Σάββατο 13 Οχτώβρη 2018 - Κυριακή 14 Οχτώβρη 2018
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗ ΤΗΣ ΑΘΗΝΑΣ
Το ΕΑΜικό κίνημα σε συνθήκες επαναστατικής κατάστασης

Β' μέρος

Σκίτσο του Κ. Μητρόπουλου με τίτλο «Εργατική Αμυνα», εμπνευσμένο από τη Μάχη της Ηλεκτρικής, δημοσιεύτηκε στον «Ρίζο της Δευτέρας», στη στήλη Νέοι καλλιτέχνες, 30 Ιούνη 1947 (Αρχείο ΚΚΕ)
Σκίτσο του Κ. Μητρόπουλου με τίτλο «Εργατική Αμυνα», εμπνευσμένο από τη Μάχη της Ηλεκτρικής, δημοσιεύτηκε στον «Ρίζο της Δευτέρας», στη στήλη Νέοι καλλιτέχνες, 30 Ιούνη 1947 (Αρχείο ΚΚΕ)
Στο πρώτο μέρος αυτού του κειμένου που δημοσιεύτηκε στον «Ριζοσπάστη» του προηγούμενου Σαββατοκύριακου (6-7 Οκτώβρη), αναλύθηκαν τα στοιχεία που συνέθεταν τις συνθήκες επαναστατικής κατάστασης οι οποίες είχαν διαμορφωθεί στην Ελλάδα τις μέρες της Απελευθέρωσης από την Κατοχή. Ενα στοιχείο τους αποτελούσε η βαθύτατη και ολόπλευρη κρίση που μάστιζε την ελληνική οικονομία. Στο υπό έκδοση Δοκίμιο Ιστορίας του ΚΚΕ, περιόδου 1918 - 1949, γίνεται εκτεταμένη ανάλυση της κατάστασης στην οποία βρισκόταν η ελληνική καπιταλιστική οικονομία την περίοδο της Κατοχής. Τεκμηριώνεται η μεγάλη όξυνση της αντίθεσης κεφαλαίου - εργασίας, σε βαθμό που την καθιστούσε παράγοντα εμφάνισης συνθηκών επαναστατικής κατάστασης.

Είναι γεγονός ότι, αν και η Κατοχή βρήκε το ΚΚΕ με ελάχιστες κομματικές δυνάμεις και αποδιοργανωμένο, το Κόμμα μπόρεσε μέσα σε ελάχιστο χρονικό διάστημα να ανασυγκροτηθεί και να δημιουργήσει νέες Κομματικές Οργανώσεις στην εργατική τάξη, στη φτωχή αγροτιά, στα λαϊκά στρώματα των αυτοαπασχολούμενων και στη σπουδάζουσα νεολαία. Πρωτοστάτησε και ηγήθηκε στο μαζικό πολιτικό και στον ένοπλο απελευθερωτικό αγώνα του ΕΑΜ, του ΕΛΑΣ, της ΕΠΟΝ και των άλλων ΕΑΜικών οργανώσεων, προσφέροντας αιματηρές θυσίες. Αυτή η ανιδιοτελής στάση του, σε συνδυασμό με το ρόλο του σοβιετικού λαού και στρατού, ιδιαίτερα μετά τη νίκη του στο Στάλινγκραντ, έδωσε στο ΚΚΕ κύρος και επιρροή, το κατέστησε πολιτικά και οργανωτικά τη δύναμη με την ισχυρότερη επιρροή στις λαϊκές δυνάμεις στην Ελλάδα.

Στην ανάδειξη του ΚΚΕ σε κόμμα τέτοιας πολιτικής εμβέλειας συντέλεσαν οι συνθήκες πρωτοφανούς ταξικής εκμετάλλευσης (σε λίγες χώρες παρατηρήθηκαν στον ίδιο βαθμό π.χ. οι μαζικοί θάνατοι από την πείνα), βαθιάς πολιτικής κρίσης και διάσπασης της αστικής τάξης και των κομμάτων της, αλλά και διάλυσης του αστικού στρατού μέσα στη χώρα. Επιπλέον, ως ιδιαίτερα ευνοϊκός παράγοντας για τη μεγάλη ανάπτυξη του ΚΚΕ και του ΕΑΜ πρέπει να εκτιμηθεί η απουσία παραδοσιακά μαζικού σοσιαλδημοκρατικού κόμματος στην Ελλάδα.

