Παρασκευή 14 Μάρτη 2014
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Η ΑΠΟΨΗ ΜΑΣ
Ο έλεγχος της τρόικας

Η προχτεσινή συζήτηση στο Ευρωκοινοβούλιο σχετικά με την έκθεση για τον «έλεγχο της τρόικας» ήρθε να επιβεβαιώσει την έγκαιρη εκτίμηση του ΚΚΕ ότι οι περίφημες μνημονιακές πολιτικές δεν είναι τίποτα άλλο από κεντρικές πολιτικές που εφαρμόζονται σε όλες τις χώρες της ΕΕ με ή χωρίς μνημόνιο, προκειμένου να εξασφαλιστούν τα κέρδη του κεφαλαίου, προαποφασισμένες πολύ πριν από την κρίση. Υπενθύμισε, επίσης, την εκτίμηση ότι το τέλος των μνημονίων δεν σημαίνει τέλος της αντιλαϊκής πολιτικής, πολύ περισσότερο που επίσημα τόσο η Ελλάδα όσο και άλλα κράτη έχουν τεθεί από το Γενάρη του 2014 σε μόνιμη επιτήρηση στο πλαίσιο της ΕΕ.

Αλλωστε, σε αυτό που έγινε κριτική από πλευράς των επιτροπών του Ευρωκοινοβουλίου είναι το κατά πόσο νομιμοποιείται θεσμικά ή τρόικα, αν υπάρχει δημοκρατικό έλλειμμα και αν χρειάζονται θεσμικοί μηχανισμοί εποπτείας. Θυμίζουμε ότι πριν από μια βδομάδα σε ενισχυμένη επιτήρηση από την Κομισιόν τέθηκαν η Γαλλία και η Ιταλία. Ο ΣΥΡΙΖΑ είχε αναδείξει σε μείζον θέμα την επιτροπή ελέγχου της τρόικας, κατηγορώντας μάλιστα την κυβέρνηση ότι δεν την αξιοποιεί ως όφειλε. Η«Αυγή», χτες, σημείωνε ότι η έκθεση είναι «αιχμηρή κατά των μνημονίων με... στρογγυλεμένες γωνίες». Ο δε ευρωβουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ Ν. Χουντής κατήγγειλε «δυνάμεις που σήμερα μέσω της έκθεσης νομιμοποιούν την τρόικα και δικαιολογούν τις πολιτικές της», λες και θα μπορούσε μια επιτροπή της ΕΕ να κάνει κάτι διαφορετικό.

Ο ΣΥΡΙΖΑ προσπαθεί να δικαιολογήσει τα αδικαιολόγητα: Τις δηλώσεις Τσίπρα που υμνολογούσε το Ευρωκοινοβούλιο - τον «πιο δημοκρατικό ευρωπαϊκό θεσμό» όπως είχε πει αναφερόμενος στην πρωτοβουλία για την επιτροπή ελέγχου της τρόικας. Αλλά και την ευχή Λαφαζάνη που είχε προσπαθήσει να καλλιεργήσει ελπίδες ότι «κάτι καλό θα βγει από αυτήν την υπόθεση», συμπληρώνοντας μάλιστα ότι «η Ελλάδα μπήκε στην Ευρωπαϊκή Ενωση και την Ευρωζώνη, για να βελτιώσει τη θέση της και την προοπτική της».

Με αφορμή την έκθεση για την τρόικα και τη συζήτηση που έγινε, αποδεικνύεται ότι τόσο τα ευρωενωσιακά επιτελεία όσο και τα κόμματα του ευρωμονόδρομου στο σύνολό τους δεν έχουν κάνει βήμα πίσω από την κεντρική στόχευση: Να αθωώσουν τα μονοπώλια, την ΕΕ, τις κυβερνήσεις και την αστική τάξη στα κράτη - μέλη της για την αντιλαϊκή βαρβαρότητα, παρουσιάζοντας την τρόικα (της οποίας τα 2/3 είναι η ΕΕ) για την εφαρμογή της αντιλαϊκής πολιτικής. Ομως σήμερα, που ο άξονας μετατοπίζεται από τις πολιτικές με δημοσιονομικό περιεχόμενο στην υλοποίηση καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων στην εργασία, άνοιγμα αγορών κ.λπ., αποκαλύπτεται όλο και περισσότερο ότι η κυβέρνηση με τις υποδείξεις της τρόικας υλοποιεί στρατηγικές του κεφαλαίου, κατευθύνσεις που ισχύουν από τη δεκαετία του 1990. Αυτό δείχνει η ΔΕΗ, οι ιδιωτικοποιήσεις στα λιμάνια, οι αναδιαρθρώσεις του κρατικού μηχανισμού. Οποιος ανακάλυψε όλα αυτά μετά το 2010, κοροϊδεύει το λαό. Βεβαίως οι εξελίξεις αυτές ανατρέπουν το παραμύθι του ΣΥΡΙΖΑ αλλά και άλλων σοσιαλδημοκρατών ότι η ΕΕ μπορεί να αλλάξει από τα μέσα, να γίνει φιλολαϊκή.

