με ειδικό σημείωμα σε ΚΟΒ και σε συσκέψεις, συνέβαλαν και στο να γίνει μεγαλύτερο κομμάτι της ΚΟ και των οπαδών οργανωτές της εκδήλωσης, όπως και μαζί με την ομιλία έδωσε στοιχεία και εφόδια για τη δράση μας σήμερα. Και πάλι όμως υπήρχαν πολύ μεγαλύτερα περιθώρια να δεθεί η συγκεκριμένη εκδήλωση με το σχέδιο οικοδόμησης της ΚΟ, στον κοινό σχεδιασμό με τις κλαδικές Οργανώσεις, να επικεντρωθεί η δουλειά στους μεγάλους εργασιακούς χώρους.

Αλλη πλευρά. Στο θέμα της οικοδόμησης. Υπάρχει βελτίωση της σύνθεση της Οργάνωσης τα τελευταία χρόνια, ηλικιακά και κοινωνικοταξικά. Νέο αίμα κύρια από την ΚΝΕ στρατολογείται. Η καλύτερη ιδεολογικοπολιτική δουλειά με τον περίγυρο, η χρέωση δουλειάς δίπλα στην ΚΟΒ αλλά και στο κίνημα, η αξιοποίηση του «Κυριακάτικου Ριζοσπάστη» ανοίγει και άλλες δυνατότητες στρατολογίας. Ομως, παρά τα βήματα, είναι ανάγκη τα Τομεακά όργανα να στρέφουν την προσοχή τους στο πώς προχωρά το σχέδιο οικοδόμησης στους μεγάλους και στρατηγικής σημασίας χώρους. Το πώς δουλεύουν οι ομάδες δουλειάς, τι περιεχόμενο δουλειάς έχουν, πέρα από την εξόρμηση. Δηλαδή, τα Τομεακά όργανα πρέπει να παρακολουθούν πώς προχωρά η οικοδόμηση με βάση τις ιεραρχήσεις και το κεντρικό σχέδιο της Οργάνωσης, έχοντας υπόψη ότι σε τέτοιους κρίσιμους στρατηγικής σημασίας χώρους η στρατολογία επιδρά πολλαπλασιαστικά.

Ενα ακόμα παράδειγμα, η δουλειά του Κόμματος στη νεολαία. Τα όργανα πρέπει να παρακολουθούν τη διαπάλη στους χώρους που ζει, εργάζεται, μορφώνεται η νεολαία. Η διαπάλη από τη σκοπιά του αντιπάλου είναι οξυμένη, ο αντικομμουνισμός δίνει και παίρνει, ενώ το ίδιο το εκπαιδευτικό σύστημα ενισχύει την τάση για υποκατάσταση της γνώσης από την πληροφορία. Επίσης, χρειάζεται καλύτερα να δούμε μέτωπα που συγκεντρώνουν πάντα την απαιτουμένη προσοχή, όπως ο πολιτισμός, ο αθλητισμός, η πάλη κατά των ναρκωτικών. Π.χ. σε γειτονιές του Πειραιά, υπάρχουν χιλιάδες νέοι που πάνε σε γυμναστήρια, συλλόγους, σχολές χορού κ.α., που ως οπτική είναι έξω από την παρέμβασή μας. Είναι μέτωπα που το Κόμμα έχει επεξεργασίες που μπορούν να γίνουν υλική δύναμη για να ανέβει η παρέμβασή μας. Με ευθύνη του Κόμματος να παρθούν πρωτοβουλίες, από αυτήν τη σκοπιά να στηριχτεί η δουλειά της ΚΝΕ.

Από τη σκοπιά της ανάγκης ετοιμότητας του Κόμματος είναι και η δουλειά για το ζήτημα του πολέμου.

Στις Θέσεις σωστά γίνεται αναφορά στο ενδεχόμενο ενός γενικευμένου ιμπεριαλιστικού πολέμου, στο ενδεχόμενο ακόμα πιο άμεσης εμπλοκής της Ελλάδας στον ιμπεριαλιστικό πόλεμο. Η εξέλιξη αυτού του πολέμου είναι πιθανό με βάση την πείρα του ΔΚΚ, να οδηγήσει υπό προϋποθέσεις ακόμα και σε επαναστατική κατάσταση. Χρειάζεται, επομένως, το κόμμα να είναι έτοιμο να αντιμετωπίσει τέτοιες θύελλες, να μπει για άλλη μια φορά μπροστά σε πιο σύνθετες συνθήκες.

Ο προσανατολισμός που δίνει το Πρόγραμμα και που αναφέρουν και οι Θέσεις είναι σωστός και ξεκάθαρος: Σε περίπτωση πολέμου, είτε η ελληνική αστική τάξη είναι επιτιθέμενη είτε σε άμυνα, το Κόμμα μπαίνει μπροστά και ηγείται της αυτοτελούς πάλης της εργατικής τάξης και των συμμάχων της, με στόχο την ήττα της αστικής τάξης, ξένης και ντόπιας και με στόχο την κατάληψη της εξουσίας από την εργατική τάξη.

Είναι ανάγκη να ζυμώνεται και να αφομοιώνεται σήμερα η θέση μας για τον πόλεμο, είναι επιτακτικό σημερινό καθήκον. Δεν μπορεί να παραπεμφθεί στο αύριο, στις συνθήκες του πολέμου που ο εθνικισμός θα ανεβαίνει και η πίεση στις δυνάμεις μας θα είναι μεγάλη.

Η πείρα του ΔΚΚ είναι ότι το πιο κρίσιμο θέμα αποτελεί η διαμόρφωση σωστής θέσης για τον πόλεμο και η αφομοίωσή της, εκεί την «έχουμε πατήσει». Αν δεν δουλέψουμε σήμερα με τις θέσεις μας για τον πόλεμο υπάρχει ο κίνδυνος η σωστή γραμμή σήμερα να αποδειχτεί κενό γράμμα, στην πράξη να μην εφαρμοστεί. Εγγύηση ότι δεν θα συμβεί κάτι τέτοιο είναι το Πρόγραμμά μας και η προσπάθεια αφομοίωσής του.

Κλείνοντας, θέλω να σημειώσω ότι παραδείγματα που να τεκμηριώνουν βήματα στη δουλειά μας, ισχυροποίηση των δεσμών μας με τον κόσμο, βελτίωση στη συγκρότηση της ΚΟ υπάρχουν και άλλα. Παντού, όμως, φαίνεται η ανάγκη για νέα βήματα, απαιτούνται αποφασιστικές βελτιώσεις, που θα συμβάλλουν στην αντιστοίχιση της δουλειάς της ΚΟ με τις απαιτήσεις που έχει σήμερα ο αγώνας.


Μαρούπας Βαγγελης
Μέλος του Γραφείου της ΚΟ Αττικής και Γραμματέας της ΤΕ Πειραιά

Η παρέμβαση του Κόμματος στους μαθητές και στη νεολαία της υπαίθρου

Συμφωνώ με τις Θέσεις της ΚΕ για το 20ό Συνέδριο. Το Συνέδριό μας μπορεί και πρέπει να μας βγάλει πιο δυνατούς, να δώσει νέα ώθηση στις γραμμές μας για να ανταποκριθούμε στο σύνθετο καθήκον της ανασύνταξης του εργατικού - λαϊκού κινήματος. Θα ήθελα να σταθώ σε ορισμένα ζητήματα που προκύπτουν από τη δουλειά με το Πρόγραμμα του Κόμματος στη νεολαία της Υπαίθρου των Χανίων.

Καταρχήν, όταν μιλάμε για οικοδόμηση της ΚΝΕ στην ύπαιθρο, ιεραρχείται εκ των πραγμάτων παρέμβασή μας μέσα στα σχολεία, καθώς είναι οι πιο μαζικοί χώροι νεολαίας στα χωριά. Ετσι έγινε προσπάθεια να κατανοηθεί από το σύνολο του κομματικού δυναμικού η σημασία αυτής της δουλειάς και να απαντήσουμε σε επιπρόσθετες δυσκολίες που έχει η παρέμβαση στη νεολαία των χωριών.

Πρώτον, η απειρία από αγωνιστικές κινητοποιήσεις που υπάρχει στο μεγαλύτερο μέρος των μαθητών, στην ύπαιθρο ισχύει σε πολλαπλάσιο βαθμό, καθώς οι περισσότεροι μαθητές νιώθουν απομονωμένοι, κυριαρχούν αντιλήψεις ότι εδώ στο χωριό ό,τι και να κάνουμε δεν μας ακούει κανείς κ.τ.λ. Δεύτερον, λόγω της κλειστής κοινωνίας σημαντικό κομμάτι του πληθυσμού έχει στενές σχέσεις (οικονομικές, οικογενειακές κ.τ.λ.) με τοπικά στελέχη των αστικών κομμάτων, επίσης έντονη είναι και η παρέμβαση της Εκκλησίας. Τρίτον, συναντώνται πιο έντονα, ειδικά τα τελευταία χρόνια, αντιλήψεις όπως τσουβάλιασμα όλων των πολιτικών δυνάμεων, ρατσισμός και ξενοφοβία, μικροαστική ανυπομονησία.

Αυτές οι αντιλήψεις πρέπει να μπαίνουν στο επίκεντρο της παρέμβασής μας, να σπάνε στην πράξη από την οργάνωση του ίδιου του κινήματος. Για παράδειγμα, η επιμονή με την οποία οι δυνάμεις μας μέσα στα σχολεία προσπάθησαν να συζητηθεί το πλαίσιο αιτημάτων των μαθητικών κινητοποιήσεων, η συλλογική κουβέντα και διεκδίκηση οδήγησε ένα κομμάτι μαθητών να βγάλει συμπέρασμα για τη δύναμη του οργανωμένου αγώνα, βοήθησε στο να απομονώνονται δυνάμεις όπως η Χρυσή Αυγή, που εκτός από χυδαίο αντικομμουνισμό προπαγάνδιζε απόψεις όπως όλοι ίδιοι είναι, έξω τα κόμματα κ.τ.λ.

