Κυριακή 15 Ιούνη 2014
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Παραλλαγές της ίδιας στρατηγικής

Ανασχηματισμός, έκθεση του ΔΝΤ και αντιπαραθέσεις για το ποιος είναι καλύτερος διαπραγματευτής για το χρέος, είναι τα κεντρικά γεγονότα της βδομάδας που πέρασε.

Η κυβέρνηση με τον ανασχηματισμό ισχυρίζεται ότι μπαίνει σε νέα περίοδο που θα βάλει τέρμα στις αδικίες, η αντιπολίτευση αντιπαραθέτει το δικό της μοντέλο για τη διαπραγμάτευση του χρέους που θα φέρει την ανάπτυξη. Και στις δυο παραλλαγές του είναι ένα σχέδιο που αφορά στα συμφέροντα του κεφαλαίου.

Προβάλλουν ως πρόβλημα - κορμό το περίφημο χρέος και γύρω από αυτό χτίζουν αντιπαράθεση. Ομως, η αιτία της αντιλαϊκής πολιτικής δεν είναι το χρέος. Ολες οι βασικές κατευθύνσεις της πολιτικής που εφαρμόζεται δεν συνιστούν κάποια ελληνική πρωτοτυπία. Εφαρμόζονται σε όλα τα κράτη - μέλη της ΕΕ είτε έχουν χρέος, είτε δεν έχουν. Αυτές τις κατευθύνσεις τις υποστηρίζουν τόσο η ΕΕ όσο και το ΔΝΤ, που έχουν διαφορετικές απόψεις για το χρέος. Είναι μια συνολική κατεύθυνση. Στόχος της είναι το πώς θα θωρακιστούν οι μονοπωλιακοί όμιλοι στο μεταξύ τους σκληρό ανταγωνισμό. Κι ο δρόμος γι' αυτό είναι: Με όσο το δυνατόν πιο φτηνή εργατική δύναμη, που επιβάλλεται με σαρωτικές αλλαγές - ανατροπές στα κοινωνικά - εργατικά - λαϊκά δικαιώματα. Παράλληλα, τα μέτρα που παίρνονται εξασφαλίζουν νέα πεδία κερδοφορίας στο κεφάλαιο μέσα από την επιτάχυνση των ιδιωτικοποιήσεων. Οποια, λοιπόν, γραμμή κι αν εφαρμόζεται δεν καταλήγει σε φιλολαϊκή βάση, αφού περιέχει την υπόκλιση στους στόχους της ΕΕ και του ΔΝΤ, στους στόχους της άρχουσας τάξης.

Εκφράστηκε αυτό καθαρά στη συνέλευση του ΣΕΒ. Οπου παρουσιάστηκαν και οι δύο εκδοχές της διαχείρισης, τόσο από τη ΝΔ όσο και από τον ΣΥΡΙΖΑ. Κανένας τους, όμως, δεν δεσμεύτηκε ούτε για αποκατάσταση των απωλειών στους μισθούς, ούτε για την ανάκληση των ιδιωτικοποιήσεων, ούτε στο να μπει φραγμός στην ελεύθερη κίνηση κεφαλαίων. Δεν είπαν λέξη για αναγκαιότητα κατάργησης των ποσοστώσεων στην εγχώρια αγροτική παραγωγή και κατά τ' άλλα μιλούσαν για ανάπτυξη. Αυτό συνέβη γιατί και οι δύο υποκλίνονται σ' αυτούς τους στόχους. Κι αρχίζουν μετά τις κωλοτούμπες: «Είναι 500 εφαρμοστικοί νόμοι, δεν μπορούν να καταργηθούν με τη μία», «θα παραλάβουμε καμένη γη», κι άλλα τέτοια.

