Η ίδρυση του κόμματος «Deva» («Φάρμακο») του Αλί Μπαμπατζάν επανέφερε στο προσκήνιο την πλατιά συζήτηση για πιθανές «αναπροσαρμογές» στην εξωτερική πολιτική
AP |
Ο 52χρονος Μπαμπατζάν, ιδρυτικό στέλεχος του κυβερνώντος ισλαμοσυντηρητικού κόμματος ΑΚΡ και πρώην υπουργός με κρίσιμα χαρτοφυλάκια (Οικονομικών, Εξωτερικών, αλλά και αντιπρόεδρος της κυβέρνησης) σε κυβερνήσεις του ΑΚΡ, αποχώρησε το περασμένο καλοκαίρι εξαιτίας «βαθιών διαφορών» με την κατεύθυνση που εδώ και καιρό είχε πάρει το AKP. Είναι το δεύτερο κόμμα που δημιουργείται τους τελευταίους μήνες από ιδρυτικό στέλεχος του ΑΚΡ (στις αρχές Δεκέμβρη ο Αχμέντ Νταβούτογλου ανακοίνωσε την ίδρυση του «Κόμματος του Μέλλοντος» - «Gelecek Partisi»), αναδεικνύοντας διεργασίες που βαθαίνουν στο ίδιο το κυβερνών κόμμα, ως ένα μόνο μέρος της ευρύτερης συζήτησης στην τουρκική αστική τάξη για πιθανές «αναπροσαρμογές» που χρειάζονται στην εξωτερική πολιτική.
Αλλωστε το σύνθετο παζάρι στο οποίο «χώνεται» όλο και περισσότερο η Τουρκία αναδεικνύεται και από τις πυκνές εξελίξεις και διαβουλεύσεις με ΗΠΑ, Ρωσία και ΕΕ, που και το τελευταίο διάστημα ενθαρρύνουν ολόπλευρα την τουρκική επιθετικότητα σε Αιγαίο, Κυπριακό, Νοτιοανατολική Μεσόγειο, Συρία κ.α.
Μια μέρα πριν παρουσιάσει το νέο κόμμα του, ο Μπαμπατζάν μιλώντας στο δίκτυο «Fox TV» σημείωνε ότι «υπάρχει ανάγκη για μια νέα αρχή στην Τουρκία» και πρόσθετε: «Εχουν περάσει σχεδόν 20 χρόνια (σ.σ. από την ίδρυση του AKP). Η Τουρκία έχει αλλάξει και δυστυχώς το πολιτικό κόμμα του οποίου ήμουν μέλος άρχισε να κάνει πράγματα πολύ αντίθετα προς τις ιδρυτικές αρχές του. Υπάρχει ισχυρή ανάγκη να δημιουργηθεί μια πιο ευημερούσα Τουρκία, στην οποία να μπορεί κάποιος να ζήσει, και αυτό δεν είναι δυνατό με τη σημερινή πολιτική τάξη».
Μιλώντας την Τετάρτη κατά την παρουσίαση του νέου κόμματος, είπε «ότι ήρθε η ώρα να αναλάβουμε ευθύνη για την Τουρκία. Εφτασε η ώρα της θεραπείας για τη χώρα μας. Εφτασε η ώρα για το "Φάρμακο"». Και υποστηρίζοντας ότι «μας συντρίβει να βλέπουμε τη χώρα μας να συνεχίζει να χάνει έδαφος σε όλους τους τομείς» επισήμανε ότι «η πολιτική αποτελεί τέχνη διαμόρφωσης μιας ομοφωνίας».