Η παρέμβαση αυτή ξεκίνησε πρώτα και κύρια από τη συλλογική επεξεργασία και το σχεδιασμό των οργάνων του Κόμματος. Οταν συζήτησαν τα όργανα με στόχο να αξιοποιηθούν όλες οι διαθέσιμες δυνάμεις που έχουμε στα χέρια μας, δίνοντάς τους περιεχόμενο, επιτεύχθηκε ο κοινός συντονισμός ΚΝίτικων και Κομματικών δυνάμεων σε επίπεδο σχολικής μονάδας. Ετσι μπήκαν σε κίνηση οι μαζικοί φορείς του κινήματος που υπάρχουν στα χωριά, χτίστηκε στην πράξη η κοινωνική συμμαχία. Το αποτέλεσμα ήταν να έχουμε σχολεία που στήριξαν με αποφάσεις τα μπλόκα των αγροτών, συλλόγους γονέων που οργάνωσαν κοινές κινητοποιήσεις με 5μελή και 15μελή, αλλά και αποφάσεις συλλόγων διδασκόντων που στήριξαν τα αιτήματα των μαθητών. Ειδικά την περίοδο των αγροτικών κινητοποιήσεων, ο κοινός συντονισμός έδειξε ότι η νεολαία μπορεί να αποτελέσει σε αυτές τις μάχες κρίσιμη εφεδρεία. Η παρέμβασή μας οδήγησε τους μαθητές να στηρίξουν το μπλόκο μέσα από τις συνελεύσεις τους, να έχουν φυσική παρουσία σε αυτό αλλά και τους Αγροτικούς Συλλόγους και τον Κτηνοτροφικό Σύλλογο να στηρίξουν τα δίκαια αιτήματα των μαθητών. Καθ' όλη τη διάρκεια του μπλόκου, οι ίδιοι οι μαθητές συζητούσαν καθημερινά στα σχολεία για την έκβαση του αγώνα, ιδιαίτερα οι μαθητές των ΕΠΑΛ όπου οι περισσότεροι μένουν σε χωριά που ασχολούνται με την κτηνοτροφία, πολλές φορές είναι οι ίδιοι κτηνοτρόφοι.

Αυτός ο τρόπος δουλειάς είχε πολλαπλό αντίκτυπο στην συνείδηση των μαθητών και των γονιών. Οι μαθητές όταν είδαν τον Σύλλογο Γονέων ή τον Αγροτικό Σύλλογο να βγαίνει μπροστά, ο αγώνας τους πήρε άλλη πνοή. Αντίστοιχα, τα αιτήματα των μαθητών βοήθησαν να ανοίξει η κουβέντα στους συλλόγους γονέων για τον ρόλο τους, που θα πρέπει να είναι η διεκδίκηση κρατικής χρηματοδότησης και όχι το πώς θα βάλουν περισσότερο το χέρι στην τσέπη. Δεύτερον οδήγησε σε αρκετές περιπτώσεις τις τοπικές αρχές να κάνουν ακόμα και προσωρινές παραχωρήσεις (π.χ. στήριξη αιτημάτων μαθητών από Δημοτικά Συμβούλια, πρόσληψη καθαρίστριας σε σχολείο, δωρεάν γεύμα σε μαθητές, επαναφορά ειδικοτήτων στα ΕΠΑΛ που όδευαν προς κατάργηση, δωρεάν διανομή του βιβλίου των Αγγλικών). Το πιο σημαντικό όμως είναι ότι η πρωτοπόρα δράση των δυνάμεών μας μέσα στο κίνημα οδήγησε στην αύξηση του κύρους της Οργάνωσης, στην επαφή μας με δεκάδες νέους, στην οικοδόμηση Οργανώσεων.

Ενα άλλο ζήτημα είναι ότι η παρέμβαση στο κίνημα πρέπει να συνδυάζεται ώστε να βαθαίνει η κουβέντα με τα πρωτοπόρα κομμάτια, να ενισχύεται η αυτοτελής πολιτική παρέμβαση της Οργάνωσης, να υπάρχει πολυμορφία, να ανοίγει μέτωπα πάλης που αφορούν την καθημερινότητα της νεολαίας.

Οταν είχαμε τέτοιο προσανατολισμό, ανοίχτηκαν νέοι δρόμοι στην παρέμβασή μας. Για παράδειγμα, σε περιοχές που η νεολαία ασχολείται ενεργά με τον αθλητισμό όπως η Κίσσαμος και ο Πλατανιάς, η φεστιβαλική δραστηριότητα συνδυάστηκε με τη διεκδίκηση δωρεάν χώρων άθλησης. Τα τουρνουά μπάσκετ και ποδοσφαίρου που οργανώθηκαν βοήθησαν να ανοίξει η κουβέντα στη νεολαία για το ότι ο αθλητισμός πρέπει να είναι δικαίωμα για όλους, ανέβηκαν οι απαιτήσεις των μαθητών για τη ζωή τους, άκουσαν για πρώτη φορά από την ΚΝΕ ότι δεν είναι δεδομένο να πληρώνεις για να ασχοληθείς με το χόμπι σου. Σε περιοχές που είναι αυξημένη η χρήση ναρκωτικών λόγω των περιορισμένων διεξόδων στη ζωή της νεολαίας, η δραστηριότητά μας ανέδειξε το γεγονός ότι υπάρχει άλλη διέξοδος από το να ναρκώνει ένας νέος το μυαλό του. Στα ημιορεινά χωριά των Χανίων που οι περισσότεροι νέοι από μικροί ασχολούνται με τη διάδοση της παράδοσης και της κρητικής μουσικής, οι φεστιβαλικές εκδηλώσεις ανέδειξαν τη λαϊκή δημιουργία, όπως η ιστορία των ριζίτικων τραγουδιών που συνδέθηκαν με την αντίσταση του κρητικού λαού ενάντια σε κάθε μορφή εκμετάλλευσης.

Αυτός ο τρόπος δουλειάς έχει ιδιαίτερη σημασία στην ύπαιθρο, αν αναλογιστούμε ότι μας έφερε σε επαφή με δεκάδες καλλιτέχνες, πολιτιστικούς και παραδοσιακούς συλλόγους. Είναι χαρακτηριστικό ότι μόνο στην Κίσσαμο δραστηριοποιούνται 42 πολιτιστικοί σύλλογοι, ενώ στο Νομό Χανίων πάνω από 180 πολιτιστικοί σύλλογοι και ενώσεις. Η παρέμβασή μας σε αυτούς τους συλλόγους, που είναι πολλές φορές η μοναδική συλλογική μορφή οργάνωσης στο χωριό, μπορεί να αναδείξει το ρόλο της λαϊκής παράδοσης στους αγώνες του λαού μας. Αυτοί οι αγώνες αναδείχτηκαν σε δεκάδες εκδηλώσεις στα χωριά των Χανίων ενόψει και του εορτασμού των 100 χρόνων του Κόμματος, καθώς οι περισσότερες οικογένειες στα χωριά των Χανίων είχαν έναν κομμουνιστή που είτε εκτελέστηκε από τους Γερμανούς, είτε φυλακίστηκε, είτε πολέμησε με το όπλο στο χέρι στον ηρωικό αγώνα του ΔΣΕ. Από αυτήν την ιστορία διδασκόμαστε, εμπνεόμαστε και αντλούμε αισιοδοξία οι νέοι κομμουνιστές, για να είμαστε η γενιά που θα πάει ένα βήμα πιο μπροστά τη μεγάλη υπόθεση της κατάργησης της εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο.


Αγριμάκης Σπύρος
Μέλος του Γραφείου Περιοχής Κρήτης της ΚΝΕ

Για την παρέμβασή μας στη βιομηχανία

Συμφωνώ με τις Θέσεις της ΚΕ στο σύνολό τους. Εκτιμώ ότι οι Θέσεις πατάνε στέρεα στην πείρα και της Οργάνωσης Κ/Μ και της ΤΟ Βιομηχανίας, ισχύουν όλα τα βασικά συμπεράσματα. Ορισμένες επισημάνσεις:

  • Στην τετραετία από το 19ο Συνέδριο, καταφέραμε να καταγράψουμε και να επεξεργαστούμε κάπως καλύτερα τις βασικές οικονομικές εξελίξεις στους κλάδους ευθύνης μας, τις αντίστοιχες επιπτώσεις στη ζωή της εργατικής τάξης. Αυτό προφανώς δεν λύνει από μόνο του την αναντιστοιχία μεταξύ στρατηγικής ωριμότητας του Κόμματός μας και οργανωτικής κατάστασης, αλλά αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για την εξειδίκευση της καθοδηγητικής μας δουλειάς. Σε αρκετές περιπτώσεις τα τελευταία χρόνια εντοπίσαμε και αντιμετωπίσαμε σε ένα βαθμό σοβαρά κενά στην καλή γνώση του χώρου, στη μη ολοκληρωμένη επεξεργασία της πείρας και των εξελίξεων. Επεξεργαστήκαμε ένα πιο ολοκληρωμένο επιτελικό σχέδιο για την κομματική οικοδόμηση και την ανασύνταξη του εργατικού κινήματος.

Σε επίπεδο Τομεακού Οργάνου έγινε πιο κατανοητό ότι δεν φτάνει η αυταπάρνηση, ένα μαχητικό πνεύμα προσφοράς. Οτι για να πετύχουμε τους στρατηγικούς οργανωτικούς μας στόχους χρειάζεται ένα ανώτερο ιδεολογικό - πολιτικό επίπεδο. Ανώτερη ικανότητα στην προβολή στρατηγικών ζητημάτων με αναφορά και στον κλάδο μέσα στην καθημερινή πάλη, όχι καμπανιακά και επικουρικά όπως γίνεται σε πολλές περιπτώσεις σήμερα. Ακόμα καλύτερη γνώση του χώρου, ικανότητα εξαγωγής συμπερασμάτων, μεγαλύτερη ικανότητα στη διαπάλη με έναν αντίπαλο που, εκτός από πολιτικό και συνδικαλιστικό προσωπικό, διαθέτει μέσα στις επιχειρήσεις του ειδικά τμήματα χειραγώγησης των εργαζομένων.

Αυτή η κατεύθυνση πρέπει να ενισχυθεί το επόμενο διάστημα με συγκεκριμένο έλεγχο, με πιο συστηματική συζήτηση των εξελίξεων και της ιδεολογικής - πολιτικής αντιπαράθεσης με την εργοδοσία σε όλα τα όργανα και στις ΚΟΒ. Χρειάζεται άμεσα να καταγράψουμε στροφή στη μελέτη και αξιοποίηση του «Ριζοσπάστη», της ΚΟΠΕΠ, του μαρξιστικού βιβλίου.

  • Στη δράση της ΤΟ Βιομηχανίας καταγράφονται βήματα στην ιδεολογική - πολιτική παρέμβασή μας, με μαζικό άνοιγμα, συσκέψεις, κομματικές εκδηλώσεις που είναι όμως πίσω και από τις ανάγκες αλλά και από τις δυνατότητες που μας δίνουν οι επεξεργασίες του Κόμματος.

