Κυριακή 15 Μάη 2005
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΔΙΗΓΗΜΑ
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
Του Μενέλαου ΓΟΥΒΕΤΑ

Γεννήθηκε στο Σουφλί το 1934. Μεγάλωσε με πολλές στερήσεις σε μια πολυμελή οικογένεια, εφτά άτομα. Ο πατέρας του, εξαιτίας των διωγμών που υπέστη, ως παλιός πολεμιστής του μικρασιατικού πολέμου (η οργάνωσή τους χαρακτηρίστηκε «αντεθνική») στον οποίο έλαβε μέρος, διακόπτοντας τις σπουδές του στη Γαλλία, δεν μπόρεσε να έχει μια μόνιμη δουλιά.

Ο Μ. Γ. είναι πτυχιούχος της Παιδαγωγικής Ακαδημίας Αλεξανδρούπολης. Μέχρι να διοριστεί - περίμενε 6 χρόνια περίπου - δούλευε στα κτήματα και σε άλλες χειρωνακτικές ιδιωτικές εργασίες. Είναι, επίσης, πτυχιούχος της ΣΕΛΔΕ και φοίτησε στην Πάντειο, χωρίς να πάρει πτυχίο. Ελαβε μέρος σε πολυήμερα επιμορφωτικά παιδαγωγικά και της Ελληνικής Ολυμπιακής Ακαδημίας σεμινάρια.

Πολλές επιστολές του με κοινωνικοπολιτικό και εκπαιδευτικό περιεχόμενο έχουν δημοσιευτεί στο «Ριζοσπάστη». Αρθρα και διηγήματά του έχουν δημοσιευτεί στο «Δημοκρατικό Εβρο», όργανο της τοπικής οργάνωσης του ΚΚΕ. Στις αρχές της δεκαετίας του '60 συνεργάστηκε με τουριστικό περιοδικό σε θέματα ενημέρωσης και περιήγησης στα αξιοθέατα του νομού Εβρου. Εργα του: «Ο δάσκαλος που λιώνει σα λαμπάδα, δίνοντας φως», μονόπρακτο σατιρικό έργο (παίχτηκε από σπουδαστές το 1955), «Η Ούνρρα και τα κλομπς» και άλλα διηγήματα υπό έκδοση

Παιδικές αναμνήσεις

Παπαγεωργίου Βασίλης

Αυτόν τον καιρό1 πώς να μη θυμηθώ, δυστυχώς με οδύνη, τα παιδικά μου χρόνια; Τα χρόνια που έζησα στις μέρες της Απελευθέρωσης απ' τους ναζί και της Αντιφασιστικής Νίκης των Λαών; Και πώς να μείνω αδιάφορος μπροστά στην παραχάραξη της αληθινής ιστορίας, όταν οι αστοί ιστορικοί κι οι υποτελείς πολιτικοί της άρχουσας τάξης επιχειρούν, όπου βρεθούν κι όπου σταθούν, να διαστρεβλώσουν την αντικειμενική πραγματικότητα;

Γιορτάσανε, λένε, προχτές εκεί στο Ηρώδειο, την «Ημέρα της Ευρώπης». Φιέστες και πανηγύρια, λοιπόν!!! Κουβάλησαν και τους μαθητές της Μέσης Επαίδευσης με πούλμαν για να ακούσουν τον αρχικομισάριο. Τον Σαντέρ ντε...

Ενας άλλος Γάλλος αξιωματούχος, ο Σουμάν, είχε ρίξει, λένε, παλιά (καλοκαίρι 1950) την ιδέα της «Ενωμένης Ευρώπης». Πώς έτυχε, τώρα, εκείνος ο «πολεμοθρεμμένος» αξιωματούχος της τότε γαλλικής κυβέρνησης να εμπνευστεί τέτοια... μεγαλεπήβολα σχέδια, την ίδια μέρα που η Ευρώπη κι ολόκληρος ο κόσμος γιορτάζανε τα πεντάχρονα της Αντιφασιστικής Νίκης των Λαών; Αποτελεί, αναμφισβήτητα, ένα ερωτηματικό... Στόχος του βέβαια ήταν από τη μια ο αποπροσανατολισμός της ευρωπαϊκής κοινής γνώμης κι από την άλλη η χάραξη νέας ιμπεριαλιστικής πολιτικής στο έδαφος της Ευρώπης. Ετσι, από τότε σχεδίαζαν ακόμη οι καπιταλιστές της Γηραιάς Ηπείρου να επιβάλουν τους πιο αντιδημοκρατικούς όρους συγκρότησης της «Ενωμένης Ευρώπης», με αβέβαιο το μέλλον των λαών της, οι οποίοι δε ρωτηθήκανε καν, μέσω δημοψηφίσματος, αν συμφωνούν ή όχι.

