Την αποτελεσματικότητα και την ταχύτητα της κυβέρνησης του μαύρου μετώπου στην κατεδάφιση των εργασιακών σχέσεων και την καταβαράθρωση των μισθών επιδεικνύει ξεδιάντροπα προς τους ξένους συμμάχους της (ΕΕ - ΕΚΤ - ΔΝΤ) η ηγεσία του υπουργείου Εργασίας. Σε συνάντηση που είχε με κλιμάκιο της τρόικας την περασμένη βδομάδα παρέδωσε επίσημα στοιχεία, από τα οποία προκύπτει ότι «σχεδόν η ...μισή αγορά εργασίας έχει μείνει χωρίς κλαδικές συμβάσεις εργασίας». Οπως γράφτηκε στον Τύπο, τα στοιχεία του υπουργείου δείχνουν ότι το 41,45% των κλαδικών και ομοιοεπαγγελματικών συμβάσεων (63 σε σύνολο 152) έχουν λήξει χωρίς να έχει ξεκινήσει η διαδικασία επαναδιαπραγμάτευσης ή υπογραφής νέων συλλογικών ρυθμίσεων. Επίσης, για 45 συμβάσεις που «καλύπτουν» μεγάλους κλάδους, οι όροι εργασίας ρυθμίστηκαν κυρίως μέσω ατομικών συμβάσεων, ενώ οι κλάδοι που έχουν μείνει χωρίς κλαδικές συμβάσεις «καλύπτουν» μεγάλους τομείς - τόσο των υπηρεσιών όσο και της βιομηχανίας - ενώ η «τύχη» των υπόλοιπων 89 Συμβάσεων (που ακόμη ισχύουν) θα «κριθεί» από τις αποφάσεις που θα ληφθούν για την πρόωρη ή μη καταγγελία τους. Φυσικά, δεν πρόκειται να σταματήσουν εδώ, αλλά αμέσως μετά τις εκλογές θέλουν να προχωρήσουν σε νέα μέτρα για τη μείωση των μισθών, μέσω της κυριαρχίας παντού των ατομικών συμβάσεων. Η κυβέρνηση του μαύρου μετώπου έχει προσφέρει στον κάθε εργοδότη όλο το αναγκαίο για αυτόν νομικό πλαίσιο, ώστε να τσακίσει συμβάσεις, να φτάσει τους μισθούς στα τάρταρα. Ομως, οι εργαζόμενοι δεν πρόκειται να σκύψουν το κεφάλι και να αποδεχτούν τετελεσμένα. Μπορούν μέσα από τα ταξικά σωματεία στους χώρους δουλειάς να φρενάρουν μέτρα, να ακυρώσουν και να ανατρέψουν νόμους. Ταυτόχρονα, όμως, ο αγώνας των εργαζομένων δεν πρέπει να χάνει το κυρίαρχο, ότι η μόνη φιλολαϊκή εναλλακτική λύση είναι η ανατροπή της πολιτικής και εξουσίας των μονοπωλίων και του σάπιου καπιταλιστικού συστήματος. Σ' αυτόν το δρόμο χρειάζεται ενιαία πάλη της εργατικής τάξης, να μπουν εμπόδια, να ακυρωθούν οι διαθέσεις για τσεκούρωμα των συμβάσεων, να αναχαιτιστεί ο εργοδοτικός πόλεμος.
Την «πάπια» έκανε το Διοικητικό Συμβούλιο της Κεντρικής Ενωσης Δήμων Ελλάδας (ΚΕΔΕ) όταν η εκπρόσωπος της «Λαϊκής Συσπείρωσης» Ελ. Παντελάκη τους κάλεσε να πάρουν θέση για τον αγώνα των ναυτεργατών. Ο πρόεδρος, Κ. Ασκούνης, αρχικά παρέπεμψε το θέμα μετά τη συζήτηση για τα οικονομικά των δήμων και ακολούθως αγνόησε τη δεύτερη επισήμανση της Ελ. Παντελάκη, κλείνοντας άρον άρον τη συνεδρίαση για να παραβρεθεί αντιπροσωπεία της ΚΕΔΕ στη Βουλή όπου συζητείτο νομοσχέδιο του υπουργείου Εσωτερικών. Στην αναφορά της η εκπρόσωπος της «Λαϊκής Συσπείρωσης» κάλεσε το ΔΣ να πάρει θέση και να στηρίξει το δίκαιο αγώνα των ναυτεργατών για τα προβλήματα που πνίγουν κάθε εργατική και λαϊκή οικογένεια. Η στάση της ΚΕΔΕ δείχνει και την πλευρά με την οποία επιλέγει να συνταχθεί.