Είναι σωστή η εκτίμηση της θέσης 40 ότι στην αναντιστοιχία της καθοδηγητικής δουλειάς με τις σημερινές απαιτήσεις «επιδρά η υποτίμηση του γεγονότος ότι ακόμα και η πιο πρωτοπόρα δράση στους αγώνες δε δίνει αυθόρμητα τη δυνατότητα επεξεργασίας και γενίκευσης, δεν μπορεί από μόνη της να βοηθήσει αποτελεσματικά στην ταξική πολιτική συνειδητοποίηση και ωρίμανση». Επιβεβαιώνεται από την πείρα της οργάνωσής μας. Ενώ στα λόγια καταγράφεται συμφωνία, στην πράξη συναντήσαμε δυσκολίες:

-- Να υποτιμάται ή να αναβάλλεται υπό την πίεση των εξελίξεων η αυτοτελής κομματική παρέμβαση ακόμα και σε κόσμο που είναι δίπλα μας στους αγώνες. Να θεωρείται η κομματική σύσκεψη, η συζήτηση προετοιμασίας με έναν κόσμο έτσι ώστε να κάνει το βήμα της ένταξης στο Κόμμα, η συζήτηση πάνω στο Πρόγραμμα του Κόμματος, σαν κάτι έξτρα, σαν αυτό που δεν προλαβαίνουμε να κάνουμε.

-- Η δράση συντρόφων εκλεγμένων στο εργατικό - συνδικαλιστικό κίνημα να μην υπηρετεί πάντα ολοκληρωμένα τους στόχους της ανασύνταξης και της κομματικής οικοδόμησης.

-- Αρκετές φορές να δουλεύουμε με τη γραμμή ότι η πρωτοπόρα συνδικαλιστική παρέμβαση και ο οικονομικός αγώνας φτάνει, ότι αυτό είναι το βασικό και η κομματική παρέμβαση είναι το δευτερεύον. Μια τέτοια δουλειά έχει αποδειχθεί διαχρονικά αναποτελεσματική, έχει κριθεί από την ίδια τη ζωή, σαν τρόπος δουλειάς που δεν αφήνει αποτελέσματα ούτε στην κομματική οικοδόμηση ούτε στην ανασύνταξη του εργατικού κινήματος.

Εγινε προσπάθεια να αντιμετωπιστούν σε ένα βαθμό οι παραπάνω αδυναμίες. Αυτές οι αδυναμίες δεν πηγάζουν μόνο από προσωπικές και συλλογικές δυσκολίες στην αφομοίωση κομματικών αποφάσεων (που λύνουν τέτοια ζητήματα) αλλά προκύπτουν και από την πίεση για προσαρμογή στον αρνητικό συσχετισμό, από την πίεση για άμεσα οικονομικά αποτελέσματα από την πάλη μας, από την πίεση που διαμορφώνεται από την κυριαρχία ρεφορμιστικών - οπορτουνιστικών αντιλήψεων σε μια σειρά μεγάλους χώρους δουλειάς.

  • Οσον αφορά τη σχέση Κόμματος - κινήματος και την ανασύνταξη του εργατικού συνδικαλιστικού κινήματος σε αντικαπιταλιστική κατεύθυνση αντιμετωπίσαμε το προηγούμενο διάστημα μια σειρά δυσκολίες που έχουν αποτυπωθεί και στην Απόφαση της Ευρείας Ολομέλειας αλλά και στις Θέσεις. Επισημαίνω ορισμένες πλευρές που κατά τη γνώμη μου άμεσα πρέπει να διορθώσουμε, έτσι ώστε να αναπτύσσεται καλύτερα η κομματική παρέμβαση μέσα στο κίνημα, έτσι ώστε να μην αποσπάται ο καθημερινός αγώνας από το κύριο επαναστατικό πολιτικό καθήκον:
  • Η ιδεολογική - πολιτική - οργανωτική ενίσχυση των κομματικών ομάδων στα σωματεία, έτσι ώστε να βελτιωθεί η κομματική καθοδήγηση στο κίνημα. Καθοδηγητικά να επιμείνουμε παραπάνω στο ρόλο τους στην κομματική οικοδόμηση. Να κατοχυρωθεί σαν βασικό κριτήριο εξέτασης της δουλειάς μας η ανάπτυξη αντικαπιταλιστικής συνείδησης σε συναδέλφους μέλη του σωματείου, τα οργανωτικά αποτελέσματα.
  • Να πρωτοστατήσουν οι κομμουνιστές στο μαζικό τους φορέα, έτσι ώστε να ξεδιπλωθεί μια γενικευμένη αντιπαράθεση με την εργοδοσία για τους όρους αμοιβής, τα ωράρια, ζητήματα υγιεινής και ασφάλειας με επιθετικό διεκδικητικό χαρακτήρα. Απαιτείται ολοκληρωμένη παρέμβαση και επεξεργασία αιτημάτων στη βάση της πορείας του κλάδου και του συγκεκριμένου ομίλου, αλλά και στη βάση των σύγχρονων αναγκών και δυνατοτήτων.
  • Ιδιαίτερη προσοχή χρειάζεται σε χώρους που τα τελευταία χρόνια δεν είχαμε άμεσες μειώσεις μισθών ή απολύσεις, εκεί όπου δεν υπάρχουν μισθοί της τάξης των 500 ευρώ. Χρειάζεται να αναδειχθεί τεκμηριωμένα η καθημερινή νόμιμη κλοπή του πλούτου που παράγουν εκεί οι εργάτες, οι ευθύνες της συγκεκριμένης εργοδοσίας σαν κομμάτι της αστικής τάξης για όλα τα αντιλαϊκά μέτρα. Να αναδειχθεί η απόκλιση μισθών - παραγωγικότητας, τα μέτρα που αυξάνουν τη σχετική υπεραξία, να αποκαλυφθεί τι κερδίζει ο όμιλος, το μονοπώλιο από τη γενίκευση της εργασίας εργολαβικών εργαζομένων. Να αναδειχθεί ακόμα πιο βαθιά ο μηχανισμός της εκμετάλλευσης και η διέξοδος, η ανωτερότητα της κοινωνικής ιδιοκτησίας. Η δυνατότητα η εργατική τάξη να διοικήσει την παραγωγή.
  • Προσοχή χρειάζεται κι εκεί όπου ρεφορμιστικές - οπορτουνιστικές δυνάμεις υιοθετούν συνθήματα που βρίσκονται κοντά στη δικιά μας φρασεολογία και αξιοποιούν αυτό το γεγονός για να μπερδεύουν έναν κόσμο π.χ. αποκλειστικά κρατικό Λιμάνι, δημόσιος ΟΑΣΘ, Ενιαίος Φορέας Αμυντικής Βιομηχανίας. Χρειάζεται ειδική δουλειά σε τέτοιους χώρους (που παραδοσιακά άνθισε η εργατική αριστοκρατία) έτσι ώστε να γίνεται αντιληπτό π.χ. με ποια εξουσία, σε ποια οικονομία μπορεί ένα εργαλείο όπως ο Ενιαίος Φορέας να έχει φιλολαϊκή κατεύθυνση, να διασφαλίζονται τα συμφέροντα των εργαζομένων στην επιχείρηση αλλά και όλης της κοινωνίας. Παράλληλα δηλαδή με τη μαχητική υπεράσπιση του δίκιου των εργαζομένων, με την πάλη ενάντια στην περαιτέρω ιδιωτικοποίηση να αναδεικνύεται συστηματικά η μοναδική φιλολαϊκή προοπτική της πάλης.

Σωτήρης Αβραμόπουλος
Μέλος της ΕΠ Κεντρικής Μακεδονίας

Διεθνές Κομμουνιστικό Κίνημα: Να ενισχυθεί η αντικαπιταλιστική γραμμή πάλης

Στις Θέσεις της ΚΕ για το 20ό Συνέδριο γίνεται σοβαρή προσπάθεια γενίκευσης της εμπειρίας που έχει συσσωρεύσει το Κόμμα, εντοπισμού των αδυναμιών, χωρίς να υποτιμάται η τεράστια προσπάθεια που έχουμε κάνει την περίοδο που εξετάζουμε.

Αξιόλογη ήταν η προσπάθεια που έγινε από το Κόμμα μας στην παρέμβασή του στο Διεθνές Κομμουνιστικό Κίνημα (ΔΚΚ). Προβάλαμε μαχητικά τις θέσεις μας για τον ιμπεριαλιστικό πόλεμο, για τη μη συμμετοχή σε αστικές κυβερνήσεις, τα συμπεράσματά μας από τη σοσιαλιστική οικοδόμηση, την ανάγκη για επεξεργασία σύγχρονου επαναστατικού προγράμματος του ΚΚ. Πολλαπλασιάσαμε τις προσπάθειες για συγκρότηση διακριτού κομμουνιστικού πόλου, με στόχο να ανακάμψει το ΔΚΚ από το πλήγμα της ανατροπής του σοσιαλισμού.

100 χρόνια μετά τη Μεγάλη Οχτωβριανή Σοσιαλιστική Επανάσταση το ΔΚΚ παραμένει σε συνθήκες βαθιάς υποχώρησης: Κυριαρχεί ο ιδεολογικοπολιτικός κατακερματισμός ενώ υπάρχει ισχυρή επίδραση του οπορτουνισμού. Αυτά εκφράζονται μεταξύ άλλων με: 1. Αναβολή του επαναστατικού καθήκοντος της πάλης για την εργατική εξουσία, στο όνομα του αρνητικού συσχετισμού δυνάμεων, υιοθέτηση διαφόρων ενδιάμεσων σταδίων («αντιιμπεριαλιστικά», «πατριωτικά») που αποτελούν αποδοχή από το ΚΚ της αστικής δημοκρατίας και ενσωμάτωσής του σε αυτή, 2. Ρηχός «αντι-ιμπεριαλισμός» που εκφράζεται σαν αντίθεση μόνο στην επιθετική - επεκτατική πολιτική των ισχυρών κρατών (ΗΠΑ - ΕΕ - ΝΑΤΟ) που οδηγεί στη στήριξη άλλων ιμπεριαλιστικών δυνάμεων (Ρωσία - Κίνα) και συμμαχιών αφού «αφαιρούν ζωτικό χώρο από τον ιμπεριαλισμό». 3. Αποδοχή των «εθνικών ιδιαιτεροτήτων» στο όνομα των οποίων ακυρώνεται η ουσία της σοσιαλιστικής οικοδόμησης.