Ο Γεώργιος Παπανδρέου με τον Βρετανό στρατηγό Σκόμπι
Ο Γεώργιος Παπανδρέου με τον Βρετανό στρατηγό Σκόμπι
Στην 11η Ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚΕ (Απρίλης 1945) ο Γ. Σιάντος υποστήριξε στην εισήγηση ότι η πολιτική του ΚΚΕ στην Κατοχή ήταν σωστή, «γιατί εσφαλμένη πολιτική ήταν αδύνατο να δημιουργήσει τέτοια κινήματα».

Χρειάζεται ιδιαίτερη μελέτη για κάθε χώρα, ωστόσο είναι αναμφισβήτητο ότι στην Ευρώπη τα εθνικοαπελευθερωτικά κινήματα στις κατεχόμενες χώρες ή τα αντιφασιστικά στις μη κατεχόμενες πήραν μεγάλες διαστάσεις μόνο σε μια σειρά από αυτές (Ελλάδα, Γιουγκοσλαβία, Γαλλία, Ιταλία, Αλβανία κ.α.), ενώ δεν πήραν ανάλογες διαστάσεις σε σημαντικά κράτη του καπιταλισμού, όπως η Σουηδία, η Νορβηγία, η Φινλανδία, η Δανία, η Αυστρία, η Ολλανδία κ.α., παρά το γεγονός ότι η στρατηγική των ΚΚ ήταν παντού ίδια με του ΚΚΕ, ενώ το εθνικοαπελευθερωτικό πλαίσιο προσέλκυε στις γραμμές και λαϊκές μάζες που οι πολιτικές επιδιώξεις τους δεν έβγαιναν έξω από αυτό.

Τελικά, το στοιχείο της μαζικότητας του εργατικού και λαϊκού κινήματος δεν μπορεί να εκτιμηθεί βραχυπρόθεσμα και αποσπασμένα από τα ποιοτικά του στοιχεία, δηλαδή τους στόχους για τους οποίους αυτό το κίνημα μαχόταν. Το θεμελιακό ζήτημα, που αποτελεί και το πραγματικό κριτήριο της επιτυχίας ή μη της πολιτικής του ΚΚΕ σε κάθε περίοδο, είναι ακριβώς το κατά πόσο η πολιτική του συσπειρώνει τις απαραίτητες δυνάμεις για την κατάκτηση της εργατικής εξουσίας σε συνθήκες επαναστατικής κατάστασης.

«Ξερονήσια, φυλακές, Ακροναυπλία, Κέρκυρα, Χαϊδάρι, Σκοπευτήριο είναι τίτλοι τιμής για το ΚΚΕ και τον ελληνικό λαό», ένα από τα συνθήματα που είχαν πλημμυρίσει τους τοίχους στις γειτονιές της Αθήνας και των άλλων πόλεων
«Ξερονήσια, φυλακές, Ακροναυπλία, Κέρκυρα, Χαϊδάρι, Σκοπευτήριο είναι τίτλοι τιμής για το ΚΚΕ και τον ελληνικό λαό», ένα από τα συνθήματα που είχαν πλημμυρίσει τους τοίχους στις γειτονιές της Αθήνας και των άλλων πόλεων
Η διαμόρφωση συνθηκών επαναστατικής κατάστασης δεν βρήκε το ΚΚΕ σε αντιστοιχία με τα καθήκοντα που έβαζε μπροστά του η ταξική πάλη εκείνη την περίοδο. Λίγο καιρό πριν την Απελευθέρωση (2 Σεπτέμβρη 1944) είχαν ορκιστεί υπουργοί της λεγόμενης κυβέρνησης Εθνικής Ενότητας, με πρωθυπουργό τον Γ. Παπανδρέου, οι Γ. Ζεύγος και Μιλτ. Πορφυρογένης (στελέχη του ΚΚΕ) και οι Αλ. Σβώλος, Αγγ. Αγγελόπουλος, Ηλ. Τσιριμώκος και Ν. Ασκούτσης (στελέχη του ΕΑΜ και της Πολιτικής Επιτροπής Εθνικής Απελευθέρωσης - ΠΕΕΑ). Η συμμετοχή τους στην κυβέρνηση ήρθε ως αποτέλεσμα της γνωστής Συμφωνίας του Λιβάνου.