Δεν είναι, λοιπόν, το χρέος το πρόβλημα που θέλουν να λύσουν. Η διαπραγμάτευση για το χρέος αφορά στον επιμερισμό των βαρών ανάμεσα στην εγχώρια αστική τάξη και τους δανειστές. Η όποια ρύθμιση δεν θα αφορά στην ικανοποίηση των λαϊκών αναγκών. Εχουμε ήδη προηγούμενο παράδειγμα με το «κούρεμα» που έγινε και μέσα από το οποίο προέκυψε επιδείνωση της θέσης των εργαζομένων.

Μια στρατηγική υπηρετούν όλοι μαζί

Αυτό που πρέπει να είναι πάντα καθαρό είναι ότι η διαπάλη που εξελίσσεται στην ΕΕ αφορά σ' ένα, το ίδιο, στρατηγικό πλαίσιο, μέσα στο οποίο αναζητείται λύση κι αυτό αφορά όλα τα κράτη - μέλη. Αυτό το πλαίσιο είναι η περίφημη στρατηγική «Ευρώπη 2020». Η λύση που θα δοθεί εξαρτάται από τους μεταξύ τους συσχετισμούς ενώ την κατεύθυνση την συνυπογράφουν και η ΕΕ και το ΔΝΤ. Οποιος, λοιπόν, υποκλίνεται σ' αυτό το πλαίσιο δεν μπορεί να δώσει φιλολαϊκή λύση.

Και οι δύο πόλοι του «νέου διπολισμού» θεωρούν ως δεδομένη τη χασούρα των πολλών, των λαϊκών στρωμάτων, σε συνθήκες κρίσης. Συμπληρώνουν ο καθένας με τον τρόπο του ότι δεν εγγυώνται για τίποτα άλλο παρά μόνο για την αντιμετώπιση των φαινομένων της ακραίας φτώχειας. Ζητάνε από τους εργαζόμενους να επιλέξουν τους όρους σφαγής τους.

Αλλαγή προσώπων δεν σημαίνει αλλαγή πολιτικής

Η κυβέρνηση προσπάθησε με τον ανασχηματισμό να καλλιεργήσει ελπίδες ότι κάτι αλλάζει. Να 'ναι καθαρό: Τα πρόσωπα μπορεί να αλλάζουν, η αντιλαϊκή πολιτική όμως δεν πρόκειται να αλλάξει, στο βαθμό που μένουμε αλυσοδεμένοι στα δεσμά της ΕΕ, των μονοπωλίων, της εξουσίας τους. Και, βεβαίως, θα συνεχίζονται αυτές οι αντιλαϊκές πολιτικές, αν ο λαός μας δεν ορθώσει το ανάστημά του, να γυρίσει σε όλους αυτούς την πλάτη, να διεκδικήσει το δίκιο του, σε μια μεγάλη Λαϊκή Συμμαχία, σε συμπόρευση με το ΚΚΕ.

Οπως και οι προηγούμενοι, έτσι και αυτός ο κυβερνητικός ανασχηματισμός έχει στόχο να υλοποιήσει, με τον πιο αποτελεσματικό τρόπο, προαποφασισμένα αντιλαϊκά μέτρα και να πάρει νέα στο πλαίσιο των στόχων της καπιταλιστικής ανάκαμψης και των μνημονίων διαρκείας της ΕΕ, που προωθούνται σε βάρος του λαού. Ταυτόχρονα, ο ανασχηματισμός είναι ενταγμένος στις διεργασίες αναπαλαίωσης του πολιτικού σκηνικού και διαμόρφωσης νέων συμμαχιών που εξελίσσονται, τόσο εντός όσο και ανάμεσα στα αστικά κόμματα, προκειμένου να υπηρετηθεί ο στόχος σταθερών κυβερνήσεων εντός της ΕΕ.

