Α. Σύγχρονες υποδομές και εξοπλισμός, προσωπικό στις φοιτητικές εστίες με ευθύνη του κράτους.
Β. Δωρεάν φοιτητική μέριμνα για όλους τους φοιτητές. Κατάργηση επιχειρηματικής δραστηριότητας. Εξω οι εργολαβίες από τις εστίες.
Γ. Αμεσες προσλήψεις μόνιμου και σταθερού προσωπικού για τη συντήρηση, φύλαξη, σίτιση, διοίκηση και λειτουργία των εστιών.
Δ. Δωρεάν πρόσβαση σε πολιτισμό και αθλητισμό για όλους τους φοιτητές και σπουδαστές. Ο πολιτισμός και ο αθλητισμός είναι ανάγκη όχι πολυτέλεια.
Για τη σίτιση:
Για τη μετακίνηση:
Δωρεάν Υγεία - ιατροφαρμακευτική περίθαλψη για όλους τους φοιτητές:
Συγκροτήθηκε Πανελλαδικό Συντονιστικό Συλλόγων Οικότροφων Φοιτητών
Από την κινητοποίηση εστιακών φοιτητών στις αρχές του μήνα |
Για πρώτη φορά συγκροτείται κάτι αντίστοιχο ανάμεσα σε εστιακούς συλλόγους σε πανελλαδικό επίπεδο, πήρε δηλαδή σάρκα και οστά η ανάγκη για πανελλαδικό συντονισμό του αγώνα των εστιακών, που προέκυψε ακριβώς στη βάση των κοινών προβλημάτων και της οξυμένης επίθεσης στα δικαιώματα των φοιτητών στις εστίες.
Τα προβλήματα της στέγασης είναι γνωστά και λίγο - πολύ κοινά σε όλες τις εστίες. Μόλις το 9% των 150.000 φοιτητών που έχουν φύγει από τον τόπο τους έχει πρόσβαση σε δωμάτιο και κάθε χρόνο εκατοντάδες πρωτοετείς μένουν άστεγοι, σε πολλές περιπτώσεις οι υποδομές των εστιών είναι παμπάλαιες και κακοσυντηρημένες, οι χώροι υγιεινής είναι απαράδεκτοι, ενώ οι χώροι πολιτισμού και άθλησης είναι συχνά ανύπαρκτοι. Η δωρεάν σίτιση αλλού έχει καταργηθεί και αλλού απειλείται άμεσα, οι υπηρεσίες φύλαξης - καθαριότητας - συντήρησης παρέχονται από ελλιπείς εργολαβίες και κακοπληρωμένους εργαζόμενους.
Απέναντι σε αυτά τα προβλήματα έγιναν βήματα συλλογικής διεκδίκησης και συντονισμού το προηγούμενο διάστημα (συντονισμός των συλλόγων οικότροφων της Αθήνας, κινητοποιήσεις στο ΙΝΕΔΙΒΙΜ, μέρα πανελλαδικής δράσης για τις φοιτητικές εστίες τον Οκτώβρη), εξέλιξη των οποίων είναι τώρα η συγκρότηση του Πανελλαδικού Συντονιστικού.
Οπως σημείωσαν οι εκπρόσωποι των συλλόγων στην ιδρυτική τους συνάντηση:
«Το Πανελλαδικό Συντονιστικό από σήμερα γίνεται πράξη. Κόντρα σε κυβερνήσεις, κεφάλαιο, ΕΕ και μεγαλοεπιχειρηματίες, ήρθε η ώρα οι φοιτητές των εστιών να προτάξουμε χωρίς καμία έκπτωση τις ανάγκες μας για τη φοιτητική μέριμνα και τις σπουδές που μας αξίζει!
Καλούμε όλους τους εστιακούς φοιτητές, όλους όσοι προβληματίζονται, να κάνουν το βήμα. Να αφήσουν δισταγμούς και να μπουν εδώ και τώρα στον συλλογικό οργανωμένο αγώνα. Να πάρουν την κατάσταση στα χέρια τους!
Ακόμα και εκεί που δεν υπάρχουν σύλλογοι, να γίνει το βήμα τώρα. Να πάρουν πρωτοβουλίες για συγκρότηση μορφών οργάνωσης (Επιτροπών Αγώνα, Επιτροπών Κτιρίων κ.λπ.) που θα συμπορευτούν με το πλαίσιο πάλης και το διεκδικητικό πλαίσιο του Συντονιστικού μας. Ηρθε η ώρα να γίνει ένα βήμα στην οργάνωσή μας.
Τέλος, καλούμε όλους τους συλλόγους οικότροφων που δεν έχουν κάνει ακόμα το βήμα να συμπορευτούν με το Συντονιστικό, να κουβεντιάσουν και να συνεδριάσουν με ξεχωριστό θέμα τη συμμετοχή στο Πανελλαδικό Συντονιστικό!
Στην ενότητα η δύναμη, στον αγώνα η ελπίδα! Οι εστιακοί φοιτητές δεν σκύβουμε το κεφάλι! Ολοι μαζί σαν μια γροθιά για τη φοιτητική μέριμνα και τις σπουδές που έχουμε ανάγκη!».
