Για τις 18 Ιούνη έχει οριστεί το επόμενο Γιούρογκρουπ και στο βαθμό που υπάρξει τελικά συμφωνία, έως τις 20 Ιούλη η κυβέρνηση πρέπει να έχει νομοθετήσει αυτά που ήδη συμφώνησε στις μέχρι τώρα επαφές της, ώστε να εξασφαλίσει ότι θα πάρει τα 7,2 δισ. ευρώ της πέμπτης αξιολόγησης του σημερινού μνημονίου, τα οποία πρέπει να αποδεσμευτούν πριν από τη λήξη ενός ομολόγου το οποίο πρέπει να πληρώσει στις 20 Ιούλη.
Αυτά είναι τα ορατά οικονομικά δεδομένα και ουδείς γνωρίζει τι άλλο παίζεται πίσω από τις κλειστές πόρτες της διαπραγμάτευσης.
Μπροστά στον ορυμαγδό από τις επιπτώσεις των ήδη εφαρμοζόμενων αντιλαϊκών μέτρων του μνημονίου (που όχι μόνο δεν καταργήθηκε «με ένα νόμο, ένα άρθρο», αλλά, όπως δήλωσε όψιμα πλέον ο Φίλης, «δεν μπορεί να καταργηθεί») η κυβέρνηση το ρίχνει στην κλάψα: «Μας εκβιάζουν οι δανειστές μας», δηλώνουν αριστερά και δεξιά τα στελέχη της για να ζητήσουν μια ακόμα παράταση ανοχής από το λαό. Ο πρωθυπουργός, μάλιστα, δεν ζητά απλά ανοχή, αλλά και στήριξη!
Αλίμονο σ' όσους τσιμπήσουν και πάλι. Αλίμονο σ' όσους δεχτούν να γίνουν συνένοχοι στο νέο έγκλημα και μείνουν παθητικοί μπροστά σε εξελίξεις που αλυσοδένουν το λαό.
Η κυβέρνηση επιβάλλεται να βρει απέναντι ένα όσο το δυνατόν πιο ισχυρό κίνημα αντίστασης. Τα μαζικά συλλαλητήρια που οργάνωσαν την Πέμπτη το ΠΑΜΕ και μαζικές οργανώσεις δείχνουν το δρόμο.
Ο εκβιασμός για την εξασφάλιση της λαϊκής συναίνεσης εντάθηκε στη βδομάδα που πέρασε. Ούτε λίγο ούτε πολύ η κυβέρνηση αξίωσε να στηριχτεί το σχέδιο που η ίδια κατέθεσε στη διαπραγμάτευση, προβάλλοντας σαν μπαμπούλα το σχέδιο των δανειστών. Το ΚΚΕ ξεκαθάρισε ότι ο λαός πρέπει να απορρίψει τόσο το σχέδιο των δανειστών όσο και αυτό της κυβέρνησης ή όποιο άλλο ενδιάμεσο μείγμα καταληχθεί, για να γίνει δήθεν η αμοιβαία υποχώρηση. Να θέσει, με τον αγώνα του, τις δικές του «κόκκινες γραμμές»: Οχι σε νέα μέτρα - Κατάργηση των μνημονίων, ανάκτηση των απωλειών - Ρήξη με την ΕΕ και το κεφάλαιο.
Οι διαπραγματεύσεις κυβέρνησης - δανειστών επικεντρώθηκαν κατά κύριο λόγο σε τρία ζητήματα: Στα πρωτογενή πλεονάσματα, στη διευθέτηση του χρέους και στα «επενδυτικά πακέτα», δηλαδή τη χρηματοδότηση από διάφορες πηγές, προκειμένου να δοθεί «αναπτυξιακή ώθηση» στην καπιταλιστική οικονομία.
Και για τα τρία αυτά ζητήματα υπάρχει μεγάλος καβγάς και ανταγωνισμός, που, όμως, καμιά σχέση δεν έχουν με τα συμφέροντα του λαού. Ακόμα κι αν η κυβέρνηση πετύχει συμφωνία για χαμηλότερα πρωτογενή πλεονάσματα, ακόμα κι αν υπάρξει απόφαση για διευθέτηση του χρέους και η αστική τάξη στην Ελλάδα «βάλει το δάχτυλο στο μέλι» των χρηματοδοτικών πακέτων, ο λαός δεν έχει τίποτα να κερδίσει.
