Πέμπτη 11 Ιούνη 2015
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Οι πρεμιέρες της βδομάδας, διασκεδαστικές ασημαντότητες...

... Αλλά πολύ καλύτερες απ' ό,τι περιμέναμε! Πλάι τους, οι άξιες επαναλήψεις που επιμένουν στην αναμέτρηση...

Πρεμιέρα απόψε για το ολόφρεσκο, πολυαναμενόμενο και πολυδιαφημιζόμενο, τρισδιάστατου τρόμου «Jurassic World» του Κόλιν Τρέβοροου. Είναι το 4ο μέρος του κινηματογραφικού αμερικάνικου μπλοκμπάστερ με τους πεινασμένους προϊστορικούς δεινόσαυρους στο οποίο ο γενετιστής επιστήμονας δημιουργεί νέα είδη, που θα γίνουν ατραξιόν και θα σαρώσουν τις εισπράξεις του καλοκαιρινού πολυσύχναστου πάρκου. Μέγας πρωταγωνιστής, ο μεταλλαγμένος δεινόσαυρος μεγαλύτερος από την Τ- Rex... ένα τρομαχτικό ζώο ύψιστης νοημοσύνης που σκοτώνει για πλάκα... Εφαγε μάλιστα και τον ίδιο της τον αδελφό... Και οι παραγωγοί σίγουροι για την επιτυχία της καλοκαιρινής τους περιπέτειας εξαγγέλλουν ότι έχουν και 5ο μέρος στα σκαριά...

Πρεμιέρα και για την αμερικάνικη κωμωδία «Σε ξένα παπούτσια» (2014) του Τόμας Μακ Κάρθι με τον Ανταμ Σάντλερ στο ρόλο του Νεοϋορκέζου τσαγκάρη με τη μαγική ραπτομηχανή που δοκιμάζοντας να φορέσει ξένα παπούτσια ανακαλύπτει ότι μεταμορφώνεται στον πελάτη τα παπούτσια του οποίου φορά...

Επανέκδοση απόψε της έγχρωμης ταινίας «Διακοπές στη Βενετία» (1955), του μεγάλου Αγγλου σκηνοθέτη του «Σύντομη συνάντηση» (1945), Ντέιβιντ Λιν. Μια χειραφετημένη, μοναχική, ανύπαντρη Αμερικάνα έρχεται στη Βενετία για διακοπές κι ερωτεύεται έναν γοητευτικό έμπορο αντικών που τελικά ανακαλύπτει ότι είναι παντρεμένος. Εξαίρετο πορτρέτο όχι του έρωτα αλλά της μοναξιάς... Πρωταγωνιστεί η Κάθριν Χέπμπορν και ο Ροσάνο Μπράτσι, πλάι στην αδιαμφισβήτητη πρωταγωνίστρια Βενετία..

Από το ΤΑΙΝΙΟΡΑΜΑ 2015 ξεχωρίζουμε τη μεγάλη και επίκαιρη, λόγω ανάδυσης ξανά στην επιφάνεια των ναζιστικών θηριωδιών, ταινία των Πάολο και Βιτόριο Ταβιάνι «Η νύχτα του Σαν Λορέντσο» (1982), Μεγάλο Βραβείο της Επιτροπής και Βραβείο της Οικουμενικής Επιτροπής στις Κάννες του ίδιου χρόνου (προβάλλεται μόνο αύριο, στις 22.00, στο «Αστυ») καθώς και το αειθαλές αμερικάνικο μιούζικαλ «Τραγουδώντας στη βροχή» (1952) σε σκηνοθεσία Τζιν Κέλι και Στάνλεϊ Ντόνεν. Από τα καλύτερα μιούζικαλ διαχρονικά... (Τετάρτη 17/6, 20.00, στο «Αστυ»).

Ξαναβγαίνει επίσης στις αίθουσες το βιογραφικό ντοκιμαντέρ του Στέφαν Χάουπτ «Ενα τραγούδι για τον Αργύρη» (2006) με φόντο τη σφαγή στο Δίστομο...


