Κυριακή 12 Δεκέμβρη 2010
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
Μικρές σελίδες

«Η ιστορία χρονολογείται από το 1922, όταν ήμουν γοητευμένος από την περιοχή Μπιγκ Σάντι και αγωνιούσα να είναι αυτός ο χώρος ενός μυθιστορήματος που θ' αναφερόταν στους πολέμους των ανθρακωρυχείων της και θα χρησιμοποιούσε την "όμορφη ψυχρή ασχήμια" της, όπως έλεγα τότε. Πήγα εκεί, δούλεψα στ' ανθρακωρυχεία, μελέτησα, σούρθηκα και κουλουριάστηκα, αλλά όταν γύρισα δεν ήμουν άξιος του μυθιστορήματος. Πραγματικά, πέρασαν άλλα δέκα χρόνια προτού μου ξαναμπεί η ιδέα ότι θα μπορούσα να γράψω ένα μυθιστόρημα, γιατί είχα τουλάχιστο μάθει ότι δεν είναι εύκολο, παρ' όλο που πολλοί νομίζουν το αντίθετο»...

Ετσι ξεκινάει «Η πεταλούδα» του «δασκάλου» του σύγχρονου αμερικανικού μυθιστορήματος Τζέιμς Κέιν, γραμμένο με το χαρακτηριστικό ύφος του συγγραφέα, που ξεσκεπάζει αδυσώπητα τους χαρακτήρες των πρωταγωνιστών του.

Ο Τζέιμς Μ. Κέιν, γεννήθηκε το 1892 στο Μέριλαντ, όπου και πέθανε το 1977. Υστερα από τις σπουδές του στο Ουάσινγκτον Κόλετζ, αρχίζει να γράφει διάφορα άρθρα σε εφημερίδες και περιοδικά. Το 1931 φεύγει για το Χόλιγουντ, όπου θα μείνει δεκαεπτά χρόνια γράφοντας σενάρια για λογαριασμό της «Κολούμπια», της «Παραμάουντ» και της «Γιουνιβέρσαλ». Το πρώτο του μυθιστόρημα «Ο ταχυδρόμος χτυπάει πάντα δυο φορές» κυκλοφόρησε το 1934 και μεταφέρθηκε δύο φορές στον κινηματογράφο με μεγάλη επιτυχία. Κινηματογραφική ταινία από το σκηνοθέτη Μπίλι Γουάιλντερ έγινε το 1944 και το δεύτερο βιβλίο του, το «Double Indemnity».

Η περιπετειώδης «Πεταλούδα» κυκλοφορεί από τη «Σύγχρονη Εποχή» σε μετάφραση της Ιωάννας Καρατζαφέρη.

Ξαναδιαβάζοντας...

Ξαναδιαβάσαμε το βιβλίο της Ευτυχίας Καλλιτεράκη «Οι κουμπότρυπες», των εκδόσεων «Μελάνι». Ενα θαυμάσιο βιβλίο, το οποίο, με τη μαγεία της αφήγησης, μας ταξιδεύει στις δυσκολίες και στις ομορφιές της ζωής και της καθημερινότητας!

Καθεμιά από τις δεκατρείς ιστορίες ζωγραφίζει ένα κομμάτι του δρόμου, που οι ηρωίδες και οι ήρωες διανύουν την πορεία τους προς την αναζήτηση της ψυχικής γαλήνης και της απελευθέρωσης. Από την πρώτη σελίδα μάς αιχμαλωτίζει το ιδιαίτερο «χρώμα» της γραφής, το οποίο μας συνοδεύει μέχρι το τέλος ετούτης της πολύ ενδιαφέρουσας ανάγνωσης! Υλικό των ιστοριών του τόμου είναι ο πλούτος της εσωτερικής ζωής και της ευαισθησίας των προσώπων, η απαλή αγωνία η κρυμμένη στης ωριμότητας το μυστηριώδες βάθος και η απέραντη δίψα μπροστά στην καταλυτική γοητεία της ενηλικίωσης, το αδιέξοδο καταστάσεων του παρελθόντος και η κερδισμένη με κόπο απελευθέρωση, ο ηράκλειος αγώνας να καταλάβει κανείς τον εαυτό του, να συμφιλιωθεί με την ίδια του την ύπαρξη και έτσι να νιώσει και να αγαπήσει τον κόσμο! Μεγάλο ρόλο στη μαγεία της αφήγησης παίζουν η υπέροχη αύρα του τόπου και η θαυμάσια εξοχή, η βενετσιάνικη αρχιτεκτονική και το μυστήριό της που μας ταξιδεύει στο άγνωστο βάθος του παρελθόντος χρόνου, το ανερμήνευτο όνειρο της γειτονικής θάλασσας.