Αναλύοντας τις πρόσφατες εξελίξεις στο Διεθνές Κομμουνιστικό Κίνημα, αναφέρουμε «...η καπιταλιστικοποίηση της Κίνας και στη συνέχεια η ενίσχυση των καπιταλιστικών σχέσεων σε χώρες που επιδίωκαν τη σοσιαλιστική οικοδόμηση, όπως το Βιετνάμ και η Κούβα, χειροτέρευσαν την κατάσταση στο διεθνές Κομμουνιστικό Κίνημα». Ωστόσο, γύρω από αυτά τα ζητήματα εξακολουθούν να υπάρχουν στο Κομμουνιστικό Κίνημα συγχύσεις.

Η Κίνα είναι μία χώρα με πληθυσμό 1,4 δισεκατομμύρια, οικονομικά 2η παγκοσμίως με ΑΕΠ 12 τρισ. δολάρια, ενταγμένη στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου. Στο έδαφός της δραστηριοποιούνται διεθνείς μονοπωλιακοί όμιλοι σε «ζώνες ελεύθερης αγοράς» 14 παράκτιων περιοχών, 5 μεγάλων πόλεων και μιας ολόκληρης επαρχίας με συνολικό πληθυσμό πάνω από 200 εκατομμύρια κατοίκους. Εχει καταγεγραμμένες 32 εκατομμύρια ιδιωτικές επιχειρήσεις, η καλλιεργήσιμη γη είναι ιδιωτικοποιημένη και το 2015 επένδυσε 14,8 δισ. δολάρια σε Νοτιοανατολική Ασία, Ινδοκίνα, Αφρική. Το σύνολο των κινεζικών επενδύσεων για το 2016 στις ΗΠΑ ξεπερνάει τα 50 δισ. δολάρια, ενώ κατέχει δημόσιο χρέος των ΗΠΑ σε ομόλογα που ξεπερνάνε τα 1,3 τρισ. δολάρια. Τα κινεζικά μονοπώλια μεταφορών διακινούν το 67% του συνόλου των εμπορευματοκιβωτίων παγκοσμίως, ενώ μπορούν στο ταξίδι τους να περνάνε μόνο από λιμάνια που ανήκουν σε κινεζικές επιχειρήσεις.

Οι μισθοί των εργαζομένων κυμαίνονται στα 300 - 400 ευρώ, με τάσεις μείωσης λόγω της επιβράδυνσης της οικονομίας, σε μία κοινωνία όπου το κόστος ζωής ανεβαίνειi, ii. Το 2015 διοργανώθηκαν περισσότερες από 2.700 απεργίες - κινητοποιήσεις κυρίως στις «ζώνες ελεύθερης αγοράς» διεκδικώντας την καταβολή επιδομάτων και μισθών. 500 ήταν οι κινητοποιήσεις μόνο το Γενάρη 2016iii.

Σύμφωνα με το ΚΚ Κίνας, «οικοδομείται ο σοσιαλισμός με κινεζικά χαρακτηριστικά, όχι κάποιος άλλος -ισμός»iv. Καθοδηγητής της διαδικασίας είναι το ΚΚ, το οποίο εδώ και χρόνια αποφάσισε να αποδέχεται τους καπιταλιστές ως μέλη του Κόμματος, σε μία χώρα που είχε το 2015 περισσότερους από 200 δισεκατομμυριούχους (σε δολάρια)v.

Ορισμένα ΚΚ αποδέχονται τον «σοσιαλισμό με αγορά», δηλαδή «σοσιαλισμό με καπιταλισμό». Απεμπολούνται βασικά συμπεράσματα από την εμπειρία της σοσιαλιστικής οικοδόμησης, ενώ θεωρούνται ορθοί οι μηχανισμοί που οδήγησαν στην καπιταλιστική συσσώρευση και στην ανατροπή του σοσιαλισμού στην ΕΣΣΔ. Αρνούνται βασικές αρχές της σοσιαλιστικής επανάστασης: Οτι η σοσιαλιστική βάση δεν μπορεί να δημιουργηθεί εάν δεν εξαλειφθεί η καπιταλιστική ιδιοκτησία στα μέσα παραγωγής, ότι ο κομμουνισμός και ο καπιταλισμός είναι συστήματα ανταγωνιστικά, δεν μπορούν ποτέ να συνυπάρχουν.

Δεν είναι τυχαίο ότι ΚΚ που δεν έχουν μελετήσει ακόμη τη σοσιαλιστική οικοδόμηση, που μιλούν για 2+ στάδια στην επανάσταση, δυσκολεύονται να δουν καθαρά ότι η επαναστατική εξουσία είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την επιβολή νέων σχέσεων κοινωνικής ιδιοκτησίας κι αυτή η επαναστατική διαδικασία δεν πρέπει να συγχέεται με μεταβατικούς στόχους εξουσίας ανάμεσα στην αστική και την εργατική εξουσία. Ετσι, υποστηρίζουν έναν δήθεν «χαλιναγωγημένο» καπιταλισμό, με αναφορές στην Κίνα.

Ταυτόχρονα, η στάση της Κίνας, που υπογραμμίζει την ανάγκη να τεθεί αυτή επικεφαλής της διεθνούς οικονομίας, «μετατρέποντας την καπιταλιστική παγκοσμιοποίηση σε σοσιαλιστική»vi, χρησιμοποιεί τις καθυστερήσεις - ταλαντεύσεις, τροφοδοτώντας οικονομικές προσδοκίες στις δυνάμεις που έχουν άμεσο στόχο τη διαχείριση του καπιταλισμού.

Σε ανάλογα βήματα ενίσχυσης της «αγοράς» έχει προχωρήσει και η Λαϊκή Δημοκρατία Κορέας, όπου το Κόμμα Εργατών Κορέας, κυρίαρχο κόμμα του κυβερνητικού συνασπισμού, εδώ και χρόνια έχει απεμπολήσει το μαρξισμό - λενινισμό και πλέον μιλά για «κιμιλσουνγκισμό - κιμγιονγκιλισμό», παραβιάζοντας κάθε έννοια σοσιαλιστικής δημοκρατίας, εργατικού ελέγχου, με ένα καθεστώς οικογενειοκρατίας.

Βεβαίως, οι κομμουνιστές δεν είναι αλάνθαστοι. Κρίνονται από το πόσο γρήγορα μπορούν να εντοπίσουν και να διορθώσουν τα λάθη τους. Λάθη όμως που διαπράττονται επί των νομοτελειών της σοσιαλιστικής επανάστασης και οικοδόμησης, αποτελούν λάθη αρχών που οδηγούν σε παρέκκλιση.

Οι παραπάνω εξελίξεις δεν ακυρώνουν τον μνημειώδη αγώνα «της στρατιάς που κατέβηκε το Κίτρινο Ποτάμι», ή την πάλη του κορεατικού λαού ενάντια σε Γιαπωνέζους και Αμερικανούς ιμπεριαλιστές, ούτε των Βιετ - Μινχ που δύο φορές απελευθέρωσαν τη χώρα τους από την ιμπεριαλιστική κατοχή, ή τη Νίκη της Κουβανικής Επανάστασης σε μία περίοδο που η ανάλυση του Διεθνούς Κινήματος στρεφόταν προς τον «ειρηνικό δρόμο».

Αντιθέτως, αυτά τα παραδείγματα αποδεικνύουν ότι η ακατάλυτη πίστη στην επαναστατική προοπτική, η ανειρήνευτη πάλη με την εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο όπως κι όπου αυτή εκφράζεται, η καθημερινή διαπαιδαγώγηση των μαζών με τη δυνατότητα και αναγκαιότητα του σοσιαλισμού, σε συνδυασμό με ένα ιδεολογικά - πολιτικά - οργανωτικά ατσαλωμένο Κομμουνιστικό Κόμμα στην καθοδήγηση του εργατικού - λαϊκού κινήματος μπορούν να ξεπεράσουν κάθε σκόπελο.

Είναι επομένως ανάγκη το Κόμμα μας, άλλα ΚΚ που έχουν κάνει βήματα στη μελέτη της σοσιαλιστικής οικοδόμησης και βρίσκονται σε πορεία επεξεργασίας σύγχρονου επαναστατικού προγράμματος, όπως τα ΚΚ της Διεθνούς Κομμουνιστικής Επιθεώρησης, της Ευρωπαϊκής Κομμουνιστικής Πρωτοβουλίας, να παρεμβαίνουν με σχέδιο στο Διεθνές ΚΚ, χωρίς συναισθηματισμούς, με στόχο τη σκληρή αντιπαράθεση με την επίδραση του οπορτουνισμού, για να κερδίζονται όλο και περισσότερες δυνάμεις με την επαναστατική γραμμή ρήξης με τον καπιταλισμό.

Παραπομπές:

i http://www.chinalaborwatch.org/report/121

ii Στο Πεκίνο μία γκαρσονιέρα ενοικιάζεται 500-600 ευρώ/μήνα.

iii China Labour Bulletin, http://www.clb.org.hk/strikes/en

iv Δημόσιο Διάγγελμα για τα 95χρονα του ΚΚ Κίνας, Xi Jinping, Ιούλης 2016

v Λίστα Forbes 2015

vi ΚΚ Κίνας στη 18η Διεθνή Συνάντηση ΚΚ (http://solidnet.org/china-communist-party-of-china/18-imcwp-contribution-of-cp-of-china-en)


Λευτέρης Νικολάου
Μέλος του Τμήματος Διεθνών Σχέσεων της ΚΕ

Ορισμένες σκέψεις με αφορμή τις Θέσεις για το 20ό Συνέδριο

Οι Θέσεις για το 20ό Συνέδριο, με την ανάλυση των διεθνών και εγχώριων εξελίξεων, αντανακλούν το κατεκτημένο από το Κόμμα επίπεδο επιστημονικής μελέτης. Δίνουν, επιπλέον, τις κατευθύνσεις ώστε ολόκληρο το Κόμμα να προσαρμοστεί, να πάρει τα κατάλληλα μέτρα, για να μπορεί αποτελεσματικά να παλεύει τη στρατηγική του, όπως αυτή αποφασίστηκε στα προηγούμενα συνέδρια. Ιδιαίτερα η συζήτηση που ανοίγουν οι Θέσεις για το ενδεχόμενο ιμπεριαλιστικού πολέμου απαντάει στον προβληματισμό και την αγωνία που έχει αρκετός κόσμος βλέποντας τις εξελίξεις στην περιοχή μας.

Το σύνολο του κειμένου με βρίσκει σύμφωνο.