Συνεχίζουμε σήμερα με αποσπάσματα από μια τέτοια μελέτη που πρωτοεκδόθηκε σε βιβλίο το 1961 στη Νέα Υόρκη, με τίτλο «What Ivan Knows That Johnny Doesn't» («Τι γνωρίζει ο Ιβάν που δεν γνωρίζει ο Τζόνι») από τον Arther S. Trace Jr (εκ παραδρομής ο «δαίμον του Τυπογραφείου» στο πρώτο μέρος του αφιερώματος απέδωσε λάθος το όνομα του συγγραφέα ως Arthur, αντί για Arther που είναι το σωστό). Θυμίζουμε ότι ο συγγραφέας σε καμιά περίπτωση δεν θα μπορούσε να χαρακτηριστεί φιλοσοβιετικός, το αντίθετο μάλιστα. Ομως κάνει μια αντικειμενική συγκριτική μελέτη, γι' αυτό και έχει αξία.
Ο Αρθερ Τρέις προσφέρει μια συγκριτική μελέτη μεταξύ της σοβιετικής και αμερικανικής Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης στα πεδία 1) της Ανάγνωσης, 2) της Λογοτεχνίας, 3) των ξένων γλωσσών, 4) της Ιστορίας και 5) της Γεωγραφίας, μελέτη η οποία βασίζεται στα βιβλία και στα αναλυτικά προγράμματα των μαθημάτων αυτών. Ο συγγραφέας αφιερώνει ένα κεφάλαιο του βιβλίου του διαδοχικά για κάθε ένα από τα πέντε παραπάνω πεδία και στο τελευταίο βιβλίο καταγράφει τα συμπεράσματά του.
Παιδική σοβιετική έκδοση με ποιήματα του Σ. Μαρσάκ με τίτλο «Οι σύντροφοι του σχολείου» που κυκλοφόρησε το 1941 (Από το Αρχείο του ΚΚΕ) |
«Τα προηγούμενα κεφάλαια φαίνεται να αποδεικνύουν ότι το πρόγραμμα σπουδών και τα βιβλία των Σοβιετικών σχολικών συστημάτων παρέχουν στους Σοβιετικούς μαθητές μια πολύ μεγαλύτερη γνώση της λογοτεχνίας, των ξένων γλωσσών, της ιστορίας και της γεωγραφίας από ό,τι παρέχει το αμερικανικό σχολικό σύστημα στους μαθητές μας.
Αυτές οι συγκρίσεις μαρτυρούν ότι υπάρχουν τέσσερις βασικοί λόγοι για τους οποίους οι Σοβιετικοί μαθητές απολαμβάνουν αυτό το τεράστιο πλεονέκτημα. Αρχικά, το σοβιετικό πρόγραμμα σπουδών εξασφαλίζει ότι οι Σοβιετικοί μαθητές αφιερώνουν πολλές ώρες και χρόνια στη μελέτη όλων αυτών των βασικών μαθημάτων. Δεύτερον, η συνοχή της ύλης του μαθήματος σε ένα διαδοχικό επίπεδο ποιότητας διατηρείται τόσο προσεκτικά ώστε οι Σοβιετικοί μαθητές κερδίζουν πάρα πολύ από την τάξη, τη συστηματική παρουσίαση και προοπτική που μόνο μια τέτοια συνέχεια μπορεί να προσφέρει. Τρίτον, οι Σοβιετικοί μαθητές διδάσκονται να διαβάζουν τόσο αποτελεσματικά και ενεργά κατά τη διάρκεια των τεσσάρων πρώτων βαθμίδων, έτσι ώστε στην πέμπτη έχουν προετοιμαστεί για να μελετήσουν λογοτεχνία, ξένες γλώσσες, ιστορία και γεωγραφία σε ένα εκπληκτικά ώριμο επίπεδο, και τέταρτον, τα σοβιετικά βιβλία έχουν γραφτεί προσεκτικά από ικανούς μελετητές.
Από την άλλη μεριά, οι Αμερικανοί μαθητές στερούνται μιας στέρεης γνώσης της λογοτεχνίας, των ξένων γλωσσών, της ιστορίας και της γεωγραφίας, επειδή, αρχικά, αφιερώνουν πολύ λιγότερες ώρες και χρόνια στη μελέτη αυτών. Δεύτερον, επειδή η συνέχεια αυτών των βασικών μαθημάτων από τάξη σε τάξη συνήθως είναι όχι μόνο ελλιπής, αλλά συχνά διακόπτεται η μελέτη του ίδιου μαθήματος για εξάμηνα ή ενδεχομένως και χρόνια. Τρίτον, το λεξιλόγιο στα αμερικανικά βασικά αναγνωστικά είναι τόσο περιορισμένο, που εκτός κι αν τα παιδιά έχουν μάθει να διαβάζουν από άλλες πηγές εκτός αυτών των αναγνωστικών, δεν έχουν ακόμη αποκτήσει ικανότητες ανάγνωσης στην έκτη ή ακόμη και στην όγδοη τάξη, κι επιπλέον, αδυνατούν παντελώς να αντεπεξέλθουν σε βιβλία που έχουν έναν οποιοδήποτε βαθμό δυσκολίας. Και τέταρτον, τα αμερικανικά συγγράμματα είναι συνήθως όχι μόνο κακογραμμένα, αλλά και γραμμένα ώστε να προσελκύουν μαθητές ενός σχετικά χαμηλού επιπέδου νοημοσύνης, και συχνά γράφονται από συγγραφείς που σχεδόν δεν διαθέτουν την επάρκεια να γράψουν ένα καλό βιβλίο.