Μιλώντας ειδικότερα για την εξωτερική πολιτική, ο Μπαμπατζάν είπε ότι το πρόγραμμα του κόμματός του ιεραρχεί την πλήρη ένταξη της χώρας στην ΕΕ, ενώ κάλεσε σε συνεργασία με τη Συρία «ενάντια στις τρομοκρατικές απειλές» και υπογράμμισε τη σημασία ενός «εποικοδομητικού και ρεαλιστικού διαλόγου με όλες τις πλευρές», επειδή έτσι κατ' αυτόν μπορούν να διασφαλιστούν η πολιτική επίλυση της κρίσης και η εξυπηρέτηση των συμφερόντων της Τουρκίας. Επίσης υπερασπίστηκε τη διατήρηση της εδαφικής ακεραιότητας της Συρίας και του Ιράκ, περιγράφοντάς την και ως προτεραιότητα μιας μελλοντικής κυβέρνησης του «Deva».
Αναγνωρίζοντας δε ότι διαμορφώνεται ένα συνολικό «κάδρο» εξελίξεων στην Ανατολική Μεσόγειο, αναφέρθηκε στις σχέσεις με Ελλάδα, Κύπρο, Ισραήλ, Αίγυπτο κ.λπ. και είπε ότι δεν θα έπρεπε να κυριαρχούν στην περιοχή «διαφορές και συγκρούσεις» αλλά «συνεργασία και σταθερότητα». Τέλος, σύμφωνα με τα σχετικά ρεπορτάζ, ο Μπαμπατζάν τάχθηκε υπέρ των ισχυρών δεσμών με το ΝΑΤΟ και την ΕΕ, αλλά και τις ΗΠΑ, και υπεραμύνθηκε της επίλυσης των διαφορών με τους συμμάχους μέσα από διπλωματικούς τρόπους.
Στο αντιπολιτευόμενο τουρκικό δίκτυο «Ahval News», αναλυτές της «δεξαμενής σκέψης» «European Council on Foreign Relations» χαρακτήρισαν σημαντική την εμφάνιση του κόμματος του Μπαμπατζάν, περιγράφοντάς το ως «αληθινή πρόκληση για το κυβερνών ΑΚΡ» και προσθέτοντας: «Δεν πρόκειται να "σαρώσει" τις συντηρητικές ψήφους στην Τουρκία, μπορεί όμως να κερδίσει ένα 5% - 6% και μαζί με το νέο κόμμα του Νταβούτογλου να φτάσουν ένα 10% μέσα από μια συμμαχία». Εκτίμησαν επίσης ότι τα νέα κόμματα θα δυσκολέψουν πλέον το ΑΚΡ και το εθνικιστικό ΜΗΡ (που σταθερά στηρίζει το ΑΚΡ τα τελευταία χρόνια) να φτάσουν το 51% και να διασφαλίσουν πλειοψηφία: «Πλέον το ΑΚΡ συγκεντρώνει γύρω στο 30% της πρόθεσης ψήφου».
Ενδιαφέρον έχουν και οι προτάσεις που επαναφέρει το CHP, βασικότερο κόμμα της κεμαλικής αντιπoλίτευσης, για συγκρότηση σχημάτων συνεργασίας με άλλες χώρες της περιοχής, με τις οποίες σήμερα η Τουρκία διατηρεί αρκετές διαφορές στον ένα ή στον άλλο βαθμό.
Ο πρόεδρος του CHP, Κεμάλ Κιλιντσάρογλου, μιλώντας πρόσφατα σε βουλευτές του κόμματός του δήλωσε ότι «εμείς θα καθιερώσουμε την "Οργάνωση για την Ειρήνη και τη Συνεργασία στη Μέση Ανατολή", με τη συμμετοχή της Τουρκίας, του Ιράν, του Ιράκ και της Συρίας και για να τερματίσουμε την πολύχρονη ένοπλη αντιπαράθεση στην περιοχή (...) Τουρκία, Ιράν, Ιράκ και Συρία θα πλησιάσουν η μία την άλλη στο πλαίσιο αυτής της οργάνωσης, που θα στέλνει το μήνυμα ότι δεν θέλουμε πολέμους δι' αντιπροσώπων στην περιοχή μας. Θα λύσουμε μόνοι μας τα προβλήματά μας, σε συνεργασία».