Αναμφίβολα έχει γίνει σημαντική δουλειά τα τελευταία χρόνια στις επεξεργασίες του Κόμματός μας. Πλήθος μελετών για τις τάσεις στην καπιταλιστική οικονομία, για τα ζητήματα της ανασύνταξης του κινήματος, τις διεθνής εξελίξεις. Εξαιρετικά σημαντικές είναι οι επεξεργασίες σχετικά με τη στρατηγική μας αντίληψη, τον Σοσιαλισμό - Κομμουνισμό.

Μπαίνει όμως το ερώτημα: Σε ποιο βαθμό αυτές οι επεξεργασίες κατανοούνται και αξιοποιούνται σε όλα τα επίπεδα οργάνων, μέχρι και τις ΚΟΒ; Και κατ' επέκταση, πόσο αυτές φτάνουν στον περίγυρο του Κόμματος, στην Εργατική Τάξη, στα σύμμαχα στρώματα; Με άλλα λόγια: Πόσο έχει προχωρήσει ο στόχος για εξειδίκευση των Θέσεων σε κάθε χώρο ευθύνης;

Θεωρώ ότι έχουμε ακόμα μεγάλο δρόμο να διανύσουμε, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν έχει υπάρξει προσπάθεια. Υπάρχει όντως θετική εμπειρία. Για παράδειγμα, το βάρος που δόθηκε στη συζήτηση του Προγράμματος στις ΚΟΒ (μέσω διαλέξεων - μαθημάτων), βοηθάει τα μέλη μας να σταθούν πιο γερά στην καθημερινή αντιπαράθεση. Κυρίως βοηθάει στο να προσανατολίσουν τη συζήτηση στα βασικά ζητήματα: στην αναγκαιότητα ανατροπής του καπιταλιστικού συστήματος και στις προϋποθέσεις ώστε αυτός ο στόχος να μπορεί να πραγματοποιηθεί. Επίσης, η προσθήκη στο Καταστατικό που ψηφίστηκε στο προηγούμενο Συνέδριο και ορίζει ως προϋπόθεση για τα δόκιμα μέλη να παρακολουθούν κύκλο αυτομόρφωσης πριν γίνουν τακτικά μέλη, επιβεβαιώθηκε ότι ήταν ορθή.

Ωστόσο, στα πλαίσια της λειτουργίας των ΚΟΒ, υπάρχει ακόμα απόσταση ανάμεσα στη συζήτηση του Προγράμματος και στη συζήτηση για τον προγραμματισμό της δράσης. Το Πρόγραμμα λαμβάνεται συχνά ως ένα εργαλείο «για την κουβέντα» και όχι ως ένα εργαλείο που καθορίζει τη δράση. Υπό το βάρος της καθημερινότητας, της συνήθειας και του πλήθους των ζητημάτων που πρέπει να λυθούν, καταλήγουμε να κυνηγάμε κάθε φορά την κινητοποίηση, τις αρχαιρεσίες του σωματείου κ.τ.λ. Είναι αλήθεια ότι έχουμε γίνει πιο ικανοί στο να μπορούμε να ανταπεξερχόμαστε στη συνεχή δραστηριότητα, έχουμε δείξει αντοχή σε παρατεταμένες περιόδους κινητοποιήσεων, εκλογικών μαχών κ.τ.λ. Ομως αυτή η δουλειά μπορεί κάθε φορά να μας πάει μόνο μέχρι ένα συγκεκριμένο επίπεδο - έχει ένα «ταβάνι».

Το στοιχείο εκείνο που θα βοηθήσει να κάνουμε το επόμενο βήμα, είναι η αξιοποίηση των επεξεργασιών του Κόμματος και του Προγράμματος στην καθημερινότητα, ως εργαλείο για τον προσανατολισμό της δράσης μας και των στόχων που θέτουμε.

Για παράδειγμα, προσδιορίζοντας τους κλάδους στρατηγικής σημασίας, βλέπουμε ποιους χώρους ιεραρχούμε για παρέμβαση. Γνωρίζοντας τις νομοτέλειες της καπιταλιστικής οικονομίας μελετάμε τους χώρους ευθύνης μας και εμπλουτίζουμε τις επεξεργασίες, όχι μόνο για τις εξελίξεις, αλλά και για την προγραμματική μας αντίληψη, για τη δυνατότητα οικοδόμησης του Σοσιαλισμού. Υπάρχει θετική πείρα από την προσπάθεια να μελετηθούν οι εξελίξεις στους κλάδους σε τοπικό επίπεδο, καθώς αυτή η διαδικασία έδωσε κατεύθυνση στη δράση των ΚΟΒ. Ο σχεδιασμός με γνώμονα την οικοδόμηση της Συμμαχίας βοήθησε να παρθούν σημαντικές πρωτοβουλίες σε επίπεδο κινήματος, με κοινή δράση εργατών, αυτοαπασχολούμενων και αγροτών.

Αντιλαμβανόμαστε βέβαια καθημερινά ότι αυτή η δουλειά θέλει υπομονή και μεθοδικότητα. Και αυτό γιατί, ενώ η θεωρία και οι στόχοι που θέτουμε είναι επαναστατικά (το ίδιο βέβαια είναι και οι αρχές λειτουργίας μας και η δράση μας), ο κόσμος στον οποίο απευθυνόμαστε έχει πολλά βαρίδια στη συνείδησή του. Υπάρχει και εδώ μεγάλη απόσταση που πρέπει να καλυφθεί. Η σύγχυση στο μυαλό του εργαζόμενου αφορά ακόμα και λέξεις που εμείς χρησιμοποιούμε με ευκολία στο λόγο μας και στις ανακοινώσεις μας («σύστημα», «εξουσία», «λαός» και πολλές άλλες). Μέσα σε όλη αυτή τη σύγχυση, θέτουν ερωτήματα για τα οποία θέλουν άμεση απάντηση, εδώ και τώρα. Χρειάζεται να μην έχουμε το άγχος να τα εξηγήσουμε όλα σε μια κουβέντα ή σε μια ανακοίνωση. Εξάλλου, αυτό το πρόβλημα δεν λύνεται μόνο με συζήτηση. Θέλει και δράση - εκεί είναι που επιβεβαιώνεται η θεωρία.

Με βάση τα παραπάνω, δεν πρέπει μόνο να ψάχνουμε για αυτούς που έχουν κατανοήσει σε «ικανοποιητικό» βαθμό την αντίληψή μας, ώστε να πιάσουμε επαφή μαζί τους (και μόνο η απουσία οργανωμένων δυνάμεων σε βασικούς χώρους δεν μας αφήνει αυτήν την πολυτέλεια). Υπάρχει μεγάλη απειρία και έχουμε καθήκον να καθοδηγήσουμε αυτόν τον κόσμο. Μην φοβόμαστε να τους βάλουμε στη δράση, να χρεώσουμε καθήκοντα. Σημαντικό στοιχείο της δράσης μας πρέπει να είναι η επιδίωξη για απολογισμό και συμπεράσματα βάση αυτών των καθηκόντων. Για παράδειγμα, ένα σωματείο, μια επιτροπή αγώνα, όλοι όσοι κατέβαλαν προσπάθεια για την πραγματοποίηση μιας κινητοποίησης ή μιας απεργίας, να συζητήσουν τα συμπεράσματα της δράσης τους. Με αυτόν τον τρόπο, μαθαίνουμε στον κόσμο που απευθυνόμαστε την οργανωμένη δράση και παράλληλα θέτουμε τα κριτήρια με βάση τα οποία ένας αγώνας σήμερα κρίνεται ως αποτελεσματικός ή όχι. Αυτού του είδους η δράση μπορεί να εξοπλίσει με αντοχή. Υπάρχουν τα αρνητικά παραδείγματα εργαζομένων που ενώ ξεχώρισαν σε κάποια στιγμή, μπήκαν μπροστά σε μια διεκδίκηση, τελικά απομακρύνθηκαν από το κίνημα λόγω της δύσκολης καθημερινότητας ή/και λόγω της πολύμορφης παρέμβασης της εργοδοσίας. Δεν είχε γίνει αντιληπτό σε αυτούς το ευρύτερο σχέδιο στο οποίο πρέπει να ενταχθεί ο αγώνας τους, ο στόχος για την ανασύνταξη του εργατικού κινήματος.

Η ΚΟΒ είναι το όργανο εκείνο του Κόμματος που βρίσκεται σε πιο άμεση επαφή με τους εργαζόμενους και αυτοαπασχολούμενους ενός κλάδου. Οι Τομεακές Επιτροπές είναι που έχουν την άμεση ευθύνη για καθοδήγηση των ΚΟΒ. Χωρίς την αναβάθμιση της λειτουργίας των ΤΕ, η εξειδίκευση των Θέσεων μέσω της αξιοποίησής τους για δράση δεν μπορεί να προχωρήσει. Είναι ένα καθήκον που ίσως να απαιτεί οργανωτικές αναδιατάξεις, ανάδειξη νέων στελεχών ή και αλλαγές χρεώσεων σε παλαιότερα στελέχη. Είναι όμως απαραίτητος όρος για την αποτελεσματικότερη λειτουργία του Κόμματος.


Δημουλάς Δημήτρης
Μέλος της ΕΠ Κρήτης

Για το ζήτημα της ιμπεριαλιστικής εξάρτησης

Οι Θέσεις της ΚΕ για το 20ό Συνέδριο του ΚΚΕ αποτυπώνουν ολοκληρωμένα και στον καλύτερο δυνατό βαθμό τόσο τις διεθνείς και εγχώριες εξελίξεις, όσο και τις συνθήκες μέσα στις οποίες καλείται να δράσει το Κόμμα ως συνειδητή και οργανωμένη πρωτοπορία της εργατικής τάξης. Ενα κομβικό, κατά τη γνώμη μου, ζήτημα που αποτελεί στοιχείο διαπάλης με οπορτουνιστικές και ρεφορμιστικές αντιλήψεις εντός και εκτός Ελλάδας, μέσα κι έξω από το κομμουνιστικό κίνημα, είναι το ζήτημα της «ιμπεριαλιστικής εξάρτησης». Οπως ορθά αναφέρεται στις Θέσεις πρόκειται για «το ζήτημα της «εξάρτησης», που αποκόπτεται από τη θέση της κάθε καπιταλιστικής χώρας στο ιμπεριαλιστικό σύστημα και δεν υπολογίζει ως παράγοντα την ανισόμετρη καπιταλιστική ανάπτυξη, η οποία καθορίζει και τις σχέσεις ανισοτιμίας στο πλαίσιο της σύγχρονης αλληλεξάρτησης καπιταλιστικών κρατών στο διεθνές ιμπεριαλιστικό σύστημα» (Θ. 78).