Ωστόσο, θα ήθελα να διευκρινίσω ότι δεν υποστηρίζω ότι κανένας Αμερικανός μαθητής μεταξύ της πρώτης και της δωδέκατης τάξης δεν αποκτά μια καλή γνώση αυτών των μαθημάτων, διότι μερικοί προφανώς αποκτούν. Αυτό που υποστηρίζω είναι ότι εάν οι μαθητές έχουν μάθει να διαβάζουν σωστά στις πρώτες τάξεις, δεν το έχουν μάθει από τα βασικά αναγνωστικά. Υποστηρίζω ότι εάν έχουν μια επαρκή γνώση αμερικανικής, αγγλικής και παγκόσμιας λογοτεχνίας, δεν την έχουν αποκτήσει από τα τυπικά αμερικανικά βιβλία των δέκα τάξεων. Οτι εάν έχουν μια συμπαγή γνώση ιστορίας και γεωγραφίας, πιθανόν δεν το οφείλουν στο πρόγραμμα σπουδών των σχολείων τους, ούτε και στα βιβλία τους. Κι ότι εάν έχουν μια καλή γνώση μιας ξένης γλώσσας μάλλον βρίσκονται στο μηδαμινό ποσοστό του 2 ή 3% των αποφοίτων λυκείου που έχουν τη δυνατότητα να αποκτήσουν τέτοιου είδους γνώση από τα δημόσια ή κοινοτικά σχολεία μας.
Σοβιετική αφίσα της δεκαετίας του '50: «Στην ΕΣΣΔ υπάρχουν πολλά νέα σχολεία, στις ΗΠΑ τα σχολεία κλείνουν όλη την ώρα» |
Στο σημείο αυτό πρέπει να σημειώσουμε ότι ο συγγραφέας αγγίζει εντελώς ακροθιγώς το θέμα της ταξικότητας της αμερικανικής κοινωνίας. Παραδέχεται ότι κάποιοι ελάχιστοι μπορεί να έχουν τη δυνατότητα να αποκτούν περισσότερες γνώσεις μέσω των γονιών τους ή άλλων καναλιών, δεν λέει ωστόσο ότι αυτό συμβαίνει για τις οικογένειες που έχουν να διαθέσουν, να πληρώσουν ειδικούς δασκάλους για τη μόρφωση των παιδιών τους ή για τις οικογένειες όπου οι γονείς κατέχουν ένα υψηλό μορφωτικό επίπεδο, οι οποίες όμως κατά κανόνα εντοπίζονται στα ανώτερα κοινωνικοοικονομικά στρώματα.
Ακολούθως, επαναλαμβάνει παρακάτω ότι συνολικά στην Ευρώπη υπάρχει μια παράδοση υπεροχής στο εκπαιδευτικό σύστημα σε σχέση με τις ΗΠΑ και ότι από αυτήν αντλεί και το σοβιετικό σύστημα, αυτό που δεν φαίνεται όμως καθαρά, είναι ότι στην ΕΣΣΔ το υψηλό αυτό εκπαιδευτικό επίπεδο όχι μόνο ήταν για όλους, αλλά ήταν και εντελώς δωρεάν, ενώ στην καπιταλιστική Ευρώπη διαφοροποιείται ανάλογα με την τσέπη του καθενός.
Και κάτι ακόμα σημαντικό που πρέπει να έχουμε στο μυαλό μας είναι οι υπόλοιπες πτυχές της ζωής στη σοσιαλιστική κοινωνία σε σχέση με τον καπιταλισμό: Οταν π.χ. η οικογένειά του δεν έχει λύσει το βιοποριστικό της πρόβλημα, όσο καλά και να είναι τα βιβλία και τα προγράμματα του σχολείου, ο μαθητής δεν θα μπορέσει να δώσει προτεραιότητα στη μάθηση. Το ίδιο αν έχει π.χ. προβλήματα υγείας που δεν μπορεί να πληρώσει για να τα αντιμετωπίσει, αν δεν έχει λύσει το ζήτημα της στέγης, της σταθερής δουλειάς κ.ο.κ. Με άλλα λόγια, είναι η συνολικότερη οργάνωση της κοινωνίας που δημιουργεί το υπόβαθρο στο σοσιαλισμό για να μορφώνονται απρόσκοπτα οι μαθητές, για να μπορούν να αφοσιώνονται στα καλά τους βιβλία και προγράμματα.
Τα παρακάτω αποσπάσματα από τα συμπεράσματα του βιβλίου προσφέρουν παραλληλισμούς με τη σύγχρονη συζήτηση που γίνεται στις μέρες μας, για το αν πρέπει να προκρίνεται η διδασκαλία των κλασικών μαθημάτων ή η παροχή χρηστικών δεξιοτήτων, αλλά και στην πολύ πρόσφατη συζήτηση που ανοίγει στη χώρα μας με αφορμή τις περικοπές μαθημάτων στο Λύκειο και την ενοποίηση μαθημάτων (π.χ. «φυσικές επιστήμες»).