Η Συμφωνία του Λιβάνου έπρεπε να απορριφθεί από την ΚΕ του ΚΚΕ, ανεξάρτητα από τους όρους της. Με αυτήν επιβεβαιώθηκε ότι ανάμεσα σε αντίπαλες τάξεις δεν μπορεί να υπάρξει «ισορροπία». Γι' αυτό και καμιά συμφωνία μεταξύ τους δεν μπορούσε να έχει αμοιβαία επωφελή χαρακτήρα, να χρησιμοποιηθεί για φιλολαϊκές εξελίξεις από το ΚΚΕ, ως πρωτοπορία του εργατικού κινήματος, καθώς και από το ΕΑΜ. Στον Λίβανο οι αντιπροσωπευόμενες αστικές πολιτικές δυνάμεις, με τη στήριξη της Βρετανίας, υπερασπίζονταν την αστική εξουσία στην Ελλάδα που είχε κλονιστεί και που γι' αυτό δεν μπορούσαν ούτε να επιστρέψουν δίχως τη συμφωνία του ΕΑΜ - ΕΛΑΣ. Οι αστικές πολιτικές δυνάμεις έκαναν αγώνα ταξικό, ενώ η πολιτική του ΚΚΕ, του ΕΑΜ και της ΠΕΕΑ, παρά τις προθέσεις τους, οδηγούσε στην ταξική συνθηκολόγηση.

Η «ομαλή δημοκρατική εξέλιξη»

Σελίδες από το Λεύκωμα 100 χρόνια ΚΚΕ
Σελίδες από το Λεύκωμα 100 χρόνια ΚΚΕ
Στις 18 Οκτώβρη αποβιβάστηκαν στο Κερατσίνι ο Γ. Παπανδρέου και μια σειρά υπουργοί. Περίπου ένα μήνα πριν, είχαν αποβιβαστεί στην Ελλάδα οι πρώτες αγγλικές στρατιωτικές δυνάμεις.

Στις 16 Οκτώβρη είχε φτάσει στην Αθήνα από τα βουνά της Ελεύθερης Ελλάδας ο Γραμματέας της ΚΕ του ΚΚΕ, Γ. Σιάντος, με μια σειρά μέλη της ΚΕ του Κόμματος, του ΕΑΜ και της ΠΕΕΑ. Την επόμενη μέρα συνήλθε το ΠΓ της ΚΕ, το οποίο εξέδωσε Απόφαση «πάνω στην απελευθέρωση της Αθήνας». Η Απόφαση εκτιμούσε ότι με την Απελευθέρωση της πρωτεύουσας και της υπόλοιπης Ελλάδας «ανοίγει νέο στάδιο αγώνων για την κατοχύρωση της λαϊκής κυριαρχίας και για την αναγέννηση της νέας δημοκρατικής Ελλάδας». Τονιζόταν επίσης η σημασία της «περιφρούρησης της τάξης και της ασφάλειας κατά την ώρα της απελευθέρωσης» που «ανέτρεψαν τις προσπάθειες των εχθρών της εθνικής ενότητας να συκοφαντήσουν το Κόμμα και το ΕΑΜ στα μάτια των συμμάχων μας».

Ανέφερε: «Ο λαός μας, κάτω από τις σημαίες του ΕΑΜ και του ΚΚΕ μ' ενθουσιασμό χαιρέτησε και φιλοξενεί τμήματα ενόπλων δυνάμεων των συμμάχων, που ήρθαν εδώ για να συνεχίσουν τον αγώνα εναντίον του εχθρού που υποχωρεί. Τα γενναία τέκνα της φιλελεύθερης και συμμάχου Μεγάλης Βρετανίας θα βρουν την πιο θερμή υποδοχή και υποστήριξη από το σύμμαχο, φιλελεύθερο και φιλοπρόοδο ελληνικό λαό»Το ΚΚΕ - Επίσημα Κείμενα», τόμ. 5ος, εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 1981, σελ. 231-232).