Πράγματι, η καπιταλιστική οικονομική κρίση έφερε στο προσκήνιο μια σειρά οπορτουνιστικές θεωρίες περί «εξαρτημένης Ελλάδας», «νεοαποικιοκρατίας» κ.λπ. Πρόκειται για θεωρίες και επεξεργασίες που ερμηνεύουν τον ιμπεριαλισμό με όρους κυρίως εξωτερικής πολιτικής, ως επικυριαρχία ενός ισχυρότερου αστικού κράτους σε ένα ασθενέστερο. Στο πλαίσιο αυτό, οι θιασώτες της αντιλενινιστικής αυτής προσέγγισης αποσπούν μια σειρά υπαρκτά στοιχεία της εξωτερικής πολιτικής (π.χ. στρατιωτικές επεμβάσεις μεγάλων ιμπεριαλιστικών κρατών, οικονομική διείσδυση μεγάλων μονοπωλιακών ομίλων σε μια χώρα ή περιοχή, κ.λπ.) από το ίδιο το κοινωνικοοικονομικό περιεχόμενο του ιμπεριαλισμού ως τελευταίου, ανώτατου σταδίου του καπιταλισμού. Ετσι, καταλήγουν να περιορίζουν τον ιμπεριαλισμό στην κυριαρχία ορισμένων «ισχυρών χωρών», βγάζοντας το - λαθεμένο - συμπέρασμα ότι ιμπεριαλιστική πολιτική ασκούν μόνο τα καπιταλιστικά εκείνα κράτη που βρίσκονται, σε κάθε δεδομένη ιστορική στιγμή, στην κορυφή της ιμπεριαλιστικής πυραμίδας. Δεν πρόκειται ασφαλώς για κάποια καινούργια θεωρία. Η αντιμαρξιστική - αντιλενινιστική αυτή προσέγγιση έχει τις ρίζες της στην «καουτσκική» οπτική του ιμπεριαλισμού (διαχωρίζοντας, μεταξύ άλλων, αυθαίρετα το «παρασιτικό χρηματιστικό κεφάλαιο» από το «παραγωγικό βιομηχανικό κεφάλαιο»), την οποία ο Λένιν κατακεραυνώνει στο έργο του «Ο Ιμπεριαλισμός ανώτατο στάδιο του Καπιταλισμού».

Η θεωρία περί «εξάρτησης», άλλοτε σκόπιμα και άλλοτε από επιστημονική ανεπάρκεια, διαστρεβλώνει τη λενινιστική προσέγγιση του ιμπεριαλισμού, αγνοεί ή υποτιμά το κοινωνικοοικονομικό περιεχόμενο του ιμπεριαλισμού ως μονοπωλιακού καπιταλισμού και αδυνατεί να λάβει υπ' όψη την εξαιρετικά σημαντική επίδραση του νόμου της ανισόμετρης ανάπτυξης. Η υιοθέτηση της λανθασμένης θεωρίας της «εξάρτησης» οδηγεί σε συμπεράσματα εξαιρετικά βολικά για την αστική εξουσία: 1) Τη θέση της βασικής αντίθεσης (κεφάλαιο - εργασία) παίρνει η ψευδεπίγραφη αντίθεση «εγχώριο κεφάλαιο - ξένα κεφάλαια», 2) προτάσσεται ως στόχος πάλης η απόκτηση της «εθνικής ανεξαρτησίας», ανοίγοντας το δρόμο για κοινό πολιτικό μέτωπο εργατικής τάξης και αστικών δυνάμεων, 3) η ανατροπή του καπιταλισμού και ο σοσιαλισμός παραπέμπεται... στις καλένδες, αφού προέχει ένα μεταβατικό στάδιο δήθεν «φιλολαϊκής διαχείρισης» του καπιταλισμού.

Με βάση τα παραπάνω, η λαθεμένη και αντιεπιστημονική θεωρία της «εξαρτημένης Ελλάδας» είναι επιβεβλημένο να αποκρουστεί με επιχειρήματα. Σε συνθήκες ολοένα και πιο βαθιάς καπιταλιστικής διεθνοποίησης, στο σύγχρονο ιμπεριαλιστικό σύστημα έχει διαμορφωθεί ένα καθεστώς ανισότιμης αλληλεξάρτησης του συνόλου των καπιταλιστικών κρατών. Οι ανισότιμες αλληλεξαρτήσεις (που συνεχώς μεταβάλλονται) ανάμεσα στις καπιταλιστικές χώρες, συμπεριλαμβανομένης ασφαλώς και της Ελλάδας, είναι αποτέλεσμα της επίδρασης του νόμου της ανισόμετρης ανάπτυξης. Οπως σωστά έχει επισημάνει κατά καιρούς το Κόμμα, με αναλύσεις και άρθρα στον κομματικό Τύπο, «ο καπιταλισμός στην Ελλάδα βρίσκεται στο ιμπεριαλιστικό στάδιο ανάπτυξής του, σε ενδιάμεση θέση στο διεθνές ιμπεριαλιστικό σύστημα, με ισχυρές ανισότιμες εξαρτήσεις από τις ΗΠΑ και την ΕΕ» (Πρόγραμμα του ΚΚΕ, 19ο Συνέδριο). Οι ίδιες οι εξελίξεις δικαιώνουν απόλυτα τη θέση αυτή.

Το γεγονός ότι ο ελληνικός καπιταλισμός βρίσκεται στο ιμπεριαλιστικό στάδιο ανάπτυξής του και, επομένως, η ελληνική αστική τάξη αποτελεί (με σχέσεις ανισότιμης αλληλεξάρτησης) τμήμα της ιμπεριαλιστικής πυραμίδας προκύπτει από συγκεκριμένα στοιχεία: 1) Η συμμετοχή της Ελλάδας, κυρίως μέσω των στρατιωτικών βάσεων (Σούδα, Ακτιο κ.λπ.), στους ιμπεριαλιστικούς πολέμους ΗΠΑ - ΝΑΤΟ - ΕΕ, 2) η προσπάθεια εκμετάλλευσης της γεωστρατηγικής θέσης της χώρας στο πλαίσιο των ενδοϊμπεριαλιστικών ανταγωνισμών (π.χ. αγωγοί φυσικού αερίου, ανταγωνισμός ΗΠΑ - ΕΕ με Ρωσία, οριοθέτηση ελληνικής και κυπριακής ΑΟΖ, ανάπτυξη αντιφατικών σχέσεων με την Τουρκία, ανάπτυξη στρατιωτικών και οικονομικών σχέσεων με Ισραήλ, κ.λπ.) για αναβάθμιση του ρόλου της στην ευρύτερη περιοχή της ανατολικής Μεσογείου, 3) η εξαγωγή κεφαλαίων ελληνικών τραπεζών σε βαλκανικές και παρευξείνιες χώρες (π.χ. Βουλγαρία, πΓΔΜ, Αλβανία, Σερβία, Ρουμανία κ.λπ.), 4) η αναδιανομή αγορών σε χώρες των βαλκανίων υπέρ ελληνικών μονοπωλιακών ομίλων, καθώς η Ελλάδα είναι πρώτη σε επενδύσεις στην Αλβανία και σταθερά στις πρώτες θέσεις ξένων επενδυτών σε πΓΔΜ και Βουλγαρία, 5) η παρουσία εισηγμένων στα διεθνή χρηματιστήρια μεγάλων ελληνικών επιχειρήσεων (το 52% των εισηγμένων ναυτιλιακών εταιρειών στα χρηματιστήρια Νέας Υόρκης και NASDAQ είναι ελληνικών συμφερόντων), 6) η επενδυτική δραστηριοποίηση ελληνικών μονοπωλιακών ομίλων (π.χ. «CocaCola» - HBC, Ομιλος MIG, Ελλάκτωρ, Ομιλος Λάτση, ΦΑΓΕ, ΤΙΤΑΝ, Ομιλος Βαρδινογιάννη, κ.λπ.) σε μια σειρά χώρες.

Υπάρχουν, λοιπόν, ή δεν υπάρχουν ελληνικά μονοπώλια; Είναι ή δεν είναι ο ελληνικός καπιταλισμός στο μονοπωλιακό του στάδιο; Από πότε, άραγε, μετατράπηκε σε... «αποικιοκρατία» και «κατοχή» μια οικονομία (η ελληνική καπιταλιστική οικονομία) η οποία, πριν την καπιταλιστική κρίση, είχε πολλαπλάσιους ρυθμούς ανάπτυξης από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο; Μήπως τελικά το οπορτουνιστικό ιδεολόγημα της «εξάρτησης», που ανεμίζουν σαν παντιέρα ορισμένοι ημιμαθείς τυχοδιώκτες, δεν είναι τίποτα περισσότερο από μια προσπάθεια αθώωσης της εγχώριας αστικής τάξης και αποπροσανατολισμού του εργατικού - λαϊκού κινήματος; Δεν περιμένουμε, ασφαλώς, καμία απάντηση απ' αυτούς που έχουν αναγάγει σε επιστήμη τη διαστρέβλωση του μαρξισμού - λενινισμού.

Η αποσαφήνιση των ζητημάτων που προαναφέρθηκαν έχει ιδιαίτερη σημασία για την επεξεργασία της επαναστατικής στρατηγικής των κομμουνιστικών κομμάτων, ως συνειδητή πρωτοπορία του εργατικού - λαϊκού κινήματος σε κάθε χώρα. Μιας στρατηγικής που δεν χωρά ενδιάμεσα στάδια μεταξύ καπιταλισμού και σοσιαλισμού, ούτε αυταπάτες για στήριξη, ή ακόμη και ανοχή, απέναντι σε αστικές κυβερνήσεις στο όνομα της ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων ή της αποκατάστασης της «εθνικής κυριαρχίας». Οι Θέσεις της ΚΕ για το 20ό Συνέδριο του ΚΚΕ αποτελούν το διαλεκτικό και επιστημονικά επεξεργασμένο καταστάλαγμα μιας πορείας 100 χρόνων στην προμετωπίδα των εργατικών - λαϊκών αγώνων του λαού μας. Η επιστημονικά επεξεργασμένη στρατηγική του ΚΚΕ, έχοντας αφομοιώσει τη μαρξιστική - λενινιστική κοσμοθεωρία, αναδεικνύει όχι μόνο το βαθμό της ιδεολογικής του ωρίμανσης, αλλά αποτελεί και πυξίδα για τους αγώνες του μέλλοντος, για την κατάργηση της εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο, για τη νέα κοινωνία, για το Σοσιαλισμό - Κομμουνισμό.


Νίκος Μόττας
Υποψ. Διδάκτωρ Πολιτικών Επιστημών & Ιστορίας

Στην αναμέτρηση με τις αδυναμίες μας, να βγούμε νικητές!