«Ως υπεράσπιση των τωρινών πρακτικών των αμερικανικών σχολείων χρησιμοποιείται συνήθως η άποψη ότι η "δουλειά" των σχολείων είναι να εκπαιδεύσει όλους τους μαθητές και όχι απλώς την αφρόκρεμα των διανοούμενων. Ωστόσο, σαν απάντηση αυτού, θα πρέπει να παρατηρηθεί ότι ακριβώς αυτός είναι ο σκοπός και της Σοβιετικής εφτάχρονης (και τώρα οχτάχρονης) εκπαίδευσης, δηλαδή να μορφώσει όλους τους μαθητές, και ακόμη είναι κυρίως στα πρώτα εφτά ή οχτώ χρόνια εκπαίδευσης που γίνεται η τόσο άσχημη σύγκριση του προγράμματος σπουδών και των βιβλίων μεταξύ των αμερικανικών και σοβιετικών σχολείων. Συχνά, επίσης, επισημαίνεται προς υπεράσπιση των σχολείων μας, ότι το εκπαιδευτικό μας σύστημα είναι "καλύτερο για την κοινωνία μας". Το συμπέρασμα, δηλαδή, είναι ότι σε μία τόσο δημοκρατική κοινωνία όπως είναι η δική μας, το να μαθαίνει κανείς τα βασικά αντικείμενα καλά, δεν είναι στην πραγματικότητα τόσο σημαντικό. Ομως, αυτή η θέση είναι προφανέστατα λανθασμένη, και συμπεριλαμβάνεται στη γενικότερη επικράτηση αυτής της στάσης που εμπεριέχει το μεγαλύτερο ποσοστό κινδύνου για το εκπαιδευτικό μας σύστημα.
Τα αμερικανικά σχολεία δεν έχουν, φυσικά, εγκαταλείψει εντελώς τα βασικά μαθήματα. Ολοι οι μαθητές μας μελετούν τη γλώσσα τους, ακόμη και αν δεν τη μαθαίνουν πολύ καλά. Ολοι μελετούν λογοτεχνία, ακόμη και αν δεν γίνεται σε μεγάλο βαθμό ή δεν είναι καλής ποιότητας λογοτεχνία. Ολοι μελετούν ιστορία και γεωγραφία, ακόμη και αν δεν γίνεται σε μεγάλο βαθμό και για μεγάλο χρονικό διάστημα. Ολοι μελετούν μαθηματικά, ακόμη και αν δεν ξεφεύγουν από την αριθμητική. Οι περισσότεροι από αυτούς μελετούν μία βασική επιστήμη, ακόμη και αν είναι για ένα μόνο χρόνο. Και μερικοί από αυτούς μελετούν μία ξένη γλώσσα, αλλά όχι για αρκετό διάστημα ώστε να τη μάθουν. Ξεκάθαρα, λοιπόν, τα αμερικανικά σχολεία, κυρίως λόγω του γεγονότος ότι το πρόγραμμα σπουδών περιλαμβάνει τη μελέτη των περισσότερων, τουλάχιστον, βασικών μαθημάτων, δεν έχουν εγκαταλείψει την πεποίθηση για τη σημασία αυτών των αντικειμένων, αλλά όπως τα προηγούμενα κεφάλαια έχουν δείξει, έχουν δραματικά εγκαταλείψει τη λεπτομερή κατάρτιση σε αυτά. Και σε αυτό ακριβώς βρίσκεται η βασική διαφορά, όχι κυρίως μεταξύ της αμερικανικής και σοβιετικής εκπαίδευσης, αλλά μεταξύ της αμερικανικής και ευρωπαϊκής εκπαίδευσης. (...)
Δεν είναι η διανοητική οπισθοδρομικότητα που εξηγεί την τρομαχτική έμφαση της σοβιετικής και ευρωπαϊκής εκπαίδευσης σε αυτά τα βασικά μαθήματα, και δεν είναι η πνευματική διαφώτιση και πρόοδος που εξηγεί γιατί η αμερικανική εκπαίδευση τα παραμελεί. Η βάση και η δομή της γνώσης είναι ίδια και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού Ωκεανού. Δεν αλλάζει το χαρακτήρα της κατά τη μεταφορά. Η σοφία της Ευρώπης και των εποχών έχει αναγνωρίσει την υπέρτατη σημασία της μελέτης της γλώσσας, της λογοτεχνίας, της ιστορίας, της γεωγραφίας, των μαθηματικών και των θετικών επιστημών στην πνευματική ανάπτυξη όλων των ανθρώπων, και ότι, χωρίς αυτήν τη γνώση, οι άνθρωποι είναι πνευματικά παράλυτοι».