Επιβεβαιώνεται δηλαδή αυτό που λέει το ΚΚΕ εξαρχής: Οτι μόνη διέξοδος για το λαό δεν είναι να περιμένει ο «λύκος να γίνει αρνάκι», αλλά να αποτινάξει τα δεσμά της ΕΕ, να επιβάλει την κοινωνικοποίηση των μονοπωλίων και τη μονομερή διαγραφή του χρέους με τη δική του εξουσία.

Δύο διαφορετικές λογικές

Πριν από λίγες μέρες, το ΚΚΕ κατέθεσε εμπρόθεσμη τροπολογία στη Βουλή, απαιτώντας να γυρίσουν στις δουλειές τους το σύνολο των εργαζομένων που βρίσκονται σε διαθεσιμότητα. Η πρωτοβουλία του δεν έγινε για λόγους εντυπωσιασμού. Χωρίς να παραγνωρίζει τον αρνητικό συσχετισμό δύναμης, αποτελεί ένα ακόμα μέσο στην πάλη για το δικαίωμα στη μόνιμη και σταθερή δουλειά. Στη μάχη να αναδείξει ότι η διεκδίκηση αυτού του δικαιώματος απαιτεί, προϋποθέτει ένα άλλο εργατικό κίνημα, που ανυποχώρητα θα αγωνίζεται για να παρεμποδίσει τα βάρβαρα μέτρα, που θα στοχεύει στην ανατροπή της εξουσίας των μονοπωλίων. Στην κατεύθυνση αυτή, είχε προηγηθεί ουσιαστική συζήτηση με εκπροσώπους των εργαζομένων, σε εκδήλωση της Κοινοβουλευτικής Ομάδας και ζητήθηκε επίσης από τα σωματεία να τη στηρίξουν.

Από την άλλη, ο ΣΥΡΙΖΑ κατέθεσε τελευταίος και καταϊδρωμένος μια εκπρόθεσμη τροπολογία για τη διαθεσιμότητα, η οποία αφήνει απ' έξω το 90% των εργαζομένων! Από το σύνολο των 12.000 και πλέον εργαζομένων σε διαθεσιμότητα, ζητά να τοποθετηθούν σε θέσεις εργασίας στην πρότερη θέση τους περίπου 1.500 εκπαιδευτικοί! Για τους άλλους, πλήρη αδιαφορία. Ούτε για τους σχολικούς φύλακες, ούτε για τις καθαρίστριες, για κανέναν. Σημειώνουμε επίσης ότι οι παρατάξεις του ΣΥΡΙΖΑ στο Σύλλογο Υπαλλήλων Περιφέρειας Αττικής, στο Σύλλογο του Δήμου Αιγάλεω και αλλού αρνήθηκαν να στηρίξουν την τροπολογία που κατέθεσε το ΚΚΕ για να γυρίσουν όλοι οι εργαζόμενοι στις δουλειές τους. Ταυτόχρονα, προάγοντας το συντεχνιασμό, τη διαίρεση και την αντιπαλότητα των εργαζομένων, η βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ, Σ. Σακοράφα, κατέθεσε τροπολογία για να εξαιρεθούν από τη διαθεσιμότητα εργαζόμενοι μιας κατηγορίας (οι απόφοιτοι της Εθνικής Σχολής Δημοσίας Διοίκησης)!