Ακόμα: «Υποστηρίζουμε την κυβέρνηση εθνικής ενότητας γιατί οι προγραμματικοί της σκοποί συμπίπτουν με τους άμεσους σκοπούς του αγώνα μας. Την υποστηρίζουμε υπό την προϋπόθεση ότι θα πάρει όλα τα μέτρα πραχτικής εφαρμογής των προγραμματικών διακηρύξεών της».

Τέλος, το ΠΓ καλούσε «ολόκληρο το Κόμμα και τον ελληνικό λαό να περιφρουρήσουν την εθνική ενότητα, να κατοχυρώσουν τη λαϊκή κυριαρχία και ν' αγωνιστούν θαρρετά για μιαν Ελλάδα καθαρισμένη από το φασισμό, αναγεννημένη, λαοκρατούμενη, ευτυχισμένη».


Στην παραπάνω θέση αποτυπώνεται, με το χαρακτηρισμό «λαοκρατούμενη» Ελλάδα, η μεταρρυθμιστική, κοινοβουλευτική αντίληψη για το πέρασμα από την καπιταλιστική στη σοσιαλιστική εξουσία, η οποία δεν κατονομάζεται, αλλά υπονοείται.

Εξάλλου, ο Σιάντος είχε δηλώσει ότι στις εκλογές που θα γίνουν, το ΚΚΕ «όχι μόνο θα κατέβει σε ενιαίο συνασπισμό με όλα τα Κόμματα του ΕΑΜ, αλλά και επιδιώκει να συμπράξει σε έναν ευρύτατο συνασπισμό όλων των δημοκρατικών δυνάμεων της Χώρας. Το ΚΚΕ θεωρεί ότι προς το συμφέρον του Ελληνικού Λαού επιβάλλεται η συσπείρωση όλων των προοδευτικών δυνάμεων - και αυτών που βρίσκονται έξω από το ΕΑΜ - σε ένα πανδημοκρατικό Μέτωπο»Ριζοσπάστης», 16-11-1944).

Μέσα από αυτήν τη στρατηγική αντίληψη της «ομαλής δημοκρατικής εξέλιξης» το Κόμμα έβλεπε ως αντίπαλο μόνο το τμήμα της αστικής τάξης που είχε ανοιχτά συνεργαστεί με τις δυνάμεις κατοχής, τους βασιλόφρονες, τους μεταξικούς κ.ά.

Τα προβλήματα στην πολιτική του Κόμματος εκφράζονταν και στο κεντρικό ζήτημα της ταξικής πάλης αμέσως μετά την Απελευθέρωση, το ζήτημα της αποστράτευσης των ένοπλων λαϊκών σωμάτων (ΕΛΑΣ - Εθνική Πολιτοφυλακή) και της συγκρότησης «εθνικού στρατού». Η θέση του ΚΚΕ σε αυτό ήταν ότι διάλυση του ΕΛΑΣ και της Εθνικής Πολιτοφυλακής θα μπορούσε να γίνει μόνο με την προϋπόθεση της εκκαθάρισης του κρατικού μηχανισμού από δοσιλογικά και τεταρτοαυγουστιανά στοιχεία καθώς επίσης και της ταυτόχρονης διάλυσης των Χιτών, της Χωροφυλακής, του Ιερού Λόχου και της Ορεινής Ταξιαρχίας.

Κεντρικό αίτημα των ΚΚΕ και ΕΑΜ υπήρξε επίσης η σύλληψη, δίκη και τιμωρία όλων όσοι συνεργάστηκαν με τις δυνάμεις Κατοχής εγκληματώντας κατά του λαού.

Στις 25 Νοέμβρη το πρωτοσέλιδο του «Ριζοσπάστη» εκτιμούσε:

«Σαραντατρείς μέρες έκλεισαν από την απελευθέρωση... Και η πέμπτη φάλαγγα κρατάει όλες τις θέσεις της... Να ξεριζωθεί αποφασιστικά κάθε κίνδυνος για αντιλαϊκή τυραννία. Και να ξέρουν, μια και καλή, όλοι οι ανοιχτοί ή κρυφοί εραστές της διχτατορίας ότι ισχύει στις μέρες μας πιο πολύ από κάθε άλλη φορά ο μεγάλος λόγος που μας κληροδότησε η Γαλλική Επανάσταση: "ΟΤΑΝ Ο ΛΑΟΣ ΒΡΙΣΚΕΤΑΙ ΜΠΡΟΣ ΣΤΟΝ ΚΙΝΔΥΝΟ ΤΗΣ ΤΥΡΑΝΝΙΑΣ ΔΕΝ ΤΟΥ ΜΕΝΕΙ ΝΑ ΔΙΑΛΕΞΕΙ ΠΑΡΑ `Η ΤΙΣ ΑΛΥΣΙΔΕΣ `Η ΤΑ ΟΠΛΑ!"».