Οι Θέσεις της ΚΕ συνιστούν σοβαρή προσπάθεια εμβάθυνσης στα κρίσιμα ζητήματα που αντιμετωπίζουμε στην προσπάθειά μας να δουλέψουμε βασισμένοι στο Πρόγραμμα και τη στρατηγική μας. Συμφωνώντας με αυτή την προσπάθεια, καταθέτω ως συμβολή στο συλλογικό μας προβληματισμό τις παρακάτω σκέψεις.

Α. Στη Θέση 2, τονίζεται σωστά ότι το αστικό κράτος παραμένει το βασικό όργανο διασφάλισης της οικονομικής κυριαρχίας του κεφαλαίου. Ωστόσο, στην αμέσως επόμενη φράση, αναφέρεται ότι το αστικό κράτος «παραμένει ισχυρό πεδίο της ανειρήνευτης ταξικής πάλης ανάμεσα στην εργασία και το κεφάλαιο». Η φράση αυτή αντιφάσκει με την παραπάνω σωστή θέση μας. Το αστικό κράτος δεν είναι πεδίο ταξικής πάλης, αλλά το βασικό όργανο άσκησης και της πολιτικής (κι όχι μόνο της οικονομικής) εξουσίας της αστικής τάξης. Ο χαρακτήρας του δεν επηρεάζεται ανάλογα με την πορεία της ταξικής πάλης, ούτε η αναγκαιότητα της καταστροφής του. Η φράση αυτή, συνεπώς, πρέπει να διορθωθεί και η αμέσως προηγούμενη πρόταση να διαμορφωθεί ως: «...διασφάλισης της οικονομικής και πολιτικής κυριαρχίας του κεφαλαίου...».

Στη Θέση 27, σωστά εκτιμάται ως στρατηγικός στόχος για το σύνολο της αστικής τάξης η αύξηση του ενεργού ρόλου της στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ και της ΕΕ. Σωστά τονίζεται ότι από κανένα αστικό κόμμα δεν αμφισβητείται η βαθύτερη συμμετοχή της χώρας στα ΝΑΤΟικά σχέδια. Σε άλλο σημείο (Θ. 12, 19) τονίζεται σωστά ότι η επιλογή της παραμονής της χώρας στο ευρωατλαντικό πλαίσιο είναι δεδομένη για την ελληνική αστική τάξη. Εντούτοις, στην τελευταία πρόταση της Θέσης 27 γίνεται η εκτίμηση ότι υπάρχουν τμήματα της αστικής τάξης που «είναι πιο κοντά στη Ρωσία ή/και την Κίνα». Η εκτίμηση αυτή δεν τεκμηριώνεται στο κείμενο και φαίνεται να αντιφάσκει με τις παραπάνω σωστές εκτιμήσεις, καθώς και με τη σχετική θέση του Προγράμματός μας.

Β. Το Κόμμα επιδιώκει να κατακτά τον καθοδηγητικό ρόλο του στο κίνημα, τόσο μέσω της αυτοτελούς ιδεολογικής - πολιτικής δράσης των κομμουνιστών, όσο και μέσα από τη δράση τους στο πλαίσιο του οικονομικού αγώνα, μέσα από τα συνδικάτα, τις ενώσεις/συλλόγους αγροτών, ΕΒΕ κ.λπ. Συζητάμε τις υποκειμενικές μας αδυναμίες στους δυο αυτούς πυλώνες της δράσης μας, όχι για να τους φέρουμε σε αντιπαράθεση, αλλά για να γίνουμε πιο αποτελεσματικοί στο σωστό συνδυασμό τους.

Στο σκέλος της αυτοτελούς ιδεολογικής - πολιτικής μας παρέμβασης θα θίξω μόνο μια πλευρά, χωρίς, φυσικά, να εξαντλώ το θέμα.

Η πείρα δείχνει ότι πρέπει να μετρήσουμε αρκετά βήματα ακόμα ώστε να κατακτήσουμε την ικανότητα να ξεδιπλώνουμε ενιαία την πάλη μας ενάντια, τόσο στον εθνικισμό, όσο και στον αστικό κοσμοπολιτισμό. Για παράδειγμα, στο ζήτημα του Προσφυγικού, να συγκρουόμαστε ενιαία, τόσο με τα κρούσματα ρατσισμού και ξενοφοβίας, τη φασιστική ΧΑ κ.λπ., όσο και με τις αντιλήψεις περί «ανοικτών συνόρων». Στο ζήτημα του πολέμου, να ζυμώνουμε δραστήρια την απαίτηση να μη χυθεί εργατικό αίμα στις ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις του ΝΑΤΟ για τα συμφέροντα των καπιταλιστών, αλλά ταυτόχρονα να ανοίγουμε την πολεμική ενάντια στον πασιφισμό και στη θέση ότι, δήθεν, η πάλη για την υπεράσπιση των κυριαρχικών δικαιωμάτων από τη σκοπιά της εργατικής τάξης συνιστά, παντού και πάντα, «εθνικιστική παρέκκλιση» αντί του ορθού, ότι στη χώρα μας αποτελεί αναπόσπαστη πλευρά της πάλης για την ανατροπή της εξουσίας του κεφαλαίου.

Γ. Ο προβληματισμός των Θέσεων σωστά επικεντρώνει στην πείρα από τη δράση για την οικοδόμηση της Λαϊκής Συμμαχίας, όπως αυτή προσδιορίζεται στο Πρόγραμμά μας.

Είναι σαφές ότι η αυτοτελής παρέμβαση του Κόμματος δεν επαρκεί από μόνη της για την ανάπτυξη επαναστατικής συνείδησης. Η πείρα δυο αιώνων δείχνει τον αναντικατάστατο ρόλο της μαζικής οικονομικής πάλης σε διαλεκτική αλληλεπίδραση με τον πολιτικό και τον ιδεολογικό αγώνα, αφού σωστά λέμε ότι «δεν υπάρχουν "πολιτικά ουδέτερα συνδικάτα"» (Θ. 66). Μια κλαδική ΚΟΒ δεν έχει, αντικειμενικά, ίδιες δυνατότητες να ζυμώσει τη στρατηγική του Κόμματος για την επανάσταση, την εργατική εξουσία, την κοινωνικοποίηση κ.λπ., όταν την πλειοψηφία στο Σωματείο την έχουν οι ΠΑΣΚΕ/ΔΑΚΕ ή το ΜΕΤΑ. Η θετική και αρνητική πείρα δείχνει ότι χωρίς αδιάλλακτο μέτωπο ενάντια στο ρεφορμισμό και τον εργοδοτικό - κυβερνητικό συνδικαλισμό και χωρίς αλλαγή συσχετισμών σε βάρος τους στο κίνημα, δεν μπορεί να βρίσκει έδαφος ουσιαστικής ανάπτυξης ούτε η αυτοτελής ιδεολογικοπολιτική παρέμβασή μας.

Η απουσία διακριτής παρέμβασης της αντιμονοπωλιακής - αντικαπιταλιστικής πρωτοπορίας στα όργανα του κινήματος (διοικήσεις, συνελεύσεις, απεργιακές επιτροπές, επιτροπές ετών κ.λπ.) αδυνατίζει το μέτωπο στο ρεφορμισμό - οπορτουνισμό, στην αστική ιδεολογία και πολιτική. Ανεξάρτητα από συσχετισμούς, χωρίς διακριτές μορφές αντιμονοπωλιακής - αντικαπιταλιστικής συσπείρωσης, ενισχύονται αντικειμενικά λογικές «ενότητας στο πρόβλημα» που αποτελούν τη βάση της διαβρωτικής επίδρασης του οπορτουνισμού, πολύ περισσότερο μάλιστα σε τμήματα του κινήματος με διαταξικό χαρακτήρα (νεολαία, γυναίκες κ.λπ.), όπου στόχος είναι η συσπείρωση του κοινωνικοταξικά πρωτοπόρου τμήματός τους.

Σωστά λέμε ότι το πλαίσιο πάλης μας παίρνει υπόψη του το βαθμό ωρίμανσης της συνείδησης των κοινωνικών δυνάμεων στις οποίες απευθύνεται. Ομως, ανεξάρτητα από τις δυσκολίες, ο προσανατολισμός των στόχων πάλης πρέπει σταθερά να σημαδεύει τον πραγματικό αντίπαλο του λαού, την αστική τάξη και την εξουσία της, τη συμμετοχή στην ΕΕ και το ΝΑΤΟ και να μην περιορίζεται σε στόχους πάλης ενσωματώσιμους σε λογικές «εναλλακτικής» αστικής διαχείρισης. Σωστά, π.χ. τη μάχη κατά των ιδιωτικοποιήσεων δεν μπορούμε να τη δώσουμε από την αρχή με γραμμή κοινωνικοποίησης των μονοπωλίων, αλλά δεν μπορεί να πάμε και «πίσω» από τη γραμμή πάλης ενάντια στην πολιτική της ΕΕ για την απελευθέρωση (και όχι γενικά ενάντια στο «ξεπούλημα του δημόσιου πλούτου»), για να δοθεί αποτελεσματικά από τη δική μας σκοπιά η μάχη και να μην εγκλωβίζεται σε διαχειριστικές λογικές.

Οπου δουλεύουμε έτσι, μπορούμε να τραβάμε σε κοινή δράση, συντεταγμένα και χωρίς να διαχεόμαστε στις γραμμές τους και δυνάμεις που δεν συμφωνούν πλήρως μαζί μας, αλλά κατανοούν τη σήψη του εργοδοτικού - κυβερνητικού συνδικαλισμού.

Ασφαλώς και μας ενδιαφέρει η μαζικοποίηση των αντιμονοπωλιακών - αντικαπιταλιστικών συσπειρώσεων. Ωστόσο, το ζήτημα δεν είναι μόνο ποσοτικό, αλλά και ποιοτικό. Σωστά μας προβληματίζουν περιπτώσεις όπου π.χ. «συσπειρώνουμε μόνο εμάς και τις στενές επιρροές μας», αλλά από τη σκοπιά τού πώς θα γίνουν περισσότερα τα μέλη και οι επιρροές αυτές και όχι φυσικά της αντίληψης ότι πρέπει να «υποχωρήσουμε» στο πλαίσιο πάλης μας «για να γίνουμε περισσότεροι».

Με επαναστατική αισιοδοξία, χωρίς αυταρέσκειες και αυτοϊκανοποίηση, ας δώσουμε νικηφόρα τη μάχη με τις αδυναμίες μας. Η εργατική τάξη και ο λαός, παρά την υποχώρηση, προσβλέπουν στο Κόμμα. Να μην τους απογοητεύσουμε!