Ο Κιλιντσάρογλου επανέλαβε κατηγορίες προς την κυβέρνηση Ερντογάν ότι κατέστρεψε τους δεσμούς της Τουρκίας με τις περισσότερες από τις γειτονικές χώρες και ότι έτσι επέτρεψε σε μεγάλες δυνάμεις να επεκτείνουν την επιρροή τους στη Μέση Ανατολή χωρίς επαρκή ανταλλάγματα για την Τουρκία, και συμπλήρωσε: «Αυτή η οργάνωση θα διαμηνύσει ότι δεν θέλουμε να γίνουμε εργαλείο των μεγάλων δυνάμεων για την επέκταση της επιρροής τους στη Μέση Ανατολή. Θα οικοδομήσουμε ειρήνη μέσα από ορθολογικές πολιτικές».
Ακόμα, ο ηγέτης του CHP «αναρωτήθηκε» - από την πλευρά φυσικά των συμφερόντων της τουρκικής αστικής τάξης - «τι δουλειά έχει η Τουρκία στο βάλτο της Μέσης Ανατολής; Εχουμε στη Συρία 122 μάρτυρες (σ.σ. νεκρούς στρατιώτες). Για ποιο λόγο;», υποστηρίζοντας ότι ένας βασικός λόγος για τις στρατιωτικές απώλειες της χώρας είναι η «προβληματική εξωτερική πολιτική» που ακολουθεί η κυβέρνηση Ερντογάν και το ότι «δεν μπορεί να συγκρατεί τη γλώσσα του όταν μιλάει για τρέχοντα ζητήματα».
Κατέληξε ότι του κόμμα του εφόσον σχηματίσει κυβέρνηση «θα είμαστε εμείς που θα φέρουμε την ειρήνη με τους γείτονές μας, εμείς που θα μετατρέψουμε την περιοχή μας σε μια ευήμερη περιφέρεια».
Πάντως, πίσω από τη ρητορική κάθε κόμματος, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι βασική κοινή συνισταμένη όλων των αστικών δυνάμεων είναι η υπεράσπιση του γεωπολιτικού ρόλου της Τουρκίας, με όλες τις γνωστές αξιώσεις σε Αιγαίο, Κύπρο, συνολικά στη Μεσόγειο. Δεν είναι τυχαίο ότι το CHP επανειλημμένα επικρίνει την κυβέρνηση Ερντογάν για «παραχώρηση νησιών του Αιγαίου» στην Ελλάδα, για υποχωρητικότητα στο Κυπριακό κ.λπ.
Αυτό που διακυβεύεται δηλαδή είναι το πώς η τουρκική αστική τάξη θα καταρτίσει την καλύτερη δυνατή τακτική και τις καλύτερες συνεργασίες για να παζαρέψει τα σχέδια και τα ανταλλάγματα που πέφτουν στο τραπέζι. Στο οποίο βέβαια συνομιλητές της είναι όλα τα ισχυρά ιμπεριαλιστικά κέντρα (ΗΠΑ, Ρωσία, ΕΕ κ.λπ.), που αναγνωρίζουν πολλά προτερήματα στη συνεργασία με την Αγκυρα...