Στις 7 Ιούλη 1917 η Προσωρινή Κυβέρνηση δημοσίευσε διάταγμα για τη σύλληψη και προσαγωγή του Λένιν σε δίκη. Ο Λένιν με τη σύμφωνη γνώμη της πλειοψηφίας της ΚΕ των μπολσεβίκων πέρασε στην παρανομία και από την Πετρούπολη στις 11 Ιούλη κατέφυγε μεταμφιεσμένος στο Ραζλίφ, στις όχθες μιας λίμνης, στην καλύβα ενός μπολσεβίκου εργάτη, του Εμελιάνοφ. Η πλοκή του έργου εκτυλίσσεται στο δίμηνο της παραμονής του Λένιν σ' αυτό το κρησφύγετο, έως τη μέρα που μεταμφιεσμένος, ξυρισμένος, με περούκα, τραγιάσκα και με πλαστή εργατική ταυτότητα με το επώνυμο Ιβανόφ, ξεκίνησε για τη Φινλανδία.
Η λογοτεχνική αφήγηση είναι βασισμένη στα πραγματικά γεγονότα από την περίοδο που ο Λένιν επεξεργάστηκε και έθεσε νέα γραμμή με στόχο την άμεση κατάληψη της εξουσίας από τις επαναστατικές εργατικές δυνάμεις, τις γνωστές «Θέσεις του Απρίλη» του 1917. Το βιβλίο κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή».
Η θέση της στην ομάδα BRICS (Βραζιλία, Ρωσία, Ινδία, Κίνα, Νότια Αφρική), η καθαρά επεκτατική της πολιτική με επενδύσεις στην Αφρική, στην ευρύτερη Μέση Ανατολή και οι αναδιαρθρώσεις υπό «σοσιαλδημοκρατικό μανδύα» στο εσωτερικό της, ήδη έχουν αποφέρει αποτελέσματα αναδεικνύοντάς τη πρόσφατα στην έκτη οικονομία του πλανήτη, ξεπερνώντας τη Βρετανία με τη Γαλλία να νιώθει καυτή την ανάσα της στην προσπάθεια διεκδίκησης της πέμπτης θέσης.
Οι επιδιώξεις της αστικής τάξης της Βραζιλίας, φάνηκαν και με την «ανεπίσημη», όπως εμφανίστηκε, επίσκεψη της Ρουσέφ στις ΗΠΑ και τις συναντήσεις με τον Πρόεδρο Ομπάμα, όπου διαφάνηκαν τόσο ταυτίσεις όσο και αντιθέσεις συμφερόντων όπως η στάση απέναντι στο Ιράν και την ευρύτερη Μέση Ανατολή. Επίσης η Βραζιλία πιο επιτακτικά πλέον διεκδικεί αναμόρφωση του ΟΗΕ και βέβαια μόνιμη έδρα στο Συμβούλιο Ασφαλείας.
Πάντως αυτή η «βιασύνη» εξηγείται καθώς η σοσιαλδημοκρατική διαχείριση τα τελευταία χρόνια (Λούλα, Ρουσέφ) σήμανε αστρονομικά κέρδη για το εγχώριο και το πολυεθνικό κεφάλαιο άρα και μεγαλύτερη όρεξη. Πάντως αυτή η ραγδαία καπιταλιστική ανάπτυξη δεν έχει αλλάξει την πραγματικότητα για τα λαϊκά στρώματα, ενώ ήδη βγαίνουν και αναλύσεις ότι η κρίση στον «γίγαντα» της Λατινικής Αμερικής, είναι προ των πυλών.