Οι αντιλαϊκές αναδιαρθρώσεις που ψηφίστηκαν ή δρομολογήθηκαν στα χρόνια της κρίσης θα συνεχιστούν κανονικά, παρά την προσπάθεια της κυβέρνησης να δημιουργήσει την ψευδαίσθηση ότι η χαλάρωση της λιτότητας για το κεφάλαιο σημαίνει και ανάσχεση της επίθεσης στο λαό. Αυτό αποτυπώνεται και στο γεγονός ότι στην πρόταση 47 σελίδων η κυβέρνηση ενσωματώνει όλες τις προηγούμενες αντιλαϊκές αναδιαρθρώσεις. Είναι αναδιαρθρώσεις στρατηγικής σημασίας για το κεφάλαιο και συνιστούν αναγκαίο συμπλήρωμα της χρηματοδότησης των επιχειρήσεων από τον κρατικό κορβανά για να επενδύσουν κεφάλαια και να «ζεσταθεί» η οικονομία.
Την ώρα που νέα δεσμά χαλκεύονται για την εργατική τάξη, η κυβερνητική πρόκληση απογειώνεται. Θεωρώντας «ο γέγονε, γέγονε» τις απώλειες από τα μέχρι τώρα μέτρα, μιλά για κυνήγι δήθεν της φοροδιαφυγής καλώντας τους εταίρους της «να μας βοηθήσουν πραγματικά να καταπολεμήσουμε τη φοροδιαφυγή, τη διαφθορά, το λαθρεμπόριο, τη μαύρη εργασία. Αυτές είναι οι πραγματικές προκλήσεις που αντιμετωπίζει η Ελλάδα», είπε μεσοβδόμαδα ο Τσίπρας. Δηλαδή, την ώρα που με Πράξεις Νομοθετικού Περιεχομένου χαρίζει εκατομμύρια ευρώ από κραυγαλέες φορολογικές και τελωνειακές παραβάσεις του μεγάλου κεφαλαίου, την ώρα που προωθεί το «ξέπλυμα» του «μαύρου χρήματος» της πλουτοκρατίας με διατάξεις που νομιμοποιούν αδήλωτα κεφάλαια, είτε αυτά έχουν φυγαδευτεί σε τράπεζες του εξωτερικού, είτε βρίσκονται στην Ελλάδα, την ώρα που διατηρεί όλο το πλαίσιο των «νόμιμων» φοροαπαλλαγών και «διευκολύνσεων» προς το μεγάλο κεφάλαιο, ισχυρίζεται ότι η «πραγματική πρόκληση της Ελλάδας» είναι η αντιμετώπιση παραβατικών συμπεριφορών, που όμως είναι γέννημα - θρέμμα ενός συστήματος που στο κυνήγι του κέρδους δεν ορρωδεί προ ουδενός. Μιλά, δηλαδή, για οτιδήποτε άλλο εκτός από το να πληρώσει το ίδιο το κεφάλαιο για την κρίση του...
Μπροστά σ' αυτές τις αρνητικές για το λαό εξελίξεις, το ζήτημα για τον ίδιο είναι να περάσει στην αντεπίθεση, να αξιοποιήσει τα μέχρι τώρα αγωνιστικά βήματα, όπως τα συλλαλητήρια της περασμένης Πέμπτης και να οργανώσει παραπέρα την πάλη του. Κι έχει τη δύναμη να το κάνει. Η δύναμή του βρίσκεται πρώτα από όλα και κυρίως στην οργάνωση, στην ταξική πάλη, στον ανυποχώρητο αγώνα για να ανακτηθούν οι απώλειες, στην προετοιμασία και οργάνωση της λαϊκής αντεπίθεσης, άμεσα, τώρα, για να διεκδικηθεί η κατάργηση των μνημονίων και των εφαρμοστικών τους νόμων. Η δύναμη των αγώνων πολλαπλασιάζεται και φέρνει κάποια αποτελέσματα μόνο όταν αναπτύσσεται και εξελίσσεται, μέσα από την ίδια την πείρα των εργαζομένων, σε αγώνα αμφισβήτησης της εξουσίας των μονοπωλίων, της ΕΕ και του ΝΑΤΟ.