Βεβαίως, στο τι έπρεπε να «ξεριζωθεί» το Κόμμα υποτιμούσε το γεγονός ότι η κρατική ανασυγκρότηση δημιουργούσε, έτσι κι αλλιώς, νέους αστικούς θεσμούς, που από τη φύση τους είναι θεσμοί καταστολής.

Το κρίσιμο ζήτημα

Η συμμετοχή του ΚΚΕ και του ΕΑΜ στην κυβέρνηση «Εθνικής Ενότητας» (2 Σεπτέμβρη - 1 Δεκέμβρη 1944), παρότι σύντομη, εμπεριέχει σημαντικά διδάγματα γύρω από το κρίσιμο ζήτημα της συμμετοχής ή μη των Κομμουνιστικών Κομμάτων σε αστικές κυβερνήσεις.

Το φαινόμενο δεν ήταν μοναδικό. Στο αμέσως επόμενο διάστημα (1945-1947) ΚΚ πήραν μέρος σε αστικές κυβερνήσεις 9 ακόμα χωρών της Δυτικής Ευρώπης (Ιταλία, Γαλλία, Βέλγιο, Δανία, Νορβηγία, Ισλανδία, Αυστρία, Φινλανδία, Λουξεμβούργο), σε δυο κυβερνήσεις της Λατινικής Αμερικής (Χιλή, Κούβα) και σε δυο της Ασίας (Ινδονησία, Ιράν).

Καταρχάς, με τη συμμετοχή, το ΚΚΕ συνέβαλε στην επαναφορά και νομιμοποίηση μιας αστικής κυβέρνησης και ενός αστικού πολιτικού συστήματος χρεοκοπημένου στη συνείδηση της λαϊκής πλειοψηφίας. Οπως υπογράμμισε αργότερα ο ίδιος ο Γ. Παπανδρέου:

«Μόνον η συμμετοχή του ΚΚΕ εις την Κυβέρνησιν μας ήνοιγε τας πύλας της Ελλάδος. Και διά τούτο την επεδίωξα - και ευτυχώς κατορθώθη» («Καθημερινή», 2-3-1948).

Ο ρόλος των ΕΑΜιτών υπουργών και υφυπουργών στην κυβέρνηση ήταν ρόλος αστικής διαχείρισης. Αυτό διαφάνηκε πιο κατηγορηματικά στο κρίσιμο υπουργείο των Οικονομικών (υπουργός Α. Σβώλος, υφυπουργός Αγγ. Αγγελόπουλος). Τα πρώτα μέτρα της μεταπολεμικής ανοικοδόμησης σχεδιάστηκαν από κοινού με τα στελέχη του Βρετανικού Θησαυροφυλακίου Μπάιλι και κατόπιν από τους Γουάιλι και Λόιντ, όπως και με τον συνδιοικητή της Τράπεζας της Ελλάδας, Ξενοφώντα Ζολώτα. Βασικά ζητήματα υπήρξαν το νομισματικό, το επισιτιστικό, καθώς και η σύνταξη του προϋπολογισμού, που σύμφωνα με τον «Ριζοσπάστη», επρόκειτο να «είναι απόλυτα ισοσκελισμένος» και βασισμένος «πάνω σε υγιές νόμισμα» («Ριζοσπάστης», 2-11-1944).

Στις 9 Νοέμβρη 1944 αποφασίστηκε η κυκλοφορία της νέας δραχμής, η οποία ισοδυναμούσε με 50 δισ. παλιές, ενώ η ισοτιμία της με τη χάρτινη λίρα ορίστηκε στις 600 νέες δραχμές.