Είναι παραπλανητική για το λαό η άποψη ότι οι αλλαγές στα πρόσωπα της κυβέρνησης και ιδιαίτερα σε αυτά του οικονομικού επιτελείου συνδέονται με αλλαγές στο μείγμα διαχείρισης της οικονομίας για την ανακούφιση του λαού. Τέτοιες αλλαγές, ακόμη και αν υπάρξουν, δε θα ανακόψουν την πορεία εφαρμογής της αντιλαϊκής πολιτικής, η οποία δρομολογείται μέσω των ήδη νομοθετημένων μέτρων που τώρα θα αρχίσουν να εφαρμόζονται, άλλων που θα παρθούν στο πλαίσιο της συμφωνίας με την τρόικα, αλλά και της εποπτείας της ΕΕ και είναι προαπαιτούμενα για την ανάκαμψη της καπιταλιστικής οικονομίας, δηλαδή της κερδοφορίας του κεφαλαίου.

Εξίσου παραπλανητικό είναι το αίτημα του ΣΥΡΙΖΑ για συναίνεση με την κυβέρνηση και πρόσωπα κοινής αποδοχής στις θέσεις του διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδας και του επιτρόπου της Κομισιόν, που διατυπώνεται στο πλαίσιο των απανωτών διαπιστευτηρίων που δίνει αυτό το κόμμα, ιδιαίτερα μετά τις εκλογές. Αυτή η θέση εμπαίζει το λαό ότι είναι δυνατόν οι αλλαγές προσώπων σε αυτούς τους θεσμούς να τους οδηγήσουν να παίξουν «φιλολαϊκό» ρόλο. Τον ίδιο αποπροσανατολισμό υπηρετεί και η συμμετοχή του ΣΥΡΙΖΑ στις διεργασίες για το ποιος θα είναι ο επόμενος πρόεδρος της Κομισιόν.

Ενας ο στόχος, η κερδοφορία του κεφαλαίου

Η δημοσιοποίηση της έκθεσης του ΔΝΤ για την Ελλάδα ξεκαθάρισε ότι τα αντιλαϊκά - φιλομονοπωλιακά μέτρα θα συνεχιστούν με μεγαλύτερη ένταση, ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά το Ασφαλιστικό και τα Εργασιακά. Σ' αυτήν την κατεύθυνση ο πρωθυπουργός ζήτησε από το νέο Υπουργικό Συμβούλιο να είναι «στο πόδι» 24 ώρες το 24ωρο. Η έκθεση του ΔΝΤ για την Ελλάδα έρχεται να επιβεβαιώσει ότι και το νέο κυβερνητικό σχήμα ΝΔ - ΠΑΣΟΚ θα συνεχίσει το δρόμο των αντιλαϊκών μέτρων σε βάρος του λαϊκού εισοδήματος, των ασφαλιστικών και εργασιακών δικαιωμάτων, προκειμένου να υπηρετηθεί ο στόχος της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας, δηλαδή της κερδοφορίας του κεφαλαίου. Το γεγονός ότι το ΔΝΤ είναι εκείνο το μέρος της τρόικας που υποστηρίζει το «κούρεμα» του ελληνικού χρέους αποδεικνύει ότι η όποια «ελάφρυνσή» του, που έχουν κάνει σημαία τόσο η κυβέρνηση όσο και η αξιωματική αντιπολίτευση, πάει χέρι χέρι με τα αντιλαϊκά μέτρα.