Η συγγραφέας εξαίρετα ζωγραφίζει το σκηνικό των ιστοριών και τους χαρακτήρες των ηρώων, σκηνοθετεί με ευαισθησία και αγάπη προς τους ανθρώπους επεισόδια στολισμένα από γνήσια συναισθήματα, μικρούς φόβους, περαστικές αγωνίες, παράξενες συναντήσεις. Γυναίκες σιωπηλές, με βλέμματα που αποκαλύπτουν τον ψυχικό τους κόσμο είτε είναι κυράδες είτε ταλαιπωρημένες δουλεύτρες. Κορίτσια με δίψα για τη ζωή, με θαυμαστή διαίσθηση στην περιπλάνηση μέσα στον κόσμο των μεγάλων, με σκεπτικισμό μπροστά στα διάφορα προβλήματα, στις εκπλήξεις και τα απρόοπτα της ζωής θαύματα.

Κάποτε μας ξαφνιάζουν ευχάριστα οι κοπελιές με την ευαισθησία και τη χαριτωμένη πολυπραγμοσύνη τους, ενώ οι μεγαλύτερες γυναίκες μας ανοίγουν ιδιαίτερων σκέψεων ορίζοντες, καθώς είναι ζωγραφισμένες με πολύ πετυχημένο ψυχολογικό κοντύλι! Το ίδιο συμβαίνει και με τους άντρες ήρωες, όμως επιτρέψτε μας να μην αναφέρουμε τίποτε περισσότερο πάνω στο θέμα αυτό!

Μόνο λίγα λόγια ακόμα σχετικά με τη γλώσσα των κειμένων, η οποία σε κάθε σελίδα, σε κάθε πρόταση είναι μεστή λογοτεχνικής ομορφιάς και μας ταξιδεύει θαυμάσια στης ανάγνωσης την περιπέτεια, την περιπλάνηση στην ήπειρο των αναμνήσεων των ηρώων και των ηρωίδων, όπου πρόσωπα και τόποι λειτουργούν ως εγγύηση της τάξης του κόσμου! Εστω και αν ό,τι τάζει ο έρωτας αποδεικνύεται άπιαστο...


Λίζα ΚΟΝΤΟΜΙΧΑΛΟΥ
Winnenden

Καθ' οδόν: Με τον Διογένη

Μαρμάρινο ρωμαϊκό ανάγλυφο στο οποίο απεικονίζεται η συνάντηση του Διογένη με τον Μέγα Αλέξανδρο
Μαρμάρινο ρωμαϊκό ανάγλυφο στο οποίο απεικονίζεται η συνάντηση του Διογένη με τον Μέγα Αλέξανδρο
Η αναφορά μας σήμερα στον κυνικό φιλόσοφο Διογένη - η κυνική φιλοσοφία λέγεται έτσι γιατί οι κυνικοί είχαν ως έμβλημά τους το σκύλο (κύων) και έλεγαν: «Εμείς διαφέρουμε από τους άλλους σκύλους διότι εμείς δεν δαγκώνουμε τους εχθρούς αλλά τους φίλους, για να τους διορθώσουμε».

