Τι ακούμε, λοιπόν, σχεδόν κάθε χρόνο από τους φασίστες αλλά και διάφορους καλοθελητές μέσα στους χώρους νεολαίας;
Αρχικά ότι «η χούντα οδήγησε τη χώρα στην οικονομική ανάπτυξη», «έκανε μεγάλα έργα δημόσιου συμφέροντος» ή πιο εκχυδαϊσμένα «ότι έφτιαξε δρόμους» και διάφορα άλλα τέτοια. Ποια είναι η πραγματικότητα;
Ηδη από πριν την επιβολή της στρατιωτικής δικτατορίας, δηλαδή πριν το 1967 και για περίπου 10 χρόνια, η μεταπολεμική ελληνική οικονομία βρισκόταν σε περίοδο καπιταλιστικής ανάπτυξης. Η οικονομική πολιτική της δικτατορίας ήταν σε έναν σημαντικό βαθμό συνέχεια της πολιτικής που εφάρμοζαν οι προηγούμενες αστικές κυβερνήσεις με μοναδικό στόχο τη διασφάλιση της κερδοφορίας της αστικής τάξης. Με βάση αυτό πάρθηκαν μέτρα για την ενίσχυση της επιχειρηματικής δραστηριότητας σε μια σειρά κλάδους όπως οι κατασκευές, η ναυτιλία, ο τουρισμός κ.ά. Είναι χαρακτηριστική η περίπτωση του κλάδου του Τουρισμού, όπου με απόφαση τον Φλεβάρη του 1968 δίνεται η δυνατότητα να παραχωρείται δημόσια περιουσία σε ιδιώτες για επιχειρηματική εκμετάλλευση, όπως για να χτίσουν και να εκμεταλλευτούν ξενοδοχειακές μονάδες. Αντίστοιχα, την ίδια περίοδο παίρνονται μια σειρά μέτρα και στον κλάδο των κατασκευών, όπως ήταν η κατάργηση του φόρου υπεραξίας ακινήτων, η αυξημένη δυνατότητα στις τράπεζες να δίνουν δάνεια στις οικοδομικές επιχειρήσεις, αλλά και η αύξηση των συντελεστών δόμησης πανελλαδικά από 20% στο 40%, κάτι που οδήγησε στην καταστροφή του πρασίνου σε μια σειρά μεγάλες πόλεις λόγω της άναρχης ανάπτυξης του κλάδου των κατασκευών. Φυσικά, αντίστοιχη πολιτική ακολούθησε και με το εφοπλιστικό κεφάλαιο, συνεχίζοντας αποφασιστικά τη στήριξή του όπως και όλες οι προηγούμενες κυβερνήσεις. Χαρακτηριστικά το 1968, με ένα πραγματικό μπαράζ νομοσχεδίων, προώθησε 11 νόμους και 12 διατάγματα. Μάλιστα, την τριετία 1967-1970 οι Ελληνες εφοπλιστές πληρώνουν σχεδόν μηδενικούς φόρους στο ελληνικό κράτος, «παράδοση» που συνεχίζεται και σήμερα στο πλαίσιο της αστικής κοινοβουλευτικής δημοκρατίας.
Η δικτατορία λοιπόν ακολούθησε τη γενική οικονομική πολιτική των προδικτατορικών κυβερνήσεων με στόχο την επιτάχυνση της καπιταλιστικής ανάπτυξης, τη διασφάλιση της κερδοφορίας των μεγάλων μονοπωλιακών ομίλων, της αστικής τάξης. Ετσι, στην καπιταλιστική οικονομική κρίση που ξέσπασε το 1973, η χούντα ακολούθησε πολιτική που φόρτωσε τα βάρη της κρίσης στον λαό, όπως για παράδειγμα η καθήλωση ή και μείωση των μισθών σε κάποιους κλάδους, όταν ο πληθωρισμός την ίδια χρονιά σκαρφάλωνε στο 30%.
Ενα δεύτερο επιχείρημα των φασιστικών δυνάμεων είναι ότι «η χούντα έγινε για να αντιμετωπιστεί ο κομμουνιστικός κίνδυνος».