Εμφανίζονται ελεήμονες, διαχειρίζονται τη φτώχεια

Στα υπόψιν της βδομάδας που πέρασε και η για πολλοστή φορά εξαγγελία για το περίφημο «ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα». Σύμφωνα με το υπουργείο Εργασίας, το συγκεκριμένο μέτρο θα αφορά ποσά που θα κυμαίνονται από 200 έως 400 ευρώ, ανάλογα με την οικογενειακή κατάσταση του δικαιούχου, και θα δίνονται με εισοδηματικά και περιουσιακά κριτήρια. Το εισοδηματικό όριο μπαίνει στα 4.800 ευρώ το χρόνο, που σημαίνει ότι μόνο όσοι αντιμετωπίζουν οξυμένο πρόβλημα επιβίωσης θα δικαιούνται το πενιχρό επίδομα κάθε μήνα. Αλλά γιατί συζητάνε γι' αυτό; Επειδή, παρά την προπαγάνδα περί ανάπτυξης, από αυτή δε θα ωφεληθεί η συντριπτική πλειοψηφία των εργαζομένων, των φτωχών λαϊκών στρωμάτων. Την ακραία φτώχεια και εξαθλίωση, λοιπόν, θέλουν να διαχειριστούν.

Θεσπίζουν «παροχές» ελεημοσύνης και συγκροτούν δομές που θα συγκρατούν το λαό στα όρια της εξαθλίωσης, ίσα για να φυτοζωεί και ταυτόχρονα να μη διαμαρτύρεται, να μη διεκδικεί, να συμβιβάζεται με την άθλια ζωή στον καπιταλισμό. Αλλωστε, όπου εφαρμόστηκε το «ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα», επέδρασε ώστε να αποδυναμωθεί η πάλη για ικανοποιητικές Συλλογικές Συμβάσεις και μισθούς, να υποχωρήσει κι άλλο το κίνημα στις διεκδικήσεις του.

Η φράση «τώρα μπορούμε να αποκαταστήσουμε αδικίες ...θα γίνουν αλλαγές» παραπέμπει στο γνωστό «να σε κάψω Γιάννη, να σ' αλείψω λάδι». Ενα προς ένα τα μέτρα, που προβάλλονται ως «αποκατάσταση αδικιών», αφορούν τη διαχείριση της ακραίας φτώχειας, ενώ ορισμένα απ' αυτά, που παρουσιάζονται ως μέτρα που ωφελούν τον εργαζόμενο, στην πράξη είναι πρόσθετες παροχές στο μεγάλο κεφάλαιο. Τα αντιλαϊκά μέτρα, όπως οι απολύσεις στο δημόσιο και τον ιδιωτικό τομέα, η επίθεση στο λαϊκό εισόδημα, η κατάργηση ασφαλιστικών και εργασιακών δικαιωμάτων, αποτελούν στρατηγικού χαρακτήρα κατευθύνσεις της ΕΕ και απαιτήσεις του κεφαλαίου, του Συνδέσμου Ελλήνων Βιομηχάνων, προκειμένου να εξασφαλιστεί η «περίφημη» ανταγωνιστικότητα της οικονομίας, δηλαδή η καπιταλιστική κερδοφορία.

Η συγκυβέρνηση ΝΔ και ΠΑΣΟΚ υπηρετεί τον αντιλαϊκό στόχο της ανταγωνιστικότητας, στον οποίο όμως υποκλίνεται και ο ΣΥΡΙΖΑ, όπως απέδειξαν και τα διαπιστευτήριά του στον ΣΕΒ, προσπαθώντας να εξαπατήσει το λαό ότι είναι δυνατό να συνυπάρξουν τα συμφέροντα των εργαζομένων και των κεφαλαιοκρατών.

Οι εργαζόμενοι δεν πρέπει να πέσουν στην παγίδα να περιμένουν για το ποιος θα τους οδηγεί κάθε φορά στη σφαγή. Πρέπει από σήμερα να σημαδεύουν με την πάλη τους τον αντίπαλο, τα μονοπώλια και τις πολιτικές τους εκφράσεις, ανεξάρτητα από το ποιος είναι σήμερα ή αύριο στην κυβέρνηση.

Για την εργατική τάξη πρέπει να είναι καθαρό: Απαιτείται ριζικά διαφορετική κατεύθυνση. Κι αυτή βρίσκεται στην αποδέσμευση από την ΕΕ, στην κοινωνικοποίηση των μονοπωλίων, στην οργάνωση της λαϊκής αντεπίθεσης παντού.

ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ ΣΤΙΣ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΕΣ ΣΠΟΥΔΕΣ
Πανσπερμία χρυσοπληρωμένων τίτλων σπουδών χωρίς δικαιώματα

Στο χώρο των μεταπτυχιακών σπουδών υπάρχουν αρκετές εξελίξεις το τελευταίο διάστημα. Το υπουργείο Παιδείας ζητά από τα πανεπιστήμια της χώρας να έχουν ολοκληρώσει την τροποποίηση των μεταπτυχιακών τους προγραμμάτων (σύμφωνα με το ν. 3685/2008) μέχρι το καλοκαίρι, υπό την απειλή της μη εισαγωγής νέων μεταπτυχιακών φοιτητών. Την ίδια ώρα, οι νέοι Οργανισμοί των ιδρυμάτων φέρνουν περαιτέρω ανατροπές στην οργάνωση των σπουδών και των πτυχίων, που έχουν αντανάκλαση και στο μεταπτυχιακό επίπεδο. Η πρόβλεψη του νόμου - πλαισίου για αυτόνομες «Σχολές Μεταπτυχιακών Σπουδών» σε κάθε πανεπιστήμιο εξυπηρετεί την προώθηση αυτού του σχεδιασμού.

Οι κατευθύνσεις της ΕΕ για την Ανώτατη Εκπαίδευση διαμορφώνουν μια εφιαλτική εικόνα για τις σπουδές και το μέλλον των φοιτητών σε προπτυχιακό και μεταπτυχιακό επίπεδο. Η χρηματοδότηση των ιδρυμάτων έχει φτάσει στα τάρταρα. Εντείνονται η επιχειρηματική και ανταποδοτική τους λειτουργία, η αναζήτηση πόρων από ιδιώτες, που θα εισχωρήσουν ακόμα πιο βαθιά σε όλες τις πτυχές της λειτουργίας τους.

Η εφαρμογή του νόμου - πλαισίου, του σχεδίου «Αθηνά», η «διαθεσιμότητα» (βλ. απολύσεις) των διοικητικών και όλα όσα ζήσαμε το προηγούμενο διάστημα δεν είναι παρά κρίκοι μιας αλυσίδας που θα συνεχιστεί, αφού στα σκαριά είναι:

  • Η συγκρότηση εταιρειών που θα διαχειρίζονται την περιουσία των ΑΕΙ, επιταχύνοντας το ξεπούλημα εστιών και λεσχών σίτισης, την ενοικίαση υποδομών (εργαστηρίων, συνεδριακών χώρων, αιθουσών κ.ά.) σε ιδιώτες κ.τ.λ.
  • Η περαιτέρω διαμόρφωση των προγραμμάτων σπουδών με βάση τις ανάγκες των επιχειρήσεων για φτηνό, ευέλικτο και υποταγμένο εργατικό δυναμικό, για υποταγμένους επιστήμονες.
  • Τριετείς κύκλοι προπτυχιακών σπουδών, καθώς και διετείς ή μονοετείς κύκλοι που θα πιστοποιούν δεξιότητες, όπως προβλέπουν ο νόμος - πλαίσιο και οι Οργανισμοί (ήδη λειτουργούν πολλά προγράμματα κατάρτισης με δίδακτρα στο Πανεπιστήμιο Αθήνας). Προς τα εκεί πιέζει και η πρόσφατη έκθεση της ΑΔΙΠ, που ανοίγει το δρόμο και για τη δεύτερη φάση του σχεδίου «Αθηνά».
  • Ο νέος νόμος για την Ερευνα, που επιτείνει τη χειραγώγηση του περιεχομένου και του αποτελέσματος της έρευνας από το κεφάλαιο.

Η λίστα δεν έχει τελειωμό. Αποτελεί συνέχεια μιας διαδικασίας που εκτυλίσσεται χρόνια ολόκληρα, με τις σπουδές αντί για την επιστημονική γνώση να προσανατολίζονται στην εφήμερη κατάρτιση, να μετατρέπονται σε σπουδές «αλά καρτ».