Ο Διογένης ήταν το πρότυπο της λιτής ζωής. Πίστευε ότι οι άνθρωποι δημιουργούν πολλές τεχνητές ανάγκες γι' αυτό προσπαθούσε να είναι ανεξάρτητος από αυτές. Ιδιαίτερα επίκαιρος σήμερα που η ανάγκη γίνεται αναγκασμός. Παροιμιώδης έμεινε η απλότητα, η λιτότητα, το ελεγκτικό και χλευαστικό πνεύμα του απέναντι στους άλλους.

Κάποτε που ταξίδευε προς την Αίγινα, τον έπιασαν πειρατές και τον μετέφεραν στην Κρήτη, για να τον πουλήσουν ως δούλο. Οταν ο κήρυκας, στην πώληση, τον ρώτησε τι τέχνη ήξερε, απάντησε «ανθρώπων άρχειν», και βλέποντας έναν καλοντυμένο Κορίνθιο, τον Ξενιάδη, τον έδειξε στον κήρυκα και είπε: «Σ' αυτόν να με πωλήσεις! Αυτός χρειάζεται δεσπότη». Ο Ξενιάδης αγόρασε πραγματικά τον παράξενο δούλο κι ο Διογένης του είπε: «Από δω κι εμπρός, θα με υπακούς. Μήπως δεν θ' άφηνες το γιατρό σου ή τον ναύκληρό σου να σε διευθύνουν, αν ήταν δούλοι;». Ο Ξενιάδης τον πήρε μαζί του στην Κόρινθο και του εμπιστεύθηκε την ανατροφή του παιδιού του. Οι Αθηναίοι φίλοι του Διογένη, όταν έμαθαν την περιπέτειά του, θέλησαν να τον εξαγοράσουν, εκείνος όμως αρνήθηκε, λέγοντας πως ένα αιχμάλωτο λιοντάρι δεν είναι δούλος εκείνου που τον τρέφει, αλλά το αντίστροφο.

Ο Διογένης έρχεται κυλώντας το πιθάρι τουκι ανάβει το φανάρι του.Συ, που ταπείνωσες κι αυτόν τον μέγαν Μακεδόνα,καλώς μας ήλθες, κυνικέ, σε τούτον τον αιώνα.Πάλι για νάβρεις άνθρωπο με το φανάρι βγήκες...τον άνθρωπο που γύρευες ακόμη δεν τον βρήκες;Εγώ και χοίρους γνώρισα, που γίνηκαν ανθρώποι,και τώρα πάνε κι έρχονται μεσ' από την Ευρώπη(Γ. Σουρής) - Μποστ: Μεγαλέξανδρος και φιλόσοφος Διογένης Ενθύμιον Κορίνθου
Ο Διογένης έρχεται κυλώντας το πιθάρι τουκι ανάβει το φανάρι του.Συ, που ταπείνωσες κι αυτόν τον μέγαν Μακεδόνα,καλώς μας ήλθες, κυνικέ, σε τούτον τον αιώνα.Πάλι για νάβρεις άνθρωπο με το φανάρι βγήκες...τον άνθρωπο που γύρευες ακόμη δεν τον βρήκες;Εγώ και χοίρους γνώρισα, που γίνηκαν ανθρώποι,και τώρα πάνε κι έρχονται μεσ' από την Ευρώπη(Γ. Σουρής) - Μποστ: Μεγαλέξανδρος και φιλόσοφος Διογένης Ενθύμιον Κορίνθου
Ο Πλάτων εκτιμούσε τον Διογένη και τον έλεγε Σωκράτην μαινόμενον. Κάποτε, στην Αθήνα, ο Διογένης επισκέφθηκε το σπίτι του Πλάτωνα και, πατώντας ξυπόλητος στα πολυτελή χαλιά, είπε: «Πατώ την ματαιοδοξία του Πλάτωνα». Ο Πλάτων του απάντησε με ετοιμότητα: «Ναι, αλλά με άλλη ματαιοδοξία!». Οταν άκουσε τον ορισμό του ανθρώπου από τον Πλάτωνα («ον δίπουν άπτερον») μάδησε έναν πετεινό και δείχνοντάς τον στην Ακαδημία, είπε: «Ιδού ο άνθρωπος του Πλάτωνα!». Αυτό ανάγκασε τον Πλάτωνα να συμπληρώσει τον ορισμό του, προσθέτοντας τις λέξεις «και πλατυώνυχον».