ΚΡΙΤΙΚΗ: Τζία ΓΙΟΒΑΝΝΗ

ΑΛΕΞΑΝΤΡ ΝΤΟΒΖΕΝΚΟ
Σβενιγκόρα

Τρίτος σημαντικότερος σκηνοθέτης της εποχής του βωβού Σοβιετικού κινηματογράφου -μετά τους Αϊζενστάιν και Πουντόβκιν-, ίσως και ο πιο αντισυμβατικός, ήταν ο Ουκρανός Αλεξάντρ Ντοβζένκο. Γόνος χωρικών, απέκτησε εμπειρίες ως δάσκαλος, διπλωμάτης, ηθοποιός, πολιτικός σκιτσογράφος και ζωγράφος, προτού καταλήξει, το 1926, σε ηλικία 32 ετών, στα κινηματογραφικά στούντιο της Οδησσού. Οι πρώτες τρεις κινηματογραφικές του απόπειρες ανήκαν σε μεγάλο βαθμό στο είδος της αμερικάνικης «χοντροκομμένης» κωμωδίας, είδος ιδιαίτερα δημοφιλές τότε στη Σοβιετική Ενωση. Το 1928, όμως, δημιουργεί μια ταινία που, ενώ αποκαλύπτει απύθμενο βάθος ποιητικών «εικαστικών» συναισθημάτων σε επίπεδο μορφής και τεχνικής, ήταν τόσο αντισυμβατική, που οι υπεύθυνοι της Ουκρανικής Κινηματογραφικής Ενωσης απευθύνθηκαν στους Αϊζενστάιν και Πουντόβκιν για να επιβεβαιώσουν τη «συνέπειά» της... Οι παραπάνω αναγνώρισαν πάραυτα τη σπουδαιότητα του επιτεύγματος του Ντοβζένκο. Ο Αϊζενστάιν, μάλιστα, έγραψε αργότερα ότι το «εντυπωσιακό μείγμα φαντασίας, πραγματικότητας και βαθιάς εθνικής ποιητικής εφευρετικότητας» παρέπεμπε στο έργο του μεγάλου Ρώσου συγγραφέα Νικολάι Γκόγκολ. Τίτλος της ταινίας «Σβενιγκόρα»...

Στιλιζαρισμένη, θεμελιώνεται σε 4 μύθους για το κυνήγι αρχαίου σκυθικού θησαυρού, θαμμένου στους λόφους του Σβενιγκόρα. Ξεκινά με τη συνάντηση του «γέροντα» και ομάδας Κοζάκων από το παρελθόν, που ψάχνουν για το θησαυρό και μέσα από τους μύθους, που αγγίζουν 4 διαφορετικές φάσεις της ουκρανικής ιστορίας, η ταινία διασχίζει τους αιώνες και φτάνει στο παρόν. Εδώ, συναντάμε το «γέροντα» με τους δύο εγγονούς: τον Τιμίσκο, εικόνα του νέου Σοβιετικού ανθρώπου στην οικοδόμηση του νέου κόσμου και τον Πάβλο, τεμπέλης, ανόητος και άπληστος, στοιχίζεται με τους Ουκρανούς εθνικιστές. Η δομή της ταινίας επιτρέπει στον Ντοβζένκο την αντιπαράθεση ιστορικού παρελθόντος και παρόντος και τη διαμόρφωση μιας σύγχρονης πολιτικής αλληγορίας. Ο ίδιος ο δημιουργός αποκάλεσε την ταινία «κατάλογο των δημιουργικών μου δυνατοτήτων». Η «Σβενιγκόρα», με το έντονο στιλιζάρισμα στην αφηγηματική μορφή, το συγκινησιακό λυρισμό και την παθιασμένη ευαισθησία στην ουκρανική καθημερινότητα, προλειαίνει το έδαφος για τα δύο βωβά αριστουργήματα του Ντοβζάνκο που έπονται: το «Οπλοστάσιο» (1929) και τη «Γη» (1930). (Καθημερινά 18.30, «Αλκυονίς»).