Το θέμα, όμως, με την καύση των πλαστικών είναι η παραγωγή βαρέων κυκλικών υδρογονανθράκων, διοξίνες, φουράνες, για τις οποίες δεν έχουμε ακόμα μετρούμενες τιμές στην περίπτωση του Ασπροπύργου.
Η καύση πλαστικών εγκυμονεί τεράστιους κινδύνους και δεν είναι το ίδιο με την καύση άλλων στερεών καυσίμων, όπως ο άνθρακας, το ξύλο. Οι σωματιδιακοί ρύποι συνήθως είναι λιγότεροι στην περίπτωση του πλαστικού. Αυτό φαίνεται και από τα πρώτα αποτελέσματα των μετρήσεων του «Δημοκρίτου» που έχουν δημοσιευτεί. Φυσικά, πρέπει να σημειωθεί εδώ πως και του σωματιδιακού ρύπου που μετρήθηκε, ακόμη δεν έχει αναλυθεί η σύστασή του και πως οι ενώσεις αυτές, σε χαμηλές θερμοκρασίες, έχουν την τάση να δημιουργούν συσσωματώματα (nucleations) με τους σωματιδιακούς ρύπους. Οπότε, καλό είναι να περιμένουμε πρώτα και αποτελέσματα και μετά να μιλάμε για «χαμηλά όρια ρύπων».
Eurokinissi |
- Πρώτον, μιλάμε για αποκλειστικά καύση πλαστικού και μάλιστα πολύ μεγάλων ποσοτήτων.
- Δεύτερον και σημαντικότερο, η καύση είναι ανεξέλεγκτη. Για τη δραστική μείωση των εκπομπών διοξινών, απαιτείται παραμονή των παραγόμενων αερίων σε θερμοκρασία άνω των 850oC για χρόνο μεγαλύτερο από 2 δευτερόλεπτα (ή 1 δευτ. για 1.000oC)2. Αυτή η προϋπόθεση, στην περίπτωση του Ασπροπύργου, είναι σίγουρο πως δεν πληρείται. Μάλιστα, το ότι η Πυροσβεστική έριχνε νερό, μπορεί να περιόριζε ως ένα βαθμό τη φωτιά, αλλά μάλλον έχει αρνητική επίδραση στο θέμα των διοξινών.
Εφόσον φαίνεται πως υπήρχε τρόπος να σβηστεί η φωτιά (όπως αναφέρεται στον Τύπο), είναι εγκληματικό ότι δε διατέθηκαν τα κονδύλια, για να αντιμετωπιστεί η κατάσταση. Προτιμάνε, δηλαδή, να πληρώνουν τους δανειστές, από την υγεία του λαού της Αθήνας. Μας ψεκάζουν, δηλαδή, στην κυριολεξία, για να μη «στενοχωρήσουν» τους τοκογλύφους. Από αυτό και μόνο φαίνονται οι προτεραιότητες της συγκυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ, αλλά και της «εσωκομματικής αριστερής αντιπολίτευσης» Λαφαζάνη, που προσπάθησε να υποβαθμίσει το θέμα.
Επίσης, το ότι δεν υπήρξε άμεση προσπάθεια να μειωθεί η εισπνοή του νέφους από τους κατοίκους της περιοχής (π.χ. κλείσιμο σχολείων, επιχειρήσεων), είναι επίσης το λιγότερο εγκληματικά ανεύθυνο.
****
Α. Nικολόπουλος, Δρ. Μηχ. Μηχανικός, Εθνικό Κέντρο Ερευνας & Τεχνολογικής Ανάπτυξης (ΕΚΕΤΑ)
Χ. Χριστοδούλου, υποψήφιος διδάκτορας Μηχ. Μηχανικός, EKETA
-----------------------------------------------------------------------------------------------------------------------
ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ:
1. DIRECTIVE 2000/76/EC OF THE EUROPEAN PARLIAMENT AND OF THE COUNCIL of 4 December 2000 on the incineration of waste
2. McKay G (2002) Dioxin characterization, formation and minimization during municipal solidwaste (MSW) incineration: review. Chem. Eng J 86(3):343-68
Andrea Bonetti |
Το ίδιο το ΔΝΤ λέει ότι δεν έφυγε από τις διαπραγματεύσεις και θα επανέλθει, απλώς ως «τεχνικός» τάχα οργανισμός δεν μπορεί να συμμετέχει σε πολιτική διαπραγμάτευση. Το τι παιχνίδια παίζονται δεν ξέρουμε. Δεν ξέρουμε πού σταματάνε τα επικοινωνιακά τεχνάσματα «δραματοποίησης» και πού αρχίζουν οι πραγματικές αντιθέσεις. Θα επιχειρήσουμε όμως να φωτίσουμε ορισμένες πλευρές των αντιθέσεων που υπάρχουν.