Δεν είναι, βεβαίως, αποκλειστικότητα του ΣΥΡΙΖΑ αυτή η «λογική». Είκοσι εφτά τροπολογίες κατατέθηκαν συνολικά στο νομοσχέδιο του υπουργείου Διοικητικής Μεταρρύθμισης από βουλευτές των ΣΥΡΙΖΑ, ΑΝΕΛ, ΔΗΜΑΡ και ΠΑΣΟΚ. Ολες αφορούσαν τη μια ή την άλλη κατηγορία υπαλλήλων του δημόσιου τομέα, που, με βάση το νομοσχέδιο, απολύονται ή απειλούνται με απόλυση. Η τακτική αυτή των κομμάτων της διαχείρισης να καταθέτουν επιλεκτικά τροπολογίες για συγκεκριμένους χώρους και ειδικότητες βοηθάει εκ των πραγμάτων την καλλιέργεια συντεχνιακών αντιλήψεων ανάμεσα στους εργαζόμενους στο Δημόσιο και υπονομεύει την κοινή δράση. Ταυτόχρονα, ενισχύει τα αντιδραστικά αντανακλαστικά σε εργαζόμενους του ιδιωτικού τομέα, όπου το κεφάλαιο και το κράτος του τους «ζυμώνουν» σε αντιπαράθεση με τους δημόσιους υπαλλήλους.

Αυτό, άλλωστε, αποτυπώθηκε και στη συζήτηση στη Βουλή. Το σκηνικό των δεκάδων τροπολογιών, έδωσε πάσα σε βουλευτές της ΝΔ, όπως ο Μ. Βορίδης, να κάνουν λόγο για τους άνεργους του ιδιωτικού τομέα που «είναι έξω και περιμένουν να φύγουν οι βολεμένοι» και άλλα παρόμοια. Αντιπαράθεση με την οποία επιχειρείται ο αποπροσανατολισμός συνολικά των εργαζομένων για το άθλιο παιχνίδι που παίζεται σε βάρος τους, για την ουσία των αναδιαρθρώσεων στο Δημόσιο και την αντιλαϊκή πολιτική που χτυπάει ενιαία τους εργαζόμενους σε ιδιωτικό και δημόσιο τομέα. Να λοιπόν οι δύο διαφορετικές και αταίριαστες λογικές: Από τη μια, έχουμε την πρόταση του ΚΚΕ, με κριτήριο το δικαίωμα στη σταθερή δουλειά για όλους, την κάλυψη υπαρχουσών αναγκών σε κρατικές υπηρεσίες που αφορούν τους εργαζόμενους, τα φτωχά λαϊκά στρώματα. Κι από την άλλη, έχουμε τις προτάσεις των άλλων κομμάτων, μεταξύ αυτών και του ΣΥΡΙΖΑ, για διαχείριση του ζητήματος -στο όνομα του «ρεαλισμού»- και με ψηφοθηρική λογική, αντάξια των κομμάτων της αστικής διαχείρισης, που έχουν κυβερνήσει μέχρι σήμερα!


Μ. Ζ.

ΑΠΟΚΑΛΥΠΤΙΚΑ...
Ο ΣΥΡΙΖΑ και τα πανεπιστήμια

Είναι γνωστό ότι ο ΣΥΡΙΖΑ είναι υπέρ της συνύπαρξης δημόσιας και ιδιωτικής εκπαίδευσης, σπέρνοντας αυταπάτες ότι με την ενίσχυση της δημόσιας εκπαίδευσης, η ιδιωτική κάποια στιγμή θα καταστεί περιττή (Θέσεις του Τμήματος Παιδείας του ΣΥΡΙΖΑ, Ιούλης 2013). Θυμόμαστε ακόμα τον Αλ. Τσίπρα το 2008, όταν ήταν πρόεδρος του ΣΥΝ, να δηλώνει στην εφημερίδα «Σημερινή» της Κύπρου ότι «δεν είμαστε εχθρικοί προς τα ιδιωτικά πανεπιστήμια» και «το κύρος του δημόσιου πανεπιστημίου δε θίγεται από τα ιδιωτικά πανεπιστήμια». Θυμόμαστε πιο παλιά τον Α. Αλαβάνο ως ευρωβουλευτή του ΣΥΝ να πασχίζει για την αναγνώριση των πτυχίων των κολεγίων ως ισότιμα με αυτά των ελληνικών ΑΕΙ. Τώρα, ήρθε ο βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ Γ. Σταθάκης να προσθέσει μια ακόμη πλευρά σε αυτή τη λογική.