Βλέπετε, πήγανε να ενταφιάσουν και σήμερα το κοσμοϊστορικό γεγονός της πτώσης του Βερολίνου και της συντριβής του φασισμού από τον Κόκκινο Στρατό, προβάλλοντας αναίσχυντα το... όραμα της «Ενωμένης Ευρώπης» μέσα από σχεδιασμούς με άγριο καπιταλισμό.

Είναι δε σ' όλους γνωστό πως την πρώτη ιδέα για μια πραγματική Ενωμένη Ευρώπη, σε σοσιαλιστική κατεύθυνση, την είχε παρουσιάσει στους ηγέτες της Δυτικής Ευρώπης, με πρότασή του, αρχές του 1950, ο Ιωσήφ Στάλιν, ΓΓ του ΚΚΣΕ, αλλά την απορρίψανε με μια νοσηρή προκατάληψη, γιατί περιείχε τη φράση, «Για μια Σοσιαλιστική Ευρώπη».

***

Στις μέρες της απελευθέρωσης της Αθήνας (12.10.1944) ήμουνα δέκα χρόνων. Σαράντα πέντε μέρες νωρίτερα, είχε αρχίσει να απελευθερώνεται πρώτος απ' όλους τους νομούς της Ελλάδας ο Εβρος (28.8.1944) και πρώτη πόλη οι Φέρρες. Δε θα ξεχάσω τη σκληρή μάχη που έδωσαν οι αντάρτες του ΕΛΑΣ στο Σιδηροδρομικό Σταθμό Σουφλίου (28-29 Αυγούστου του '44).

To Σουφλί, η μικρή μου πατρίδα, με υγιεινό σχετικά κλίμα και με πολύ μεγάλη πνευματική, καλλιτεχνική, βιομηχανική και εμπορική ανάπτυξη στις πρώτες 10ετίες του αιώνα μας, βρίσκεται στην απέραντη πλαγιά της λοφοσειράς του Αϊ-Λιά.

Από τις γύρω κορφές της πλαγιάς και από τον κάμπο οι αντάρτες με μπαζούκας και πολυβόλα χτυπούσαν το Σιδηροδρομικό Σταθμό, ώστε να καθηλωθούν και να εξοντωθούν οι γερμανικές ενισχύσεις, που είχαν έρθει σιδηροδρομικά απ' τη Θεσσαλονίκη για να βοηθήσουν τη φρουρά του Σουφλίου και τη Διοίκηση του Διδυμοτείχου που κινδύνευαν.

Ολος ο κόσμος, μετά τη συγκέντρωση και την ομιλία ηγετικού στελέχους του ΕΛΑΣ, στην κεντρική πλατεία της πόλης, είχε ξεχυθεί με αποφασιστική ορμή στο Σταθμό για να ενθαρρύνει τους αγωνιστές, που στο μεταξύ είχανε περικυκλώσει τους Γερμανούς πιο στενά. Εγώ, με μια παράτολμη νεανική ενέργεια και αγωνιώδη περιέργεια, είχα πλησιάσει κοντά στη μάχη, όπου είδα έναν αντάρτη να μάχεται με άφταστο ηρωισμό, πολυβολώντας τους Γερμανούς πίσω απ' τη γωνιά ενός σπιτιού, του Λαφτσή.

Πραγματικά, τέτοιες στιγμές, νιώθει κανένας το ατσάλωμα της ψυχής, για απόχτηση της πολύτιμης λευτεριάς, πόσο τρομαχτικά να σφυρηλατείται στην παιδική ηλικία!

Μετά τη Συμφωνία της Βάρκιζας και την παράδοση των όπλων απ' τους αντάρτες, οι αγωνιστές του ΕΛΑΣ επέστρεφαν στα σπίτια τους ταλαιπωρημένοι και πικραμένοι. Ποτέ, όμως, ταπεινωμένοι. Τα λάθη της τότε ηγεσίας του Κόμματος, μιας ηγεσίας ανώριμης, ανεπαρκούς και χαλαρής σε βασικά ζητήματα της μαρξιστικής επαναστατικής θεωρίας, στοίχισαν ανεπανόρθωτα την προοπτική του ΕΑΜικού κινήματος να πραγματοποιήσει τους στόχους και τα οράματα του ελληνικού λαού για μια δίκαιη και σοσιαλιστική κοινωνία μετά την απελευθέρωση.