Το γνωστότερο περιστατικό που διασώζει η παράδοση είναι που άναψε ένα φανάρι μέρα μεσημέρι και γύριζε στην πόλη σαν να ζητούσε κάποιον. Οταν τον ρώτησαν τι κάνει απάντησε: «Ανθρωπον ζητώ».

Το γεγονός ότι ο Διογένης δεν ήταν προσηλωμένος σε καμιά πατρίδα, είχε συνέπεια να τον χαρακτηρίσουν κοσμοπολίτη.

Πέθανε στην Κόρινθο σε βαθιά γεράματα. Οι Κορίνθιοι τον κήδεψαν με μεγαλοπρέπεια και ανήγειραν στον τάφο του μια στήλη με ένα σκύλο, από μάρμαρο της Πάρου. Αργότερα έγινε γνωστό ότι την ίδια ημέρα που ξεψύχησε ο Διογένης στην Κόρινθο, πέθανε και ο Μέγας Αλέξανδρος στη Βαβυλώνα.

«Καλώς μας ήλθες, κυνικέ, σε τούτον τον αιώνα»

Ο Διογένης ο Λαέρτιος παραθέτει μακρότατο κατάλογο έργων του, αλλά κανένα δε σώθηκε. Χρησιμοποιούσε τον αστεϊσμό και το λογοπαίγνιο ως μέσο για τα διδάγματά του. Η αλήθεια τους τους έφερε «σε τούτον τον αιώνα»:

Τον ρώτησαν κάποτε πότε πρέπει κανείς να γευματίζει και απάντησε: «Οι πλούσιοι όποτε θέλουν. Οι φτωχοί όποτε μπορούν».

Τον ρώτησαν ποια θηρία δαγκώνουν περισσότερο: «Από τα άγρια ο συκοφάντης. Από τα ήμερα ο κόλαξ».

Στο γιατρό Διδύμωνα, που είχε τη φήμη μοιχού, όταν θεράπευε το μάτι μιας παρθένου, είπε: «Πρόσεξε μήπως θεραπεύων τον οφθαλμόν φθείρεις την κόρη!»

nicolas Poussin (1647, Παρίσι, Μουσείο Λούβρου)
nicolas Poussin (1647, Παρίσι, Μουσείο Λούβρου)
Οταν ένας Αθηναίος του ζήτησε ένα πανωφόρι που του είχε δανείσει προ καιρού, απάντησε: «Αν μου το χάρισες, το έχω. Αν μου το δάνεισες, το χρειάζομαι ακόμη».

Στο γιο μιας εταίρας που λιθοβολούσε προς το πλήθος, είπε: «Πρόσεξε, παιδί μου, θα λιθοβολήσεις τον πατέρα σου».

Οταν τον ρώτησαν ποιο κρασί του αρέσει, απάντησε: «Το ξένο».

Βλέποντας έναν αδέξιο τοξότη, πήγε και στάθηκε στο στόχο λέγοντας: «Εδώ δεν υπάρχει κίνδυνος να χτυπηθώ».

Οταν τον ρώτησαν γιατί οι άνθρωποι βοηθούν τους τυφλούς ή τους επαίτες, αλλά όχι τους φιλοσόφους, είπε: «Ολοι φοβούνται μήπως γίνουν κάποτε τυφλοί ή επαίτες, όχι όμως και φιλόσοφοι».