Σοβιετική αφίσα του 1930: «Πιονιέροι! Μάθετε να αγωνίζεστε για την πάλη της εργατικής τάξης» |
«Αυτό που διαχωρίζει το σοβιετικό εκπαιδευτικό σύστημα από αυτά της Δυτικής Ευρώπης πιο ξεκάθαρα, δεν είναι το πρόγραμμα σπουδών ή οι απαιτήσεις από τους μαθητές, αλλά ο προσανατολισμός των σχολείων στην προώθηση του κομμουνιστικού σκοπού. Ο επιτακτικός σκοπός της σοβιετικής εκπαίδευσης είναι η προώθηση των κομμουνιστικών θεωριών και του κομμουνιστικού συστήματος γενικά. Δεν υπολογίζεται η ανάπτυξη ενός ατόμου ως ατόμου χωρίς αναφορά στη συμβολή του στην προαγωγή του κομμουνισμού.
Οι ανθρωπιστικές σπουδές - λογοτεχνία, ιστορία, φιλοσοφία, τέχνη και θεολογία - είναι παραδοσιακά οι περιοχές της ανθρώπινης γνώσης που πιο προσεκτικά διατηρούν και μεταδίδουν τις αξίες και ιδέες που σημαδεύουν τους ανθρώπους σαν πραγματικές και ιδιαίτερες ανθρώπινες προσωπικότητες και οι οποίες επιβεβαιώνουν πολύ καλύτερα από κάθε άλλη περιοχή γνώσης την αξιοπρέπεια του ανθρώπου. Οι ανθρωπιστικές σπουδές βεβαιώνουν πάλι πνευματικές αρετές του ανθρώπου που είναι απαράβατες και οι οποίες, πιο συγκεκριμένα, δεν είναι αντικείμενο του νόμου της κοινωνίας που ζει. Είναι αυτή η τελευταία λειτουργία των ανθρωπιστικών σπουδών που έχει οδηγήσει πολλούς ανθρώπους, ιδιαίτερα Αμερικανούς, να πιστεύουν ότι το Σοβιετικό εκπαιδευτικό σύστημα καταστέλλει τις ανθρωπιστικές σπουδές. Στην πραγματικότητα, καταστέλλει τη μελέτη της θεολογίας προκειμένου να εγκαθιδρύσει ένα φιλοπόλεμο αθεϊσμό και περιορίζει τη φιλοσοφική έρευνα ευρέως στο μαρξιστικό - λενινιστικό σκελετό έρευνας. Αλλά, όπως έχουμε δει, το σοβιετικό εκπαιδευτικό σύστημα, μακριά από την καταστολή της λογοτεχνίας και της ιστορίας, στην πραγματικότητα επικεντρώνεται σε αυτά και τα μετατρέπει σε πλεονέκτημα του κομμουνισμού.
Σοβιετική αφίσα του Κόμματος των Μπολσεβίκων, της περιόδου 1947 - '53: «Διαπαιδαγωγούμε τη νέα γενιά στην ολόψυχη αφοσίωση στην υπόθεση του κομμουνισμού» |
Με παρόμοιο τρόπο, οι Σοβιετικοί μαθητές δέχονται μια εξονυχιστική γνώση της ιστορίας του Δυτικού πολιτισμού, επειδή με αυτόν τον τρόπο μπορούν να πιστέψουν ότι το δουλοκτητικό σύστημα των αρχαίων πολιτισμών, το φεουδαρχικό σύστημα του Μεσαίωνα και το καπιταλιστικό σύστημα του 18ου και 19ου αιώνα ήταν κυρίως ατελή κυβερνητικά και οικονομικά συστήματα που οδηγούν στην εγκαθίδρυση ενός κυρίαρχου και νομοτελειακού κομμουνιστικού συστήματος. Αυτή η λεπτομερής και προσεκτικά παρουσιασμένη όψη της ιστορίας παρέχει στους Σοβιετικούς μαθητές μια ιστορική προοπτική τόσο ξεκάθαρη και πειστική έτσι ώστε να νιώθουν το νόημα του προορισμού του θριάμβου του κομμουνισμού, που είναι ακριβώς το αποτέλεσμα που προτίθεται να προάγει η σοβιετική εκπαίδευση.
Τα σοβιετικά βιβλία στη λογοτεχνία και την ιστορία είναι έτσι προσεκτικά σχεδιασμένα να παρέχουν στους μαθητές μια αφθονία λογοτεχνικών εμπειριών και ιστορικών αποδείξεων που θα τους πείσουν για την υπεροχή και τον προορισμό του κομμουνισμού. Στα λογοτεχνικά βιβλία αυτός ο σκοπός συνήθως οδηγεί σε μια διαστρέβλωση των ιδεών και στάσεων διάσημων Ρώσων συγγραφέων του 18ου και 19ου αιώνα, όχι κυρίως μέσω αλλοίωσης των έργων τους, αλλά με προσεκτική επιλογή αυτών και σε μεγαλύτερες τάξεις, με διαστρέβλωση της λογοτεχνικής ιστορίας. Στα βιβλία λογοτεχνίας αυτός ο σκοπός οδηγεί σε σοβαρή διαστρέβλωση των γεγονότων του παρελθόντος, πάλι όχι τόσο με μια σκόπιμη αλλαγή των ιστορικών γεγονότων αλλά με προσεκτική επιλογή και δόλια ερμηνεία τους. Παρ' όλα αυτά, οι Σοβιετικοί μαθητές, όπως έχουμε δει, λαμβάνουν μια λεπτομερή γνώση της λογοτεχνικής ιστορίας της χώρας τους, την υπόθεση ότι όσο πιο σταθερή είναι η γνώση αυτών των αντικειμένων, τόσο πιο ισχυρή θα είναι η πεποίθησή τους για την υπεροχή και τον σταδιακό παγκόσμιο θρίαμβο του κομμουνισμού.