Μια μέρα, λοιπόν, είδα ν' ανηφορίζει τα καλντερίμια της γειτονιάς μου, με τον μπόγο στην πλάτη, ένα γενειοφόρο και τσακισμένο απ' την κούραση, άτομο. Ηταν ο γείτονάς μου, ο αντάρτης Γιάννης Μπάμνιος της μπάμπως Αποστολιάς. Τον καλωσόρισα κι εκείνος ανέκφραστος με χάιδεψε στο κεφάλι.

Την επόμενη μέρα, αφού είχε ξεκουραστεί, πήγα στο σπίτι του να τον δω. Μου διηγόταν ώρες ατέλειωτες τα ηρωικά κατορθώματα του ΕΛΑΣ και τα δικά του, στις μάχες της Αθήνας με τους Εγγλέζους, τους νέους καταχτητές. Στο πρόσωπό του φαίνονταν, ανάγλυφα, ζωγραφισμένα τα ανεκπλήρωτα όνειρα του Λαϊκού Επαναστατικού Κινήματος. Οι επαγγελματίες λαθολόγοι τα είχαν ονομάσει προδομένα. Ο ίδιος, ωστόσο, δεν έπαυε ποτέ να υπογραμμίζει το δίκιο του αγώνα και τον ερχομό μιας δίκαιης κοινωνίας, λέγοντάς μου: «Ο αγώνας, Μένιο, συνεχίζεται, τίποτα δεν πήγε χαμένο».

***

Πέρασε ο χειμώνας, ήρθε η άνοιξη κι εμείς τα Αετόπουλα κρατούσαμε ακόμα τα ξυλοντούφεκά μας. Πού το ξέρεις, λέγαμε, αν έρθουν ξανά οι Γερμανοί; Γιατί ο πόλεμος - μας έλεγαν οι μεγάλοι - δεν έχει τελειώσει ακόμα... Συνύπαρξη παιδικής απλότητας και παιδικού πατριωτικού παλμού, με όλη τη σημασία της!...

Ηταν Μ. Παρασκευή του 1945. Αφού τελείωσε η Ακολουθία, τέσσερις άντρες έπιασαν τον Επιτάφιο απ' τα άκρα, τον έβγαλαν έξω στο προαύλιο και άρχισε η περιφορά του στους κεντρικούς δρόμους. Εγώ ακολουθούσα πάντα πίσω απ' τον παπα-Νίκο, που έψελνε με ψιλή και δυνατή φωνή το «Αι γενεαί πάσαι», «Η ζωή εν τάφω», εναλλάξ με τους ψάλτες.

Από μικρό παιδί, οι μελωδίες, γενικά, με συγκινούσανε πάρα πολύ, έστω κι εκκλησιαστικές και με είχανε βοηθήσει ν' αγαπήσω τη μουσική. Οταν σπούδαζα στην Παιδαγωγική Ακαδημία είχα γίνει μέλος της μεικτής χορωδίας του Ιδρύματος, καθώς και μόνιμο μέλος της φημισμένης μεικτής χορωδίας του Σουφλίου, με μαέστρο τον ταλαντούχο και μεγάλο μουσικό Κώστα Βογιατζή.

Νωρίτερα, στην τρίτη τάξη του Γυμνασίου, είχα πάρει τα πρώτα μαθήματα κλασικού βιολιού απ' τον αξέχαστο αδερφό μου Βαγγέλη, ο οποίος είχε διδαχτεί βιολί απ' τον παππού μας, δημοδιδάσκαλο Ευάγγελο Τυρόπουλο, στα πρώτα χρόνια της Κατοχής.

Ο Ευάγγελος Τυρόπουλος έπαιζε το πρώτο βιολί στην ορχήστρα εγχόρδων Σουφλίου υπό τη διεύθυνση του αρχιμουσικού Σταύρου Βραχάμη, στη δεκαετία 1910. Σε ηλικία 64 χρόνων «έφυγε» απ' τη ζωή, το καλοκαίρι 1944 - εποχή που η ιατροφαρμακευτική περίθαλψη ήτανε παντελώς ανύπαρκτη - δίχως να δει την πατρίδα λεύτερη, για την οποία αγωνίστηκε, ως συνταξιούχος, από το πόστο του προέδρου Συνοικιακής Ερανικής Επιτροπής και μέλους της Δημοτικής Ερανικής Επιτροπής για το Αλβανικό Μέτωπο, καθώς και του απλού πατριώτη, προσφέροντας οικονομική βοήθεια στον μετέπειτα Αντιστασιακό Αγώνα κατά της τριπλής κατοχής. Η προσφορά του υπήρξε πάντοτε δαψιλής για πατριωτικό σκοπό.