Οι εξελίξεις αυτές, όπως εδώ και χρόνια έχει αναδείξει το ΚΚΕ, υπηρετούν το ευρωενωσιακό πρότυπο για το μέλλον της νεολαίας, που στηρίζεται στη διαιώνιση της ανασφάλειας και της εργασιακής περιπλάνησης. Τις συνέπειες αυτού του σχεδιασμού τις ζουν χιλιάδες νέοι, αφού είναι πασιφανές ότι ο απόφοιτος δεν έχει εξασφαλισμένη την πρόσβαση στο επάγγελμα.

Η «φάμπρικα» των ΜΔΕ

Τα τελευταία χρόνια έχει στηθεί μια ολόκληρη «φάμπρικα» Μεταπτυχιακών Διπλωμάτων Ειδίκευσης (ΜΔΕ). Χιλιάδες νέοι προσανατολίζονται σε αυτά, όχι μόνο από το μεράκι τους για την επιστήμη, αλλά κυρίως για να εξασφαλίσουν ένα επιπλέον «χαρτί», που ελπίζουν να τους βοηθήσει να βρουν μια δουλειά, αφού έτσι θα είναι πιο «ανταγωνιστικοί», όπως για χρόνια ακούνε από χίλιες δυο μεριές.

Πολλοί μεταπτυχιακοί φοιτητές χρυσοπληρώνουν για να πάρουν αυτό το χαρτί, αφού σε πολλές περιπτώσεις τα δίδακτρα ανέρχονται σε πολλές χιλιάδες ευρώ ανά έτος (π.χ. στο Πανεπιστήμιο Πειραιά ακόμα και 11.000 ευρώ το χρόνο). Η τάση είναι η εξαφάνιση των δωρεάν προγραμμάτων (π.χ. στο νέο μεταπτυχιακό της Φαρμακευτικής Αθήνας προβλέπονται δίδακτρα).

Αλλωστε, για τα πανεπιστημιακά ιδρύματα είναι μια καλή ευκαιρία για να αντλήσουν έσοδα, για να καλύψουν τρύπες που ανοίγουν στο έδαφος της υποχρηματοδότησης. Προκύπτουν ερωτήματα και για το πού πάνε σήμερα τα λεφτά από τα δίδακτρα. Λέγεται ότι ένα μέρος δίνεται για αμοιβές προσωπικού και εξοπλισμό στο όνομα της «αυτοχρηματοδότησης». Ενα άλλο καταλήγει στους περίφημους Ειδικούς Λογαριασμούς, τα «μαύρα κουτιά» της επιχειρηματικής δραστηριότητας των ιδρυμάτων, στους λογαριασμούς και τη δραστηριότητα των οποίων δεν υπάρχει κανένας έλεγχος.

Η πλειοψηφία των ΜΔΕ συγκροτείται στη βάση μεταφοράς μαθημάτων από το προπτυχιακό στο μεταπτυχιακό πρόγραμμα σπουδών. Ετσι, μ' ένα σμπάρο πετυχαίνονται δυο τρυγόνια: Αφενός το πτυχίο υποβαθμίζεται περαιτέρω, αφετέρου η συνέχεια των σπουδών σε μεταπτυχιακό επίπεδο, αντί να προσανατολίζεται στην εμβάθυνση σε ένα πεδίο της εκάστοτε επιστήμης και την ερευνητική παραγωγή με στόχο την ανακάλυψη νέας γνώσης, μετατρέπεται σε μια κατηγορία πιστοποιούμενων προσόντων, με αμοιβή των παρόχων.