Κόντρες του ΔΝΤ για το «ελληνικό πρόγραμμα» εμφανίζονται από το πρώτο ακόμη μνημόνιο και εστιάζονται στο ζήτημα της «βιωσιμότητας του χρέους», όπως ονόμασαν τη δυνατότητα αποπληρωμής του από την Ελλάδα, προσδιορίζοντάς το όχι μόνο ποσοτικά, αλλά και στη σχέση του με το ΑΕΠ. Αυτή η σχέση, με δεδομένη την τεράστια μείωση του ΑΕΠ λόγω καπιταλιστικής οικονομικής κρίσης, αποτελεί το στοιχείο που δείχνει ότι η Ελλάδα δεν μπορεί να το αποπληρώσει, σύμφωνα με εκτίμηση του ΔΝΤ, ακόμη και μετά το πρώτο «κούρεμα» του 2012. Από την άλλη, η Κομισιόν και η Γερμανία εκτιμούν ότι το χρέος μπορεί να αποπληρωθεί, είναι βιώσιμο.
Στην προκειμένη περίπτωση, η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ συμφωνεί με το ΔΝΤ ως προς αυτή την εκτίμηση γι' αυτό και επιμένει να ζητά «αναδιάρθρωσή» του, δηλαδή τρόπους διευκόλυνσης αποπληρωμής του, ώστε να μένουν χρήματα στο κρατικό ταμείο για δημόσιες και ιδιωτικές επενδύσεις για την ανάκαμψη του κεφαλαίου. Για τη δυνατότητα αναδιάρθρωσης του χρέους μίλησαν, όμως, και στελέχη της ΕΚΤ, όπως ο Μπ. Κερέ, μέλος του Εκτελεστικού Συμβουλίου της. Ενώ η κυβέρνηση έκανε συγκεκριμένη πρόταση αναχρηματοδότησης του χρέους μέσω του μηχανισμού στήριξης ESM.
Αν εφαρμοστεί η θέση του ΔΝΤ που ζητά νέο «κούρεμα», αυτό σημαίνει καταστροφή κεφαλαίου κρατών και τραπεζών της Ευρωζώνης. Επειδή όμως Κομισιόν και ΕΚΤ δε συμφωνούν, εκφράζοντας αντιρρήσεις κρατών της Ευρωζώνης, το ΔΝΤ εστιάζει στην ανάγκη να επιταχυνθούν άμεσα οι αντιδραστικές αναδιαρθρώσεις σε μια σειρά από τομείς, πρώτα απ' όλα στο Ασφαλιστικό. Διαφορετικά, ζητά από την Ευρωζώνη να εξασφαλίσει ότι αυτή θα πληρώσει τα δάνεια του ΔΝΤ στην Ελλάδα. Εδώ πρέπει επίσης να συνυπολογίζεται και η στασιμότητα στην οικονομία της Ευρωζώνης με τη στασιμότητα σε Γαλλία,Ιταλία και επιβράδυνση στη Γερμανία, που δυσκολεύει τη διαχείριση, ενώ εγκυμονεί κινδύνους για πισωγύρισμα σε κρίση. Είναι, όμως, αυτός μόνο ο πιθανός λόγος της αντιπαράθεσης δηλαδή η διαφορετική θέση για το χρέος;
Σύμφωνα με όσα είδαν το φως της δημοσιότητας μετά την τελευταία «πολιτική» διαπραγμάτευση, η νέα παράταση του τωρινού μνημονίου (η προηγούμενη συμφωνία, της 20ής Φλεβάρη, λήγει τέλος Ιούνη) έως το Μάρτη του 2016 ή πιο νωρίς είναι ένα ενδεχόμενο. Τον Ιούλη του 2016 λήγει και η συμμετοχή του ΔΝΤ στο πρόγραμμα. Προκύπτει λοιπόν το ερώτημα: Υπάρχουν δυνάμεις στην Ευρωζώνη που δε θέλουν το ΔΝΤ στα πόδια τους;
Και στο παρελθόν εμφανίστηκαν ανάλογα δημοσιεύματα. Μάλιστα, υπήρξαν συζητήσεις σε επίπεδο ηγεσιών της Ευρωζώνης, σε επίπεδο υπουργών Οικονομικών, τραπεζιτών, για τη μετατροπή του χρηματοδοτικού μηχανισμού διάσωσης ESM σε Ευρωπαϊκό Νομισματικό Ταμείο, ως ένα ευρωενωσιακό μηχανισμό έξω απ' το πλαίσιο του ΔΝΤ, μαζί βεβαίως με τη δημιουργία της Τραπεζικής Ενωσης.