Παραγωγή: «Zvenigora» - Σοβιετική Ενωση, 1928

ΤΖΕΪΜΣ ΜΑΚ ΤΕΓΚ
Καταδίωξη σε δύο ηπείρους

Θρίλερ διασκεδαστικό και ακανθώδες, με αναφορές στην ένδοξη ιστορία του κινηματογραφικού αυτού είδους. Χωρίς ιδιαίτερο βάρος, συνιστά ωστόσο κάτι περισσότερο από σπουδή στυλ και -τουλάχιστον- προσπαθεί ενσυνείδητα να αποφύγει την «υπερβολή», σε όφελος μιας πρωτογενούς έντασης. Αυτό δε σημαίνει ότι η ταινία ξεφεύγει από την οπτική ενός αφηγηματικού ορίζοντα που σφύζει από καταστάσεις που έχουμε δει χιλιάδες φορές. Παράδειγμα η σκηνή του «κακού» που πέφτει στο βάραθρο! Ορόσημο στον πυρήνα της μυθοπλασίας, η μετά «το χτύπημα στους δίδυμους πύργους» εποχή. Αντί, ωστόσο, το σενάριο να ακολουθεί τη γενικευμένη «κατάρρευση του φαντασιακού», φαινόμενο που εμφανίζεται έντονα μετά την 11η Σεπτέμβρη, η ταινία εισβάλλει στην «περιοχή» του κινηματογράφου του «συνδρόμου της συνωμοσίας» των δεκαετιών '60 και '70, παίζοντας ένα ενδιαφέρον -σε σημεία- παιχνίδι καθρέφτη, ανάμεσα σε πραγματικότητα και μυθοπλασία... Αποκαλυπτική και η φράση του επαγγελματία δολοφόνου προς το μεγάλο αφεντικό, ότι πίσω από τα τρομοκρατικά χτυπήματα βρίσκονται μεγαλοκαπιταλιστές, γιατί είναι αυτοί που κερδίζουν δισεκατομμύρια, όταν μετά από κάθε τέτοιο χτύπημα, το χρηματιστήριο ανεβαίνει...

Η Αμερικανίδα Κέιτ, με γερή γνώση, εξάσκηση και ένστικτο στο να μυρίζεται τους ισλαμιστές τρομοκράτες, αναλαμβάνει το πόστο υπεύθυνης Ασφαλείας στην Αμερικάνικη Πρεσβεία, στο Λονδίνο. Γλυτώνει κατά τύχη από μια πρώτη δολοφονική απόπειρα εναντίον της, ενώ η επακόλουθη μεθοδική συνωμοσία των εχθρών της, με καμπή της ίντριγκας, την εμφανίζει ως θύτη, γεγονός που πυροδοτεί την έναρξη του αγωνιώδους κυνηγητού που θα λήξει με τους τίτλους του τέλους. Η Κέιτ -ο φέρων άξονας της ιστορίας που παλεύει όχι τόσο για τη ζωή της αλλά για την ανθρωπότητα (!)- πρέπει να αποφύγει πάση θυσία τη σύλληψη, ώστε να μπορέσει να προλάβει το επόμενο μεγάλο χτύπημα στην καρδιά της Ν. Υόρκης... Ο Πιρς Μπρόσναν, στο ρόλο του «ωρολογοποιού», σε αυτοκυριαρχία, απόσταση και διαυγή ειρωνεία, φέρνει στο δολοφόνο που υποδυόταν ο Μαξ φον Σίντοβ στις «3 μέρες του κόνδορα» του Σίντνεϊ Πόλακ (1975). Ο σκηνοθέτης, σε μια ιστορία μη ρεαλιστική, ακολουθεί το παλιό, για να φτάσει σε ένα σύγχρονο κοινό.

Με τους: Μίλα Γιόβοβιτς, Πιρς Μπρόσναν, Ντίλαν Μακ Ντέρμοτ κ.ά.