Οπως προείπαμε, αυτή την περίοδο όλα τα Τμήματα, αφού ολοκληρώθηκε η «αξιολόγησή» τους, αλλάζουν τα προγράμματα των μεταπτυχιακών. Σημειωτέον, αντίστοιχη διαδικασία «πιστοποίησης» προβλέπεται πλέον και για τα προπτυχιακά. Υπαγορεύονται έτσι προγράμματα που, μέσω της «αξιολόγησης», θα αναπροσαρμόζονται διαρκώς στις πρόσκαιρες απαιτήσεις της αγοράς για επιστημονικό δυναμικό και ερευνητικά αποτελέσματα. Αυτή η διαδικασία υποβαθμίζει την ουσία των επιστημονικών σπουδών, τόσο των μεταπτυχιακών όσο και των προπτυχιακών προγραμμάτων. Είναι χαρακτηριστικό ότι στο Πάντειο συζητιέται το μεταπτυχιακό να γίνει μονοετές (6 μήνες μαθήματα και 6 μήνες για τη διπλωματική), στο Φυσικό της Αθήνας να μειωθούν τα μαθήματα και η διάρκειά του, κ.ά.

Η πανσπερμία των τίτλων σπουδών, με τσακισμένα τα εργασιακά δικαιώματα, οδηγεί ολοταχώς σε ένα μοντέλο που την αξία του πτυχίου και του ιδρύματος που το παρέχει, θα την κρίνει η αγορά, με γνώμονα το ποιοι τομείς είναι κερδοφόροι κι όχι τις ανάγκες του λαού για επιστήμονες.

Τα υποβαθμισμένα πτυχία ακολουθούν αντίστοιχα μεταπτυχιακά προγράμματα, που εξυπηρετούν την προώθηση της «κινητικότητας» φοιτητών και εργαζομένων. Επιτείνεται η κατηγοριοποίηση σχολών και αποφοίτων, υψώνονται νέοι ταξικοί φραγμοί.

Θέλουν τους νέους επιστήμονες υποταγμένους

Αφού έχουν τσακίσει τα όνειρα χιλιάδων νέων, τους θέλουν στο διαρκές κυνήγι «πιστοποιητικών», για τα οποία μάλιστα θα πληρώνουν αδρά. Τους θέλουν να αποδέχονται αγόγγυστα το τσάκισμα της ζωής και των σπουδών τους, να νοιάζονται μόνο πώς θα ξεμπερδέψουν μια ώρα αρχύτερα.

Είναι χαρακτηριστικό ότι στο Χημικό της Αθήνας εκβιάζουν με το υπαρκτό πρόβλημα των σοβαρών ελλείψεων στα εργαστήρια (διαλύτες, αντιδραστήρια κ.λπ.), για να έρθουν ως «σωτήρες» οι εταιρείες που θα προσφέρουν χρηματοδότηση με αντάλλαγμα την εκμετάλλευση της δουλειάς των νέων επιστημόνων και των υποδομών.

Στους νέους Οργανισμούς επισημοποιείται η υποχρέωση μεταπτυχιακών φοιτητών και υποψήφιων διδακτόρων για ενασχολήσεις (διοικητικές, εκπαιδευτικές κ.ά.) που καμία σχέση δεν έχουν με τις σπουδές και την έρευνά τους, ακόμα και αμισθί. Στις πλάτες τους φορτώνεται το βάρος της αντιμετώπισης των συνεπειών της πολιτικής που απολύει εργαζόμενους, δεν προκηρύσσει νέες θέσεις, δεν καλύπτει τις ανάγκες των ιδρυμάτων.

Για τους υποψήφιους διδάκτορες, όπου έχει διαμορφωθεί μια κατάσταση ανελέητου ανταγωνισμού στο κυνήγι της εύνοιας του καθηγητή και της χρηματοδότησης, η κατάσταση είναι ακόμα χειρότερη.