Η προηγούμενη κυβέρνηση ΝΔ - ΠΑΣΟΚ προπαγάνδιζε την προοπτική αποδέσμευσης από το ΔΝΤ, την εκτίμηση ότι μπορεί να βγει στις αγορές, να δανειστεί και να αποπληρώσει το χρέος της στο ΔΝΤ. Αυτά τα συζητούσαν την περίοδο του email Χαρδούβελη. Ηταν τότε που η Κρ. Λαγκάρντ αντιπρότεινε τη δημιουργία της λεγόμενης προληπτικής πιστωτικής γραμμής, δηλαδή ενός «κουμπαρά» αν χρειαζόταν χρηματοδότηση που θα εξαρτιόταν από την πορεία ανάκαμψης της οικονομίας. Τότε ήταν που η Γερμανία πρόβαλλε αντιρρήσεις στο ενδεχόμενο αποδέσμευσης του ΔΝΤ, θέση που επαναλαμβάνει και σήμερα.
Οι διεργασίες αυτές κατά πάσα πιθανότητα συνδέονται και με τις συζητήσεις για τη «νέα Ευρωζώνη» που σχεδιάζουν Γερμανοί - Γάλλοι και θα συζητήσουν στη Σύνοδο Κορυφής του Ιούνη, δηλαδή παραπέρα ενοποίηση της οικονομίας με βάση την ενιαία αγορά αξιοποιώντας και την εμπειρία διαχείρισης της καπιταλιστικής οικονομικής κρίσης, που σημαίνει δημιουργία θεσμών παραπέρα «πολιτικής ενοποίησης» (Κοινοβούλιο Ευρωζώνης μέσα στην Ευρωβουλή, ισχυροποίηση της δράσης του Γιούρογκρουπ και του προέδρου του, που θα λειτουργεί ως «υπουργός Οικονομικών της Ευρωζώνης» κ.λπ.).
Οι αντιθέσεις ΔΝΤ - Ευρωζώνης σηματοδοτούν ανταγωνισμούς ΗΠΑ - Γερμανίας. Που έχουν σχέση με το αν θα έχουν την πρωτοκαθεδρία στην Ευρώπη οι ΗΠΑ ή η Γερμανία, ενώ φαίνεται ότι στοιχείο των ανταγωνισμών τους αποτελεί η Διατλαντική Συμφωνία Εμπορίου και Επενδύσεων.