Στη σημερινή ενότητα «Διεθνή και Οικονομία» μπορείτε να διαβάσετε:
-- ΕΛΛΗΝΟΓΕΡΜΑΝΙΚΟ ΦΟΡΟΥΜ: «Προσκλητήριο» στα «πράσινα» αρπακτικά, με δέλεαρ την αντιλαϊκή πολιτική
-- ΤΟΥΡΚΙΑ: Ενδοαστικές διεργασίες προς αναζήτηση εναλλακτικών προώθησης των συμφερόντων της αστικής τάξης
INTIME NEWS |
Στην ομιλία του πρωθυπουργού κατά τη διάρκεια του Ελληνογερμανικού Οικονομικού Φόρουμ, που πραγματοποιήθηκε την περασμένη Δευτέρα στο Βερολίνο, προβλήθηκαν ιδιαίτερα οι ευκαιρίες που προσφέρουν οι τομείς της «καθαρής» Ενέργειας και γενικότερα της «πράσινης» οικονομίας, της φαρμακευτικής τεχνολογίας, της νέας αγροτικής οικονομίας και η διαχείριση των απορριμμάτων. Ολα τα παραπάνω αποτελούν και την αιχμή του νέου «Εθνικού Σχεδίου για την Ενέργεια και το Κλίμα», όπως και του σχεδίου για την «απολιγνιτοποίηση», που προβλήθηκαν ιδιαίτερα κατά τη διάρκεια του φόρουμ από την κυβερνητική αντιπροσωπεία, σε συνδυασμό βεβαίως με τα χρηματοδοτικά κονδύλια που τα συνοδεύουν, τα οποία, σύμφωνα με όσα αναφέρονται επίσημα, θα ξεπερνούν τα 40 δισ. ευρώ για την επόμενη δεκαετία.
Τον πρωθυπουργό και τα υπόλοιπα κυβερνητικά στελέχη συνόδευσαν περισσότερες από 140 ελληνικές επιχειρήσεις, φορείς και σύνδεσμοι, από τους κλάδους της βιομηχανίας, της Ενέργειας, της τεχνολογίας, των υποδομών, των κατασκευών, του real estate και του τουρισμού, ενώ αντίστοιχα οι γερμανικές συμμετοχές ξεπέρασαν τις 210. Επίσης, όπως ανακοίνωσε το Ελληνογερμανικό Επιμελητήριο, στο πλαίσιο της διοργάνωσης είχαν προγραμματιστεί πάνω από 40 συναντήσεις μεταξύ ελληνικών και γερμανικών επιχειρήσεων.
Για περαιτέρω εμβάθυνση των ελληνογερμανικών οικονομικών σχέσεων έκανε λόγο η Γερμανίδα καγκελάριος, Α. Μέρκελ, η οποία μίλησε με θετικά λόγια για τις αντιδραστικές μεταρρυθμίσεις που έχει υλοποιήσει η Ελλάδα. Ειδικά για τον ενεργειακό τομέα, η Γερμανίδα καγκελάριος υπογράμμισε τις «κοινές προσεγγίσεις για την ενεργειακή μετάβαση» με τον Κυρ. Μητσοτάκη, δείχνοντας τις «ευκαιρίες» που καταγράφονται για να γίνουν τα γερμανικά μονοπώλια «πρωταθλητές στη νέα ενεργειακή αγορά». Χαρακτήρισε πολύ σημαντικό το «Μνημόνιο Συνεργασίας και Κατανόησης», που υπέγραψε η ΔΕΗ με τη γερμανική ενεργειακή επιχείρηση RWE, ενώ στάθηκε και στη ΔΕΘ 2020, όπου τιμώμενη χώρα είναι η Γερμανία, σημειώνοντας ότι με αφορμή τη διοργάνωση «θα θεμελιώσουμε και θα ενισχύσουμε τις ελληνογερμανικές σχέσεις στην οικονομία, στην επιστήμη και τον τουρισμό».
Πιο ξεκάθαρος αναφορικά με τις επιδιώξεις των γερμανικών μονοπωλίων στην Ελλάδα ήταν στην τοποθέτησή του ο Γερμανός υπουργός Οικονομίας και Ενέργειας, Π. Αλτμάιερ, ο οποίος αφού σημείωσε ότι ήδη υπάρχει συμφωνία μεταξύ των δύο χωρών για επενδύσεις σε μια σειρά τομέων της οικονομίας διεμήνυσε ότι «δεν θα επιτρέψουμε σε τρίτες χώρες, όπως η Κίνα, να πάρουν το μεγαλύτερο μερίδιο των επενδύσεων στην Ελλάδα». Πρόσθεσε μάλιστα ότι «η Κίνα έχει ανακαλύψει τις επενδυτικές ευκαιρίες της Ελλάδας» και αναρωτήθηκε: «Θέλουμε να παραδώσουμε μέρος της προστιθέμενης αυτής αξίας στην Ασία;». Βασικότερο όλων, όπως είπε, είναι «να συνεννοηθούμε για τις απαραίτητες μεταρρυθμίσεις», ώστε να υπάρχει ο «ενεργός επενδυτικός ρόλος» στους τομείς της Ενέργειας, της τεχνητής νοημοσύνης και των «πράσινων» τεχνολογιών, υπογραμμίζοντας ότι σε κάθε περίπτωση οι επενδύσεις θα πρέπει να είναι κερδοφόρες και η Ευρώπη να παραμείνει ανταγωνιστική σε παγκόσμιο επίπεδο.