Την ίδια ώρα, οι υποτροφίες είναι σχεδόν ανύπαρκτες και μακριά από τις πραγματικές ανάγκες των υποψήφιων διδακτόρων. Η δυσκολία για την εύρεση χρηματοδότησης κατευθύνει ουσιαστικά τις περισσότερες φορές και το περιεχόμενο της έρευνάς τους. Οσοι αμείβονται με μπλοκάκι, υποχρεώνονται σε δυσβάσταχτες παρακρατήσεις και εισφορές, που ξεπερνούν ακόμα και το 50% της προβλεπόμενης αμοιβής.

Οι νέοι επιστήμονες να βγάλουν τις ανάγκες τους στο προσκήνιο

Το έδαφος έχει στρωθεί και τα επόμενα βήματα είναι προδιαγεγραμμένα, στο βαθμό που δε συναντήσουν σθεναρή αντίσταση.

Αυτό που έχει σήμερα ανάγκη ο λαός μας και αντιστοιχεί στις δυνατότητες που υπάρχουν, είναι Πανεπιστήμια και Ερευνα που σχεδιασμένα να υπηρετούν τις σύγχρονες διευρυμένες λαϊκές ανάγκες και την εξέλιξη της επιστήμης και όχι τα οικονομικά, πολιτικά και ιδεολογικά συμφέροντα του κεφαλαίου και των ιμπεριαλιστικών οργανισμών.

Αυτό που έχει σήμερα ανάγκη ο φοιτητής είναι ενιαίες προπτυχιακές σπουδές, οι οποίες θα παρέχουν ολοκληρωμένη επιστημονική γνώση και, ταυτόχρονα, πλήρη επαγγελματική επάρκεια. Το πτυχίο να αποτελεί τη μόνη προϋπόθεση κατοχύρωσης της πρόσβασης στο επάγγελμα. Μετά το πτυχίο, για όσους θέλουν να συνεχίσουν να δουλεύουν στην έρευνα της επιστήμης τους, ενιαίες μεταπτυχιακές σπουδές ενός κύκλου, που θα οδηγούν σε διδακτορικό. Η υφιστάμενη κατάσταση με τα πάσης φύσεως ΜΔΕ, που αποτελούν ένα ακόμα σκαλοπάτι στην πολυδιάσπαση των σπουδών, δεν μπορεί να συνεχιστεί, χρειάζεται να καταργηθούν. Ως τότε, χρειάζεται να δυναμώσει ο αγώνας για κατάργηση των διδάκτρων στα μεταπτυχιακά προγράμματα και για άμεση απαλλαγή όσων είναι από οικογένειες με άνεργο. Να μην επιβληθούν δίδακτρα σε όσα προγράμματα είναι ακόμα δωρεάν. Να κατοχυρωθεί άδεια με αποδοχές και να δοθούν όλες οι απαραίτητες διευκολύνσεις για τους εργαζόμενους που παρακολουθούν αντίστοιχα προγράμματα.

Αυτός ο αγώνας μπορεί να έχει νικηφόρα προοπτική, στο βαθμό που συναντιέται και με την οργάνωση της πάλης για τον απεγκλωβισμό από τα δεσμά του ευρωμονόδρομου, την ανατροπή της εξουσίας των μονοπωλίων, την ισχυροποίηση της Λαϊκής Συμμαχίας που θα βάλει πλώρη για μια άλλη εξουσία. Για να γίνει η εργατική τάξη, ο λαός αφέντης στον τόπο του και στον πλούτο που παράγει. Η νεολαία, οι νέοι επιστήμονες, με το μυαλό και τα χέρια τους μπορούν να φέρουν τα πάνω κάτω, αν συνταχθούν με το ταξικό κίνημα, αν συναντηθούν με την πολιτική πρόταση του ΚΚΕ.


Του
Δημήτρη ΚΟΙΛΑΚΟΥ*
*Ο Δημήτρης Κοιλάκος είναι μέλος του Τμήματος Παιδείας και Ερευνας της ΚΕ του ΚΚΕ



Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