«Ενας από τους κυριότερους σκοπούς της κυβέρνησης», δήλωσε ο Α. Σβώλος, ήταν «να κινήσουμε ξανά τον παραγωγικό μηχανισμό της χώρας. Η σταθεροποίηση ήταν η απαραίτητη αφετηρία. Θ' απαιτηθεί όμως σκληρή εργασία για να ζωογονηθεί η οικονομία και να αυξηθεί η παραγωγή».

Ποια τάξη είχε τα κλειδιά της οικονομίας - την εξουσία

Παρότι το ΚΚΕ και το ΕΑΜ κατείχαν όλα τα οικονομικά υπουργεία, αναγκάστηκαν συχνά να συναινέσουν σε μέτρα που μόνο φιλολαϊκό χαρακτήρα δεν είχαν.

Στο επίπεδο των μισθών, π.χ., ορίστηκε μέσος μισθός για τους εργάτες και τους υπαλλήλους, ο οποίος, όπως τόνισε ο Α. Σβώλος στη σχετική εισήγησή του, θα κρατούνταν χαμηλά προκειμένου να δοθεί ώθηση στην οικονομία - τη μεταπολεμική καπιταλιστική ανασυγκρότηση. «Η εργατική τάξη», υπογράμμισε, «έδωσε τόσες θυσίες για την απελευθέρωση της χώρας και κάνει τώρα επίσης μεγάλη θυσία για την ανοικοδόμηση του τόπου, αφού δέχεται χαμηλό επίπεδο ημερομισθίων για τους δύο μήνες, Νοέμβρη και Δεκέμβρη και τούτο για να συμβάλλει με όλες της τις δυνάμεις στην κίνηση της παραγωγικής μηχανής» («Ριζοσπάστης», 14-11-1944).

«...Οι βιομήχανοι και οι διάφοροι μεγαλοεπιχειρηματίες - γράφει ο Β. Μπαρτζιώτας - χρησιμοποίησαν τη νομισματική μεταρρύθμιση, για να κατεβάσουν τα μεροκάματα και τους μισθούς (...). Οι εργάτες της Αθήνας - Πειραιά έκαναν αυστηρή κριτική στο ΚΚΕ και το ΕΑΜ (...). Διαδήλωναν καθημερινά έξω από το Πολιτικό Γραφείο του πρωθυπουργού και τα άλλα υπουργεία και απαιτούσαν να αυξηθούν τα μεροκάματα και οι μισθοί, να πληρώσουν τα σπασμένα της σταθεροποίησης - μεταρρύθμισης όχι οι εργαζόμενοι, αλλά η πλουτοκρατική ολιγαρχία, η οποία θησαύρισε στον πόλεμο» (Βασίλης Μπαρτζιώτας, «Η Εθνική Αντίσταση στην Αδούλωτη Αθήνα», εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 1984, σελ. 345).

Ο αστικός Τύπος έγραφε: «Τι θα γίνη λοιπόν; Το ΚΚΕ θα είναι ταυτοχρόνως Κυβέρνησις και πεζοδρόμιον; Συμπολίτευσις και αντιπολίτευσις; Δεν γίνεται αυτό» («Ελευθερία», 2-11-1944).

«Θα πρέπει όμως κι οι βιομήχανοι απ' τη μεριά τους», έγραφε ο Π. Δελμής (του Οικονομολογικού Τμήματος Μελετών του ΕΑΜ), «Πρώτο: να πάψουν να αποκρύβουν πρώτες ύλες όπως αποκαλύφθηκε σε ορισμένες τυπικές περιπτώσεις (εργοστάσιο Λαναρά). Δεύτερο, να βοηθήσουν το Υπουργείο και τις αρμόδιες αρχές για την κίνηση των επιχειρήσεών τους σπεύδοντας πρόθυμα να δώσουν ειλικρινή στοιχεία για τις δυνατότητες κίνησης της βιομηχανίας τους. Τρίτο, να μην κρατάνε στάση αντεργατική (ο τύπος έγραψε για ένα γνωστό βιομήχανο που κυνηγούσε μια εργάτρια μεσ' το εργοστάσιό του). Τέταρτο, να δείξουν ότι κατανοούν την ανάγκη να συνεισφέρουν στον κοινό αγώνα του λαού ένα μέρος τουλάχιστο απ' το επιχειρηματικό τους κέρδος, παράγοντας γρήγορα, φτηνά και σε μεγάλη ποσότητα τα είδη που χρειάζεται ο λαός» («Νέα Ελλάδα», 20-11-1944 ).