***

Συγκεκριμένα: Το δημοσιογραφικό συγκρότημα «Μακεδονία» διοργάνωσε την περασμένη Παρασκευή ημερίδα με θέμα: «Η παιδεία απάντηση στην κρίση», όπου μίλησαν ο βουλευτής της ΝΔ και πρώην υπουργός Παιδείας, Ευριπίδης Στυλιανίδης, ο βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ και καθηγητής του Πανεπιστημίου Κρήτης, Γιώργος Σταθάκης και ο αντιπρόεδρος του Διεθνούς Πανεπιστημίου, Νικόλαος Μουσιόπουλος. Ο Ευ. Στυλιανίδης αφιέρωσε την ομιλία του στην πρόταση που έχει ξανακάνει περί μεικτού πανεπιστημίου. Ουσιαστικά, είναι μια πρόταση ιδιωτικοποίησης δημόσιων πανεπιστημίων (με παράκαμψη/υπέρβαση του άρθρου 16) μέσω της μετοχοποίησής τους και της διάθεσης του 49% των μετοχών τους σε επιχειρηματίες, ο οποίοι θα αναλάβουν και το μάνατζμεντ των ιδρυμάτων αυτών. Σύμφωνα με το ρεπορτάζ της εφημερίδας «Μακεδονία», στη συζήτηση που ακολούθησε με ερωτήσεις από το κοινό, ο Γ. Σταθάκης αφού τάχθηκε γενικά υπέρ του «δημόσιου πανεπιστημίου»... «δεν παρέλειψε να αναφέρει ότι βρίσκει σωστή μεν την πρόταση που παρουσίασε ο κ. Στυλιανίδης, αλλά έτσι "μένει απροστάτευτο το πανεπιστήμιο ως προς την έρευνα που παράγει"».

***

Ανεξάρτητα αν το ρεπορτάζ αποδίδει με ακρίβεια το τι είπε ο Γ. Σταθάκης δεν πρέπει να προκαλείται καμιά εντύπωση για τα λεγόμενά του. Αφού η αποδοχή της συνύπαρξης ιδιωτικής και δημόσιας εκπαίδευσης και κυρίως η αποδοχή του καπιταλιστικού δρόμου ανάπτυξης, της «υγιούς επιχειρηματικότητας» και της ΕΕ δεν έρχονται σε αντίθεση με τέτοιες προτάσεις. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι στο πλαίσιο της επίσκεψής του στη Θεσσαλονίκη, ο Γ. Σταθάκης είχε γεύμα με επιχειρηματίες της Βόρειας Ελλάδας ενώ επισκέφτηκε και τη «θερμοκοιτίδα i4G», έναν χώρο υποβοήθησης επιχειρηματιών που διασυνδέεται και με πανεπιστήμια και ερευνητικά κέντρα και «υποδέχεται στους χώρους της φιλόδοξους νέους αλλά και καταξιωμένους επιχειρηματίες παρέχοντάς τους κατάλληλο εργασιακό και υποστηρικτικό περιβάλλον για να μετατρέψουν την καινοτόμα επιχειρηματική τους ιδέα σε επικερδή δραστηριότητα». Εξάλλου σε συνέντευξη στην εφημερίδα «Μακεδονία» όταν ρωτήθηκε για την Ερευνα, είπε ότι «η στρατηγική πρέπει να είναι η επέκταση της έρευνας στην τεχνολογία και στην ανάπτυξη νέων τεχνολογιών υψηλής προστιθέμενης αξίας». Κοινώς, έρευνα με κριτήριο την καπιταλιστική κερδοφορία και όχι τις εργατικές - λαϊκές ανάγκες.

Ετσι οι ενδοιασμοί του ως προς την έρευνα που παράγουν τα πανεπιστήμια σε περίπτωση «μερικής» ιδιωτικοποίησής τους, είναι φανερό ότι είναι δευτερεύουσας σημασίας, ψιλά γράμματα, αφού υπάρχει συμφωνία στο τι θα πρέπει να υπηρετεί η έρευνα. Εξάλλου και σήμερα, χωρίς παραχώρηση του 49% των πανεπιστημίων σε ιδιώτες, η έρευνα που διεξάγουν τα ΑΕΙ σε ένα μεγάλο μέρος της παραγγέλνεται, πληρώνεται και αξιοποιείται από επιχειρήσεις.


Γ.Σ.



Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