Σε άρθρο του «Κυριακάτικου Ριζοσπάστη» 30 - 31/5/2015, γράφαμε ότι «προκύπτουν εύλογα ερωτήματα, παρακολουθώντας τη δραματοποίηση των διαπραγματεύσεων των τελευταίων βδομάδων που συνοδεύεται από εκβιασμούς, απειλές, αρνητικές χαοτικές προβλέψεις, τις κόντρες της συγκυβέρνησης με τους δανειστές, τη Γερμανία αλλά και το ΔΝΤ (που από σύμμαχος, όπως παρουσιαζόταν από την κυβέρνηση, τελευταία φαίνεται να κρατάει σκληρή στάση). Είναι δυνατόν να μιλάμε για το ενδεχόμενο η Ελλάδα να οδηγηθεί στη χρεοκοπία, μόνο και μόνο για τους συντελεστές ΦΠΑ; Είναι δυνατόν να προκαλείται μέχρι η παρέμβαση Ομπάμα, να γίνεται αντικείμενο συζήτησης στη Σύνοδο υπουργών Οικονομίας των "G7" το αν θα περικοπούν οι επικουρικές τώρα ή αργότερα; Το τι συζητάνε δεν μπορούμε να το ξέρουμε, πάντως κανείς δεν μπορεί να μη σκεφτεί αν στην ατζέντα των συζητήσεων βρίσκονται μια σειρά ζητήματα που αφορούν στην πραγματικότητα τα διάφορα αντιτιθέμενα σχέδια επενδυτικών συνεργασιών ανάμεσα σε ελληνικούς και ξένους επιχειρηματικούς ομίλους. Για παράδειγμα, τα επενδυτικά σχέδια για την "αξιοποίηση" υποδομών (λιμανιών, αεροδρομίων, οδικών αξόνων κ.λπ.), στον τομέα της Ενέργειας, την αξιοποίηση του ορυκτού πλούτου της χώρας κ.λπ. Επενδυτικά σχέδια που είναι προϋπόθεση για να μπορέσει να προχωρήσει η περίφημη ανάκαμψη. Δεν μπορεί να μη σκεφτεί κανείς τις συζητήσεις που διεξάγονται αυτή τη στιγμή σε επίπεδο Ευρωζώνης, σε σχέση με το μέλλον της, την προοπτική της λεγόμενης πολιτικής ενοποίησης, με στόχο την αντιμετώπιση της οικονομικής ύφεσης. Δεν μπορεί, επίσης, κανείς να μη σκεφτεί την όξυνση των ενδοϊμπεριαλιστικών αντιθέσεων, σε ένα τόξο από την Ουκρανία και την ΠΓΔΜ μέχρι τη Μ. Ανατολή και τη Β. Αφρική. Ολα αυτά, ακόμα και αν δεν ομολογούνται, επιδρούν καθοριστικά στην πορεία της διαπραγμάτευσης, στο χαρακτήρα του συμβιβασμού». Εχουν τη σημασία τους αυτές οι επισημάνσεις και ισχύουν στο ακέραιο, σύμφωνα τουλάχιστον με τη στάση και την τακτική του ΔΝΤ.
Βεβαίως, για όλα τα παραπάνω δεν μπορεί κανείς να μην σκεφτεί ότι εξελίσσονται σε μια περίοδο που δυναμώνει η παγκόσμια παρέμβαση των ΗΠΑ για δημιουργία μεγάλων ζωνών ελεύθερου εμπορίου, όπως αυτή του Ειρηνικού, που απαντά στους ανταγωνισμούς τόσο με την Κίνα όσο και με τους BRICS και στη Νοτιοανατολική Ασία και στη Λατινική Αμερική. Δυναμώνουν όπως και άλλες παρεμβάσεις. Ετσι, έχουμε τη δημιουργία της Ευρασιατικής Ενωσης από τη Ρωσία, τη δημιουργία της Τράπεζας των BRICS κόντρα στην Ασιατική Τράπεζα όπου κάνουν κουμάντο ΗΠΑ - Ιαπωνία, της Ασιατικής Τράπεζας Ανάπτυξης που οργανώθηκε με πρωτοβουλία της Κίνας κόντρα στην Παγκόσμια Τράπεζα, την τελευταία Σύνοδο των ASEAN που αποφάσισαν μέτρα παραπέρα ενοποίησής τους ως «κέντρο» (εδώ έκανε στη συνέχεια παρέμβαση η ΕΕ για συμφωνίες με τα κράτη - μέλη τους), τη Σύνοδο Νότιας Ασίας - Αφρικής με μεγάλα επενδυτικά προγράμματα, τη Σύνοδο ΕΕ - Ανατολικής Ευρώπης με κράτη από την πρώην ΕΣΣΔ, ή τη Σύνοδο ΕΕ - CELAC (διακρατική καπιταλιστική ένωση της Λατινικής Αμερικής). Και αυτές οι εξελίξεις αποκαλύπτουν την ολοένα πιο εντατική προσπάθεια δημιουργίας καπιταλιστικών συνασπισμών σε όφελος των μονοπωλίων και για τη δημιουργία δυνατοτήτων να αντεπεξέλθουν στην αρένα της παγκόσμιας οικονομίας, στους οξύτατους ανταγωνισμούς για τα μερίδια και την αλληλοϋπονόμευση των ανταγωνιστών, πραγματικότητα που εντείνει και η καπιταλιστική οικονομική κρίση. Ολ' αυτά επίσης αποτελούν μέρος του καμβά της παγκόσμιας οικονομίας μέσα στην οποία εξελίσσονται οι αντιθέσεις ΔΝΤ - Ευρωζώνης.