Συχνά στεκόταν μπροστά στις μαρμάρινες στήλες του Ερμή και τις παρακαλούσε να του δώσουν κάτι, λέγοντας ότι γυμναζόταν στην τέχνη να παρακαλά χωρίς να εισακούεται. Κάποτε που υπήρχε κίνδυνος να εισβάλουν εχθροί στην Κόρινθο και όλοι προετοίμαζαν με ζήλο την άμυνα της πόλης, ο Διογένης, που δεν είχε όπλα γιατί ήταν δούλος, κυλούσε με μεγάλη δραστηριότητα και θόρυβο το πιθάρι του από τη μια άκρη της πλατείας στην άλλη. Οταν τον ρώτησαν τι κάνει, απάντησε: «Ντρέπομαι ν' αδρανώ ενώ όλοι εργάζονται τόσο πολύ». Στην πόρτα ενός μοχθηρού ευνούχου, είδε την επιγραφή: Μηδέν εισίτω κακόν (ας μην μπει κανένα κακό). Ρώτησε τότε: «Και ο οικοδεσπότης, από πού θα μπει;». Τον ρώτησαν κάποτε πότε πρέπει κανείς να νυμφεύεται και απάντησε: «Οι μεν νέοι ουδέποτε, οι δε πρεσβύτεροι ουδεπώποτε».

Πίνακας του John William Waterhouse (1882)
Πίνακας του John William Waterhouse (1882)
Κάποτε που ο Μέγας Αλέξανδρος έστειλε, με κάποιον που λεγόταν Αθλίας, επιστολή προς τον Αντίπατρο, στην Αθήνα, ο Διογένης είπε: «Αθλίας παρ' αθλίου, δι' Αθλίου προς άθλιον».

Οταν έφτασε στην Κόρινθο ο Αλέξανδρος πήγε να δει τον Διογένη τον οποίο θαύμαζε. Τον συνάντησε μέσα στο πιθάρι του και τον ρώτησε αν έχει κάποια επιθυμία. Ο Διογένης απάντησε αδιάφορα ότι τον παρακαλεί μόνο να παραμερίσει για να μην του κρύβει τον ίσκιο του. Τότε ο Αλέξανδρος είπε στους δίπλα του: «Αν δεν ήμουν Αλέξανδρος θα ήθελα να ήμουν Διογένης».

Το όνομα Διογένης (< Διός + -γενής < γένος - ο γεννημένος από το Δία) έχει 14 εμφανίσεις σε δείγμα 78.017 ανδρικών ονομάτων.

Πώς μας ήρθε και ασχοληθήκαμε σήμερα με τον Διογένη; Ενεκα της εορτής του ομώνυμου αγίου στις 5 Δεκέμβρη.


Η παράδοση λέει ότι είχε μόνιμη κατοικία του ένα πιθάρι (Jean-Leon Gereme, 1860)
Η παράδοση λέει ότι είχε μόνιμη κατοικία του ένα πιθάρι (Jean-Leon Gereme, 1860)

Ηρακλής ΚΑΚΑΒΑΝΗΣ

ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΟ ΤΑΧΥΔΡΟΜΕΙΟ

Οταν είναι η ώρα να δραπετέψω κρεμάω/ ένα στίχο σαν το σκοινί στο πλευρό μου/ όπως οι ανταύγειες απάνω στους τοίχους/ που ποτέ δε φωνάζουν χορεύουν/ περνούν μεσ' απ' τα δάχτυλα και τρέχουν/ στην πεδιάδα που στέγνωσε μόνη.

Δε μεταφέρω καλούπια για τις καλύβες/ μοτίβα για τα κανάλια των ποταμών/ τα φρύδια των γυναικών/ και τα άλση απάνω στις ψυχές των γυναικών.

Για να φύγω παροπλίζομαι στα ρείθρα των καλαμιών/ αφού κρεμάσω το στίχο μου/ που ξενυχτάει.

(Βασίλη Μπατζόγλου, «Οταν είναι η ώρα»)



Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