Πέρα από το προφανές, ότι δεν υπήρχε σε εκείνη τη φάση κανένας «κίνδυνος» ανατροπής της εξουσίας της αστικής τάξης από το ΚΚΕ και την εργατική τάξη, αυτός ο ισχυρισμός εμπεριέχει και μια αλήθεια. Οντως, κύριος αντίπαλος της δικτατορίας ήταν το ΚΚΕ. Ο ίδιος ο Γ. Παπαδόπουλος ως ηγέτης της δικτατορικής κυβέρνησης διακήρυσσε ότι δεν αντιμετώπιζε το ΚΚΕ απλά σαν μια «αντιδημοκρατική πολιτική δύναμη», αλλά από καθαρά ταξική σκοπιά, δηλαδή σαν παράγοντα απειλητικό για το καπιταλιστικό σύστημα και την εξουσία της αστικής τάξης. Σε ομιλία του μάλιστα στις 16/3/1968 στα γραφεία του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Αθηνών, έθεσε ότι στόχος του είναι να τραβήξει την εργατική τάξη και τα φτωχά λαϊκά στρώματα μακριά από τους «μπουρλοτιέρηδες» κομμουνιστές που θέλουν να την παρασύρουν σαν «σειρήνες». Προτεραιότητα, λοιπόν, της χούντας ήταν το χτύπημα του ΚΚΕ. Αλλωστε, ήδη από τις πρώτες ώρες της επιβολής της, πραγματοποίησε χιλιάδες συλλήψεις κομμουνιστών και άλλων αγωνιστών, τους οποίους υπέβαλε σε φριχτά βασανιστήρια και οδήγησε σε τόπους εξορίας και φυλάκισης.
Ταυτόχρονα, επιτέθηκε σε κάθε μαζική συνδικαλιστική οργάνωση που πάλευε σε ταξική κατεύθυνση. Απαγορεύτηκε η δράση μιας σειράς Ομοσπονδιών, Εργατικών Κέντρων αλλά και πρωτοβάθμιων σωματείων. Διώξεις δέχτηκαν επίσης φοιτητικές, σπουδαστικές και μαθητικές συνδικαλιστικές οργανώσεις, ενώ δεν γλίτωσαν ακόμα και οι εξωραϊστικοί, πολιτιστικοί, μορφωτικοί, αθλητικοί κ.ά. σύλλογοι στις εργατικές - λαϊκές συνοικίες στους οποίους δραστηριοποιούνταν κομμουνιστές.
Φυσικά, οι πραξικοπηματίες δεν στράφηκαν ενάντια σε όλες τις συνδικαλιστικές οργανώσεις. Αυτές που υπηρετούσαν τα συμφέροντα και τις επιδιώξεις της αστικής τάξης έμειναν στο απυρόβλητο. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση της συμβιβασμένης, σε εκείνη τη φάση, ΓΣΕΕ, η ηγεσία της οποίας αμέσως τάχθηκε υπέρ της κυβέρνησης.
Μια τρίτη πλευρά των συκοφαντιών των φασιστών είναι ότι κατά τη διάρκεια της επταετίας δεν υπήρχαν αντιδράσεις, ότι ο ξεσηκωμός του Πολυτεχνείου δεν απηχούσε κάποια λαϊκή δυσαρέσκεια για τη χούντα.
Βέβαια, πολύ σύντομα μετά την εκδήλωση του στρατιωτικού πραξικοπήματος, ξεκινά η συγκρότηση αντιστασιακών οργανώσεων. Αρνητικό ρόλο έπαιξε το γεγονός ότι το ΚΚΕ ήδη από την 8η Ολομέλεια της ΚΕ τον Γενάρη του 1958 είχε αποφασίσει τη διάλυση των Κομματικών Οργανώσεών του. Αυτή η απόφαση επέδρασε αρνητικά στην ικανότητα πρόβλεψης και επαναστατικής ετοιμότητας μπροστά στο ενδεχόμενο της δικτατορίας, με αποτέλεσμα να ακολουθήσουν πολλές συλλήψεις στελεχών και μελών του Κόμματος. Παρ' όλα τα προβλήματα και τις αδυναμίες στη στρατηγική του, το ΚΚΕ από την πρώτη στιγμή μπήκε μπροστά στην οργάνωση της αντίστασης και της ανατροπής της χούντας. Πνοή στον αντιδικτατορικό αγώνα έδωσε η συγκρότηση της Κομματικής Οργάνωσης Αθήνας, τον Ιούνη του 1967. Εναν χρόνο περίπου αργότερα, τον Αύγουστο του 1968, με απόφαση του ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ, ιδρύθηκε η Κομμουνιστική Νεολαία Ελλάδας. Η απόφαση αυτή έδωσε ισχυρή ανάταση και ηθικά και πρακτικά στη νεολαία και στο κίνημά της. Μέσα στα επόμενα χρόνια μεγάλωσαν και ωρίμασαν και το εργατικό κίνημα και οι αγώνες του. Ηδη από το 1971 - 1972, όλο και πιο έντονα έμπαινε το ερώτημα σε ευρύτερες δυνάμεις «πώς θα φύγει η χούντα;».