Ούτε είναι δύσκολο να καταλάβουμε γιατί η σοβιετική εκπαίδευση δίνει ιδιαίτερη έμφαση στις ξένες γλώσσες. Ισως καμία χώρα δεν είναι πιο συνειδητοποιημένη από τη Σοβιετική Ενωση για την τεράστια πολιτική και προπαγανδιστική αξία των ξένων γλωσσών. Οι εκπαιδευτικές αρχές των σοβιετικών σχολείων γνωρίζουν πλήρως ότι ανάμεσα στα καλύτερα "όπλα" για να νικήσουν την αντικομμουνιστική αντίσταση είναι ένας μεγάλος αριθμός των ίδιων τους των ανθρώπων που μπορούν να διαβάσουν λογοτεχνία και να γράψουν και να μιλήσουν τη γλώσσα των αντιπάλων ή πιθανών συμμάχων τους. Η Σοβιετική κυβέρνηση γνωρίζει ότι αυτές οι χώρες δεν πρόκειται να πειστούν για τα πλεονεκτήματα του κομμουνισμού, εάν τα επιχειρήματα, που τυπώνονται ή λέγονται, παρουσιάζονται σε μια άγνωστη γλώσσα. Δέκα εκατομμύρια Ρώσοι δεν μαθαίνουν αγγλικά επειδή αγαπούν την Αμερική.
Παρομοίως, ο λόγος που η σοβιετική εκπαίδευση προσδίδει τόση σημασία στη γεωγραφία είναι αρκετά σαφής. Σε πρώτο στάδιο, σημαντικό ποσοστό της αποτελεσματικότητας της γνώσης ενός μαθητή για την ιστορία, τα οικονομικά, την πολιτική επιστήμη και τα τρέχοντα γεγονότα εξαρτάται από τη γνώση γεωγραφίας που κατέχει. Δευτερευόντως είναι καλό για όλους τους πολίτες μιας κομμουνιστικής χώρας να έχουν μια λεπτομερή γνώση των περιοχών που έχει κατακτήσει ο κομμουνισμός και ποιες πρόκειται να κατακτηθούν. Η πρόσφατη έμφαση στην οικονομική γεωγραφία στις τελευταίες τάξεις κυρίως λειτουργεί καλύτερα από οτιδήποτε άλλο στο να αποδείξει στους Σοβιετικούς μαθητές την οικονομική υπεροχή του κομμουνιστικού συστήματος».
Αλλά ας δούμε κάποια συγκεκριμένα στοιχεία της έκθεσης. Καταρχάς, ξεκινώντας από τα ...στατιστικά σε ένα κείμενο 150 περίπου σελίδων η λέξη «αγορά» εμφανίζεται 31 φορές, η λέξη «επιχειρηματικότητα» 20 φορές και λέξη «εταίροι» (βλέπε επιχειρήσεις) 20 φορές. Δηλαδή, ανά δύο περίπου σελίδες κλίνεται σε όλες τις πτώσεις η σημασία της επιχειρηματικότητας και της περίφημης «αυτονομίας» των Ιδρυμάτων. Η λέξη «δίδακτρα» αναφέρεται 42 φορές, τονίζοντας βέβαια την ανάγκη επέκτασής τους σε όσα μεταπτυχιακά προγράμματα σπουδών δεν έχουν ακόμα, αλλά και στα προπτυχιακά προγράμματα σπουδών.
Στην έκθεση υπαγορεύονται μεταξύ άλλων τα ακόλουθα:
Ενίσχυση της αυτονομίας των ΑΕΙ (σελ. 45-57) «ως απαραίτητο στοιχείο για τη μελλοντική τους επιβίωση». Αναφέρεται χαρακτηριστικά: «Στη Διακήρυξη της Λισαβώνας (2009) η αυτονομία και η ακαδημαϊκή ελευθερία αποτελούν παράγοντες κρίσιμης σημασίας για την εύρυθμη λειτουργία των ΑΕΙ αλλά και για τη μελλοντική τους επιβίωση».
Σε αυτό το πλαίσιο, κύριος πυλώνας είναι η οικονομική αυτονομία, δηλαδή η εξεύρεση χρηματοδότησης για την επιβίωση των Ιδρυμάτων, αξιοποιώντας και την ιδιοκτησία των υποδομών (κτιρίων), τη δυνατότητα χρηματικού δανεισμού και τη γενίκευση των «διδάκτρων σε εγχώριους φοιτητές και φοιτητές προερχόμενους από κράτη - μέλη της ΕΕ». Επίσης, στο πλαίσιο της αυτονομίας υπαγορεύεται «η δυνατότητα καθορισμού του επιπέδου μισθών για το ανώτερο ακαδημαϊκό και διοικητικό προσωπικό, αλλά και η δυνατότητα απόλυσης του ανώτερου ακαδημαϊκού και διοικητικού προσωπικού».