Μέτρα, όπως η επιβολή «έκτακτης φορολογίας» στους 1.000 πλουσιότερους Ελληνες (που υπολογιζόταν να αποφέρει συνολικά περίπου 1.500.000 λίρες και θα καταβαλλόταν σε χρυσό σε 4 τριμηνιαίες δόσεις - άγνωστο τελικά αν υλοποιήθηκε), δεν έθιγαν στο ελάχιστο την ουσία του προβλήματος: Ποια τάξη κατείχε τα κλειδιά της οικονομίας και - βεβαίως - την εξουσία. Οι βιομήχανοι κράτησαν κλειστά τα εργοστάσια, παρά τις σχετικές οικονομικές ενισχύσεις που έλαβαν («Ριζοσπάστης», 1-11-1944), ενώ υπήρξαν και περιπτώσεις όπου οι ίδιοι οι εργάτες έπαιρναν στα χέρια τους την παραγωγή, όπως π.χ. στα λιγνιτωρυχεία Καλογρέζας - Νέου Ηρακλείου και στα Ναυπηγεία Σαλαμίνας.

Οσον αφορούσε το υπουργείο Εργασίας (υπουργός Μ. Πορφυρογένης), αποφασίστηκαν η ίδρυση Ταμείου Ανεργίας και επίδομα ανεργίας στο 40% του μισθού, η επέκταση του 8ωρου στους κλάδους όπου δεν ίσχυε έως τότε κ.ά. («Ριζοσπάστης», 21-11-1944, 24-11-1944).

Ωστόσο, θεσπίστηκαν και μια σειρά άλλα μέτρα, όπως π.χ. η δυνατότητα των επιχειρήσεων «να θέτουν το πλεονάζον τμήμα» των εργαζομένων τους «εις κατάστασιν διαθεσιμότητος, συνεπαγομένην με αναστολήν της μισθοδοσίας, άνευ λύσεως της εργασιακής σχέσεως»(«Εφημερίς της Κυβερνήσεως», 25-11-1944, (ΦΕΚ 26)).

Η πείρα διδάσκει

Η συμμετοχή του ΚΚΕ και του ΕΑΜ στην αστική κυβέρνηση του 1944 αποτελεί απτό παράδειγμα για το πόσο ουτοπικός είναι ο ισχυρισμός ότι χάρη στη μαχητικότητα και τη συνέπεια του Κομμουνιστικού Κόμματος είναι δυνατό μία τέτοια κυβέρνηση να ακολουθήσει φιλολαϊκό δρόμο ή - σε κάθε περίπτωση - να πάρει τουλάχιστον κάποια μέτρα υπέρ του λαού και ν' ανοίξει σιγά - σιγά τον δρόμο για έναν ευνοϊκότερο συσχετισμό στην πάλη για το σοσιαλισμό. Αντίθετα με αυτήν την ανεδαφική προσμονή, η πείρα και εκείνης της περιόδου διδάσκει ότι η συμμετοχή στις αστικές κυβερνήσεις - σε πείσμα των πιο καλών προθέσεων - γίνεται φραγμός στη λαϊκή πάλη και οδηγεί σε πισωγύρισμα με αρνητικές επιπτώσεις και για πολλά χρόνια.

Στο πλαίσιο της συμμετοχής σε αστική κυβέρνηση, δεν είναι δυνατό να υπάρξουν επωφελείς για το λαό συμβιβασμοί, από τη στιγμή που το ΚΚ έχει κάνει ήδη την πρώτη και θεμελιώδη υποχώρηση, προκειμένου να συμμετάσχει σε αυτήν την κυβέρνηση: Εχει παραιτηθεί από την πάλη για την εργατική εξουσία και συνεπώς από τον στόχο της κοινωνικοποίησης των μέσων παραγωγής.