Η καπιταλιστική οικονομική κρίση του 1973 συνέβαλε στο να κορυφωθεί η λαϊκή οργή. Στην πρώτη γραμμή τέθηκαν ζητήματα που αφορούσαν τα μεροκάματα, την Κοινωνική Ασφάλιση, τα ωράρια, τα συνδικαλιστικά δικαιώματα, το δικαίωμα στην απεργία. Τα παραπάνω αιτήματα συνδυάστηκαν και με νέες, πιο ανεβασμένες μορφές πάλης, όπως στάσεις εργασίας, αποφάσεις για απεργίες, ενώ σε αγωνιστικές κινητοποιήσεις κατέβηκαν και οι μικρομεσαίοι αγρότες. Ταυτόχρονα σε μια πορεία δυνάμωσε και το φοιτητικό κίνημα, το οποίο μάλιστα αναδείχθηκε και σε πρωταγωνιστή της αντιδικτατορικής πάλης ερχόμενο σε σύγκρουση με σχέδια της κυβέρνησης, όπως για παράδειγμα την προσπάθεια να δημιουργηθούν ιδιωτικά πανεπιστήμια. Επιστέγασμα όλης αυτής της διαδρομής ήταν η κατάληψη στο Πολυτεχνείο στις 14 Νοέμβρη. Οι συγκρούσεις με την αστυνομία και την Ασφάλεια αποτέλεσαν καθημερινό φαινόμενο τις επόμενες δύο μέρες. Στις 16 Νοέμβρη το απόγευμα κορυφώθηκε η πορεία της κατάληψης, με πρωτοπόρους νέους και εργάτες να συρρέουν στην περιοχή, δημιουργώντας μια αντιδικτατορική διαδήλωση στο κέντρο της Αθήνας. Κυριάρχησαν τα συνθήματα «Κάτω η χούντα», «Εξω το ΝΑΤΟ, οι ΗΠΑ και οι βάσεις».
Στις 7 το απόγευμα, οι επιτελείς της χούντας έθεσαν σε εφαρμογή το σχέδιο «Κεραυνός» και άρχισαν να κινούνται στρατιωτικές δυνάμεις και άρματα προς το Πολυτεχνείο. Τις πρώτες πρωινές ώρες, ένα από τα άρματα μάχης έριξε την πύλη του Πολυτεχνείου και ακολούθησαν μαζικές συλλήψεις των φοιτητών και όσων άλλων παραβρίσκονταν στην κατάληψη από τον στρατό και την αστυνομία. Ο τραγικός απολογισμός των ημερών καταγράφηκε αργότερα στο πόρισμα του εισαγγελέα Δ. Τσεβά. Σύμφωνα με αυτό, 18 ήταν οι «πλήρως βεβαιωθέντες» νεκροί, 16 - τουλάχιστον - οι «βασίμως προκύπτοντες» νεκροί, και 1.103 οι τραυματίες.
Ο ξεσηκωμός του Πολυτεχνείου, η καταστολή του με δεκάδες νεκρούς ήταν η αρχή του τέλους της δικτατορίας. Κάτω από το βάρος της λαϊκής πάλης και μετά το έγκλημα που συντελέστηκε στην Κύπρο, το 1974 η χούντα κατέρρευσε, όταν τμήμα της ηγεσίας της δικτατορίας παρέδωσε τη σκυτάλη στις αστικές κοινοβουλευτικές δυνάμεις, αλλάζοντας τη μορφή της αστικής εξουσίας. Ο Νοέμβρης του 1973 έδειξε ότι οι λαϊκές διαθέσεις δεν είναι παγωμένες. Ο αρνητικός συσχετισμός δύναμης μπορεί να ανατραπεί, μέσα από την οργανωμένη λαϊκή πάλη. Σήμερα υπερασπιζόμαστε την κληρονομιά του Πολυτεχνείου κόντρα σε όσους επιχειρούν να παραχαράξουν την Ιστορία για να υπερασπιστούν την καπιταλιστική εξουσία, δίνουμε υπόσχεση αγώνα μέχρι την ανατροπή του συστήματος της εκμετάλλευσης.