Στο όνομα της αυτονομίας «κουμπώνει» και η εξάρτηση της «χορήγησης της δημόσιας χρηματοδότησης» από την περίφημη διασφάλιση ποιότητας «που προσδιορίζεται εκτός των άλλων και από την υποβολή των σχετικών στρατηγικών σχεδίων, δηλαδή όλες τις εξωτερικές διαδικασίες και εσωτερικές διεργασίες που αφορούν στη διασφάλιση ποιότητας». Και για να μη μένουν ερωτήματα για το ποιος θα ελέγχει τη στρόφιγγα της χρηματοδότησης μέσω της διασφάλισης ποιότητας και συνεπώς και το ανοιγοκλείσιμο τμημάτων και προγραμμάτων σπουδών, η έκθεση της ΑΔΙΠ διευκρινίζει (σελ. 61): «Σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες οι εργοδότες συμμετέχουν μέσω των εκπροσώπων τους στις διαδικασίες εξωτερικής διασφάλισης ποιότητας ή ακόμα και ως μέλη εξωτερικών επιτροπών αξιολογήσεων για επαγγελματικά προγράμματα σπουδών».
Για τα Προπτυχιακά Προγράμματα Σπουδών οι συστάσεις της ΑΔΙΠ εμπεριέχουν τα εξής (σελ. 95):
Για τα Μεταπτυχιακά Προγράμματα Σπουδών οι συστάσεις της ΑΔΙΠ εμπεριέχουν τα εξής (σελ. 99):
Για τα Διδακτορικά οι συστάσεις της ΑΔΙΠ εμπεριέχουν τα εξής (σελ. 101):
Γίνεται «ηλίου φαεινότερον» ότι βασική επιδίωξη είναι το βάθεμα της εξάρτησης της Ανώτατης Εκπαίδευσης και Ερευνας από την αγορά, σε τέτοιο βαθμό ώστε οι επιχειρήσεις να μπορούν να έχουν άμεσα λόγο για τα προγράμματα σπουδών (το τι θα μαθαίνουν δηλαδή οι φοιτητές), αλλά και για την έρευνα (το πώς θα αναπτύσσεται δηλαδή η επιστήμη).
Με απλά λόγια, επιδιώκουν τα προγράμματα σπουδών να προσαρμόζονται έτσι ώστε να εξυπηρετούν τις μεταβαλλόμενες ανάγκες του κεφαλαίου. Προς αυτήν την κατεύθυνση θα καταργούνται γνωστικά αντικείμενα και τμήματα τα οποία δεν είναι ελκυστικά για την αγορά, θα διαμορφώνονται προγράμματα σπουδών από όπου οι φοιτητές θα επιλέγουν εξατομικευμένα «δεξιότητες» μέσα από τυπικές και άτυπες μορφές εκπαίδευσης, που θα παρέχονται και αυτές υπό πληρωμή και που θα προσαρμόζονται μέσω της διά βίου μάθησης σύμφωνα με τις ανάγκες του κεφαλαίου. Το σύστημα απαιτεί μαζική και γρήγορη παραγωγή αποφοίτων ευέλικτων, ημιμαθών για την αναπαραγωγή με το ελάχιστο κόστος της καπιταλιστικής κερδοφορίας.
Βασικός πυλώνας για την πραγματοποίηση των παραπάνω επιδιώξεων είναι το περίφημο «αυτοδιοίκητο» και η «αυτονομία» των Ιδρυμάτων και Ερευνητικών Κέντρων. Το υπουργείο διαχρονικά και οι υποστηρικτές των αντιδραστικών αλλαγών, αυτοί που βάζουν πλάτες μέσα και έξω από τα πανεπιστήμια, οι συμβιβασμένες φιλοκυβερνητικές συνδικαλιστικές παρατάξεις, οι πρυτανικές αρχές, και η πλειοψηφία της ΠΟΣΔΕΠ στέκονται χρήσιμοι βοηθοί στην υλοποίηση αυτών των σχεδίων. Προσπαθούν να πείσουν ότι το «αυτοδιοίκητο» είναι η «πεμπτουσία της δημοκρατίας». Στην πραγματικότητα, όμως, είναι φαύλος κύκλος, που δουλεύει ως μοχλός ταχύτερης προώθησης της ιδιωτικοοικονομικής λειτουργίας τους, της περαιτέρω ασφυξίας τους μέσω της συνεχούς υποχρηματοδότησης. Στο όνομα αυτού του «αυτοδιοίκητου» η κρατική χρηματοδότηση έχει περικοπεί κατά 75% σε σχέση με τον προϋπολογισμό του 2010. Πλευρά του «αυτοδιοίκητου» είναι και το περαιτέρω σάρωμα των εργασιακών σχέσεων σε διδακτικό, διοικητικό και λοιπό προσωπικό. Η κατάργηση της μόνιμης και σταθερής δουλειάς γενικά και ειδικότερα η παράδοση του πανεπιστημίου στην επιχειρηματικότητα είναι στρατηγική επιλογή του κεφαλαίου. Σε συνθήκες οικονομικής κρίσης του καπιταλισμού, η προώθηση αυτών των μέτρων επιταχύνεται.