Ολ' αυτά όμως πονοκεφαλιάζουν τους καπιταλιστές. Για την εργατική τάξη και τα άλλα φτωχά λαϊκά στρώματα στη χώρα μας, ένας είναι ο δρόμος. Αυτός της οργάνωσης της κοινωνικής λαϊκής συμμαχίας, της διεκδίκησης της κάλυψης των απωλειών τους, της κατάργησης των αντεργατικών, αντιλαϊκών νόμων, της διεκδίκησης κάλυψης όλων των σύγχρονων αναγκών τους, σε ρήξη με την ΕΕ, το κεφάλαιο, την εξουσία τους.
Τα παραπάνω τα αναφέρουμε ως ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα της «καθημερινότητας», όπως συνηθίζουν να λένε τα τηλεοπτικά κανάλια των αστικών ΜΜΕ. Θα μπορούσαμε να καταγράψουμε εκατοντάδες τέτοια ή μικρότερα. Τι φανερώνει αυτό το παράδειγμα;
Από την πλευρά των αστικών ΜΜΕ αυτά που προβάλλονται είναι η ανικανότητα του κράτους, η σύγχυση αρμοδιοτήτων ανάμεσα στην Περιφέρεια και την κυβέρνηση, το πού μας οδηγεί η έλλειψη χρηματοδότησης και γι' αυτό πρέπει να κλείσει γρήγορα η συμφωνία, ο πόλεμος ευθυνών ανάμεσα στην κυβέρνηση και την Περιφέρεια κ.ά.
Ομως, η ουσία βρίσκεται αλλού και αυτή βεβαίως παραμένει καλά κρυμμένη.
Σε συνθήκες που, όπως δείχνουν όλα τα στοιχεία, κινδυνεύει η υγεία όλου του πληθυσμού του Λεκανοπεδίου Αττικής, όταν όλες οι μελέτες δείχνουν ότι θα είναι απρόβλεπτες και μακροχρόνιες οι επιπτώσεις στην υγεία του λαού της Αττικής από αυτό το προμελετημένο ατύχημα - έγκλημα, η κυβέρνηση και η Περιφέρεια δηλώνουν αδύναμες να προχωρήσουν σε άμεσα μέτρα κατάσβεσης της φωτιάς πολύ απλά γιατί κάποιος εργολάβος ή εργολάβοι ζητάνε χρήματα για να δώσουν μηχανήματα και χώμα που είναι απαραίτητα για την κατάσβεσή της!
Είναι αποστομωτικό για όσους πιστεύουν ότι μπορεί να υπάρξει κυβέρνηση που μπορεί να συγκρουστεί με τα συμφέροντα των λίγων στο έδαφος της οικονομικής κυριαρχίας του κεφαλαίου, στο έδαφος της εξουσίας του, του νομικού και θεσμικού πλαισίου που προστατεύει την κερδοφορία του.
Είναι, επίσης, ένα ακόμα μικρό παράδειγμα που αναδεικνύει το γιατί χρειάζεται μια άλλη εξουσία, μια εξουσία που όχι μόνο θα μπορεί να επιβάλει στον εργολάβο, και σε κάθε εργολάβο, αυτό που απαιτεί το καλό του λαού και των εργαζομένων, αλλά που θα πάρει απ' τα χέρια των εργολάβων, των βιομηχάνων, των εφοπλιστών, των μεγάλων μονοπωλιακών ομίλων την οικονομική δύναμη, την ιδιοκτησία στα συγκεντρωμένα μέσα παραγωγής που τους δίνει τη δυνατότητα να ορίζουν τις ζωές όλων μας! Επιβεβαιώνεται, λοιπόν, η ανάγκη της εργατικής - λαϊκής εξουσίας.