Γρηγόρης Γρηγοριάδης
ΚΟΒ ΕΜΠ

Στους αστικούς μηχανισμούς και ΜΜΕ αντεπίθεση με πολιτικό λόγο και πειθώ

Την Κυριακή 18 Δεκέμβρη το Κόμμα μας έδωσε στη δημοσιότητα τις Θέσεις του για το 20ό Συνέδριο, ένα κείμενο μεγάλης πολιτικής σημασίας, που υπερβαίνει τον εσωκομματικό του χαρακτήρα και που αποδεικνύει εκ νέου τη διαρκή πορεία ενίσχυσης της επαναστατικής γραμμής του ΚΚΕ, σε απόλυτη συνέχεια με τις επεξεργασίες που περιέχονται στο Πρόγραμμά του από το 19ο Συνέδριο.

Ωστόσο, αυτό το κείμενο, όσο και γενικά η διενέργεια του Συνεδρίου, δεν «βρήκαν» παρά μόνο λίγο δευτερόλεπτα ειδησεογραφικού χρόνου στα δελτία ειδήσεων. Από υποχρέωση και με μισή καρδιά, κάποια ρεπορτάζ στην ΕΡΤ, ενώ στα άλλα ΜΜΕ με πρωτοφανή κενότητα επιλέχθηκαν λίγες γραμμές από τις Θέσεις για να «παίξουν» ως «αντίδραση» στα πολιτικά ρεπορτάζ. Οσο, δε, αφορά τον Τύπο, αντιμετωπίστηκε με απόλυτο θάψιμο και λίγα διαστρεβλωτικά άρθρα στις φιλοΣΥΡΙΖΑ εφημερίδες, που πάσχιζαν να επαναφέρουν τη γνωστή σπέκουλα «πως το ΚΚΕ συμμαχεί μόνο με τον εαυτό του»!

Αυτή η αντιμετώπιση του Κόμματος είναι μόνιμη και επιδεινώνεται διαρκώς, λόγω των ανακατατάξεων στον τηλεοπτικό χώρο και των νέων τάσεων που διαμορφώνουν την ενημέρωση και την επικοινωνία στα ΜΜΕ: Προβολή και μάλιστα λέξη προς λέξη των βασικών «αφηγημάτων» της κυβέρνησης και της ΝΔ και των «ανεπίσημων σημειωμάτων» τους ως «δημοσιογραφικές πληροφορίες» και «πακέτο» οι αντιδράσεις όλων των άλλων κομμάτων, ενίοτε και του ΚΚΕ... Ενώ, οι προσκλήσεις στελεχών του Κόμματος στα πάνελ ανά εβδομάδα, στις εκατοντάδες ενημερωτικές εκπομπές και στα ραδιόφωνα, μετριούνται στα δάκτυλα του ενός χεριού. Ο νέος δικομματισμός - διπολισμός προβάλλεται κατά 100%. Ενισχύεται ακόμα από τις παρελάσεις αμέτρητων υποστηρικτών του με τη μάσκα του επιστήμονα, του δημοσιογράφου και του αναλυτή και τις προσωπικές και κατά μόνας συνεντεύξεις των πλέον επωνύμων παραγόντων των «μεγάλων κομμάτων».

Η έννοια της «πολιτικής επικαιρότητας» και η θεματική διάταξη, η επιλογή κι ιεράρχηση δηλαδή των θεμάτων, στον Τύπο και τα ΜΜΕ πραγματοποιείται αποκλειστικά με τους όρους που επιβάλλει η αστική τάξη κι οι μηχανισμοί της. Το μόνο που διαφέρει από Μέσο σε Μέσο είναι η προώθηση των επιμέρους συμφερόντων των συγκεκριμένων επιχειρηματικών ομίλων που τα ελέγχουν και πώς τοποθετούνται τα ίδια απέναντι στις εφαρμοζόμενες σήμερα πολιτικές της κυβέρνησης και της ΕΕ, η αναζήτηση άλλου «μείγματος πολιτικής». Θέματα που αφορούν στη σκληρή καθημερινότητα και στη ζωή, τη βιοπάλη, της εργατικής - λαϊκής οικογένειας απουσιάζουν από την ατζέντα ή παρουσιάζονται με λαϊκιστικούς ή και λαϊκοφασιστικούς όρους, ανάλογα με την περίπτωση. Η δε υπόθεση της αποκάλυψης των αιτιών που γεννούν τα δεινά που περνούν οι λαοί σε όλο τον κόσμο, δεν θα μπορούσε ποτέ να αναμένεται από τα ΜΜΕ του συστήματος. Τα μεγάλα, λοιπόν, λόγια περί πλουραλισμού, ανεξάρτητης δημοσιογραφίας, ενίσχυσης της «δημοκρατίας» κ.ά. έχουν πάει περίπατο.

Στις Θέσεις σημειώνεται: «Ενα επιπλέον εμπόδιο που αντιμετωπίζουμε (...) είναι το γεγονός ότι και μέσα στο Κόμμα ασκεί επίδραση η γενικότερη τάση που παρατηρείται στην κοινωνία για υποκατάσταση της γνώσης από την πληροφορία. Εχει σε μεγάλο βαθμό διαρραγεί η σχέση του κομμουνιστή με το διάβασμα, τη μελέτη. Αυτό δημιουργεί αντικειμενικά - πέραν των άλλων προβλημάτων - και κίνδυνο χάσματος και διαφοράς». Και αλλού: «Σε αυτή την κατεύθυνση θα πρέπει στην καθημερινή καθοδηγητική δουλειά να εξηγείται επαρκώς η μεγάλη διαφορά που υπάρχει ανάμεσα στην γνώση και την πραγματική ενημέρωση από τη μια μεριά και την απλή πληροφόρηση και είδηση από την άλλη».

Από αυτή την άποψη, το βασικό καθήκον του Γρ. Τύπου, να παρεμβαίνει εύστοχα στην «επικαιρότητα», που διαμορφώνει ως επί το πλείστον η αστική τάξη και τα κόμματά της, να απαντάει στις άλλες δυνάμεις και τις θέσεις τους, είναι πολύ σημαντικό και σε μεγάλο βαθμό κατορθώνεται. Αλλά το βασικότερό του καθήκον βρίσκεται στην προβολή της διεξόδου που προτείνει το Κόμμα μας κι αυτό, στις συνθήκες που περιγράφονται, είναι πολύ δύσκολο.

Σε όλα τα παραπάνω χτίζεται και η λεγόμενη «επικοινωνιακή πολιτική» του ΚΚΕ, που όπως και στην ταξική πολιτική και ιδεολογία του, έτσι και στην επικοινωνία του, καμία σχέση δεν έχει με τα κόμματα καπιταλιστικού συστήματος. Το ΚΚΕ υποτάσσει την επικοινωνία του στην επαναστατική ιδεολογία και δράση του και - παράλληλα με την αναγκαιότητα και την ευθύνη να βελτιώνει διαρκώς την αποτελεσματικότητα της παρέμβασής του μέσα κι από τα ΜΜΕ, που υπάρχουν περιθώρια - δεν μπορεί να την περιορίζει μόνο στο χώρο του «δημόσιου λόγου», όπως κάνουν τα αστικά και οπορτουνιστικά κόμματα. Αλλά, κυρίως εκφράζεται στην καθημερινή, ζωντανή και σε αλληλεπίδραση επαφή των μελών και των Οργανώσεών του με τους εργαζόμενους και τα λαϊκά στρώματα εκεί που ζουν και εργάζονται. Εκεί που αναπτύσσουν τις κοινωνικές τους σχέσεις και εκεί που επομένως έχει βασική, στρατηγική σημασία για το ΚΚΕ να αναπτύσσει τις θέσεις του και να δημιουργεί πολιτικούς δεσμούς. Και μάλιστα σε συνθήκες καπιταλιστικής κρίσης, υποχώρησης του κινήματος και των αγωνιστικών διαθέσεων και φοβερών δυσκολιών που ταλανίζουν το διεθνές κομμουνιστικό κίνημα και τα ΚΚ.

Οι μόνοι που δεν βλέπουν ή δεν κατανοούν ή επιχειρούν να δώσουν άλλο νόημα σ' αυτή την αυταπόδεικτη πραγματικότητα είναι ορισμένοι, λίγοι, οπαδοί του «κοινοβουλευτικού δρόμου προς το σοσιαλισμό» και της ατεκμηρίωτης και παρωχημένης άποψης πως «αν προβάλλεται περισσότερο το ΚΚΕ, αφού έχει δίκιο, θα ανεβαίνει αυτόματα κι η απήχησή του, χωρίς ταξική πάλη κι αγώνες» (προφανώς στις δημοσκοπήσεις και τις εκλογές)! Το ίδιο συμβαίνει και με ορισμένους γραφιάδες που, επώνυμα ή ανώνυμα, αρθρογραφούν σε κάποια site, χαμηλών πτήσεων αλλά υψηλού οπορτουνισμού και αντιΚΚΕδισμού, όπου καθημερινά ανακαλύπτουν 4-5 «ιστορικής σημασίας λάθη του ΚΚΕ»!...

Αυτονόητο το καθήκον όλων μας και σήμερα για την αύξηση της κυκλοφορίας κι ανάγνωσης του «Ριζοσπάστη» και όλων των ανθρώπων καλής θέλησης, που ενδιαφέρονται για τις θέσεις του ΚΚΕ, να φροντίζουν να τις γνωρίζουν από τα δικά του Μέσα κι όχι του αντιπάλου και της διαδικτυακής καταιγίδας της ατάκας και της λάσπης.

Τέλος, στις Θέσεις ακόμα σημειώνεται: «Η ΚΕ, παρά κάποια μικρά βήματα, υστερεί ακόμα σοβαρά στη διαμόρφωση υποδομής στα θέματα προπαγάνδας, παρέμβασης στο διαδίκτυο, σε όλη αυτή την πολυμορφία και πληθώρα τεχνολογικών μέσων που υπάρχουν στην εποχή μας». Σωστά εντοπίζεται και ταυτόχρονα μπαίνει μπροστά μας ένα σημαντικό, δύσκολο και σύγχρονο καθήκον, στο οποίο χωρίς αμφιβολία θα ανταποκριθούμε με τους όρους της μοναδικότητας της Ιστορίας, της ιδεολογικής υπεροχής και της αισθητικής του Κόμματός μας.


Θάνος Μύρτου
Μέλος του Γραφείου Τύπου της ΚΕ



Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