Το ΚΚΕ και το ΕΑΜ χρεώθηκαν σε μεγάλο βαθμό τα μη φιλολαϊκά μέτρα που πάρθηκαν αυτήν την περίοδο, χάριν των αναγκών της καπιταλιστικής ανασυγκρότησης, όπως επίσης και την αποτυχία άλλων μέτρων, για παράδειγμα στο μέτωπο της καταπολέμησης της ανεργίας, του πληθωρισμού. Ταυτόχρονα, εφόσον οι ΕΑΜικοί υπουργοί αντιμετώπιζαν τα ζητήματα «από τα πάνω», ο λαϊκός παράγοντας υποτιμήθηκε ή ακόμα και τέθηκε στο περιθώριο.

Στις 15 Οκτώβρη 1944, η ΚΕ του Εργατικού ΕΑΜ ανέλαβε καθήκοντα προσωρινής διοίκησης της ΓΣΕΕ, με σκοπό την αποκατάσταση των συνδικαλιστικών ελευθεριών, τη διενέργεια αρχαιρεσιών στα συνδικάτα και τη σύγκληση ενός πραγματικού συνεδρίου της ΓΣΕΕ. Σημειώνεται ότι στις 18 Αυγούστου 1944 η ΚΕ του ΕΕΑΜ αποφάσισε το ΕΕΑΜ να χρησιμοποιεί «από δω και στο εξής τον τίτλο Γενική Συνομοσπονδία των Εργατών της Ελλάδας» με 16μελή Διοίκηση («Κείμενα της Εθνικής Αντίστασης», τόμ. Α', εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 1981, σελ. 200).

Αυτήν την περίοδο η ΓΣΕΕ διακήρυττε πως «η εργατοϋπαλληλική τάξη θα υποστηρίξει την Κυβέρνηση στην πραγματοποίηση των σκοπών της» («Ριζοσπάστης», 5-11-1944 ).

Από τη μεριά του, ο Παπανδρέου διαβεβαίωνε τους εκπροσώπους των εργαζομένων «ότι η κυβέρνηση πιστεύει σταθερά στη λαοκρατία και αποβλέπει στη δημιουργία του λαϊκού σοσιαλιστικού κράτους» («Ριζοσπάστης», 7-11-1944).

Οπως ήταν επόμενο, το γενικότερο πρόβλημα της στρατηγικής του ΚΚΕ είχε άμεσο αντίκτυπο στην κατεύθυνση της πάλης του συνδικαλιστικού κινήματος. Σε σύσκεψη μεταξύ των εκπροσώπων της ΓΣΕΕ, των βιομηχάνων και των αρμόδιων υπουργών, υπό την προεδρία του Γ. Παπανδρέου (7 Νοέμβρη 1944), με αντικείμενο τη λειτουργία των εργοστασίων, ο Κ. Θέος, μιλώντας εξ ονόματος της ΓΣΕΕ, τόνισε μεταξύ άλλων:

«Ο αγώνας των εργατών που έφερε εθνική ένωση δεν είχε σαν επιδίωξη να κάμει προνομιούχο τάξη την εργατική. Ο εργατικός κόσμος είναι έτοιμος με αυταπάρνηση να συμβάλει με όλες του τις δυνάμεις στην προσπάθεια της ανασυγκρότησης».

Διαβεβαίωσε ακόμη «ότι και οι εργάτες αναγνωρίζουν ότι και μεγάλο μέρος των βιομηχάνων έδειξε κατά το διάστημα της σκλαβιάς πατριωτική στάση». Ο υπουργός Εργασίας Μ. Πορφυρογένης, με τη σειρά του, τόνισε ότι «πρέπει να μην έχουμε προκαταλήψεις (...) και πρέπει να κατανοήσουμε ότι όλοι αγωνιζόμαστε με όλες μας τις δυνάμεις για να μπούμε από την ανωμαλία στην ομαλότητα» («Ριζοσπάστης», 8-11-1944).

Το συμπέρασμα είναι ότι ο λαός, ακόμα και ένοπλος, θα παραμένει εγκλωβισμένος στο αστικό πλαίσιο, από τη στιγμή που το Κομμουνιστικό Κόμμα συμμετέχει σε αστική κυβέρνηση και δεν οργανώνει την αυτοτελή δράση της εργατικής τάξης για την ανατροπή της αστικής εξουσίας.


Θ. Λ.



Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