Παραγωγή: «Survivor» - ΗΠΑ, (2015)

ΕΡΙΚ ΛΑΡΤΙΓΚΟ
Η οικογένεια Μπελιέ

Λαϊκή κωμωδία, με πρωτότυπο και σταθερό σενάριο που αναμειγνύει ισομερώς χιούμορ, σαρκασμό, δάκρυα, δυσλειτουργίες, προκαταλήψεις και τραγούδια. Με τόνους ειρωνείας, προβάλλει το άτσαλο μοντέλο/αντίδοτο στην καπιταλιστική κρίση, που εκφράζει -στη νοηματική γλώσσα- ο κωφάλαλος αγρότης πατέρας, γι' αυτό άλλωστε κατεβαίνει για δήμαρχος στο χωριό της Νορμανδίας. Και δεν είναι παρά επίκληση των αρχών των φυσιοκρατών του γαλλικού Διαφωτισμού. Η «υγεία» -ισχυρίζονταν- προέρχεται αποκλειστικά από τη γη, η φύση είναι γόνιμη και ο άνθρωπος θα μπορούσε να προσδέσει στο όχημά της τις αναπαραγωγικές του δυνάμεις. Οι κεφαλαιακές επενδύσεις στη γεωργία και η σκληρή δουλειά θα μπορούσαν να δημιουργήσουν κέρδη που να κυκλοφορούν και σε άλλους τομείς και να στηρίζουν όλους τους κοινωνικούς θεσμούς. Σε τέτοιες θεωρίες και πιστεύω κινείται η φιλοσοφία ζωής της οικογένειας -κτηνοτρόφων και τυροκόμων- Μπελιέ, όπου μπαμπάς, μαμά και γιος είναι κωφάλαλοι -κυριολεκτικά και μεταφορικά-, άρα απομονωμένοι από τον κοινωνικό περίγυρο. Κατοικούν έξω από την πόλη, σε περιβάλλον βουκολικό, σε ειδυλλιακό αγρόκτημα, με προδιαγραφές αγροτουρισμού του γαλλικού ΕΟΤ. Μόλις απόκτησαν ένα μαύρο νεογέννητο μοσχαράκι -τον Ομπάμα- και η βιογραφία του Ολάντ είναι μάλλον το καλύτερο υπνωτικό για τον πατέρα. Μόνη μη κωφάλαλη η 16χρονη κόρη τους, Πολά, η γέφυρα της οικογένειας με τον έξω κόσμο, τα αυτιά και η γλώσσα της. Δουλεύει σκληρά στη φάρμα και φοιτά και στο Λύκειο. Ωσπου, μια μέρα, ερωτεύεται ένα συμμαθητή της και ο δάσκαλος της μουσικής τής εκμυστηρεύεται ότι έχει ενδιαφέρουσα φωνή και θα έπρεπε να πάρει μέρος στο διαγωνισμό της ραδιοφωνίας στο Παρίσι.

Η μικρή αυτή, ρηχή και γοητευτική «μπαγκατέλα» ανήκει στις ταινίες που φτιάχνουν τη διάθεση και δε συγκινεί για τη διαφορετικότητα, αλλά για την οικουμενικότητά της. Ο σκηνοθέτης ξεδιπλώνει όλα τα αφηγηματικά νήματα των εφηβικών ταινιών και κόβει όποια «τάση προς μελό» άμα τη γενέσει του. Ο Λαρτιγκό επενδύει στην ευφορία, τον εφηβικό ρομαντισμό, στο χιούμορ και σε ένα σαφώς προδιαγεγραμμένο φινάλε. Ολα αυτά στο διαχρονικό και ακέραιο πλαίσιο μιας Γαλλίας, που προτιμά το «γαλλικό τραγούδι» από τη μουσική «τέκνο» και το τυρί από ωμό γάλα κι όχι από σόγια. Σε καιρούς κρίσης, ο σκηνοθέτης χρησιμοποιεί την υγιή παρουσία της Πολά, ως φορέα αυτών των υγιών -και σύμφωνα με τους στίχους του τραγουδιού της- αξιών. Διασκεδαστική!

Με τους: Λουάν Εμερά, Καρίν Βιάρντ, Φρανσουά Νταμιέν, Ερίκ Ελμοσνινό κ.ά.

Παραγωγή: «La famille Belier» - Γαλλία-Βέλγιο, (2014)



Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