Σημαντικές ευθύνες έχουν και οι συνδικαλιστικές και πολιτικές δυνάμεις που συνεχίζουν να σπέρνουν την ψευδαίσθηση της εξόδου από την κρίση και επιστροφή σε καλύτερες μέρες υπό μια καλή φιλολαϊκή ΕΕ, με ένα άλλο μείγμα διαχείρισης υπό το μανδύα της αντιμνημονιακής συσπείρωσης. Αυτές οι στάσεις προκαλούν τεράστιο κακό στο κίνημα, αφού θολώνουν τα νερά, αφήνουν στο απυρόβλητο τις πραγματικές αιτίες της οικονομικής κρίσης, τον πραγματικό αντίπαλο, που είναι το ίδιο το καπιταλιστικό σύστημα. Εγκλωβίζουν το λαό και τη δυναμική του και ουσιαστικά βάζουν πλάτες για το πέρασμα νέων αντιδραστικών αλλαγών.
Την ίδια περίοδο που τσακίζονται τα εργασιακά δικαιώματα, την περίοδο που πετσοκόβονται οι μισθοί, οι συντάξεις, που η Παιδεία και η Υγεία παραδίδονται στην επιχειρηματικότητα, που ολόκληροι λαοί ξεριζώνονται, βουλιάζουν στην ανέχεια και στην εξαθλίωση, οι κεφαλαιοκράτες αυξάνουν συνεχώς τον πλούτο τους. Σύμφωνα με τα στοιχεία που δημοσιεύει κάθε χρόνο το Wealth-Χ1, το 2015-2016 μόλις 2.473 πολυδισεκατομμυριούχοι κατέχουν συνολικό πλούτο που φτάνει τα 7,7 τρισ. δολάρια από 4,6 τρισ. δολάρια το 2012, ποσό απόλυτου ρεκόρ. Σε αντιπαραβολή, σύμφωνα με στοιχεία που ανακοίνωσε η Τράπεζα CreditSwiss2 για την ίδια περίοδο, το 73,2% του πληθυσμού της Γης (δηλαδή 3,5 δισ. του πληθυσμού της Γης) κατέχουν λιγότερα από 6,1 τρισ. δολάρια (λιγότερα όσα έχουν 2.473 κεφαλαιοκράτες).
Ο αγώνας των εργαζομένων, του οργανωμένου ταξικού φοιτητικού κινήματος, των μελών ΔΕΠ που είναι ενάντια στην παράδοση της Παιδείας και της Υγείας στην επιχειρηματικότητα, που δεν είναι υποταγμένοι και δεν νομιμοποιούν τα βάρβαρα αντιλαϊκά μέτρα, τον εφιάλτη της ανεργίας και της εργασιακής ανασφάλειας που προωθούν η κυβέρνηση, η ΕΕ και οι υποστηρικτές τους, όχι μόνο πρέπει να συνεχιστεί - και η συνέχεια είναι ανεξάρτητη των μορφών πάλης που θα επιλεχθούν - αλλά πρέπει να γίνει με ενιαία λαϊκή αντεπίθεση, με συντονισμένο ταξικό αγώνα όλων των εργαζομένων, όλων των κλάδων σε δημόσιο και ιδιωτικό τομέα, που θα στοχεύουν τον πραγματικό αντίπαλο, το ίδιο το σύστημα, που θα στοχεύουν στην τελική ανατροπή του. Να αγωνιστούν ενιαία για να αποτρέψουν την υλοποίηση των μέτρων, για να καταδικαστούν τα μέτρα αυτά ως παράνομα στη λαϊκή συνείδηση. Οι εργαζόμενοι πρέπει να πιστέψουν στις δυνάμεις τους, να πιστέψουν ότι ο αντίπαλος δεν είναι ανίκητος. Το δρόμο τον έδειξε η Οκτωβριανή Επανάσταση.
MΠ. ΜΠΡΕΧΤ, ΠΟΛΥ ΑΣΧΗΜΟΙ ΚΑΙΡΟΙ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΝΕΟΥΣ
Αντί στο δάσος να παίζει με τους συνομηλίκους του
Κάθεται ο μικρότερός μου γιος σκυμμένος πάνω απ' τα βιβλία
Και πιο πολύ του αρέσει να διαβάζει
Για τις κομπίνες των λεφτάδων
Και τις σφαγές των στρατηγών.
Καθώς διαβάζει τη φράση, ότι οι νόμοι μας
Εξίσου απαγορεύουν σε φτωχούς και πλούσιους κάτω
από τα γεφύρια να κοιμούνται
Ακούω το ευτυχισμένο του γέλιο.
Οταν ανακαλύπτει ότι ενός βιβλίου ο συγγραφέας
πουλημένος είναι
Το νεαρό το μέτωπο φωτίζεται. Απ' τη μεριά μου
Το επιδοκιμάζω, κι όμως θα 'θελα να μπορούσα
Μια εποχή κατάλληλη για τη νεολαία να του προσφέρω
Που σ' αυτήν στο δάσος θα πήγαινε να παίξει με τους συνομήλικούς του.
ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ:
1. https://www.wealthx.com/report/exclusive-uhnwi-analysis-the-world-ultra-wealth-report-2017/