Καθόλου τυχαία, στο περιθώριο του φόρουμ της περασμένης Δευτέρας ανακοινώθηκε και η υπογραφή «μνημονίου συνεργασίας» μεταξύ της ΔΕΗ και της RWE, το οποίο εστιάζει στις ΑΠΕ αλλά και στο σχέδιο της υποτιθέμενης «δίκαιης μετάβασης», δηλαδή τη διαχείριση των κονδυλίων και των επενδύσεων που θα κατευθυνθούν «από άλλο δρόμο» στους επιχειρηματικούς ομίλους, στο όνομα της αντιμετώπισης των βαριών συνεπειών που θα έχει η πολιτική της «απολιγνιτοποίησης». Οι δύο όμιλοι συμφώνησαν να επικεντρωθούν σε αιολικά και φωτοβολταϊκά έργα, αξιοποιώντας τις τεράστιες εκτάσεις που έχει υπό την κατοχή της η ΔΕΗ αλλά και το συνολικότερο μέγεθος της ελληνικής επιχείρησης, στοιχεία που τόνισε και ο πρωθυπουργός κατά τη διάρκεια της ομιλίας του.
Οπως έχει διαρρεύσει τις προηγούμενες μέρες, η γερμανική εταιρεία φέρεται διατεθειμένη να «προσφέρει τεχνογνωσία» στη ΔΕΗ - με το αζημίωτο βέβαια - για τη μετατροπή υφιστάμενων λιγνιτικών εγκαταστάσεων σε μονάδες παραγωγής ηλεκτρισμού με καύσιμο βιομάζα ή και υπολείμματα απορριμμάτων. Επίσης, το γερμανικό ενδιαφέρον κεντρίζει φυσικά ο σχεδιασμός της ΔΕΗ να αναπτύξει τεράστια φωτοβολταϊκά πάρκα στην περιοχή της Δ. Μακεδονίας. Υπενθυμίζουμε ότι τον περασμένο Οκτώβρη είχε πραγματοποιηθεί συνάντηση του Κυρ. Μητσοτάκη με τον επικεφαλής της RWE, R. Schmitz, κατά τη διάρκεια της οποίας υπήρξε αναλυτική ενημέρωση του Ελληνα πρωθυπουργού για τις δυνατότητες και το επενδυτικό ενδιαφέρον της γερμανικής εταιρείας.
Στην ομιλία του στο φόρουμ ο υπουργός Ανάπτυξης, Αδ. Γεωργιάδης, στάθηκε στη νομοθετική πρωτοβουλία της κυβέρνησης να διευκολύνει τις επενδύσεις στις ΑΠΕ, μειώνοντας μεταξύ άλλων τον χρόνο που απαιτεί η αδειοδοτική διαδικασία, επιτρέποντας στους ομίλους να ξεσαλώνουν σε βάρος των εργατικών δικαιωμάτων, του φυσικού περιβάλλοντος και της ποιότητας ζωής.