Ανεβήκαμε, λοιπόν, όλοι με την πομπή του Επιτάφιου στην πλατεία του Μεσοχωρίου, όπου συναντηθήκαμε με την αντίστοιχη πομπή απ' τη συνοικία της Καρκατσηλιάς ή του πάνω μαχαλά. Σταθήκαμε λίγο, για να γίνει το καθιερωμένο συλλείτουργο και μετά κατηφορίσαμε τη 14η Μαΐου.

Στο ύψος του 2ου Δημοτικού Σχολείου σταματάει ξαφνικά η πομπή. «Βρε! τι γίνεται, γιατί σταματήσαμε;» αναρωτιόνταν όλοι.

Στο βάθος μακριά, στα νότια χθαμαλά της πόλης, όπου βρίσκονται οι στρατώνες, είδαμε ν' ανεβαίνουν ψηλά στον ουρανό τεράστιες φωτοβολίδες και τροχιοδεικτικά. Το θέαμα ήταν καταπληκτικό. Από στόμα σε στόμα μαθεύτηκε πως οι στρατιώτες, Αραπάδες και Ινδοί με τα σαρίκια, που τους είχανε φέρει οι Εγγλέζοι για τη φρουρά του Σουφλίου, πανηγύριζαν έξαλλοι την πτώση του Βερολίνου. Οι «φρουροί» μας, πήραν αστραπιαία το μήνυμα της Νίκης. Εμείς το μάθαμε «καθ' οδόν».

Πράγματι, σε λίγες μέρες, στις 9 Μάη 1945, υπογράφτηκε η συνθηκολόγηση. Οι ναζί παρέδωσαν τα σύμβολα και τα λάβαρά τους μπροστά στα πόδια των νικητών του Κόκκινου Στρατού, ο οποίος τσάκισε το φασισμό στην καρδιά του μιλιταρισμού.

Οι παιδικές αναμνήσεις, βέβαια, τελειωμό δεν έχουν. Ομως, οι Ελληνες μαθητές άλλα πράγματα άκουσαν από τον «περισπούδαστο» πρόεδρο της Κομισιόν που παραβρέθηκε στην Αθήνα, ύστερα από πρόσκληση της ελληνικής κυβέρνησης, σε εκδήλωση για τους Ελληνες μαθητές.

Τα πολυπράγμονα «μίντια» απέφυγαν να δώσουν έμφαση στο μεγάλο ιστορικό γεγονός του εικοστού αιώνα, στην Αντιφασιστική Νίκη των Λαών. Θέλησαν να προβάλουν προκλητικά τη φιέστα στο Ηρώδειο και ν' «απαθανατίσουν» τους συντελεστές της αισχρής προπαγάνδισης του μονόδρομου του Μάαστριχτ και των «ωφελημάτων» του.

Ομως, μια άλλη συγκέντρωση, αυτή των Αγωνιστών της Εθνικής Αντίστασης, που πραγματοποιήθηκε την ίδια μέρα στο Πεδίον του Αρεως, σηματοδοτεί τη νέα και αντικειμενική αντίληψη των ιστορικών γεγονότων.

Η Μεγάλη Μέρα της Αντιφασιστικής Νίκης αποτυπώθηκε βαθιά στη μνήμη των άλλων μαθητών της Μέσης Εκπαίδευσης που παρακολουθήσανε από μόνοι τους τη συγκινητική εκδήλωση, στο Πεδίον του Αρεως, καθώς και των μικρών παιδιών που πήγανε με τους γονείς και τους παππούδες τους να γιορτάσουνε κι αυτά το μεγάλο ιστορικό γεγονός.

Πράγματι, με πόση περηφάνια θα διηγούνται και τις δικές τους αληθινές παιδικές αναμνήσεις, όταν μεγαλώσουν;

1. Το διήγημα είχε γραφτεί το Μάη 1997 και πρωτοδημοσιεύτηκε στον «ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΟ ΕΒΡΟ», όργανο της ΝΕ Εβρου του ΚΚΕ.


Μενέλαος ΓΟΥΒΕΤΑΣ



Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