Κατά τις εργασίες του φόρουμ ο M. Wansleben, διευθύνων σύμβουλος της Κεντρικής Ενωσης Εμπορικών και Βιομηχανικών Επιμελητηρίων της Γερμανίας, αναφέρθηκε στις «σημαντικές μεταρρυθμίσεις» που πραγματοποίησε η Ελλάδα τα τελευταία χρόνια. Ο D. Straub, στέλεχος της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων, είπε ότι η Ελλάδα προσφέρεται για την υλοποίηση ενεργειακών επενδύσεων, ειδικά στους κλάδους των ΑΠΕ και της αποθήκευσης Ενέργειας. Ο L. Funke, από τον γερμανικό τραπεζικό επενδυτικό όμιλο «KfW», υπογράμμισε ότι το πρόγραμμα χρηματοδότησης του ομίλου στηρίζει ελληνογερμανικά κοινοπρακτικά σχήματα όπου η γερμανική συμμετοχή είναι τουλάχιστον 50%, κυρίως στην παραγωγή Ενέργειας, στις «έξυπνες πόλεις» και την ηλιακή ενέργεια.
Ακόμη, από ελληνικής πλευράς μίλησαν ο Γ. Τσακίρης, υφυπουργός Ανάπτυξης αρμόδιος για το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων και το ΕΣΠΑ, ο οποίος αναφέρθηκε στα κεφάλαια, συνολικής αξίας 400 εκατ. ευρώ, «ζεστό» χρήμα για επιχειρηματικούς ομίλους, με τα οποία η κυβέρνηση σχεδιάζει να χρηματοδοτήσει επενδύσεις για την παραγωγή και την αποθήκευση Ενέργειας, ο Χρ. Δήμας, υφυπουργός Ανάπτυξης, αρμόδιος για την Ερευνα και την Τεχνολογία, μίλησε για τις δράσεις της κυβέρνησης όσον αφορά τη στήριξη των ομίλων που δραστηριοποιούνται στην έρευνα και την τεχνολογία, ενώ η Αλ. Σδούκου, γενική γραμματέας Ενέργειας, παρουσίασε συνοπτικά το σχέδιο του υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας για το πρόγραμμα ενεργειακής απόδοσης που, όπως είπε, θα απορροφήσει σημαντικά κεφάλαια, προερχόμενα τόσο από ευρωπαϊκά προγράμματα όσο και από τον ιδιωτικό τομέα.
Από τον χώρο των επιχειρήσεων, ο R. Schmitz, επικεφαλής της RWE, ζήτησε περαιτέρω μέτρα πολιτικού σχεδιασμού που να δημιουργούν ελκυστικές συνθήκες για επενδύσεις σε ΑΠΕ και άλλες τεχνολογίες χαμηλών εκπομπών άνθρακα. Αντίστοιχα, ο Γ. Στάσσης, πρόεδρος της ΔΕΗ, ανέλυσε το στρατηγικό σχέδιο της επιχείρησης, το οποίο στοχεύει στην υλοποίηση επενδύσεων στον τομέα των ΑΠΕ, στον «ψηφιακό μετασχηματισμό» των δομών της και την ηλεκτροκίνηση, όπου η ΔΕΗ βρίσκεται σε φάση δρομολόγησης σημαντικών επενδύσεων.
Ο Γ. Περιστέρης, πρόεδρος της ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ, σημείωσε ότι ο σχεδιασμός για τον ενεργειακό μετασχηματισμό της χώρας θα πρέπει να περιλαμβάνει τη δημιουργία θαλάσσιων αιολικών πάρκων, την αναβάθμιση των δικτύων μεταφοράς και διανομής Ενέργειας, αλλά και την οργάνωση κεντρικών σταθμών αποθήκευσης. Ενδιαφέρον έχει το γεγονός ότι κατά τη διάρκεια της ομιλίας του σημείωσε ότι η Ελλάδα θα πρέπει να επενδύσει σε υποδομές που δεν θα βασίζονται στη διακίνηση εισαγόμενων καυσίμων, όπως το φυσικό αέριο, αλλά σε εγχώριες ενεργειακές πηγές, εννοώντας προφανώς τις ΑΠΕ.
Από τον χώρο των τραπεζών ο Χρ. Μεγάλου, διευθύνων σύμβουλος της Τράπεζας Πειραιώς, σημείωσε ότι η τράπεζα είναι έτοιμη να χρηματοδοτήσει έργα δικτύων ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου, επενδύσεις στον τομέα των ΑΠΕ με βάση και τη «νέα Πράσινη Συμφωνία» της ΕΕ, αλλά και νέες επενδύσεις σε γεωργικό εξοπλισμό, στη μεταφορική αλυσίδα, στην ανακύκλωση και γενικότερα την επεξεργασία αποβλήτων κ.α. Στο ίδιο ύφος κινήθηκε και η τοποθέτηση του Φ. Καρραβία, διευθύνοντος συμβούλου της Eurobank, ο οποίος υπογράμμισε ότι η Ελλάδα προσφέρει σημαντικές ευκαιρίες επενδύσεων στην Ενέργεια, εκτός από τις ΑΠΕ και στις υποδομές φυσικού αερίου, βάζοντας στο κάδρο την επικείμενη ιδιωτικοποίηση της ΔΕΠΑ, αλλά και την κατασκευή νέων αγωγών που, όπως είπε, ξεπερνούν τα 2 δισ. ευρώ. Προέβλεψε επίσης ότι το επόμενο διάστημα θα υπάρξουν συγχωνεύσεις και εξαγορές στην αγορά Ενέργειας που θα αλλάξουν τη σημερινή εικόνα των ΑΠΕ και της αγοράς ενεργειακού εφοδιασμού.
Τέλος, ο Κ. Μαραγκός, πρόεδρος του Ελληνογερμανικού Επιμελητηρίου, στάθηκε στις σημαντικές ευκαιρίες κερδοφορίας που «κρύβει» η Ελλάδα, αναφερόμενος ενδεικτικά στις 162 γερμανικές επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται σήμερα στην ελληνική αγορά, με ετήσιο τζίρο 8,3 δισ. ευρώ, ενώ οι καθαρές άμεσες επενδύσεις την περίοδο της κρίσης 2008 - 2018 ανήλθαν σε 6 δισ. ευρώ. Κατέληξε αναφερόμενος στη γεωπολιτική θέση της Ελλάδας, που σε συνδυασμό «με την πολιτική και οικονομική σταθερότητα και τη βούληση της κυβέρνησης να συνεχίσει τις ήδη υφιστάμενες μεταρρυθμίσεις, αναδεικνύουν τη χώρα ως έναν πρόσφορο επενδυτικό προορισμό».
Ενδεικτικά αξίζει να αναφέρουμε ότι από τους τομείς της Ενέργειας και των κατασκευών συμμετείχαν εκπρόσωποι του «Ομίλου Μυτιληναίος», των ΕΛΠΕ, του ομίλου ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ, του «Ομίλου Κοπελούζου», της ΔΕΗ, της «Sunlight» («Γερμανός»), της «Ακτωρ», της «Juwi Hellas» , της «ZEB» (εταιρεία που δραστηριοποιείται στην εξοικονόμηση Ενέργειας κτιριακών εγκαταστάσεων) και της WRE (ανανεώσιμη Ενέργεια). Αντίστοιχα από γερμανικής πλευράς αξίζει να καταγραφούν οι συμμετοχές των RWE, «ABO Wind», «Enercon».
Από τον κλάδο της μεταποίησης συμμετείχαν εκπρόσωποι των ΤΙΤΑΝ, «Mannesmann», BMW, «Daimler», «Airbus», «Eurofighter», «Mailis», ISOMAT, «Antopack», «Kleemann», των τηλεπικοινωνιών και της τεχνολογίας «Siemens», «Vodafone», BEAT, «Teamviewer», «EvoBus» κ.ά. Τέλος, από τον χρηματοπιστωτικό και ασφαλιστικό τομέα στο φόρουμ συμμετείχαν εκπρόσωποι από Alpha Bank, Πειραιώς, Eurobank, HSBC, Nomura, DAS, European Investment Bank, Commertzbank, Credit Suisse, McKinsey, Roland Berger.